Editorial 577 - Με τη μύτη στο τζάμι

x
Από το

motomag

1/12/2017

Πολύ πριν η μύτη μου αρχίσει να αφήνει σημάδια στις τζαμαρίες των μαγαζιών με μηχανάκια, τα έβλεπα να περνούν στους δρόμους. Σπάνια ήταν τα καινούργια. Τα περισσότερα στους δρόμους ήταν γερμανικά δίχρονα πενηντάρια που οι μπαρμπάδες που τα καβαλούσαν λες και είχαν συνεννοηθεί και άλλαζαν ταχύτητες όλοι με τον ίδιο τρόπο. Γκιιιίίν, γκίίιιιν, γκίίιιιν… Δίχρονα και τα τρίκυκλα τα γύφτικα, περνούσαν φορτωμένα με οικογένειες και πραμάτεια, βογκούσαν οι “κινητήρες έλξεως”, άπλωναν πίσω τους τα ντουμάνια. Τα τετράχρονα ήταν παλιές BMW που είχαν έρθει μεταχείρω από Γερμανία, φορτωμένες στο σταθμό του Μονάχου στο τραίνο για Ελλάδα, ήταν ακόμα Μπιεσά “τρία όπλα” με καλάθι κι άλλα απομεινάρια του πολέμου. Στο δημοτικό θυμάμαι πως ο γυμναστής μας είχε ένα κίτρινο Ducati Scrambler, που το έπιανε από τη μέση του τιμονιού και από το σκελετό πίσω και το σήκωνε στον αέρα για να το γυρίσει επί τόπου. Η συντριπτική πλειοψηφία όμως ήταν μηχανάκια μεροκαματιάρικα, για να “πηγαίνει ο κόσμος στη δουλειά του”, κι όχι για διασκέδαση. Τα γιαπωνέζικα ήταν λίγα ακόμα, αλλά ξεχώριζαν, ήταν γυαλιστερά, με έντονα χρώματα – στα παιδικά μάτια αυτά κάνουν εντύπωση. Αλλά αν ήταν παλιά, αν ήταν καινούργια μοντέλα ούτε ξέραμε τότε, ούτε μας ένοιαζε, μηχανάκια να ήταν, θόρυβο να έκαναν, άλλωστε γιατί βάζαμε κι εμείς χαρτονάκια από πακέτο άσσο σκέτο στις ακτίνες των ποδηλάτων μας; Τώρα που το σκέφτομαι, τα χαρτονάκια έκαναν κάπως τετράχρονο ήχο, κι εμείς με το στόμα κυρίως δίχρονα μιμούμασταν, οπότε είχαμε απ’ όλα.

Τη δεκαετία του ’70 ήταν γεγονός σημαντικό να περάσει τετρακύλινδρο, που πρώτα το ακούγαμε από μακριά, και μετά το βλέπαμε να περνάει αστραπή (έτσι νομίζαμε…) από μπροστά μας και να χάνεται, με το ουρλιαχτό από την τέσσερις σε καμία να σβήνει σιγά σιγά σε άλλες γειτονιές. Και συνήθως όλοι ήξεραν ποιος ήταν αυτός που πέρασε, μετρημένα ήταν τότε τα μηχανάκια, του τάδε ή του τάδε, σίγουρα πράματα. Τότε ήταν που είδαμε και τα χωματερά, δίχρονα καθαρόαιμα που πρόσθεταν κι αυτά το δικό τους soundtrack στην πόλη, λίγοι έβγαιναν στα χώματα. Σιγά – σιγά, μαθαίναμε, μάρκες, μοντέλα, κυβικά. Τα πενηντάρια ήταν μοτοσυκλετάκια, τα δυόμιση μεγάλες μοτοσυκλέτες, ο,τιδήποτε με πιο πολλά κυβικά σπάνιο και τρομερό. Κι όταν βλέπαμε από κοντά κανένα 750 ή 900, μας έπιανε δέος, κι ο αναβάτης του μας φαινόταν φοβερά γενναίος που κατάφερνε να δαμάσει το τρελό γκάζι που φανταζόμασταν πως θα έχει.

