Indian FTR 1200/S: Η πρώτη τους παγκόσμια μοτοσυκλέτα!

Γεννημένη στο χώμα, φτιαγμένη για το δρόμο
23/10/2018

Όπως είχαμε αναφερθεί και παλιότερα κατά την πρώτη παρουσίαση του Benelli TRK502X για τον παγκοσμίου βεληνεκούς αρθρογράφο, και επί δεκαετίες συνεργάτη του περιοδικού μας αυτή τη φορά ο Alan Cathcart μας προσφέρει άλλη μια αποκλειστικότητα με τις πρώτες εντυπώσεις του για τα νέα Flat Track μοντέλα της Indian. 

Τα είδαμε από κοντά στην Intermot -όπου σας μεταφέραμε ζωντανά- την παγκόσμια παρουσίασή τους, την πρώτη της Indian επί ευρωπαίκού εδάφους, όπου περισσότερα μπορείτε να βρείτε εδώ. Τα πρώτα μοντέλα που είδαμε εμείς ήταν προπαραγωγής, πράγμα εμφανές στους διακόπτες, τα χειριστήρια, και τα καλώδια, όμως πέρα από αυτά θαύμαζες το φινίρισμα και την ποιότητα κατασκευής, ακόμη και σε αυτό το στάδιο! Μιλήσαμε με τον Jared Mees, τον έξι φορές αμερικανό πρωταθλητή Flat Track για την εξέλιξή της και η κουβέντα εκείνη, απλά έντυσε όλα όσα μας είχε μεταφέρει στην τηλεφωνική μας συνομιλία ο Cathcart, όταν την οδήγησε πριν από ακόμα την δει το κοινό. Μπορούμε πλέον να δημοσιεύσουμε την οδηγική του εμπειρία από μία σημαντική μοτοσυκλέτα, με ένα ιστορικό όνομα:

Έπρεπε να γίνει. Μετά την απόλυτη υπεροχή της Indian στους αγώνες AFT (American Flat Track) το 2017-18, και την επιστροφή της μετά από την απουσία 70 ετών, η παλαιότερη αμερικάνικη εταιρεία ξεκίνησε την κατασκευή της street έκδοσης της αγωνιστικής της μοτοσυκλέτας –της FTR 750 που κέρδισε τον αριθμό No.1 (που παίρνουν όσοι βγαίνουν πρώτοι στα πρωταθλήματα) για δύο χρονιές, κερδίζοντας 17 από τους 18 αγώνες για το 2018 στο AFT-. Εμφανώς εμπνευσμένη από την FTR 750 τόσο στην εμφάνιση όσο και μηχανολογικά, η βασική έκδοση του FTR 1200 κοστίζει 12.999$ στην Αμερική και το FTR 1200S ξεκινάει από 14.999$ ανάλογα με τις χρωματικές επιλογές που αποκαλύφθηκαν στην έκθεση της INTERMOT στη Γερμανία στις 2 Οκτωβρίου. Ο ερχομός του μοιραία θα οδηγήσει σε μια σειρά από street tracker μοτοσυκλέτες διαφόρων κατασκευαστών, που κανένας τους όμως δεν έχει τόσο περήφανη ιστορία στους αγώνες όπως η Indian. OK, η Harley προσπάθησε να το κάνει μια φορά στο παρελθόν, με την σχετικά μικρή σε διάρκεια εμφάνιση του XR1200 το 2008, όμως έκτοτε τίποτα. Εμπνευσμένη από την κυριαρχία της αγωνιστικής αδερφής της στις δύο σεζόν των αγώνων dirt track, το σλόγκαν της νέας Indian είναι “Γεννημένη στο χώμα, φτιαγμένη για το δρόμο”, και επαληθεύεται όταν την οδηγείς.

του Alan Cathcart

Η επίσκεψη στην Minneapolis, στα κεντρικά της ιδιοκτήτριας εταιρείας της Indian της Polaris, για την αποκλειστική δοκιμή των πρωτοτύπων τους στους δρόμους της Minnesota και στην πίστα του τμήματος R&D, έξι βδομάδες πριν την INTERMOT, αποδείχθηκε ιδιαίτερα αποκαλυπτική με τα νέα FTR 1200/1200S να είναι πραγματικά εξαιρετικά και να αποτελούν τα πρώτα απ’ τα επερχόμενα μοντέλα της Indian που θα χρησιμοποιούν τον νέο κινητήρα. Ο νέος υδρόψυκτος οκταβάλβιδος DOHC 1.203 κυβικών V2 των 60ο, με διαστάσεις 102 x 73,6mm, ονομαστική ιπποδύναμη 120 ίππων στις 8.250 στροφές και ροπή 11,7 κιλών που κορυφώνεται στις 6.000, είναι ο τρίτος κινητήρας της Indian που χρησιμοποιήθηκε υπό την ιδιοκτησία της Polaris μετά τα Chief και Scout, ενώ δεν προέρχεται από τον κινητήρα του Scout με τον οποίο μοιραία θα συγκριθεί, λέει ο CEO της Indian Steve Menneto.

“Είναι ένας τελείως διαφορετικός κινητήρας από αυτόν του Scout”, λέει ο Menneto, “και νομίζω πως μπορείς να πεις ότι είναι μια πολύ ευέλικτη πλατφόρμα με την οποία μπορούμε να προχωρήσουμε. Έχουμε πολλές ευκαιρίες μπροστά μας με αυτή τη μελλοντική οικογένεια μοντέλων. Είναι συναρπαστικό το πώς θα επεκτείνουμε την Indian πέρα απ’ τα cruiser, bagger και tourer –και το FTR1200 αποτελεί ένα τέλειο παράδειγμα του πώς θα γίνει. Ο στόχος δεν είναι μόνο η αμερικάνικη αγορά, αλλά το να κάνουμε την Indian μια παγκόσμια φίρμα. Για μας το να είμαστε μια αξιόπιστη εταιρεία, σημαίνει πώς πρέπει να μπούμε στην ευρωπαϊκή αγορά με σπουδαίες μοτοσυκλέτες που είναι κατασκευασμένες με βάσει αυτά που ψάχνουν οι αναβάτες εκείνων των χωρών.” Οπότε όσο ειρωνικό κι αν είναι, ο ολοκαίνουργιος κινητήρας κάνει το ντεμπούτο του πάνω σε κάτι τόσο Αμερικάνικο όπως το popcorn, το baseball και η μηλόπιτα, ενώ το μέλλον του είναι να μπει σε μοτοσυκλέτες που θα στοχεύουν το παγκόσμιο κοινό, όπως μια adventure που θα ανταγωνίζεται το BMW R1250GS να είναι πιθανότατα η επόμενη, έπειτα ίσως ένα streetfighter ή ένα sport tourer. Ο Menneto και οι συνάδελφοί του στο συμβούλιο της Polaris οραματίζονται να κάνουν την Indian μια παγκόσμια εταιρεία κι όχι απλά μια κατασκευάστρια μοντέρνων αμερικάνικου στυλ μοτοσυκλετών V2 σε διάφορες εκδόσεις, όσο εξαιρετικές κι αν είναι. Αυτός ο κινητήρας αποτελεί την βάση που θα χρησιμοποιήσουν για να το πετύχουν.

