Ducati 749S (2002-2006): Αρχείο περιοδικού ΜΟΤΟ

Η έκπληξη!
27/6/2019

H 749 S ήταν η μοτοσυκλέτα που εξάπλωσε την ριζική αλλαγή που έφερε η 999 στα superbikes, και στα supersport της Ducati. Ακολουθώντας μια διαφορετική σχεδιαστική προσέγγιση, oι 749 και 749S που οδηγήσαμε στην πίστα της Almeria, απέδειξαν ότι όσο κι αν αλλάζει το περιτύλιγμα, ένα Ducati θα είναι πάντα ένα Ducati. Παρέα με τον Ruben Xaus διαπιστώσαμε από πρώτο χέρι πώς με ένα supersport απολαμβάνεις πραγματικά την οδήγηση μέσα σε μια πίστα.

Το άρθρο προέρχεται από το αρχείο του περιοδικού ΜΟΤΟ και αναδημοσιεύεται από την αρχική του μορφή δίχως αλλαγές. Αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του περιοδικού, μαζί με τις φωτογραφίες που το συνοδεύουν. Απαγορεύεται οποιαδήποτε αντιγραφή, οικειοποίηση μέρους ή του συνόλου του κειμένου και των φωτογραφιών, παραλλαγή ή χρήση πέραν της ανάγνωσης

Η έκπληξη!

Ποτέ μην παίρνετε τίποτε για δεδομένο. Ποτέ μη βασίζεστε στα πράγματα που νομίζετε ότι γνωρίζετε. Αυτό το μήνυμα μας "πέρασε" η παρουσίαση της Ducati 749. Εκεί που νομίζεις ότι όλες οι ποσότητες είναι δεδομένες και ότι το κάθε τι είναι προβλέψιμο και υπολογίσιμο, η 749S μάς θύμισε ποιο είναι εκείνο το χαρακτηριστικό που κάνει τη δουλειά του δοκιμαστή ευλογημένη: η έκπληξη!

Τα νούμερα στα χαρτιά, οι τεχνικές αναλύσεις, ακόμη και η εμφάνιση, είναι η μία όψη του νομίσματος σε μια μοτοσυκλέτα. Η άλλη όψη κυλάει πάνω στην άσφαλτο, μιλάει με τα επινεφρίδια, επικοινωνεί με τον εγκέφαλο, συνδέεται με τον δεξή καρπό, ενώνεται "εις σάρκαν μίαν" με τον αναβάτη. Εκεί, η ορθότητα ή μη όλων αυτών των επιλογών μετριέται με χρόνους και αίσθηση, και συχνά αυτό που περιμένεις διαβάζοντας τις περγαμηνές δεν είναι αυτό που τελικά εισπράττεις από την οδήγηση.

Στην περίπτωση της 749, η έκπληξη αυτή είναι υπέρ της μοτοσυκλέτας, καθώς τα νούμερα στους πίνακες των τεχνικών χαρακτηριστικών της μας είχαν κάνει να αμφιβάλλουμε για το κατά πόσο συγκαταλέγεται στα συν μιας κατασκευής το να έχει ίδιο βάρος με ένα από τα βαρύτερα δικύλινδρα 1.000άρια (βλ. 999) και, ταυτόχρονα, λιγότερη δύναμη. Το μυστικό της επιτυχίας κρύβεται στο πώς κατανέμεται αυτή η δύναμη, και στο πως μπορεί ο αναβάτης να τη διαχειριστεί. Στο πώς η ίδια η μοτοσυκλέτα κρύβει το βάρος που τρομάζει, και αναδεικνύει τα χαρακτηριστικά της εκείνα που αποτελούν χείρα βοηθείας στον πεινασμένο για σπορ οδήγηση αναβάτη.

Η 749S των ονείρων μας. Όλα τα στολίδια της Ducati Performance για τη μοτοσυκλέτα, τοποθετημένα σε μια έξαρση του after market καταναλωτισμού. Carbon με το τσουβάλι, ελαφρύτερο τελικό, διχρωμία, διαφορετικές ζάντες μαγνησίου, μαγνήσιο και για το υποπλαίσιο των προβολέων, αλυσίδα αγωνιστικού τύπου, και ο κατάλογος συνεχίζεται…

 

Κατ' εικόνα και καθ' ομοίωση

Το ιερό βιβλίο της Ducati λέει πως ο βενιαμίν της οικογένειας των superbike της Ducati ακολουθεί το μονοπάτι που χαράζει η ναυαρχίδα. Έτσι έγινε με την 748, έτσι έγινε και με την 749. Με το που άλλαξε σελίδα –σχεδιαστικά και τεχνολογικά– η Ducati με την 999, αυτομάτως ακολούθησε και η νέα γενιά στην κατηγορία των supersport. Εμφανισιακά η 749 είναι… μονοζυγωτικό δίδυμο της πληθωρικότερης σε χωρητικότητα αδερφής. Ο Pierre Terblanche δεν σχεδίασε μια μοτοσυκλέτα, αλλά ολόκληρη οικογένεια. Οι γραμμές και οι καμπύλες είναι βγαλμένες από καρμπόν, όπως το πλαίσιο και το μακρύτερο κατά 15mm δίμπρατσο ψαλίδι, που έκλεισε το μονόμπρατσο της προηγούμενης γενιάς στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας, και ταυτόχρονα μεγάλωσε και το μεταξόνιο κατά 10mm. Το πλεονέκτημα των υπό γωνία ρεγουλατόρων για το σταθερό ύψος του άξονα κατά τη ρύθμιση της αλυσίδας έχει βεβαίως διατηρηθεί, όπως έχουν διατηρηθεί όμως και τα ουκ ολίγα κιλά – 199 για την έκδοση "S" και 197 για την απλή.

Λογικό επακόλουθο, καθώς, πέρα από τα δομικά στοιχεία, η αιμοδοσία μεταξύ 999 και 749 συνεχίζεται και στον κινητήρα. Για πρώτη φορά, η Ducati χρησιμοποιεί στη μεσαία κατηγορία κυβικών τον κινητήρα Testastretta, ρίχνοντας το "Στενοκέφαλο" μοτέρ στην πιο καυτή κατηγορία της νέας χρονιάς. Η περιεχόμενη γωνία των βαλβίδων είναι πλέον στις 27ο, ο θάλαμος καύσης έχει γίνει ακόμη πιο επίπεδος, ενώ η μικρότερη διαδρομή επιτρέπει το ανέβασμα περισσότερων στροφών χωρίς να επηρεάζεται η αξιοπιστία, καθώς το πιστόνι αποκτά μικρότερη γραμμική ταχύτητα (21,6m/sec). Πέρα από τον διαφορετικό στρόφαλο και τη μικρότερη διάμετρο των εμβόλων, επανασχεδιασμένες σε σχέση με την 999 είναι και οι δίοδοι του ψυκτικού και του λαδιού της κεφαλής, οι οποίες μελετήθηκαν και διαμορφώθηκαν σε συνεργασία με την Ducati Corse, με τη μέθοδο ανάλυσης CFD (Computational Fluid Dynamics), για πιο αποδοτικά αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την απαγωγή της θερμότητας.