Όταν πήρα πια μηχανάκι άρχισα να κολλάω τη μύτη μου στις βιτρίνες των λιγοστών μαγαζιών. Ότι ήταν καινούργιο ήταν και καταπληκτικό. Φανταστικό. Ακόμα και ένα καινούργιο πενηντάρι ήταν μεγάλη υπόθεση. Σήμερα τα πενηντάρια είναι στα τελευταία τους, σε λίγο θα εκλείψουν. Μέχρι να μάθουμε από τα περιοδικά πως κάθε λίγα χρόνια οι εταιρίες βγάζουν καινούργια μοντέλα είχαμε μια εικόνα πως απ’ τη στιγμή που έβγαινε ένα μοντέλο, θα έμενε και για πάντα ίδιο. Και πώς να μην το πιστεύεις αυτό όταν επί χρόνια έβλεπες γύρω σου να κυκλοφορούν τα ίδια και τα ίδια μηχανάκια; Το μεγάλο μπαμ ήρθε στα τέλη της δεκαετίας του ’70, και στις αρχές του ’80, οι δρόμοι γέμισαν με καινούργια, αυτά που τώρα νοσταλγούμε, κι ίσως όχι τόσο για τα ίδια τα μηχανάκια, όσο για την περίοδο εκείνη της ζωής μας. Πώς να δώσεις σε έναν σημερινό 14χρονο να καταλάβει τι ήταν να έχεις το δικό σου μηχανάκι και να πηγαίνεις όπου ήθελες, μέρα ή νύχτα, στο δρόμο ή τα χώματα; Σε έναν 17χρονο, να του πεις πως ήταν να κυκλοφορείς με RM125 και στο δρόμο, εκστασιασμένος από το γκάζι του; Μέσα σε μια γενιά, η μοτοσυκλέτα στην Ελλάδα πέρασε από την μεροκαματιάρικη-μεταφορική φάση της στην διασκέδαση, στην αμφισβήτηση, στους αγώνες και τα ταξίδια – από ανάγκη έγινε χαρά.

Και βλέπαμε στα περιοδικά, σε άθλιες ασπρόμαυρες φωτογραφίες κυρίως, τα νέα μοντέλα, που όσο περνούσαν τα χρόνια αποκτούσαν και χρώματα, καθώς γίνονταν πιο πολλές οι έγχρωμες σελίδες. Είχα στείλει γράμμα τότε, για να μάθω αν θα ερχόταν στην Ελλάδα και πόσο θα έκανε ένα δίχρονο BSA πενηντάρι με μοτέρ Minarelli, μια απελπισμένη προσπάθεια των Άγγλων μπας και μείνει ζωντανό το ιστορικό όνομα. Τα περιοδικά σιγά σιγά βελτιώνονταν, οι έγχρωμες σελίδες γινόντουσαν όλο και περισσότερες, τα μηχανάκια όλο και καλύτερα: Ξαναπιάνω στα χέρια μου το τεύχος 24 του ΜΟΤΟ, “Δεκέμβριος 1987, ΔΡΧ. 250”, με αποστολή στο Σαλόνι του Μιλάνου και τίτλο στο εξώφυλλο “Όλα τα νέα μοντέλα ‘88” – πριν 30 χρόνια… Και πώς να μην σου τρέξουν τα σάλια όταν βλέπεις πρώτη μούρη ένα RC30, από πάνω ένα ZX-10, δίπλα ένα Dominator 650; Η BMW παρουσίαζε το R100GS, η Honda έδειχνε το Africa Twin 650 (ενώ στο φετινό Μιλάνο παρουσίασε ένα Africa με ίδιο όνομα, Adventure Sports), η Yamaha είχε το TDR250 και το FZR750R, η Suzuki νέο 750 GSX-R και το DR Βig 750, n Ducati το 851 (φέτος το V4!), n Aprilia το Tuareg 600, η Gilera το Saturno 500 και η ΚΤΜ δίχρονο 350 και τετράχρονο Baja 600… Και πώς να μην αρχίσεις να φαντασιώνεσαι για κάθε ένα από όλα αυτά, πως θα ήταν, πως θα πήγαινε αυτό, που θα πήγαινες εσύ μαζί του, τι ήχο θα έκανε… Κι όταν διάβαζες για 275 τελική στο ZX-10, πώς να μην σου πέσουν τα σαγόνια, μόνο αγωνιζόμενοι στα GP είχαν πάει με τόσα.

Θέρτυ γίαρς άφτερ, τα όνειρα είναι ακόμα ζωντανά. Το κέντρο βάρους της εξέλιξης μπορεί να έχει μετατοπιστεί, μπορεί κανέναν πια να μην απασχολούν οι τελικές που τότε είχαν κάποιο νόημα και απ’ αυτές εξαρτιόταν το γόητρο κάθε εταιρίας, αλλά έχουμε υλικό μπόλικο για φαντασιώσεις. Τουλάχιστον αυτές είναι δωρεάν. Αλλά και οι μικρές, πιο προσιτές μοτοσυκλέτες κάνουν την επιστροφή τους, η κατηγορία από 250-400cc ξανανιώνει. Κρίμα που τα όρια ηλικίας των διπλωμάτων ουσιαστικά κόβουν τα φτερά των νέων. Ποιος 18χρονος θα μπορούσε να αντισταθεί σε ένα Ninja 400 ή σε ένα 790 Duke; Ακόμα κι έτσι, όνειρα είναι, και πώς να μην ονειρευτείς μια μέρα στο Mugello με ένα RSV4 Factory Works, παρέα με ένα Panigale V4 κι ένα ZX-10R SE; Χέρια νά’χεις, να αντέξεις… Πώς να μην έχεις την περιέργεια να δεις τι πραγματικά μπορεί να κάνει το τρίτροχο Niken σε ένα ορεινό στροφιλίκι, όσο κι αν σου φαίνεται… κάπως; Πώς να μην θέλεις να βολτάρεις όλη νύχτα με ένα CB1000R ή μ’ ένα Vitpilen 701, μοτοσυκλέτες που πέρασαν απ’ το πρωτότυπο στην παραγωγή χωρίς να χάσουν τίποτα; Πώς να μην φανταστείς αυτοκινητόδρομους χωρίς όρια ταχύτητας καβάλα σ’ ένα Ninja Η2 SX; Πώς να μην θέλεις να ξεκινήσεις ένα ταξίδι απ’ τη μια ως την άλλη άκρη των ΗΠΑ μ’ ένα εξακύλινδρο όπως τα Goldwing και Grand America; Πώς να μην ονειρευτείς μια διάσχιση Ασίας μ’ ένα F850GS παρέα μ’ ένα Africa Adventure Sports, έτσι, για να δεις πως πάνε στις στέππες; Κι όμως, όλα αυτά τα όνειρα είναι το σημερινό κόλλημα της μύτης στο τζάμι του υπέροχου κόσμου της μοτοσυκλέτας… Απολαύστε το.

 

 

 

     

 

editorial 543 - Κάνουν ό,τι μπορούν για να μην πουλήσουν

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

29/1/2015

Θα φανταζόταν κανείς πως σε τέτοιους καιρούς κρίσης μπορεί να υπάρχουν έμποροι που κάνουν ό,τι μπορούν για να μην πουλήσουν; Κι όμως, στην Ελλάδα αυτό είναι γεγονός. Αντιπροσωπείες, στελέχη αντιπροσωπειών, έμποροι μοτοσυκλετών, έμποροι αξεσουάρ, συνεργεία, σε όλο το φάσμα του εμπορικού κόσμου της μοτοσυκλέτας υπάρχουν πολλοί που κάνουν ακριβώς την αντίθετη δουλειά από αυτή που υποτίθεται πως κάνουν. Δεν είναι η πλειοψηφία, αλλά δεν αποτελούν και "τις εξαιρέσεις", το ποσοστό είναι μεγάλο και ανησυχητικό. Είναι θαύμα και πολύ ενθαρρυντικό το γεγονός πως παρ’ όλη την κρίση, οι πωλήσεις μοτοσυκλετών δείχνουν ανοδικές τάσεις. Είναι η απόλυτη επιβεβαίωση πως η μοτοσυκλέτα είναι και επιθυμία, και ανάγκη, και διασκέδαση, και εξυπηρέτηση, και όνειρο για πολλούς.