όσο ειρωνικό κι αν είναι, ο ολοκαίνουργιος κινητήρας κάνει το ντεμπούτο του πάνω σε κάτι τόσο Αμερικάνικο όπως το popcorn, το baseball και η μηλόπιτα, ενώ το μέλλον του είναι να μπει σε μοτοσυκλέτες που θα στοχεύουν το παγκόσμιο κοινό, όπως μια adventure που θα ανταγωνίζεται το BMW R1250GS να είναι πιθανότατα η επόμενη, έπειτα ίσως ένα streetfighter ή ένα sport tourer

Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Senior International Product Manager της Indian, Ben Lindaman, οι εργασίες για τη κατασκευή του νέου FTR 1200 ξεκίνησαν με την κωδική ονομασία Apollo το Μάρτιο του 2016, μόλις δύο μήνες αφότου είχε ξεκινήσει η εξέλιξη της αγωνιστικής FTR 750 –οπότε οι δύο μοτοσυκλέτες συνδέονται ουσιαστικά απ’ την αρχή. Σε αυτά τα δυόμιση χρόνια, το FTR 1200 έχει περάσει περισσότερο από ένα εκατομμύριο μίλια πάνω σε προσομοιωτές οδήγησης, και δεκάδες χιλιάδες μίλια σε πραγματικά τεστ στους δρόμους, με τη συνεργασία μεταξύ της Polaris (με το τεράστιο κέντρο R&D έκτασης 620 εκταρίων στο Wyoming, που ιδρύθηκε το 2004 και απασχολεί 675 άτομα σε 275.000τ.μ. κλειστού χώρου) και τη θυγατρική της Polaris Swissauto (που την αγόρασε τον Φεβρουάριο του 2010) και που εξ ολοκλήρου εξέλιξε την αγωνιστική FTR 750 απ’ το μηδέν στα κεντρικά της στο Burgdorf της Ελβετίας. Πολλά από αυτά τα μίλια έγιναν από το δοκιμαστή της Swissauto, τον Ισπανό πρώην αγωνιζόμενο των GP500 Juan Bautista Borja, όπως επίσης και την νικήτρια αγωνιστική ομάδα της Indian, το “Wrecking Crew” του πρωταθλήματος AFT, έχοντας έτσι μια καλή περίοδο εξέλιξης.

 

To πλαίσιο του FTR 1200 είναι ατσάλινο σωληνωτό χωροδικτύωμα και συνδέεται με δύο αλουμινένιες πλάκες με τον κινητήρα, χρησιμοποιώντας τον σαν ενεργό μέρος. Το σχετικά μακρύ σωληνωτό ψαλίδι δένει πάνω στα κάρτερ και είναι εξοπλισμένο με το αμορτισέρ της Sachs που είναι παράκεντρα τοποθετημένο (και πλήρως ρυθμιζόμενο στην έκδοση S). Καβαλώντας την ενιαία σέλα ύψους 840mm –αφήνοντας ελάχιστο χώρο για συνεπιβάτη- σε τοποθετεί σε μια όρθια αλλά και με πολύ καλό έλεγχο θέση οδήγησης. Αισθάνεσαι τοποθετημένος πολύ μπροστά στη μοτοσυκλέτα, γεγονός που συνδράμει στην φόρτιση του μπροστινού τροχού με το βάρους το σώματος, ενώ κάθεσαι πολύ σωστά, χωρίς να πέφτει το βάρος σου στα χέρια. Είναι μια πραγματικά ξεκούραστη θέση ακόμα και όταν αρχίσεις να οδηγείς γρήγορα, με το φαρδύ αλουμινένιο τιμόνι τύπου flat track που προσφέρει πολύ καλό μοχλό και εργονομία. Αυτή η μοτοσυκλέτα θα είναι ιδανική για στροφιλίκια, παρά τη συντηρητική γεωμετρία της – με το διαμέτρου 43mm ανεστραμμένο πιρούνι της Sachs και την γωνία κάστερ 26,3ο, με ίχνος 130mm και το μακρύ μεταξόνιο των 1.524mm. Τα μαρσπιέ είναι τοποθετημένα πολύ πιο πίσω απ’ όσο περίμενα, όμως δίνουν μια ξεχωριστή και αρκετά άνετη θέση οδήγησης που προσφέρει καλή ορατότητα. Αυτό το Indian μπορεί να ανταγωνιστεί το Ducati Monster 1200 ως commuter για αυτούς που θέλουν να κινούνται γρήγορα!

Βάλτε το μπροστά και ετοιμαστείτε να μεταφερθείτε πίσω στο χρόνο με τον ασυνήθιστο ήχο που παράγεται από την στυλ flat track 2-1-2 ανοξείδωτη εξάτμιση που τα τελικά της βρίσκονται στη δεξιά πλευρά της μοτοσυκλέτας. Ο ήχος είναι αισθητά πιο χαμηλός (λόγω των προδιαγραφών EURO4) από αυτόν της Aprilia RSV Mille, που όσοι το είχαν οδηγήσει και δεν ήταν Ducatisti θεώρησαν πως είχε τον καλύτερο ευρωπαϊκό V-twin κινητήρα πριν το 2000. Αντίστοιχα ο οκταβάλβιδος V-twin των 60ο συνδύαζε τις μαζεμένες διαστάσεις με την ευρεία απόδοση ισχύος και ροπής, με μοναδικό αρνητικό ότι ήταν ιδιαίτερα ψηλός, αφού δεν είχε χώρο για να τοποθετήσεις τα σώματα ψεκασμού ανάμεσα στο V των κυλίνδρων, δημιουργώντας παράλληλα τον κατάλληλο ήχο από το φιλτροκούτι, όπως σε όλα τα Ducati.

Η Indian απέφυγε αυτό το θέμα στο FTR 1200 μετακινώντας το ρεζερβουάρ των 13 λίτρων προς τα πίσω, κάτω από τη σέλα, κι έτσι όχι μόνο χαμήλωσε το κέντρο βάρους, αλλά αύξησε το χώρο για το φιλτροκούτι, τοποθετώντας το ακριβώς πάνω από τα διπλά σώματα ψεκασμού των 60mm της Mikuni. Αυτό βοήθησε στη συγκέντρωση των μαζών της μοτοσυκλέτας, κυνηγώντας έτσι την πιο ευκίνητη συμπεριφορά και τον ευκολότερο χειρισμό. Το Indian στρίβει καλά, ειδικά στις κλειστές στροφές, παρά το μεγάλο μεταξόνιο και τις αλουμινένιες ζάντες των 19 ιντσών μπροστά και 18 ιντσών πίσω, με τα ελαστικά DT3-R της Dunlop, ειδικά κατασκευασμένα για αυτό το μοντέλο ώστε να μοιάζουν με ελαστικά flat track – και τοποθετούνται αποκλειστικά στην Indian για τον πρώτο χρόνο της παραγωγής της. “Αρχικά θέλαμε 19άρες ζάντες, όπως έχουν στους αγώνες AFT”, αναφέρει ο Senior Industrial Designer Rich Christoph, σχεδιαστής του FTR 1200, που επίσης σχεδίασε το FTR 750. “Όμως δεν μπορούσαμε βρούμε ένα κατάλληλο 19άρι ελαστικό πίσω, έτσι δοκιμάσαμε 17άρες ζάντες και δεν έδειχναν όπως πρέπει. Οπότε το 19/18 μας έδωσε και την εμφάνιση και τις επιδόσεις.”

