Indian FTR 1200/S: Η πρώτη τους παγκόσμια μοτοσυκλέτα!

Γεννημένη στο χώμα, φτιαγμένη για το δρόμο
23/10/2018

Όπως είχαμε αναφερθεί και παλιότερα κατά την πρώτη παρουσίαση του Benelli TRK502X για τον παγκοσμίου βεληνεκούς αρθρογράφο, και επί δεκαετίες συνεργάτη του περιοδικού μας αυτή τη φορά ο Alan Cathcart μας προσφέρει άλλη μια αποκλειστικότητα με τις πρώτες εντυπώσεις του για τα νέα Flat Track μοντέλα της Indian. 

Τα είδαμε από κοντά στην Intermot -όπου σας μεταφέραμε ζωντανά- την παγκόσμια παρουσίασή τους, την πρώτη της Indian επί ευρωπαίκού εδάφους, όπου περισσότερα μπορείτε να βρείτε εδώ. Τα πρώτα μοντέλα που είδαμε εμείς ήταν προπαραγωγής, πράγμα εμφανές στους διακόπτες, τα χειριστήρια, και τα καλώδια, όμως πέρα από αυτά θαύμαζες το φινίρισμα και την ποιότητα κατασκευής, ακόμη και σε αυτό το στάδιο! Μιλήσαμε με τον Jared Mees, τον έξι φορές αμερικανό πρωταθλητή Flat Track για την εξέλιξή της και η κουβέντα εκείνη, απλά έντυσε όλα όσα μας είχε μεταφέρει στην τηλεφωνική μας συνομιλία ο Cathcart, όταν την οδήγησε πριν από ακόμα την δει το κοινό. Μπορούμε πλέον να δημοσιεύσουμε την οδηγική του εμπειρία από μία σημαντική μοτοσυκλέτα, με ένα ιστορικό όνομα:

Έπρεπε να γίνει. Μετά την απόλυτη υπεροχή της Indian στους αγώνες AFT (American Flat Track) το 2017-18, και την επιστροφή της μετά από την απουσία 70 ετών, η παλαιότερη αμερικάνικη εταιρεία ξεκίνησε την κατασκευή της street έκδοσης της αγωνιστικής της μοτοσυκλέτας –της FTR 750 που κέρδισε τον αριθμό No.1 (που παίρνουν όσοι βγαίνουν πρώτοι στα πρωταθλήματα) για δύο χρονιές, κερδίζοντας 17 από τους 18 αγώνες για το 2018 στο AFT-. Εμφανώς εμπνευσμένη από την FTR 750 τόσο στην εμφάνιση όσο και μηχανολογικά, η βασική έκδοση του FTR 1200 κοστίζει 12.999$ στην Αμερική και το FTR 1200S ξεκινάει από 14.999$ ανάλογα με τις χρωματικές επιλογές που αποκαλύφθηκαν στην έκθεση της INTERMOT στη Γερμανία στις 2 Οκτωβρίου. Ο ερχομός του μοιραία θα οδηγήσει σε μια σειρά από street tracker μοτοσυκλέτες διαφόρων κατασκευαστών, που κανένας τους όμως δεν έχει τόσο περήφανη ιστορία στους αγώνες όπως η Indian. OK, η Harley προσπάθησε να το κάνει μια φορά στο παρελθόν, με την σχετικά μικρή σε διάρκεια εμφάνιση του XR1200 το 2008, όμως έκτοτε τίποτα. Εμπνευσμένη από την κυριαρχία της αγωνιστικής αδερφής της στις δύο σεζόν των αγώνων dirt track, το σλόγκαν της νέας Indian είναι “Γεννημένη στο χώμα, φτιαγμένη για το δρόμο”, και επαληθεύεται όταν την οδηγείς.

του Alan Cathcart

Η επίσκεψη στην Minneapolis, στα κεντρικά της ιδιοκτήτριας εταιρείας της Indian της Polaris, για την αποκλειστική δοκιμή των πρωτοτύπων τους στους δρόμους της Minnesota και στην πίστα του τμήματος R&D, έξι βδομάδες πριν την INTERMOT, αποδείχθηκε ιδιαίτερα αποκαλυπτική με τα νέα FTR 1200/1200S να είναι πραγματικά εξαιρετικά και να αποτελούν τα πρώτα απ’ τα επερχόμενα μοντέλα της Indian που θα χρησιμοποιούν τον νέο κινητήρα. Ο νέος υδρόψυκτος οκταβάλβιδος DOHC 1.203 κυβικών V2 των 60ο, με διαστάσεις 102 x 73,6mm, ονομαστική ιπποδύναμη 120 ίππων στις 8.250 στροφές και ροπή 11,7 κιλών που κορυφώνεται στις 6.000, είναι ο τρίτος κινητήρας της Indian που χρησιμοποιήθηκε υπό την ιδιοκτησία της Polaris μετά τα Chief και Scout, ενώ δεν προέρχεται από τον κινητήρα του Scout με τον οποίο μοιραία θα συγκριθεί, λέει ο CEO της Indian Steve Menneto.

“Είναι ένας τελείως διαφορετικός κινητήρας από αυτόν του Scout”, λέει ο Menneto, “και νομίζω πως μπορείς να πεις ότι είναι μια πολύ ευέλικτη πλατφόρμα με την οποία μπορούμε να προχωρήσουμε. Έχουμε πολλές ευκαιρίες μπροστά μας με αυτή τη μελλοντική οικογένεια μοντέλων. Είναι συναρπαστικό το πώς θα επεκτείνουμε την Indian πέρα απ’ τα cruiser, bagger και tourer –και το FTR1200 αποτελεί ένα τέλειο παράδειγμα του πώς θα γίνει. Ο στόχος δεν είναι μόνο η αμερικάνικη αγορά, αλλά το να κάνουμε την Indian μια παγκόσμια φίρμα. Για μας το να είμαστε μια αξιόπιστη εταιρεία, σημαίνει πώς πρέπει να μπούμε στην ευρωπαϊκή αγορά με σπουδαίες μοτοσυκλέτες που είναι κατασκευασμένες με βάσει αυτά που ψάχνουν οι αναβάτες εκείνων των χωρών.” Οπότε όσο ειρωνικό κι αν είναι, ο ολοκαίνουργιος κινητήρας κάνει το ντεμπούτο του πάνω σε κάτι τόσο Αμερικάνικο όπως το popcorn, το baseball και η μηλόπιτα, ενώ το μέλλον του είναι να μπει σε μοτοσυκλέτες που θα στοχεύουν το παγκόσμιο κοινό, όπως μια adventure που θα ανταγωνίζεται το BMW R1250GS να είναι πιθανότατα η επόμενη, έπειτα ίσως ένα streetfighter ή ένα sport tourer. Ο Menneto και οι συνάδελφοί του στο συμβούλιο της Polaris οραματίζονται να κάνουν την Indian μια παγκόσμια εταιρεία κι όχι απλά μια κατασκευάστρια μοντέρνων αμερικάνικου στυλ μοτοσυκλετών V2 σε διάφορες εκδόσεις, όσο εξαιρετικές κι αν είναι. Αυτός ο κινητήρας αποτελεί την βάση που θα χρησιμοποιήσουν για να το πετύχουν.

