Royal Enfield - Έρχεται νέο ιστορικό ρεκόρ παραγωγής για τους Ινδούς

Η κατακόρυφη άνοδος μέσα σε μια 10ετία - Η ιστορία της εταιρείας από το σήμερα στο χθες
Royal Enfield - Πάνε για νέο ρεκόρ παραγωγής οι Ινδοί - Η ιστορία της εταιρείας
Από τον

Θοδωρή Ξύδη

26/7/2024

Από "εσωστρεφή" εταιρεία με ιστορικό όνομα, σε παγκόσμιο κατασκευαστή με κυριαρχικές βλέψεις, η υπεραιωνόβια Royal Enfield συνεχίζει να γράφει τη δική της ξεχωριστή ιστορία ατενίζοντας ένα όλο και πιο ευοίωνο μέλλον.

Σε ένα ακόμη ορόσημο παραγωγής, ασύλληπτο πριν από μία περίπου δεκαετία για τα δεδομένα της, αναμένεται να φτάσει φέτος η Royal Enfield, ο παλαιότερος κατασκευαστής μοτοσυκλετών στον κόσμο με αδιάκοπη παραγωγή -συμπεριλαμβανομένης και της βρετανικής κληρονομιάς του- από την ίδρυσή, πριν από 123 χρόνια, έως και σήμερα.

Εκμεταλλευόμενη πλήρως και με σεμιναριακό τρόπο τις τάσεις που επικρατούν παγκοσμίως στους δύο τροχούς και υπό τη σκέπη του κολοσσού Eicher Group, η Royal Enfield έχει βγει για τα καλά από το καβούκι της και το 2024 θα είναι λογικά η χρονιά που θα φτάσει -και ίσως ξεπεράσει- σε παραγωγή το ένα εκατομμύριο μοτοσυκλέτες!

Royal Enfield - Πάνε για νέο ρεκόρ παραγωγής οι Ινδοί - Η ιστορία της εταιρείας

Ένα ορόσημο που είναι εντός των δυνατοτήτων της εταιρείας αφού και το 2023 έκλεισε επίσης με ιστορικό ρεκόρ για τους Ινδούς, με 920.000 πωλήσεις μοτοσυκλετών και άνοδο της τάξης του 16% έναντι της προηγούμενης χρονιάς.

Αυτός ο όγκος παραγωγής φέρνει τη Royal Enfield ανάμεσα στους μεγαλύτερους κατασκευαστές μοτοσυκλετών στον κόσμο ακόμη και εντός δεκάδας, αν βγουν από την εξίσωση τα παπιά και τα scooter, αλλά και οι μοτοσυκλέτες έως 250 κ.εκ. 

Οι παραπάνω είναι κυβισμοί και κατηγορίες που η ινδική εταιρεία δεν είχε ποτέ παρουσία και ούτε σκοπεύει να αποκτήσει, τουλάχιστον στο άμεσο μέλλον, και αυτό κάνει το επίτευγμα της ακόμη πιο εντυπωσιακό. Ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι στην εγχώρια αγορά της Ινδίας τα μοντέλα με τις υψηλότερες πωλήσεις είναι μεταξύ 100 και 160 κ.εκ., και οτιδήποτε πάνω από 250 κ.εκ. θεωρείται premium.

Στην ινδική αγορά, η Royal Enfield έχει πάνω από το 90% της πίτας στα 250-750 κ.εκ. και σε αυτούς τους κυβισμούς θα παραμείνει και στο μέλλον τόσο στην Ινδία όσο και στον υπόλοιπο κόσμο όπου δραστηριοποιείται ήδη σε περισσότερες από 40 χώρες, έχει παρουσία και στη Λατινική Αμερική, ενώ είναι ο μοναδικός Ινδός κατασκευαστής μοτοσυκλετών που δραστηριοποιείται και στη Β. Αμερική.

Για να πετύχει βέβαια αυτά τα νούμερα η Royal Enfield πραγματοποίησε "κοσμογονικές" για την ίδια αλλαγές στη στρατηγική της αλλά και στον τρόπο που κατασκευάζει μοτοσυκλέτες τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, χωρίς όμως να χάσει την ταυτότητά της. Αντίθετα την ενίσχυσε και την ανέδειξε αποκτώντας στην πορεία εκατοντάδες χιλιάδες φίλους σε όλο τον κόσμο. 