Στα… προάστια του Τestastretta η περιήγηση θυμίζει το "στα ίδια μέρη θα ξαναβρεθούμε", με τα αντηχεία τύπου Helmholtz στις εισαγωγές του Ram Air να φροντίζουν ώστε να μη σου παίρνει τα αυτιά η βίαιη εισβολή του αέρα στο αυξημένης χωρητικότητας (12,5 λίτρα) φιλτροκούτι, αλλά ταυτόχρονα να μη θυσιαστεί μέρος της απόδοσης του Ram Air, ενώ η τεχνολογία CAN (Controller Area Network) που μειώνει στο ελάχιστο την χωροταξία των ηλεκτρικών έχει μεταφερθεί αυτούσια από την 999, τόσο στο κάτω αριστερό μέρος της μοτοσυκλέτας, με τη μπαταρία και την κεντρική ηλεκτρονική μονάδα, όσο και στο ρύγχος, όπου φιλοξενούνται οι προβολείς, οι ασφαλειοθήκες και το ηλεκτρονικό πολυόργανο. Δύο καλώδια αρκούν για να μεταφέρουν τις πληροφορίες από τους αισθητήρες στο κατάλληλο σημείο ελέγχου, κι από εκεί μέσω του δικτύου γίνεται η διαχείριση όλου του συστήματος. Το μόνο που χρειάζεται με όλα αυτά τα ηλεκτρονικά gadgets είναι να μη μπερδευτεί κανείς και νομίσει ότι οδηγεί ηλεκτρονικό υπολογιστή, και προσπαθήσει να κάνει επανεκκίνηση του λειτουργικού εν κινήσει. Δεν πιάνει…

Το μπροστινό είναι ένα ανεστραμμένο πιρούνι της Showa, και σηματοδοτεί τον λαβύρινθο των διαφορών και των ομοιοτήτων μεταξύ των δύο εκδόσεων της 749. Στην έκδοση "S" το πιρούνι έχει επίστρωση TiN (νιτρίδια τιτανίου), ενώ στην ίδια έκδοση η γωνία κάστερ ρυθμίζεται σε τρεις θέσεις με εύρος 1ο, από 23,5ο σε 24,5ο, κάτι που δεν συμβαίνει στην απλή 749. Το αμορτισέρ της απλής έκδοσης προέρχεται από τη Boge, σε αντίθεση με της "S" που κατασκευάζεται από τη Showa, με ίδια όμως διαδρομή, ενώ στην ακριβότερη "S" ο υποψήφιος ιδιοκτήτης έχει και τη δυνατότητα να επιλέξει ανάμεσα σε biposto ή monoposto (όπου υπάρχει και η δυνατότητα ρύθμισης του ενιαίου κομματιού ρεζερβουάρ – σέλας – ουράς κατά 20mm), κάτι που δεν υπάρχει ως εναλλακτική στο απλό διθέσιο 749. Καταλάβατε…;

 

Λούνα… track!

Η πίστα της Almeria έχει γίνει κάτι σαν δεύτερο σπίτι μας. Κάτι το ήπιο κλίμα της Ανδαλουσίας, κάτι η νεότητα της κατασκευής, το Circuito de Almeria e Tabernas έχει γίνει μια από τις δημοφιλέστερες πίστες για παρουσιάσεις, αλλά και δοκιμές αγωνιστικών ομάδων. Κύριο χαρακτηριστικό της είναι η τεχνική και η πολύ καλή γνώση που απαιτεί. Υψομετρικές διαφορές, τρεις τυφλές πολύ γρήγορες στροφές, καθώς και ένα εσάκι που σε κάνει να αισθάνεσαι κλειστοφοβία, είναι μερικά από τα highlights αλλά και τα στοιχεία που συνθέτουν την ικανή και αναγκαία συνθήκη για να οδηγήσει κανείς γρήγορα εκεί μέσα: τη ροή. Το μεγαλύτερο μέρος της πίστας δεν απαιτεί "σκίσιμο" της μοτοσυκλέτας, και οι αλλαγές των σχέσεων περιορίζονται στο ελάχιστο. Το γκάζι καθορίζει τη σωστή γραμμή, και λάθη απλώς δεν χωράνε.

Δείξτε μου κάποιον που ισχυρίζεται ότι η 749S διατηρεί το απόλυτο του χαρακτήρα της 748, κι εγώ θα σας δείξω έναν ψεύτη

 

Πάνω σ' αυτούς τους άξονες κινήθηκαν και οι άνθρωποι της Ducati, σύμφωνα με τον Andrea Ferraresi, project engineer της 749, για να κατασκευάσουν τη μοτοσυκλέτα. Ούτε υπερβολική δύναμη ούτε ακραία και απόλυτη συμπεριφορά. Αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Το μέλλον θέλει μεν αμεσότητα στις αντιδράσεις, αλλά ταυτόχρονα και φιλικό χαρακτήρα.

Οι νωπές ακόμη μνήμες από την οδήγηση της 999 βγήκαν στην επιφάνεια με το που ανεβήκαμε στις σέλες των 749S – η απλή έκδοση απουσίαζε από την παρουσίαση. Το σοκ μπορεί πλέον να είναι μικρότερο, αλλά… παραμένει σοκ το να ανεβαίνεις πάνω σε μια Ducati και να αισθάνεσαι ότι επιτέλους οι Ιταλοί έμαθαν τί πάει να πει "βολικότητα και φιλική θέση οδήγησης πάνω σε μοτοσυκλέτα". Από την άλλη, κανένας συμβιβασμός δεν έχει γίνει σε ό,τι αφορά την –όχι μόνο οπτική, αλλά και ουσιαστική– επιθετικότητα που σε καταλαμβάνει με το που πιάνεις τα κλιπόν. Τα γόνατα σχεδόν… ακουμπούν μεταξύ τους, και το μόνο που τα χωρίζει είναι ένα λεπτό κομμάτι μετάλλου και σωλήνων, από το ρεζερβουάρ και το πλαίσιο αντίστοιχα. Το βάρος δεν κάνει πια τους καρπούς να βασανίζουν τα νεύρα που τους διαπερνούν στέλνοντας μηνύματα πόνου και κούρασης στο εγκέφαλο. Οι άνω του μετρίου αναβάτες θα ρυθμίσουν αμέσως τα μαρσπιέ στη χαμηλότερη θέση, και οποιοδήποτε ψήγμα γκρίνιας θα πνιγεί μέσα στην πληθώρα των εναλλακτικών ρυθμίσεων που διαθέτουν οι λεβιέδες και τα μαρσπιέ.

Ο V-2 90ο ζωντανεύει συντονίζοντας τους παλμούς των πιστονιών με τους καρδιακούς παλμούς. Οι κραδασμοί είναι λιγότεροι από της 999 (ελαφρύτερες κινούμενες μάζες γαρ), αλλά και πολύ λιγότεροι από της 748. Οι 103 ίπποι που ανακοινώνει η Ducati κάνουν θαύματα από την εκκίνηση κιόλας, αλλιώς δεν εξηγείται το γεγονός ότι η 749S ξεκινάει πιο γρήγορα από… τα κιλά της, αφήνοντάς τα πίσω να ακολουθούν και να μη φτάνουν. Η κατανομή των μαζών και ο τρόπος με τον οποίο τοποθετείται ο αναβάτης πάνω στη μοτοσυκλέτα συνεργάζονται άριστα για το συγκεκριμένο αποτέλεσμα.

