Editorial 623 - Τρέχοντας στο Dakar: Η πιο επική ιστορία κουράγιου και πείσματος

x
Από το

motomag

1/10/2021

Ο μόνος τρόπος να καταφέρεις να κάνεις τα όνειρά σου πραγματικότητα είναι να μην εγκαταλείπεις ακόμη κι όταν αρχίζεις να φαίνεσαι εξαιρετικά χαζός που συνεχίζεις την προσπάθεια, όπως ο Wile E. Coyote κυνηγώντας τον Road Runner. Έχω ακούσει πολλές ιστορίες πείσματος και επιμονής μέχρι τώρα σε σημείο που να πάσχω από στέρηση εντυπωσιασμού καθώς έχουν κορεστεί οι ακουστικοί πόροι και οι ιστορίες αυτές να δρουν πλέον ανταγωνιστικά μεταξύ τους φρενάροντας το συναίσθημα. Με ποια να πρωτοσυγκινηθείς; Και ιδιαίτερα στο Dakar, που μέχρι και παραπληγικός αναβάτης έχει καταφέρει να τρέξει. Ο Nicola Dutto πήρε μέρος δεμένος κυριολεκτικά στην μοτοσυκλέτα με συνοδεία μηχανικού για να τον σηκώνει όταν πέφτει και να τον βοηθά στους ανεφοδιασμούς κρατώντας τον όρθιο. Όλα έχουν γίνει. Κι όμως η ιστορία του Joey Evans με συγκίνησε, γιατί είναι μία από τις ελάχιστες εκεί έξω που όταν την λέει δεν βασίζεται στο να προκαλέσει το συναίσθημα στον ακροατή αλλά στοχεύει σε ένα ξεχωριστό μήνυμα. Στην συνέχεια της προσπάθειας όσο μάταιη κι αν αυτή φαίνεται! Ταυτόχρονα με μία σειρά ακόμη δυνατών μηνυμάτων για την συντροφικότητα, την αλληλεγγύη και την συνοχή στην οικογενειακή ζωή. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, ο Joey βρίσκεται στην Αθήνα για πρώτη φορά στην ζωή του, με την γυναίκα του πίσω στο Johannesburg να του βγάζει πρόγραμμα για τα μέρη που οπωσδήποτε πρέπει να δει, πριν αναχωρήσει για τις Βρυξέλες όπου θα δώσει μία σύντομη ομιλία, όμοια με αυτή που έδωσε στους συμμετέχοντες του KTM Adventure Rally Greece που ήταν προσκεκλημένος. Αντί για κάποιον από τους πολλούς παγκόσμιους αναβάτες-ήρωες που η KTM έχει δεμένους με συμβόλαια και ανά πάσα στιγμή μπορεί να τους ζητήσει να παρευρεθούν σε κάποιο μεγάλο εταιρικό event, όπως το Adventure Rally που στο επόμενο τεύχος θα έχουμε αναλυτικό ρεπορτάζ μέσα από την συμμετοχή μας, επέλεξαν φέτος τον Joey, κι ευτυχώς που το έκαναν. Το να σου λέει ο Jeffrey Herlings πώς κατάφερε να πάρει άλλον έναν τίτλο στο MX πριν μπει στην λαχανή Lamborghini τονίζει το «εγώ σου» γιατί αισθάνεσαι μέρος μίας δυνατής ομάδας ως κάτοχος μοτοσυκλέτας της μάρκας, αλλιώς πρέπει να είσαι προσκεκλημένος δημοσιογράφος για να είσαι σε αυτό το Rally, χωρίς όμως να σου προσφέρει κάτι περισσότερο. Όπως η ιστορία του Joey και ο χαρισματικός τρόπος που την εξιστορεί. Θα την συνοψίσω χωρίς πολλά spoilers, με τον τίτλο του βιβλίου του να λέει από μόνος του την αρχή και το τέλος: From Para to Dakar. Από ανάπηρος λοιπόν, στην κατάκτηση του Dakar!