όσο ειρωνικό κι αν είναι, ο ολοκαίνουργιος κινητήρας κάνει το ντεμπούτο του πάνω σε κάτι τόσο Αμερικάνικο όπως το popcorn, το baseball και η μηλόπιτα, ενώ το μέλλον του είναι να μπει σε μοτοσυκλέτες που θα στοχεύουν το παγκόσμιο κοινό, όπως μια adventure που θα ανταγωνίζεται το BMW R1250GS να είναι πιθανότατα η επόμενη, έπειτα ίσως ένα streetfighter ή ένα sport tourer

Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Senior International Product Manager της Indian, Ben Lindaman, οι εργασίες για τη κατασκευή του νέου FTR 1200 ξεκίνησαν με την κωδική ονομασία Apollo το Μάρτιο του 2016, μόλις δύο μήνες αφότου είχε ξεκινήσει η εξέλιξη της αγωνιστικής FTR 750 –οπότε οι δύο μοτοσυκλέτες συνδέονται ουσιαστικά απ’ την αρχή. Σε αυτά τα δυόμιση χρόνια, το FTR 1200 έχει περάσει περισσότερο από ένα εκατομμύριο μίλια πάνω σε προσομοιωτές οδήγησης, και δεκάδες χιλιάδες μίλια σε πραγματικά τεστ στους δρόμους, με τη συνεργασία μεταξύ της Polaris (με το τεράστιο κέντρο R&D έκτασης 620 εκταρίων στο Wyoming, που ιδρύθηκε το 2004 και απασχολεί 675 άτομα σε 275.000τ.μ. κλειστού χώρου) και τη θυγατρική της Polaris Swissauto (που την αγόρασε τον Φεβρουάριο του 2010) και που εξ ολοκλήρου εξέλιξε την αγωνιστική FTR 750 απ’ το μηδέν στα κεντρικά της στο Burgdorf της Ελβετίας. Πολλά από αυτά τα μίλια έγιναν από το δοκιμαστή της Swissauto, τον Ισπανό πρώην αγωνιζόμενο των GP500 Juan Bautista Borja, όπως επίσης και την νικήτρια αγωνιστική ομάδα της Indian, το “Wrecking Crew” του πρωταθλήματος AFT, έχοντας έτσι μια καλή περίοδο εξέλιξης.

 

To πλαίσιο του FTR 1200 είναι ατσάλινο σωληνωτό χωροδικτύωμα και συνδέεται με δύο αλουμινένιες πλάκες με τον κινητήρα, χρησιμοποιώντας τον σαν ενεργό μέρος. Το σχετικά μακρύ σωληνωτό ψαλίδι δένει πάνω στα κάρτερ και είναι εξοπλισμένο με το αμορτισέρ της Sachs που είναι παράκεντρα τοποθετημένο (και πλήρως ρυθμιζόμενο στην έκδοση S). Καβαλώντας την ενιαία σέλα ύψους 840mm –αφήνοντας ελάχιστο χώρο για συνεπιβάτη- σε τοποθετεί σε μια όρθια αλλά και με πολύ καλό έλεγχο θέση οδήγησης. Αισθάνεσαι τοποθετημένος πολύ μπροστά στη μοτοσυκλέτα, γεγονός που συνδράμει στην φόρτιση του μπροστινού τροχού με το βάρους το σώματος, ενώ κάθεσαι πολύ σωστά, χωρίς να πέφτει το βάρος σου στα χέρια. Είναι μια πραγματικά ξεκούραστη θέση ακόμα και όταν αρχίσεις να οδηγείς γρήγορα, με το φαρδύ αλουμινένιο τιμόνι τύπου flat track που προσφέρει πολύ καλό μοχλό και εργονομία. Αυτή η μοτοσυκλέτα θα είναι ιδανική για στροφιλίκια, παρά τη συντηρητική γεωμετρία της – με το διαμέτρου 43mm ανεστραμμένο πιρούνι της Sachs και την γωνία κάστερ 26,3ο, με ίχνος 130mm και το μακρύ μεταξόνιο των 1.524mm. Τα μαρσπιέ είναι τοποθετημένα πολύ πιο πίσω απ’ όσο περίμενα, όμως δίνουν μια ξεχωριστή και αρκετά άνετη θέση οδήγησης που προσφέρει καλή ορατότητα. Αυτό το Indian μπορεί να ανταγωνιστεί το Ducati Monster 1200 ως commuter για αυτούς που θέλουν να κινούνται γρήγορα!

Βάλτε το μπροστά και ετοιμαστείτε να μεταφερθείτε πίσω στο χρόνο με τον ασυνήθιστο ήχο που παράγεται από την στυλ flat track 2-1-2 ανοξείδωτη εξάτμιση που τα τελικά της βρίσκονται στη δεξιά πλευρά της μοτοσυκλέτας. Ο ήχος είναι αισθητά πιο χαμηλός (λόγω των προδιαγραφών EURO4) από αυτόν της Aprilia RSV Mille, που όσοι το είχαν οδηγήσει και δεν ήταν Ducatisti θεώρησαν πως είχε τον καλύτερο ευρωπαϊκό V-twin κινητήρα πριν το 2000. Αντίστοιχα ο οκταβάλβιδος V-twin των 60ο συνδύαζε τις μαζεμένες διαστάσεις με την ευρεία απόδοση ισχύος και ροπής, με μοναδικό αρνητικό ότι ήταν ιδιαίτερα ψηλός, αφού δεν είχε χώρο για να τοποθετήσεις τα σώματα ψεκασμού ανάμεσα στο V των κυλίνδρων, δημιουργώντας παράλληλα τον κατάλληλο ήχο από το φιλτροκούτι, όπως σε όλα τα Ducati.