Royal Enfield - Πάνε για νέο ρεκόρ παραγωγής οι Ινδοί - Η ιστορία της εταιρείας

Από τα μόλις δύο μοντέλα οι Ινδοί έχουν πλέον μια ευρεία γκάμα που απαρτίζεται από 8 μοτοσυκλέτες, οι οποίες θα φτάσουν στο άμεσο μέλλον στις 14 με απώτερο μάλιστα στόχο τις 20 συνολικά.

Μοτοσυκλέτα που ανέδειξε την εικόνα της εταιρείας και πρωτοστατεί στις πωλήσεις της είναι το adventure Himalayan, το οποίο παρουσιάστηκε το 2015 και βρίσκεται πλέον στη δεύτερη γενιά του. Mια γενιά που φέρνει μαζί της και το νέο Sherpa μοτέρ των Ινδών, το πρώτο υγρόψυκτο στην ιστορία τους, όπως και την πρώτη TFT οθόνη με δυνατότητα συνδεσιμότητας.

Οι Bullet και Classic είναι ο "στυλοβάτης" της Royal Enfield εκείνες που την κράτησαν ζωντανή για όσο διάστημα χρειάστηκε και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της ταυτότητάς της όπως και το εν σειρά δικύλινδρο Interceptor. Από την άλλη, τα επίσης δικύλινδρα 650 Shotgun και Super Meteor σκιαγραφούν την άποψη των Ινδών στα cruiser με το μονοκύλινδρο Meteor να αποτελεί την πιο προσιτή επιλογή και το HNTR να τραβά εντελώς διαφορετική πορεία και να συνδυάζει περισσότερα μοντέρνα στοιχεία -γραφικά και διχρωμίες ρεζερβουάρ- στη διαχρονική σχεδίασή του.

Άνθρωποι κλειδιά στην άνοδο της Royal Enfield είναι ο τωρινός διευθύνων σύμβουλός της εταιρείας Balakrishnan Govindarajan, ο Siddhartha Lal (CEO της εταιρείας την περίοδο 2000-2004) και ο πατέρας του, Vikram Lal, ο Ινδός δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας ο οποίος το 1994 εξαγόρασε τη Royal Enfield μέσω ομίλου της Eicher Motors, του ομίλου που ίδρυσε ο ίδιος και προήρθε από την οικογενειακή επιχείρηση του πατέρα του, την Eicher India.

O Govindarajan εντάχθηκε στο δυναμικό της Royal Enfield το 1994, όταν η παραγωγή δεν ξεπερνούσε τις 25.000 μοτοσυκλέτες τον χρόνο -ένα νούμερο που δεν θα άλλαζε σημαντικά για τουλάχιστον μία ακόμη 10ετία- στο μοναδικό τότε εργοστάσιο της εταιρείας στο Tiruvottiyur. 

Ο Govindarajan βρήκε τους κατάλληλους συμπαραστάτες στα πρόσωπα των δύο Lal που ήθελαν να επενδύσουν και να αναπτύξουν την εταιρεία, και από τα μέσα της 10ετίας του 2000 στόχευσε στην αύξηση της παραγωγής ώστε να δημιουργηθούν οι απαραίτητες οικονομίες κλίμακας και να περάσει η Royal Enfield στο επόμενο επίπεδο. 

Εκτός από τις μεγάλες επενδύσεις με τις ευλογίες των Lal, που επικεντρώθηκαν πρώτα στη Royal και έπειτα στα τρακτέρ του ομίλου, η σημαντικότερη ίσως συνεισφορά του Govindarajan ήταν στη βελτίωση της ποιότητας κατασκευής με τον παράλληλο εκσυγχρονισμό του εργοστασίου και των μεθόδων παραγωγής της εταιρείας, όπως και η προσοχή στον νευραλγικό ποιοτικό έλεγχο των εξαρτημάτων και των μοτοσυκλετών στο σύνολό τους.

