Editorial 602 - Τα ηλεκτρικά που καίνε βενζίνη…

x
Από το

motomag

1/1/2020

Το Ινστιτούτο «ifo» στην Γερμανία, με ιστορία εβδομήντα ετών (ιδρύθηκε το 1949) και ένα μακρύ διερευνητικό έργο, κατέληξε πρόσφατα σε ένα πολύ ενδιαφέρον συμπέρασμα: Τα ηλεκτρικά οχήματα στην Γερμανία ρυπαίνουν περισσότερο από τα Diesel αυτή την στιγμή!

Κι όχι απλά μία – δύο ποσοστιαίες μονάδες, αλλά έως και 28% περισσότερο! Ακόμη κι έτσι, το ζήτημα θα μπορούσε να είναι έως και αδιάφορο για τον οποιονδήποτε, όμως υπάρχει μία σημαντική λεπτομέρεια. Μιλάμε για την Γερμανία.

Πρόκειται για μία χώρα με βαριά βιομηχανία, εξελιγμένη τεχνολογία στα ηλεκτρικά που όχι απλά την παράγει, αλλά την εξάγει κιόλας, πράγμα που σημαίνει πως έχεις τους πόρους να την εξελίσσει. Αν κάπου έχουν μαζεμένους τους καλύτερους που εργάζονται προς μία κατεύθυνση, τότε η Γερμανία είναι αυτό το κάπου. Δεν σταματάμε εκεί όμως, στην πράξη είμαστε ακόμη στο λιγότερο κι έχουμε κι άλλο. Πρόκειται για μία χώρα που έχει ξεκάθαρο θεσμοθετημένο πλαίσιο για τα ηλεκτρικά οχήματα και κατάλληλη υποδομή. Παρόλο που το μποτιλιάρισμα στο Μόναχο -εκεί που εδρεύει και το Ινστιτούτο “ifo”- είναι εξαιρετικά ασφυκτικό για πολλές ώρες της ημέρας, όπως αντίστοιχα συμβαίνει και σε άλλες γερμανικές πόλεις, οι δρόμοι εξακολουθούν να προσφέρουν ελευθερία κινήσεων και τα οχήματα δεν παγιδεύονται για ώρες συνολικά, κάθε εβδομάδα. Κι όμως σε αυτό ακριβώς το περιβάλλον, τα ηλεκτρικά οχήματα συνεχίζουν να είναι πιο ρυπογόνα από τα Diesel.

Και υπάρχει και το άλλο. Η Γερμανία έχει ξοδέψει πολλές χιλιάδες Ευρώ ανά όχημα, ώστε να χρηματοδοτήσει την αγορά του και να συμπληρώσει τον στόχο της, που ήταν ένα εκατομμύριο ηλεκτρικά στους δρόμους. Δηλαδή έχει δώσει πολλά εκατομμύρια Ευρώ στους πολίτες, για να αφήσουν το αυτοκίνητό τους και να αποκτήσουν ένα ηλεκτρικό, ευελπιστώντας πως ένας από τους τρόπους που θα τα πάρουν την επένδυση πίσω, θα είναι από την μείωση του ενεργειακού αποτυπώματος της χώρας. Την ίδια στιγμή που η διπλανή τους Ολλανδία, αναγκάζεται να θεσπίσει το χαμηλότερο όριο ταχύτητας στην Ευρωζώνη ώστε να μειώσει τους ρύπους που εκπέμπουν τα οχήματα. Οι Ολλανδοί, με το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, που υποδέχεται τα μεγαλύτερα εμπορικά καράβια του κόσμου, έχουν φτάσει στο σημείο να πρέπει να πληρώσουν πρόστιμο για να ολοκληρώσουν τα τεράστια έργα που κάνουν, κρατώντας την θάλασσα μακριά από την χώρα τους. Κι αυτό γιατί τα έργα αυτά έχουν μεγάλο ενεργειακό αποτύπωμα. Και πάλι όμως δεν την έχουν πατήσει τόσο πολύ, όσο οι Γερμανοί. Το γερμανικό φιάσκο είναι τεράστιο, από την στιγμή που έχουν επενδύσει ένα εξωφρενικό ποσό ζεστού χρήματος, έχοντας επιδεινώσει την κατάσταση αντί να την βελτιώσουν!

