Δοκιμή SYM Maxsym TL: Ξεκάθαρος στόχος

Στοχευμένο σε συγκεκριμένες απαιτήσεις
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

14/3/2022

Το δικύλινδρο scooter της SYM έχει έναν ξεκάθαρο προσανατολισμό, όσο κι αν το διψασμένο για "κόντρα" και "μάχες" κοινό θέλει να του προσάψει βλέψεις που δεν έχει. Μόλις κατανοήσεις αυτή την αλήθεια, τότε θα εκτιμήσεις στο μέγιστο τις αρετές στις λεπτομέρειες που προσφέρει το νέο Maxsym TL, όπως ανακαλύψαμε κι εμείς στην δοκιμή του που δημοσιεύθηκε στο τεύχος 608 του ΜΟΤΟ

Η συνηθέστερη απορία για όποιον αντικρύζει για πρώτη φορά το TL είναι αν πρόκειται για το αντι-ΤΜΑΧ της Yamaha. Η συνηθέστερη –και σωστή- απάντηση είναι: καμία σχέση. Η SYM άλλωστε το έχει ξεκαθαρίσει από την αρχή ότι στόχος του Maxsym TL είναι να προσφέρει κάτι φρέσκο και νέο στην μεσαία κατηγορία των scooters στα 300-400 κυβικά. Τελεία και παύλα. Ουδέποτε δήλωσαν οι άνθρωποι της SYM ότι έχουν απέναντι τους τα mega scooters όπως το Yamaha ΤΜΑΧ ή το Kymco AK550. Αυτά είναι δυστυχώς βεβιασμένα και αστήρικτα συμπεράσματα, ανθρώπων που προφανώς δεν έχουν κάποια επαφή με την πραγματικότητα της αγοράς. Αυτά, γιατί καλό είναι να ξεκαθαρίσουν κάποια πράγματα από την αρχή και να θέτουμε την εμπεριστατωμένη κριτική μας σε σωστή βάση.

Παίρνοντας εκκίνηση λοιπόν από εκεί, το TL ξεκινά με το καλημέρα έχοντας δυνατά βέλη στην φαρέτρα του. Από το ατσάλινο πλαίσιο χωροδικτύωμα και τον δικύλινδρο κινητήρα του που αποτελεί ενεργό μέρος του, μέχρι την τελική μετάδοση με αλυσίδα και την εξαιρετική του ποιότητα κατασκευής. Το TL καταφέρνει να ξεφύγει από την πεπατημένη των μεσαίων κυβισμού scooter, είτε αυτά κατασκευάζονται στην Ασία είτε στην Ευρώπη, εισάγοντας στην κατηγορία στοιχεία και ουσιαστικά προτερήματα που για να τα βρει κανείς πρέπει να τα αναζητήσει σε ακριβότερα και μεγαλύτερα mega scooters. Είναι μια ορθολογιστική προσέγγιση, αν θέλεις να κάνεις την διαφορά σε μια ιδιαίτερα ανταγωνιστική κατηγορία που το κόστος και οι δυνατότητες που προσφέρονται, έχουν ακριβώς το ίδιο βάρος.

 

Έξω από το κουτί

Οι μηχανολόγοι της SYM δεν ήταν… φειδωλοί με τις ιδέες, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με τον σχεδιασμό και την υλοποίηση του κινητήρα. Η SYM δεν ακολούθησε τον δρόμο της αντιγραφής, αλλά της προσαρμογής των αποδεδειγμένα σωστών λύσεων στο δικό της σχέδιο. Πάνω στο στρόφαλο των 360 μοιρών τα δύο έμβολα ανεβοκατεβαίνουν μαζί, ενώ οι κραδασμοί είναι σχεδόν ανύπαρκτοι χάρη σε ένα τρίτο τυφλό" έμβολο που παλινδρομεί μέσα στον δικό του κύλινδρο εν είδει αντικραδασμικού άξονα. Αυτός ο χρονισμός του στροφάλου είναι κάτι που το αντιλαμβάνονται άμεσα τα αισθητήρια εγκεφαλικά σου κύτταρα, με μια "ψωμωμένη" ηχητικά και ταυτόχρονα πολιτισμένη πρακτικά λειτουργία. Την αίσθηση ενισχύει και ο άκρως επιθετικός ήχος που απελευθερώνει το τελικό της εξάτμισης, το οποίο καθιστά αχρείαστη την αντικατάσταση από κάποιο after market, τουλάχιστον σε ότι αφορά το "soundtrack". Για τον όγκο και το βάρος, είναι άλλο θέμα…