Η Indian απέφυγε αυτό το θέμα στο FTR 1200 μετακινώντας το ρεζερβουάρ των 13 λίτρων προς τα πίσω, κάτω από τη σέλα, κι έτσι όχι μόνο χαμήλωσε το κέντρο βάρους, αλλά αύξησε το χώρο για το φιλτροκούτι, τοποθετώντας το ακριβώς πάνω από τα διπλά σώματα ψεκασμού των 60mm της Mikuni. Αυτό βοήθησε στη συγκέντρωση των μαζών της μοτοσυκλέτας, κυνηγώντας έτσι την πιο ευκίνητη συμπεριφορά και τον ευκολότερο χειρισμό. Το Indian στρίβει καλά, ειδικά στις κλειστές στροφές, παρά το μεγάλο μεταξόνιο και τις αλουμινένιες ζάντες των 19 ιντσών μπροστά και 18 ιντσών πίσω, με τα ελαστικά DT3-R της Dunlop, ειδικά κατασκευασμένα για αυτό το μοντέλο ώστε να μοιάζουν με ελαστικά flat track – και τοποθετούνται αποκλειστικά στην Indian για τον πρώτο χρόνο της παραγωγής της. “Αρχικά θέλαμε 19άρες ζάντες, όπως έχουν στους αγώνες AFT”, αναφέρει ο Senior Industrial Designer Rich Christoph, σχεδιαστής του FTR 1200, που επίσης σχεδίασε το FTR 750. “Όμως δεν μπορούσαμε βρούμε ένα κατάλληλο 19άρι ελαστικό πίσω, έτσι δοκιμάσαμε 17άρες ζάντες και δεν έδειχναν όπως πρέπει. Οπότε το 19/18 μας έδωσε και την εμφάνιση και τις επιδόσεις.”

Και τις έχει, αλλά με αντίκτυπο την αισθητή φασαρία από την τετράγωνη χάραξη των ελαστικών όταν είσαι στους αυτοκινητόδρομους, όπως και τον χαρακτηριστικό ήχο που κάνουν, λειτουργώντας από νωρίς ως προειδοποιητικό σύστημα. Το πλατύ προφίλ του 150/80-18 πίσω Dunlop κάνει το FTR ιδιαίτερα σταθερό στις στροφές, με το ρίσκο να περάσεις τα όρια του ελαστικού. Οι 43 μοίρες κλίσης πριν ξύσεις μαρσπιέ –ευτυχώς, τα δύο FTR έχουν πολύ μεγαλύτερη απόσταση από το έδαφος απ’ ότι το Scout Bobber, που προς το παρόν είναι το μοντέλο της Indian με τις περισσότερες πωλήσεις στην Αμερική, μπροστά από το Scout και Chieftain– είναι αρκετές για να σου δώσουν την αίσθηση ότι το ελαστικό σου μιλάει όσο πλησιάζεις την άκρη της χάραξής του, όταν στρίβεις δυνατά σε πιο αργές στροφές, με το πέλμα να αρχίζει να ουρλιάζει. Σε ακούω, σε ακούω… !

Στις γρήγορες στροφές το FTR είναι πολύ σταθερό, τελείως βιδωμένο, χωρίς την συντηρητική γεωμετρία να βαραίνει άσκοπα τους χειρισμούς, και χωρίς το τιμόνι να ταλαντεύεται στα χέρια σου, όπως συμβαίνει σε μερικές γρήγορες γυμνές μοτοσυκλέτες με λάθος γεωμετρία. Η έκδοση S έχει μια οθόνη αφής LCD 4,3 ιντσών με δυνατότητα αλλαγής γραφικών και τη δυνατότητα σύνδεσης του κινητού με Bluetooth, ενώ η βασική έχει ένα αναλογικό στροφόμετρο με ενσωματωμένη οθόνη LCD για ταχύμετρο. Σε γρήγορες διαδοχικές στροφές έδειχνε 110km/h, εκεί που παρατήρησα πως ήταν πάντα καλύτερο να κατεβάσεις μια ταχύτητα σε πέμπτη, και να στρίψεις με το μισό γκάζι ανοιχτό, ώστε να κάνεις το Indian να κρατήσει τη γραμμή χωρίς τον μπροστινό τροχό να την χάνει ούτε στο ελάχιστο.

Πραγματικά μπορείς να εκμεταλλευτείς το μεγάλο τιμόνι για να βάλεις το FTR 1200 σε πιο σφικτά και αργά εσάκια γρήγορα και με ασφάλεια και διασκεδαστικά επίσης. Ο σενιόρ Borja έκανε πολύ καλά τη δουλειά του, και αυτός και οι δοκιμαστές συνάδελφοί του που πραγματικά ρύθμισαν τις αναρτήσεις της Sachs άριστα, με την τεράστια διαδρομή των 150mm μπρος πίσω να είναι αισθητή στους γεμάτους εξογκώματα επαρχιακούς δρόμους της Minnesota, κυρίως μέσω της μαλακής πίσω ανάρτησης. Παρά ταύτα δεν υπάρχει η αίσθηση της μεταφοράς του βάρους μπρος - πίσω, ακόμα και στα δυνατά φρένα ή στη δυνατή επιτάχυνση. Η Indian και η Sachs δημιούργησαν μαζί μια πολύ καλά ζυγισμένη μοτοσυκλέτα, όπου οι αναρτήσεις συνεργάζονται αρμονικά μεταξύ τους. Συνδυάζοντάς τες με τη συγκεντρωμένη μάζα που προέρχεται από το συνολικό σχεδιασμό της μοτοσυκλέτας, το Indian αλλάζει κατεύθυνση αβίαστα – όντας μια ευκολοδήγητη μοτοσυκλέτα.

“Ξέραμε ότι θα τη χρησιμοποιούσαν κυρίως στους δρόμους, στους αυτοκινητόδρομους, και σε στροφιλίκια, οπότε ρυθμίσαμε τις αναρτήσεις ώστε να αισθάνεται σα στο σπίτι της εκεί.”, λέει ο Lindaman. “Αλλά επίσης τη φτιάξαμε ώστε να μπορεί να πάει και σε άλλα τερέν αν το θες – μπορεί να απορροφήσει ανώμαλες επιφάνειες, λιθόστρωτα και σαμαράκια, και ενώ δεν είναι χωμάτινη, μπορεί να πάει και σε βατό χωματόδρομο.”