Royal Enfield - Πάνε για νέο ρεκόρ παραγωγής οι Ινδοί - Η ιστορία της εταιρείας

Με πτυχίο μηχανικού μηχανολόγου, ο νεαρός τότε Siddhartha Lal, ως CEO συνέβαλε και αυτός με τη σειρά του στη βελτίωση των μοτοσυκλετών της RE, κάνοντας στη σέλα τους πολλά χιλιόμετρα, ενώ είχε συμβολή στην ανάπτυξη και μιας πιο ομαδικής εταιρικής κουλτούρας. "Butts on Seats" (Πισινοί στις σέλες), είναι άλλωστε μια φράση που χρησιμοποιείται συχνά εσωτερικά από τους Ινδούς, μια αρχή που δείχνει τη γενικότερη φιλοσοφία τους και στην προσέγγισή νέων αναβατών. Στη Royal Enfield θέλουν οι μοτοσυκλέτες τους να οδηγούνται γιατί είναι σίγουροι ότι οι αναβάτες θα καταλήξουν έπειτα να τις αγοράσουν, με test rides να είναι διαθέσιμα σε όλες τις αγορές όπως και στην Ελλάδα.

Οι μεγάλες αλλαγές και επενδύσεις οδήγησαν στον διπλασιαμό της παραγωγής μέχρι το 2010, ενώ μια πενταετία αργότερα είχε ξεπεράσει το μισό εκατομμύριο. Η κατακόρυφη αύξηση της παραγωγής οφείλεται στα δύο νέα εργοστάσια της εταιρείας σε Oragadam (2013) και Vallam (2017) με ένα ακόμη να ολοκληρώνεται φέτος-βάσει όσων έχουν ανακοινωθεί- στο Cheyyar, που θα ανεβάσει την παραγωγή ένα ακόμη επίπεδο.

Τα μέγιστα στην προσπάθεια των Ινδών να επεκταθούν παγκοσμίως έχουν συνεισφέρει και τα δύο τεχνολογικά κέντρα που διαθέτουν πλέον, ένα στην Ινδία και ένα στο Leicestershire της Αγγλίας όπως και η εξαγορά της βρετανικής Harris Performance Products το 2015. Η Harris φημήζεται για τα πλαίσια που σχεδιάζει και κατασκευάζει από το 1972 αλλά και για την αγωνιστική της εμπλοκή που είχε φτάσει τη 10ετία του '90 έως και την κορυφαία κλάση των 500 κ.εκ. του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος MotoGP.

Royal Enfield - Πάνε για νέο ρεκόρ παραγωγής οι Ινδοί - Η ιστορία της εταιρείας

Όλα τα εργοστάσια βρίσκονται στην πόλη Chennai (πρώην Madras), στην έδρα της Royal Enfield, εκεί όπου το 1955 στο Tiruvottiyur ξεκίνησε το δεύτερο κεφάλαιο στην ιστορία της εταιρείας. Τρία χρόνια νωρίτερα η τοπική Madras Motors είχε αναλάβει να εφοδιάσει τον ινδικό στρατό με Bullet 350 και 500 κυβικών με τις μοτοσυκλέτες να καταφθάνουν στην Ινδία το 1953. 

Σκληροτράχηλες και εύκολες στη συντήρησή τους οι μοτοσυκλέτες κέρδισαν τους Ινδούς, και το 1955 η Madras Motors και η Royal Enfield προχώρησαν στη σύσταση της Enfield India με αρχικό στόχο να συναρμολογούνται στο Tiruvottiyur οι μοτοσυκλέτες της. Από το 1962 οι μοτοσυκλέτες κατασκευάζονταν πλέον εξολοκλήρου στην Ινδία.

Η βρετανική κληρονομιά
Το πρώτο κεφάλαιο της Royal Enfield είναι φυσικά βρετανικό με την αρχή να γίνεται το 1891 από τους Bob Walker Smith και Albert Eadie στο Redditch της Αγγλίας και την εξαγορά της George Townsend & Co. που κατασκεύαζε τότε βελόνες και είχε μόλις ξεκινήσει να κατασκευάζει και ποδήλατα.

