Οδηγούμε την Gilera RSA250 του Marco Simoncelli

Το τέλος μιας εποχής
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

27/10/2021

Φέτος, στις 23 Οκτωβρίου, έκλεισαν δέκα χρόνια από εκείνη την τραγική στιγμή που ένα τεράστιο ταλένοτ, ο Marco Simoncelli, έχασε την ζωή του σε ένα τραγικό δυστύχημα στην πίστα της Sepang. Μια δεκαετία που οι εξελίξεις στο κορυφαίο άθλημα μοτοσυκλέτες θα μπορούσαν να είναι εντελώς διαφορετικές, αν είχαμε ακόμη κοντά μας αυτή την χαρισματική προσωπικότητα και έναν τόσο σπουδαίο αναβάτη. Με αφορμή, λοιπόν, αυτή την μαύρη επέτειο, δημοσιεύουμε στην σελίδα μας την πλήρη δοκιμή της τελευταίας δίχρονης αγωνιστικής μοτοσυκλέτας του Simoncelli, με την οποία κατέκτησε την κορυφή του κόσμου: το παγκόσμιο πρωτάθλημα στην κατηγορία των GP250!

 

Του Alan Cathcart

Φωτό: Marco Morittu

Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι έχουν περάσει δέκα χρόνια από την η μέρα που ο σούπερ ταλαντούχος, Ιταλός αναβάτης των MotoGP, Marco Simoncelli, έφυγε από τη ζωή στα 24 του χρόνια, στις 23 Οκτωβρίου του 2011 κατά την διάρκεια του αγώνα στη Sepang. Στην δεύτερή του κιόλας χρονιά στην κατηγορία με την ομάδα του Fausto Gresini Honda, ο Marco είχε ήδη πετύχει μία pole position στην Catalunya, τον πρώτο τερματισμό στο βάθρο του Brno, ενώ μόλις το προηγούμενο Σαββατοκύριακο είχε τερματίσει δεύτερος στο GP της Αυστραλίας. Ήταν ξεκάθαρο πως ήταν ο μελλοντικός παγκόσμιος πρωταθλητής. Αλλά ο Marco είχε ήδη βρεθεί εκεί, στην πολύ ανταγωνιστική κατηγορία των GP250, όπου το 2008 είχε κατακτήσει τον τίτλο με έξι νίκες και 12 τερματισμούς στο βάθρο μέσα σε 16 αγώνες, με διαφορά 37 βαθμών από τον Alvaro Bautista.

Ο τσαμπουκάς με το μαλλί-αφάνα που πήρε με το σπαθί του τον τίτλο εκείνη την χρονιά, έγινε ο αγαπημένος του κοινού, όχι μόνο στην πατρίδα του την Ιταλία, και όχι μόνο ανάμεσα στους φανατικούς των GP. Μια σημαντική απόδειξη για το ότι ανήκε στην γνήσια ράτσα των αγωνιστών, ήταν το γεγονός πως κατά τη διάρκεια της (ανεπιτυχούς) προσπάθειάς του να υπερασπιστεί τον τίτλο του το 2009, με δύο αγώνες χωρίς βαθμούς και έναν τραυματισμό στο χέρι, ο Marco δέχθηκε την πρόκληση να τρέξει ως wild card στα WSBK στην Imola, πάνω στη σέλα ενός Aprilia RSV4. Ο τερματισμός του εκεί στην τρίτη θέση, αφού πέρασε τον team mate του Max Biaggi στο εσάκι των πιτς στον τελευταίο γύρο, επιβεβαίωσε την άνεσή του πάνω σε τέτοιες βαριές μοτοσυκλέτες.

Ο Marco ήταν μια τεράστια προσωπικότητα. Σίγουρα το επιθετικό στιλ οδήγησης δεν άρεσε σε όλους, αλλά η τρομερή αίσθηση του χιούμορ που είχε, σε συνδυασμό με τις εκπληκτικές οδηγικές του ικανότητες και την γενναιότητά του, έκαναν πολύ κόσμο να τον ακολουθεί παγκοσμίως –μετά από μέρα οδήγησης μαζί του στο Mugello προστέθηκα κι εγώ σε αυτούς. Οι αναμνήσεις μου από αυτόν τον απίστευτα καλό, αδύνατο, ψηλό τύπο με το πλούσιο μαλλί και τις απίθανες ικανότητες στην πίστα, προέκυψαν από την δοκιμή της παγκόσμιας πρωταθλήτριας Gilera RSA250 (της μοτοσυκλέτας του Simoncelli), όπου μοιραζόμουν το box με τον SuperSic.