Και τις έχει, αλλά με αντίκτυπο την αισθητή φασαρία από την τετράγωνη χάραξη των ελαστικών όταν είσαι στους αυτοκινητόδρομους, όπως και τον χαρακτηριστικό ήχο που κάνουν, λειτουργώντας από νωρίς ως προειδοποιητικό σύστημα. Το πλατύ προφίλ του 150/80-18 πίσω Dunlop κάνει το FTR ιδιαίτερα σταθερό στις στροφές, με το ρίσκο να περάσεις τα όρια του ελαστικού. Οι 43 μοίρες κλίσης πριν ξύσεις μαρσπιέ –ευτυχώς, τα δύο FTR έχουν πολύ μεγαλύτερη απόσταση από το έδαφος απ’ ότι το Scout Bobber, που προς το παρόν είναι το μοντέλο της Indian με τις περισσότερες πωλήσεις στην Αμερική, μπροστά από το Scout και Chieftain– είναι αρκετές για να σου δώσουν την αίσθηση ότι το ελαστικό σου μιλάει όσο πλησιάζεις την άκρη της χάραξής του, όταν στρίβεις δυνατά σε πιο αργές στροφές, με το πέλμα να αρχίζει να ουρλιάζει. Σε ακούω, σε ακούω… !

Στις γρήγορες στροφές το FTR είναι πολύ σταθερό, τελείως βιδωμένο, χωρίς την συντηρητική γεωμετρία να βαραίνει άσκοπα τους χειρισμούς, και χωρίς το τιμόνι να ταλαντεύεται στα χέρια σου, όπως συμβαίνει σε μερικές γρήγορες γυμνές μοτοσυκλέτες με λάθος γεωμετρία. Η έκδοση S έχει μια οθόνη αφής LCD 4,3 ιντσών με δυνατότητα αλλαγής γραφικών και τη δυνατότητα σύνδεσης του κινητού με Bluetooth, ενώ η βασική έχει ένα αναλογικό στροφόμετρο με ενσωματωμένη οθόνη LCD για ταχύμετρο. Σε γρήγορες διαδοχικές στροφές έδειχνε 110km/h, εκεί που παρατήρησα πως ήταν πάντα καλύτερο να κατεβάσεις μια ταχύτητα σε πέμπτη, και να στρίψεις με το μισό γκάζι ανοιχτό, ώστε να κάνεις το Indian να κρατήσει τη γραμμή χωρίς τον μπροστινό τροχό να την χάνει ούτε στο ελάχιστο.

Πραγματικά μπορείς να εκμεταλλευτείς το μεγάλο τιμόνι για να βάλεις το FTR 1200 σε πιο σφικτά και αργά εσάκια γρήγορα και με ασφάλεια και διασκεδαστικά επίσης. Ο σενιόρ Borja έκανε πολύ καλά τη δουλειά του, και αυτός και οι δοκιμαστές συνάδελφοί του που πραγματικά ρύθμισαν τις αναρτήσεις της Sachs άριστα, με την τεράστια διαδρομή των 150mm μπρος πίσω να είναι αισθητή στους γεμάτους εξογκώματα επαρχιακούς δρόμους της Minnesota, κυρίως μέσω της μαλακής πίσω ανάρτησης. Παρά ταύτα δεν υπάρχει η αίσθηση της μεταφοράς του βάρους μπρος - πίσω, ακόμα και στα δυνατά φρένα ή στη δυνατή επιτάχυνση. Η Indian και η Sachs δημιούργησαν μαζί μια πολύ καλά ζυγισμένη μοτοσυκλέτα, όπου οι αναρτήσεις συνεργάζονται αρμονικά μεταξύ τους. Συνδυάζοντάς τες με τη συγκεντρωμένη μάζα που προέρχεται από το συνολικό σχεδιασμό της μοτοσυκλέτας, το Indian αλλάζει κατεύθυνση αβίαστα – όντας μια ευκολοδήγητη μοτοσυκλέτα.

“Ξέραμε ότι θα τη χρησιμοποιούσαν κυρίως στους δρόμους, στους αυτοκινητόδρομους, και σε στροφιλίκια, οπότε ρυθμίσαμε τις αναρτήσεις ώστε να αισθάνεται σα στο σπίτι της εκεί.”, λέει ο Lindaman. “Αλλά επίσης τη φτιάξαμε ώστε να μπορεί να πάει και σε άλλα τερέν αν το θες – μπορεί να απορροφήσει ανώμαλες επιφάνειες, λιθόστρωτα και σαμαράκια, και ενώ δεν είναι χωμάτινη, μπορεί να πάει και σε βατό χωματόδρομο.”

Οι μπροστινοί δίσκοι των 320mm έχουν τις ακτινικές τετραπίστονες monoblock δαγκάνες της Brembo που όπως πάντα είναι αποτελεσματικές, σταματώντας τα 221 κιλά του FTR 1200 (στεγνό – 1 κιλό περισσότερο από την S), με καλή αίσθηση. Πιέζοντας δυνατά τα μπροστινά φρένα όσο είσαι σε κλίση, δεν κάνουν την Indian να σηκωθεί και να ανοίξει την τροχιά της, όπως συνήθως συμβαίνει με τις μοτοσυκλέτες με μεγάλο ίχνος. Είναι μια σταθερή μοτοσυκλέτα. Ο υποβοηθούμενος μονόδρομος συμπλέκτης της FCC υπάρχει και στις δύο εκδόσεις και έχει ρυθμιστεί ώστε να προσφέρει το ελάχιστο φρενάρισμα από τον κινητήρα, κι έτσι τα Brembo κερδίζουν το ψωμί τους δουλεύοντας σκληρά. Το ABS της Bosch είναι στον στάνταρ εξοπλισμό, και είναι απενεργοποιήσιμο, αν και στις μοτοσυκλέτες του τεστ δεν ήταν πλήρως ρυθμισμένο, όποτε έμεινε σβηστό. Η ECU είναι επίσης της Bosch με RBW (ride by wire), που στο FTR 1200S προσφέρει τρείς χαρτογραφήσεις, Sport, Standard και Rain, μαζί με το traction control, το anti-wheelie και το cornering ABS. Επίσης, ο συμπλέκτης έχει πολύ ελαφριά λειτουργία – μπορείς να πατήσεις τη μανέτα και με το μικρό σου δαχτυλάκι, κι έτσι η μοτοσυκλέτα αισθάνεται άνετα ακόμα και μέσα στη κίνηση ή σε αστική χρήση, χωρίς να προκαλεί κράμπες στο αριστερό σου χέρι.