Οι μπροστινοί δίσκοι των 320mm έχουν τις ακτινικές τετραπίστονες monoblock δαγκάνες της Brembo που όπως πάντα είναι αποτελεσματικές, σταματώντας τα 221 κιλά του FTR 1200 (στεγνό – 1 κιλό περισσότερο από την S), με καλή αίσθηση. Πιέζοντας δυνατά τα μπροστινά φρένα όσο είσαι σε κλίση, δεν κάνουν την Indian να σηκωθεί και να ανοίξει την τροχιά της, όπως συνήθως συμβαίνει με τις μοτοσυκλέτες με μεγάλο ίχνος. Είναι μια σταθερή μοτοσυκλέτα. Ο υποβοηθούμενος μονόδρομος συμπλέκτης της FCC υπάρχει και στις δύο εκδόσεις και έχει ρυθμιστεί ώστε να προσφέρει το ελάχιστο φρενάρισμα από τον κινητήρα, κι έτσι τα Brembo κερδίζουν το ψωμί τους δουλεύοντας σκληρά. Το ABS της Bosch είναι στον στάνταρ εξοπλισμό, και είναι απενεργοποιήσιμο, αν και στις μοτοσυκλέτες του τεστ δεν ήταν πλήρως ρυθμισμένο, όποτε έμεινε σβηστό. Η ECU είναι επίσης της Bosch με RBW (ride by wire), που στο FTR 1200S προσφέρει τρείς χαρτογραφήσεις, Sport, Standard και Rain, μαζί με το traction control, το anti-wheelie και το cornering ABS. Επίσης, ο συμπλέκτης έχει πολύ ελαφριά λειτουργία – μπορείς να πατήσεις τη μανέτα και με το μικρό σου δαχτυλάκι, κι έτσι η μοτοσυκλέτα αισθάνεται άνετα ακόμα και μέσα στη κίνηση ή σε αστική χρήση, χωρίς να προκαλεί κράμπες στο αριστερό σου χέρι.

Καλά όλα αυτά, αλλά το πρωτότυπο είχε μερικές ατέλειες, όπως η σκληρή σέλα που με τόσο όρθια θέση οδήγησης χρειάζεται επανεκτίμηση, και θα γίνει όπως αναφέραν οι μηχανικοί της Indian, καθώς και το πλαϊνό σταντ που είναι ακατόρθωτο να το κατεβάσεις χωρίς να τραυματίσεις τον αριστερό σου αστράγαλο στο μαρσπιέ, και τα όργανα που είναι σε λάθος θέση και εμποδίζουν την εύκολη πρόσβαση του κλειδιού στη κλειδαριά. Όλα αυτά τα μικρά πράγματα μπορούν εύκολα να διορθωθούν. Αλλά παράλληλα με την μεγάλη γκάμα των πάνω από 50 αποκλειστικών αξεσουάρ που είναι θα διαθέσιμα από την πρώτη στιγμή, το βασικό μοντέλο έχει στάνταρ στον εξοπλισμό του cruise control και θύρα USB. Επιπροσθέτως, και στις δύο εκδόσεις του FTR τα καπάκια του κινητήρα και της κεφαλής είναι μαγνησίου, ενώ μπροστά υπάρχει ο χαρακτηριστικός LED προβολέας, με LED φλας και φώτα πίσω, και το λογότυπο της Indian φωτιζόμενο, ώστε να ενημερώνει τους άλλους αναβάτες ότι μόλις τους πέρασες.

Όμως ο πρωταγωνιστής είναι ο εξαιρετικός κινητήρας που ζυγίζει 84kg – περίπου 18kg λιγότερα από τον μικρότερο σε κυβισμό κινητήρα της Scout των 1.133 κυβικών - ενώ χάρη στον αντικραδασμικό άξονα που παίρνει κίνηση από γρανάζια, έχει μηδενικούς κραδασμούς μέχρι τις 7.000 στροφές. Από εκεί κι έπειτα τους αισθάνεσαι αμυδρά μόνο στα μαρσπιέ μέχρι τις 9.000 στροφές που μπαίνει ομαλά ο κόφτης (λόγω του ride by wire). Όμως ο εξαίρετος κινητήρας είναι εύστροφος και παρέχει έντονες δόσεις ισχύος και ροπής. Λίγες βδομάδες νωρίτερα με είχαν τιμήσει με το να οδηγήσω το FTR 750 με το No.1, του δύο φορές πρωταθλητή των αγώνων AFT Jared Mees στο Festival of Speed στο Goodwood. Πηγαίνοντας γρήγορα και όπως επιτάχυνα δυνατά με έκτη, θυμάμαι να λέω στον εαυτό μου, “Σε παρακαλώ, Indian, σε παρακαλώ, βάλε αυτόν τον κινητήρα σε ένα πλαίσιο μοτοσυκλέτας δρόμου με φώτα και κόρνα – σε παρακαλώώώώ!”. Λοιπόν, δεν έκαναν ακριβώς αυτό, αφού το FTR 750 είναι καθαρά αγωνιστικό – όμως το FTR 1200 είναι το επόμενο καλύτερο πράγμα, και πιστέψτε με, ισχύει. Τόσο πολύ, που όσο το οδηγούσα έπιασα τον εαυτό μου να λέει πάνω από μια φορά, “Σε παρακαλώ Indian, βάλε αυτόν τον κινητήρα σε μια adventure, και ένα café racer, και ένα streetfighter, σε παρακαλώ, σε παρακαλώ…!”, μόνο και μόνο για να ανακαλύψω εκείνο το απόγευμα πως αυτό σκοπεύουν να κάνουν. Εν καιρώ, υποθέτω.