Royal Enfield - Πάνε για νέο ρεκόρ παραγωγής οι Ινδοί - Η ιστορία της εταιρείας

Δύο χρόνια μετά, η εταιρεία έφτασε σε συμφωνία με την κρατική εταιρεία κατασκευής τουφεκιών Royal Small Arms Factory of Enfield -γνωστή και ως σκέτο Enfield- για την προμήθεια εξαρτημάτων. Αυτή η επιτυχία της την οδήγησε στη μετονομασία της σε Enfield Manufacturing Company Ltd., ενώ Enfield ονομάστηκε και το πρώτο ποδήλατό της. 

Το 1894 τα ποδήλατα ξεκίνησαν να ονομάζονται Royal Enfield έπειτα και από την άδεια που πήρε η εταιρεία από το Βρετανικό Στέμμα, ενώ τότε ξεκίνησε και το σήμα κατατεθέν σλόγκαν "Made Like A Gun" (Φτιαγμένο Σαν Όπλο).

Πέντε χρόνια μετά, το 1898, η εταιρεία κατασκεύασε το πρώτο της τετράκυκλο χρησιμοποιώντας δύο πλαίσια από τα ποδήλατά της και ένα μοτέρ De Dion, ενώ η εταιρεία άλλαξε ξανά το όνομά της σε The Enfield Cycle Co. Ltd., το οποίο και κράτησε για τις επόμενες επτά 10ετίες.

Η πρώτη Royal Enfield μοτοσυκλέτα παρουσιάστηκε το 1901 και είχε σχεδιαστεί από τον Smith και τον Γάλλο Jules Gobiet. Το μοτέρ του 1,5 ίππου βρισκόταν μπροστά από τον λαιμό του σκελετού και η δύναμη έφτανε στον πίσω τροχό μέσω ενός τεράστιου σε μήκος δερμάτινου ιμάντα.

Το 1909 ακολούθησε η πρώτη V2 μοτοσυκλέτα της εταιρείας με κινητήρα Motosacoche 297 κ.εκ., ενώ το 1914 η μεγαλύτερη V2 μοτοσυκλέτα που κατασκεύαζε έφερε μοτέρ έξι ίππων και 770 κ.εκ. Αυτή ήταν και η μοτοσυκλέτα που "είδε δράση" στον 1ο ΠΠ, με τη Royal Enfield να προμηθεύει τον βρετανικό, τον βέλγικο, τον γαλλικό, τον αμερικάνικο αλλά και τον ρώσικο στρατό.

Μετά τον πόλεμο η εταιρεία συνεχίζει να μεγαλώνει και να εξελίσσει μοτοσυκλέτες φτάνοντας το 1930 να έχει συνολικά 11 μοντέλα, από τα 225 έως και τα 976 κ.εκ. Ο σταθμός στην ιστορία της έρχεται δύο χρόνια αργότερα όταν το 1932 παρουσιάστηκε η πρώτη Bullet στην ιστορία στο Λονδίνο, σε τρεις διαφορετικούς κυβισμούς: 250, 350 και 500 κ.εκ. Αυτό είναι και το μακροβιότερο όνομα μοτοσυκλέτας την ιστορία των δύο τροχών αφού εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι και σήμερα με την ίδια την μοτοσυκλέτα να έχει αλλάξει πολλές φορές από τότε.

Royal Enfield - Πάνε για νέο ρεκόρ παραγωγής οι Ινδοί - Η ιστορία της εταιρείας

Ακολουθεί η εμπλοκή της στον 2ο ΠΠ με την προμήθεια μοτοσυκλετών, γεννητριών, ποδηλάτων αλλά και εξαρτημάτων για αντιαεροπορικά όπλα. Πιο διάσημη μοτοσυκλέτα της αυτή την περίοδο ήταν ο δίχρονος "Ιπτάμενος Ψύλλος" (Flying Flea) των 126 κ.εκ. που χρησιμοποιήθηκε από τον στρατό για να πέφτει με αλεξίπτωτο από αεροπλάνο.