Καλά όλα αυτά, αλλά το πρωτότυπο είχε μερικές ατέλειες, όπως η σκληρή σέλα που με τόσο όρθια θέση οδήγησης χρειάζεται επανεκτίμηση, και θα γίνει όπως αναφέραν οι μηχανικοί της Indian, καθώς και το πλαϊνό σταντ που είναι ακατόρθωτο να το κατεβάσεις χωρίς να τραυματίσεις τον αριστερό σου αστράγαλο στο μαρσπιέ, και τα όργανα που είναι σε λάθος θέση και εμποδίζουν την εύκολη πρόσβαση του κλειδιού στη κλειδαριά. Όλα αυτά τα μικρά πράγματα μπορούν εύκολα να διορθωθούν. Αλλά παράλληλα με την μεγάλη γκάμα των πάνω από 50 αποκλειστικών αξεσουάρ που είναι θα διαθέσιμα από την πρώτη στιγμή, το βασικό μοντέλο έχει στάνταρ στον εξοπλισμό του cruise control και θύρα USB. Επιπροσθέτως, και στις δύο εκδόσεις του FTR τα καπάκια του κινητήρα και της κεφαλής είναι μαγνησίου, ενώ μπροστά υπάρχει ο χαρακτηριστικός LED προβολέας, με LED φλας και φώτα πίσω, και το λογότυπο της Indian φωτιζόμενο, ώστε να ενημερώνει τους άλλους αναβάτες ότι μόλις τους πέρασες.

Όμως ο πρωταγωνιστής είναι ο εξαιρετικός κινητήρας που ζυγίζει 84kg – περίπου 18kg λιγότερα από τον μικρότερο σε κυβισμό κινητήρα της Scout των 1.133 κυβικών - ενώ χάρη στον αντικραδασμικό άξονα που παίρνει κίνηση από γρανάζια, έχει μηδενικούς κραδασμούς μέχρι τις 7.000 στροφές. Από εκεί κι έπειτα τους αισθάνεσαι αμυδρά μόνο στα μαρσπιέ μέχρι τις 9.000 στροφές που μπαίνει ομαλά ο κόφτης (λόγω του ride by wire). Όμως ο εξαίρετος κινητήρας είναι εύστροφος και παρέχει έντονες δόσεις ισχύος και ροπής. Λίγες βδομάδες νωρίτερα με είχαν τιμήσει με το να οδηγήσω το FTR 750 με το No.1, του δύο φορές πρωταθλητή των αγώνων AFT Jared Mees στο Festival of Speed στο Goodwood. Πηγαίνοντας γρήγορα και όπως επιτάχυνα δυνατά με έκτη, θυμάμαι να λέω στον εαυτό μου, “Σε παρακαλώ, Indian, σε παρακαλώ, βάλε αυτόν τον κινητήρα σε ένα πλαίσιο μοτοσυκλέτας δρόμου με φώτα και κόρνα – σε παρακαλώώώώ!”. Λοιπόν, δεν έκαναν ακριβώς αυτό, αφού το FTR 750 είναι καθαρά αγωνιστικό – όμως το FTR 1200 είναι το επόμενο καλύτερο πράγμα, και πιστέψτε με, ισχύει. Τόσο πολύ, που όσο το οδηγούσα έπιασα τον εαυτό μου να λέει πάνω από μια φορά, “Σε παρακαλώ Indian, βάλε αυτόν τον κινητήρα σε μια adventure, και ένα café racer, και ένα streetfighter, σε παρακαλώ, σε παρακαλώ…!”, μόνο και μόνο για να ανακαλύψω εκείνο το απόγευμα πως αυτό σκοπεύουν να κάνουν. Εν καιρώ, υποθέτω.

Αυτό που ετοιμάζομαι τώρα να πω μπορεί να ακουστεί σαν έμμεσο κομπλιμέντο, όμως δεν το εννοώ έτσι – αλλά σαν μια σκέψη του πώς αλλάζουν τα πράγματα στην Αμερικάνικη μοτοσυκλετιστική βιομηχανία, όπου αυτή την εποχή η Indian έρχεται στην πρώτη γραμμή. Όσο οδηγούσα το FTR 1200 έπρεπε να τσιμπήσω τον εαυτό μου αρκετές φορές για να θυμηθώ ότι οδηγούσα μια μοτοσυκλέτα κατασκευασμένη στην Αμερική, επειδή η δύναμη του κινητήρα της θύμιζε τόσο πολύ ευρωπαϊκή, και ειδικά Ιταλική, με συμπίεση 12,5:1, υψηλής ροής κυλινδροκεφαλή, και ελαφρύτερο κατά 4,5 κιλά στρόφαλο απ’ ότι του Scout. Αυτό επιτρέπει στον κινητήρα να ανεβάζει στροφές γρήγορα με μια άμεση (αλλά όχι απότομη) απόκριση προσφέροντας εντυπωσιακή επιτάχυνση, κάνοντάς τη μια πολύ επιθετική hooligan μοτοσυκλέτα εμπνευσμένη από τα flat-track, αν θες να το πεις έτσι. Όμως υπάρχει επίσης μια πραγματικά πλατιά καμπύλη ροπής που προσφέρει την ισχύ του προβλέψιμα και προοδευτικά, με δυνατό τράβηγμα από χαμηλά και μεγάλη ελαστικότητα.

Μετά το τέλος του άρθρου ακολουθεί γκάλερι φωτογραφιών

Εκτός και αν θες να πας γρήγορα, επιλέγοντας τη Sport χαρτογράφηση, που είναι ακριβώς αυτό που λέει, με έντονη απόκριση γκαζιού, άγρια επιτάχυνση και πολλή δύναμη που είναι αναζωογονητική – χωρίς να έχει σημασία τι σχέση έχεις στο κιβώτιο. Μπορείς να επιταχύνεις με έκτη χωρίς να σκορτσάρει από μόλις 2.000 στροφές μέχρι τον κόφτη, οπότε δεν είναι απαραίτητη η χρήση του μαλακού κιβωτίου για να πας γρήγορα – εκτός αν το θες. Επιλογή σου. Η τροφοδοσία είναι άριστη από την καλορυθμισμένη ECU της Bosch που προσφέρει ομαλή απόδοση, κάνοντας την οδήγηση σκέτη απόλαυση. Σημειώστε παρεμπιπτόντως ότι μπορεί να ρυθμιστεί ώστε να οδηγηθεί με δίπλωμα A2 στην Ευρώπη.

Ήταν και διασκεδαστική και εντυπωσιακή η οδήγηση της πρώτης μοτοσυκλέτας επιδόσεων της Indian, που θα χρησιμοποιηθεί ως βάση για την μελλοντική ανάπτυξη νέων μοντέλων. Ξεχωριστό και συναρπαστικό, το FTR 1200 είναι το πρώτο από την ολοκαίνουργια οικογένεια των μοντέλων που στοχεύει στην παγκόσμια αγορά, κατασκευασμένο με αμερικάνικο στυλ. Ανυπομονώ να δω τι θα επακολουθήσει.