Αυτό που ετοιμάζομαι τώρα να πω μπορεί να ακουστεί σαν έμμεσο κομπλιμέντο, όμως δεν το εννοώ έτσι – αλλά σαν μια σκέψη του πώς αλλάζουν τα πράγματα στην Αμερικάνικη μοτοσυκλετιστική βιομηχανία, όπου αυτή την εποχή η Indian έρχεται στην πρώτη γραμμή. Όσο οδηγούσα το FTR 1200 έπρεπε να τσιμπήσω τον εαυτό μου αρκετές φορές για να θυμηθώ ότι οδηγούσα μια μοτοσυκλέτα κατασκευασμένη στην Αμερική, επειδή η δύναμη του κινητήρα της θύμιζε τόσο πολύ ευρωπαϊκή, και ειδικά Ιταλική, με συμπίεση 12,5:1, υψηλής ροής κυλινδροκεφαλή, και ελαφρύτερο κατά 4,5 κιλά στρόφαλο απ’ ότι του Scout. Αυτό επιτρέπει στον κινητήρα να ανεβάζει στροφές γρήγορα με μια άμεση (αλλά όχι απότομη) απόκριση προσφέροντας εντυπωσιακή επιτάχυνση, κάνοντάς τη μια πολύ επιθετική hooligan μοτοσυκλέτα εμπνευσμένη από τα flat-track, αν θες να το πεις έτσι. Όμως υπάρχει επίσης μια πραγματικά πλατιά καμπύλη ροπής που προσφέρει την ισχύ του προβλέψιμα και προοδευτικά, με δυνατό τράβηγμα από χαμηλά και μεγάλη ελαστικότητα.

Μετά το τέλος του άρθρου ακολουθεί γκάλερι φωτογραφιών

Εκτός και αν θες να πας γρήγορα, επιλέγοντας τη Sport χαρτογράφηση, που είναι ακριβώς αυτό που λέει, με έντονη απόκριση γκαζιού, άγρια επιτάχυνση και πολλή δύναμη που είναι αναζωογονητική – χωρίς να έχει σημασία τι σχέση έχεις στο κιβώτιο. Μπορείς να επιταχύνεις με έκτη χωρίς να σκορτσάρει από μόλις 2.000 στροφές μέχρι τον κόφτη, οπότε δεν είναι απαραίτητη η χρήση του μαλακού κιβωτίου για να πας γρήγορα – εκτός αν το θες. Επιλογή σου. Η τροφοδοσία είναι άριστη από την καλορυθμισμένη ECU της Bosch που προσφέρει ομαλή απόδοση, κάνοντας την οδήγηση σκέτη απόλαυση. Σημειώστε παρεμπιπτόντως ότι μπορεί να ρυθμιστεί ώστε να οδηγηθεί με δίπλωμα A2 στην Ευρώπη.

Ήταν και διασκεδαστική και εντυπωσιακή η οδήγηση της πρώτης μοτοσυκλέτας επιδόσεων της Indian, που θα χρησιμοποιηθεί ως βάση για την μελλοντική ανάπτυξη νέων μοντέλων. Ξεχωριστό και συναρπαστικό, το FTR 1200 είναι το πρώτο από την ολοκαίνουργια οικογένεια των μοντέλων που στοχεύει στην παγκόσμια αγορά, κατασκευασμένο με αμερικάνικο στυλ. Ανυπομονώ να δω τι θα επακολουθήσει.

Ετικέτες

Yamaha Tracer 9 / GT 2021: Πρώτη επίσημη παρουσίαση! FULL Gallery – Τεχνική ανάλυση

Η Tracer του σκληρότερου ανταγωνισμού
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

17/11/2020

Η Tracer έφτασε μέσα σε 5 χρόνια να γίνει η αιτία να αναβαθμιστεί η κατηγορία των Sport Touring με την Yamaha να διορθώνει γρήγορα τα αρχικά προβλήματα που μόνο το ΜΟΤΟ είχε αναδείξει τότε στην Ελλάδα – κανείς άλλος το τονίζουμε- ενώ στην τεχνική ανάλυση του νέου MT-09 2021 που διαβάζετε εδώ και αφορά και το Tracer που μοιράζεται τον νέο κινητήρα, αντιλαμβάνεστε πως το νέο μοντέλο λύνει και μειονεκτήματα για τα οποία μιλήσαμε στο συγκριτικό του τεύχους 611.

Η Yamaha βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από τους υπόλοιπους στην συγκεκριμένη κατηγορία και οι υπόλοιποι κατασκευαστές είναι σε κατάσταση συναγερμού απέναντι στο Tracer. Και θα είναι ακόμη περισσότερο με την νέα αυτή έκδοση βάση τεχνικών χαρακτηριστικών και των αλλαγών που βλέπουμε. Η αλήθεια είναι πως η εμφάνιση δεν θα αρέσει σε όλους, και ήδη από τις πρώτες κατασκοπευτικές φωτογραφίες που είδατε εδώ, οι αντιδράσεις ήταν μεικτές, αντίστοιχα και της αποδοχής του MT-09 2021. Έχει αποδειχτεί πως η αποδοχή κερδίζεται με την διασπορά της εικόνας, με λίγα λόγια όσο περισσότερο το βλέπει κανείς τόσο πιο πιθανό είναι να αλλάξει γνώμη στο μέλλον για την εξωτερική εμφάνιση, ιδιαίτερα αν αποδειχτούν καλές οι πρώτες οδηγικές εντυπώσεις.

Το γεγονός πως οι υπόλοιποι κατασκευαστές αντιμετωπίζουν με ιδιαίτερη προσοχή το Tracer της Yamaha εμείς εδώ στο ΜΟΤΟ μπορούμε να το πούμε με όνομα και υπογραφή: Διότι ήταν ακριβώς ένα χρόνο πριν, Νοέμβριος 2019 που σε εμένα προσωπικά και από εκεί στους αναγνώστες μας, ο άνθρωπος που σχεδίασε το νέο XR 900 της BMW, δήλωνε πως το δυσκολότερο πράγμα που είχε να κάνει στην εξέλιξη του δικού του μοντέλου ήταν να καταφέρει να κατεβάσει το κατασκευαστικό κόστος στα επίπεδα που θα μπορεί να ανταγωνιστεί την Yamaha. Με την διαφορά πως οι Ιάπωνες ήταν ήδη ένα βήμα μπροστά και να τους φτάσεις δεν αρκεί, ο κινητήρας αυτός, ο τρικύλινδρος που έχει εξελιχθεί με γνώμονα την Ευρωπαϊκή αγορά, είναι και σπορ είναι και αξιόπιστος και τώρα γίνεται και ακόμη πιο αποδοτικός. Το επόμενο Tracer βάζει στόχο να ανοίξει αυτό το βήμα λοιπόν, και η πρώτη εικόνα φανερώνει πως μάλλον το έχουν καταφέρει. Μεγαλώνοντας έτσι τις προσδοκίες μας για την πρώτη οδηγική επαφή μας μαζί του…