Η έξοδος των pits είναι, ουσιαστικά, λίγο πριν την είσοδο της πρώτης δεξιάς ανηφορικής στροφής, και η τρίτη σχέση έχει "πακτωθεί" για τουλάχιστον τα επόμενα δύο χιλιόμετρα της διαδρομής. Το πρώτο χάσιμο μετά το ανηφορικό κομμάτι έχει ήδη καταπιεί δύο ανυποψίαστους συναδέλφους, και τα αντανακλαστικά βρίσκονται σε ετοιμότητα. Ελαφρύ κλείσιμο του γκαζιού, χαστούκι δεξιά σε σημείο που απλώς… θυμάσαι και χούφτωμα για γρήγορη έξοδο. Ασυναίσθητα, το αριστερό πόδι πατάει το εξωτερικό μαρσπιέ παραπάνω, για το φόβο των Ιουδαίων και του highsiding. Περιττό: Η δύναμη μεταξύ 5.000 και 7.000 σ.α.λ. παρέχεται τόσο γλυκά, που κινδυνεύεις περισσότερο από σάκχαρο παρά από γλίστρημα του πίσω τροχού. Το μακρύτερο ψαλίδι περιορίζει τη μεταφορά υπερβολικού βάρους προς τα πίσω κατά την επιτάχυνση και οι δύο τροχοί πατάνε στην άσφαλτο με σιγουριά. Το άπλωμα της δύναμης πάνω από τις 7.500 στροφές συνεχίζεται πιο επιθετικά, αλλά όχι ανησυχητικά, σταματώντας λίγο πριν τις 10.000 για την είσοδο της αριστερής παρατεταμένης.

Τσίμπημα στα φρένα πριν την είσοδο, ίσα για να ανακαλύψεις ότι χρειάζονται… χάδι. Επιτέλους, τα φρένα της Brembo απέκτησαν –όπως και στην 999– ουσία, δύναμη και αποτελεσματικότητα. Μέχρι βεβαίως να επεξεργαστεί ο εγκέφαλος αυτή την πληροφορία, η παρατεταμένη αριστερή τρώει μέταλλο από το σταντ, το οποίο βρίσκει στις οριακές κλίσεις. Η έξοδος απαιτεί επιτάχυνση, και, παρά τη διάρκεια της δύναμης ψηλά, αποτέλεσμα των πιο υπερτετράγωνων διαστάσεων και της υψηλότερης συμπίεσης, οι πρώτες εντυπώσεις όσων οδήγησαν τη μοτοσυκλέτα μιλούσαν για έλλειψη δύναμης. Το πρόβλημα όμως δεν είναι αυτό. Ίσα-ίσα, η 749 είναι πολύ πιο κοντά στις ιπποδυνάμεις που "παίζουν" στην κατηγορία της (η Ducati ανακοινώνει 103 ίππους, και μας έχει συνηθίσει σε ειλικρινείς ανακοινώσεις) απ' ό,τι η 999. Το πρόβλημα είναι το βάρος, το οποίο ανεβάζει το λόγο κιλών ανά ίππο – και είναι η μοναδική περίπτωση που η μάζα κάνει αισθητή την παρουσία της. Με λίγα λόγια, της μοτοσυκλέτας δεν της λείπει η δύναμη, κιλά τής περισσεύουν…

Η 749S δεν στρίβει, επιτίθεται στις στροφές!

 

Δαμάζοντας τα βιράζ

Αν το 70% της πίστας στην Almeria είναι το βασίλειο της μίας ταχύτητας, στο υπόλοιπο 30% παρελαύνει όλο το κιβώτιο. Το εσάκι απαιτεί δευτέρα και… ζαλάδα. Η εναλλαγή της κλίσης είναι απότομη, γρήγορη και ακαριαία. Το γκάζι πρέπει να ανοίξει πριν την είσοδο της πρώτης αριστερής και να παραμένει σταθερό σε όλη τη διάρκεια του σικέιν, γιατί διαφορετικά η διαδικασία γίνεται πολύπλοκη. Για άλλη μια φορά, η γραμμική απόδοση, η κοντύτερη τελική μετάδοση σε σχέση με της 999, που δεν αφήνει τα σκορτσαρίσματα να αποσυντονίσουν τον αναβάτη, καθώς και το άριστο ζύγισμα του βάρους, "καθαρίζουν" για πάρτη σας.

Είναι η μοναδική περίπτωση που στο συγκεκριμένο σικέιν –και το έχω περάσει πολλές φορές, σε κάθε πιθανή… παραλλαγή, ακόμη και από τα χώματα– μια Ducati δεν απαιτεί υψηλό επίπεδο πείρας από τον αναβάτη της, αλλά αναλαμβάνει εκείνη να διεκπεραιώσει το εσάκι γι' αυτόν. Άριστο το πιρούνι της Showa, ασφαλιστική δικλείδα το ομόσταβλο αμορτισέρ. Η μοναδική περίπτωση να διώξει το μπροστινό και να επέλθει το low siding, είναι να τρομάξει ο αναβάτης από κάποιο… όραμα και να τσαρουχώσει το φρένο.

 

Μετά της έξοδο του σικέιν, έρχεται η σειρά των υπόλοιπων σχέσεων να κατεβάσουν τα άλογα σε όλη τη διάρκεια της δεξιάς παρατεταμένης και στη μεγάλη ευθεία στο πίσω μέρος της πίστας. Μία μόνο λέξη αρκεί για να περιγράψει όλη αυτή τη διαδρομή: σταθερότητα. Το μακρύτερο μεταξόνιο κάνει τη διαφορά νύχτας–μέρας ανάμεσα στην προκάτοχο 748 και τη διάδοχο 749. Δύσκολα θα γλιστρήσει ο πίσω τροχός, σχεδόν αδύνατον να ελαφρώσει το μπροστινό. Όσο βίαια και να φτάσει το γκριπ του γκαζιού στο στοπ του, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Η δύναμη είναι πλέον πολύ πιο χρησιμοποιήσιμη, σε σχέση τόσο με την 748 όσο και με την 999.

Αυτό είναι και το μεγάλο κέρδος, το βήμα μπροστά που πραγματοποιεί η Ducati με την 749. Δεν είναι ούτε η υπερβολικά αυξημένη ιπποδύναμη (6 ίπποι και 0,4 χιλιογραμμόμετρα ροπής παραπάνω από την 748) ούτε το φουτουριστικό ντιζάιν που πέρασαν τους Ιταλούς στη νέα εποχή. Η ουσία κρύβεται στο ότι η 749 είναι μια μοτοσυκλέτα δεν απαιτεί, αλλά δίνει πράγματα. Βοηθά και βελτιώνει, χωρίς να χάσει από το απόλυτο του χαρακτήρα της, αλλά, αντιθέτως, αποκτώντας την πολυπόθητη φιλικότητα.