Ετικέτες

BMW M RR 2020: Παρουσίαση και τεχνική ανάλυση της ισχυρότερης BMW με πινακίδα!

Νέα έκδοση βασισμένη στην S 1000 RR
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/9/2020

Όταν πήγαμε στις Σέρρες για να οδηγήσουμε το νέο BMW S1000RR, και να το συγκρίνουμε με το Yamaha YZF R1-M σε μία από τις πιο άρτιες δοκιμές που έχουν γίνει για αυτή την μοτοσυκλέτα, επισημάναμε πως κάποια σημεία της μοτοσυκλέτας, όπως τα πλαστικά, δεν ανταποκρίνονταν στην κατηγορία. Σαν να ήταν εκεί απλά για να μπορέσει η μοτοσυκλέτα να κυκλοφορήσει στο δρόμο περιμένοντας να αντικατασταθούν από το δικό σου κουστούμι, μπαίνοντας στην πίστα… Ή -τελικά- για να δικαιολογείται πλήρως η νέα έκδοση που βγάζει πινακίδα για τον δρόμο αλλά είναι έτοιμη για χρήση στην πίστα, η M 1000 RR.

Από το 2019 η BMW έχει ανακοινώσει πως το γράμμα “M” έρχεται στην μοτοσυκλέτα φέρνοντας όλες τις αλλαγές που σηματοδοτεί αυτό το γράμμα και στα αυτοκίνητα της εταιρείας. Συγκεκριμένα για το S 1000 RR βέβαια, η απόδοση δεν θα μπορούσε να ανέβει και πάρα πολύ παραπάνω. Παρόλο αυτά η M RR είναι η πιο δυνατή μοτοσυκλέτα που έχει βγάλει η BMW, και έρχεται απευθείας στο επίπεδο της Ducati Panigale V4 και του Aprilia RSV4 1100 Factrory με ονομαστική απόδοση στα 212 άλογα.

Αυτό σημαίνει απλά μία αύξηση 5 ίππων από τα 207 που δηλώνει η νέα S 1000 RR. Δεν είναι μεγάλη αλλά δεν είναι μόνο στα άλογα το θέμα μας εδώ. Θυμίζουμε πως εμείς μετρήσαμε το νέο S1000RR στα 188,3 άλογα στις 13.600 στροφές που σημαίνει πως η έκδοση “M” θα μπαίνει στην γειτονιά του «190» αλλά δεν αναμένουμε να δούμε το ψυχολογικό όριο των διακοσίων αλόγων στον τροχό, να σπάει. Δεν έχει και μεγάλη σημασία βέβαια, σε αυτό το σημείο.

Δοκιμή BMW S1000RR 2020: Η δυναμομέτρηση - Τι κάνει ο νέος κινητήρας

 

Θέμα απόδοσης

Η νέα -ονομαστική απόδοση- είναι 212 άλογα στις 14.500 στροφές με τον κόφτη να έχει ανέβει ψηλότερα, στις 15.100 στροφές! Η ροπή είναι 11,52Kg.m στις 11.000 στροφές. Το S 1000 RR του 2020 που δυναμομετρήσαμε εμείς είναι 12,1kg.m στις 10.100 στροφές κάτι που μας δημιουργεί από τώρα μερικά ερωτήματα προς τους ανθρώπους της εταιρείας που σύντομα θα μιλήσουμε μαζί τους, οδηγώντας την νέα αυτή έκδοση…

Μία πρώτη συγκριτική δυναμομέτρηση που δίνει η ίδια η BMW, δείχνει μικρότερη απόδοση χαμηλά για την νέα έκδοση, όπως φαίνεται χαρακτηριστικά...

Η μοτοσυκλέτα είναι φτιαγμένη με όλα όσα έχουν κερδηθεί από την αγωνιστική εμπειρία με το νέο μοντέλο, που είναι μεγάλη, αλλά όχι αυτή της πρώτης γραμμής των παγκόσμιων πρωταθλημάτων, ώστε να έχει καθιερωθεί στην συνείδηση του καταναλωτή...

Η BMW δεν έχει επενδύσει όσο θα έπρεπε στο WSBK, αν και ετοιμάζει το έδαφος για να το κάνει καλύτερα. Σίγουρα δεν πρόκειται να επαναλάβει τα λάθη του παρελθόντος, όταν αψήφιστα τελείως κατέβηκε στο WSBK με βλέψεις για κάτι πολύ μεγαλύτερο, από αυτό που τελικά κατάφερε. Τώρα τα βήματα που κάνει στο παγκόσμιο πρωτάθλημα superbike είναι πολύ πιο προσεκτικά…

Με βάση το πρωτάθλημα TT, τους αγώνες endurance – πολύ σημαντικό- και την τεχνογνωσία της στο κατασκευαστικό κομμάτι που ενοποιεί τα διάφορα τμήματα -μαζί και του αυτοκινήτου- η BMW προετοίμασε την νέα έκδοση φροντίζοντας ταυτόχρονα να διορθωθούν και τα προβλήματα που οδήγησαν στην μεγάλη καθυστέρηση της έλευσης του S 1000 RR.

Πέρα από την αυξημένη απόδοση, ξεχωρίζουν οπτικά τα νέα αεροδυναμικά βοηθήματα που έχουν φτιαχτεί σε ένα από τα πιο εξελιγμένα εργαστήρια που υπάρχουν. Αυτό της BMW δηλαδή καθώς εκεί σχεδιάζονται και δοκιμάζονται και τα αυτοκίνητα, η F1 κτλ…

Όπως ακριβώς συμβαίνει και με την Panigale, περιμένουμε τα αεροδυναμικά βοηθήματα της BMW να κάνουν πράγματι την διαφορά, συγκριτικά με την απλή έκδοση… Η BMW λέει πως με την συνδρομή τους το traction control επεμβαίνει λιγότερο, η έξοδος στις στροφές είναι καλύτερη όπως φυσικά και η σταθερότητα στις ευθείες. Και το φρενάρισμα -με τα νέα φρένα «Μ» που θα δούμε παρακάτω- γίνεται πιο αποτελεσματικό εξαιτίας της φόρτισης του εμπρός τροχού, όπως αντίστοιχα αυτό βοηθά και στις στροφές. Κατά πόσο μεγάλη είναι αυτή διαφορά θα φανεί οδηγικά και μόνο. Το καλό είναι πως έχουμε πλήρη εικόνα από το S 1000 RR του 2020. Τα νούμερα όμως είναι εντυπωσιακά, κυρίως γιατί δηλώνουν μικρότερες δυνάμεις για το M RR συγκριτικά με αεροδυναμικά βοηθήματα άλλων κατασκευαστών:

Ταχύτητα
Πρόσθετη δύναμη Εμπρός
Πρόσθετη δύναμη Πίσω
Συνολικά
50 km/h
0.4 kg
0.1 kg
0.5 kg
100 km/h
1.5 kg
0.3 kg
1.8 kg
150 km/h
3.3 kg
0.7 kg
4.1 kg
200 km/h
5.9 kg
1.3 kg
7.2 kg
250 km/h
9.3 kg
2 kg
11.3 kg
300 km/h
13.4 kg
2.9 kg
16.3 kg