Αν αυτό το ποσό πήγαινε αυτούσιο στην έρευνα και την εξέλιξη των ηλεκτρικών οχημάτων και των συσσωρευτών ενέργειας, όπως οι κοινές μας μπαταρίες, τότε θα είχαμε ένα ολότελα διαφορετικό αποτέλεσμα. Ποιος όμως θα δεχόταν να επενδύει χρήμα για ένα αποτέλεσμα που δεν μπορεί να φανεί μέσα σε μία εκλογική περίοδο;

Το ινστιτούτο “ifo” προφανώς και έχει συμπεριλάβει την διαδικασία εξόρυξης λιθίου και κοβαλτίου για το παραπάνω συμπέρασμα. Αν ήταν μονάχα οικονομικό το ζήτημα, επίσης δεν θα αξίωνε μεγάλης ανάλυσης, προσέξτε όμως πόσο σοβαρό γίνεται:

Στις αρχές Δεκεμβρίου 2019, η εταιρεία International Rights Advocates, που λειτουργεί με καθεστώς οργάνωσης για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κατέθεσε μήνυση στην Ουάσιγκτον κατά των Tesla, Google, Dell, Microsoft και Apple, για το έγκλημα με ανήλικα παιδιά που συντελείται στο Κονγκό. Χιλιάδες παιδιά εργάζονται παράνομα σε συνθήκες που δεν διαφέρουν καθόλου από τον κοινό ορισμό της σκλαβιάς, σε ορυχεία κοβαλτίου, την οποία εξόρυξη την επιβλέπει η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Πρόκειται για μία από τις φτωχότερες χώρες του κόσμου, που παράγει περισσότερο από το 50% των παγκόσμιων αναγκών κοβαλτίου και αναμένεται να τριπλασιάσει την παραγωγή του. Οι γονείς που θρηνούν παιδιά που έχασαν ή τα βλέπουν να ακρωτηριάζονται στα ορυχεία και οι εξεγέρσεις τους καταπνίγονται βίαια, αποφάσισαν να κάνουν κάτι άλλο, από την στιγμή που αδυνατούν να πολεμήσουν εκείνον που το εξορύσσει. Στρέφονται λοιπόν απέναντι σε εκείνους που το αγοράζουν, με το σκεπτικό πως η αέναη πίεση για περισσότερο και φθηνότερο κοβάλτιο οδηγεί στην εκμετάλλευση των παιδιών τους σε καθεστώς δουλείας. Δουλεία από την οποία επωφελούνται οι τεχνολογικοί κολοσσοί. Οι ενάγοντες γονείς υποστηρίζουν μάλιστα πως μπορούν να αποδείξουν πως οι κολοσσοί της τεχνολογίας γνωρίζουν τι συμβαίνει στα ορυχεία, αλλά συνέχιζαν και συνεχίζουν ακόμη και τώρα, μετά την αγωγή, να προμηθεύονται το κοβάλτιο από παιδικά χέρια…

Δεν είναι λοιπόν μονάχα το γεγονός πως τα ηλεκτρικά οχήματα ρυπαίνουν, αλλά το κάνουν πατώντας, κυριολεκτικά, σε ψυχές μικρών παιδιών.

Σύμφωνα με τους ίδιους ερευνητές, ο στόχος που έθεσε η Ευρωπαϊκή Ένωση για όριο 59 γραμμαρίων διοξειδίου του άνθρακα ανά χιλιόμετρα έως το 2030, είναι τεχνικά και τεχνολογικά, μη εφικτός!