Παρά τον ήχο του όμως, ο κινητήρας αποδίδει ιδιαίτερα γραμμικά χωρίς ξεσπάσματα κατεβάζοντας τη δύναμη στον τροχό όπως πρέπει για να μην σου δημιουργηθεί ποτέ κανένα άγχος. Η σχέση της τελικής μετάδοσης με την αλυσίδα είναι σχετικά κοντή, προσθέτοντας έναν τόνο ζωηράδας σε μια κατά τ' άλλα ήπια και προοδευτική λειτουργία. Ο δικύλινδρος της SYM δεν χαρακτηρίζεται από την εκρηκτικότητα με την οποία παράγει την ισχύ του, και δεν πρόκειται να ξηλώσει χαλίκια από την άσφαλτο στις επιταχύνσεις, ενώ και ψηλά διατηρεί αξιοπρεπώς τη δύναμή του δίχως να εντυπωσιάζει με τα απόλυτα νούμερα. Παρόλα αυτά, το κοντέρ θα δείξει (έστω και με λίγη υπομονή) 160km/h, με ταχύτητες κοντά στα 140km/h να μπορούν να διατηρηθούν για ώρα σε αυτοκινητόδρομους και εθνικές οδούς. Διότι το TL διαθέτει και γενναιόδωρες δόσεις τουριστικών δυνατοτήτων, εξασφαλίζοντας τα δύο απαραίτητα στοιχεία που απαιτούνται: Άνεση και προστασία. Η θέση οδήγησης δημιουργεί ένα απόλυτα εργονομικό τρίγωνο, με φυσικές γωνίες για τα χέρια και τον κορμό τοποθετημένο όρθια στο σωστό σημείο της σέλας, ούτε πολύ μπροστά, ούτε πολύ πίσω. Μοναδική παρατήρηση η θέση για τα πόδια στο πάτωμα της ποδιάς, που περιορίζονται από τον σχεδιασμό της και αναγκαστικά πρέπει να είναι λίγο περισσότερο τεντωμένα απ' όσο θα θέλαμε, χωρίς να έχεις πολλές εναλλακτικές επιλογές.

Η ζελατίνα καλύπτει πλήρως και αποτελεσματικά, χωρίς να είναι ρυθμιζόμενη, αλλά το επάνω μέρος της -σε αναβάτες μετρίου αναστήματος- θα πέσει μέσα στο οπτικό τους πεδίο δημιουργώντας μικρές παραμορφώσεις.

Πέρα απ' αυτό όμως, το TL θα σε αποζημιώσει με μια εκπληκτική σταθερότητα που ακόμη και στα μεγαλύτερα mega scooters είναι δυσεύρετη. Το χαμηλό κέντρο βάρους και η κατανομή του, είναι πραγματικά λυτρωτικό σε ότι έχει να κάνει με την αίσθηση εμπιστοσύνης που σου εμπνέει, με τον κινητήρα να συμβάλλει από τη μεριά του δουλεύοντας ξεκούραστα. Η έλλειψη δύναμης ψηλά δεν θα προβληματίσει ιδιαίτερα, έχοντας ως αντιστάθμισμα την εξαιρετική κατανομή της ισχύος στη μεσαία μπάντα των στροφών, μετατρέποντας την κάθε απόδραση εκτός των τειχών σε μια πραγματικά απολαυστική εμπειρία.