 

Η BMW δίνει πάντως 0,5 με 0,7 sec διαφορά στον γύρο, με αναβάτη τον Tom Sykes σε πίστα με τα αεροδυναμικά βοηθήματα και χωρίς…

---47 λεπτά video της BMW για την νέα M RR---

 

Πολλές αλλαγές στον κινητήρα

Ωστόσο πρέπει να μείνουμε στον κινητήρα γιατί η νέα έκδοση μας φέρνει και νέα σφυρίλατα έμβολα με δύο δαχτυλίδια από την Mahle. Πρόκειται για Γερμανό κατασκευαστή στην Στουγκάρδη με τεράστια εμπειρία στην κατασκευή εξειδικευμένων εξαρτημάτων στην αυτοκινητοβιομηχανία, άλλο ένα σημείο που η ομπρέλα της BMW πάνω στο τμήμα Motorrad λειτουργεί ευεργετικά. Με τα νέα έμβολα η συμπίεση ανεβαίνει στα 13,5:1 που είναι μία διαφορά μόλις 0,2 από πριν αλλά υψηλό νούμερο παρόλο αυτά. Με διαφορά βάρους 12g για κάθε έμβολο, φαντάζεστε πόσο βελτιώνεται και η ευστροφία αντίστοιχα. Προφανώς ο θάλαμος καύσης αλλάζει για να υποδεχτεί τα νέα έμβολα όμως έτσι κι αλλιώς οι διαφορές είναι μεγάλες γιατί έχουμε αλλαγή στον στρόφαλο με μακρύτερες μπιέλες τιτανίου από την Pankl που είναι και ελαφρύτερες κατά 85 γραμμάρια. Με τον κινητήρα να ανεβάζει περισσότερες στροφές όλα αυτά τα ελαφρύτερα εξαρτήματα πρέπει να έχουν και αυξημένη αξιοπιστία…
Αυτές οι αλλαγές χαμηλά μας οδηγούν στην κεφαλή που δεν θα μπορούσε να μείνει ίδια, έτσι έχουμε πιο λεπτά και ελαφρύτερα ενδιάμεσα κοκοράκια πλήρως αλλαγμένες βαλβίδες και βάσεις με νέους εκκεντροφόρους. Τιτάνιο έχει και η εξάτμιση γλιτώνοντας 3,657g και να τονίσουμε εδώ κάτι που δεν θα διαβάσετε αλλού: Η Akrapovic έχει συμβάλει στην ροϊκή εξέλιξη του κινητήρα, συνεργαζόμενη με την BMW…

Μπορεί η ροπή να μας αφήνει ένα ερώτημα, όπως είπαμε παραπάνω, αλλά η BMW λέει πως από τις 6.000 στροφές και πάνω, μέχρι τον κόφτη στις 15.100 η έκδοση Μ είναι πιο δυνατή από την υπάρχουσα S 1000 RR πράγμα που μαρτυρά και την διαφορά στην ShiftCam τεχνολογία που επιφέρουν οι αλλαγές στην κεφαλή. Το όριο των 9.000 στροφών όπου αλλάζει το προφίλ των εκκεντροφόρων, παραμένει εδώ όπως και στην βασική έκδοση και ίδιος είναι και ο χρόνος απόκρισης του συστήματος. Δεν υπάρχει διαφορά εδώ δηλαδή, πέρα από το γεγονός πως τα υπόλοιπα εξαρτήματα είναι ελαφρύτερα και οι στροφές έχουν ανέβει. Τα πιο στενά ενδιαμέσα κοκοράκια έχουν πλάτος μόλις 6,5mm από 8 που είχαν πριν και αυτό σημαίνει πως έχασαν και 6% βάρος ή 0,45g το κάθε ένα. Δεν φαντάζει πολύ, μέχρι να σκεφτείς να χτυπάνε τις βαλβίδες στις 15.100 στροφές… τότε αντιλαμβάνεσαι πόσο σημαντικά είναι αυτά τα νούμερα. Για την οδήγηση των εκκεντροφόρων σε αυτές τις στροφές, έχει αφαιρεθεί και ενδιάμεσο γρανάζι και η κίνηση έρχεται απευθείας από τον στρόφαλο. Το γρανάζι που απαιτείται για να ελαττωθεί η ταχύτητα περιστροφής είναι τώρα στην κεφαλή. Αυτό το κάνει μικρότερο σε μέγεθος, άρα μικρότερο και το «χαμένο έργο» για τον κινητήρα ενώ ο χρονισμός προφανώς έχει αλλάξει για να ταυτιστεί με το νέο επίπεδο περιστροφής του κινητήρα και έτσι οι βαλβίδες έχουν και μεγαλύτερη διαδρομή κατά 0,4mm.

Όλο το σύστημα ψύξης έχει επανασχεδιαστεί, τόσο για το ψυκτικό υγρό όσο και οι δίοδοι του λαδιού, με την BMW να κάνει λόγο για προσπάθεια να είναι ανθεκτικότερος ο κινητήρας στις πτώσεις. Που σημαίνει πως εξασφαλίζει την λίπανση όσο η μοτοσυκλέτα κάνει κύκλους… Μικρότερο σε πλάτος είναι και το μπλοκ του κινητήρα με την μείωση των γραναζιών στην πλευρά του στροφάλου. Για αυτό και η μίζα είναι νέα, ελαφρύτερη και δίνει κίνηση στο γρανάζι της πρώτης σχέσης, τοποθετημένη πίσω από τους κυλίνδρους.

Οι ελαφρύτερες και πιο ανθεκτικές μπιέλες είναι κατά 2mm μακρύτερες με συνολικό μήκος 101mm μετρώντας από το κέντρο κύκλου επάνω και κάτω, όχι το συνολικό μήκος στο άνω και κάτω άκρο. Μακρύτερες μπιέλες σε έναν τέτοιο κινητήρα είναι καλύτερες μόνο συνδυαστικά, πάντα σχετικά με τον κυβισμό. Και το καλό εδώ είναι πως η διαδρομή του κινητήρα ήταν πολύ μικρή. Με διάμετρο 80mm και διαδρομή 49,7mm ο κινητήρας αυτός μαρτυρούσε πως άντεχε μεγάλη αύξηση στροφών και το γεγονός πως οι μπιέλες αυξάνουν το μήκος έρχεται για να βελτιώσει τις δυνάμεις καταπόνησης στα έμβολα τώρα που οι στροφές ανέβηκαν. Συνολικά, (με 85g λιγότερα η κάθε μία) οι μπιέλες κερδίζουν 340g από αδράνεια… σε μία έκρηξη ευστροφίας.