Κύρια τεχνικά χαρακτηριστικά

  • Νέος 3-κύλινδρος, 4-βάλβιδος, εν σειρά υδρόψυκτος κινητήρας 2ΕΕΚ, 890 κ.εκ. προδιαγραφών EU5
  • Μικρότερο βάρος και αυξημένη ισχύς σε όλο το εύρος των στροφών.
  • 7% αύξηση της μέγιστης ροπής στις χαμηλότερες σ.α.λ.
  • Αύξηση της μέγιστης ισχύος κατά 4 ίππους
  • Ελαφρύτερο και ανθεκτικότερο πλαίσιο Deltabox από χυτό αλουμίνιο CF
  • Συνολική μείωση βάρους 2 κιλά για μεγαλύτερη ευελιξία
  • Νέο ελαφρύ ψαλίδι αλουμινίου
  • Στυλ επόμενης γενιάς, τέλειος συνδυασμός sport και ταξιδιωτικών λειτουργιών
  • Πλήρης φωτισμός LED με "κρυφούς" προβολείς και μοναδικό πίσω φως TRACER
  • Συμπλέκτης ακριβείας A&S
  • Ελαφριά και μικρού μεγέθους μονάδα IMU 6 αξόνων, για πρώτη φορά σε Sport Touring μοτοσυκλέτα της Yamaha
  • Ευαίσθητα στην κλίση βοηθήματα για τον αναβάτη: Σύστημα ελέγχου πρόσφυσης (TCS), σύστημα ελέγχου ολίσθησης (SCS) και σύστημα ελέγχου σούζας (LIFt) με τρία επίπεδα παρέμβασης
  • ABS και σύστημα ελέγχου πέδησης (BC)
  • Προγράμματα λειτουργίας κινητήρα D-MODE κατ' επιλογή
  • Νέοι, εξαιρετικά χαμηλού βάρους τροχοί SpinForged 17 ιντσών με 10 ακτίνες
  • Πλήρως ρυθμιζόμενο ανεστραμμένο πιρούνι KYB® 41 χιλιοστών με βελτιστοποιημένες ρυθμίσεις
  • Ρυθμιζόμενο πίσω αμορτισέρ KYB® με ανανεωμένες ρυθμίσεις και νέο μοχλικό
  • Όργανα με διπλή έγχρωμη οθόνη TFT 3,5 ιντσών και απομακρυσμένο διακόπτη τιμονιού
  • Ακτινική κεντρική αντλία μπροστινού φρένου και δύο δίσκοι 298 χιλ.

 

Ο κινητήρας λοιπόν είναι ο νέος τρικύλινδρος CP3 890 κυβικών που είδαμε -προφανώς- να ανακοινώνεται στο νέο MT-09. Μεγαλύτεροι κύλινδροι κατά 3mm δίνουν τα περισσότερα κυβικά που με την σειρά τους θα φροντίσουν να αυξηθούν οι επιδόσεις ενώ ταυτόχρονα θα πληρούνται οι νέες Euro5 προδιαγραφές! Η ροπή είναι σημαντικό χαρακτηριστικό για τον τρόπο που ο αναβάτης αντιλαμβάνεται το γκάζι και στην σειρά MT δεν έλειπε ποτέ, πόσο μάλλον τώρα που ενισχύεται κατά 7% και η μέγιστη τιμή της έρχεται και πιο χαμηλά. Έχουμε έτσι 9,5kg.m στις 7.000 στροφές, 1.500 νωρίτερα από πριν, ενώ η μέγιστη τιμή της ιπποδύναμης έρχεται στις 10.000 στροφές ενισχυμένη κατά 4 ίππους στους 119 πλεόν!

Βασικό νούμερο εδώ είναι η απώλεια 1,7 κιλών από το βάρος του κινητήρα που όπως θα δούμε παρακάτω ήταν κομμάτι της νέας στρατηγικής προσέγγισης στον σχεδιασμό για μία μοτοσυκλέτα που θα παραμείνει μία από τις πιο ευέλικτες στην γειτονιά των χιλίων κυβικών ενώ ταυτόχρονα θα κρατά την ευστάθεια που ανέπτυξε στα νεότερα μοντέλα.

Το πλαίσιο είναι νέο, χυτό αλουμινένιο CF τύπου Deltabox και φέρνει αρκετές αλλαγές στην γεωμετρία της μοτοσυκλέτας. Ο κινητήρας έχει τοποθετηθεί με μεγαλύτερη γωνία από πριν, πιο κάθετος στο έδαφος στις 52,3 μοίρες από τις 47,5 που ήταν πριν. Η τάση είναι να τοποθετείται ο κινητήρας σε μικρότερη κλίση με το έδαφος γιατί έτσι κατεβαίνει το κέντρο βάρους χαμηλότερα, πλησιάζει το γεωμετρικό κέντρο της μοτοσυκλέτας περισσότερο και το πιο βασικό είναι πως φορτίζει περισσότερο τον εμπρός τροχό. Οπότε γιατί η Yamaha τον σήκωσε ψηλότερα; Γιατί έτσι κονταίνει το μήκος και κονταίνοντας το μήκος μπορεί να φτιάξει μακρύτερο ψαλίδι και φτιάχνοντας μακρύτερο ψαλίδι κρατώντας το μεταξόνιο σε χαμηλά επίπεδα, κρατά την ευελιξία και βελτιώνει την σταθερότητα που ήταν το μεγάλο ζητούμενο! Μειώνοντας και το βάρος του κινητήρα απορροφάτε και το μειονέκτημα της μεγαλύτερης γωνίας με το έδαφος… Βλέπετε πώς δένουν όλα μεταξύ τους;