Σε μία λίγο πιο παλιά έρευνα του Πανεπιστημίου του Μίτσιγκαν, που ΔΕΝ λάμβανε υπόψη της το κόστος σε ρύπους για την δημιουργία της μπαταρίας, απέδειξε πως στις Ην. Πολιτείες που βασίζονται κατά 64% σε ορυκτά καύσιμα για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, τα ηλεκτρικά οχήματα πρακτικά έκαιγαν 4,5 λίτρα βενζίνης ανά 100 χιλιόμετρα! Με λίγα λόγια ο κόσμος μας αυτή την στιγμή μασάει το χέρι του. Κατουρά εκεί που πίνει νερό, βάζει το κεφάλι του σε νάιλον σακούλα και παραπονιέται πως δεν μπορεί να αναπνεύσει. Κάνουμε μία τρύπα στο νερό. Όλοι αυτοί οι πόροι, όλο αυτό το χρήμα και οι φαιά ουσία που καταναλώνεται σε μάρκετινγκ για τα ηλεκτρικά οχήματα και σε συγγραφή νομοθεσιών, θα έπρεπε να πηγαίνει αλλού. Αυτή την στιγμή θα έπρεπε να μελετάμε καλύτερους τρόπους παραγωγής, ή πιο σωστά συγκομιδής της ηλεκτρικής ενέργειας και αποδοτικότερους τρόπους αποθήκευσής της.

Τρόπους που δεν θα βασίζονται στην δουλεία μικρών παιδιών, το μόνο βέβαιο!

Και όλα αυτά μόνο και μόνο για να μεταβούμε στο επόμενο στάδιο, καθώς όπως έγραφα χρόνια πριν, θεωρώ την ηλεκτρική ενέργεια, ιδιαίτερα ως τρόπο μετακίνησης ένα μεταβατικό στάδιο. Το ιδανικό θα ήταν να φτάσουμε πολύ γρήγορα στην οικονομία του υδρογόνου και να έχουμε κινητήρες εσωτερικής καύσης που καταναλώνουν υδρογόνο και παράγουν νερό. Το υδρογόνο διασπάται σπαταλώντας ενέργεια, χρησιμοποιείται ακριβώς όπως και το πετρέλαιο στους υπάρχοντες κινητήρες εσωτερικής καύσης, η BMW έχει εδώ και δεκαετία αντίστοιχο αυτοκίνητο, και μένει ένα και μόνο, ανυπέρβλητο αυτή την στιγμή πρόβλημα. Δεν μπορούμε να το αποθηκεύσουμε! Δεν έχουμε την τεχνολογία! Αντί να κοροϊδευόμαστε όμως, και να προσπαθούμε με το ζόρι να επιβάλουμε τα ηλεκτρικά οχήματα, θα μπορούσαμε κάλλιστα ως ανθρωπότητα να επικεντρωθούμε στο μοναδικό πρόβλημα που δεν μας επιτρέπει αυτή την στιγμή να τελειώσουμε με τα ορυκτά καύσιμα, χωρίς να αλλάξουμε την ζωή μας και κυρίως, τα οχήματα που ξέρουμε και μας αρέσουν…

 

 

 

 

 

 

 

editorial 540 - ό,τι επιθυμείς!

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

31/10/2014

 

Δεν είναι τα 300 άλογα. Δεν είναι ότι από αύριο θα βγούμε όλοι και θα πηγαίνουμε με 350. Δεν είναι καν ότι κάποιος από μας χρειάζεται ντε και καλά 300 άλογα. Αυτό όμως που χρειάζεται ο κόσμος της μοτοσυκλέτας είναι ένα ξυπνητήρι. Και είναι η Kawasaki που αποφάσισε να το φτιάξει.