Πλαίσιο και νέα γεωμετρικά χαρακτηριστικά:

Το πλαίσιο είναι σχεδόν το ίδιο αλουμινένιο στην βασική έκδοση, αλλά φέρνει αλλαγές στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά και φορτίζει ακόμη παραπάνω τον εμπρός τροχό. Ο κινητήρας για παράδειγμα είναι τοποθετημένος στις 32 μοίρες προς το έδαφος. Θυμίζουμε πως η S 1000 RR 2020 είναι ήδη μία αρκετά μπροσθόβαρη κατασκευή, ακόμη και για τα δεδομένα των superbike στην εποχή μας. Εμείς έχουμε μετρήσει 53,5% εμπρός (η BMW λέει 53,8%) στο μοντέλο του 2020, που σημαίνει πως η M RR θα έχει ακόμη περισσότερο βάρος εμπρός ενώ με τα αεροδυναμικά βοηθήματα θα το αισθάνεσαι πολλαπλάσια αυτό στις στροφές. Για αυτό και αυτές οι μοτοσυκλέτες δείχνουν με τον καλύτερο τρόπο πως μόνο τα νούμερα δεν μπορούν να πουν πολλά αν δεν οδηγήσεις… κι έπειτα αν δεν περάσεις στον αναγνώστη όλα τα συμπεράσματα. Ισχύει για όλες, φαίνεται πιο έντονα σε τέτοια παραδείγματα. Η BMW βέβαια μας δίνει πλέον συνολικό βάρος στα 192 Kg και αναφέρει πως το συνολικό βάρος εμπρός έχει μειωθεί στο 52,1% (δική της μέτρηση) ακριβώς για να «δέσουν» όλες οι υπόλοιπες αλλαγές και να μην γίνει το M RR ένα στούκας κάθετης εφόρμησης!



Το πλαίσιο, όπως πλέον συμβαίνει με όλους, ΔΕΝ στοχεύει στην ακαμψία, αλλά αντίθετα σε συγκεκριμένα περιθώρια μεταφοράς δυνάμεων, ώστε να είναι άμεση η αλλαγή κατεύθυνσης. Η γωνία κάστες έχει ανέβει, από 23,1 έχει πάει στις 23,6 μοίρες και έχει μακρύνει και το μεγαξόνιο στα 1,457 από 1,441. Μία αλλαγή που έχει έρθει από το μακρύτερο ψαλίδι με την διαφορετική έδραση. Όλα αυτά δίνουν περισσότερα περιθώρια αλλαγών στον ιδιοκτήτη γιατί πλέον μπορεί να ρυθμίσει με ακρίβεια και με περισσότερα βήματα από πριν, την γεωμετρία της μοτοσυκλέτας ακριβώς στα μέτρα του.

Σε μία εποχή βέβαια που ο άνθρωπος πάσχει από την πληθώρα επιλογών, όλα τα παραπάνω φαντάζουν ως πάρα πολύ δουλειά! Και είναι. Είναι παραπάνω δουλειά αλλά για πολύ καλύτερο αποτέλεσμα ραφής στα μέτρα σου…

Φρένα της BMW από την Nissin

Όλα αυτά χρειάζονται φρένα και μάλιστα τα καλύτερα εκεί έξω και η S 1000 RR έχει προβληματίσει που δεν βάζει Brembo εμπρός, αλλά HAYES ιδιαίτερα μετά από μία ανάκληση και παρόλο που σαν απόδοση δεν πάσχει. Απλά περιμένεις να δεις Brembo… Τώρα θα βλέπεις εκεί το σήμα «Μ» για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα! Στην πράξη τα φτιάχνει η Nissin και είναι 60g ελαφρύτερες οι δαγκάνες από την βασική έκδοση.

Εξωτερικά ξεχωρίζουν από αναδιωμένο μπλε χρώμα και λογότυπο και εσωτερικά έχουν εξελιχθεί από την BMW ακριβώς για χρήση σε αγώνες και με ελάχιστες αλλαγές που έχουν να κάνουν με τις προδιαγραφές ασφαλείας για την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι δαγκάνες αυτές είναι όπως ακριβώς και εκείνες που θα δεις στα superbike. Έχουν ατσάλινα έμβολα με επίστρωση ψευδαργύρου και νικελίου που είναι μία κλασική επίστρωση απέναντι στην διάβρωση αλλά όχι η φθηνότερη λύση που υπάρχει. Όλα τα σωληνάκια έχουν μετακομίσει για να επιτρέπουν την τάχιστη εξαγωγή του τροχού και κυρίως -λεπτομέρεια- την καλύτερη αεροδυναμική λειτουργία. Γλίτωσαν στο τέλος διαδρομή που σημαίνει και βάρος, μετρημένο στα 30g μόνο από την διαφορά υγρού και μήκους στα σωληνάκια. Αντίστοιχα έπρεπε να αλλάξει μετά και η κλίμακα της εμπρός μανέτας για να μην χάσει σε ακρίβεια!

Με τέτοια φόρτιση του εμπρός τροχού, το βάρος παίζει ρόλο μετρώντας τα πάντα, από τις δαγκάνες και τους δίσκους μέχρι τους τροχούς, και οι τροχοί της έκδοσης «Μ» είναι carbon ακριβώς για αυτό τον λόγο. Βέβαια οι δίσκοι έχουν μεγαλώσει σε πάχος και έγιναν 5mm από 4,5mm στην βασική έκδοση, αλλά συνολικά παραμένουν ελαφρύς για το έργο που τους ζητείται να έχουν. Οι carbon τροχοί είναι 1,7 kg από την απλή έκδοση με αλουμινένιους τροχούς, και ίδιοι με αυτούς που έχουμε δοκιμάσει στις Σέρρες στον πρόσθετο εξοπλισμό της απλής έκδοσης. Ναι, κάνουν την διαφορά, αν τώρα αξίζουν τα λεφτά τους είναι άλλη κουβέντα γιατί τα λεφτά δεν έχουν την ίδια αξία για όλους μας… Διαφορά υπάρχει και είναι σημαντική. Η BMW δηλώνει 306km/h – 0 = 10,7 sec μετρώντας σε άριστη πρόσφυση με νέο ελαστικό, ένας ρυθμός επιβράδυνσης που είναι εξαιρετικός αν αληθεύει. Ευτυχώς στο ΜΟΤΟ κάνουμε τις δικές μας μετρήσεις επιδόσεων και φυσικά φρεναρίσματος...

Αντίστοιχα δίνει και μία βελτίωση 0,1 με 0,2 δευτερολέπτων στην επιτάχυνση 0-100km/h συγκριτικά με την απλή έκδοση, πράγμα που μοιάζει αμελητέο εκτός κι αν μιλάμε για αγώνες. Αντίστοιχα βελτιώνεται και η ρεπρίζ 100-140 που στην Μ είναι 2,2 με 2,4 δευτερόλεπτα όταν στην S 1000 RR ήταν 2.5 με 2,9 δευτερόλεπτα. Για τα 140-180 μας δίνει 2,4 με 2,6 sec από 2,6 με 2,8 sec στην βασική έκδοση.

Παραμένουν και οι διαφορετικές χαρτογραφήσεις Rain / Road / Dynamic / Race / Race pro που όλες τους επηρεάζουν την απόκριση και έχουν μειωμένη δύναμη μέχρι και την τρίτη σχέση έως και την Dynamic. Μόνο η Race και η Race Pro (που την ρυθμίζεις σε 3 επίπεδα) σου δίνουν όλη την δύναμη σε 1-2 και 3η σχέση του κιβωτίου. Από εκεί και πάνω η M RR σου δίνει όλο την δύναμη ακόμη και στην Rain με την απόκριση της γκαζιέρας να αλλάζει μόνο.