Η βρετανική Royal Enfield συνέχισε να κατασκευάζει μοτοσυκλέτες μετά τον πόλεμο κάνοντας το πέρασμα και στην Ινδία, παρουσιάζοντας το 1960 το Interceptor που έμεινε στην παραγωγή έως το 1970. Ωστόσο η άνοδος των ιαπωνικών εργοστασίων εκείνη την περίοδο αλλά και η δυσκολία των Βρετανών να καλύψουν τη ζήτηση για τις μοτοσυκλέτες τους στην Ευρώπη αλλά και στην άλλη μεριά του Ατλαντικού οδήγησαν στο κλείσιμο της εταιρείας με το οριστικό λουκέτο να μπαίνει το 1970. Επτά χρόνια μετά η πρώτη ινδική Royal Enfield "αποβιβάστηκε" στη Μ.Βρετανία...

Ετικέτες

Piaggio MP3 310 - Νέος HPE κινητήρας 310 κ.εκ. που θα φορεθεί και στο Beverly [VIDEO]

Ο μικρός αδελφός των MP3 400 και 530 ανανεώνεται για το 2025
Piaggio MP3 310
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

26/9/2024

Η Piaggio παρουσίασε την ανανεωμένη έκδοση του μικρότερου MP3 που, για το 2025 φέρει νέο, προηγμένο HPE κινητήρα στα 310 κ.εκ., που το πιθανότερο είναι να φορεθεί και σε άλλα μοντέλα της ιταλικής εταιρείας, όπως στα best-selling Beverly, αλλά και στη μεγάλη Vespa.

Μπορεί τώρα η Piaggio να κάνει λόγο για “νέο, σπορ design”, όμως ο σχεδιασμός του νέου MP3 310 πατάει γερά πάνω σε εκείνο του προκατόχου του, MP3 300, διαφέροντας ελάχιστα σε ορισμένες λεπτομέρειες: στη μάσκα που κατεβαίνει κάτω ανάμεσα στους τροχούς για το 2025, στις νέες ζάντες, στο ελαφρώς φαρδύτερο μπροστινό τμήμα, σε φρεσκάρισμα προβολέων και σε κάποιες μικρές διαφοροποιήσεις στο κοστούμι. Πέρα από τον κινητήρα, νέο είναι το user interface στην LCD οθόνη οργάνων, νέα και πιο άνετη η σέλα, ενώ υπάρχει και νέα γκάμα επίσημων αξεσουάρ.

Μετά το ντεμπούτο των Maxi scooter MP3 400 & MP3 530 το 2022, τώρα ήρθε η σειρά της αναβάθμισης του μικρότερου μοντέλου, που φτάνει αισίως στην τρίτη του έκδοση. Κι αν το Euro 5+ φρεσκάρισμα είναι σχετικά επιδερμικό σε όργανα -δεν έχει TFT οθόνη, αλλά μια LCD 5 ιντσών- και στο κοστούμι που δεν διαφέρει πολύ από το προηγούμενο, το μεγάλο νέο αφορά στον κινητήρα.

Το MP3 300 φόραγε τον ίδιο μονοκύλινδρο και υγρόψυκτο, τετράχρονο και τετραβάλβιδο ψεκαστό HPE κινητήρα που φοράει και το Beverly 300, κι έτσι αναμένουμε να δούμε τον νέο 310 HPE να περνά και σε εκείνα στην ανανέωσή τους για το 2025.

Piaggio MP3 310

Τα κυβικά στον 310 HPE αυξάνονται από τα 278 στα 310, με τους στόχους να είναι οι βελτιωμένες επιδόσεις, η χαμηλότερη στάθμη θορύβου, και η μικρότερη κατανάλωση καυσίμου.

Η αύξηση του κυβισμού προήλθε από την αύξηση της διαδρομής, με τη διάμετρο να παραμένει ίδια με πριν. Το αποτέλεσμα είναι ένας κινητήρας με έμφαση στη ροπή, παρά στην μέγιστη απόδοση ψηλά, με την ανακοινώσιμη ιπποδύναμη να βρίσκεται στους 26,4 hp /7.500 rpm -προηγουμένως στους 25,47 hp / 8.000 rpm- και τη ροπή στα 2,78 kgm / 6.000 rpm -προηγουμένως στα 2,65 kgm / 6.250 rpm. Μικρή αύξηση επιδόσεων λοιπόν, σε ελαφρώς χαμηλότερες στροφές από τον HPE 300. Μεγαλύτερη είναι και η ανακοινώσιμη τελική ταχύτητα, από τα 120 στα 129 χλμ/ώρα.

Piaggio MP3 310

Σύμφωνα με την Piaggio, ο νέος κινητήρας συνοδεύεται από μια σημαντική μείωση κραδασμών και θορύβου.

Στην αναβάθμιση του HPE 310 περιλαμβάνεται και ο στρόφαλος, ενώ offset είναι ο κύλινδρος, μειώνοντας τις τριβές μεταξύ πιστονιού και κυλίνδρου, και βελτιώνοντας παράλληλα και την κατανάλωση. Λύση καλοδεχούμενη σίγουρα, που όμως δεν μπορεί να θεωρείται καινοτόμα, καθώς έχει παρουσιαστεί εδώ και χρόνια στα scooter και έχει πλέον υιοθετηθεί από μεγάλη μερίδα κατασκευαστών.

Για να μειωθεί ο θόρυβος η Piaggio αφαίρεσε τον αποσυμπιεστή, χρησιμοποιώντας στον νέο της κινητήρα ένα ισχυρότερο μοτέρ μίζας, ενώ η περιγραφή του συστήματος είναι ελαφρώς πολύπλοκη στα αγγλικά, ώστε για την ώρα δεν γνωρίζουμε αν έχει υιοθετηθεί σύστημα γεννήτριας/εκκινητή ACG, όπως πχ. στο PCX -το οποίο είχε κάνει γνωστό και τη λύση του Offset κυλίνδρου.

Piaggio MP3 310

Νέο είναι και το design των κάρτερ του κινητήρα, κι εδώ με στόχο την περαιτέρω μείωση του θορύβου.

Κατά τα άλλα στον κινητήρα παραμένει ο μονός εκκεντροφόρος επικεφαλής, με τις βαλβίδες να έχουν καπελότα, και με την ανάφλεξη να είναι της Magneti Marelli. Ίδια με πριν παραμένουν και τα διαστήματα service στα 10.000 χλμ.

Piaggio MP3 310

 

Το MP3 310 διατηρεί το keyless σύστημα του 300, αλλά και την USB θύρα στο πρακτικό ντουλαπάκι πάνω από τα όργανα, ενώ η σέλα έχει νέο αφρώδες και νέο σχήμα, για μεγαλύτερη άνεση. Κάτω από τη σέλα χωρά ένα full-face κράνος ή 2 demi-jet, και μερικά ακόμη αντικείμενα, ενώ μπροστά υπάρχει και αναδιπλούμενος γάντζος για τσάντες.

Το νέο Piaggio MP3 310 διατίθεται σε δυο διαφορετικές εκδόσεις: το Piaggio MP3 310 (σε Bianco Luna και Grigio Grafite) και το MP3 310 Sport (σε Nero Meteora και Grigio Mercurio). Η έκδοση Sport διαθέτει ραφές σέλας σε διαφορετικό χρώμα, δίσκους “μαργαρίτες” και αλουμινένια επιθέματα στα μαρσπιέ, ενώ στον στάνταρ εξοπλισμό περιλαμβάνεται το σύστημα συνδεσιμότητας Piaggio MIA.

Piaggio MP3 310

Πέρα από το ανώτερο επίπεδο ασφάλειας που προσφέρουν σε κάθε οδόστρωμα οι δυο μπροστινοί τροχοί, το Piaggio MP3 310 έρχεται εξοπλισμένο τόσο με τρικάναλο ABS όσο και με σύστημα Traction Control ASR, το οποίο μπορεί να απενεργοποιηθεί.

Στα φρένα μπροστά έχουμε δυο δισκόφρενα 258 mm και πίσω ένα ακόμα 240 mm, ενώ η διάμετρος των μπροστινών τροχών του MP3 310 βρίσκεται στις 13 ίντσες και του πίσω τροχού στις 14.

Το ρεζερβουάρ έχει χωρητικότητα 11 λίτρων καυσίμου, το μεταξόνιο φτάνει τα 1.455 mm, το πλάτος του scooter τα 800 mm, και το ύψος σέλας τα 790 mm. Για την ώρα η ιταλική εταιρεία δεν ανακοινώνει το βάρος του MP3 310.

Ετικέτες