Στη "ζούγκλα" των αστικών κέντρων, το ζύγισμα του TL επιβεβαιώνεται για άλλη μια φορά πανηγυρικά, με κάθε ελιγμό και σφήνα να εκτελείται με χορευτική ακρίβεια. Ο μικρότερος όγκος του από τα mega scooters είναι υπεύθυνος κατά μεγάλο μέρος για την συνολικά ελαφρύτερη αίσθηση που αποκομίζεις, αν και το μπροστινό το νιώθεις πιο βαρύ και ελαφρώς λιγότερο πρόθυμο να ανταποκριθεί. Δεν είναι κάτι που θα σου χαλάσει την ισορροπία της κίνησης, αλλά είναι μια διαφορά που γίνεται αντιληπτή. Το κοντό γρανάζωμα ταιριάζει ακόμη περισσότερο με τις "πολεμικές" συνθήκες της πόλης, ενώ σε αντίθεση με ό,τι θα περίμενε κανείς, δεν επιβαρύνει ιδιαίτερα την μέση κατανάλωση, η οποία κυμαίνεται κοντά στα πέντε λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα.

 

Ομοιογένεια

Το άλλο δυνατό χαρτί στο μανίκι του TL είναι η εμφάνιση και η ποιότητα κατασκευής. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι το δικύλινδρο της SYM είναι αρκετά επίπεδα πάνω από τα συνηθισμένα στάνταρ της εταιρείας, που ούτως ή άλλως ήταν αρκετά ψηλά στην κλίμακα του ανταγωνισμού. Σχεδιαστικά, καταφέρνει να υπηρετήσει άψογα τον στόχο των δημιουργών του, συνδυάζοντας την επιθετική και γεμάτη γωνίες εμφάνιση, με την πολυτέλεια και την ποιοτική αύρα. Φαίνεται πως οι άνθρωποι της SYM συνειδητοποίησαν ότι το παιχνίδι κερδίζεται στις λεπτομέρειες και επένδυσαν εκεί. Μπορεί να του λείπει η διασύνδεση μέσω Bluetooth της οθόνης, μπορεί να λείπει η ηλεκτρικά ρυθμιζόμενη ζελατίνα, αλλά ο εξοπλισμός που διαθέτει χαρακτηρίζεται από υψηλό ποιοτικό επίπεδο. Όπως για παράδειγμα τα δύο ντουλαπάκια που διαθέτει κάτω από το τιμόνι με το καπάκια τους να είναι σαφώς πιο ποιοτικά από το αντίστοιχο του μεγαλύτερου και ακριβότερου ΤΜΑΧ. Οι διακόπτες, οι διαφορετικές οθόνες προβολής στην TFT οθόνη των 4,5'' (η οποία μάλιστα δεν επηρεάζεται από αντανακλάσεις όταν πέφτει φως πάνω της), οι ρυθμιζόμενες μανέτες, η συναρμογή των πλαστικών, η ενεργοποίηση του πίσω φρένου όταν κατεβαίνει το πλαϊνό σταντ, όλα αποπνέουν μια προσεγμένη μελέτη κατασκευής.

Ο χώρος κάτω από τη σέλα έχει αρκετό βάθος αλλά χωράει μόνο ένα full face κράνος, ενώ διαθέτει και φωτισμό. Η άνεση της σέλας των δύο επιπέδων είναι υπεράνω πάσης κριτικής –και για τους δύο επιβαίνοντες- με μόνη παρατήρηση το ότι αργεί λίγο να στεγνώσει το κάλυμμα της επένδυσης, μετά από πλύσιμο ή βροχή.

Το τρίπτυχο της ομοιογένειας του TL, συμπληρώνεται από την εξαιρετική συμπεριφορά του, που αποτελεί και το καλύτερο εύσημο για τους μηχανολόγους της SYM και τις επιλογές τους. Ακόμη και η έκκεντρη τοποθέτηση του αμορτισέρ αριστερά, που είναι ανάποδα και εδράζεται στο ψαλίδι και στον άξονα μοχλισμού, ο οποίος με τη σειρά του βιδώνει πάνω στο πλαίσιο, που αμφισβητήθηκε αρχικά, στην πράξη αποδείχθηκε άκρως λειτουργική. Το κυριότερο όμως είναι πως το πλαίσιο χωροδικτύωμα, το αλουμινένιο ψαλίδι και το τηλεσκοπικό πιρούνι με το αμορτισέρ, συνεργάζονται και δημιουργούν ένα ομοιογενές σύνολο. Βάλτε στην εξίσωση και την σχεδόν 50/50 κατανομή του βάρους (50,1% μπροστά και 49,9% πίσω για να είμαστε ακριβείς, όπως έδειξαν οι ζυγαριές του ΜΟΤΟ) για να αντιληφθείτε καλύτερα αυτό που περιγράφουμε ως "σίγουρο πάτημα" στην άσφαλτο. Σε κάθε επίπεδο κλίσης, ανεξαρτήτου ταχύτητας, το TL μοιάζει να διαθέτει τεράστια αποθέματα πρόσφυσης και σιγουριάς. Δεν υπάρχει ούτε ως υπόνοια η συνήθης αίσθηση των scooter που σε κάνει να νομίζεις πως οδηγείς δύο ανεξάρτητα μεταξύ τους κομμάτια.

Ο σπορ χαρακτήρας του TL, σε ό,τι αφορά την συμπεριφορά, μπορεί να "εκτοξευθεί" σε πολύ υψηλά επίπεδα, μόλις κερδίσει την εμπιστοσύνη του αναβάτη του, και πιστέψτε μας, αυτό θα συμβεί άμεσα. Ναι, υπάρχει αυτή η λίγο πιο βαριά αίσθηση στο μπροστινό που θα φανεί περισσότερο όταν θα κληθεί να εκτελέσει γρήγορες εναλλαγές κλίσεων, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να "προδώσει" την επιλογή γραμμής που θα του ζητηθεί. Και το καλύτερο απ' όλα, είναι ότι αυτή η ομοιογένεια είναι παρούσα σε όλες τις συνθήκες και όλες τις ταχύτητες. Είτε οδηγείς σβέλτα ανάμεσα στην κίνηση, είτε ακολουθείς μια διασκεδαστική χάραξη σε κάποιο δευτερεύον οδικό δίκτυο. Σίγουρα θα θέλαμε λίγο παραπάνω δύναμη ψηλά, αν και όπως πολύ σωστά είχε παρατηρήσει ο συνάδελφος Μέντης στην παρουσίαση, οι υποτετράγωνες διαστάσεις του κινητήρα υπονοούν ότι υπάρχει η δυνατότητα για αύξηση των κυβικών με μεγαλύτερης διαμέτρου έμβολα, αλλά ακόμη και με τα υφιστάμενα δεδομένα θα λέει ψέματα όποιος πει ότι του έλειψε το fun στον χαρακτήρα του TL λόγω της ιπποδύναμης.

Το ότι καταφέρνει το δικύλινδρο scooter της SYM να πετύχει έναν εξαιρετικό συνδυασμό καινοτομιών και ποιοτικών δυνατοτήτων στην μεσαία κατηγορία των scooters, έχει να κάνει σε πολύ μεγάλο βαθμό με αυτό που αναφέραμε στην αρχή. Στο ότι ήταν δηλαδή ξεκάθαρος ο στόχος και ο προσανατολισμός του, αποφεύγοντας έτσι να πέσει στην παγίδα του να προσπαθήσει να δείχνει κάτι που δεν είναι. Πάνω σε αυτόν τον άξονα καταφέρνει να είναι ανταγωνιστικό, τόσο σε επίπεδο τιμής, όσο και σε επίπεδο ποιότητας, ανεβαίνοντας μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις, ένα σκαλί παραπάνω από τους ανταγωνιστές του.

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ SYM Maxsym TL

 

Αντιπρόσωπος:

Γκοργκόλης Α.Ε.

 

Τιμή:

€6.995

 

 

 

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ

 

Μήκος (mm):

2215

 

Ύψος (mm):

1442

 

Μεταξόνιο (mm):

2215

 

Απόσταση σέλας - τιμονιού (mm):

600

 

Απόσταση σέλας - μαρσπιέ (mm):

700

 

Απόσταση μαρσπιέ - τιμονιού (mm):

710

 

Απόσταση πίσω σέλας - πίσω μαρσπιέ (mm):

590

 

 

 

 

ΜΕΤΡΗΣΗ ΒΑΡΟΥΣ

 

 

223,5

 

 

(χωρίς καύσιμο: 214,1)

 

 

Πίσω

50,1%

 

Εμπρός

49,9%

 

Σφάλμα στοιχείων κατασκευαστή:

0,2%

 

 

 

 

 

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

 

Τύπος:

Ατσάλινο χωροδικύωμα

 

Πλάτος (mm):

800

 

Βάρος κατασκευαστή, κενή / γεμάτη (kg):

-/223

 

 

 

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

 

Τύπος:

Δικύλινδρος εν σειρά με 2ΕΕΚ

 

Διάμετρος επί διαδρομή (mm):

65 x 70

 

Χωρητικότητα (cc):

465cc

 

Σχέση συμπίεσης:

10,8:1

 

Ισχύς (ΗΡ/rpm):

41/6.750

 

Ροπή (kg.m/rpm):

3,5/6.250

 

Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):

88,2

 

Τροφοδοσία:

Ψεκασμός

 

Σύστημα εξαγωγής:

2 σε 1 σε 2

 

Σύστημα λίπανσης:

Υγρό κάρτερ

 

Σύστημα εκκίνησης:

Μίζα

 

 

 

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

 

Συμπλέκτης:

Μηχανικός φυγοκεντρικός

 

Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:

Ιμάντας CVT/-

 

Τελική μετάδοση / σχέση:

Αλυσίδα/-

 

 

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

 

Ρύθμιση βαλβίδων (km):

10.000

 

Αλλαγή λαδιού (km):

5.000

 

Ποσότητα λαδιού με/χωρίς φίλτρο (l):

2,9 / 2,7

 

Φίλτρο λαδιού / αλλαγή (km):

Φυσιγγίου / 10.000

 

ΚΙΛΑ ΑΝΑ ΙΠΠΟ

 

 

Κενή

Γεμάτη

 

Θεωρητικά

-

5,4

 

 

 

 

ΠΙΣΩ

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

Μοχλισμού με μονό αμορτισέρ

 

Διαδρομή (mm):

-

 

Ρυθμίσεις:

Προφόρτιση ελατηρίου

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

4,5 x 15

 

Ελαστικό:

160/60-15

 

ΦΡΕΝΟ

 

Μονός δίσκος με δαγκάνα δύο εμβόλων και ABS

 

 

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Μία έγχρωμη οθόνη TFT με trip master και αυτόματή ρύθμιση της φωτεινότητας, μία μονόχρωμη οθόνη LCD με ταχύμετρο, χιλιομετρητή και δείκτη βενζίνης

 

 

 

ΕΜΠΡΟΣ

 

ΑΝΑΡΤΗΣΗ

 

Τηλεσκοπικό πιρούνι Upside Down

 

Διαδρομή/Διάμετρος (mm):

-/41

 

Ρυθμίσεις:

Καμία

 

ΤΡΟΧΟΣ

 

Ζάντα:

3,5 x 15

 

Ελαστικό:

120/70-15

 

Πίεση:

-

 

ΦΡΕΝΟ

 

Δύο ακτινικές δαγκάνες τεσσάρων εμβόλων με δίσκους 295mm και ABS

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ

 

Μέση

5,1

 

Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l):

12,5

 

                 

 

Εξοπλισμός

Κράνος: Bell Star

Μπουφάν: Fovos Attack

Παντελόνι: Held Fame II

Μπότες: Forma Swift Dry

Kawasaki ZX-4RR 2024: Πρώτη δυναμομέτρηση! 70 άλογα τροχό χωρίς Ram-Air! [VIDEO]

Πολύ καλή απόδοση για τετρακύλινδρο 400 παραγωγής
Kawasaki ZX-4RR 2024: Πρώτη δυναμομέτρηση! 70 άλογα τροχό χωρίς Ram-Air! [VIDEO]
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

4/10/2024

Το ZX-4RR αποτελεί μια γενναία άσκηση από την Kawasaki που κάνει εκείνο ακριβώς το βήμα που κανείς άλλος δεν είχε την τόλμη: Να φτιάξει ένα τετρακύλινδρο τετρακοσίων κυβικών!

Πέρσι δεν υπήρχε ούτε ένα εκτός της Kawasaki αλλά πλέον έχουν αρχίσει και οι Κινέζοι κατασκευαστές να φτιάχνουν αντίστοιχες προτάσεις που φυσικά απέχουν από τα φανταστικά μικρά supersport που απολαμβάναμε την δεκαετία του ΄90 από Ιαπωνικές εισαγωγές, σπανίως σε κατάσταση καινούριου. Υπάρχουν ένα σωρό λόγοι που η αναβίωση αυτής της κατηγορίας δεν έχει νόημα στην εποχή μας και για αυτό χρειάζεται τόλμη για να κάνεις ένα τέτοιο βήμα. Διότι η εξέλιξη αυτής της μοτοσυκλέτας αποτελεί μία ακριβή διαδικασία με εντελώς αβέβαιη εμπορική επιτυχία. Τόσο αβέβαιη που βλέπεις τους υπόλοιπους Ιάπωνες να μαζεύονται και να παρακολουθούν με ενδιαφέρον την εξέλιξη, έτοιμοι να αναβιώσουν και εκείνοι τις φανταστικές αυτές μοτοσυκλέτες μίας άλλης εποχής, σε περίπτωση που η Kawasaki βγάλει λαγό από το καπέλο της – και ήδη η Honda έχει έτοιμη την απάντηση, τώρα που είδε πως ο κόσμος αγκάλιασε αυτή την αναβίωση!

Μία δήλωση τεχνολογικής υπεροχής από την Kawasaki, με τα εντυπωσιακά νούμερα ροπής και ιπποδύναμης στο χαρτί να συνοδεύονται με εξίσου εξωπραγματικές -σε βαθμό ενθουσιασμού- επιδόσεις στο δυναμόμετρο, στις υπόλοιπες μετρήσεις του ΜΟΤΟ, και φυσικά στην οδήγηση σε πίστα και δρόμο – Έχοντας πάντα στο μυαλό μας πως μιλάμε για μοτοσυκλέτα 400 κυβικών!

Δείτε το VIDEO με την πρώτη δυναμομέτρηση:

Το καλοκαίρι του 2023 η Kawasaki είχε παρουσιάσει την μικρή πράσινη βόμβα της στα 400 κυβικά, με τη λύση του τετρακύλινδρου κινητήρα να κάνει ξανά την εμφάνισή της στη μικρομεσαία sport κατηγορία για τους πράσινους, 21 χρόνια μετά την απόσυρση του ZXR400.

Το νέο τετρακύλινδρο ZX-4RR ξεχωρίζει πρώτα απ’ όλα για τις μοναδικές επιδόσεις που δεν έχουν σχέση με τα δικύλινδρα εν σειρά 400 που αποτελούν τη δημοφιλέστερη επιλογή κινητήρα αυτή τη στιγμή στην κατηγορία. Για παράδειγμα το δικύλινδρο Ninja 400 της Kawasaki αποδίδει -πάντα ονομαστικά- 44,79 hp / 10.000 rpm στον στρόφαλο, ενώ το τετρακύλινδρο ZX-4RR φτάνει τους… 76,4 hp (χωρίς Ram-Air) και τους 78,9 hp στις 14.500 rpm με τη χρήση Ram-Air! Τεράστια διαφορά ιπποδύναμης, με ταυτόχρονη μεγάλη άνοδο των στροφών όπου επιτυγχάνεται η μέγιστη τιμή. Οι δυο περισσότεροι κύλινδροι βοηθούν όμως και στην άνοδο του βάρους, από τα 168 στεγνά κιλά του δικύλινδρου Ninja 400 στα 189 στεγνά κιλά του τετρακύλινδρου ZX-4RR, ενώ οι αυξημένες επιδόσεις μεταφράζονται και σε μεγάλη διαφορά τιμής στις δυο μοτοσυκλέτες. Στην Ελλάδα το Ninja 400 πωλείται 7.395 ευρώ, ενώ το ZX-4RR 10.295 ευρώ.

Στα δομικά στοιχεία του ZX-4RR ξεχωρίζουν μεταξύ άλλων το ατσάλινο πλαίσιο χωροδικτύωμα (αντί του κλασικού αλουμινένιου πλαισίου δυο δοκών), το κουρμπαριστό αλουμινένιο μακρύ ψαλίδι, οι αναρτήσεις της Showa με ανεστραμμένο πιρούνι SFF-BP με ρύθμιση προφόρτισης και πλήρως ρυθμιζόμενο μονό πίσω αμορτισέρ, και τα φρένα με τους δυο δίσκους 290 mm μπροστά (αντί του μονού δίσκου 310 mm του Ninja 400) με ακτινικές τετραπίστονες δαγκάνες.

Στα ηλεκτρονικά βοηθήματα η μοτοσυκλέτα βρίσκεται ένα σκαλί πάνω από το Ninja 400, με Traction Control τριών επιπέδων που μπορεί να απενεργοποιηθεί και 2 Modes απόδοσης κινητήρα, ενώ διαθέτει συμπλέκτη περιορισμένης ολίσθησης με υποβοήθηση και quickshifter διπλής κατεύθυνσης. Στα όργανα έχουμε μια TFT έγχρωμη οθόνη με trip computer και πολλές ενδείξεις.

Στο ΜΟΤΟ, όπως και με κάθε μοτοσυκλέτα που δοκιμάζουμε, αναλάβαμε να δούμε πόσο κοντά στην αλήθεια είναι τα νούμερα του κατασκευαστή, και φυσικά να δούμε ποια αν σήμερα υπάρχει θέση στις sport μοτοσυκλέτες για μια τετρακύλινδρη μοτοσυκλέτα 400 κυβικών.

Kawasaki ZX-4RR 2024: Πρώτη δυναμομέτρηση! 70 άλογα τροχό χωρίς Ram-Air! [VIDEO]
Υπάρχει και πιο ελαφριά τετρακύλινδρη αίσθηση από τα 600άρια και είχε χαθεί για δύο δεκαετίες!

Από τους πρώτους κιόλας γύρους στην πίστα των Μεγάρων, έχοντας μαζί μας και το Honda CBR600RR για σημείο αναφοράς -τα ελαφρύτερα 600 πάντα εντυπωσιάζουν απέναντι στα πιο βαριά και δύστροπα 1000-, τα νούμερα στα χαρτιά πηγαίνουν περίπατο, καθώς τίποτα -μα τίποτα- δεν μπορεί να σε προετοιμάσει για τη “δίχρονη” υστερία του ZX-4RR μεταξύ 12 και 15 χιλιάδων στροφών, ούτε για το μικρό βάρος που χαρίζει απίστευτη ευελιξία στη μοτοσυκλέτα. Δίπλα του, το -κατά τα άλλα εξαιρετικό συγκριτικά με Superbike 1000 κ.εκ. αλλά και με άλλα 600-  μοντέλο της Honda έδειχνε “φορτηγό”, απαιτώντας διπλάσια προσπάθεια για να πέσει στη στροφή και να αλλάξει κατεύθυνση, κουράζοντας τον αναβάτη του στον μισό χρόνο από ότι στο ZX-4RR! Η κλασική νωθρή συμπεριφορά του τετρακύλινδρου 400 σε χαμηλές και μεσαίες στροφές εξαφανίζεται στην πίστα μόλις βγεις από τα pits και γεμίσεις την πρώτη ταχύτητα, αφού κρατώντας ψηλά τις στροφές η πράσινη μοτοσυκλέτα διατηρεί χωρίς κόπο μονίμως ψηλά τις στροφές.

Kawasaki ZX-4RR 2024: Πρώτη δυναμομέτρηση! 70 άλογα τροχό χωρίς Ram-Air! [VIDEO]
Η πίστα είναι αγαπημένο της μέρος

Με ένα δαιμονισμένο ουρλιαχτό να τρομάζει τους προπορευόμενους, η πράσινη τετρακύλινδρη μοτοσυκλέτα μπαίνει με ελάχιστα φρένα σε κάθε στροφή, διατηρώντας πολύ υψηλές ταχύτητες εκεί, που σε αποζημιώνουν με το παραπάνω για την μικρότερη από τα 600άρια τελική ταχύτητα στις ευθείες. Παρόλα αυτά, στις εξόδους από τις περισσότερες κλειστές στροφές βγαίνεις με περισσότερα χιλιόμετρα από ότι με ένα 600, δίνοντας αρχικό πλεονέκτημα στο 400άρι του Akashi. Κι αν ο κινητήρας είναι η αποθέωση της πολύστροφής σπορ μοτοσυκλέτας, εντούτοις δεν θα ήταν ούτε στο ήμισυ τόσο απολαυστικός, αν δεν συνδυαζόταν με ένα κορυφαίο σύνολο πλαισίου, αναρτήσεων και φρένων, που μεταφράζονται σε φοβερή εμπιστοσύνη από την πρώτη κιόλας επαφή, και τη δυνατότητα να πιέσεις σε ανήκουστα όρια, επιτυγχάνοντας πρωτόγνωρες κλίσεις. Κι όλα αυτά, με τη μοτοσυκλέτα σε στοκ μορφή παραγωγής, με τα OEM ελαστικά, χωρίς καμία απολύτως μετατροπή -φανταστείτε πού μπορεί να φτάσει με μερικές μόνο επεμβάσεις.

Η υστερική απόδοση του κινητήρα μεταφράζεται σε διττή συμπεριφορά στον δρόμο, με τον αναβάτη να μπορεί να οδηγήσει νόμιμα και χαλαρά -πολύ πιο ροπάτος κινητήρας από αντίστοιχης διάταξης στο παρελθόν-, χωρίς ενθουσιασμό όμως, ή να προκαλέσει τον νόμο, την κοινή λογική, την ακοή και τα χρηστά ήθη των παρευρισκόμενων, κυκλοφορώντας συνεχώς με πενταψήφιο αριθμό στροφών -μέχρι τη σύλληψή ή το λιντσάρισμά του δηλαδή.

Kawasaki ZX-4RR 2024: Πρώτη δυναμομέτρηση! 70 άλογα τροχό χωρίς Ram-Air! [VIDEO]
Σε υψηλές ταχύτητες η απόδοση του κινητήρα ανεβαίνει κατά 3 άλογα...

Στο δυναμόμετρο το ZX-4RR απέδωσε στον τροχό (χωρίς Ram-Air) 69,57 hp / 14.200, κάτι που με Ram-Air μεταφράζεται σε 72,07 hp στις ίδιες στροφές, εξωπραγματικά νούμερα για τετρακύλινδρο 400 παραγωγής! Κι αν αναρωτιέστε για τη μέγιστη ροπή των 3,62 kgm, το υπέροχο είναι το νούμερο στροφών που αυτή αποδίδεται: 11.400! Πιο δίχρονο, δεν γίνεται στο 2024!

Αν τα τελευταία χρόνια τα 600 αποτελούσαν το κάτω τετρακύλινδρο άκρο της Supersport κατηγορίας, αυτό με το ZX-4RR αλλάζει. Θα έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε τον χρόνο που μπορεί να επιτύχει η τετρακύλινδρη μοτοσυκλέτα της Kawasaki σε μια κλειστή πίστα όπως των Μεγάρων με αναβάτη αγωνιζόμενο, ενάντια σε μια τετρακύλινδρη 600, και με τηλεμετρία ώστε να διαπιστώσουμε κατά πόσο αληθεύει με ακλόνητα στοιχεία η πρώτη κυρίαρχη αίσθηση πως σε κλειστές στροφές το 4x400 είναι σε άλλο επίπεδο σε σχέση με τα 6Χ400.

Θα δώσουμε συνέχεια σε επόμενο τεύχος του MOTO με αναλυτική δοκιμή του νέου μικρού supersport και την συμπεριφορά του μέσα στην πίστα, σε καθημερινή χρήση, δικάβαλο ή ταξιδεύοντας, καθώς και όλες τις μετρήσεις που πραγματοποιήσαμε μαζί του.

 

Kawasaki ZX-4RR 2024: Πρώτη δυναμομέτρηση! 70 άλογα τροχό χωρίς Ram-Air! [VIDEO]

 

Ετικέτες