Ο Joey παντρεύτηκε μικρός και μέσα σε λίγα χρόνια απέκτησε 4(!) κόρες μέχρι να αποφασίσει πως είναι προτιμότερο να οδηγεί περισσότερο. Δικά του λόγια. Κέρδιζε ήδη αγώνες Enduro στην Ν. Αφρική και όνειρό του ήταν να φτάσει στο Dakar και γιατί όχι, να κερδίσει κιόλας. Η ενασχόλησή του με το άθλημα έγινε πιο έντονη και ένα ωραίο πρωί, αυτός και άλλοι είκοσι αναβάτες διέσχιζαν μία απλή διαδρομή μέχρι να συνεχίσουν σε μία ειδική που είναι και το τελευταίο πράγμα που θυμάται από το περιστατικό. Ξύπνησε έχοντας κόσμο πάνω από το κεφάλι του, χωρίς δόντια, το πρόσωπό του παραμορφωμένο και τα πόδια του σε μία αφύσικη στάση χωρίς να τα νιώθει καθόλου. Ο Γολγοθάς του μόλις ξεκινούσε. Οι γιατροί του ανακοινώνουν πως έχει ολοκληρωτική αναπηρία από την μέση και κάτω, που σημαίνει πως όχι μόνο δεν θα μπορέσει να ξανά περπατήσει, αλλά ούτε να χωνέψει το φαγητό του ακόμη. Θα πρέπει να είναι σε καροτσάκι με καθετήρες για την υπόλοιπη ζωή του.

Ο Joey αρνήθηκε να το πιστέψει. Είπε πως το όνειρό του ήταν το Dakar και σε αυτό ακριβώς θα έτρεχε μία ημέρα. Οι επόμενες βέβαια ημέρες και μήνες τον έκαναν να νιώσει την πικρή αλήθεια, καθηλωμένος στο κρεβάτι του νοσοκομείου και με αλλεπάλληλα χειρουργεία για τα υπόλοιπα τραύματα καθώς η σπονδυλική του στήλη δεν μπορούσε να διορθωθεί. Κοιμόταν και ξυπνούσε με το όνειρο του Dakar και ξαφνικά μία ημέρα μπόρεσε να κουνήσει το μεγάλο δάχτυλο του ενός ποδιού! Φώναξε τους γιατρούς με όλη την δύναμη της φωνής του και τους έδειξε αυτό που μπορούσε να κάνει. Το πόρισμα πλέον άλλαζε σε μερική παράλυση, πράγμα σπάνιο αλλά και δύσκολο να γίνει και έμπαινε για νέο χειρουργείο, από το οποίο βγήκε έχοντας χάσει εκ νέου κάθε αίσθηση, αλλά όχι το κουράγιο του. Μερικές ημέρες μετά, το πολλά υποσχόμενο κούνημα του δάχτυλου επέστρεψε, και τους επόμενους μήνες κατάφερε να κάνει το πρώτο του βήμα στηρίζοντας το βάρος του στις μπάρες ενός διαδρόμου. Είχε πολύ δρόμο μπροστά του για να βγει από το νοσοκομείο και μόνο, ωστόσο σκεφτόταν ένα και μόνο πράγμα, το Dakar! O Joey είναι πεπεισμένος πως χωρίς αυτό τον στόχο, εκείνο το δάχτυλο δεν θα είχε κουνηθεί ποτέ και θα ήταν ακόμη και σήμερα καθηλωμένος σε αναπηρική καρέκλα. Βγαίνοντας από το νοσοκομείο μπορεί με το ζόρι να περπατήσει και σε καμία περίπτωση να καβαλήσει, αλλά ωστόσο το επιχειρεί, μόνο και μόνο για να καταλάβει πως το όνειρό του είναι πολύ μακρινό και δεν θα μπορέσει ποτέ να αγωνιστεί. Περνά μερικές βδομάδες κατάθλιψης μέχρι που η σύζυγός του λέει να καβαλήσει την μοτοσυκλέτα, να φύγει και να επιστρέψει ο άνθρωπος που παντρεύτηκε. Ο Joey φεύγει μόνος του στην άγρια φύση της Αφρικής, κατασκηνώνει, ταξιδεύει και επιστρέφει με πλάνο να δηλώσει συμμετοχή στο Dakar που σημαίνει πως θα πρέπει να πάρει μέρος σε μερικά πολυήμερα Rally καθώς και σε διεθνείς οργανώσεις για να έχει δικαίωμα και μόνο να κάνει την αίτηση. Μαντέψτε τι έγινε στο πρώτο Rally που πήρε μέρος. Ναι, είχε ατύχημα χτυπώντας σοβαρά στο χέρι του και περνώντας άλλους έξι μήνες στο νοσοκομείο. Δεν το έβαλε όμως κάτω! Σε κάθε αγώνα που έπαιρνε μέρος ο Joey είτε έσπαγε την μοτοσυκλέτα του, είτε το κεφάλι του, βάζοντας σακούλα σε μία από τις περιπτώσεις για να μην κολλάνε τα ράμματα στο κράνος. Και συνέχιζε, μέχρι που συμπλήρωσε το βιογραφικό του και έστειλε την αίτηση για το Dakar του 2017 όπου και πήρε θετική απάντηση! Ξεκινά η αγωνιώδης προσπάθεια της οικογένειας να τον βοηθήσει να μαζέψει 100.000 δολάρια τα οποία δεν είχαν, και το καταφέρνουν όλοι μαζί μέσα σε έξι μήνες! Οι κόρες του πουλάνε μπλουζάκια και αναμνηστικά όσο εκείνος δίνει ομιλίες και διαλέξεις, κάνουν τις σερβιτόρες, τις διοργανώτριες, τις βοηθούς και στο τέλος η οικογένεια του βάζει δύο όρους: Να μην πεθάνει στο Dakar και να μην διανοηθεί να εγκαταλείψει ό,τι και να γίνει, ώστε να ολοκληρωθεί ο σκοπός του για να μπορέσει η οικογένεια να προσπεράσει εκείνο που του συνέβη δέκα χρόνια πριν και να πάει παρακάτω! Ο Joey χρειάζεται ακόμη καθετήρα, όπως και πάντα θα χρειάζεται, περπατά με δυσκολία, δεν ιδρώνει από την μέση και κάτω που σημαίνει πως το σώμα του δεν αποβάλει θερμότητα όπως θα έπρεπε αλλά τίποτα από αυτά δεν θα τον σταματήσει από το να πάρει μέρος. Κάθε μέρα στο Dakar φλερτάρει με την εγκατάλειψη, σωματικά και πνευματικά, μέχρι που την 12η και προτελευταία ημέρα, ένας από τους κορυφαίους αγωνιζόμενος με αυτοκίνητο, δεν έχει σημαία ποιος, πατάει την μοτοσυκλέτα του Joey, παραλίγο και τον ίδιο, μην αφήνοντας άλλη επιλογή από το να εγκαταλείψει. Το έκανε για μερικές ώρες. Μετά έβγαλε τα εργαλεία της μοτοσυκλέτας του και αποφάσισε να συνεχίσει έχοντας 660km να καλύψει εκείνη την ημέρα. Τι βρήκε λίγο παρακάτω; Μία ίδια μοτοσυκλέτα που ο αναβάτης της είχε σπάσει τα χέρια του. Περιμένοντας το ελικόπτερο να τον πάρει, είπε στον Joey να ξηλώσει ότι χρειαζόταν και να συνεχίσει! Έφτασε δυο ώρες πριν την έναρξη του επόμενου και τελευταίου stage, κοιμήθηκε μία ώρα, καβάλησε την ίδια μοτοσυκλέτα και τερμάτισε μέσα στην εικοσάδα γενικής! From Para to Dakar: Μία ιστορία για την ζωή, με επίκεντρο την μοτοσυκλέτα…

Editorial 562 - Αφανής τεχνολογία

x
Από το

motomag

1/9/2016

Σ’ αυτό το τεύχος έχουμε μια πολύ ωραία αντίθεση: Απ’ τη μια μεριά δύο εξωτικές Ιταλικές κατασκευές, απ’ την άλλη, τρεις μοτοσυκλέτες που κάνουν περισσότερα απ’ όσα δείχνουν με την πρώτη ματιά.

Κι ενώ είναι άγνωστο τι χρόνους θα έκανε μια Tamburini T12 Massimo στην πίστα, σε σχέση με την δωρητή κινητήρας της BMW S1000RR, δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει το απόλυτο της κατασκευής της. Με κινητήρα factory superbike της BMW που βγάζει 235 ίππους, ζυγίζει 154 κιλά, ένα λιγότερο από το ελάχιστο όριο των MotoGP!  Όπως είπαν και οι άνθρωποι της BMW όταν την είδαν από κοντά, δεν υπάρχει περίπτωση μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής να πετύχει το επίπεδο της ποιότητας και της προσοχής στην λεπτομέρεια που έχει μια Τ12. Kι ούτε βέβαια θα μπορούσε ποτέ να είναι μαζικής παραγωγής μια μοτοσυκλέτα κόστους πάνω από 300.000 ευρώ. Γι’ αυτό και μίλησα για χρόνους, για γυρολόγια, για μετρήσιμα μεγέθη. Γιατί υπάρχει βέβαια η – αξία ανεκτίμητη – απόλαυση της μορφής, της υφής και της ποιότητας του συνόλου και των εξαρτημάτων του, υπάρχει το δέος του ονόματος του Tamburini και της ιστορίας του και της γνώσης πως αυτή ήταν για κείνον η ιδανική superbike, κι αυτά είναι αρκετά για να σε μαγέψουν χωρίς καν να χρειάζεται να την οδηγήσεις. Έχοντας στο μυαλό μου πως σχεδόν όλες οι Bimota (πλην των DB2) που έχω οδηγήσει ήταν μάλλον απογοητευτικές ως σύνολο και συμπεριφορά (και ειδικά η πολυσυζητημένη Tesi), θα ήθελα πάρα πολύ να οδηγήσω μια Τ12 αλλά... απ’ τη μια θα κράταγα και μικρό καλάθι (με τόσες υποσχέσεις, είναι εύκολο να απογοητευτείς), κι απ’ την άλλη, αν όλα ήταν καλά, δεν έχω την ικανότητα να γράψω χρόνους ανταγωνιστικούς με μια μοτοσυκλέτα επιπέδου MotoGP. Μόνο εικόνες και αισθήσεις θα μάζευα, δεν θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω όπως της αξίζει και να μπορέσω να την αξιολογήσω σε ένα απίθανο να συμβεί ποτέ συγκριτικό: Μια Yamaha M1 που θα μας δάνειζε το φιλαράκι μας ο Valentino, μια BMW του παγκοσμίου SBK και μια T12 Massimo… Θα χρειαζόμασταν βέβαια και αντίστοιχα μυθικούς αναβάτες, για να τις οδηγήσουν στο Mugello κατά προτίμηση, για να βγάλουμε μετά τα συμπεράσματά μας. Τα γυρολόγια θα έλεγαν την ψυχρή αλήθεια, θα είχαμε μια τυπική νικήτρια, καλά θα περνάγαμε αν τις κάναμε κι εμείς μια βόλτα, αλλά μήπως έτσι θα χάναμε την ουσία; Τα πιο σημαντικά πράγματα στις μοτοσυκλέτες (όπως και στη ζωή) δεν είναι μετρήσιμα, δεν κατατάσσονται σε πρώτο δεύτερο τρίτο. Επιπλέον, κάθε τέτοια εξωτική κατασκευή έχει πολύ εξειδικευμένο και περιορισμένο πεδίο δράσης: Ακόμα και στην περίπτωση ενός πλούσιου συλλέκτη, ιδιοκτήτη T12, υποπτεύομαι πως περισσότερη ευχαρίστηση θα ήταν για κείνον να την χαζεύει στο γκαράζ του παρέα με τους φίλους του, παρά να κάνει μερικούς γύρους το χρόνο σε πίστα, φοβούμενος μην την κάνει την στραβή, το τσακίσει και το απαξιώσει. Η δε απολύτως χειρότερη περίπτωση θα ήταν να την αγοράσει κάποιος, και να την κρατήσει βουβή ακίνητη κι ανέραστη στο σαλόνι του σπιτιού του. Ως έργο τέχνης.

 

Στην άλλη άκρη του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος, έχουμε απλές και χρηστικές μοτοσυκλέτες όπως οι BMW F700GS και R 9T Scrambler, μαζί με την NC750X της Honda. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι πως ως σύνολο αποδίδουν καλύτερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς βλέποντας τα επί μέρους εξαρτήματά τους και το εμφανές επίπεδο της τεχνολογίας τους. Μπορεί να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, να μην προσπαθούν να εντυπωσιάσουν με την τεχνολογία τους, ας μην ξεχνάμε όμως πως η καλύτερη τεχνολογία δεν είναι κάποιο σύστημα ή ηλεκτρονικό βοήθημα, αλλά η φαιά ουσία του εγκεφάλου αυτών που εξέλιξαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Στην περίπτωση του Honda, η "αφανής" τεχνολογία συγκεντρώνεται κυρίως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας ενός κατασκευαστή κολοσσού σε μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, έτσι ώστε να φτιάξει αυτό που ξέρει πως οι περισσότεροι αναβάτες χρειάζονται: Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα χρήσεων στην άσφαλτο, με αξιοπιστία, πρακτικότητα και οικονομία.  Έφτιαξε δηλαδή η Honda αυτό που χρειάζεται η πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, κάτι που δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με αυτό που ονειρεύονται. Κάτι δηλαδή σαν την γυναίκα που θα ήσουν ευτυχής αν παντρευόσουν, σε αντίθεση με αυτή που θα επιθυμούσες να έχεις στο κρεβάτι σου. Λίγοι είναι τόσο ρεαλιστές ώστε να κάνουν τη σωστή επιλογή για συμβίωση, δυστυχώς.

Παρόμοιας φιλοσοφίας και το 700 της ΒΜW, με το σύνολο να αποδεικνύεται ανώτερο των επί μέρους εξαρτημάτων του, με πιο σπορ χροιά και απόδοση σε σχέση με το Honda. Τόσο μάλιστα, που λίγες αλλά καίριες αλλαγές το κάνουν να ανταγωνίζεται το "ανώτερο" στα χαρτιά, και προσανατολισμένο περισσότερο από το 700 προς το χώμα, F800GS.   

     

Διαφορετικού είδους και επιδόσεων μοτοσυκλέτες χρειάζονται και άλλες δόσεις τεχνολογίας, δεν μπαίνουν όλες στο ίδιο τσουβάλι, κάνοντας άκυρες τις συζητήσεις του είδους "χρειάζεται το traction control ή όχι;". Για μια superbike είναι απαραίτητο, ειδικά αν ο αναβάτης της θέλει να απολαμβάνει την οδήγηση στην πίστα αντί να περιμένει το επόμενο high siding. Για τους 90 ίππους στο τροχό του Scrambler στις περισσότερες περιπτώσεις όχι, σε μερικές ναι, και τελικά μπορεί να κάνει και χωρίς αυτό. Κι αυτές είναι οι προφανείς τεχνολογίες, ενώ πιο σημαντικές είναι οι αφανείς, που σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία και την σωστή κρίση, φτιάχνουν απολαυστικές, άρτιες και ομοιογενείς μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα, ένα πιρούνι με σωστά επιλεγμένα ελατήρια και αποσβέσεις, χωρίς ρυθμίσεις, θα δουλέψει καλύτερα από ένα πολύ μαλακό, αλλά πολυρυθμιζόμενο. Γιατί το δεύτερο, θα είναι μια ισχυρή ένδειξη πως αυτοί που εξέλιξαν την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν έκαναν τις σωστές επιλογές, με πιθανότερη κατάληξη πως και το σύνολο δεν θα λειτουργεί σωστά τελικά. Από το "τεχνολογικά εντυπωσιακό, αλλά πλημμελώς εξελιγμένο", το "καλοεξελιγμένο, αλλά απλό", είναι πάντα προτιμότερο. Και ο αναβάτης του, δένεται πολύ περισσότερο μαζί του, αφού δεν απογοητεύεται από τεχνολογίες που υποτίθεται θα του έκαναν τη ζωή εύκολη, ενώ αντίθετα του την κάνουν περίπλοκη χωρίς λόγο. 

 

 

Το MOTO HAPPENING αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Ο λόγος; Η ανωτέρα βία!