Πάνω στην 749 S, τα πάντα συμβαίνουν υπό κλίση

 

Ruben Xaus: Ο απόλυτος έλεγχος

 

Έπειτα από τη μετάβαση του Troy Bayliss στα MotoGP, ο Ruben Xaus μαζί με τον Neil Hodgson είναι οι δύο βασικοί αναβάτες της εργοστασιακή ομάδας της Ducati στo Παγκόσμιο Πρωτάθλημα SBK. Στην παρουσίαση της 749S, ο Xaus μαζί με τον Vittorio Guareschi –αναβάτη δοκιμών και εξέλιξης– ήταν οι "οικοδεσπότες" μας μέσα στην πίστα της Almeria.

Αυτό που εντυπωσιάζει στον Ruben οδηγώντας μαζί του στην πίστα –η οικειότητα δεν είναι τυχαία, καθώς από την πρώτη κιόλας επαφή μαζί του συνειδητοποιείς ότι μ' αυτόν τον άνθρωπο μόνο φιλικά μπορείς να νιώσεις– είναι η απλότητα και ο απόλυτος έλεγχος στις κινήσεις του. Κάθε πάτημα, κάθε ενέργεια, είναι υπολογισμένη μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Οδηγεί με τη λογική και όχι παρορμητικά, και το κυριότερο, αντιλαμβάνεται άριστα και μπορεί να μεταφέρει με τον καλύτερο τρόπο την αίσθηση που του περνά η μοτοσυκλέτα, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο ακόμη και για αναβάτες παγκοσμίου κλάσης.

Η γνώμη του για την 749S βασίστηκε σε αντικειμενικές κρίσεις και όχι σε συναισθηματισμούς λόγω επαγγελματικών και αγωνιστικών δεσμών με τη Ducati:

" Η 749S είναι μια καταπληκτική μοτοσυκλέτα, σε ό,τι αφορά το στήσιμό της και τη δύναμη που μπορείς να εκμεταλλευτείς. Ανά πάσα στιγμή έχεις τα περιθώρια να διαπιστώσεις ότι είναι υπό τον απόλυτο έλεγχό σου, και η κατανομή του βάρους της συντελεί ακόμη περισσότερο σ' αυτό. Παρ' όλα αυτά, όμως, για αγωνιστική χρήση χρειάζεται πάρα πολλή δουλειά, κυρίως γιατί το βάρος της είναι πολύ μεγάλο σε σχέση με τον ανταγωνισμό. Μπορεί βέβαια κανείς να γλυτώσει πολλά κιλά με ένα ελαφρύτερο τελικό και καταργώντας όλον τον εξοπλισμό από το μπροστινό μέρος του φέρινγκ, αλλά αυτό είναι κάτι που μπορεί να το εκμεταλλευθεί και ο ανταγωνισμός, οπότε το όφελος δεν είναι μεγάλο…"

Andrea Ferraresi: Ο κηδεμόνας της 749

Τυπικό μεσογειακό ταμπεραμέντο, πλατύ χαμόγελο, προσιτός χαρακτήρας και χιούμορ. Με λίγες λέξεις αυτός είναι ο Andrea Ferarresi, ο project engineer της 749. Μπροστά στο σύνολο των δημοσιογράφων και στις λίγες ερωτήσεις που του ετέθησαν, έδειχνε αμήχανος και ελαφρώς σφιγμένος. Στις κατ' ιδίαν συζητήσεις, όμως, μεταμορφωνόταν σε βιβλίο ανοιχτό. Δεν παρέλειπε να τονίζει τη σπουδαιότητα του όλου εγχειρήματος, ούτε όμως και να δείχνει πως γνωρίζει πολύ καλά ποιοι ήταν οι συμβιβασμοί που απαιτήθηκαν για την κατασκευή του.

"Η 749 δεν είναι αργή μοτοσυκλέτα, ούτε της λείπει δύναμη. Απλώς είναι βαριά, κάτι που φαίνεται εντονότερα τη συγκρίνουμε με τον ανταγωνισμό. Το κύριο concept όμως, οι άξονες πάνω στους οποίους κινηθήκαμε, δεν ήταν ούτε οι επιδόσεις ούτε το να φτιάξουμε μια υπερ-ελαφριά μοτοσυκλέτα. Το μέλημά μας ήταν να φτιάξουμε μια ακόμη πιο ανθρωποκεντρική μοτοσυκλέτα. Πώς δηλαδή θα ήταν ευκολότερη για τον αναβάτη, και πώς θα μπορούσε να είναι ακόμη πιο χρησιμοποιήσιμη η δύναμη σε όλο το φάσμα της. Θέλαμε η 749 να εμπνέει εμπιστοσύνη, γιατί αυτό θεωρούμε πραγματική βελτίωση για εμάς…"

X-Ray ποζάρισμα. Ακόμη και χωρίς τα πλαστικά από το κοστούμι, η 749 δίνει την αίσθηση του βάρους της. Ακολουθώντας πιστά την αρχιτεκτονική δομή της 999, χρησιμοποιεί την τεχνολογία CAN (όπως φαίνεται κάτω αριστερά στον κινητήρα), ψεκασμό τύπου "shower" και πλαίσιο από λεπτότερους σωλήνες σε σχέση με το αντίστοιχο της 748

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ DUCATI 749 / S
 
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
 
Τύπος:
Τετράχρονος, υγρόψυκτος, δικύλινδρος V-90° Testastreatta με 4 Β/Κ και 2 ΕΕΚ
Διάμετρος x Διαδρομή (mm):
90 x 58,8
Χωρητικότητα (cc):
748,14
Σχέση συμπίεσης:
11,7:1
Ανάφλεξη:
Ηλεκτρονική
Τροφοδοσία:
Ψεκασμός της Marelli, με σώματα 54mm
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 2 σε 1
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
 
Τύπος συμπλέκτη:
Ξηρός πολύδισκος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Με γρανάζια / 1,84
Σχέσεις ταχυτήτων:
 
1:
2,466
2:
1,764
3:
1,400
4:
1,181
5:
1,043
6:
0,958
Τελική μετάδοση / σχέση:
Με αλυσίδα / 2,785
Συνολικές σχέσεις
 
ταχυτήτων:
 
1:
12,637
2:
9,039
3:
7,174
4:
6,052
5:
5,345
6:
4,909
 
 
ΠΛΑΙΣΙΟ
 
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό χωροδικτύωμα
Βάρος κενή / γεμάτη (kg):
197 (199)
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):
15,5 / 3
 
 
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
 
Εμπρός
 
Τύπος:
Ανεστραμμένο πιρούνι Showa (με επίστρωση TiN για το 749S)
Διαδρομή (mm):
125
Διάμετρος (mm):
43
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω
 
Τύπος:
Αμορτισέρ Boge (Showa για 749S)
Διαδρομή (mm):
128
Ρυθμίσεις:
Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
 
 
ΦΡΕΝΑ
 
Εμπρός:
Δύο δίσκοι 320mm με δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων
Πίσω:
Δίσκος 240mm με δαγκάνα δύο εμβόλων
 
 
ΤΡΟΧΟΙ
 
Εμπρός
 
Ελαστικό / διάσταση:
120/70 ZR 17
Ζάντα:
3,50 x 17
Πίσω
 
Ελαστικό / διάσταση:
180/55 ZR 17
Ζάντα:
5,50 x 17
 
 
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Στροφόμετρο, ψηφιακό ταχύμετρο, ψηφιακές ενδείξεις για ώρα / γυρολόγιο / μερικό και ολικό χιλιομετρητή / τάση, και ενδεικτικές λυχνίες για νεκρά / μεγάλη σκάλα / πίεση λαδιού / φλας / κόκκινη περιοχή στροφών
 
 
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
 
 
 
Ισχύς εργοστασίου (hp/rpm):
103 / 10.000
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm)
7,8 / 8.500
Ειδική ισχύς (hp/l):
137,7
Ελάχιστες στροφές για πλήρες
 
άνοιγμα γκαζιού με τελ. σχέση:
2.500
Κιλά/ίππο κενή / γεμάτη:
1,9
Θεωρητική τελική ταχύτητα (km/h):
266
Θεωρητική ταχύτητα (km/h) ανά
 
σχέση στο κόκκινο (11.000 rpm):
 
1:
103
2:
144
3:
182
4:
216
5:
244
6:
266
Στροφές κινητήρα στα 100 km/h:
4.135

 

BMW S1000RR 2019: Δοκιμή στη Jerez

Με στόχο το παγκόσμιο ξανά
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

1/2/2022

Στα πλαίσια της παρουσίασης των ελαστικών Bridgestone S22 στην πίστα της Jerez είχαμε τη δυνατότητα να δοκιμάσουμε την νέα γενιά της BMW S1000RR, η οποία σχεδιάστηκε από τη γερμανική εταιρεία με σαφή στόχο να επιστρέψει με εργοστασιακή ομάδα στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα SBK. Ακολουθεί η αναδημοσίευση του άρθρου από το τεύχος 594 του περιοδικού ΜΟΤΟ:

 

What A Machine!

 

Είχα πολύ καιρό να ουρλιάξω από χαρά μέσα στο κράνος μου. Κυρίως όμως δεν το είχα κάνει ποτέ στο παρελθόν οδηγώντας μια S1000RR. Όσο κι αν εκτιμούσα βαθύτατα τις δυνατότητες και τις επιδόσεις της, η S1000RR δεν είχε καταφέρει να με κάνει να την ερωτευτώ. Σε αυτή την δεύτερη, ολοκληρωτικά επανασχεδιασμένη γενιά, η BMW έδωσε στην superbike της το ερωτικό στοιχείο που της έλειπε έως σήμερα

Οι άνθρωποι ερωτεύονται ανθρώπους, όχι αντικείμενα. Κι όμως! Κάποιες μοτοσυκλέτες καταφέρνουν να σπάσουν τα στενά όρια της λογικής και να δημιουργήσουν συναισθηματικό δεσμό με τον αναβάτη τους. Καθόλου τυχαία, οι μοτοσυκλέτες που πετυχαίνουν κάτι τέτοιο έχουν συνήθως ανθρώπινα χαρακτηριστικά κι όπως ξέρουμε οι άνθρωποι είναι γεμάτοι με ατέλειες, ιδιοτροπίες, πάθη και λάθη. Η προηγούμενη S1000RR ήταν πολύ τέλεια σε όλα της κι ως τούτου ήταν δύσκολο να την ερωτευτείς. Δεν έκανε περίεργους θορύβους. Δεν είχε ιδιοτροπίες και δεν σε έβαζε ποτέ στη διαδικασία να σκεφτείς τι πρέπει να κάνεις για να κερδίσεις την συμπάθειά της. Γύριζες το κλειδί, άνοιγες το γκάζι, οδηγούσες όπως ήξερες, ή νόμιζες πως ξέρεις, και εκείνη φρόντιζε πάντα να κάνει τους ταχύτερους χρόνους στην πίστα και να είναι η γρηγορότερη στο δρόμο. Η S 1000 RR ήταν “plug and play” και στην πραγματικότητα απομυθοποιούσε την διαδικασία οδήγησης μιας superbike με πάνω από 180 ίππους στον πίσω τροχό.

Θα μπορούσαν οι Γερμανοί να είχαν κάνει το ίδιο “λάθος” και σε αυτή την δεύτερη γενιά. Άλλωστε και οι ίδιοι λένε πως ο στόχος τους ήταν η “εξέλιξη” και όχι οι ριζικές αλλαγές. Βέβαια με το 80% των εξαρτημάτων να είναι εντελώς νέα, μόνο για μια απλή εξέλιξη δεν πρόκειται. Ο κόφτης στροφών του κινητήρα έχει ανέβει στις 14.600 στροφές, δηλαδή 400 παραπάνω από το προηγούμενο μοντέλο. Για να επιτευχθεί αυτό, επιστράτευσαν τεχνολογία από τον κινητήρα που είχαν σχεδιάσει για τα αυτοκίνητα της F1. Οι βαλβίδες εισαγωγής είναι φυσικά από τιτάνιο, όμως για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα παραγωγής έχουν κούφιο στέλεχος, που μειώνει ακόμα περισσότερο το βάρος τους κατά 10% σε σχέση με τις βαλβίδες τιτανίου των ανταγωνιστών της.

Οι νέοι εκκεντροφόροι "ShiftCam" μεταβάλουν διαρκώς, τόσο την διάρκεια όσο και το βύθισμα των βαλβίδων και μάλιστα το κάνουν ξεχωριστά σε κάθε ζεύγος κυλίνδρων. Έτσι παρά τις αυστηρές προδιαγραφές Euro4 (ο κινητήρας αυτός είναι Euro5 ready) έχει ροπή πάνω από 10kgm από τις 5.500 στροφές, έως και τον κόφτη στις 14.600. Το σύστημα χρονισμού ShiftCam πρόσθεσε μεν ένα κιλό στην κεφαλή, όμως χάρη στη δίαιτα που έγινε στον υπόλοιπο κινητήρα, το συνολικό βάρος του μειώθηκε κατά τέσσερα κιλά! Μάλιστα το σύστημα κίνησης των εκκεντροφόρων έχει απλοποιηθεί και γίνεται κατευθείαν από τον στρόφαλο, καταργώντας το ενδιάμεσο γρανάζι.  Έτσι, όχι μόνο είναι 1,2cm πιο στενός, αλλά έχει 1,8 κιλά ελαφρύτερο στρόφαλο, 10% ελαφρύτερες και 4mm πιο κοντές μπιέλες, ανεβάζοντας ακόμα πιο γρήγορα στροφές! Η BMW μας υπόσχεται πως όταν την ανεβάσουμε στη ηλεκτρονική ζυγαριά του ΜΟΤΟ θα δούμε 197 κιλά, με όλα τα υγρά και γεμάτο το ρεζερβουάρ των 16,5 λίτρων. Αν αποδειχτεί πως λένε αλήθεια, τότε το S1000RR θα είναι τρία κιλά ελαφρύτερο από την Ducati V4-S Panigale.

 Οι V4 μοτοσυκλέτες του ανταγωνισμού ήταν σαφέστατα ο βασικός στόχος των Γερμανών. Συγκριμένα, αναφερόμενοι στις αλλαγές που έκαναν στην εργονομία της θέσης οδήγησης, λένε πως το πλάτος του ρεζερβουάρ γύρω από τα πόδια του αναβάτη είναι μόλις δύο πόντους πιο φαρδύ από τα V4 των Ιταλών. Πράγματι η θέση οδήγησης έχει πολύ μεγάλες διαφορές σε σχέση με το παρελθόν. Η σέλα είναι πιο ψηλή στα 825mm από το έδαφος, αντί για 815mm στο προηγούμενο μοντέλο. Το τιμόνι είναι πιο ανοιχτό και έρχεται πιο κοντά στο σώμα σου.

Καβαλώντας για πρώτη φορά την S1000RR στα πιτς της πίστας της Jerez, με έπιασε αρχικά μια ανησυχία. Πατάς με τις μύτες στο έδαφος και αυτό την κάνει να δείχνει πιο μεγάλη και πιο βαριά απ’ όσο πίστευες πως είναι πριν την καβαλήσεις. Με την πίστα να έχει ακόμα μερικές λούμπες με νερά από την δυνατή βροχή στη μέση της πολύ κλειστής Κ2, ξεκίνησα από τα πιτς με έναν μικρό κόμπο στο στομάχι. Βλέπετε μέχρι εκείνη την ώρα οδηγούσα το μαλακό και χαμηλό CBR650R, που είχε τα 6kgm ροπής και τα λιγότερα από 100 άλογα του, ομοιόμορφα απλωμένα σε όλο το φάσμα στροφών του μικρού τετρακύλινδρου κινητήρα του. Πριν όμως φτάσω στην Κ4, η S1000RR είχε διαλύσει κάθε αμφιβολία και κάθε αναστολή. Αυτή η μοτοσυκλέτα είναι από άλλο πλανήτη!

Προφανώς ήταν εξωπραγματικά πιο γρήγορη από την CBR650R, όμως ταυτόχρονα ήταν και πιο εύκολη στη οδήγηση! Έδειχνε τουλάχιστον 30 κιλά ελαφρύτερη από την μικρή Honda και πιθανότατα να είναι και πάνω στη ζυγαριά. Το μέγεθός της εξαφανίζεται και η θέση οδήγησης είναι τέλεια. Η BMW δεν έκανε το σχεδιαστικό λάθος που κάνουν συνήθως οι υπόλοιποι κατασκευαστές τα τελευταία χρόνια με τα ρεζερβουάρ των supersport και superbike. Στην S1000RR το πίσω μέρος του ρεζερβουάρ σου επιτρέπει να το σφίξεις με τα πόδια όταν φρενάρεις δυνατά, αποφεύγοντας να μεταφέρεις όλο το βάρος του σώματός σου στα χέρια και εν τέλει στο τιμόνι. Το πόσο σημαντικό είναι να μπορείς να κρατηθείς σωστά πάνω σε αυτά τα τέρατα των 200 πραγματικών ίππων, το καταλαβαίνεις μετά τον πέμπτο ή έκτο γρήγορο γύρο, όπου νιώθεις ξαφνικά να αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο το επίπεδο της φυσικής σου κατάστασης και όχι οι οδηγικές ικανότητές σου. Το S1000RR πραγματικά σε τεντώνει και σε συνθλίβει στις ευθείες, όμως χάρη στη θέση οδήγησης που έφτιαξε η BMW, μπορείς να αντέξεις για πολλούς γύρους αυτό το υπέροχο “βασανιστήριο”.

Αν είχαν βάλει και μια ρυθμιζόμενη “κόντρα” στην ουρά, όπως έχει το Kawasaki H2R, ώστε να μην γλιστρά ο κώλος σου προς τα πίσω στις επιταχύνσεις, θα άγγιζαν την τελειότητα στον τομέα της εργονομίας. Όπως κι να 'χει, την S1000RR την κάνεις ό,τι θέλεις μέσα στην πίστα σαν να είναι supersport 600. Το νέο φαρδύτερο τιμόνι είναι στο ιδανικό ύψος και κάνει παιχνιδάκι το counter steering και το ίδιο ισχύει για τα μαρσπιέ. Πριν καν συμπληρώσεις τον πρώτο γύρο στην πίστα της Jerez, νοιώθεις σαν να οδηγούσες για χρόνια αυτή τη μοτοσυκλέτα. Σπάνια συναντάμε μοτοσυκλέτες που συμπεριφέρονται εντελώς διαφορετικά από όσα ξέραμε έως σήμερα, αλλά την ίδια στιγμή σε κάνουν να νοιώθεις αμέσως οικειότητα μαζί τους.

Πόλεμος ηλεκτρονικών και προμηθευτών

Διαβάζοντας τα τεχνικά χαρακτηριστικά του S1000RR, δυσκολεύεσαι να κρύψεις την αμηχανία σου. Τα φρένα δεν είναι πλέον της Brembo, αλλά της αμερικάνικης Hayes με τρόμπα της Nissin (!) και cornering ABS της Continental. ΟΚ, φρένα Hayes έχουν και τα καινούρια R1250GS/RT ενώ της Continental ήταν και το πρώτο cornering ABS που έβαλε η BMW σε μοτοσυκλέτα της το 2016 (S1000XR). Όμως από πού κι ως πού έκατσαν και εξέλιξαν από την αρχή ημί-ενεργητικές αναρτήσεις με την ιταλική Marzocchi, αντί να συνεχίσουν την συνεργασία τους με την Sach-ZF, που είναι ο αποκλειστικός προμηθευτής της όλα αυτά τα χρόνια; Όποιος πει ότι ανακάτεψαν τόσο πολύ τα πράγματα με τους προμηθευτές για να ρίξουν το κόστος, μάλλον θα έχει δίκιο. Όπως δίκιο θα έχει πιθανότατα κι όποιος πει ότι η BMW προσπαθεί να σπάσει και να απεγκλωβιστεί από το μονοπώλιο της Brembo στα φρένα και της Bosch στα ηλεκτρονικά. Το πιο πιθανό όμως είναι να συμβαίνουν και τα δύο ταυτόχρονα. Η BMW λέει πως ήταν πολύ καλύτερο που η Marzocchi εξέλιξε την πρώτη της ημί-ενεργητική ανάρτηση μαζί με τους Γερμανούς, αντί να πάρουν από το ράφι μια ήδη υπάρχουσα της Sachs-ZF, της Öhlins, της Showa ή της WP. Το ίδιο λένε και για τις δαγκάνες της Hayes, όπως το ίδιο μας έλεγαν πριν μερικά χρόνια στην παρουσίαση του S 1000 XR για το cornering ABS της Continental.

Εμάς φυσικά δεν μας νοιάζουν τόσο τα ονόματα των προμηθευτών, όσο η απόδοση των εξαρτημάτων που φτιάχνουν. Προς το παρόν μοναδικό πεδίο δοκιμών είναι η πίστα της Jerez, καθώς εκείνη του Estoril που οδήγησε ο συνεργάτης μας Alan Cathcart την S1000RR δεν στέγνωσε ποτέ.  Εκτός των άλλων, στη Jerez είχαμε την δυνατότητα να οδηγήσουμε με τα ίδια λάστιχα και στις ίδιες συνθήκες την Kawasaki ZX-10R SE που έχει επίσης ημί-ενεργητικές αναρτήσεις (της ιαπωνικής Showa), τα φρένα της Brembo με cornering ABS της Bosch, αλλά και την Honda CBR1000RR SP2 με τις ημί-ενεργητικές αναρτήσεις της Öhlins και επίσης φρένα Brembo με cornering ABS της Bosch. Το μόνο “πρόβλημα” με την πίστα της Jerez είναι πως έβαλαν πρόσφατα καινούρια άσφαλτο και είναι παντού εντελώς επίπεδη, χωρίς ίχνος λακκούβας. Καθώς το οδόστρωμα είναι επίπεδο σαν τραπέζι μπιλιάρδου, το έργο των ημι-ενεργητικών αναρτήσεων περιορίζεται στην διαχείριση της μετατόπισης του βάρους κατά το φρενάρισμα και την επιτάχυνση. Έτσι ήταν αδύνατον να βρεις διαφορές στη λειτουργία των αναρτήσεων ανάμεσα σε αυτές τις τρεις μοτοσυκλέτες, ως προς τον τομέα των αποσβέσεων. Όμως στα φρένα και κυρίως στα ηλεκτρονικά, τα πράγματα έχουν μεγάλο ενδιαφέρον. Συνολικά στον τομέα των ηλεκτρονικών, η S1000RR έμοιαζε σαν να βρίσκεται δέκα χρόνια μπροστά από τις δύο ιαπωνικές superbike! Και πράγματι είναι, διότι η BMW έκανε το ίδιο κόλπο στον ψεκασμό που είχε κάνει στην εργοστασιακή WSBK μοτοσυκλέτα του Jordi Torres, που είχαμε οδηγήσει σε αυτή εδώ την πίστα πριν μερικά χρόνια. Οι πεταλούδες στους αυλούς 1-2 ανοίγουν ανεξάρτητα από τις πεταλούδες των αυλών 3-4. Μαζί με τον διαρκώς μεταβαλλόμενο χρονισμό και βύθισμα των βαλβίδων, αλλά και το μεταβλητό μήκος των αυλών εισαγωγής, οι σχεδιαστές του κινητήρα της S1000RR κατάφεραν να ελέγχουν ξεχωριστά την απόδοση του κάθε ζεύγους κυλίνδρων. 

Έτσι η S1000RR αποδίδει την δύναμή της  (και ακούγεται…) σαν να έχει ασύμμετρου χρονισμού, crossplane, στρόφαλο έως τις 6000-7000 στροφές. Από εκεί και πάνω ουρλιάζει σαν παραδοσιακός τετρακύλινδρος εν σειρά. Σε αυτόν τον σοφιστικέ έλεγχο της τροφοδοσίας του κινητήρα, προσθέστε το καλύτερο traction control που μπορείτε να φανταστείτε. Η S1000RR ρέει μέσα στην πίστα και γράφει τον ένα ταχύτερο γύρο μετά τον άλλον, αυξάνοντας διαρκώς την αυτοπεποίθηση του αναβάτη της. Την ίδια ώρα, όποιος κάθεται πάνω στη σέλα του Fireblade και του ZX 10R παλεύει με τα θηρία και σε κάθε γύρο καταβάλει όλο και μεγαλύτερη προσπάθεια για να κρατήσει τον ρυθμό του.

Καθώς τα S22 της Bridgestone δεν είναι καθαρόαιμα track-day ελαστικά, ξεκίνησα το πρώτο εικοσάλεπτο με το traction control στη θέση 3. Η BMW έχει βάλει ξεχωριστό κουμπί στο αριστερό clip-on ώστε να μπορείς να αλλάζεις εν κινήσει με τον αντίχειρα την ευαισθησία του traction control. Ο τρόπος που επεμβαίνει είναι φανταστικός και ο μόνος τρόπος για να αντιληφθείς την παρουσία του είναι από την ένταση της επιτάχυνσης όταν αρχίζεις και σηκώνεις τη μοτοσυκλέτα στην έξοδο της στροφής. Μειώνοντας την ευαισθησία του traction control στη θέση 2, η ομαλότητα παρέμεινε, όμως τώρα έβγαινε πιο δυνατά από τις στροφές. Θα ήταν η ιδανική επιλογή για την συγκεκριμένη πίστα με τα συγκεκριμένα ελαστικά δρόμου, ΑΝ δεν εμφανιζόταν ένα σοβαρό πρόβλημα. Πρόκειται για το ίδιο πρόβλημα που είχαμε αναφέρει στην παρουσίαση του S1000XR, αλλά και βιώνουμε όλο και πιο συχνά τον τελευταίο καιρό μέσα στις ελληνικές πίστες. Μιλάμε για την επέμβαση του cornering ABS και της αδυναμίας να απενεργοποιήσεις το ABS μέσα στην πίστα, λόγω των προδιαγραφών Euro4 που δεσμεύουν νομικά τους κατασκευαστές. Βέβαια οι προδιαγραφές μιλούν μόνο για τους δημόσιους δρόμους, όμως οι περισσότεροι κατασκευαστές δεν επιτρέπουν την πλήρη απενεργοποίηση του ABS για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο και πουλάνε ξεχωριστά ολόκληρη πλεξούδα για όσους έχουν αγωνιστικές βλέψεις.

Η BMW πάντως σου επιτρέπει να απενεργοποιήσεις πλήρως το ABS στη νέα S1000RR, κάτι που αποτελεί πλεονέκτημα για όσους έχουν αγωνιστικές βλέψεις, αλλά όχι τα χρήματα για να αγοράσουν την αγωνιστική πλεξούδα. Τώρα θα αναρωτιέστε τι σχέση έχει το traction control με το cornering ABS. Πολύ απλά με το traction control στη θέση 2 η S1000RR έβγαινε πιο γρήγορα από τη στροφή, με αποτέλεσμα να έχει 10-15km/h περισσότερα στο κοντέρ στο τέλος της ευθείας. Για να φρενάρεις στο ίδιο σημείο που φρέναρες όταν είχες το traction control στο 3, έπρεπε να γραπώσεις με περισσότερη δύναμη τη μανέτα του φρένου, κάτι που προκαλούσε την επέμβαση του cornering ABS, ρίχνοντας την πίεση στο κύκλωμα και χάνοντας αρκετά μέτρα στην αρχή του φρεναρίσματος. Το αρχικό δάγκωμα των φρένων εξαφανίζεται και η δύναμη πέδησης εξασθενεί, με τελικό αποτέλεσμα να χάνεις το σημείο εισόδου στις στροφές. Το παράδοξο με το cornering ABS είναι πως όσο καλύτερα ελαστικά βάζεις και αυξάνεται η πρόσφυση, τόσο πιο έντονο γίνεται το πρόβλημα, διότι το λογισμικό του cornering ABS λαμβάνει υπόψη του τον ρυθμό επιβράδυνσης, όπου σε συνθήκες υψηλής πρόσφυσης είναι φυσικά ο μέγιστος. Έτσι στο δεύτερο εικοσάλεπτο που η πίστα ήταν στεγνή και είχαμε ξεθαρρέψει, το πρόβλημα ήταν συνεχώς παρών στο τέλος των δύο μεγάλων και μοναδικών ευθειών που έχει η Jerez.

Κι αυτό δεν είναι μόνο πρόβλημα των cornering ABS της Continental, αλλά και της Bosch, όπως είχαμε διαπιστώσει με την Aprilia RSV4-RF του 2018 στις Σέρρες. Πάντως να ξεκαθαρίσουμε πως το θέμα αφορά κυρίως το software και όχι το hardware, δηλαδή δεν σχετίζεται με τις δαγκάνες και την τρόμπα. Για να λέμε όμως όλη την αλήθεια, το Panigale V4-S και το νέο RSV4 11000 Factory δεν έχουν τόσο έντονα συμπτώματα, όμως και τα δύο έχουν τις πανάκριβες δαγκάνες Brembo Stylema.

Αν κρατήσουμε στην άκρη αυτό το σημείο κριτικής (που δεν αφορά μόνο την νέα S1000RR αλλά σχεδόν όλες τις καινούριες superbike με cornering ABS), αυτό που μένει είναι μια εξωφρενικά γρήγορη και απολαυστική στην οδήγηση μοτοσυκλέτα. Το πιο μακρύ μεταξόνιο κατά 9mm (1441mm συνολικά) σε συνδυασμό με την πολύ γρήγορη γεωμετρία του εμπρός συστήματος (γωνία κάρτερ μόλις 23,1⁰ και ίχνος 93,5mm) έχουν μεταμορφώσει την ταχύτητα αντιδράσεων, την ευελιξία, αλλά και την σταθερότητα μέσα στη στροφή, αφού μετέφεραν περισσότερο βάρος στον εμπρός τροχό. Στο νέο ελαφρύτερο (-1,5 κιλά) πλαίσιο, μείωσαν ελαφρώς την ακαμψία ώστε να μεταφέρει περισσότερες πληροφορίες στα χέρια του αναβάτη, αλλά και να απορροφά τις ανωμαλίες του δρόμου όταν η μοτοσυκλέτα είναι υπερβολικά πλαγιασμένη και οι αναρτήσεις της αδυνατούν να ελέγξουν τις κάθετες δυνάμεις. Όπως είπαμε η Jerez δεν έχει λακκούβες πουθενά, όμως αυτή η επιπλέον αίσθηση που σου μετέφερε από τον εμπρός τροχό ήταν ένα από τα μυστικά που σε έκαναν να εξοικειωθείς τόσο γρήγορα μαζί της.

Κόβει κεφάλια

Η νέα S100 RR είναι χωρίς αμφιβολία η καλύτερη τετρακύλινδρη εν σειρά superbike για το 2019. Προφανώς δεν δυσκολεύτηκαν να το πετύχουν, αφού ήδη το προηγούμενο μοντέλο παρέμενε αξιόμαχο έως σήμερα. Παντού καλύτερη και για κάποιους ίσως πιο όμορφη, η νέα S1000RR συνεχίζει να είναι η ευκολότερη superbike για να οδηγείς όσο πιο γρήγορα γίνεται. Όποιον κι αν βάλεις στη σέλα της, θα την οδηγήσει αμέσως σαν να ήταν δική του για πολλά χρόνια. Σε επίπεδο μοτοσυκλετών παραγωγής, η νέα S1000RR "κόβει κεφάλια" μέσα στην πίστα. Εκείνο που πάντα της έλειπε ήταν κάποιο έντονο χαρακτηριστικό, κάτι που θα σε έκανε να την αγαπήσεις ή να την μισήσεις. Τον σεβασμό μας τον είχε πάντα, όμως δεν είχε την διαστημική εμφάνιση και τον ήχο της R1, ούτε φυσικά την αίγλη και τις αγωνιστικές περγαμηνές των ιταλικών superbikes. Σε αυτή τη δεύτερη γενιά, οι Γερμανοί φαίνεται πως βρήκαν αυτό το “κάτι”. Με τον δικό τους τρόπο της ψυχρής τεχνολογικής μονομανίας, κατάφεραν να δώσουν ψυχή και ταπεραμέντο. Πιθανόν είναι η πρώτη φορά που όποιος αγοράσει μια S1000RR, δεν θα είναι μόνο και μόνο επειδή για της επιδόσεις της.

 

 

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ           

Αντιπρόσωπος:

BMW Hellas

Τιμή:

 

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ

Μήκος (mm):

 

Ύψος (mm):

2073

Μεταξόνιο (mm):

1441

Απόσταση από το έδαφος (mm):

-

Ύψος σέλας (mm):

824

Ίχνος (mm):

93,9

Γωνία κάστερ (˚):

23,1

 

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Αλουμινίου δύο δοκών με τον κινητήρα δομικό στοιχείο

Πλάτος (mm):

846

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/197 (195,4 με το race kit / 193,5 με το M kit)

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετρακύλινδρος εν σειρά, με 4κ/β και 2 ΕΕΚ Shift-Cam

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

80 x 49,7

Χωρητικότητα (cc):

999

Σχέση συμπίεσης:

13,3:1

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

207/13.500

Ροπή (kg.m/rpm):

11,5/10.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

207

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός με ανεξάρτητες πεταλούδες ανά ζεύγη (Ride by wire 4 x48mm) με 2 μπεκ/αυλό και μεταβλητού μήκους αυλούς

Σύστημα εξαγωγής:

4-2-1 με βαλβίδα ροής καυσαερίων euro 4

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Γρανάζια/1,652

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα/2,647

 

Σχέσεις

1η

2,647

2α

2,091

3η

1,727

4η

1,500

5η

1,360

6η

1,261

 

 

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

Κενή

Γεμάτη

Θεωρητικά

-

0,95

 

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Μοχλισμού με μονό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

117

Ρυθμίσεις:

Ηλεκτρονικά αυτορυθμιζόμενη / ημί-ενεργητική

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

6 X 17

Ελαστικό:

190/55-17

Πίεση:

 

ΦΡΕΝΟ

 

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Έγχρωμη πολυλειτουργική οθόνη TFT, ρυθμιζόμενα riding modes, traction control, wheelie control, cornering ABS, cruise control, θερμαινόμενα γκριπ

 

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι upside/down Marzocchi

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

120/45

Ρυθμίσεις:

Ηλεκτρονικά αυτορυθμιζόμενη / ημί-ενεργητική

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

3,5 x 17

Ελαστικό:

120/70-17 ZR

Πίεση:

-

ΦΡΕΝΟ

 

 

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (κατασκευαστή)

Μέση

6,4

Αυτονομία (km):

258

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

46

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

16,5/3