Θα μπορούσε να θεωρηθεί αυτονόητο πως όταν τα πράγματα δυσκολεύουν, πρέπει να κάνεις και μεγαλύτερη προσπάθεια για να φέρεις το ίδιο αποτέλεσμα. Αλλά δεν είναι. Όταν ο μοτοσυκλετιστής – πελάτης το σκέφτεται τρεις φορές πριν ξοδέψει τα όποια χρήματά του, θα περίμενε κανείς πως οι επαγγελματίες του χώρου, από τις αντιπροσωπείες ως το πιο μικρό συνεργείο, θα έκαναν τα πάντα για να πείσουν τους πελάτες να έρθουν σ’ αυτούς, τα πάντα για να τους πείσουν πως τα χρήματα αξίζει να τα δώσουν σε εκείνους και όχι σε άλλους, στην Ελλάδα ή σε όλο τον κόσμο. Θα θέλαμε να δούμε ανταγωνιστικές τιμές, αναβαθμισμένη εξυπηρέτηση και συμπεριφορά, προβολή και ενημέρωση για τα όποια προϊόντα, κινήσεις που τελικά θα πείσουν τον πελάτη. Αντί για αυτό, βλέπουμε πολλές φορές ακριβώς τα αντίθετα.

Συγκέντρωσα χαρακτηριστικές περιπτώσεις από την Ελληνική πραγματικότητα. Άλλες ιστορίες έχουν συμβεί σε μένα, άλλες σε φίλους, άλλες τις μαθαίνουμε από την ίδια την αγορά και τους φίλους μοτοσυκλετιστές.

 

Παίρνω τηλέφωνο (ανώνυμα βέβαια) σε αντιπρόσωπο αξεσουάρ για να ρωτήσω αν έχει ένα εξάρτημα που χρειαζόμουνα, κόστους γύρω στα 25 ευρώ όπως είχα δει από την έρευνά μου σε διάφορα ευρωπαϊκά site. "Γειά σας, μήπως έχετε αυτό το παπαράκι;" Απάντηση: "Αααα, μόνο παραγγελία με προκαταβολή, τουλάχιστον τρεις βδομάδες παράδοση." "Πόσο θα κοστίσει;" "Να έρθει και βλέπουμε..."

Πως να αγοράσεις κάτι από αυτόν τον αντιπρόσωπο, όταν ξέρεις πως αν το παραγγείλεις μέσω κάποιου ευρωπαϊκού e-shop θα έρθει σε τρεις μέρες αντί για τρεις βδομάδες και βλέπουμε, με μικρότερο κόστος; Καταλαβαίνω πως δεν μπορεί να υπάρχει στοκ για τα πάντα. Μια απάντηση όμως του τύπου "Δεν το έχω, αλλά σε τρεις μέρες θα είναι εδώ", μάλλον θα κέρδιζε τον πελάτη.

 

Θεωρώ απολύτως λογικό, αναγκαίο και απαραίτητο να μπορεί ο υποψήφιος αγοραστής να οδηγήσει την μοτοσυκλέτα πριν την αγοράσει. Κι όχι μόνο τις μοτοσυκλέτες των είκοσι χιλιάδων, αλλά και τις πολύ φτηνές. Σημειώστε πως για μια αντιπροσωπεία οι μοτοσυκλέτες test ride έχουν κάποιο κόστος, αλλά μετά πωλούνται μια χαρά ως μεταχειρισμένες, σε τιμή μεγαλύτερη απ’ ό,τι έχουν κοστίσει στην αντιπροσωπεία. Κι αν τα test ride οδηγήσουν και σε πωλήσεις, το κέρδος είναι πολλαπλάσιο. Είναι απολύτως πιο πιθανό να αποφασίσεις να αγοράσεις μια μοτοσυκλέτα που έχεις οδηγήσει, παρά μια άγνωστη ποσότητα. Κι όμως. Πολλές αντιπροσωπείες δεν έχουν μοτοσυκλέτες για test ride οι ίδιες, ενώ επιμένουν να διαθέτουν οι dealer τους! Μερικές, ενώ έχουν, επιδεικνύουν δυσκαμψία που διώχνει τους υποψήφιους πελάτες. Αληθινή ιστορία: Έμπορος επαρχιακής πόλης ζητά από την αντιπροσωπεία των μοτοσυκλετών που πουλάει να του στείλουν ένα συγκεκριμένο μοντέλο, ακριβό, που υπήρχε ήδη διαθέσιμο για test ride: "Έχω κάποιους υποψήφιους πελάτες που θέλουν να την οδηγήσουν, μπορείτε να μου την στείλετε για δυό μέρες;" (Παρένθεση: Κόστος μεταφοράς γύρω στα 50 ευρώ). Απάντηση αντιπροσωπείας: "Πες τους να κατέβουν Αθήνα άμα θέλουν". Αν ήμουν ένας από αυτούς τους υποψήφιους πελάτες, θα έβαζα ένα μεγάλο "X" σ’ αυτή τη μάρκα. Κι αν τύχει να συζητήσεις με τους υπαλλήλους της αντιπροσωπείας, είναι σίγουρο πως θα σου πουν "Δύσκολοι καιροί, μικρές πωλήσεις..." Σε απόλυτη αντίθεση, έμαθα πως υποψήφιος αγοραστής ενός πολύ ιδιαίτερου αυτοκινήτου (τόσο ιδιαίτερου που το μόνο ίσως που κυκλοφορεί στην Ελλάδα είναι το προσωπικό του ιδιοκτήτη της αντιπροσωπείας), απευθύνθηκε σε έμπορο της συγκεκριμένης μάρκας εκδηλώνοντας το ενδιαφέρον του για test ride. Τι συνέβη; Δεν του είπαν καν πήγαινε στην αντιπροσωπεία να το οδηγήσεις. Μόλις το έμαθε ο ιδιοκτήτης της αντιπροσωπείας, έστειλε το αυτοκίνητο με τον προσωπικό οδηγό του στον dealer για να κάνει ο πελάτης το test drive του. Λέτε να μην το αγόρασε μετά από αυτό; Μπορεί, αλλά η κίνηση σίγουρα μετράει, και το κυριότερο, δείχνει σεβασμό στον πελάτη. Και μην παρασυρθεί κανείς και πει "Ναι, αλλά αυτό προφανώς ήταν ακριβό αυτοκίνητο". Δεν έχει σχέση. Μπορεί ο συγκεκριμένος πελάτης να είχε χρήματα, και να το αγόραζε πιο εύκολα απ’ ότι ένας άνεργος ή πενιχρά αμειβόμενος θα έπαιρνε ένα παπί. Και ειδικά αυτός που αγοράζει με σκληρά κερδισμένα χρήματα, υπολογίζοντας και το τελευταίο ευρώ, αξίζει τον σεβασμό των εμπόρων.

 

Οι εταιρίες που παράγουν μοτοσυκλέτες έχουν τις εξής βασικές ευκαιρίες να ενημερώσουν και να πείσουν τους υποψήφιους πελάτες: 1) Την πρώτη παρουσίαση του μοντέλου στα διεθνή Σαλόνια Μοτοσυκλέτας, μετά ίσως και από σειρά σπαστικών βίντεο teaser όπως συνηθίζεται τώρα τελευταία, 2) Την οδηγική πια διεθνή παρουσίαση για τους δημοσιογράφους, μια πολύ σημαντική πρώτη επαφή με την μοτοσυκλέτα και τους δημιουργούς της, 3) Την διάθεσή της για test ride στην Ελλάδα, τόσο στο περιοδικό όσο και απ’ ευθείας στους υποψήφιους αγοραστές, και 4) μια ακόμα παρότρυνση – υπενθύμιση μέσω των κάθε μορφής διαφημίσεων. Πολλές αντιπροσωπείες στην Ελλάδα αδιαφορούν για το (1), και δεν στέλνουν ποτέ ούτε το ενημερωτικό υλικό, κάνουν το παγώνι για το (2) για να μην ξοδέψουν καθόλου χρήματα, πολλές φορές λέγοντάς μας και ψέματα ("Δεν ξέρουμε τίποτα, δεν μας έχουν ενημερώσει..."), αδιαφορούν πλήρως για το (3) που έχει για κείνους πολύ μικρό κόστος (αν έχει) σε σχέση με την προβολή και τον σεβασμό που οφείλουν να δείχνουν προς τους υποψήφιους αγοραστές, και τελικά αγνοούν και το (4), αποφεύγοντας να διαφημίσουν την μοτοσυκλέτα τους. Και μετά λένε... "Οι πωλήσεις είναι πολύ χαμηλές", αποφεύγοντας να αναφέρουν πως έχουν κάνει ό,τι έπρεπε για να πετύχουν αυτό ακριβώς το αποτέλεσμα: Να μην πουλήσουν. Λες και οι υποψήφιοι αγοραστές θα τρέξουν από μόνοι τους στα μαγαζιά να παρακαλάνε να αγοράσουν μια μοτοσυκλέτα για την οποία η ίδια της η αντιπροσωπεία αδιαφορεί.     

 

Το 2014, αρκετές αντιπροσωπείες με δημοφιλή μοντέλα... ξέμειναν, και δεν είχαν να πουλήσουν, ενώ οι πελάτες τα ζητούσαν. Κακός αρχικός υπολογισμός; Αδυναμία ανεύρεσης επιπλέον μοτοσυκλετών; Φόβος για αρχική παραγγελία μεγαλύτερη από την ζήτηση;  Όπως και νά’χει, η ευθύνη προφανώς δεν ήταν των πελατών, που ήθελαν να δώσουν τα ωραία τους χρήματα, αλλά της αντιπροσωπείας: Θα μπορούσε να πουλήσει παραπάνω αλλά δεν τα κατάφερε.

 

Υπάρχει μια γενική αντίληψη πως τα αξεσουάρ μοτοσυκλέτας και αναβάτη είναι ακριβότερα στην ελληνική απ’ ότι στην ευρωπαϊκή αγορά. Σε πολλές περιπτώσεις αυτό ισχύει, σε άλλες όχι. Κι όμως, όσοι έχουν τα ίδια αξεσουάρ στις ίδιες ή και καλύτερες τιμές απ’ ότι σε χώρες της ΕΕ, μπορεί να μην κάνουν τίποτα για να μάθουμε κι εμείς κι εσείς πως τα έχουν, και σε τι τιμές. Μετά βέβαια, γκρινιάζουν πως οι πελάτες παραγγέλνουν μέσω internet και πως το internet τους κάνει ζημιά, χωρίς οι ίδιοι ούτε να διαθέτουν e-shop, ούτε να διαφημίζουν τα προϊόντα τους, ενημερώνοντας τους υποψήφιους αγοραστές. Άλλοι, ενώ διαθέτουν e-shop, όπου ο πελάτης βλέπει στην οθόνη του διαθέσιμο το προϊόν, ανακαλύπτει όταν κάνει παραγγελία πως τον είχαν παραπληροφορήσει, πως τελικά δεν είναι διαθέσιμο, πως δεν ξέρουμε πότε θα έρθει κλπ κλπ. Αποτέλεσμα; Μένει δυσαρεστημένος και δεν ξαναψωνίζει από κει.         

 

Φίλος έχει μια μοτοσυκλέτα για την οποία είχε ανακοινωθεί μια ανάκληση, κι έπρεπε να αλλαχτούν 2-3  εξαρτήματα του κινητήρα. Βεβαίως, του είπε η αντιπροσωπεία, θα το κάνουμε. Επί δέκα μέρες προσπαθούσε να συνεννοηθεί για το πότε θα την πάει στο εξουσιοδοτημένο συνεργείο. "Να τη φέρω αύριο;" "Πάρε με αύριο να σου πω...", ήταν η απάντηση του υπεύθυνου μηχανικού, κι αυτό τράβηξε πάνω από μια βδομάδα, κάθε μέρα. Τελικά του είπαν να την πάει μια Δευτέρα. Όταν έφτασε η Παρασκευή, με την μοτοσυκλέτα ακόμα στο συνεργείο για εργασία που μάλλον δεν θα έπαιρνε πάνω από μία ώρα, η απάντηση στο τηλεφώνημά του ήταν "Το μεσημέρι θα την πιάσω..." Αργότερα, μετά το μεσημέρι, η απάντηση ήταν "Δεν μπορούμε να την φτιάξουμε, τελικά δεν μας είχαν στείλει όλα τα ανταλλακτικά..."  Τι να πει κανείς; Είναι να μην αγανακτείς; Κάποιο δίκιο είχε αυτός που είπε "Μια εταιρία είναι τόσο καλή, όσο ο χειρότερος υπάλληλός της". Τι να τον κάνεις τον καταπληκτικό διευθυντή αν ο μάστορας διώχνει τους πελάτες; Και βέβαια, πόσο καταπληκτικός είναι αυτός ο διευθυντής, αν δεν μπορεί να καταλάβει πως αυτός ο υπάλληλός του του κάνει μεγάλη ζημιά;

 

Εδώ και χρόνια, τα scooter αποτελούν την κατηγορία best seller στην Ελλάδα. Κι όμως, από πολλές μεριές ακούμε πως υπάρχουν ελλείψεις σε βασικά ανταλλακτικά, έως και αναλώσιμα. Τώρα πια, που οι κατασκευαστές και ευρωπαίοι να μην είναι, έχουν κέντρα διανομής ανταλλακτικών στην Ευρώπη και οι παραγγελίες πηγαίνουν κατ’ ευθείαν εκεί, δεν μπορεί να συμβαίνουν τέτοια πράγματα. Μπορεί ένα ανταλλακτικό να μην υπάρχει ετοιμοπαράδοτο στην Ελλάδα, ακριβώς γιατί ούτε συμφέρει ούτε έχει νόημα πια να υπάρχουν και εδώ μεγάλα στοκ ανταλλακτικών, όταν οι χρόνοι παράδοσης κυμαίνονται από την επόμενη μέρα έως τρεις, για τις σοβαρές εταιρίες. Στις μέρες μας, είναι πολύ δύσκολο να καταπιεί κάποιος το παραμυθάκι "Θα έρθει σε ένα μήνα, πλήρωσε και επιπλέον για να στο φέρω".

 

Παραγγέλνω αναλώσιμα για την συντήρηση της μοτοσυκλέτας μου, από ανεξάρτητο Έλληνα έμπορο, μέσω του e-shop του. Το e-shop υποσχόταν δωρεάν μεταφορικά εντός Αττικής και παράδοση την επόμενη μέρα, με αντικαταβολή. Τέλεια. Μετά από μια βδομάδα, ούτε φωνή ούτε ακρόαση, ενώ είχαν και το mail μου και το τηλέφωνό μου. Τους στέλνω mail, καμία απάντηση. Στις οχτώ μέρες, τους τηλεφωνώ εγώ. Η προσπάθεια της κυρίας που το σήκωσε ήταν να βγάλει πως φταίω εγώ: "Μήπως δεν μας δώσατε σωστό τηλέφωνο; Μήπως σας τηλεφωνήσαμε και δεν το σηκώσατε; Μήπως λουστήκατε με λάθος σαμπουάν;" Μετά, αποφάσισε με βαριά καρδιά να μου παραδώσει την παραγγελία: "Αύριο δύο με πέντε" "Εντάξει". Εκείνο το... αύριο, το περίμενα αλλά δεν ήρθε ποτέ. Τα πράγματα έφτασαν τελικά τρεις μέρες μετά το "αύριο", δώδεκα μέρες μετά την παραγγελία. Θα έπρεπε να την είχα ακυρώσει.

 

Όλα αυτά είναι ένα μικρό μόνο δείγμα όσων συμβαίνουν. Υπάρχουν φυσικά κι αυτοί που κάνουν τις σωστές κινήσεις, που σέβονται τους πελάτες τους, που το παλεύουν με κάθε τρόπο, αυτοί δηλαδή που κάνουν τη δουλειά τους. Πολλοί όμως δεν έχουν καταφέρει να αποβάλλουν κακές πρακτικές του παρελθόντος, δεν μπορούν να καταλάβουν πως τα κορόιδα τελειώνουν σιγά σιγά. Το κυριότερο, δεν έχουν καταλάβει πως αν δεν κάνουν τα βασικά, δεν πρόκειται να επιβιώσουν. Γιατί οι κλασικές εμπορικές κινήσεις για την προώθηση, την πώληση και τον σεβασμό προς τον πελάτη είναι τα απολύτως βασικά, τα απολύτως απαραίτητα, κι όχι τίποτα προχωρημένα πράγματα και υπερβολές... Με άλλα λόγια, και στον τομέα της μοτοσυκλέτας στην Ελλάδα, το επίπεδο είναι τέτοιο που θεωρούνται άριστοι και καταπληκτικοί αυτοί που απλώς κάνουν τη δουλειά τους, αντί να σαμποτάρουν τις πωλήσεις της εταιρίας στην οποία εργάζονται.

Φανταστείτε πόσο θετικά αποτελέσματα θα είχε κάποιος που όχι απλώς θα έκανε καλά την δουλειά του, αλλά και κάτι παραπάνω. Τι χρειάζεται γι’ αυτό; Μόνο λίγη συγκίνηση, συν-κίνηση.   

Τώρα είναι η ευκαιρία για όσους ξέρουν πως να κινηθούν, και κινούνται.

 

---------------------------------------

Η κλοπή.

Ακόμα δεν έχουμε νέα από το MV Agusta που μας έκλεψαν. Ούτε ένα γράμμα, ούτε ένα τηλεφώνημα. Ξέρουμε όμως πως οι αναγνώστες μας θα το γνωρίσουν αμέσως αν το δουν κάπου, οπότε ας μας ειδοποιήσουν κιόλας!