Editorial 567 - Bōsōzoku

x
Από το

motomag

1/2/2017

Custom αποκαλούμε μια μοτοσυκλέτα που έχει δεχθεί αισθητικές και δομικές, λειτουργικές αλλαγές σύμφωνα με τα γούστα του ιδιοκτήτη της, που την έχουν διαφοροποιήσει από την μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής στην οποία βασίζεται.

Κάποιοι όμως το προχωρούν μερικά βήματα πιο πέρα, αλλάζοντας και την δική τους εμφάνιση, υιοθετώντας και μια συμπεριφορά που δένει μοτοσυκλέτα και αναβάτη σε μια δήλωση ακραίου αντικομφορμισμού. Πολλοί τέτοιοι αναβάτες μαζί φτιάχνουν μια φυλή, που λειτουργεί πλέον ομαδικά αμφισβητώντας τον νόμο και την τάξη, έτοιμη να επιτεθεί σε όποιον την στραβοκοιτάξει. Το πιο χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα είναι οι bōsōzoku στην Ιαπωνία, που κάνουν μια ομάδα Hells Angels να μοιάζει με εκδρομή ΚΑΠΗ για λουτρά στην Αιδηψό. Απ’ τις δύο πλευρές δηλαδή του Ειρηνικού, έχουμε δύο ομάδες καστομαρισμένων αναβατών, με καστομαρισμένη συμπεριφορά και μοτοσυκλέτες. Στην Δυτική ακτή των ΗΠΑ, οι μουσάτοι με τα γιλέκα και τις μπυροκοιλιές είχαν την καστομιά τους απλώς ως περιτύλιγμα των παράνομων επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, drugs & guns κι άλλες ασχολίες του οργανωμένου εγκλήματος. Στην άλλη άκρη του Ειρηνικού, στην Ανατολική ακτή της Ιαπωνίας, οι bōsōzoku είναι μαχητές εναντίον του κοινωνικού κατεστημένου και της έννομης τάξης, εκφράζοντας την αντίθεσή τους βίαια, μαχόμενοι πολλές φορές κυριολεκτικά μέχρι τελικής πτώσης... μεταξύ τους. Είναι επίσης γεγονός πως μερικοί από αυτούς αποφοίτησαν από bazooka και μπήκαν στις τάξεις των μαφιόζων yakuza, αλλά δεν ήταν αυτό που τους χαρακτήριζε.   

Μια και μόνο φορά, αργά το βράδυ σε μια πόλη κάπου δυό ώρες έξω από το Τόκυο, είδα με τα μάτια μου μια τέτοια φυλή να περνάει, αφού πρώτα την άκουσα... Μόνο και μόνο από τον ήχο που όλο και δυνάμωνε, θα ορκιζόσουν πως αυτό που έρχεται είναι καμιά εκατοστή μαχητικά jet τέρμα γκάζι, με χιλιάδες ζόμπι να ουρλιάζουν ασταμάτητα σκαρφαλωμένα πάνω τους. Δεν θα φανταζόσουν ποτέ πως "αυτό" που έρχεται, είναι μοτοσυκλέτες. Κι όταν επιτέλους τους είδα, καμιά τριανταριά από δαύτους, το θέαμα ήταν σουρεαλιστικό, κάτι σαν ηθοποιοί του θεάτρου Νο ντυμένοι σαν μεταλλαγμένα ροκαμπίλια οι μισοί κι οι άλλοι μισοί με φόρμες μπογιατζήδων με ιδεογράμματα πάνω τους, με τατουάζ που δεν ήταν απλώς εικόνες αλλά ταινίες κινουμένων σχεδίων. Οι μοτοσυκλέτες τους, πρώην ταπεινά CB-N ή αντίστοιχα δικύλινδρα τα περισσότερα, με σέλες που η ψηλή πλάτη τους ανέβαινε στο ενάμιση με δύο μέτρα από το έδαφος, κι εξατμίσεις – σωλήνες δύο σε έξι ή σε οκτώ που σηκώνονταν ακόμα πιο ψηλά από τις σέλες, με φαίρινγκ στυλ aftermarket αρχών δεκαετίας ’70 που κοίταγε τον ουρανό, και πολύ ψηλά τιμόνια, για να περνάνε λέει άνετα ανάμεσα στα αυτοκίνητα... Εκείνη την ώρα οι δρόμοι ήταν σχεδόν έρημοι, κι έτσι απλά τους είδα να περνούν ξεκουφαίνοντάς με, μέχρι που ο ήχος έσβησε προς την άλλη μεριά της πόλης.

Βōsōzoku σημαίνει "οι φυλές της ταχύτητας", αν και οι μοτοσυκλέτες τους μόνο για να τρέχουν πολύ δεν ήταν, έτσι που τις είχαν κάνει. Φυσικά και οι μετατροπές στις μοτοσυκλέτες τους είναι όλες παράνομες, ειδικά στην Ιαπωνία που είχε από πολύ παλιά αυστηρότατο ΚΤΕΟ, έγραφαν στα παλιά τους τα παπούτσια κάθε κόκκινο φανάρι και κάθε διάταξη του ΚΟΚ που μπορούσαν,  κι όποιον διαμαρτυρόταν, τον άρχιζαν με τα ρόπαλα του baseball (γιατί φυσικά θεωρούσαν πως μόνο αυτοί είχαν δικαίωμα διαμαρτυρίας). Χαρακτηριστικό τους πως την έπεφταν ειδικά σε gaijin, στους μη Ιάπωνες, στους ξένους. Φτηνά την γλύτωσα!

Πρόδρομοι των bōsōzoku ήταν οι kaminari zoku, οι "φυλές του κεραυνού", περιθωριοποιημένοι νέοι στην μεταπολεμική Ιαπωνία των αρχών της δεκαετίας του ’50. Ως bōsōzoku αργότερα, είχαν φτάσει σύμφωνα με επίσημα στοιχεία τις 40.000, αλλά από τις αρχές ήδη της δεκαετίας του 2000 είχαν μείνει κάπου 7.000, και σήμερα είναι σχεδόν είδος προς εξαφάνιση, παραμένοντας στάσιμοι σε... πληθυσμό. Αυτοί που απέμειναν, είναι πια σχεδόν νομοταγείς, κι ασχολούνται περισσότερο με την μουσική και τον χορό στην trendy συνοικία Harajuku στο Τόκυο...

Ακούγεται περίεργο για Ιαπωνία, αλλά ήταν και η ανοχή της αστυνομίας που επέτρεψε την άνθηση αυτών των απόλυτων καστομάδων. Η αστυνομία τους έπιανε όταν μπορούσε, αλλά τους άφηνε πάλι, χωρίς ποτέ να τους παίρνει τις άδειες ή τα διπλώματα (λες και τα χρειάζονταν!). Το 2004 όμως, αλλαγές στην νομοθεσία επέτρεψαν την σύλληψη και την δίωξή τους, με την "επικίνδυνη οδήγηση χάριν επιδείξεως" να θεωρείται ποινικό αδίκημα και να επιφέρει τρία χρόνια φυλακή, οπότε σε συνδυασμό με τις φυλακίσεις και την οικονομική κρίση οι bōsōzoku άρχισαν να λιγοστεύουν και να ηρεμούν...  Χαρακτηριστικό της αλλαγής είναι και η εμφάνιση γυναικών bōsōzoku, κάτι αδιανόητο στο παρελθόν. Οι γυναίκες bōsōzoku ακολουθούν αυτό το δρόμο για να δείξουν την αντίθεσή τους στα φυλετικά στερεότυπα που επικρατούν ακόμα στην Ιαπωνία. Όπως λένε οι ίδιες ειρωνικά, "Εμείς οι Γιαπωνέζες μπορούμε και μόνες μας να σκουπίζουμε τον κώλο μας, ευχαριστούμε!".

Οι  bōsōzoku είχαν και το δικό τους μηνιαίο περιοδικό, το Champ Road, την βίβλο τους, γεμάτη εξωφρενικές μοτοσυκλέτες και τατουάζ – τοιχογραφίες και μαλλιά κοκοράκια τριάντα πόντους ψηλά. Έκλεισε όμως πρόσφατα, μετά από σχεδόν τριάντα χρόνια κυκλοφορίας. Κι όμως, η αστυνομία στην Ιαπωνία θεωρεί πως παρά τους σταθερά μικρούς αριθμούς τους, οι bōsōzoku συνεχίζουν να αποτελούν απειλή, πιο δύσκολο πια να αντιμετωπιστεί. Κι αυτό γιατί ενώ παλιά μαζεύονταν σε συγκεκριμένα σημεία για να ξεκινήσουν τις άγριες βόλτες τους, τώρα πια είναι μικρότερες ομάδες, που μπορεί να βρεθούν και να δημιουργήσουν προβλήματα οπουδήποτε. Και ποιό είναι το καλύτερο εργαλείο που έχει στην διάθεσή της η αστυνομία για να παρακολουθεί τις δραστηριότητες των bōsōzoku και να επεμβαίνει; Τα social media, το Φατσοβιβλίο και τα συναφή.
Κι ενώ οι
bōsōzoku φθίνουν, είναι σε άνοδο οι ομάδες των kyushakai, των "παλιών μηχανόβιων", που επιμένουν πως σέβονται τον ΚΟΚ, αλλά η αστυνομία δεν πείθεται, θεωρώντας τους κρυπτο- bōsōzoku!

 

Κάπως έτσι, σε μια χώρα με αυστηρή τήρηση των νόμων, επιβιώνουν ακόμα καστομαρισμένης μοτοσυκλέτας / εμφάνισης / συμπεριφοράς αναβάτες, και μάλιστα δημιουργούνται κι άλλες ομάδες, που κάνουν με τον τρόπο τους ένα είδος κοινωνικής κριτικής και αντίστασης. Και σ’ εμάς, που δεν είχαμε ποτέ τέτοιου είδους μαζικές φυλές, το είδος του κάγκουρα τείνει επίσης προς εξαφάνιση... Ευτυχώς που υπάρχουν ακόμα "αλητάκια με παπάκια", έτσι για να μας θυμίζουν πως κάποτε κι εδώ η μοτοσυκλέτα ήταν και κοινωνικό σχόλιο.

 

 

 

 

editorial 533 - η Νίκη και τα φτερά της

Από το

Μαύρο Σκύλο

31/3/2014

Πόσο μακριά έφτασε η έμπνευση που χάρισε σε όλο τον κόσμο η περίφημη Νίκη της Σαμοθράκης; Και πως γύρισε σε μας αυτή η έμπνευση, από την Ιαπωνία πίσω στην Ελλάδα, μέσω ανθρώπων που είχαν μαύρη μουτζούρα κάτω από τα νύχια τους;

 

Ο Gihei Honda προερχόταν από οικογένεια αγροτών, από πάππο προς πάππου που λένε, είχε πολεμήσει στον Ρωσο-Ιαπωνικό πόλεμο, κι αργότερα, άνοιξε ένα σιδεράδικο, όπου επισκεύαζε και ποδήλατα. Πήγαινε στο Τόκυο, αγόραζε παλιά ποδήλατα, τα ανακατασκεύαζε και τα πουλούσε. Ο πρωτότοκός του ο Soichiro είχε γεννηθεί το 1906, κι από μικρό παιδάκι, βοηθούσε τον πατέρα του, βάζοντας τη μουτζούρα από νωρίς στη ζωή του. Αρκετά χιλιόμετρα από το σπίτι του, βρισκόταν ένα αποφλοιωτήριο ρυζιού, κι ο παππούς του μικρού Soichiro τον έπαιρνε στην πλάτη τζιτζίνα ως εκεί. Ο μικρός περνούσε ώρες παρακολουθώντας μια σπάνια για την εποχή βενζινοκίνητη μηχανή που έδινε κίνηση στο μύλο. Tο ’14, ενώ ήταν στη δευτέρα τάξη, είχε την τύχη να δει ένα αεροπλάνο, που το πιλοτάριζε ο Άγγλος Niles Smith. O Soichiro έφτιαξε "γυαλιά" αεροπόρου από χαρτόνι, έβαλε έλικες από μπαμπού στο ποδήλατό του κι επί μήνες τρομοκρατούσε τους ανθρώπους και τις κότες του χωριού με τα γρήγορα περάσματά του. Ο πρώτος κάγκουρας;

Μετά από οχτώ χρόνια στο σχολείο, ο 15χρονος Soichiro μπήκε το 1922 μαθητευόμενος σε ένα συνεργείο αυτοκινήτων στο Τόκυο, μακριά από το σπίτι του, κι έμεινε έκπληκτος από το πόσα αυτοκίνητα κυκλοφορούσαν εκεί. Στο Komyo, το χωριό του κοντά στο Hamamatsu, θα ήταν τυχερός αν έβλεπε ένα το μήνα. Η πρώτη του δουλειά όμως στην ART Shokai (το συνεργείο που λέγαμε), ήταν άσχετη με αυτοκίνητα: έπρεπε κάθε μέρα να κουβαλάει το μούλικο του ιδιοκτήτη στην πλάτη του, και τον είχε πιάσει απελπισία, καθώς έβλεπε το όνειρό του να απομακρύνεται. Μπορεί να μην γινόταν ποτέ μηχανικός αυτοκινήτων. Ήταν δυστυχής και θα τα παράταγε αν δεν ντρεπόταν να αντικρίσει τους γονείς του. Αυτό που τον βοήθησε ήταν ο μεγάλος σεισμός του 1923, που σχεδόν κατέστρεψε την Art Shokai όπως άλλωστε και την γύρω περιοχή, με αποτέλεσμα να φύγουν οι άλλοι εργαζόμενοι πίσω στα σπίτια τους. Έμεινε μόνο ο ιδιοκτήτης, ο Yuzo Sakakibara, ο αρχιμηχανικός και ο Honda, οπότε αναγκαστικά έκανε τα πάντα, κι έμαθε γρήγορα. Επιπλέον, ο Sakakibara ήταν τρελός με τους αγώνες, και συμφώνησε να ξεκινήσει ο μαθητευόμενος Honda την κατασκευή ενός αγωνιστικού αυτοκινήτου, στον ελεύθερό του χρόνο φυσικά, δηλαδή το βράδυ. Κάπου είχαν βρει έναν αεροπορικό κινητήρα Curtis-Wright, V8 8.000 κυβικών και 100 ίππων. Εκτός από τον κινητήρα, ο Honda έφτιαξε τα πάντα μόνος του, ακόμα και τις ακτίνες των ξύλινων τροχών! Το αυτοκίνητο ήταν γρήγορο και κέρδισε απρόσμενα πολλούς αγώνες. Εκτός όμως από τα αυτοκίνητα, του άρεσαν φυσικά και οι μοτοσυκλέτες. Επιβιώνει μια φωτογραφία του 15χρονου Soichiro πάνω σε μια μοτοσυκλέτα με καλάθι, από το 1922 ή το 1923.

 

Στα 21 του, άνοιξε παράρτημα της ART στο Hamamatsu, συνεχίζοντας να κατασκευάζει πρωτότυπα αγωνιστικά αυτοκίνητα – πάντα στον ελεύθερό του χρόνο – που οδηγούσε ο ίδιος στους αγώνες. Εννιά χρόνια αργότερα, το 1936, είχε ένα ατύχημα σε αγώνα, όχι από δικό του λάθος, με αποτέλεσμα να διαλυθεί η αριστερή μεριά του προσώπου του, να βγάλει τον ώμο του και να σπάσει και τους δύο καρπούς του. Είχε προλάβει όμως να βγάλει την μεγαλύτερη μέση ωριαία που είχε επιτευχθεί ποτέ στην Ιαπωνία. Συνήλθε, και το ’37 ξεκίνησε να φτιάχνει ελατήρια πιστονιών, μελετώντας μόνος του μεταλλουργία και χύτευση. Επέκτεινε τις κατασκευαστικές του δραστηριότητες και κατά την διάρκεια του πολέμου, οι εγκαταστάσεις του όμως βομβαρδίστηκαν και ισοπεδώθηκαν από σεισμό το 1945. Πούλησε όμως το στοκ των ελατηρίων και των πιστονιών του στην Toyota, για το ισόποσο των σχεδόν 800.000 δολαρίων σήμερα. Αποφάσισε να περάσει τον επόμενο ένα χρόνο γλεντώντας με τους φίλους του, φτιάχνοντας το δικό του ουίσκι. Και το έκανε. Κι αν σήμερα υπάρχει η Honda όπως την ξέρουμε, αυτό οφείλεται και στην Toyota, και στα τρικούβερτα γλέντια του Soichiro.

To ’46, ξεκίνησε το Τεχνολογικό Ινστιτούτο Ερευνών Honda, τον πρόδρομο της Honda Motor Company, και, μας τα έπρηξες με τον Ηοnda, τι σχέση έχει επιτέλους με την Νίκη της Σαμοθράκης; Όλη αυτή μου η έρευνα για τα χρόνια της ζωής του Soichiro πριν ξεκινήσει να φτιάχνει μοτοσυκλέτες, ξεκίνησε από μία απορία μου: Πως προέκυψε το λογότυπο των μοτοσυκλετών της Honda, το πασίγνωστο "Φτερό"; Θα περίμενε κανείς πως θα ήταν γνωστή η ιστορία ενός από τα πιο γνωστά λογότυπα του κόσμου. Αλλά όχι. Στην βιβλιοθήκη του ΜΟΤΟ έχουμε πολλά βιβλία για την Honda, ακόμα και στα Ιαπωνικά που δεν ξέρουμε να διαβάζουμε. Τίποτα σχετικό δεν γράφεται εκεί. Τυχαία όμως, ψάχνοντας για την ιστορία των τετράχρονων trial της Honda, έπεσα πάνω στο site του Joan Forrellad, το onlytrial.com, που επί δεκαετίες ασχολείται με το θέμα. Εκεί, υπάρχει ένα άρθρο που αναφέρει πως ο Soichiro επέλεξε τον συμβολισμό των φτερών της θεάς Νίκης, και ειδικότερα από την απεικόνισή τους στο περίφημο άγαλμα της Νίκης της Σαμοθράκης, για να δώσει στην νέα του τότε εταιρεία ένα σύμβολο.

Επικοινώνησα με τον Joan για να μάθω από πού βρήκε αυτή την πληροφορία: "Ήταν πολύ δύσκολο, και μου πήρε χρόνια. Ευτυχώς όμως, καθώς έχω πολλούς καλούς φίλους από την Ιαπωνία, αρκετούς που ήταν κοντά στον Soichiro την δεκαετία του ’60 και του ’70, κατάφερα να μάθω αυτά που έγραψα στο άρθρο μου." Δεν είχα τον χρόνο για να "σκαλίσω" στην Ιαπωνία μήπως μάθω κάτι περισσότερο, πριν γράψω αυτό το editorial (θα το κάνω όμως). Άρχισα να σκέφτομαι το πως έφτασε ως τον Soichiro η Nίκη της Σαμοθράκης, αφού όπως είδατε δεν έκανε αυτό που θα λέγαμε κλασικές σπουδές. Και πριν ξεκινήσει την Honda, δεν γνωρίζω να έχει ταξιδέψει εκτός Ιαπωνίας, οπότε κομμάτι δύσκολο να είχε επισκεφθεί το Λούβρο, όπου εκτίθεται από το 1883 η Νίκη της Σαμοθράκης. Στην Ιαπωνία όμως, είναι πολύ γνωστή και αγαπητή η αρχαία Ελλάδα, η ιστορία και η μυθολογία της. Υπάρχει ακόμα και το νησί της ελιάς, κατάφυτο με ελιές, πλήρες με αντίγραφα αρχαίων ναών! Ίσως τελικά ο Soichiro να μην έκανε μόνο πάρτυ τον ένα χρόνο των διακοπών του, αλλά να άνοιξε και κανένα βιβλίο.

Ξέρουμε πως ήταν κάπου ανάμεσα στο 220-185 π.Χ. όταν αφιερώθηκε το άγαλμα της Θεάς Νίκης στο ιερό των Μεγάλων Θεών, των Καβείρων, στην Σαμοθράκη. Φτιάχτηκε από Παριανό μάρμαρο και τοποθετήθηκε στην πλώρη ενός πέτρινου πολεμικού πλοίου από ασβεστόλιθο, μέσα σε μια λιμνούλα. Με τα φτερά της απλωμένα προς τα πίσω, το στήθος προτεταμένο, το λεπτό της φόρεμα με τις δραματικές του πτυχές κολλημένο πάνω της και το κεφάλι της που προφανώς κράταγε ψηλά (λέω προφανώς γιατί δεν έχει βρεθεί ακόμα το κεφάλι), έμοιαζε σαν να είχε μόλις προσνηωθεί στην πλώρη του πλοίου, παροτρύνοντας τον στόλο προς την νίκη. Άγνωστο ποιος ήταν ο γλύπτης, ή ποια ναυμαχία μνημονεύει. Η βάση του, η πλώρη του πλοίου, ήταν από Ροδίτικο μάρμαρο, και παρόμοια αγάλματα σε πλώρες έχουν βρεθεί από την Μικρά Ασία ως την Λιβύη. Η Νίκη της Σαμοθράκης βρέθηκε το 1863 από έναν ερασιτέχνη Γάλλο αρχαιολόγο, τον Charles Champoiseau, που ήταν τότε υποπρόξενος της Γαλλίας στην Αδριανούπολη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έφτασε στο Λούβρο έναν χρόνο μετά.

 

Με το δεδομένο πως ο Soichiro είχε ασχοληθεί πολύ περισσότερο με αυτοκίνητα πριν τον πόλεμο, παρά με μοτοσυκλέτες, μπορεί να είχε ήδη γνωρίσει την Νίκη της Σαμοθράκης από κει, και συγκεκριμένα από τα αυτοκίνητα της Rolls-Royce, μαθαίνοντας αργότερα ποια απεικόνιζε η φτερωτή κυρία πάνω στην τάπα των ψυγείων τους, που κι αυτά ήταν σε στυλ αρχαίων ελληνικών ναών. Το ψυγείο τους μπορείτε να το φανταστείτε σαν την μπροστινή όψη του Παρθενώνα, με την θεά Νίκη στην κορυφή του αετώματος, πράγμα που είναι και αλήθεια, γιατί από κει έχει έρθει και η έμπνευση για την χαρακτηριστική εμφάνιση των Rolls-Royce. Είναι μια ωραία ιστορία, με εστέτ λάτρεις της τέχνης και ερωμένες βαρόνων...

Ανάμεσα σ’ αυτούς που είχαν μαγευτεί από το μεγαλείο και την αίσθηση της κίνησης της Νίκης της Σαμοθράκης, ήταν και ο πρώτος διευθύνων σύμβουλος της Rolls-Royce, ο Claude Goodman Johnson. Mια από τις αγαπημένες του ασχολίες ήταν να επισκέπτεται μουσεία και γκαλερί. Είχε κάνει πολλά ταξίδια στο Παρίσι, περνώντας ατέλειωτες ώρες στο Λούβρο. Έτσι, όταν το 1910 είχε την ιδέα για μια μασκότ που θα κοσμούσε το ψυγείο των Rolls-Royce, ήξερε τι ήθελε: "Θέλω κάτι πανέμορφο," είπε στον γλύπτη Charles Sykes, "πήγαινε στο Λούβρο να ρίξεις μια ματιά στην Νίκη της Σαμοθράκης". Ο Charles το έκανε, αλλά λίγο η καλλιτεχνική του περηφάνια, λίγο το μεγαλείο της Νίκης, δεν του επέτρεψαν να αντιγράψει ακριβώς την θεά. Προτίμησε να της δώσει μια πιο λεπτεπίλεπτη όψη, να την κάνει πιο συλφίδα, κάτι που θεωρούσε πως θα εξέφραζε καλύτερα την χάρη, το αθόρυβο και την ήρεμη δύναμη των αυτοκινήτων της θρυλικής μάρκας. Ο Charles είχε μπει πολλές φορές στις Rolls-Royce του πάτρονά του John Montagu, δεύτερου βαρόνου Montagu του Beaulieu, οπότε είχε άποψη. O βαρόνος, φανατικός των αυτοκινήτων, είχε ξεκινήσει το 1902 το περιοδικό The Car Illustrated, με γραφεία στην πλατεία Piccadilly παρακαλώ. Επίσης, είχε γνωρίσει και την Eleanor Thornton, προσωπική βοηθό του βαρόνου από το ξεκίνημα του περιοδικού και του Automobile Club. H "Τhorn" ή "Τhorny" όπως την φώναζαν οι φίλοι της (τώρα φταίω εγώ που η απόσταση από το Thorny ως το Horny είναι μικρή;), όχι μόνο έγινε το αγαπημένο μοντέλο του γλύπτη Sykes, αλλά και δια βίου ερωμένη του βαρόνου Montagu, εν γνώσει και με την ανοχή της γυναίκας του. Όπως είδα σε φωτογραφίες, το σώμα της Eleanor δεν είχε σχέση με την συλφίδα μασκότ, αλλά ήταν φυσικό ο έμμισθος του βαρόνου γλύπτης να θέλει να την κολακέψει. Όλοι όμως όσοι ήξεραν την Eleanor, αναγνώρισαν το πρόσωπό της στην μασκότ του ψυγείου, την πιο διάσημη στο χώρο του αυτοκινήτου. Στην αρχή είχε ονομαστεί The Spirit of Speed, γρήγορα όμως άλλαξε σε Spirit of Ecstasy, κάτι που θεωρήθηκε πιο ταιριαστό με τον χαρακτήρα της Rolls-Royce. H Εleanor όμως έχει και μια άλλη, τραγική όμως, σύνδεση με τον ελλαδικό χώρο, εκτός από το ότι δάνεισε το πρόσωπό της σε μια μεταλλαγμένη Νίκη της Σαμοθράκης: Το πλοίο SS Persia που την μετέφερε προς την Ινδία, μαζί με τον βαρόνο, τορπιλίστηκε από γερμανικό υποβρύχιο το 1915 ανοιχτά της Κρήτης. Ο Montagu επιβίωσε, η Eleanor όχι.

 

Από το πρώτο-πρώτο λογότυπο της Honda, το 1947, υπάρχει μια αναφορά στα φτερά της Νίκης της Σαμοθράκης. Από το 1949, στο model C, την θέση της κουκλάρας Νίκης έχει πάρει ένας μπρατσαράς, αλλά με τα φτερά και τη στάση του δρομέα που τερματίζει πρώτος. Το 1954, τα πρώτα Benly είχαν δύο φτερά, ενώ από το 1955 καθιερώνεται το άσπρο φτερό με τα αρχικά "ΗΜ" από κάτω του, σε μαύρο φόντο. Μια σημαντική αλλαγή ήρθε το ’73-’74, όταν το φτερό συνδυάστηκε με το όνομα Honda, για να γίνει πιο στυλιζαρισμένο στην έκδοση που χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα.

Όταν ο άγνωστος γλύπτης τελείωνε την Νίκη της Σαμοθράκης, πριν από 2200 χρόνια, ούτε που θα μπορούσε να φανταστεί πως θα γινόταν έμπνευση για το πιο διάσημο έμβλημα στο χώρο του αυτοκινήτου αλλά και σήμα κατατεθέν της πιο μεγάλης εταιρείας μοτοσυκλετών, που θα κυνηγούσε και θα κατακτούσε την νίκη σε κάθε κατηγορία αγώνων. Το μόνο που μας μένει είναι να μάθουμε επιτέλους τι ήταν οι Κάβειροι και τα μυστήριά τους...