Γιατί καλές είναι όλες αυτές οι μοτοσυκλέτες που χρειαζόμαστε, καλά τα λογικά βασικά μεταφορικά μέσα, καλές οι πολύ οικονομικές αλλά άχρωμες και άοσμες, έχουν όμως ένα μεγάλο μειονέκτημα: Κανείς δεν ενθουσιάζεται μαζί τους, όσο κι αν κάνει την δουλειά του. Χρόνια τώρα διαμαρτυρόμαστε και κουνάμε θλιμμένοι το κεφάλι, γιατί στην ουσία ο μύθος της μοτοσυκλέτας έχει πάρει πολύ νερό, ε, και πως να είναι διαφορετικά όταν οι μοτοσυκλέτες έγιναν είδος μαζικής κατανάλωσης; Μοιάζει να έγινε ξαφνικά, αλλά στην πραγματικότητα τα είκοσι τελευταία χρόνια με την τεχνολογική εξέλιξη των μοτοσυκλετών, όλοι και η γιαγιά μου μαζί ανακάλυψαν πως μπορούσαν να οδηγήσουν μία. Πρόοδος στα ελαστικά, στα φρένα, στα ηλεκτρονικά του κινητήρα, στα ABS, να και traction control, να και όλα τα ηλεκτρονικά control που μπορεί κανείς να φανταστεί, κι ευτυχώς, γιατί σώθηκε πολύ κόσμος. Το θέμα είναι πως όσο περισσότερο ασφαλείς γίνονται οι μοτοσυκλέτες, τόσο πιο δύσκολο είναι να γίνουν μύθοι. Φτάσαμε σε ένα σημείο που η αίσθηση που παίρνεις όταν οδηγείς έχει απομακρυνθεί πολύ από τα ανθρώπινα δεδομένα, καθώς γίνεται όλο και πιο δύσκολο να ταυτιστεί ο αναβάτης μαζί της, αφού νιώθει πια πως δεν είναι και τόσο απαραίτητη η δική του συμβολή στο θέμα οδήγηση. Με άλλα λόγια, πιο πολύ μας πάνε, παρά τις πάμε. Μ’ αυτά και με τ’ άλλα, οι superbike εξειδικεύτηκαν απόλυτα για πίστα, τόσο που δεν φαίνεται να έχει και πολύ νόημα να τις οδηγείς στο δρόμο. Κάτι σαν να κυνηγάς σπουργίτια με κανόνι ένα πράμα.

Κάπου εκεί, να και κάτι οικονομικές κρίσεις λέει, να και κάτι όψιμες οικολογικές ανησυχίες για το αν θα καίνε 4,5 ή 5 λίτρα στα εκατό, είχαμε γεμίσει από εξαιρετικές αλλά βαρετές μοτοσυκλέτες. Και κακά τα ψέματα, οι υπερμοτοσυκλέτες πάντα έπαιζαν τον ρόλο των προβολέων ενός σταδίου: Φωτίζουν τον χώρο που παίζουν οι άλλες. Δημιουργούν την αίγλη και τον μύθο, πυροδοτούν συζητήσεις, η δόξα τους αντανακλάται σε όλη την γκάμα της εταιρίας. Πόσο όμως να συζητήσεις για ηλεκτρονικά και "τι σου κάνει εσένα η δικιά σου στο mode 2, level 3 του traction control;" Χάθηκαν οι συζητήσεις και οι αναφορές σε βασικές αισθήσεις, που όλοι μπορούν να καταλάβουν και να ενθουσιαστούν.  Χάθηκαν τα ελαττώματα και οι υπερβολές που ήταν το αλάτι στο φαΐ της μοτοσυκλέτας.