Το λογότυπο το βλέπεις και στα όργανα, που κατά βάση είναι ίδια με το S 1000 RR 2020 αλλά δέχονται κωδικό για να ενεργοποιείς το GPS data logger που έρχεται στον έξτρα εξοπλισμό.

Όλα αυτά σηματοδοτούν τις βασικές αλλαγές της έκδοσης «Μ» που βγάζει πινακίδα και στόχο έχει να την χαίρεσαι στην πίστα σε track days και σε επαρχιακούς δρόμους. Από εκεί και πέρα όμως υπάρχει και το ζήτημα των αγώνων και αυτό η BMW το αντιμετωπίζει με το πακέτο Competition που είναι αυτό που χρειάζονται οι αγωνιζόμενοι. Βασική προσθήκη σε αυτό το πακέτο είναι το διαφορετικό ψαλίδι που ζυγίζει 220g λιγότερο και η νέα αλυσίδα που «δεν σπάει δεν χαλάει», ενώ φυσικά δεν υπάρχει σελάκι πίσω.

Για τις αναρτήσεις, που ΔΕΝ είναι Ohlins μία βασική διαφορά στην έκδοση M είναι οι πλάκες στο πιρούνι από CNC σε ενιαίο κομμάτι αλουμινίου κερδίζοντας δύναμη και χάνοντας 20g βάρους. Αντί για ημι-ενεργητική βέβαια, εδώ έχουμε πλήρως ρυθμιζόμενο Marzocchi με την διαδρομή και την διάμετρο να παραμένουν ίδιες: 120mm/45mm. Το “closed-cartridge” πιρούνι επιτρέπει προφόρτιση με καλύτερο βήμα στο δεξί καλάμι, με τέσσερις περιστροφές και σε δέκα κλικ για την απόσβεση συμπίεσης και την απόσβεση επαναφοράς. Πίσω η διαδρομή είναι 118mm μία πολύ μικρή διαφορά από τα 117mm που έχει η βασική έκδοση και με δέκα κλικ για επαναφορά και συμπίεση.

Αλλάζει εδώ η έδραση για το αμορτισέρ, και η θέση οδήγησης έρχεται 6mm πιο πάνω, που είναι άλλος ένας λόγος για να μειώσεις την φόρτιση του εμπρός τροχού στην κατανομή βάρους, από την στιγμή που φέρνεις το βάρος του αναβάτης σε διαφορετική γωνία. Το ελατήριο είναι νέο με 100N/mm και η Μ RR σου δίνει τώρα την ευκαιρία να αλλάξεις την έδραση ανάμεσα σε 7 θέσεις με απόσταση 1mm η κάθε μία που σημαίνει πως το μήκος του αμορτισέρ έπρεπε να μειωθεί για να προστεθεί η δυνατότητα αλλαγής θέσης.

Η μπαταρία ζυγίζει τώρα 1,3 κιλά είναι στα 5 Ah και η USB υποδοχή που υπάρχει πίσω για να συνδέεις τα καλούδια του πρόσθετου εξοπλισμού, δίνει 2.4 A ενώ τα θερμαινόμενα γκριπ παραμένουν.

Επιπρόσθετα του πακέτου Competition υπάρχει η δυνατότητα προμήθειας Kit κινητήρων για αγωνιστική χρήση, kit ηλεκτρονικών για STK και SBK κατηγορίες, αγωνιστική εξάτμιση (με πρόγραμμα φυσικά) αλλαγή στο σημείο που ο αναβάτης στηρίζεται στο ρεζερβουάρ και φυσικά κουστούμι πλαστικών. Αντίστοιχα ο κατάλογος M για να προσθέσεις πολλές χιλιάδες Ευρώ μπλιμπλίκια με το λογότυπο M είναι ατελείωτος…

Η BMW μπορείς να πεις πως άργησε κιόλας να φέρει την σειρά «Μ» στην μοτοσυκλέτα. Δεν ήταν θέμα επιλογής βέβαια, αλλά δυνατοτήτων γιατί χρειάστηκε να φτιάξει ένα τμήμα μοτοσυκλέτας μέσα στο τμήμα «Μ» το οποίο πέρα από την σχεδίαση έχει μία πολύ βασική και δύσκολη δουλειά: Την αξιοποίηση όλων των διαφορετικών πηγών της ομπρέλας BMW, των προμηθευτών κτλ, ώστε να φτάσει στο βέλτιστο κόστος τιμής/απόδοσης για όλα όσο προσφέρει με το λογότυπο Μ.

Αν θέλουμε να επικεντρωθούμε σε ένα πράγμα με βάση όλα όσα φέρνει η M RR βέβαια, πριν την οδηγήσουμε για να έχουμε να μιλήσουμε στην πράξη, δεν είναι τα καπάκια του κινητήρα με το λογότυπο “M”. Είναι το γεγονός πως φέρνει κανονικές αναρτήσεις, αντί για ημι-ενεργητικές και την τεράστια ευελιξία να φτιάξεις κάθε τι επάνω του ακριβώς στα μέτρα σου. Που σημαίνει πως την καβαλάς, και μετά τις πρώτες βόλτες μπαίνεις στην διαδικασία να την μετατρέψεις και να την ρυθμίσεις κάνοντάς την μοναδική…

 
Τεχνικά Χαρακτηριστικά
Engine
Displacement
cm3
999
Bore hole/stroke
mm
80/49.7
Power
kW/HP
156/212
At rotational speed
rpm
14,500
Torque
Nm
113
At rotational speed
rpm
11,000
Design
Water-cooled in-line four-cylinder engine
Compression/Fuel
13.5:1 / Super (plus) petrol, unleaded, octane number 95-98 (RON) (knock control; nominal capacity at 98 RON)
Valve/throttle control
DOHC-(double overhead camshaft),
Valve actuation via single rocker arm
and variable intake camshaft control BMW ShiftCam
Titanium valves per cylinder
4
Ø intake/exhaust
mm
33.5/27.2
Throttle valve diameter
mm
48
Engine control unit
BMS-O
Emission control
Controlled three-way catalytic converter
Electrical system
Alternator
W
450
Battery
V/Ah
M battery 12 / 5, maintenance-free
Headlight
W
Low-beam headlight LED twin circular headlights in free-form technology
High-beam headlight LED free-form surface/modular system
Starter
kW
0.8
Power transmission, transmission
Clutch
Multi-disc anti-hopping oil-bath clutch,
mechanically operated
Transmission
Claw-operated six-speed transmission
Primary translation
1.652
Translation ratios I
2.647
II
2.091
III
1.727
IV
1.500
V
1.360
VI
1.261
Final drive
Chain 17/46
Secondary translation
2.706
Chassis
Frame design
Aluminium composite bridge frame, engine supported
 
 
 
 
 

 

 

Δείτε μία μεγάλη συλλογή φωτογραφιών της νέας έκδοσης: