Ducati 749S (2002-2006): Αρχείο περιοδικού ΜΟΤΟ

Η έκπληξη!
27/6/2019

H 749 S ήταν η μοτοσυκλέτα που εξάπλωσε την ριζική αλλαγή που έφερε η 999 στα superbikes, και στα supersport της Ducati. Ακολουθώντας μια διαφορετική σχεδιαστική προσέγγιση, oι 749 και 749S που οδηγήσαμε στην πίστα της Almeria, απέδειξαν ότι όσο κι αν αλλάζει το περιτύλιγμα, ένα Ducati θα είναι πάντα ένα Ducati. Παρέα με τον Ruben Xaus διαπιστώσαμε από πρώτο χέρι πώς με ένα supersport απολαμβάνεις πραγματικά την οδήγηση μέσα σε μια πίστα.

Το άρθρο προέρχεται από το αρχείο του περιοδικού ΜΟΤΟ και αναδημοσιεύεται από την αρχική του μορφή δίχως αλλαγές. Αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του περιοδικού, μαζί με τις φωτογραφίες που το συνοδεύουν. Απαγορεύεται οποιαδήποτε αντιγραφή, οικειοποίηση μέρους ή του συνόλου του κειμένου και των φωτογραφιών, παραλλαγή ή χρήση πέραν της ανάγνωσης

Η έκπληξη!

Ποτέ μην παίρνετε τίποτε για δεδομένο. Ποτέ μη βασίζεστε στα πράγματα που νομίζετε ότι γνωρίζετε. Αυτό το μήνυμα μας "πέρασε" η παρουσίαση της Ducati 749. Εκεί που νομίζεις ότι όλες οι ποσότητες είναι δεδομένες και ότι το κάθε τι είναι προβλέψιμο και υπολογίσιμο, η 749S μάς θύμισε ποιο είναι εκείνο το χαρακτηριστικό που κάνει τη δουλειά του δοκιμαστή ευλογημένη: η έκπληξη!

Τα νούμερα στα χαρτιά, οι τεχνικές αναλύσεις, ακόμη και η εμφάνιση, είναι η μία όψη του νομίσματος σε μια μοτοσυκλέτα. Η άλλη όψη κυλάει πάνω στην άσφαλτο, μιλάει με τα επινεφρίδια, επικοινωνεί με τον εγκέφαλο, συνδέεται με τον δεξή καρπό, ενώνεται "εις σάρκαν μίαν" με τον αναβάτη. Εκεί, η ορθότητα ή μη όλων αυτών των επιλογών μετριέται με χρόνους και αίσθηση, και συχνά αυτό που περιμένεις διαβάζοντας τις περγαμηνές δεν είναι αυτό που τελικά εισπράττεις από την οδήγηση.

Στην περίπτωση της 749, η έκπληξη αυτή είναι υπέρ της μοτοσυκλέτας, καθώς τα νούμερα στους πίνακες των τεχνικών χαρακτηριστικών της μας είχαν κάνει να αμφιβάλλουμε για το κατά πόσο συγκαταλέγεται στα συν μιας κατασκευής το να έχει ίδιο βάρος με ένα από τα βαρύτερα δικύλινδρα 1.000άρια (βλ. 999) και, ταυτόχρονα, λιγότερη δύναμη. Το μυστικό της επιτυχίας κρύβεται στο πώς κατανέμεται αυτή η δύναμη, και στο πως μπορεί ο αναβάτης να τη διαχειριστεί. Στο πώς η ίδια η μοτοσυκλέτα κρύβει το βάρος που τρομάζει, και αναδεικνύει τα χαρακτηριστικά της εκείνα που αποτελούν χείρα βοηθείας στον πεινασμένο για σπορ οδήγηση αναβάτη.

Η 749S των ονείρων μας. Όλα τα στολίδια της Ducati Performance για τη μοτοσυκλέτα, τοποθετημένα σε μια έξαρση του after market καταναλωτισμού. Carbon με το τσουβάλι, ελαφρύτερο τελικό, διχρωμία, διαφορετικές ζάντες μαγνησίου, μαγνήσιο και για το υποπλαίσιο των προβολέων, αλυσίδα αγωνιστικού τύπου, και ο κατάλογος συνεχίζεται…

 

Κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση

Το ιερό βιβλίο της Ducati λέει πως ο βενιαμίν της οικογένειας των superbike της Ducati ακολουθεί το μονοπάτι που χαράζει η ναυαρχίδα. Έτσι έγινε με την 748, έτσι έγινε και με την 749. Με το που άλλαξε σελίδα –σχεδιαστικά και τεχνολογικά– η Ducati με την 999, αυτομάτως ακολούθησε και η νέα γενιά στην κατηγορία των supersport. Εμφανισιακά η 749 είναι… μονοζυγωτικό δίδυμο της πληθωρικότερης σε χωρητικότητα αδερφής. Ο Pierre Terblanche δεν σχεδίασε μια μοτοσυκλέτα, αλλά ολόκληρη οικογένεια. Οι γραμμές και οι καμπύλες είναι βγαλμένες από καρμπόν, όπως το πλαίσιο και το μακρύτερο κατά 15mm δίμπρατσο ψαλίδι, που έκλεισε το μονόμπρατσο της προηγούμενης γενιάς στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας, και ταυτόχρονα μεγάλωσε και το μεταξόνιο κατά 10mm. Το πλεονέκτημα των υπό γωνία ρεγουλατόρων για το σταθερό ύψος του άξονα κατά τη ρύθμιση της αλυσίδας έχει βεβαίως διατηρηθεί, όπως έχουν διατηρηθεί όμως και τα ουκ ολίγα κιλά – 199 για την έκδοση "S" και 197 για την απλή.

Λογικό επακόλουθο, καθώς, πέρα από τα δομικά στοιχεία, η αιμοδοσία μεταξύ 999 και 749 συνεχίζεται και στον κινητήρα. Για πρώτη φορά, η Ducati χρησιμοποιεί στη μεσαία κατηγορία κυβικών τον κινητήρα Testastretta, ρίχνοντας το "Στενοκέφαλο" μοτέρ στην πιο καυτή κατηγορία της νέας χρονιάς. Η περιεχόμενη γωνία των βαλβίδων είναι πλέον στις 27ο, ο θάλαμος καύσης έχει γίνει ακόμη πιο επίπεδος, ενώ η μικρότερη διαδρομή επιτρέπει το ανέβασμα περισσότερων στροφών χωρίς να επηρεάζεται η αξιοπιστία, καθώς το πιστόνι αποκτά μικρότερη γραμμική ταχύτητα (21,6m/sec). Πέρα από τον διαφορετικό στρόφαλο και τη μικρότερη διάμετρο των εμβόλων, επανασχεδιασμένες σε σχέση με την 999 είναι και οι δίοδοι του ψυκτικού και του λαδιού της κεφαλής, οι οποίες μελετήθηκαν και διαμορφώθηκαν σε συνεργασία με την Ducati Corse, με τη μέθοδο ανάλυσης CFD (Computational Fluid Dynamics), για πιο αποδοτικά αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την απαγωγή της θερμότητας.

Στα… προάστια του Τestastretta η περιήγηση θυμίζει το "στα ίδια μέρη θα ξαναβρεθούμε", με τα αντηχεία τύπου Helmholtz στις εισαγωγές του Ram Air να φροντίζουν ώστε να μη σου παίρνει τα αυτιά η βίαιη εισβολή του αέρα στο αυξημένης χωρητικότητας (12,5 λίτρα) φιλτροκούτι, αλλά ταυτόχρονα να μη θυσιαστεί μέρος της απόδοσης του Ram Air, ενώ η τεχνολογία CAN (Controller Area Network) που μειώνει στο ελάχιστο την χωροταξία των ηλεκτρικών έχει μεταφερθεί αυτούσια από την 999, τόσο στο κάτω αριστερό μέρος της μοτοσυκλέτας, με τη μπαταρία και την κεντρική ηλεκτρονική μονάδα, όσο και στο ρύγχος, όπου φιλοξενούνται οι προβολείς, οι ασφαλειοθήκες και το ηλεκτρονικό πολυόργανο. Δύο καλώδια αρκούν για να μεταφέρουν τις πληροφορίες από τους αισθητήρες στο κατάλληλο σημείο ελέγχου, κι από εκεί μέσω του δικτύου γίνεται η διαχείριση όλου του συστήματος. Το μόνο που χρειάζεται με όλα αυτά τα ηλεκτρονικά gadgets είναι να μη μπερδευτεί κανείς και νομίσει ότι οδηγεί ηλεκτρονικό υπολογιστή, και προσπαθήσει να κάνει επανεκκίνηση του λειτουργικού εν κινήσει. Δεν πιάνει…

Το μπροστινό είναι ένα ανεστραμμένο πιρούνι της Showa, και σηματοδοτεί τον λαβύρινθο των διαφορών και των ομοιοτήτων μεταξύ των δύο εκδόσεων της 749. Στην έκδοση "S" το πιρούνι έχει επίστρωση TiN (νιτρίδια τιτανίου), ενώ στην ίδια έκδοση η γωνία κάστερ ρυθμίζεται σε τρεις θέσεις με εύρος 1ο, από 23,5ο σε 24,5ο, κάτι που δεν συμβαίνει στην απλή 749. Το αμορτισέρ της απλής έκδοσης προέρχεται από τη Boge, σε αντίθεση με της "S" που κατασκευάζεται από τη Showa, με ίδια όμως διαδρομή, ενώ στην ακριβότερη "S" ο υποψήφιος ιδιοκτήτης έχει και τη δυνατότητα να επιλέξει ανάμεσα σε biposto ή monoposto (όπου υπάρχει και η δυνατότητα ρύθμισης του ενιαίου κομματιού ρεζερβουάρ – σέλας – ουράς κατά 20mm), κάτι που δεν υπάρχει ως εναλλακτική στο απλό διθέσιο 749. Καταλάβατε…;

 

Λούνα… track!

Η πίστα της Almeria έχει γίνει κάτι σαν δεύτερο σπίτι μας. Κάτι το ήπιο κλίμα της Ανδαλουσίας, κάτι η νεότητα της κατασκευής, το Circuito de Almeria e Tabernas έχει γίνει μια από τις δημοφιλέστερες πίστες για παρουσιάσεις, αλλά και δοκιμές αγωνιστικών ομάδων. Κύριο χαρακτηριστικό της είναι η τεχνική και η πολύ καλή γνώση που απαιτεί. Υψομετρικές διαφορές, τρεις τυφλές πολύ γρήγορες στροφές, καθώς και ένα εσάκι που σε κάνει να αισθάνεσαι κλειστοφοβία, είναι μερικά από τα highlights αλλά και τα στοιχεία που συνθέτουν την ικανή και αναγκαία συνθήκη για να οδηγήσει κανείς γρήγορα εκεί μέσα: τη ροή. Το μεγαλύτερο μέρος της πίστας δεν απαιτεί "σκίσιμο" της μοτοσυκλέτας, και οι αλλαγές των σχέσεων περιορίζονται στο ελάχιστο. Το γκάζι καθορίζει τη σωστή γραμμή, και λάθη απλώς δεν χωράνε.

Δείξτε μου κάποιον που ισχυρίζεται ότι η 749S διατηρεί το απόλυτο του χαρακτήρα της 748, κι εγώ θα σας δείξω έναν ψεύτη

 

Πάνω σ' αυτούς τους άξονες κινήθηκαν και οι άνθρωποι της Ducati, σύμφωνα με τον Andrea Ferraresi, project engineer της 749, για να κατασκευάσουν τη μοτοσυκλέτα. Ούτε υπερβολική δύναμη ούτε ακραία και απόλυτη συμπεριφορά. Αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Το μέλλον θέλει μεν αμεσότητα στις αντιδράσεις, αλλά ταυτόχρονα και φιλικό χαρακτήρα.

Οι νωπές ακόμη μνήμες από την οδήγηση της 999 βγήκαν στην επιφάνεια με το που ανεβήκαμε στις σέλες των 749S – η απλή έκδοση απουσίαζε από την παρουσίαση. Το σοκ μπορεί πλέον να είναι μικρότερο, αλλά… παραμένει σοκ το να ανεβαίνεις πάνω σε μια Ducati και να αισθάνεσαι ότι επιτέλους οι Ιταλοί έμαθαν τί πάει να πει "βολικότητα και φιλική θέση οδήγησης πάνω σε μοτοσυκλέτα". Από την άλλη, κανένας συμβιβασμός δεν έχει γίνει σε ό,τι αφορά την –όχι μόνο οπτική, αλλά και ουσιαστική– επιθετικότητα που σε καταλαμβάνει με το που πιάνεις τα κλιπόν. Τα γόνατα σχεδόν… ακουμπούν μεταξύ τους, και το μόνο που τα χωρίζει είναι ένα λεπτό κομμάτι μετάλλου και σωλήνων, από το ρεζερβουάρ και το πλαίσιο αντίστοιχα. Το βάρος δεν κάνει πια τους καρπούς να βασανίζουν τα νεύρα που τους διαπερνούν στέλνοντας μηνύματα πόνου και κούρασης στο εγκέφαλο. Οι άνω του μετρίου αναβάτες θα ρυθμίσουν αμέσως τα μαρσπιέ στη χαμηλότερη θέση, και οποιοδήποτε ψήγμα γκρίνιας θα πνιγεί μέσα στην πληθώρα των εναλλακτικών ρυθμίσεων που διαθέτουν οι λεβιέδες και τα μαρσπιέ.

Ο V-2 90ο ζωντανεύει συντονίζοντας τους παλμούς των πιστονιών με τους καρδιακούς παλμούς. Οι κραδασμοί είναι λιγότεροι από της 999 (ελαφρύτερες κινούμενες μάζες γαρ), αλλά και πολύ λιγότεροι από της 748. Οι 103 ίπποι που ανακοινώνει η Ducati κάνουν θαύματα από την εκκίνηση κιόλας, αλλιώς δεν εξηγείται το γεγονός ότι η 749S ξεκινάει πιο γρήγορα από… τα κιλά της, αφήνοντάς τα πίσω να ακολουθούν και να μη φτάνουν. Η κατανομή των μαζών και ο τρόπος με τον οποίο τοποθετείται ο αναβάτης πάνω στη μοτοσυκλέτα συνεργάζονται άριστα για το συγκεκριμένο αποτέλεσμα.

Η έξοδος των pits είναι, ουσιαστικά, λίγο πριν την είσοδο της πρώτης δεξιάς ανηφορικής στροφής, και η τρίτη σχέση έχει "πακτωθεί" για τουλάχιστον τα επόμενα δύο χιλιόμετρα της διαδρομής. Το πρώτο χάσιμο μετά το ανηφορικό κομμάτι έχει ήδη καταπιεί δύο ανυποψίαστους συναδέλφους, και τα αντανακλαστικά βρίσκονται σε ετοιμότητα. Ελαφρύ κλείσιμο του γκαζιού, χαστούκι δεξιά σε σημείο που απλώς… θυμάσαι και χούφτωμα για γρήγορη έξοδο. Ασυναίσθητα, το αριστερό πόδι πατάει το εξωτερικό μαρσπιέ παραπάνω, για το φόβο των Ιουδαίων και του highsiding. Περιττό: Η δύναμη μεταξύ 5.000 και 7.000 σ.α.λ. παρέχεται τόσο γλυκά, που κινδυνεύεις περισσότερο από σάκχαρο παρά από γλίστρημα του πίσω τροχού. Το μακρύτερο ψαλίδι περιορίζει τη μεταφορά υπερβολικού βάρους προς τα πίσω κατά την επιτάχυνση και οι δύο τροχοί πατάνε στην άσφαλτο με σιγουριά. Το άπλωμα της δύναμης πάνω από τις 7.500 στροφές συνεχίζεται πιο επιθετικά, αλλά όχι ανησυχητικά, σταματώντας λίγο πριν τις 10.000 για την είσοδο της αριστερής παρατεταμένης.

Τσίμπημα στα φρένα πριν την είσοδο, ίσα για να ανακαλύψεις ότι χρειάζονται… χάδι. Επιτέλους, τα φρένα της Brembo απέκτησαν –όπως και στην 999– ουσία, δύναμη και αποτελεσματικότητα. Μέχρι βεβαίως να επεξεργαστεί ο εγκέφαλος αυτή την πληροφορία, η παρατεταμένη αριστερή τρώει μέταλλο από το σταντ, το οποίο βρίσκει στις οριακές κλίσεις. Η έξοδος απαιτεί επιτάχυνση, και, παρά τη διάρκεια της δύναμης ψηλά, αποτέλεσμα των πιο υπερτετράγωνων διαστάσεων και της υψηλότερης συμπίεσης, οι πρώτες εντυπώσεις όσων οδήγησαν τη μοτοσυκλέτα μιλούσαν για έλλειψη δύναμης. Το πρόβλημα όμως δεν είναι αυτό. Ίσα-ίσα, η 749 είναι πολύ πιο κοντά στις ιπποδυνάμεις που "παίζουν" στην κατηγορία της (η Ducati ανακοινώνει 103 ίππους, και μας έχει συνηθίσει σε ειλικρινείς ανακοινώσεις) απ' ό,τι η 999. Το πρόβλημα είναι το βάρος, το οποίο ανεβάζει το λόγο κιλών ανά ίππο – και είναι η μοναδική περίπτωση που η μάζα κάνει αισθητή την παρουσία της. Με λίγα λόγια, της μοτοσυκλέτας δεν της λείπει η δύναμη, κιλά τής περισσεύουν…

Η 749S δεν στρίβει, επιτίθεται στις στροφές!

 

Δαμάζοντας τα βιράζ

Αν το 70% της πίστας στην Almeria είναι το βασίλειο της μίας ταχύτητας, στο υπόλοιπο 30% παρελαύνει όλο το κιβώτιο. Το εσάκι απαιτεί δευτέρα και… ζαλάδα. Η εναλλαγή της κλίσης είναι απότομη, γρήγορη και ακαριαία. Το γκάζι πρέπει να ανοίξει πριν την είσοδο της πρώτης αριστερής και να παραμένει σταθερό σε όλη τη διάρκεια του σικέιν, γιατί διαφορετικά η διαδικασία γίνεται πολύπλοκη. Για άλλη μια φορά, η γραμμική απόδοση, η κοντύτερη τελική μετάδοση σε σχέση με της 999, που δεν αφήνει τα σκορτσαρίσματα να αποσυντονίσουν τον αναβάτη, καθώς και το άριστο ζύγισμα του βάρους, "καθαρίζουν" για πάρτη σας.

Είναι η μοναδική περίπτωση που στο συγκεκριμένο σικέιν –και το έχω περάσει πολλές φορές, σε κάθε πιθανή… παραλλαγή, ακόμη και από τα χώματα– μια Ducati δεν απαιτεί υψηλό επίπεδο πείρας από τον αναβάτη της, αλλά αναλαμβάνει εκείνη να διεκπεραιώσει το εσάκι γι' αυτόν. Άριστο το πιρούνι της Showa, ασφαλιστική δικλείδα το ομόσταβλο αμορτισέρ. Η μοναδική περίπτωση να διώξει το μπροστινό και να επέλθει το low siding, είναι να τρομάξει ο αναβάτης από κάποιο… όραμα και να τσαρουχώσει το φρένο.

 

Μετά της έξοδο του σικέιν, έρχεται η σειρά των υπόλοιπων σχέσεων να κατεβάσουν τα άλογα σε όλη τη διάρκεια της δεξιάς παρατεταμένης και στη μεγάλη ευθεία στο πίσω μέρος της πίστας. Μία μόνο λέξη αρκεί για να περιγράψει όλη αυτή τη διαδρομή: σταθερότητα. Το μακρύτερο μεταξόνιο κάνει τη διαφορά νύχτας–μέρας ανάμεσα στην προκάτοχο 748 και τη διάδοχο 749. Δύσκολα θα γλιστρήσει ο πίσω τροχός, σχεδόν αδύνατον να ελαφρώσει το μπροστινό. Όσο βίαια και να φτάσει το γκριπ του γκαζιού στο στοπ του, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Η δύναμη είναι πλέον πολύ πιο χρησιμοποιήσιμη, σε σχέση τόσο με την 748 όσο και με την 999.

Αυτό είναι και το μεγάλο κέρδος, το βήμα μπροστά που πραγματοποιεί η Ducati με την 749. Δεν είναι ούτε η υπερβολικά αυξημένη ιπποδύναμη (6 ίπποι και 0,4 χιλιογραμμόμετρα ροπής παραπάνω από την 748) ούτε το φουτουριστικό ντιζάιν που πέρασαν τους Ιταλούς στη νέα εποχή. Η ουσία κρύβεται στο ότι η 749 είναι μια μοτοσυκλέτα δεν απαιτεί, αλλά δίνει πράγματα. Βοηθά και βελτιώνει, χωρίς να χάσει από το απόλυτο του χαρακτήρα της, αλλά, αντιθέτως, αποκτώντας την πολυπόθητη φιλικότητα.

Πάνω στην 749 S, τα πάντα συμβαίνουν υπό κλίση

 

Ruben Xaus: Ο απόλυτος έλεγχος

 

Έπειτα από τη μετάβαση του Troy Bayliss στα MotoGP, ο Ruben Xaus μαζί με τον Neil Hodgson είναι οι δύο βασικοί αναβάτες της εργοστασιακή ομάδας της Ducati στo Παγκόσμιο Πρωτάθλημα SBK. Στην παρουσίαση της 749S, ο Xaus μαζί με τον Vittorio Guareschi –αναβάτη δοκιμών και εξέλιξης– ήταν οι "οικοδεσπότες" μας μέσα στην πίστα της Almeria.

Αυτό που εντυπωσιάζει στον Ruben οδηγώντας μαζί του στην πίστα –η οικειότητα δεν είναι τυχαία, καθώς από την πρώτη κιόλας επαφή μαζί του συνειδητοποιείς ότι μ' αυτόν τον άνθρωπο μόνο φιλικά μπορείς να νιώσεις– είναι η απλότητα και ο απόλυτος έλεγχος στις κινήσεις του. Κάθε πάτημα, κάθε ενέργεια, είναι υπολογισμένη μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Οδηγεί με τη λογική και όχι παρορμητικά, και το κυριότερο, αντιλαμβάνεται άριστα και μπορεί να μεταφέρει με τον καλύτερο τρόπο την αίσθηση που του περνά η μοτοσυκλέτα, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο ακόμη και για αναβάτες παγκοσμίου κλάσης.

Η γνώμη του για την 749S βασίστηκε σε αντικειμενικές κρίσεις και όχι σε συναισθηματισμούς λόγω επαγγελματικών και αγωνιστικών δεσμών με τη Ducati:

" Η 749S είναι μια καταπληκτική μοτοσυκλέτα, σε ό,τι αφορά το στήσιμό της και τη δύναμη που μπορείς να εκμεταλλευτείς. Ανά πάσα στιγμή έχεις τα περιθώρια να διαπιστώσεις ότι είναι υπό τον απόλυτο έλεγχό σου, και η κατανομή του βάρους της συντελεί ακόμη περισσότερο σ' αυτό. Παρ' όλα αυτά, όμως, για αγωνιστική χρήση χρειάζεται πάρα πολλή δουλειά, κυρίως γιατί το βάρος της είναι πολύ μεγάλο σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Μπορεί βέβαια κανείς να γλυτώσει πολλά κιλά με ένα ελαφρύτερο τελικό και καταργώντας όλον τον εξοπλισμό από το μπροστινό μέρος του φέρινγκ, αλλά αυτό είναι κάτι που μπορεί να το εκμεταλλευθεί και ο ανταγωνισμός, οπότε το όφελος δεν είναι μεγάλο…"

Andrea Ferraresi: Ο κηδεμόνας της 749

Τυπικό μεσογειακό ταμπεραμέντο, πλατύ χαμόγελο, προσιτός χαρακτήρας και χιούμορ. Με λίγες λέξεις αυτός είναι ο Andrea Ferarresi, ο project engineer της 749. Μπροστά στο σύνολο των δημοσιογράφων και στις λίγες ερωτήσεις που του ετέθησαν, έδειχνε αμήχανος και ελαφρώς σφιγμένος. Στις κατ' ιδίαν συζητήσεις, όμως, μεταμορφωνόταν σε βιβλίο ανοιχτό. Δεν παρέλειπε να τονίζει τη σπουδαιότητα του όλου εγχειρήματος, ούτε όμως και να δείχνει πως γνωρίζει πολύ καλά ποιοι ήταν οι συμβιβασμοί που απαιτήθηκαν για την κατασκευή του.

"Η 749 δεν είναι αργή μοτοσυκλέτα, ούτε της λείπει δύναμη. Απλώς είναι βαριά, κάτι που φαίνεται εντονότερα τη συγκρίνουμε με τον ανταγωνισμό. Το κύριο concept όμως, οι άξονες πάνω στους οποίους κινηθήκαμε, δεν ήταν ούτε οι επιδόσεις ούτε το να φτιάξουμε μια υπερ-ελαφριά μοτοσυκλέτα. Το μέλημά μας ήταν να φτιάξουμε μια ακόμη πιο ανθρωποκεντρική μοτοσυκλέτα. Πώς δηλαδή θα ήταν ευκολότερη για τον αναβάτη, και πώς θα μπορούσε να είναι ακόμη πιο χρησιμοποιήσιμη η δύναμη σε όλο το φάσμα της. Θέλαμε η 749 να εμπνέει εμπιστοσύνη, γιατί αυτό θεωρούμε πραγματική βελτίωση για εμάς…"

X-Ray ποζάρισμα. Ακόμη και χωρίς τα πλαστικά από το κοστούμι, η 749 δίνει την αίσθηση του βάρους της. Ακολουθώντας πιστά την αρχιτεκτονική δομή της 999, χρησιμοποιεί την τεχνολογία CAN (όπως φαίνεται κάτω αριστερά στον κινητήρα), ψεκασμό τύπου "shower" και πλαίσιο από λεπτότερους σωλήνες σε σχέση με το αντίστοιχο της 748

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ DUCATI 749 / S
 
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
 
Τύπος:
Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος V-90° Testastreatta με 4 Β/Κ και 2 ΕΕΚ
Διάμετρος x Διαδρομή (mm):
90 x 58,8
Χωρητικότητα (cc):
748,14
Σχέση συμπίεσης:
11,7:1
Ανάφλεξη:
Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός της Marelli, με σώματα 54mm
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
 
Τύπος συμπλέκτη:
Ξηρός πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Με γρανάζια / 1,84
Σχέσεις ταχυτήτων:
 
1:
2,466
2:
1,764
3:
1,400
4:
1,181
5:
1,043
6:
0,958
Τελική μετάδοση / σχέση:
Με αλυσίδα / 2,785
Συνολικές σχέσεις
 
ταχυτήτων:
 
1:
12,637
2:
9,039
3:
7,174
4:
6,052
5:
5,345
6:
4,909
 
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
 
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό χωροδικτύωμα
Βάρος κενή / γεμάτη (kg):
197 (199)
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
15,5 / 3
 
 
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
 
Εμπρός
 
Τύπος:
Ανεστραμμένο πιρούνι Showa (με επίστρωση TiN για το 749S)
Διαδρομή (mm):
125
Διάμετρος (mm):
43
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω
 
Τύπος:
Αμορτισέρ Boge (Showa για 749S)
Διαδρομή (mm):
128
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
 
 
ΦΡΕΝΑ
 
Εμπρός:
Δύο δίσκοι 320mm με δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων
Πίσω:
Δίσκος 240mm με δαγκάνα δύο εμβόλων
 
 
ΤΡΟΧΟΙ
 
Εμπρός
 
Ελαστικό / διάσταση:
120/70 ZR 17
Ζάντα:
3,50 x 17
Πίσω
 
Ελαστικό / διάσταση:
180/55 ZR 17
Ζάντα:
5,50 x 17
 
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Στροφόμετρο, ψηφιακό ταχύμετρο, ψηφιακές ενδείξεις για ώρα / γυρολόγιο / μερικό και ολικό χιλιομετρητή / τάση, και ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά / μεγάλη σκάλα / πίεση λαδιού / φλας / κόκκινη περιοχή στροφών
 
 
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
 
 
 
Ισχύς εργοστασίου (hp/rpm):
103 / 10.000
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm)
7,8 / 8.500
Ειδική ισχύς (hp/l):
137,7
Ελάχιστες στροφές για πλήρες
 
άνοιγμα γκαζιού με τελ. σχέση:
2.500
Κιλά/ίππο κενή / γεμάτη:
1,9
Θεωρητική τελική ταχύτητα (km/h):
266
Θεωρητική ταχύτητα (km/h) ανά
 
σχέση στο κόκκινο (11.000 rpm):
 
1:
103
2:
144
3:
182
4:
216
5:
244
6:
266
Στροφές κινητήρα στα 100 km/h:
4.135

 

Δοκιμή Kawasaki Z900RS: Υπενθυμίζοντας την ιστορία

Αναμνήσεις 50 ετών
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

28/1/2022

Η δοκιμή της έκδοσης RS του Kawasaki Z900, μαζί με ένα “ταξίδι στο παρελθόν” ή αν θέλετε ένα συγκριτικό με την πρώτη Z 900 του 1972 όπως δημοσιεύτηκε στο τεύχος 583 του περιοδικού ΜΟΤΟ:

 

 

Ο βασιλιάς επέστρεψε

Φτάσαμε η λαγνεία των ρετρό που κυριαρχεί στην εποχή μας να γίνει προϊόν που εκφράζεται απλά μ’ ένα στρογγυλό φανάρι, δύο στρογγυλά όργανα και μία υψηλότερη τιμή. Η Kawasaki όμως αποποιείται την πεπατημένη οδό, ρίχνει χρόνο και μπόλικη σκέψη και μας φέρνει μία σύγχρονη Ζ1, φτιαγμένη με πρωτόγνωρο σεβασμό απέναντι στην πορεία της μοτοσυκλέτας στο χρόνο!

Χρωμιωμένες εξατμίσεις με τριπλό πέρασμα για να παραμείνουν αναλλοίωτες, φτιαγμένες με τρόπο που δεν θα κιτρινίσουν με την χρήση κι ατελείωτες ώρες σε ηχομονωμένο θάλαμο μέχρι να βρεθεί η κατάλληλη ακουστική συχνότητα… Ποιος νέος αναβάτης στις μέρες μας μπορεί όλα αυτά να τα αντιληφθεί και αμέσως μετά να τα εκτιμήσει; Όταν το μόνο που βλέπει είναι ένας ασημένιος σωλήνας και σκέφτεται πώς να τον αντικαταστήσει; Σχεδιάζοντας μία γυμνή μοτοσυκλέτα πέφτεις γρήγορα σε μία μεγάλη σπαζοκεφαλιά καθώς προσπαθείς να κρύψεις καλώδια και να ομορφύνεις εξαρτήματα που διαφορετικά θα παρέμεναν κρυμμένα. Ο κόπος αυτός μάλιστα πολλαπλασιάζεται όταν πρόκειται για νεορετρό και κλασσικές. Επιπρόσθετα όμως, μόλις αποφασίσεις να φτιάξεις τα πράγματα όπως "τότε", ο πήχης της δυσκολίας ανεβαίνει ακόμα περισσότερο, και ο άθλος της οπτικής απλότητας στην σχεδίαση της μοτοσυκλέτας διογκώνεται σε βαθμό υπερθετικό…

Υπάρχουν επίσης ένα σωρό μοτοσυκλέτες του παρελθόντος που φτιάχτηκαν όπως φτιάχτηκαν, σε μία εποχή που η έννοια των προδιαγραφών και της βιομηχανικής πιστότητας των προϊόντων είχε μικρότερο ρόλο στη ζωή των ανθρώπων. Είναι αδιανόητο λοιπόν να εξιδανικεύσεις όλες τις μοτοσυκλέτες του παρελθόντος, παρόλο που ο πραγματικός ρετρολάγνος επιμένει ακριβώς σε αυτό. Το ’72 η Kawasaki έβγαλε στην παραγωγή το πρώτο των "Ζήτα", μία μοτοσυκλέτα που εξύψωνε κατασκευαστικά την ποιότητα και ήταν η πρώτη που καθιστούσε προσιτούς τους δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους. Δεν είναι λοιπόν μία τυχαία μοτοσυκλέτα από το παρελθόν, ούτε μία μοτοσυκλέτα σημαντική μονάχα για την Kawasaki. Πρόκειται για έναν σταθμό στην ιστορία των τετρακύλινδρων, έναν από τους θεμέλιους λίθους της μετέπειτα παγκόσμιας εξάπλωσης των γιαπωνέζων κατασκευαστών. Για αυτό και κάθε προσπάθεια αναπαραγωγής της πρέπει να συμβαίνει με τον αντίστοιχο σεβασμό κι ευτυχώς η Kawasaki πήρε πολύ σοβαρά αυτό το ρόλο, φτιάχνοντας τώρα ένα νέο σημείο αναφοράς: Κάθε νεορετρό μοτοσυκλέτα πρέπει να κατασκευάζεται με την ίδια προσοχή!

Το νέο Z900RS διαφέρει πολύ από το Z900 και όχι μόνο στην εμφάνιση, όπως ίσως θα περίμενε κανείς. Απεναντίας η ανάγκη της εμφανισιακής αλλαγής έχει παίξει σημαντικό ρόλο και στην συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας, με πρώτο και καλύτερο το νέο πλαίσιο. Σε σύγχρονο τετρακύλινδρο χιλίων κυβικών, η τοποθέτηση ενός ρεζερβουάρ σε σχήμα δάκρυ είναι δύσκολη υπόθεση ώστε να βρεθεί ο απαραίτητος χώρος για την κεφαλή, το φιλτροκούτι, τους αυλούς εισαγωγής και όλα όσα είναι πλέον απαραίτητα και δεν υπήρχαν στους αερόψυκτους κινητήρες πριν από σαράντα χρόνια. Για να είναι το αποτέλεσμα αισθητικά όμορφο, στα στενά όρια που θέτει η μαζική, βιομηχανική παραγωγή, πρέπει να καταναλωθεί μπόλικη φαιά ουσία και πολλές εργατοώρες.

Το πλαίσιο λοιπόν στο Z900RS σχεδιάστηκε από την αρχή, τόσο για να αλλάξει εμπρός ώστε να μαζευτεί στο χείλος του ρεζερβουάρ δίχως να προεξέχει, αλλά και για να προσδώσει διαφορετικά γεωμετρικά χαρακτηριστικά, πράγμα απαραίτητο για να ξεφύγει από την streetfighter λογική. Επιπρόσθετα η σέλα έπρεπε να γίνει επίπεδη, πράγμα που δεν θέλει ερώτημα, κι έτσι συνολικά το πλαίσιο σχεδιάστηκε από την αρχή. Το ρεζερβουάρ καταλήγει να είναι πιο φαρδύ από αυτό που θα περίμενε κανείς για το σχήμα, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε πως πρόκειται για μοτοσυκλέτα παραγωγής που περνά όλες τις σύγχρονες προδιαγραφές κι όχι για κάτι που έχει φτιαχτεί με μοναδικό γνώμονα την εμφάνιση. Συγκριτικά με το αερόψυκτο Ζ1 πριν από σαράντα χρόνια, ναι είναι φαρδύτερο και πιο επίπεδο, αλλοιώνοντας λίγο το σχήμα, όμως αυτό συμβαίνει όταν το κοιτάς όρθιος πάνω από την μοτοσυκλέτα. Από όλες τις υπόλοιπες γωνίες, το ρεζερβουάρ παραπέμπει άμεσα στην κατάλληλη εποχή, ιδιαίτερα με την εξαιρετική του βαφή σε κάθε χρωματικό συνδυασμό. Η Kawasaki έχει επιλέξει τρεις, αν και φυσικά το κλασσικό πορτοκαλί, ένα χρώμα με το οποίο έχει συνδέσει -και με αυτό- την ιστορία της και την ιστορία των Ζήτα, αναδεικνύει ακόμα καλύτερα την αυθεντικότητα του Z900RS.

Τετρακύλινδρη μουσική…

Δεν είναι ευρέως γνωστό, πέρα από τους πιστούς αναγνώστες του ΜΟΤΟ, όμως η οικογένεια των "Ζ" στην νεότερη εποχή έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με την ενίσχυση του ήχου από τον κινητήρα προς τα αυτιά του αναβάτη, ώστε να εμπλουτίζεται η εμπειρία της οδήγησης. Το φιλτροκούτι του Z900RS δεν ξεφεύγει από αυτή την νέα παράδοση, αν και στην περίπτωσή του προστέθηκε και ο σχεδιασμός των εξατμίσεων, που έχουν προσεχθεί και στον τομέα της πιστότητας του ήχου που παράγουν! Το αποτέλεσμα είναι να εισπράττεις έναν πραγματικά γνήσιο τετρακύλινδρο ήχο που στο άνοιγμα του γκαζιού γίνεται ευχάριστα μπάσος και σου δημιουργεί την εντύπωση πως τα κυβικά δεν είναι αυτά που ξέρεις, αλλά αρκετά περισσότερα. Η αιτία γι' αυτό είναι ο βαρύτερος στρόφαλος κατά 12% σε σχέση με του Ζ900, με παράλληλη γενναία μείωση της συμπίεσης και πιο ήπιους εκκεντροφόρους χρονισμού. Το αυξημένο φρένο κινητήρα συγκριτικά με το Ζ900, περιορίζει την επίδρασή του με την μείωση της συμπίεσης και του μικρότερου ορίου στροφών κι έτσι σε έναν επαρχιακό, γεμάτο στροφές δρόμο, οδηγείς σβέλτα ανοιγοκλείνοντας το γκάζι χωρίς πολλές αλλαγές, δίχως να διαταράσσεις περισσότερο την ισορροπία των αναρτήσεων.

Η Kawasaki έχει καταφέρει να αναπαραστήσει αυτό τον τρόπο λειτουργίας απευθείας από το Ζ1, μεταμορφώνοντας πλήρως την streetfighter οπτική που είχε προηγουμένως αυτός ο κινητήρας. Κατεβαίνοντας από την σέλα του Z1 για την σέλα του Z900RS, γίνεται άμεσα αντιληπτό πως μοιράζονται τα ίδια γονίδια, παρά την τεράστια χρονολογική τους απόσταση. Είναι αστείο που το Ζ1 δυσκολευόταν να κρατήσει ρελαντί όσο ήταν κρύο και αντίστοιχα το Ζ900RS έσβηνε εκείνη την ημέρα, σαν να το είχε πιάσει η τάση να αντιγράψει τον πρόγονό του. Το πρώτο "Ζ" είχε όλα τα χρόνια την φήμη μίας αξιόπιστης, πολύ γρήγορης μοτοσυκλέτας που όμως παρουσίαζε αστάθεια στα πολλά χιλιόμετρα απαιτώντας προσοχή. Αντίστοιχα το Z900RS ελαφραίνει τον εμπρός τροχό μόλις ανοίξεις τέρμα το γκάζι και γίνεται πιο νευρικό μετά τα 200km/h. Ωστόσο τώρα τα πράγματα είναι με το μέρος του αναβάτη, αφού μία μικρή αύξηση της προφόρτισης στο πιρούνι και μείωση των αποσβέσεων, με ταυτόχρονη μείωση της προφόρτισης στο αμορτισέρ, αλλάζουν πολύ την συμπεριφορά του RS και την κάνουν πιο προβλέψιμη. Με τις ποιοτικές αναρτήσεις που ρυθμίζονται, η Kawasaki αφήνει στον ιδιοκτήτη την επιλογή για τον τρόπο που θέλει να οδηγήσει, με τις στάνταρ ρυθμίσεις να είναι ιδανικές για έως και γρήγορη βόλτα.

Σε κάθε ρυθμό οδήγησης, βολτάροντας ή κυνηγώντας τις streetfighter όταν βαλθείς να αποδείξεις από πού προέρχεται το RS, η θέση οδήγησης παραμένει εξαιρετική. Το τιμόνι είναι πιο ψηλά τοποθετημένο, αλλά με την στάση του σώματος του αναβάτη να είναι πιο όρθια και τα μαρσπιέ χαμηλότερα, αισθάνεσαι άνετα ακόμα κι όταν σκύβεις μπροστά για να περιορίσεις την αντίσταση του αέρα. Με την αλλαγή της εργονομίας, δεν είναι πλέον δύσκολο να βυθίσεις τα μαρσπιέ στην άσφαλτο όταν η πρόσφυση δεν είναι η καλύτερη που θα μπορούσες να έχεις. Πρώτα γιατί είναι τοποθετημένα λίγο πιο χαμηλά κι έπειτα γιατί το γλίστρημα του εμπρός τροχού δεν έρχεται ποτέ απότομα, δίνοντάς σου μεγάλα περιθώρια αντίδρασης και την δυνατότητα να αισθάνεσαι εμπιστοσύνη ανεξαρτήτως της ποιότητας του δρόμου.

Γνήσιο Ζήτα…

Ιδιαίτερα προοδευτικό το αμορτισέρ, αναλαμβάνει να μην τερματίζει την λειτουργία του είτε με ένα, είτε με δύο άτομα στη σέλα, ενώ μόλις αρχίσεις να χρησιμοποιείς έντονα το εμπρός φρένο, συνολικά η πίσω ανάρτηση αναλαμβάνει με την σειρά της να κρατήσει τον τροχό στο έδαφος. Με αυτή την μικρή διαφοροποίηση στις ρυθμίσεις που περιγράφεται πιο πάνω το Z900RS δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από ένα streetfighter, ενώ κατά περίπτωση μπορεί να είναι ταχύτερο και από το Ζ900, από την στιγμή που έχει κοντύτερη πρώτη σχέση και λίγο μεγαλύτερη ροπή μέχρι τις 7.000 στροφές, ενώ η έκτη είναι λίγο πιο μακριά σε σχέση με το γυμνό αδερφάκι του. Η ακαμψία του πλαισίου είναι δεδομένη, οι αναρτήσεις βυθίζονται προοδευτικά στο δυνατό φρενάρισμα και ο κινητήρας σου χαρίζει για συντροφιά έναν μπάσο ήχο με το δεξί σου χέρι να έχει μπόλικη περίσσεια ροπής. Πρόκειται για μοτοσυκλέτα που σε προκαλεί να κάνεις μία όμορφη βόλτα μαζί της, την ίδια στιγμή που σε βάζει στην πρίζα μόλις ανοίξεις το γκάζι, καθώς ανταποκρίνεται άμεσα ξυπνώντας τις σπορ καταβολές της. Αυτή η μεταμόρφωση είναι χαρακτηριστική του Ζ900RS, κι αποτελεί ένα από τα βασικά προτερήματά του, καθώς συγχωνεύει πλήρως το παλιό και το νέο…

Από τις αγαπημένες λεπτομέρειες, είναι οι ψύκτρες που τοποθετήθηκαν στο μπλοκ των κυλίνδρων του υδρόψυκτου κινητήρα, ανήκοντας σε εκείνη την περίπτωση που τώρα που τις βλέπεις, δεν γίνεται να τον φανταστείς χωρίς αυτές. Το φίλτρο λαδιού δείχνει λίγο παράταιρο, αλλά μονάχα από την αριστερή πλευρά και μονάχα αν πέσει το μάτι σου επάνω του. Αυτό βέβαια δεν είναι δύσκολο, καθώς το Z900RS σε προκαλεί να το περιεργαστείς, πολύ περισσότερο από άλλες μοτοσυκλέτες της κατηγορίας του, με τον τρόπο που προσεγγίζει την κουλτούρα των ρετρό, έχοντας όμως φτιαχτεί αντίστοιχα και όχι απλά μασκαρευτεί σε παλαιότερη μοτοσυκλέτα. Το μεγάλο του μυστικό είναι πως δεν ντύθηκε σαν το Ζ1, δεν είναι μία streetfighter με μάσκα και βαμμένα μαλλιά, αλλά η Kawasaki το έχει φτιάξει με την ίδια προσοχή και φροντίδα. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70 ήταν τέτοια η επιτυχία των πρώτων ιαπωνικών τετρακύλινδρων σε σειρά κινητήρων, που πολύ σύντομα οι Αμερικάνοι δημιούργησαν ένα γενικευμένο όρο για να περιγράψουν ολόκληρη την κατηγορία που αποτέλεσε το εφαλτήριο για την ιαπωνική εξάπλωση σε όλο τον κόσμο. Οι UJM ("Universal Japanese Motorcycle") κυρίευσαν την Αμερική κι όλο τον κόσμο, όμως η αρχική τους επιτυχία στηρίχθηκε σε πολύ λίγα μοντέλα, όπως το CB750 της Honda και το Kawasaki Ζ1. Παρά τον έντονο ανταγωνισμό με δικύλινδρες ευρωπαϊκές, σε μία εποχή που οι μοτοσυκλέτες δεν πωλούσαν εκατομμύρια, αυτές οι μοτοσυκλέτες ξεχώριζαν ως κατασκευή και τρόπο λειτουργίας. Η τεράστια επιτυχία της Kawasaki με το Z900RS, δεν είναι πως κατάφερε να αλλάξει μία streetfighter ώστε να μοιάσει με το θρυλικό Ζ1, αλλά πως μετέφερε αυτή ακριβώς την λειτουργία στο νέο μοντέλο. Ο ρομαντισμός με τον οποίο σε περιβάλλει όταν την οδηγείς, φτιάχνοντάς σου την ημέρα μόλις ανεβαίνεις στη σέλα της, ήταν ο στόχος και τον έχει πετύχει πλήρως!

---------------

Kawasaki Z1 – Το αστέρι στο δρόμο του θρύλου

Η εμπορική πορεία του πρώτου Ζ, δεν είναι ούτε άγνωστη, ούτε δύσκολο να την φανταστεί κανείς από την στιγμή που το όνομά του μεσουρανεί για περισσότερα από 40 χρόνια τώρα. Αυτό που δεν έχει φωτιστεί ιδιαίτερα, είναι οι συγκυρίες και οι ταραγμένες συνθήκες στις οποίες κατάφερε να δημιουργήσει παγκόσμιο πάταγο.

Την δεκαετία του ’70 η παγκόσμια αγορά της μοτοσυκλέτας είχε πολλές ομοιότητες με την κατάσταση που ζούμε σήμερα στην Ελλάδα: Εκείνοι που αγόραζαν νέες μοτοσυκλέτες ήταν λίγοι και μετακινούνταν όπως τα αποδημητικά πουλιά: Όλοι μαζί! Όταν λοιπόν σημείωνε επιτυχία ένα μοντέλο ήταν καθολική και ολοκληρωτική, με τους υπόλοιπους να απέχουν με διαφορά χιλιάδων μονάδων. Η εμφάνιση, η οδηγική συμπεριφορά, ακόμα και η ποιότητα κατασκευής ερχόντουσαν μάλιστα σε δεύτερη μοίρα, με κυριότερο αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό τις επιδόσεις.

Με την εμφάνιση του Honda CB750 το ’68 ως πρωτότυπο με στόχο να ριχθεί στην αρένα των αμερικάνικων αγώνων, η ΑΜΑ θεώρησε πως είχε έρθει η ώρα να βελτιωθεί η ποικιλομορφία στους αγώνες, αλλάζοντας τον κανονισμό για τα κυβικά. Οι ευρωπαϊκές εταιρίες και η H-D που κυριαρχούσαν στους αγώνες, απάντησαν αμέσως με νέα μοντέλα, οι Ιάπωνες ωστόσο χρειαζόντουσαν λίγο χρόνο βελτίωσης. Η Kawasaki είχε ήδη κάνει πάταγο με το δίχρονο, τρικύλινδρο H2, την μοτοσυκλέτα που την αποκαλούσαν "widowmaker" και την θεωρούσαν την ταχύτερη "σκοτώστρα" παραγωγής, αυξάνοντας τις πωλήσεις της, ακριβώς για αυτό το λόγο. Εκεί ήταν που ο τετράχρονος, τετρακύλινδρος εν σειρά την Honda θα έκανε την διαφορά με την γραμμική του συμπεριφορά, πράγμα που κάνει ακόμα πιο εύκολα κατανοητό την απογοήτευση των μηχανικών της Kawasaki, καθώς επί δύο χρόνια εξέλισσαν το δικό τους 750! Αν το έβγαζαν στην παραγωγή, θα ήταν σαν να αντιγράφουν, ενώ στην πράξη ήταν πρώτοι. Πιο σημαντική διαφορά όμως, είναι μία ελάχιστα γνωστή λεπτομέρεια, μία λεπτομέρεια που φανερώνει την τεράστια διαφορά νοοτροπίας παρά την κοινή κατάληξη της σκέψης. Τα στελέχη της Honda και μαζί ο ίδιος ο Soichiro, χρειάστηκε να ταξιδέψουν στις ΗΠΑ και να τους πείσουν οι dealers πως η αγορά χρειαζόταν μία μεγαλύτερη μοτοσυκλέτα και μάλιστα καθόρισαν τα 750 κυβικά ως ιδανικό όριο. Για την Kawasaki αυτό ήταν ένα λογικό βήμα με κινητήρια δύναμη το πάθος, αντί του άγχους των καλύτερων πωλήσεων. Ωστόσο η Honda τους είχε προλάβει κερδίζοντας τον τίτλο της πρώτης superbike. Λίγο αργότερα η BMW με το R90S θα κέρδιζε τον τίτλο του πρώτου "πραγματικού superbike" με βασικό κριτήριο την εξωτική για την εποχή κατασκευή και την υψηλή τιμή. Ταυτόχρονα όμως, σε αυτό το τόσο ταραχώδες κι αβέβαιο σκηνικό, η Kawasaki θα έβγαζε στην παραγωγή το Z1, την απάντησή της απέναντι σε όλους!

Πατώντας πάνω στο σχέδιο του δικού της 750 που δεν το έβγαλε στην παραγωγή, αυξάνει τον κυβισμό στα 903 κυβικά και δημιουργεί παγκόσμιο πάταγο. Με τίτλο "η ταχύτερη παραγωγής" κλέβοντας τα σκήπτρα από την δική της Η2, το πρώτο Ζ1 έγινε ανάρπαστο από το πρώτο λεπτό που το αντίκρυσε ο κόσμος. Ένα κοινό που μετρούσε πολύ τις επιδόσεις, αλλά είχε επίσης αρχίσει να προσμετρά την ποιότητα κατασκευής και τις νέες μηχανολογικές λύσεις. Μέχρι τότε η MV Agusta ήταν η μόνη μοτοσυκλέτα παραγωγής με δύο επικεφαλής εκκεντροφόρους, κοστίζοντας όσο μία μικρή έπαυλη, όμως το Ζ1 της Kawasaki είχε και την μισή τιμή και τους δύο εκκεντροφόρους κερδίζοντας σε ευστροφία τον ανταγωνισμό του! Οι εκτεταμένες δοκιμές των μηχανικών στην προηγούμενη έκδοση των 750 κυβικών που παραλίγο να βγει στην παραγωγή, ήταν η καλύτερη βάση για το Ζ1 που απευθείας κέρδισε σε αξιοπιστία. Την ίδια στιγμή που η Honda είχε αντιμετωπίσει προβλήματα με το 750 δύο χρόνια πριν, όταν το έβγαλε για πρώτη φορά στην παραγωγή.

Ο κινητήρας της Kawasaki ήταν τότε ο πρώτος που δικαιολογούσε τον χαρακτηρισμό που θα γινόταν κλισέ μία δεκαετία αργότερα, καθώς ήταν σκληρός σαν "διαμάντι"!        Όλες οι δοκιμές έδειχναν το ίδιο, πως ο κινητήρας αυτός ήταν πιο αποδοτικός και ταυτόχρονα πιο αξιόπιστος από κάθε άλλον, μονάχα που οδηγικά το Ζ1 ήταν ατίθασο και έπασχε από έλλειψη σταθερότητας στις υψηλές ταχύτητες. Η Kawasaki θέλησε να κάνει κάτι για αυτό, ιδιαίτερα από την στιγμή που είχε ήδη την Η2 στην γκάμα της, μία ατίθαση μοτοσυκλέτα με ένα κάρο παρατσούκλια, κι έτσι ανέθεσε σε Αμερικάνο δημοσιογράφο του ειδικού τύπου να την βελτιώσει οδηγικά. Μέσα στην πάροδο ενός έτους πολλές μοτοσυκλέτες προπαραγωγής ταξίδεψαν στις ΗΠΑ και τα Ζ1 έφτασαν μέχρι και την πόρτα των αγώνων. Ο θρύλος λέει μάλιστα πως τις είχαν μασκαρέψει σαν CB750 για να τα καταφέρουν… Η Ζ1 αν και βελτιωμένη, συνέχισε τελικά να μην είναι η πιο σταθερή και προβλέψιμη μοτοσυκλέτα παραγωγής εκείνη την στιγμή. Ήταν όμως η ταχύτερη, η πιο αξιόπιστη και τεχνολογικά μπροστά από την εποχή της. Έσπασε κάθε πρόγνωση για τις πωλήσεις και εδραίωσε την οικογένεια των "Ζ" σε μία δύσκολη εποχή που ολόκληρες εταιρίες έκλειναν από την αποτυχία ενός και μόνο μοντέλου. Από το ’76 και μετά η Kawasaki το ονόμασε Z900, συνεχίζοντας να διαπρέπει ως μία από τις πιο δυνατές τετρακύλινδρες ιαπωνικές, προετοιμάζοντας το έδαφος για την KZ του Eddie Lawson και έναν νέο κύκλο δόξας…

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           

Αντιπρόσωπος:

ΤΕΟΜΟΤΟ Α.Ε.

Τιμή:

€9.890

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ

Μήκος (mm):

2.100

Ύψος (mm):

1.150

Μεταξόνιο (mm):

1.470

Απόσταση από το έδαφος (mm):

130

Ύψος σέλας (mm):

790

Ίχνος (mm):

98

Γωνία κάστερ (˚):

25

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

700

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

470

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

870

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

450

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

215,5kg (χωρίς καύσιμο: 203,8kg)

Πίσω

48%

Εμπρός

52%

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

+0,5%

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο σωληνωτό

Πλάτος (mm):

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/215

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετρακύλινδρος, υγρόψυκτος σε σειρά με 4 Β/Κ

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

73,4 Χ 56

Χωρητικότητα (cc):

948

Σχέση συμπίεσης:

10,8:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

111/8.500

Ροπή (kg.m/rpm):

10/6.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

117

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός 36mm

Σύστημα εξαγωγής:

4 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Μονόδρομος με υποβοήθηση

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια / 1.627

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα/ 2.800

 

Σχέσεις / km/h ανά 1.000 rpm

1η

2.917

2α

2.059

3η

1.650

4η

1.409

5η

1.222

6η

0.967

 

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Km/h

Sec

Μέτρα

0-50

1,7

11

0-100

3,5

48

0-150

5,8

135

0-200

12

399

0-250

 

 

 

ΑΠΟΣΤΑΣΗ ΑΠΟ ΣΤΑΣΗ

Μέτρα

Sec

km/h

0-400

11,01

199

0-1.000

22

222

 

ΕΙΚΟΝΙΚΟ ΠΡΟΣΠΕΡΑΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

80-140

2,4

75

 

ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗ ΕΝ ΚΙΝΗΣΕΙ (sec/μέτρα)

Km/h

4η

5η

6η

40-80

6,4/40

2,8/46

3,3/55

80-120

2,2/62

2,7/74

3,3/94

120-160

2,3/95

2,9/113

4,20/265

160-200

-

4,2/213

23/824

200-240

-

-

-

 

ΦΡΕΝΑΡΙΣΜΑ

Km/h

Sec

Μέτρα

120-40

2,4

52,3

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

1,8

Πραγματικά

1,7

2,1

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μοχλισμού με μονό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

140

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου απόσβεση συμπίεσης/επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

5,5 Χ 17

Ελαστικό:

180/55-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δίσκος 250mm με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

ταχύμετρο, στροφόμετρο και πλήρες trip-master full LED φώτα εμπρός και πίσω, ρυθμιζόμενο traction control, ABS

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Upside-Down τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

41 / 120

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου / απόσβεση συμπίεσης / επαναφοράς

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 Χ 17

Ελαστικό:

120/70-17

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

Δύο δίσκοι 300mm με monoblock radial δαγκάνες 4 εμβόλων και ABS

 

ΔΥΝΑΜΟΜΕΤΡΗΣΗ

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

95,35 / 7.700

Ροπή (kg.m/rpm):

9.1 / 6.200

 

ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

Σκαρφαλώνει απότομα η ροπή και στις 2.800 ρίχνει άλλη μία κλωτσιά που διαρκεί έως τις 4.100! Εξαιρετική δύναμη παντού για τον γραμμικό τετρακύλινδρο με μία ελάχιστη καμπύλη στις 4.500 που υπάρχει μόνο στο διάγραμμα και δεν γίνεται αντιληπτή στο δρόμο! Το ίδιο συμβαίνει και στις 2.800 που η εξαιρετική ευστροφία διώχνει από το χέρι στο γκριοπ κάθε υποψία σκαλοπατιού απόδοσης

 

ΓΡΑΦΗΜΑΤΑ

 

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

7,7

Ελάχιστη

5,5

Μέγιστη

10

Αυτονομία (km):

220

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

40

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

17/3