Παρόλα αυτά, το 2009 θα μείνει στην Ιστορία και ως η χρονιά που είδαμε την εξαφάνιση των GP250, μία κατηγορία που αποτελούσε τον πυρήνα των GP. Για λόγους που είναι περισσότερο πολιτική παρά οτιδήποτε άλλο, το GP της Valencia εκείνο τον Νοέμβριο έζησε τον τελευταίο αγώνα των GP με μοτοσυκλέτες 250cc που έβαλε και το τελευταίο καρφί στο "φέρετρο" της κατηγορίας με τις περισσότερες συγκινήσεις και τον μεγαλύτερο ανταγωνισμό. Λόγω αυτών των χαρακτηριστικών αποτελούσε πρόσφορο έδαφος για τη δημιουργία επιτυχημένων μελλοντικών γενεών νέων ταλέντων, όπως συνέβαινε από την απαρχή της δημιουργίας της το 1949.

Ακόμη και δεν κατάφερε η Aprilia, λόγω των τραυματισμών του Marco στις αρχές της χρονιάς, να εμποδίσει την Honda να κερδίσει τον τελευταίο τίτλο της κατηγορίας το 2009, η εταιρεία κυριάρχησε στα 250GP κερδίζοντας 10 από τους 15 τίτλους αναβατών και πέντε τίτλους κατασκευαστών από τότε που ο Max Biaggi πήρε τον πρώτο από τους τέσσερις τίτλους του, το 1994. Σε αυτούς τις επιτυχίες συμπεριλαμβάνεται και ο μοναδικός τίτλος στα 250cc που πήρε η Gilera, που ανήκει στο Piaggio Group όπως η Aprilia, την παραμονή των 100ων γενεθλίων της, με αναβάτη τον Marco Simoncelli πάνω σε ένα RSA250. Ήταν μια πανομοιότυπη μοτοσυκλέτα με τα εργοστασιακά Aprilia, εκτός από το όνομα στο ρεζερβουάρ και την τρικολόρε βαφή της χορηγού της Gilera, της Metis.

Η ευκαιρία να οδηγήσω με τον Marco και την ομάδα της Aprilia στο Mugello, όσο αυτός έκανε δοκιμές με το RSV για τον επερχόμενο αγώνα στην Imola, μου έδωσε την δυνατότητα να οδηγήσω και το superbike της Aprilia, αλλά και να αποχαιρετήσω την κατηγορία των GP250 πάνω στην παγκόσμια πρωταθλήτρια Gilera RSA250.

Εντάξει, κάτω από τα πλαστικά ήταν Aprilia, αλλά πάνω του είχε το λογότυπο της Gilera και ως τέτοιο αποτέλεσε κι ένα ορόσημο για μένα. Πίσω στο 1989 είχα αναλάβει το καθήκον της επιστροφής της Gilera στου αγώνες road racing επίσημα, για πρώτη φορά μετά το 1964 όταν κέρδισε τον παγκόσμιο τίτλο στα τετρακύλινδρα 500. Έτρεξα με ένα μονοκύλινδρο που ήταν βασισμένο στο Sturno 500 παραγωγής, με το οποίο κατέκτησα τη νίκη στον πρώτο αγώνα στην Monza. Τώρα η μοτοσυκλέτα είναι έκθεμα στο μουσείο της Piaggio στην Pontedera.

Συνήθως, όταν οδηγούσα ένα 250GP έπρεπε να ρουφήξω την κοιλιά μου και να κρατήσω την ανάσα για να καταφέρω να χωρέσω πάνω του. Γι' αυτό χαιρόμουν όταν οδηγούσα τα δίχρονα αγωνιστικά του Rossi (σ.σ. που είχαν περισσότερο χώρο) και ο SuperSic είχε μπόλικο… Rossi μέσα του, όχι μόνο σε ό,τι αφορά την προσωπικότητά του και το εκπληκτικό οδηγικό του στιλ, αλλά και σε ό,τι αφορά τις διαστάσεις, καθώς είχε ύψος 1,83μ. Οπότε το Gilera του ήταν κομμένο και ραμμένο στα μέτρο μου, πράγμα που σήμαινε πως μπορούσα να κινούμαι άνετα πάνω του και να κρυφτώ πίσω από την ζελατίνα στην μεγάλη ευθεία του ενός χιλιομέτρου.

Όλα ήταν στην θέση τους κι ένιωθα άνετα, αντανακλώντας όλα αυτά τα χρόνια προσεκτικής εξέλιξης που είχε μετατρέψει την πολυπρωταθλήτρια μοτοσυκλέτα της Aprilia/Gilera σε ένα εργαλείο επιτυχιών.

Τα κλιπόν ήταν αρκετά χαμηλά, προφανώς για να βοηθήσουν τον Marco στις ευθείες, παρόλα αυτά υπήρχε ικανοποιητικός μοχλός και έλεγχος ακόμη και όταν τα χέρια ήταν τυλιγμένα γύρω από το ρεζερβουάρ, με τα μαρσπιέ να είναι πολύ πίσω ώστε να δημιουργηθεί χώρος για τα μακριά πόδια του Marco.

Το αναλογικό στροφόμετρο και η οθόνη με τις ψηφιακές ενδείξεις, ίδιες με του RSV4, ήταν τα κλασικά όργανα των Aprilia που για την εποχή τους θεωρούνταν τα καλύτερα και τα πιο ευανάγνωστα, με μόλις δύο έξτρα πληροφορίες.

Η μία ήταν η θερμοκρασία του νερού, που διατηρούνταν στους 55-60ºC με θερμοκρασία περιβάλλοντος στους 26ºCμ και η άλλη ήταν το απλό "Νο.5" που υποδείκνυε την ρύθμιση για το traction control των έξι επιπέδων, που όπως μου είπε ο Marco χρησιμοποιούσε πάντα. "Με την ρύθμιση στο 6 ντριφτάρω τον πίσω τροχό μερικές φορές, αλλά οποιαδήποτε άλλη ρύθμιση επηρεάζει την επιτάχυνση", μου είπε. "Αλλά είναι καλό το σύστημα και δουλεύει".

Είχαν περάσει έξι χρόνια από την τελευταία φορά που είχα οδηγήσει ένα Aprilia 250, το RSW του 2003 με το οποίο είχε πάρει το πρωτάθλημα ο Poggiali και η μεγαλύτερη έκπληξη που μου επεφύλασσε το Gilera ήταν η περίσσια ροπή και η απόδοση στις μεσαίες από τον V-2 90° με τους δύο στροφάλους και τις περιστροφικές βαλβίδες που σχεδίασε ο Gigi Dall’Igna (τότε ήταν ο γκουρού της Aprilia Corse.

Ο κινητήρας ήταν ένα πραγματικό διαμάντι, δυνατός αλλά και με περιθώρια να συγχωρεί, πρόθυμος να ανεβάσει στροφές. Τραβούσε από χαμηλά και είχε δύναμη ψηλά, χάρη στις θυρίδες τύπου "γκιλοτίνα". Από τις 9.000 στροφές και πάνω είχε εξαιρετικό τράβηγμα, με την περισσότερη δύναμη να έρχεται στις 10.000 η οποία παραμένει μέχρι τον κόφτη στις 13.800. Χάρη στον μηχανικό έλεγχο του γκαζιού ο κόφτης μεταφράζεται απλώς σε διακοπή της επιτάχυνσης –όχι κάτι βίαιο όπως το απότομο κόψιμο της ανάφλεξης ή της τροφοδοσίας που μπορεί να "έσπαγε" έναν δίχρονο κινητήρα. Ήταν απλώς ένα γιγαντιαίο ηλεκτρονικό χέρι που απλωνόταν και σου έλεγε πως ήταν μέχρι ΕΔΩ σε ό,τι αφορά τις στροφές του κινητήρα.

Αυτό συνέβαινε λίγες στροφές νωρίτερα απ' ότι στο μηχανάκι του Poggiali, αλλά η επιπλέον ροπή που είχαν καταφέρει να βγάλουν οι μηχανικοί της Aprilia Corse, καθιστούσε ανούσιο το να μειώσουν την ζωή του στροφάλου ανεβάζοντας παραπάνω στροφές , έστω και για να αποφύγουν κάνα δυο αχρείαστες αλλαγές ταχυτήτων μεταξύ των στροφών. Απλώς "γρανάζωναν" κατάλληλα το κιβώτιο τύπου "κασέτας" στο Gilera, έτσι ώστε να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τις γεμάτες μεσαίες του κινητήρα και να πηγαίνει γρηγορότερα με λιγότερες στροφές. Ένα εκπληκτικό μοτέρ.

Η επιτάχυνση ήταν άκρως εντυπωσιακή για τα δεδομένα της κατηγορίας των 250 κι αυτό ήταν το δυνατό χαρτί του Gilera και όχι η έξτρα δύναμη ψηλά που διέθετε συγκριτικά με το Honda του Aoyama. Το να φτάνεις γρηγορότερα στην τελική της μοτοσυκλέτας σου απ' ό,τι οι αντίπαλοί σου, είναι εξίσου σημαντικό με το να είσαι ταχύτερος από αυτούς για να τους νικήσεις.

Ένα βασικό συστατικό γι' αυτό, ήταν ο τρόπος με τον οποίο ανέβαζε στροφές το Gilera με δευτέρα, τρίτη και τέταρτη σχέση με το συγκεκριμένο γρανάζωμα που το οδήγησα, χρησιμοποιώντας το αγωνιστικό powershifter μόλις άρχιζε να αναβοσβήνει το πράσινο λαμπάκι στις 13.200 (το οποίο γινόταν κόκκινο στις 13.400). Υπήρχε ένα μεγάλο κενό στην πέμπτη, αλλά μετά η έκτη είχε πολύ κοντινό γρανάζωμα (κλασικό, γρήγορο γρανάζωμα για δίχρονα). "Μου αρέσει να κρατάω τον κινητήρα μεταξύ 11.000 και 13.000 στροφών, όπου υπάρχει η περισσότερη δύναμη και επιτάχυνση", είχε πει ο Marco, ενώ προσπαθούσε να δώσει την εντύπωση ενός "δίχρονου δασκάλου" στα πιτς. "Αλλά ο κινητήρας είναι πολύ ήπιος, θεωρώ. Σου συγχωρεί τα λάθη σου κι εγώ κάνω πολλά"

Δεν έκανε τουλάχιστον τόσα πολλά όσο εγώ, όση ώρα προσπαθούσα να βρω ποια ταχύτητα να χρησιμοποιήσω πού και πότε, αλλά τελικά βρήκα τον τρόπο. Κράτησα μέχρι τις 12.500 την τελευταία σχέση στην μεγάλη ευθεία, ενώ είμαι λιγότερο… αεροδυναμικός από τον Marco ο οποίος ήταν εκτός των δέκα καλύτερων τελικών στο Mugello εκείνη την χρονιά.

Πιέζεις τον εαυτό να μην σκεφτεί καν το φρενάρισμα πριν την ταμπέλα των 150 μέτρων και μετά πιέζεις δυνατά τη μανέτα ενώ κατεβάζεις ταχύτητες με τη μία μέχρι να φτάσεις στην δευτέρα, λίγο πριν στρίψεις στην San Donato κι αρχίσεις να ανεβαίνεις τον ανήφορο. Το ανέβασμα στην συνέχεια των σχέσεων γίνεται απρόσκοπτα, χωρίς να βρίσκεις νεκρές όπως συμβαίνει σε άλλες μοτοσυκλέτες.

Για έναν γύρο είχα παρέα, όταν με πέρασε ο Marco με το RSV4 στο τέλος της ευθείας, στον πρώτο του γύρο με superbike, αλλά φρέναρε πολύ αργά και αναγκάστηκε να ανοίξει την γραμμή του και να ξαναμπεί μπροστά μου. Πλέον μπορούσα να αντιγράψω την τεχνική του στα φρεναρίσματα, αν και πρέπει να ομολογήσω πως με το εκπληκτικό πακέτο της Brembo, έστω και με τους μικρότερους δίσκους των 255mm, μπορούσα να φρενάρω πιο δυνατά, πιο αργά και πιο βαθιά μέσα στην στροφή σε κάθε γύρο.

Αυτά τα αγωνιστικά 250 ήταν το κατάλληλο εργαλείο, με την απόδοσή του να είναι εντός πλαισίων ενός κανονικού αναβάτη, για να εξερευνήσει τα όριά του.

Είχε περάσει πολύς καιρός από τότε που οδήγησα την Aprilia του Poggiali προκειμένου να κάνω απευθείας συγκρίσεις, αλλά το αναβαθμισμένο πακέτο πλαισίου του RSA250 έδειχνε πολύ άμεσο στις γρήγορες εναλλαγές κλίσεων στα τέσσερα εσάκια του Mugello, αλλά παρόλα αυτά ήταν σούπερ σταθερό στις γρήγορες στροφές Savelli και Arabbiata. Πάνω απ' όλα ήταν προβλέψιμο στα φρένα και στις εισόδους των στροφών, ενώ ακόμη και με το παραπάνω βάρος μου σε σύγκριση με του Marco, δεν άνοιξε πουθενά την γραμμή του.

Το Gilera κρατούσε την τροχιά του άψογα, ακόμη και κατά την διάρκεια της επιτάχυνσης από χαμηλές ταχύτητες, καθώς περίμενα ότι το βάρος μου και η δύναμη που συμπίεζαν το αμορτισέρ της Öhlins θα το έκαναν να υποστρέφει. Δεν συνέβη ποτέ. Έστριβε υποδειγματικά στα εσάκια με δευτέρα, χωρίς καμία αίσθηση υπερστροφής, και ούτε είχε ελαστικότητες στα δυνατά φρένα. Το Gilera το ένιωθες απόλυτα ισορροπημένο, παρά την αναλογία 53/47% (εμπρός/πίσω), και δεν σήκωνε τον πίσω τροχό παρά μόνο δυο φορές στο τέλος της ευθείας, καθώς με τον αναβάτη η αναλογία πήγαινε στο 50/50.

Ακόμη και τότε όμως, σου έδινε τα περιθώρια να διορθώσεις, όχι μόνο χάρη στην δύναμη αλλά και στην σωστή εξέλιξη του πλαισίου. Οι αναρτήσεις της Öhlins μετέφεραν πολλή πληροφορία και σε συνδυασμό με την εξαιρετική πρόσφυση από τα ελαστικά της Dunlop, μπορούσες να εμπιστευτείς απόλυτα το Gilera μέσα στην πίστα και να επικεντρωθείς στο γυρολόγιό σου.

Παρά την απόδοσή του που ήταν σημείο αναφοράς για την κατηγορία, ήταν μια μοτοσυκλέτα που αισθανόσουν ασφαλής για να αρχίσεις να πιέζεις ώστε να βρεις τα όριά σου, γνωρίζοντας πως θα κάνει ό,τι του ζητήσεις. Αυτή είναι η τέλεια βόλτα…

Πράγματι, αυτή ήταν η ουσία κάθε δίχρονου αγωνιστικού 205GP, το πώς δηλαδή ήταν εθιστικό να οδηγείς επιθετικά και γρήγορα λες και ήσουν… θυμωμένος. Μόλις αποκτούσες μια λογική εμπειρία οδήγησης σε πίστα και της οδήγησης ενός δίχρονου, μοτοσυκλέτες σαν κι αυτή ήταν οι ιδανικές για να σε κάνουν να νιώσεις ως ο κυρίαρχος του σύμπαντος. Ήταν αρκετά γρήγορη για να σε συναρπάσει χωρίς να σε τρομάξει, η συμπεριφορά της ήταν λες και είχε αυτόματο πιλότο και άλλαζε κατεύθυνση χωρίς να απαιτεί δύναμη ή προσπάθεια, μόνο ικανότητα και συγχρονισμό για να το κάνει σωστά.

Όσο περισσότερο χρόνο πέρναγα με το Gilera τόσο πιο εθιστικό γινόταν, ενώ βελτίωνα την τεχνική μου, καθάριζα τις γραμμές μου, δούλευα πάνω στα σημάδια των φρένων και εκμεταλλευόμουν στο έπακρο το εξαιρετικό Traction control για να ανοίγω το γκάζι περισσότερο και νωρίτερα σε κάθε γύρο. Αυτό συμβαίνει γιατί αισθάνεσαι πως έχεις τον απόλυτο έλεγχο της μοτοσυκλέτας κι όχι αυτή τον δικό σου –όπως συμβαίνει με τις μοτοσυκλέτες των MotoGP- ενώ η σύνδεση μεταξύ δεξιού τροχού και πίσω ελαστικού ήταν πάντα άμεση και ακριβής.

Με δεδομένο ότι θα είχες το νου σου να κρατάς τον κινητήρα στο ωφέλιμο εύρος στροφών και να εκμεταλλεύεσαι το κιβώτιο σωστά, γινόσουν ένα με την μοτοσυκλέτα και δεν καθόσουν απλά πάνω της, ήσουν κομμάτι της.

Πέρα από ένα αντίστοιχα εξιταριστικό αλλά πιο αργό μονοκύλινδο, τετράχρονο, Supermono , δεν ξέρω άλλη μοτοσυκλέτα για μεσαίου μεγέθους αναβάτες που να σε βάζει τόσο πολύ μέσα στην οδήγηση όσο ένα αγωνιστικό 250GP, κι αυτό σίγουρα δεν ισχύει για τα πιο βαριά Moto2 που τα αντικατέστησαν.

Λυπάμαι που έπρεπε να αποχαιρετήσω τις πιο διασκεδαστικές, πιο απολασυτικές και πιο συναρπαστικές αγωνιστικές μοτοσυκλέτες (από την πλευρά του αναβάτη), αλλά είναι τιμή και προνόμιο που απέδωσα έναν φόρο τιμής οδηγώντας την Gilera του Simoncelli στα 100α γενέθλια της εταιρείας. Αν ο SuperSic δεν ξεκίναγε την χρονιά με έναν σπασμένο καρπό, θα είχε κατακτήσει τον δεύτερο σερί τίτλο του!

Όταν όμως οδηγούσα στην στα πιτς του Mugello για να μπω στο box της Gilera, συνειδητοποίησα πως αυτό ήταν το τέλος μιας εποχής –η τελευταία φορά που οδήγησα ένα δίχρονο 250GP. Η μοτοσυκλέτα που έκανα μαζί της 17 γύρους στο Mugello ήταν η Ιστορία σε δύο ρόδες… Κάποιος να μου δώσει ένα χαρτομάντηλο παρακαλώ…

Δοκιμή Thrust Motor DSR 150 LC ABS+TCS: Έσο έτοιµος

Oλοκληρωµένη πρόταση στα 150 κ.εκ.
δοκιμη thrust motor dsr150
Από τον

Γιάννη Τσινάβο

10/8/2024

Κάποια scooter µπαίνουν ξαφνικά στη ζωή σου εκεί που δεν το περιµένεις και σου κάνουν την καθηµερινότητα πιο εύκολη χωρίς να ζητούν πολλά ή να κοστίζουν πολλά, όπως το DSR 150 της Thrust Motor που χωρίς µεγάλα λόγια πετάει µε αξιώσεις το γάντι στους αντιπάλους του.

Στις µέρες µας στην κατηγορία των scooter των 150 κ.εκ. υπάρχει πληθώρα επιλογών. Από εκεί και έπειτα ξεκινά η εσωτερική αναζήτηση για το τι χρειάζεται ο καθένας στην καθηµερινότητα του, και το πιο σηµαντικό, πόσα χρήµατα θέλει να δαπανήσει. Εκεί µπαίνει στην εξίσωση το DSR 150 της δοκιµής µας. Η Thrust Motor τα τελευταία χρόνια έχει µπει για τα καλά στη µοτοσυκλετιστική ζωή µας, παρουσιάζοντας ενδιαφέροντα µοντέλα ειδικά στην κατηγορία των scooter. Ένα από αυτά είναι και το DSR 150 το οποίο έρχεται να µπει σφήνα στον ανταγωνισµό και από ότι φαίνεται έχει όλα τα εχέγγυα για να πετύχει τους στόχους του.

δοκιμη thrust motor dsr150

Αντικρίζοντας το από κοντά διαπιστώνεις πως το DSR 150 είναι πιο όµορφο από ότι στις φωτογραφίες. Σε αυτό βοηθά και το µατ-γκρι χρώµα το οποίο αναµφίβολα σε κερδίζει. Το µπροστινό τµήµα του scooter είναι το δυνατό του σηµείο, µε τους LED προβολείς σε συνδυασµό µε τα φώτα ηµέρας να σχηµατίζουν ένα ιδιαίτερο σχήµα. Στο πίσω µέρος εντυπωσιάζει το φωτιστικό σώµα το οποίο είναι σαν να έχει... φωλιάσει µέσα στο scooter.

Εύσηµα αξίζουν και για το µεσαίο τµήµα του DSR 150 το οποίο είναι άρτια κατασκευασµένο και φιλοξενεί την ποδιά αλλά και τα µαρσπιέ του συνεπιβάτη, τα οποία είναι αναδιπλούµενα. Στα θετικά στοιχεία του scooter περιλαµβάνονται η φιµέ ζελατίνα που προστατεύει ικανοποιητικά τον αναβάτη, ενώ µας έκανε εντύπωση και η LCD οθόνη της οποίας η φωτεινότητα ρυθµίζεται εύκολα µε έναν διακόπτη που βρίσκεται εκεί που θα συναντούσαµε σε άλλες µοτοσυκλέτες τον διακόπτη για τη µεγάλη σκάλα των φώτων. Το τιµόνι βρίσκεται σε σωστή θέση, οπότε δεν υπάρχει πρόβληµα µε τα γόνατα του αναβάτη, κάτι που συναντάµε συχνά-πυκνά σε άλλα scooter µε αυτές τις διαστάσεις. Κάτω από αυτό υπάρχει γάντζος για να κρεµάσεις κάποια τσάντα ενώ στα δεξιά υπάρχει ντουλαπάκι το οποίο µπορεί να χωρέσει αρκετά αντικείµενα -εµείς χωρέσαµε δύο µπουκάλια νερού του µισού λίτρου.

Πολύ καλή είναι η ποιότητα και των υπόλοιπων διακοπτών, µε τον περιστροφικό διακόπτη να χρειάζεται λίγη εκµάθηση µέχρι να τον συνηθίσεις. Περιστρέφοντας τον, ανοίγει η σέλα, κάτω από την οποία υπάρχει χώρος για ένα jet κράνος και κάποια άλλα µικροαντικείµενα. Στο τελείωµα της σέλας υπάρχουν δύο µεγάλες χειρολαβές οι οποίες προσφέρουν στον συνεπιβάτη περαιτέρω ασφάλεια. Το ύψος της σέλας του DSR 150 βρίσκεται στα χαµηλά 770 χλστ., µεγάλο ατού, καθώς µπορείς να πατήσεις εύκολα τα πόδια σου στο έδαφος ανεξαρτήτως του ύψους σου.

Στην αστική ζούγκλα της Αττικής χαµογελάς µέσα από το κράνος σου, αφού το DSR 150 κινείται σαν αίλουρος και τίποτα δεν µπορεί να το σταµατήσει. Το τιµόνι κόβει αρκετά οπότε µε άνεση θα κάνεις ελιγµούς ώστε να βρεθείς πιο µπροστά στο φανάρι, ενώ τα 146,5 κιλά που ζυγίζει το scooter δεν θα σε απασχολήσουν ούτε µία στιγµή. Αλλάζεις κατεύθυνση άµεσα και χωρίς κόπο ενώ δεν θα συναντήσεις κανένα πρόβληµα κατά την διήθηση καθώς οι καθρέφτες δεν πρόκειται να έρθουν σε επαφή µε αυτούς των αυτοκινήτων.

δοκιμη thrust motor dsr150

Σύµµαχος εντός των αστικών τειχών

Γράφοντας περισσότερα χιλιόµετρα µε το DSR 150 συνειδητοποιείς πως ο τετράχρονος µονοκύλινδρος, υγρόψυκτος, διβάλβιδος κινητήρας χωρητικότητας 149,6 κ.εκ. και απόδοσης 14,7 ίππων τα πάει περίφηµα. Είναι αθόρυβος, χωρίς ενοχλητικούς κραδασµούς και το βασικό στοιχείο είναι πολύ οικονοµικός. Κατά την οδήγηση ανεβάζει χιλιόµετρα γραµµικά χωρίς κοµπιάσµατα ενώ µε λίγη υποµονή θα µπορέσετε να δείτε την τελική ταχύτητα του DSR 150 η οποία είναι αρκετή ακόµα και για κίνηση σε δρόµους ταχείας κυκλοφορίας, ενώ περιορίζεται µε τον κόφτη στις 9.600 σ.α.λ. Η αλήθεια είναι πως όσοι αγοράζουν scooter της συγκεκριµένης κατηγορίας δεν ενδιαφέρονται για τις τελικές ή για το αν στην κατηφόρα τα χιλιόµετρα θα αυξηθούν ώστε να το µεταφέρουν στους φίλους τους στην καφετέρια, καθώς ο µόνος στόχος δεν είναι άλλος από την πρακτικότητα.

δοκιμη thrust motor dsr150

Η ζελατίνα όπως είπαµε βοηθά στην προστασία από τον αέρα, ενώ και το αφρώδες της σέλας κρατά ξεκούραστο τον αναβάτη αλλά και τον συνεπιβάτη όσα χιλιόµετρα και αν διανύσεις εντός πόλεως. Οι αναρτήσεις κάνουν καλά τη δουλειά τους, µε αποτέλεσµα το DSR 150 να περνά τις κακοτεχνίες του ελληνικού οδοστρώµατος χωρίς να σκέφτεσαι αν αυτές θα σου µεταφέρουν αυτό το ενοχλητικό χτύπηµα στη µέση που σίγουρα έχεις βιώσει σε κάποιο άλλο scooter.

δοκιμη thrust motor dsr150

Οι τροχοί 14 ιντσών µπροστά και 13 ιντσών πίσω, µε τα ελαστικά της CST µε τη σειρά τους σε βγάζουν ασπροπρόσωπο, ενώ το ABS µε το οποίο εφοδιάζεται το DSR 150 κάνει καλά την δουλειά του καθώς έχεις δύναµη και αίσθηση ώστε να φρενάρεις µε ασφάλεια. Ένας έξτρα βοηθός κατά τη διάρκεια της οδήγησης είναι το Traction Control -µπορεί να απενεργοποιηθεί από την οθόνη- το οποίο βρίσκεται στον βασικό εξοπλισµό του scooter περιορίζοντας τα άσκοπα γλιστρήµατα. Με µέση κατανάλωση τα 3 λίτρα στα 100 χιλιόµετρα θα δείτε µε άνεση το DSR 150 να ξεπερνά τα 300 χιλιόµετρα αυτονοµίας, ενώ αν είστε περισσότερο προσεκτικοί µε το άνοιγµα του γκαζιού και χρησιµοποιώντας το Start & Stop που προσφέρεται στον βασικό εξοπλισµό, η κατανάλωση θα πέσει ακόµα περισσότερο, στα 2,7 l/100km.

δοκιμη thrust motor dsr150

Η Thrust Motor µε το DSR 150 έρχεται να προσφέρει µία ολοκληρωµένη πρόταση στα 150 κ.εκ. η οποία θα δελεάσει ακόµη και αυτόν που ακόµα κρατά µία επιφύλαξη για τα scooter µε καταγωγή από την Κίνα. Η δελεαστική του τιµή στα 2.890 ευρώ, ο αξιόλογος εξοπλισµός του, η χαµηλή κατανάλωση, το σύγχρονο design και η καθηµερινή πρακτικότητα τοποθετεί το συγκεκριµένο scooter στο πάνω ράφι της κατηγορίας, µε το DSR 150 να µπορεί να αποτελέσει µε αξιώσεις τον καθηµερινό αστικό σας σύµµαχο. 

Δοκιμή Thrust Motor DSR 150 LC ABS+TCS: Έσο έτοιµος

R3B_0971

Το μούτρο του DSR 150 αφήνει τη φαντασία να οργιάσει

Δοκιμή Thrust Motor DSR 150 LC ABS+TCS: Έσο έτοιµος

R3B_0964

Σέλα με μπόλικο αφρώδες και για τον αναβάτη και για τον συνεπιβάτη

Δοκιμή Thrust Motor DSR 150 LC ABS+TCS: Έσο έτοιµος

R3B_1013

Ντουλαπάκι και γάντζος βοηθούν στη μεταφορά μικροαντικειμένων

Δοκιμή Thrust Motor DSR 150 LC ABS+TCS: Έσο έτοιµος

R3B_1017

H LCD οθόνη είναι ευανάγνωστη ενώ έχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες

Δοκιμή Thrust Motor DSR 150 LC ABS+TCS: Έσο έτοιµος

R3B_1027

Όμορφο από όποια μεριά και να το κοιτάξεις

ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ ΑΝΑΒΑΤΗ

Κράνος: HJC

Μπουφάν: Seventy Degrees

Παντελόνι: Nordcap

Γάντια: Gari

Μπότες: TCX

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ - Thrust Motor DSR 150 LC TCS

Αντιπρόσωπος:

Δ. ΓΚΟΥΝΤΟΥΦΑΣ ΙΚΕ

Τιμή:

2.890€

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

Μήκος (mm):

1.960

Ύψος (mm):

1.165

Μεταξόνιο (mm):

1.375

Ύψος σέλας (mm):

770

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

480

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

580

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

750

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

640

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ ΖΥΓΑΡΙΑ ΜΟΤΟ

146,5kg

Πίσω

57,7%

Εμπρός

42,3%

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος:

Ατσάλινο, σωληνωτό

Πλάτος (mm):

695

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/146,5

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος:

Τετράχρονος, μονοκύλινδρος, υγφρόψυκτος

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

-

Χωρητικότητα (cc):

149,6

Σχέση συμπίεσης:

-

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

14,7/8.500

Ροπή (kg.m/rpm):

1,4/6.500

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

98,26

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

Σύστημα εξαγωγής:

1 σε 1

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Συμπλέκτης:

Αυτόματος φυγοκεντρικός

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

-

Τελική μετάδοση / σχέση:

Ιμάντας

ΕΜΠΡΟΣ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Τηλεσκοπικό πιρούνι

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

-

Ρυθμίσεις:

Καμία

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

-

Ελαστικό:

100/80-14 CST

ΦΡΕΝΟ

Δισκόφρενo 240mm & CBS

ΠΙΣΩ

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Διπλό αμορτισέρ

Διαδρομή (mm):

-

Ρυθμίσεις:

Με ρυθυμίσεις

ΤΡΟΧΟΣ

Ζάντα:

-

Ελαστικό:

100/80-13 CST

ΦΡΕΝΟ

Δισκόφρενo 220mm & CBS

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

Έγχρωμη LCD οθόνη με ενδείξεις για στροφόμετρο, ταχύμετρο, αυτονομία καυσίμου, στάθμη καυσίμου, ρολόι, ενδεικτικές λυχνίες για φλας/αλάρμ, θερμοκρασία κινητήρα, μπαταρίας, πίεσης λαδιού, εγκεφάλου κινητήρα, μεγάλη/μικρή σκάλα φωτών, full LED φώτα, ρυθμιζόμενο Traction Control που απενεργοποιείται, Start & Stop, keyless κλειδί

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

Μέση

3

Ελάχιστη

2,7

Μέγιστη

3,2

Αυτονομία (km):

300

Αυτονομία ρεζέρβας (km):

-

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

10,5/-

       

 

Ετικέτες