Όταν κάτσει κανείς και σκεφτεί ποιες μοτοσυκλέτες έγιναν θρύλοι, συνήθως ήταν αυτές που γέμιζαν τα νεκροταφεία, ή για να μην είμαστε τόσο μακάβριοι, αυτές που ήταν εντελώς αντι-κοινωνικές, αντι-ασφαλείς, αντι-οικονομικές, όλα τα αντί. Ακόμα συζητιούνται τα τρικύλινδρα δίχρονα της Kawasaki, που ακόμα και το Mach IV 750, γνωστό κι ως Η2, είχε μόνο 74 αλογάκια για 200 κιλά, με καλαμάκια πιρουνιού σαν καλαμάκια φραπέ, με αμορτισέρ που είχαν μόνο ελατήρια, με πλαίσιο που ίσα ίσα κράταγε όλα τα εξαρτήματα πάνω του. Κι όμως, οι αναβάτες έτρεχαν μαζικά τότε στις εκθέσεις για να το δουν (τουλάχιστον στις ΗΠΑ, γιατί εδώ ελάχιστοι μπορούσαν να το αγοράσουν), και λόγω του σλόγκαν της διαφήμισής του ("... μια επιτάχυνση που κανείς αναβάτης δεν έχει ξανανιώσει") και λόγω της φήμης του, που διαδόθηκε αστραπιαία από όσους το οδήγησαν. Λογικά, με τέτοια φήμη του στυλ "το πιθανότερο είναι ή να φύγεις από πάνω του όταν ροπιάσει, ή να σε πετάξει κάτω όταν πλαγιάσει", κανείς δεν θα ήθελε να το πλησιάσει, κι όμως συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο. Κι όμως, το Mach III 500 ήταν πολύ πιο απότομο κι ατίθασο, το Mach IV 750 ήταν πολύ πιο "γλυκό", τουλάχιστον συγκριτικά. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον η απόφαση της Kawasaki να χρησιμοποιήσει ακριβώς τις ίδιες εκφράσεις, "κανείς δεν έχει ξανανιώσει τέτοια επιτάχυνση", για την νέα της H2R, και να της δώσει και το ίδιο όνομα με την αγωνιστική έκδοση του αερόψυκτου δίχρονου 750. Είναι σαφές πως απευθύνεται σε βασικές αισθήσεις, σε βασικά ένστικτα του ανθρώπου, αντί να προσπαθεί να ικανοποιήσει κάποια ορθολογιστικά και ασαφή κριτήρια.

 

Ακόμα και στην προ-ιαπωνική εποχή, οι μοτοσυκλέτες που έμειναν στην ιστορία είναι κάτι Gold Star, κάτι Vincent, κάτι Brough Superior, που όλες τους ήταν φτιαγμένες για τους κάγκουρες της εποχής που τις τελίκιαζαν σε κάθε ευκαιρία και μούσκευαν τα βρακιά τους όταν ξεπερνούσαν ταχύτητες που τα σημερινά 250 καθημερινής χρήσης φτάνουν άνετα.  Έφτιαξαν και κάτι τρικύλινδρα που τόσο γρήγορα τους φαίνονταν που τα ονόμασαν Rocket, και χάρηκαν για λίγο μέχρι που η Honda έβγαλε το δικό της τετρακύλινδρο 750, που και πύραυλος ήταν (και πάλι με εβδομήντα-κάτι αλογάκια!) και δούλευε για δεκαετίες χωρίς να χάνει λάδια. Η Κawasaki ετοίμαζε κι αυτή τότε το δικό της 750, αλλά την πρόλαβε η Honda και για να μην δείξει πως ακολουθεί, το μεγάλωσε σε 900. Πιο πολλά κυβικά, πιο πολλά γκάζια κι ένας κυβισμός που δεν είχαμε δει μέχρι τότε, ξεκίνησαν ένα κεφάλαιο επιδόσεων που κράτησε για δεκαετίες και εξελίχθηκε σε Ninja. Tα αερόψυκτα μπορεί να είχαν μεγαλώσει σε καρχαρίες 1100 και να κρατούσαν ξάγρυπνους τους νοικοκυραίους τα βράδια, αλλά τα λιγότερα μεν, υγρόψυκτα δε 900 κυβικά της GPz900R ξεκίνησαν μια άλλη μάχη, αυτή της τελικής. Παράλληλα όμως με τις τελικές, ανέβαιναν και τα κιλά, αφαιρώντας από την αίσθηση επιτάχυνσης, και δίνοντας περισσότερο βάρος στο μάζεμα χιλιομέτρων. Το αποκορύφωμα και το κύκνειο άσμα αυτής της, εεε, φιλοσοφικής προσέγγισης στο θέμα μοτοσυκλέτα, ήρθε με την ZX-12R, την πιο γρήγορη σε τελική που μετρήσαμε ποτέ στο ΜΟΤΟ, με 312 πραγματικά χιλιόμετρα. Ο πλανήτης όμως είχε γίνει πια πολύ πυκνοκατοικημένος, και μια τέτοια μάχη δεν είχε μέλλον. Και πριν οι μπαμπούλες της ασφάλειας προλάβουν να επέμβουν νομοθετικά, οι κατασκευαστές έκαναν "συμφωνία κυρίων", εθελοντικά δηλαδή περιόρισαν ηλεκτρονικά την τελική των μοτοσυκλετών στα 299. Φυσικά, τίποτα το διαφορετικό δεν συμβαίνει στα 301 σε σχέση με τα 299, το νόημα όμως ήταν πως ο ανταγωνισμός σε αυτό το πεδίο ήταν πια νεκρός, οπότε μ’ ένα σμπάρο, πολλά τρυγόνια. Απ’ τη μια οι εταιρίες έδειχναν προς τα έξω (δηλαδή, προς τους μη μοτοσυκλετιστές) ένα πρόσωπο τάχαμου κοινωνικής ευαισθησίας, κι απ’ την άλλη, ξέμπλεξαν από μια υπόθεση που απαιτούσε όλο και περισσότερους πόρους, πολύ ακριβή, που τα αποτελέσματά της ελάχιστοι μπορούσαν να απολαύσουν, σε ελάχιστες περιπτώσεις. Λογικά, ήταν μια ουτοπική μάχη, καθώς όλο και μεγαλύτερη ιπποδύναμη απαιτούνταν για να ανέβουν ελάχιστα τα χιλιόμετρα. Και που να τα δεις πια αυτά τα νούμερα στο κοντέρ σου; Ούτε καν στις autobahn πια, έχουν και κίνηση και όρια σχεδόν παντού.

 

Επαναπαύτηκαν όμως, είπαν ούφ, γλιτώσαμε απ’ τον μπελά, ας παίξουμε τώρα το παιχνιδάκι της ασφάλειας, είναι ένας καλός τρόπος για να πουλήσουμε περισσότερες μοτοσυκλέτες, αφού θα απευθυνόμαστε πια και σε όλους αυτούς που τις φοβόντουσαν. Αμ δε! Μόλις έφυγε αυτό το στοιχείο του κυνηγιού της τελικής, που ήταν άλλωστε εντελώς παράνομο στο 99,99% των δρόμων του πλανήτη, οι πωλήσεις δεν αυξανόντουσαν πια, αλλά άρχισαν να κάνουν μια σταθερή βουτιά: Είχαν ξεχάσει να αντικαταστήσουν τις τελικές με κάτι άλλο, πιο χειροπιαστό, πιο άμεσο, κάτι που την εμπειρία του θα μπορούσε να την έχει ο καθένας, καθημερινά.  Ήλπιζαν, για πολλά χρόνια, πως την μαγεία της παρανομίας και του κυνηγιού των τελικών στους ανοιχτούς δρόμους θα αντικαθιστούσε η οδήγηση στις πίστες, οπότε έριξαν το βάρος εκεί. Όμως, η οδήγηση σε πίστα δεν είναι κάτι που μπορείς να κάνεις κάθε μέρα, έχει πρόσθετα έξοδα, κι επιπλέον απαιτεί αυξημένες οδηγικές ικανότητες γιατί τα χρονόμετρα, όπως και οι υπόλοιποι που γυρνάνε στην πίστα, ξέρουν πολύ καλά ποιος πάει γρήγορα και ποιος όχι. Το βάρος, σ’ αυτή την περίπτωση, η ευθύνη αν θέλετε, μετατοπίζεται έτσι από την μοτοσυκλέτα στον αναβάτη. Δεν μπορείς να έχεις "την πιο γρήγορη", γιατί στην πίστα η πιο γρήγορη είναι αυτή που ο αναβάτης της την πάει γρήγορα. Τζίφος. Κανείς δεν θέλει να του θυμίζουν πως εκείνος φταίει, πως θα μπορούσε να κάνει κάτι καλύτερο.  Η αίσθηση όμως, ααα, η αίσθηση δεν είναι κάτι μετρήσιμο. Μπορούμε να φανταστούμε κάποιον στην Kawasaki να προσπαθεί να βρει μια νέα κατεύθυνση, αφού αυτή της τελικής είχε κλείσει προ πολλού, και να τρίβει το πιγούνι του πριν αναφωνήσει "Χάι! Αξελερέισον! Χόρσ-πάουερ!". Αλλά φυσικά δεν έγινε έτσι. Καιρό το μελέταγε η Kawasaki το θέμα κομπρέσορας, κι είχαν βγει κάτι φήμες πως θα τον έβαζε σε ΖΖ-R 1400, γιατί κανείς δεν φανταζόταν πως η Kawasaki – μοτοσυκλέτες θα έβαζε όλη την Kawasaki – Heavy Industries να δουλεύει νύχτα μέρα, για να φτιάξει το απόσταγμα της τεχνολογίας της. Οι περισσότεροι από τους μηχανολόγους των άλλων τμημάτων δεν θα είχαν ποτέ ασχοληθεί με τόσο μικρά και λεπτά ζητήματα. Ο κύριος κινητήρες jet δεν είχε σκεφτεί ποτέ πως θα μπορούσαν να φτιαχτούν τόσο μικρά πτερυγιάκια κι ο κύριος πενταόρωφοι 18κύλινδροι κινητήρες πλοίων δεν φανταζόταν πως θα ασχοληθεί με φαινόμενα προανάφλεξης σε κάτι κυλινδράκια σαν κουτάκια αναψυκτικού.

 

Δεν έχει σημασία αν η H2R γίνει εμπορική επιτυχία ή όχι. Φυσικά καλό θα ήταν για την Kawasaki, κι είμαι σίγουρος πως οι ευθείες των dragster θα στενάξουν, όπως και κάθε μορφής ευθεία. Πριν ακόμη όμως πουληθεί έστω και μία, η H2R έχει ήδη την μεγαλύτερη επιτυχία και αντίκτυπο. Το σημαντικό είναι πως η Kawasaki τόλμησε να ταράξει τα στάσιμα νερά, να ανοίξει το δρόμο σε μοτοσυκλέτες συναρπαστικές, σε πιθανότητες ατελείωτες, να ξυπνήσει και τους άλλους κατασκευαστές και να τολμήσουν κι εκείνοι να εξερευνήσουν νέους δρόμους, σε κάθε κατηγορία. Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια, κι η Kawasaki τρελή δεν είναι, ούτε μικρή, κι όμως, μας θύμισε την αλήθεια, πως μοτοσυκλέτα χωρίς τρέλα και πάθος δεν έχει νόημα, μόνο με ορθολογισμό δεν έχει ψυχή. Οι μύθοι δεν δημιουργούνται από μοτοσυκλέτες που "χρειάζεσαι", αλλά από μοτοσυκλέτες που επιθυμείς σαν τρελός, που στοιχειώνουν τα όνειρά σου. Άλλωστε, όταν ευχόμαστε σε κάποιον, δεν του λέμε "ό,τι χρειάζεσαι", "ό,τι επιθυμείς" του λέμε.