Editorial 578 - 1 28’ 39”

x
Από το

motomag

1/1/2018

Αυτή είναι η διάρκεια του ντοκιμαντέρ On Any Sunday, του 1971. Το γράφω κι αλλού, αν δεν το έχετε δει, να το δείτε οπωσδήποτε. Δείτε το στο internet, κατεβάστε το, νοικιάστε το, βρείτε βιντεοκασέτα, δεν ξέρω τι θα κάνετε, πρέπει να το δείτε. Γυρισμένο σε μια εποχή που η μοτοσυκλέτα ήταν σε ξεκάθαρα ανοδική πορεία, αλλά και ταυτόχρονα τόσο παρεξηγημένη, κυρίως λόγω άγνοιας. Το On Any Sunday έβγαλε από την μοτοσυκλέτα το είδος της ρετσινιάς που συνέχιζαν να της κολλάνε ταινίες σαν το Easy Rider – τσοπεριές, μαστούρα, αλητεία και στο τέλος στην φυτεύει κι ένας redneck με την καραμπίνα κι ησυχάζεις. Κι άντε, για να μην στεναχωρήσουμε τους παραδοσιακούς, να πούμε πως κι οι τσοπεριές ήταν φτιαγμένες για την ελευθερία των ανοιχτών δρόμων και τάχα μου Born to be Wild κι άλλες τέτοιες παπαριές (αυτό το τραγούδι και το άλλο με το μπουφάν το πλαστικό του κουρσάρου της ασφάλτου θα έπρεπε να απαγορεύονται δια ροπάλου σε μοτοσυκλετιστικές και μη μαζώξεις…). Το μόνο κοινό των δύο ταινιών είναι πως α) Έχουν μοτοσυκλέτες και β) Οι μοτοσυκλέτες έχουν δύο ρόδες.

Πάμε στον Bruce Brown. Σερφάς ήταν, γύρισε και κάτι μικρού μήκους, γύρισε και το ντοκιμαντέρ Endless Summer που έκανε για το surf ό,τι έκανε και το On Any Sunday για τους αγώνες μοτοσυκλέτας  αργότερα. Μετά το Endless Summer άρχισε να γουστάρει μοτοσυκλέτες, πήγαινε σε αγώνες, έβγαινε στην έρημο, μέχρι που αποφάσισε να αγοράσει μια από τον μέγα Malcolm Smith. Γοητευμένος από την προσωπικότητα και την τέχνη του Malcolm στους αγώνες, του ήρθε η ιδέα να κάνει κι ένα ντοκιμαντέρ με όσο πιο πολλά είδη αγώνων γινόταν, με τον πολυτάλαντο Malcolm. Ο επόμενος άνθρωπος που προσέγγισε ήταν ο mega-star της εποχής Steve McQueen. Δεν τον ήξερε, αλλά είχε αρκετό θράσος για να του πει να βάλει τα χρήματα, αλλά όχι να παίξει! Η πρώτη απάντηση του McQueen ήταν πως παίζει σε ταινίες, δεν τις χρηματοδοτεί. Ε, τότε, του λέει ο Bruce, δεν θα εμφανίζεσαι στην ταινία! Την επόμενη μέρα ο McQueen τον πήρε τηλέφωνο και του είπε να ξεκινήσει το project. O Malcolm Smith τελικά ήταν πιο δύσκολος, μόλις είχε αγοράσει μια επιχείρηση, δεν είχε χρόνο, δεν μπορούσε, αλλά όταν ο Bruce του είπε μετά από δύο εβδομάδες πως θα του δίνει 100 δολάρια για κάθε μέρα που θα έλειπε από το γραφείο, δέχτηκε.

   Η κάμερα του Bruce ακολουθούσε τους αγωνιζόμενους, κι ελάχιστες σκηνές ήταν στημένες, όπως εκείνη του αναβάτη που έχει μείνει στην έρημο με το Husqvarna του και του βάζει φωτιά για να τον βρουν. Η σκηνή γυρίστηκε με ένα παλιό Husky που είχε ο Malcolm με την μπιέλα του να έχει δραπετεύσει από τα κάρτερ και να προβάλλει από το κάτω μέρος τους. Το πήγαν στην έρημο, του έβαλαν φωτιά, γύρισαν την σκηνή, αλλά ο Malcolm, που δεν άφηνε ούτε σεντ να πάει χαμένο, το επισκεύασε και το πούλησε μετά.

Ο Bruce Brown ταξίδευε μαζί με τους αγωνιζόμενους, τον Μalcolm Smith και τον Mert Lawill, παρέα στα βανάκια τους, κάνοντας χιλιάδες μίλια μαζί τους, ενώ το υπόλοιπο συνεργείο ερχόταν αεροπορικώς. Ταξίδεψε παρέα με τον Malcolm ως και στο Six Days του 1970, στο El Escorial της Ισπανίας, κι εκεί δεν είχε συνεργείο, μόνος του με μια κάμερα στο χέρι γύριζε.

Ένα στοιχείο που κάνει την ταινία ξεχωριστεί, είναι πως ο Bruce την αφηγείται ο ίδιος, καταφέρνοντας μαζί με το χιούμορ του και τα ξεχωριστά του πλάνα να κάνει μια ταινία που ενώ είναι γεμάτη σίδερα, είναι και γεμάτη συναισθήματα. Πέρασαν και καλά στα γυρίσματα: Σε κάποια φάση, ο Steve McQueen νόμιζε πως θα περνούσαν σιγά σιγά ένα ποταμάκι, αλλά ο Malcolm με τον Mert του την είχαν στημένη. Τον άφησαν να μπει πρώτος, και μετά τον έκαναν λούτσα περνώντας γρήγορα από δίπλα του. Η έκπληξη αλλά και το χαμόγελο στο πρόσωπό του αποτυπώθηκαν στην ταινία, κι είναι αυθεντικά, όπως προφανώς και τα μπινελίκια που τους έριξε. Θα δείτε και το κόλπο με την σβουνιά, που μόλις την εντοπίσεις στην μέση του δρόμου σπινάρεις πάνω της για να λούσεις με φρέσκο σκατό αγελάδας τον φίλο σου που σε ακολουθεί. Το λεπτό μοτοσυκλετιστικό χιούμορ δεν γνωρίζει σύνορα, και είναι πάντα διαχρονικό. Και μ’ αυτή τη σβουνιά ο McQueen πήρε το αίμα του πίσω: Καθώς πάντα ήθελε να προπορεύεται, και οι άλλοι δύο τον άφηναν, είχε συνεννοηθεί με τον Bruce για να στηθεί εκεί που μια αγελάδα στρατηγικά είχε αφήσει μια σβουνιά, και το κόλπο πέτυχε απόλυτα, με το σκατό να πετάγεται στον Mert, τον Malcolm να γελάει και τον Steve να στρέφει το κεφάλι του για να δει αν τους πέτυχε…  Κι αυτή ακριβώς είναι η δύναμη της μοτοσυκλέτας: Δύο αγωνιζόμενοι κι ένας mega-star ηθοποιός που δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους, και το μόνο κοινό που έχουν είναι η χαρά της οδήγησης, κάνουν πλάκες μεταξύ τους πετώντας νερά και σβουνιές ο ένας στον άλλο.

 

Ακόμα κι όταν τα γυρίσματα τελείωσαν, η παρέα των τεσσάρων συνέχισε να βγαίνει βόλτες με χωματερά μηχανάκια. Μια φορά ήταν στο ράντσο του Bruce, που συνόρευε με τις εκτάσεις του Camp Pendleton των πεζοναυτών, και χωρίς να το καταλάβουν, μπήκαν σε αυστηρά απαγορευμένη ζώνη και βρέθηκαν μπροστά σε καμουφλαρισμένους πεζοναύτες που τους σημάδευαν με τα όπλα τους… Μόλις ο Bruce κατάλαβε τι είχε γίνει, ζήτησε τον επικεφαλής, του είπε σε αυστηρό τόνο “Στρατηγός Brown. Eλπίζω η άσκησή σας να πηγαίνει καλά. Συνεχίστε!”. O επικεφαλής στήθηκε κλαρίνο και χαιρέτησε, και οι τέσσερις φίλοι συνέχισαν την βόλτα τους… Βέβαια, μάλλον θα την γλίτωναν τελικά, αφού όταν ο Bruce είχε ζητήσει να κάνουν τα τελευταία γυρίσματα στην παραλία του Camp Pentleton, ο διοικητής είχε αρνηθεί κατηγορηματικά, όταν όμως τον πήρε τηλέφωνο ο Steve την επόμενη μέρα και του είπε πως γυρίζει μια ταινία με μοτοσυκλέτες, ο διοικητής ήταν όλο γλύκες: “Βεβαίως κ. McQueen, ό,τι θέλετε! Να στείλουμε και πεζοναύτες να βοηθήσουν;”

 

Οι δύο αγωνιζόμενοι ήταν φυσικά πολύ γρήγοροι, αλλά και ο McQueen δεν πήγαινε πίσω, ήταν πολύ ανταγωνιστικός, ήθελε να βρίσκεται συνέχεια μπροστά, κι αυτό του στοίχισε πολλές τούμπες. Αλλά δεν μάσαγε. Είχε τρέξει πολλούς αγώνες στην έρημο, ακόμα και σε Six Days είχε συμμετάσχει, με Triumph. Στο τέλος των τριών ημερών των γυρισμάτων με τους τρεις τους να παίζουν σε παραλίες και αμμόλοφους, όπου δεν ήταν μαύρος από τους μώλωπες ήταν γρατζουνισμένος… Κι όπου κι αν πήγαιναν για γυρίσματα, όλες οι γυναίκες έπεφταν πάνω του. Για μερικούς η ζωή είναι πολύ σκληρή. Ο Steve τουλάχιστον ήταν γνήσιος, κι όχι fake, σε ό,τι κι αν έκανε.

 

Κι ο Bruce Brown όμως, παρά την επιτυχία των δύο ντοκιμαντέρ του, δεν καβάλησε το καλάμι ούτε παρασύρθηκε από το σταριλίκι του Hollywood. To On Any Sunday προτάθηκε για Όσκαρ (Best Documentary) αλλά ήρθε δεύτερο πίσω από ένα που σήμερα κανείς δεν θυμάται πια. Λίγο μετά, ένα από τα μεγάλα studio τον κάλεσε, του πρότεινε μισθό ενός εκατομμυρίου δολαρίων το χρόνο (πολλά λεφτά το 1972), του έδειξε και το γραφείο που του είχαν ετοιμάσει με το όνομά του στην πόρτα και την εκπάγλου καλλονής ιδιαιτέρα που τον περίμενε, αλλά εκείνος τους είπε “Ευχαριστώ, αλλά όχι. Το μόνο αφεντικό που είχα ποτέ ή που ήθελα να έχω είναι ο εαυτός μου”. Κι έφυγε. Τα κάνουν κάτι τέτοια οι μοτοσυκλετιστές.

 

editorial 533 - η Νίκη και τα φτερά της

Από το

Μαύρο Σκύλο

31/3/2014

Πόσο μακριά έφτασε η έμπνευση που χάρισε σε όλο τον κόσμο η περίφημη Νίκη της Σαμοθράκης; Και πως γύρισε σε μας αυτή η έμπνευση, από την Ιαπωνία πίσω στην Ελλάδα, μέσω ανθρώπων που είχαν μαύρη μουτζούρα κάτω από τα νύχια τους;

 

Ο Gihei Honda προερχόταν από οικογένεια αγροτών, από πάππο προς πάππου που λένε, είχε πολεμήσει στον Ρωσο-Ιαπωνικό πόλεμο, κι αργότερα, άνοιξε ένα σιδεράδικο, όπου επισκεύαζε και ποδήλατα. Πήγαινε στο Τόκυο, αγόραζε παλιά ποδήλατα, τα ανακατασκεύαζε και τα πουλούσε. Ο πρωτότοκός του ο Soichiro είχε γεννηθεί το 1906, κι από μικρό παιδάκι, βοηθούσε τον πατέρα του, βάζοντας τη μουτζούρα από νωρίς στη ζωή του. Αρκετά χιλιόμετρα από το σπίτι του, βρισκόταν ένα αποφλοιωτήριο ρυζιού, κι ο παππούς του μικρού Soichiro τον έπαιρνε στην πλάτη τζιτζίνα ως εκεί. Ο μικρός περνούσε ώρες παρακολουθώντας μια σπάνια για την εποχή βενζινοκίνητη μηχανή που έδινε κίνηση στο μύλο. Tο ’14, ενώ ήταν στη δευτέρα τάξη, είχε την τύχη να δει ένα αεροπλάνο, που το πιλοτάριζε ο Άγγλος Niles Smith. O Soichiro έφτιαξε "γυαλιά" αεροπόρου από χαρτόνι, έβαλε έλικες από μπαμπού στο ποδήλατό του κι επί μήνες τρομοκρατούσε τους ανθρώπους και τις κότες του χωριού με τα γρήγορα περάσματά του. Ο πρώτος κάγκουρας;

Μετά από οχτώ χρόνια στο σχολείο, ο 15χρονος Soichiro μπήκε το 1922 μαθητευόμενος σε ένα συνεργείο αυτοκινήτων στο Τόκυο, μακριά από το σπίτι του, κι έμεινε έκπληκτος από το πόσα αυτοκίνητα κυκλοφορούσαν εκεί. Στο Komyo, το χωριό του κοντά στο Hamamatsu, θα ήταν τυχερός αν έβλεπε ένα το μήνα. Η πρώτη του δουλειά όμως στην ART Shokai (το συνεργείο που λέγαμε), ήταν άσχετη με αυτοκίνητα: έπρεπε κάθε μέρα να κουβαλάει το μούλικο του ιδιοκτήτη στην πλάτη του, και τον είχε πιάσει απελπισία, καθώς έβλεπε το όνειρό του να απομακρύνεται. Μπορεί να μην γινόταν ποτέ μηχανικός αυτοκινήτων. Ήταν δυστυχής και θα τα παράταγε αν δεν ντρεπόταν να αντικρίσει τους γονείς του. Αυτό που τον βοήθησε ήταν ο μεγάλος σεισμός του 1923, που σχεδόν κατέστρεψε την Art Shokai όπως άλλωστε και την γύρω περιοχή, με αποτέλεσμα να φύγουν οι άλλοι εργαζόμενοι πίσω στα σπίτια τους. Έμεινε μόνο ο ιδιοκτήτης, ο Yuzo Sakakibara, ο αρχιμηχανικός και ο Honda, οπότε αναγκαστικά έκανε τα πάντα, κι έμαθε γρήγορα. Επιπλέον, ο Sakakibara ήταν τρελός με τους αγώνες, και συμφώνησε να ξεκινήσει ο μαθητευόμενος Honda την κατασκευή ενός αγωνιστικού αυτοκινήτου, στον ελεύθερό του χρόνο φυσικά, δηλαδή το βράδυ. Κάπου είχαν βρει έναν αεροπορικό κινητήρα Curtis-Wright, V8 8.000 κυβικών και 100 ίππων. Εκτός από τον κινητήρα, ο Honda έφτιαξε τα πάντα μόνος του, ακόμα και τις ακτίνες των ξύλινων τροχών! Το αυτοκίνητο ήταν γρήγορο και κέρδισε απρόσμενα πολλούς αγώνες. Εκτός όμως από τα αυτοκίνητα, του άρεσαν φυσικά και οι μοτοσυκλέτες. Επιβιώνει μια φωτογραφία του 15χρονου Soichiro πάνω σε μια μοτοσυκλέτα με καλάθι, από το 1922 ή το 1923.

 

Στα 21 του, άνοιξε παράρτημα της ART στο Hamamatsu, συνεχίζοντας να κατασκευάζει πρωτότυπα αγωνιστικά αυτοκίνητα – πάντα στον ελεύθερό του χρόνο – που οδηγούσε ο ίδιος στους αγώνες. Εννιά χρόνια αργότερα, το 1936, είχε ένα ατύχημα σε αγώνα, όχι από δικό του λάθος, με αποτέλεσμα να διαλυθεί η αριστερή μεριά του προσώπου του, να βγάλει τον ώμο του και να σπάσει και τους δύο καρπούς του. Είχε προλάβει όμως να βγάλει την μεγαλύτερη μέση ωριαία που είχε επιτευχθεί ποτέ στην Ιαπωνία. Συνήλθε, και το ’37 ξεκίνησε να φτιάχνει ελατήρια πιστονιών, μελετώντας μόνος του μεταλλουργία και χύτευση. Επέκτεινε τις κατασκευαστικές του δραστηριότητες και κατά την διάρκεια του πολέμου, οι εγκαταστάσεις του όμως βομβαρδίστηκαν και ισοπεδώθηκαν από σεισμό το 1945. Πούλησε όμως το στοκ των ελατηρίων και των πιστονιών του στην Toyota, για το ισόποσο των σχεδόν 800.000 δολαρίων σήμερα. Αποφάσισε να περάσει τον επόμενο ένα χρόνο γλεντώντας με τους φίλους του, φτιάχνοντας το δικό του ουίσκι. Και το έκανε. Κι αν σήμερα υπάρχει η Honda όπως την ξέρουμε, αυτό οφείλεται και στην Toyota, και στα τρικούβερτα γλέντια του Soichiro.

To ’46, ξεκίνησε το Τεχνολογικό Ινστιτούτο Ερευνών Honda, τον πρόδρομο της Honda Motor Company, και, μας τα έπρηξες με τον Ηοnda, τι σχέση έχει επιτέλους με την Νίκη της Σαμοθράκης; Όλη αυτή μου η έρευνα για τα χρόνια της ζωής του Soichiro πριν ξεκινήσει να φτιάχνει μοτοσυκλέτες, ξεκίνησε από μία απορία μου: Πως προέκυψε το λογότυπο των μοτοσυκλετών της Honda, το πασίγνωστο "Φτερό"; Θα περίμενε κανείς πως θα ήταν γνωστή η ιστορία ενός από τα πιο γνωστά λογότυπα του κόσμου. Αλλά όχι. Στην βιβλιοθήκη του ΜΟΤΟ έχουμε πολλά βιβλία για την Honda, ακόμα και στα Ιαπωνικά που δεν ξέρουμε να διαβάζουμε. Τίποτα σχετικό δεν γράφεται εκεί. Τυχαία όμως, ψάχνοντας για την ιστορία των τετράχρονων trial της Honda, έπεσα πάνω στο site του Joan Forrellad, το onlytrial.com, που επί δεκαετίες ασχολείται με το θέμα. Εκεί, υπάρχει ένα άρθρο που αναφέρει πως ο Soichiro επέλεξε τον συμβολισμό των φτερών της θεάς Νίκης, και ειδικότερα από την απεικόνισή τους στο περίφημο άγαλμα της Νίκης της Σαμοθράκης, για να δώσει στην νέα του τότε εταιρεία ένα σύμβολο.

Επικοινώνησα με τον Joan για να μάθω από πού βρήκε αυτή την πληροφορία: "Ήταν πολύ δύσκολο, και μου πήρε χρόνια. Ευτυχώς όμως, καθώς έχω πολλούς καλούς φίλους από την Ιαπωνία, αρκετούς που ήταν κοντά στον Soichiro την δεκαετία του ’60 και του ’70, κατάφερα να μάθω αυτά που έγραψα στο άρθρο μου." Δεν είχα τον χρόνο για να "σκαλίσω" στην Ιαπωνία μήπως μάθω κάτι περισσότερο, πριν γράψω αυτό το editorial (θα το κάνω όμως). Άρχισα να σκέφτομαι το πως έφτασε ως τον Soichiro η Nίκη της Σαμοθράκης, αφού όπως είδατε δεν έκανε αυτό που θα λέγαμε κλασικές σπουδές. Και πριν ξεκινήσει την Honda, δεν γνωρίζω να έχει ταξιδέψει εκτός Ιαπωνίας, οπότε κομμάτι δύσκολο να είχε επισκεφθεί το Λούβρο, όπου εκτίθεται από το 1883 η Νίκη της Σαμοθράκης. Στην Ιαπωνία όμως, είναι πολύ γνωστή και αγαπητή η αρχαία Ελλάδα, η ιστορία και η μυθολογία της. Υπάρχει ακόμα και το νησί της ελιάς, κατάφυτο με ελιές, πλήρες με αντίγραφα αρχαίων ναών! Ίσως τελικά ο Soichiro να μην έκανε μόνο πάρτυ τον ένα χρόνο των διακοπών του, αλλά να άνοιξε και κανένα βιβλίο.

Ξέρουμε πως ήταν κάπου ανάμεσα στο 220-185 π.Χ. όταν αφιερώθηκε το άγαλμα της Θεάς Νίκης στο ιερό των Μεγάλων Θεών, των Καβείρων, στην Σαμοθράκη. Φτιάχτηκε από Παριανό μάρμαρο και τοποθετήθηκε στην πλώρη ενός πέτρινου πολεμικού πλοίου από ασβεστόλιθο, μέσα σε μια λιμνούλα. Με τα φτερά της απλωμένα προς τα πίσω, το στήθος προτεταμένο, το λεπτό της φόρεμα με τις δραματικές του πτυχές κολλημένο πάνω της και το κεφάλι της που προφανώς κράταγε ψηλά (λέω προφανώς γιατί δεν έχει βρεθεί ακόμα το κεφάλι), έμοιαζε σαν να είχε μόλις προσνηωθεί στην πλώρη του πλοίου, παροτρύνοντας τον στόλο προς την νίκη. Άγνωστο ποιος ήταν ο γλύπτης, ή ποια ναυμαχία μνημονεύει. Η βάση του, η πλώρη του πλοίου, ήταν από Ροδίτικο μάρμαρο, και παρόμοια αγάλματα σε πλώρες έχουν βρεθεί από την Μικρά Ασία ως την Λιβύη. Η Νίκη της Σαμοθράκης βρέθηκε το 1863 από έναν ερασιτέχνη Γάλλο αρχαιολόγο, τον Charles Champoiseau, που ήταν τότε υποπρόξενος της Γαλλίας στην Αδριανούπολη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έφτασε στο Λούβρο έναν χρόνο μετά.

 

Με το δεδομένο πως ο Soichiro είχε ασχοληθεί πολύ περισσότερο με αυτοκίνητα πριν τον πόλεμο, παρά με μοτοσυκλέτες, μπορεί να είχε ήδη γνωρίσει την Νίκη της Σαμοθράκης από κει, και συγκεκριμένα από τα αυτοκίνητα της Rolls-Royce, μαθαίνοντας αργότερα ποια απεικόνιζε η φτερωτή κυρία πάνω στην τάπα των ψυγείων τους, που κι αυτά ήταν σε στυλ αρχαίων ελληνικών ναών. Το ψυγείο τους μπορείτε να το φανταστείτε σαν την μπροστινή όψη του Παρθενώνα, με την θεά Νίκη στην κορυφή του αετώματος, πράγμα που είναι και αλήθεια, γιατί από κει έχει έρθει και η έμπνευση για την χαρακτηριστική εμφάνιση των Rolls-Royce. Είναι μια ωραία ιστορία, με εστέτ λάτρεις της τέχνης και ερωμένες βαρόνων...

Ανάμεσα σ’ αυτούς που είχαν μαγευτεί από το μεγαλείο και την αίσθηση της κίνησης της Νίκης της Σαμοθράκης, ήταν και ο πρώτος διευθύνων σύμβουλος της Rolls-Royce, ο Claude Goodman Johnson. Mια από τις αγαπημένες του ασχολίες ήταν να επισκέπτεται μουσεία και γκαλερί. Είχε κάνει πολλά ταξίδια στο Παρίσι, περνώντας ατέλειωτες ώρες στο Λούβρο. Έτσι, όταν το 1910 είχε την ιδέα για μια μασκότ που θα κοσμούσε το ψυγείο των Rolls-Royce, ήξερε τι ήθελε: "Θέλω κάτι πανέμορφο," είπε στον γλύπτη Charles Sykes, "πήγαινε στο Λούβρο να ρίξεις μια ματιά στην Νίκη της Σαμοθράκης". Ο Charles το έκανε, αλλά λίγο η καλλιτεχνική του περηφάνια, λίγο το μεγαλείο της Νίκης, δεν του επέτρεψαν να αντιγράψει ακριβώς την θεά. Προτίμησε να της δώσει μια πιο λεπτεπίλεπτη όψη, να την κάνει πιο συλφίδα, κάτι που θεωρούσε πως θα εξέφραζε καλύτερα την χάρη, το αθόρυβο και την ήρεμη δύναμη των αυτοκινήτων της θρυλικής μάρκας. Ο Charles είχε μπει πολλές φορές στις Rolls-Royce του πάτρονά του John Montagu, δεύτερου βαρόνου Montagu του Beaulieu, οπότε είχε άποψη. O βαρόνος, φανατικός των αυτοκινήτων, είχε ξεκινήσει το 1902 το περιοδικό The Car Illustrated, με γραφεία στην πλατεία Piccadilly παρακαλώ. Επίσης, είχε γνωρίσει και την Eleanor Thornton, προσωπική βοηθό του βαρόνου από το ξεκίνημα του περιοδικού και του Automobile Club. H "Τhorn" ή "Τhorny" όπως την φώναζαν οι φίλοι της (τώρα φταίω εγώ που η απόσταση από το Thorny ως το Horny είναι μικρή;), όχι μόνο έγινε το αγαπημένο μοντέλο του γλύπτη Sykes, αλλά και δια βίου ερωμένη του βαρόνου Montagu, εν γνώσει και με την ανοχή της γυναίκας του. Όπως είδα σε φωτογραφίες, το σώμα της Eleanor δεν είχε σχέση με την συλφίδα μασκότ, αλλά ήταν φυσικό ο έμμισθος του βαρόνου γλύπτης να θέλει να την κολακέψει. Όλοι όμως όσοι ήξεραν την Eleanor, αναγνώρισαν το πρόσωπό της στην μασκότ του ψυγείου, την πιο διάσημη στο χώρο του αυτοκινήτου. Στην αρχή είχε ονομαστεί The Spirit of Speed, γρήγορα όμως άλλαξε σε Spirit of Ecstasy, κάτι που θεωρήθηκε πιο ταιριαστό με τον χαρακτήρα της Rolls-Royce. H Εleanor όμως έχει και μια άλλη, τραγική όμως, σύνδεση με τον ελλαδικό χώρο, εκτός από το ότι δάνεισε το πρόσωπό της σε μια μεταλλαγμένη Νίκη της Σαμοθράκης: Το πλοίο SS Persia που την μετέφερε προς την Ινδία, μαζί με τον βαρόνο, τορπιλίστηκε από γερμανικό υποβρύχιο το 1915 ανοιχτά της Κρήτης. Ο Montagu επιβίωσε, η Eleanor όχι.

 

Από το πρώτο-πρώτο λογότυπο της Honda, το 1947, υπάρχει μια αναφορά στα φτερά της Νίκης της Σαμοθράκης. Από το 1949, στο model C, την θέση της κουκλάρας Νίκης έχει πάρει ένας μπρατσαράς, αλλά με τα φτερά και τη στάση του δρομέα που τερματίζει πρώτος. Το 1954, τα πρώτα Benly είχαν δύο φτερά, ενώ από το 1955 καθιερώνεται το άσπρο φτερό με τα αρχικά "ΗΜ" από κάτω του, σε μαύρο φόντο. Μια σημαντική αλλαγή ήρθε το ’73-’74, όταν το φτερό συνδυάστηκε με το όνομα Honda, για να γίνει πιο στυλιζαρισμένο στην έκδοση που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα.

Όταν ο άγνωστος γλύπτης τελείωνε την Νίκη της Σαμοθράκης, πριν από 2200 χρόνια, ούτε που θα μπορούσε να φανταστεί πως θα γινόταν έμπνευση για το πιο διάσημο έμβλημα στο χώρο του αυτοκινήτου αλλά και σήμα κατατεθέν της πιο μεγάλης εταιρείας μοτοσυκλετών, που θα κυνηγούσε και θα κατακτούσε την νίκη σε κάθε κατηγορία αγώνων. Το μόνο που μας μένει είναι να μάθουμε επιτέλους τι ήταν οι Κάβειροι και τα μυστήριά τους...