Το ψαλίδι στο μεταξύ δεν είναι «λίγο μακρύτερο» με το δεδομένο πως κάθε χιλιοστό εδώ κάνει διαφορά τα 60mm που έχει παραπάνω τώρα πρέπει να θεωρείται μία σημαντική διαφορά! Το μεταξόνιο που τώρα έφτασε στα 1.500mm είναι μεγαλύτερο αλλά μέσα στα περιθώρια αυτής της κατηγορίας χωρίς να έχει μακρύνει υπερβολικά δηλαδή για να αρχίσουμε να αναρωτιόμαστε πώς θα συμπεριφέρεται η μοτοσυκλέτα σε ορεινό στροφιλίκι. Από τώρα πάντως προγραμματίζουμε το μελλοντικό συγκριτικό με παλιό και νέο μοντέλο, δεν περιμένουμε όμως από τα νούμερα να χάνεται η ευελιξία. Το τελικό πόρισμα θα το δείξει η δοκιμή προφανώς. Νέες είναι και οι βάσεις του κινητήρα που είναι ενεργό μέλος για το πλαίσιο αυξάνοντας την ακαμψία ακόμη περισσότερο. Η Yamaha λέει πως οι βάσεις του κινητήρα είναι κομμάτι ενός προγράμματος που «ακούει» τους ιδιοκτήτες, αλλά αυτό ήταν κάτι που γινόταν από πάντα και ακούγεται περισσότερο ως μέρος του marketing για το Tracer. Μένει να μας το αποσαφηνίσουν περισσότερο.

Πίσω στο υποπλαίσιο τοποθετείται ένα νέο «πλευστό» σύστημα στήριξης για τις βαλίτσες που θεωρητικά θα επιτρέπει την μοτοσυκλέτα να οδηγηθεί αρκετά γρήγορα με βαλίτσες χωρίς να αρχίσουν οι ταλαντεύσεις ενώ ο αριθμός «7» επιστρέφει, γιατί τόσο είναι το ποσοστό που έχει αυξηθεί η μεταφορική ικανότητα της μοτοσυκλέτας στα 193 κιλά συνολικά. Τώρα το θέμα είναι πως εμείς στο ΜΟΤΟ έχουμε δοκιμάσει ένα νέο «πλευστό» σύστημα για βαλίτσες για το οποίο έχουμε δεσμευτεί να μην μιλήσουμε μέχρι να βγει το επόμενο τεύχος Δεκεμβρίου! Δεν μπορούμε να σας πούμε ούτε σε πια μοτοσυκλέτα έχει τοποθετηθεί και επιτρέπει να πηγαίνεις 250 με βαλίτσες και απόλυτη σταθερότητα. Βλέπουμε ομοιότητες στις φωτογραφίες και είναι άλλο ένα σημείο που θα πρέπει να δώσουμε προσοχή στην πρώτη επαφή, καθώς μέχρι τώρα οι βαλίτσες αλλάζουν τελείως συμπεριφορά στην μοτοσυκλέτα και ελάχιστα νέα μοντέλα ξεφεύγουν από αυτόν τον κανόνα την τελευταία δεκαετία. Οι αναγνώστες του ΜΟΤΟ τα ξέρετε, και μέσα στο 2021 νομίζουμε πως αυτά θα αυξηθούν από διαφορετικές μάλιστα εταιρείες!

Η Yamaha έβαλε επίσης IMU έξι αξόνων, κυρίως γιατί οι IMU έξι αξόνων που μέχρι πριν από 2-3 χρόνια έβρισκες μόνο σε ακριβές superbike έχουν γίνει εξαιρετικά φθηνές και αυτό σημαίνει πολύ καλύτερα ηλεκτρονικά. Μιλάμε για την μονάδα που αντιλαμβάνεται την κλίση της μοτοσυκλέτας και την μεταβολή της γεωμετρίας από τις συμπιέσεις της ανάρτησης κατά την επιβράδυνση και την επιτάχυνση. Είναι η μονάδα που λέει στα ηλεκτρονικά την θέση της μοτοσυκλέτας στον φυσικό χώρο. Η νέα IMU έρχεται από την R1 είναι 50% μικρότερη και 40% ελαφρύτερη και επηρεάζει όλα τα ηλεκτρονικά με… αυτά που λέει: Traction control (Yamaha TCS), αντισπίν (Yamaha SCS) αντί-σούζα (Yamaha LIF) και το ABS (Yamaha BC).

Τα δύο πρώτα απαρτίζουν το traction control ουσιαστικά που ρυθμιζόμενα σε τρία επίπεδα μπορούν να δώσουν στον αναβάτη την δυνατότητα να σπινάρει στην σαν γυαλί άσφαλτο της Ελλάδας και να στηρίζεται σε ένα επιπλέον χέρι βοήθειας για ασφάλεια. Το θέμα είναι πως στην εποχή μας τα ηλεκτρονικά αυτά ξεφεύγουν από την ασφάλεια και για πρώτη φορά αρχίζουν να σου προσφέρουν παιχνίδι με μικρότερο ρίσκο χωρίς να αντικαθιστούν τις ικανότητες του αναβάτη ή να δρουν ακόμη και αντίθετα με αυτές. Θέλουμε να δούμε αν τουλάχιστον ένα από τα επίπεδα που έβαλε η Yamaha στο Tracer είναι προς αυτή την κατεύθυνση.

Τρία επίπεδα υπάρχουν και για τον έλεγχο της σούζας, με το πρώτο να είναι λογικά το λιγότερο παρεμβατικό, αν και εδώ κάτι μας λέει πως για να κάνεις τις σούζες που με τόση ευκολία πραγματοποιεί το Tracer και υπόσχεται το νέο με την αύξηση της ροπής, θα πρέπει να το απενεργοποιήσεις τελείως… θα δούμε, πάντως η Yamaha σου επιτρέπει να φτιάξεις την δική σου κατάσταση λειτουργείας από τα παραπάνω συστήματα και να την αποθηκεύσεις έχοντας συνολικά 48 συνδυασμούς να επιλέξεις.

Στα φρένα έχεις επίσης δύο επιλογές με την BC1 να είναι η βασική που ξέρεις από πριν και με την BC2 να αξιοποιεί τα δεδομένα της IMU προσαρμόζοντας το φρενάρισμα στην κλίση της μοτοσυκλέτας. Αυτό η Yamaha το αναφέρει ως δεδομένο που έχει να κάνει με την ασφάλεια και όχι… με το παιχνίδι. Μένει να δούμε αν τα νέα φρένα στην λειτουργία BC2 αναβαθμίζουν το trail-braking σε νέο επίπεδο λοιπόν, επιτρέποντας να φρενάρεις πιο αργά με περισσότερη ασφάλεια στην ασταθή πρόσφυση που έχουν οι δημόσιοι δρόμοι. Μένει κι αυτό κάτι που θέλουμε να δούμε στην πράξη.

Όλα αυτά ομαδοποιούνται σε τέσσερις καταστάσεις λειτουργίας με την πρώτη να είναι προσανατολισμένη στην γρήγορη οδήγηση και την τέταρτη στις βρόχινες συνθήκες, δηλαδή τις πιο ασφαλείς.

Υπάρχει και cruise control που μπορεί να μπει από τα 50km/h με 4η και να αυξηθεί με βήμα 2km από τα αντίστοιχα κουμπιά, που η Yamaha πάντα φτιάχνει λίγο πιο μεγάλα από αυτό που κάνει ο ανταγωνισμός.

Όπως θα έχετε διαβάσει στην ανάλυση του MT-09 έχουμε νέο ride-by-wire που είναι και από τα σημεία που η Yamaha έχει παλέψει να αναβαθμίσει από την πρώτη γενιά. Τώρα έρχεται από την νέα R1, αν και επαναλαμβανόμαστε από όσα γράφαμε εδώ, και Yamaha Chip Controlled Throttle (YCC-T) αντιλαμβάνεται με περισσότερη ακρίβεια τι κάνει ο αναβάτης, με βάση τον αισθητήρα APSG. Ταυτόχρονα με όλα αυτά και εξαιτίας τους, η Yamaha δίνει καλύτερη αυτονομία από το ίδιο ρεζερβουάρ. Αυτό δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση γιατί οι νέες προδιαγραφές αυστηρότερων ρύπων απαιτούν καλύτερη καύση, και καλύτερη καύση σημαίνει καλύτερη απόδοση του κινητήρα προφανώς. Η Yamaha μας δίνει νούμερο και για αυτό, 9% μεγαλύτερη οικονομία που μαντέψτε: Μένει να το μετρήσουμε στην πράξη!

Μεγαλύτερη ροπή και ιπποδύναμη έφεραν και αλλαγές στις σχέσεις του κιβωτίου για την 1η και την 2ακαι απαίτησαν και βελτίωση του συμπλέκτη ενώ πάλι για τους ρύπους άλλαξε η τροφοδοσία και η εξαγωγή. Μαζί μειώθηκε και το βάρος από τον συλλέκτη με την εξάτμιση να ζυγίζει 1.400 κιλά λιγότερα που επίσης έχει άμεσο αντίκτυπο στην συγκέντρωση των μαζών που λέγαμε πιο πάνω.

Σημείο που θα δεχτεί κριτική το νέο Tracer πέρα από την νέα εμφάνιση είναι και οι ξεχωριστές TFT οθόνες που φυσικά και χρειάζονται για να ρυθμίζεις όλα τα ηλεκτρονικά, αλλά η εμπειρία έχει δείξει πως οι δύο ξεχωριστές οθόνες κουράζουν και αποσπούν την προσοχή στην γρήγορη οδήγηση, οπότε το μενού είναι αυτό που μπορεί να εξαλείψει το μειονέκτημα και είμαστε σίγουροι πως η Yamaha το έχει λάβει υπόψη της αυτό. Έτσι οι βασικές πληροφορίες είναι όλες αριστερά με στροφόμετρο σε μορφή μπάρας και ψηφιακό κοντέρ, ενώ η δεξιά οθόνη χωρίζεται στα 4 και σου δείχνει όλες τις πληροφορίες ταξιδιού ταυτόχρονα.

Ο φωτισμός είναι LED παντού και οι εμπρός προβολείς που επίσης συγκεντρώνουν τον σχολιασμό, έχουν ο ένας την μεσαία και ο άλλος την μεγάλη σκάλα. Τα φώτα θέσης, επίσης LED μπαίνουν στο φέρινγκ και τονίζουν τον σπορ χαρακτήρα του νέου Tracer.

Στην ανάρτηση βλέπουμε ένα πιρούνι διαμέτρου 41mm που είναι κοντύτερο κατά 30mm και ρυθμιζόμενο αμορτισέρ πίσω με μοχλικό που ενεργεί στο -όπως είπαμε- νέο και μακρύτερο ψαλίδι.

Η θέση οδήγησης προσαρμόζεται αρκετά με τα ρυθμιζόμενα μαρσπιέ κατά 15mm πάνω-κάτω όταν 15mm χαμηλότερα από το προηγούμενο μοντέλο είναι και η σέλα. Το τιμόνι μπορεί να πάει 9mm μπροστά και 4mm πιο ψηλά βάζοντας τα καβαλέτα ανάποδα που σημαίνει πως με όλα αυτά έχεις 8 διαφορετικούς συνδυασμούς για την γεωμετρία της θέσης οδήγησης. Καθόλου άσχημα!

Η ζελατίνα είναι νέα, ρυθμιζόμενη σε δέκα στάδια των 5mm που συνολικά μπορεί να αλλάξει κατά 50mm ενώ οι τεράστιες χούφτες δεν έφυγαν αλλά το σχήμα τους βελτιώθηκε όπως και ο όγκος.

Πολυαναμενόμενο λοιπόν το νέο Tracer 9 και Tracer 9 GT της Yamaha θα έρθει σε δύο νέα χρώματα το “Redline” και το “Tech Kamo” και θα έρθει τον Μάρτιο του 2021 στην ευρώπη!

Στην έκδοση GT έχουμε και τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις με ηλεκτρομαγνητικές βαλβίδες που περεταίρω αξιοποιούν την νέα IMU! Θα προσαρμόζονται σε δύο καταστάσεις λειτουργείας την A1 για γρήγορη οδήγηση και την A-2 για ταξίδια και μάλιστα σε επαρχιακούς δρόμους με λακκούβες…  

 Το quickshifter δουλεύει προς κάθε κατεύθυνση ενώ η IMU θα αξιοποιείται και στα φώτα ενεργοποιώντας τα φώτα στροφής με βάση την κλίση της μοτοσυκλέτας ξεκινώντας από ελάχιστο τις 7 μοίρες φωτίζοντας καλύτερα το εσωτερικό της στροφής. Θερμαινόμενα γκριπ και αποκλειστικά χρώματα ολοκληρώνουν την GT έκδοση που θα γίνει ταυτόχρονα διαθέσιμη και αυτή τον Μάρτιο του 2021.

 

Δείτε μία πλήρη Gallery φωτογραφιών του νέου Tracer 9: