Μοτοσυκλέτα και νέα γενιά: ένας χαμένος έρωτας

Γιατί δεν μπαίνει νέο αίμα στην μοτοσυκλέτα
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

15/1/2019

Θα ξεκινήσουμε με μια σκληρή, για εμάς τους μοτοσυκλετιστές, παραδοχή: Οι σημερινοί έφηβοι, τουλάχιστον στην πλειοψηφία τους, δεν ονειρεύονται πια μοτοσυκλέτες. Για πολλούς δεν αποτελούν πια αντικείμενο του πάθους τους, όσο κι αν η αναγεννημένη κατηγορία των μικρών μοτοσυκλετών στα 125cc κάνει ό, τι μπορεί για να το ανατρέψει αυτό. Αυτό δεν αποτελεί καθολικό αφορισμό, αλλά συμβαίνει σε πολύ μεγάλο ποσοστό των νέων ανθρώπων.
Πλέον, περνάς έξω από σχολές και πανεπιστήμια και γίνεσαι μάρτυρας της θλιβερής εικόνας των πάρκινγκ που φιλοξενούν ελάχιστα πλέον δίκυκλα. Αντιθέτως, είναι γεμάτα από μικρές και μεγάλες παρέες νέων ανθρώπων που είναι σκυμμένοι πάνω από ένα κινητό και είναι απόλυτα προσηλωμένοι στην οθόνη. Είναι γεγονός, ότι για πρώτη φορά στην μεταπολεμική εποχή, οι μοτοσυκλέτες δεν βρίσκονται στο κέντρο της προσοχής της νεολαίας.


Τα τελευταία 60 χρόνια, όλες οι γενιές είχαν περάσει τουλάχιστον για μία φορά πάνω στη σέλα μιας μοτοσυκλέτας. Είτε γιατί στην αρχή αποτελούσε εναλλακτική του δυσπρόσιτου οικονομικά αυτοκινήτου, είτε γιατί αργότερα, την εποχή που είχε αρχίσει η οικονομική ανάπτυξη, η μοτοσυκλέτα ήταν ένα σύμβολο ελευθερίας, κοινωνικού στάτους και ένα όχημα για να αξιοποιήσεις τον ελεύθερο χρόνο σου. Πιο πρόσφατα, προστέθηκαν και τα σκούτερ ως η λύση στα πηγμένα κέντρα των πόλεων, για να μετακινείσαι σβέλτα και με στιλ γλιτώνοντας πολύτιμο χρόνο. Ο διάδοχος όλων αυτών στη σημερινή εποχή είναι… τα smartphones. Για τους νέους ανθρώπους οι "έξυπνες συσκευές" είναι το μέσο μεταφοράς, απόδρασης, χειραφέτησης και ανακάλυψης του πραγματικού κόσμου μέσα από μια εικονική πραγματικότητα. Και αν κάποιοι πιστεύουν ότι οι νέοι άνθρωποι είναι πιο ασφαλείς χωρίς τα σκούτερ ή τις μικρές μοτοσυκλέτες, πλανώνται πλάνη οικτρή.


Ας κάνουμε όμως μια γρήγορη αναδρομή για το πώς φτάσαμε σ' αυτό το σημείο. Οι μοτοσυκλέτες κατασκευάστηκαν εξ αρχής ως ένα φθηνό μέσο μεταφοράς. Από την επαρχία ως τις μεγαλουπόλεις, οι μοτοσυκλέτες πρόσφεραν φθηνές λύσεις μετακίνησης την δεκαετία του '50, τότε που όπως ολόκληρη η Ευρώπη, έτσι και η Ελλάδα προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της και να αναγεννηθεί από τις στάχτες της. Τις δεκαετίες του '60 και του '70 οι μοτοσυκλέτες μεγαλώνουν πολύ την απήχησή τους στο νεανικό κοινό. Είναι οι δεκαετίες που το ενδιαφέρον απογειώνεται. Ένας καινούργιος άνεμος έρχεται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού –κυρίως- με την ροκ μουσική και τον κινηματογράφο να μεταφέρουν πρότυπα, όπως αυτό του Malron Brando παρέα με ένα Triumph Thunderbird, που επηρεάζουν την κουλτούρα της νεολαίας. Η μοτοσυκλέτα εκτός από ένα μέσο μεταφοράς μετουσιώνεται και σε σύμβολο των νέων, αποπνέοντας ελευθερία, ερωτισμό, πάθος και ανεξαρτησία. Ειδικά αυτό το τελευταίο παίζει σημαντικό ρόλο. Οι έφηβοι θέλουν να ξεφύγουν από τον γονικό έλεγχο και βιάζονται να κατακτήσουν το μόνο πράγμα που ζηλεύουν από τον κόσμο των "μεγάλων": το να είναι ανεξάρτητοι. Είναι τέτοια η επιρροή της μοτοσυκλέτας που ακόμη και στον έρωτα παίζει τον ρόλο του τρίτου προσώπου ανάμεσα στα ζευγάρια. Την δεκαετία του '80 η αγάπη για την μοτοσυκλέτα εκτοξεύεται, ενώ αρχίζει να γίνεται πιο προσιτή στη νεολαία οικονομικά. Την δεκαετία του '90 και με την βοήθεια από τις παραεισαγωγές από την Ιαπωνία το σύμπαν της μοτοσυκλέτας σφύζει από νεανικό αίμα και το παράδοξο είναι ότι ενώ όλα αυτά τα χρόνια οι μοτοσυκλέτες δέχθηκαν μια αλματώδη εξέλιξη και μετάλλαξη, εξακολουθούσαν να συμπλέουν με τις νεαρές ηλικίες.

Στην Ελλάδα, το παπί έβαζε τους πιτσιρικάδες από πολύ νωρίς στο μοτοσυκλετιστικό σύμπαν και πλέον δεν υπήρχε σχολείο, σχολή ή κάποιο άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα, που δεν είχε απ' έξω αραγμένα δεκάδες δίκυκλα που πλημμύριζαν τους δρόμους μετά το πέρας των μαθημάτων.
Σήμερα, βλέπεις πολλά νέα παιδιά, ακόμη και εφήβους που έχουν μεγαλώσει μέσα σε οικογένειες με έντονο το μοτοσυκλετιστικό στοιχείο –συνήθως από τον μπαμπά- που δεν μετρούν πλέον αντίστροφα τις μέρες, τους μήνες ή τα χρόνια που τους απομένουν για να βγάλουν το πρώτο τους δίπλωμα. Είναι ένα χαρακτηριστικό της νέας γενιάς, το οποίο μάλιστα έχει διαστάσεις παγκόσμιου φαινομένου. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι στην Ιταλία, μια χώρα με πλούσια μοτοσυκλετιστική κουλτούρα και δική της βιομηχανία, οι εκδόσεις νέων διπλωμάτων για μοτοσυκλέτες έχουν μείωση κατά 8,5% σε σχέση με πέρσι. Ο νόμος για τις διαδικασίες της εξέτασης έχει γίνει πιο αυστηρός τα τελευταία χρόνια, και για τους περισσότερους μοιάζει ένας αχρείαστος φόρτος, εκτός και αν υπάρχει το γνήσιο μοτοσυκλετιστικό πάθος.
Υπάρχει όμως κι ένας άλλος παράγοντας που παίζει σημαντικό ρόλο κι έχει να κάνει με την ενθάρρυνση ή την αποθάρρυνση από τους γονείς. Όταν οι δικοί μας γονείς (οι σημερινοί παππούδες των νέων) μεγάλωσαν σε μια εποχή που το κράνος ήταν μια άγνωστη έννοια, δέχτηκαν με μεγάλη ανακούφιση την υποχρεωτική χρήση του όταν είχαμε φτάσει εμείς σε ηλικία να οδηγούμε μηχανάκια και το έβλεπαν σαν ένα έξτρα επίπεδο ασφάλειας για όλους εμάς που γεμίζαμε με παπιά, σκούτερ και μοτοσυκλέτες τους ελληνικούς δρόμους.

Τώρα όμως η δική μας γενιά έχει πείσει τα παιδιά της ότι το κινητό τηλέφωνο είναι μια απαραίτητη επιλογή, ενώ η απόκτηση μιας μικρής μοτοσυκλέτας ένας ακόμη παράγοντας ανησυχίας. Με μερικές εκατοντάδες ευρώ, δηλαδή με ένα χρηματικό ποσό πολύ μικρότερο, θεωρούμε ότι παρέχουμε συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό προστασίας από τους δρόμους, εκμηδενίζοντας την επιθυμία τους για αυτονομία και ανεξαρτησία.

Έτσι φτάσαμε στα σημερινά δεδομένα, όπου ένα κινητό τηλέφωνο έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο και είναι πολύ πιο επιθυμητό για έναν νέο άνθρωπο απ' ό,τι μια μοτοσυκλέτα. Αυτό συνέβη σε μια γενιά που γαλουχήθηκε μέσα από την οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008, σε μια εποχή που χαρακτηρίστηκε από την ραγδαία εξάπλωση του internet και των νέων τεχνολογιών, με την χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης να είναι απαραίτητη για να ξεπεραστεί η ανασφάλεια και το πόσο ευάλωτοι νιώθουν. Αισθάνονται ότι δεν είναι μόνοι, αλλά ανήκουν σε ένα σύνολο, σε μια ομάδα, σε μια κοινότητα. Έχουν ολόκληρο τον κόσμο μέσα στην παλάμη του χεριού τους. Μέσα εκεί βρίσκουν ο ένας τον άλλον και αισθάνονται ελεύθεροι. Μπορούν να ταξιδέψουν παντού με ένα κλικ, μπορούν να είναι μέσα στο δίκτυο ο εαυτός τους -ή κάποια διαφορετική εκδοχή του- και τροφοδοτούν την ανάγκη τους για αναγνώριση μοιράζοντας τις φωτογραφίες τους, τις ιστορίες τους και τους προβληματισμούς τους. Η νέα γενιά έχει συνηθίσει πλέον να μοιράζεται τα πάντα, μέχρι και το αυτοκίνητό τους ή την μοτοσυκλέτα τους. Η έννοια της κατοχής εξαφανίζεται σιγά-σιγά εις το όνομα της καθιέρωσης και της ευχαρίστησης. Ακόμη και τα συναισθήματα μοιράζονται! Η αλήθεια είναι ότι δυστυχώς τα παιδιά μας διακατέχονται από μία μόνιμη επισφάλεια, η οποία αποτελεί την "μαύρη τρύπα" των ονείρων και είναι λογικό ότι από τα πρώτα πράγματα που χάθηκαν ήταν όσα αντιπροσώπευε η μοτοσυκλέτα.

Είναι καιρός να δείξουμε στα παιδιά μας πώς μπορούν να ονειρεύονται πάνω σε μια μοτοσυκλέτα

Κι όμως, αυτή δεν είναι μια μη αναστρέψιμη κατάσταση, με το δύσκολο έργο να βαραίνει όλους εμάς που έχουμε την ευθύνη ανάθρεψης της νέας γενιάς. Πρέπει να καταλάβουμε ότι τα παιδιά μας δεν είναι πιο ασφαλή χωρίς τις μοτοσυκλέτες ή οτιδήποτε άλλο αντιπροσωπεύει έννοιες που σχετίζονται με το υγιές πάθος. Ο εικονικός κόσμος στον οποίο τα σπρώχνουμε συνειδητά ή ασυναίσθητα είναι πολύ πιο επιβλαβής και δημιουργεί ανθρώπους άρρωστους ψυχικά και πνευματικά, ανθρώπους εξαρτημένους και ανασφαλείς και για να μη θεωρηθεί ότι δαιμονοποιούμε το internet και την τεχνολογία, αυτό ισχύει όταν τα πράγματα συμβαίνουν χωρίς μέτρο. Ας τα βοηθήσουμε στο να μάθουν να ονειρεύονται κάνοντάς τα μια βόλτα με μοτοσυκλέτα…

Νέα Οδός και Τροχαία: Οι δικαιολογίες, οι οδηγοί και οι νταλίκες

Θεατές στο ίδιο έργο
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

2/1/2020

Με την Αθηνών – Λαμίας να κλείνει για μερικές ώρες εξαιτίας χιονόπτωσης στις 30/12 και να ετοιμάζεται τις επόμενες ημέρες να το ξανά ζήσει από την αρχή, βλέπουμε να γινόμαστε θεατές στο ίδιο έργο. Μερικές νταλίκες και ορισμένοι ανίκανοι πολίτες δημιούργησαν το χάος στις τελευταίες ημέρες του 2019 – αυτή είναι η πραγματικότητα. Μόνο αυτοί όμως δεν είναι η ρίζα του προβλήματος. Το πρόβλημα είναι πως σε υπεύθυνες θέσεις κατοικοεδρεύουν οι ίδιοι προβληματικοί πολίτες - κατά επέκταση το ίδιο είμαστε όλοι φυσικά. Αντίστοιχα προβληματικοί, σε κάθε περίπτωση που το προσωπικό όφελος θα μπει πιο ψηλά από το κοινό, κι ο Έλληνας το κάνει συχνά αυτό.

Διότι κάθε χρόνο γίνεται το ίδιο, κάθε χρόνο κλείνει η εθνική οδός με πέντε πόντους χιόνι και κάθε μέρα στην Αθήνα οδηγεί κόσμος στην ΛΕΑ, μόλις βλέπει πως μπροστά του όλοι έχουν ακινητοποιηθεί. Είμαστε όλοι εν δυνάμει προβληματικοί, διότι είμαστε όλοι Έλληνες και εκ φύσεως θα πούμε «σιγά, εγώ θα δοκιμάσω και θα πετύχω εκεί που οι άλλοι δεν τα κατάφεραν». Δεν έχει σημασία αν αυτή είναι η χιονισμένη ανηφόρα εμπρός, η τέταρτη καφετέρια στον ίδιο δρόμο, η ΛΕΑ, η σειρά για το ταμείο σε κάποια εθνική υπηρεσία κοινής ωφέλειας που μόνο εδώ στην Ελλάδα και σε τριτοκοσμικές χώρες λειτουργεί με το καθεστώς της αίτησης και του «φέρε ένα χαρτί». Την ίδια βάση έχουν όλα αυτά, κι όπου κάποιος αναγνωρίζει το λάθος στον διπλανό του, θα κάνει με την σειρά του κάτι αντίστοιχο σε μία άλλη περίπτωση.

Προφανώς και όλα τα παραπάνω είναι το πραγματικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε ως χώρα γενικά και όχι μόνο τις ώρες που έπεσε χιόνι στην Ε.Ο. Τα ζητήματα αυτά αντιμετωπίζονται με παιδεία και σε βάθος χρόνου, δεν περιμένεις ξαφνικά την ημέρα που χιονίζει να ξυπνήσουν όλοι και να συμπεριφέρονται ξαφνικά σαν να είναι πολίτες μιας άλλης χώρας, λειτουργώντας περισσότερο υπεύθυνα από αυτό που κάνουν κάθε μέρα.

Αν το κάνεις αυτό κατέχοντας μία θέση ευθύνης, τότε όχι μόνο δεν θα έπρεπε να είσαι σε αυτή την θέση, αλλά πρέπει να τιμωρηθούν κι εκείνοι που σε έβαλαν εκεί.

Κι αν είσαι μία εταιρία που διαχειρίζεσαι με σκοπό το κέρδος ένα κομμάτι του δρόμου και με τρομακτική ακρίβεια, παθαίνεις κάθε χρόνο το ίδιο, τότε πρέπει επίσης να τιμωρηθείς εκεί που σε πονά περισσότερο, στο κέρδος. Αν κάθε χρόνο η δικαιολογία είναι πως τρεις νταλίκες και μερικές δεκάδες ανεγκέφαλοι δημιουργούν ένα πρόβλημα καρμπόν, και απλά περιμένεις μια θεία επιφοίτηση για να λυθεί, τότε με βεβαιότητα είσαι κομμάτι του προβλήματος. Το μεγαλύτερο κομμάτι του προβλήματος.

Η Νέα Οδός εξέδωσε ανακοίνωση πως είχε σε διαθεσιμότητα 80 εκχιονιστικά μηχανήματα διάσπαρτα σε μία απόσταση 180 χιλιομέτρων και εκατό άτομα σε υπηρεσία. Που σημαίνει από έναν οδηγό στο κάθε ένα και μερικούς συντονιστές. Κανείς δεν μπορεί να αντικρούσει πως ο αριθμός αυτός δεν είναι πραγματικός, γεγονός όμως είναι – από ιδία καταγραφή- πως εκχιονιστικά δεν έβλεπες. Η δικαιολογία της «Νέα Οδός» είναι πως δεν μπορούσαν να περάσουν από τα ακινητοποιημένα οχήματα που μπλοκάριζαν τον δρόμο. Το γεγονός πως αυτό αποτελεί πλέον παράδοση, κάθε χρόνο στην Μαλακάσα να μην μπορούν να περάσουν τα εκχιονιστικά εξαιτίας των οχημάτων, σημαίνει πως υπάρχει κόσμος που δεν κάνει σωστά την δουλειά του.

Το ξέρεις πως θα συμβεί, πως θα υπάρχουν οδηγοί που δεν έχουν ή δεν ξέρουν να βάλουν τις αλυσίδες. ΔΕΝ θα έπρεπε να τις χρειαστούν όμως. Αυτό η "Νέα Οδός", δεν το αγγίζει ως περίπτωση. Όπως επίσης πως κανείς δεν μπορεί να σταματήσει πάνω στην ΛΕΑ να βάλει αλυσίδες, γιατί η ΛΕΑ έχει γεμίσει με χιονο-χαντάκια από τις διάσπαρτες διελεύσεις των εκχιονιστικών. Κι έχοντας κάθε χρόνο την ευκαιρία να δοκιμάσεις και μία διαφορετική λύση για όλους αυτούς τους οδηγούς, από την στιγμή που εκεί εντοπίζεις το πρόβλημα, θα έπρεπε μέσα σε μία δεκαετία να έχεις βρει την κατάλληλη που θα λύνει το πρόβλημα. Αλλιώς δεν κάνεις για αυτή την δουλειά.

Γιατί όμως να σπαταλήσει κανείς χρήμα για να παρέχει μία υπηρεσίανμε πάση θυσία, αφού ότι και να γίνει θα την ξανά πληρώσουν; Ένας είναι ο δρόμος, δεν θα πάει κανείς από αλλού. Με ακριβώς την ίδια λογική, σε τρία σημεία της Ε.Ο. Αθηνών – Λαμίας υπάρχουν προειδοποιητικές ταμπέλες για μείωση ταχύτητας εξαιτίας εκτέλεσης έργων. Ταμπέλες που σε λίγο θα μετράνε την τοποθέτησή τους με δεκαετία. Στο ύψος των Θερμοπύλων υπάρχει κατασκευαστικό θέμα με σαμαράκια στον δρόμο. Αντί να τα διορθώσει ο αντίστοιχος Παραχωρησιούχος, έχει τοποθετήσει πινακίδες για μείωση ταχύτητας εξαιτίας έργων, που τείνουν να καταντήσουν μόνιμες, τόσα χρόνια που είναι εκεί! Όταν δεν ισχύει το ανώτατο όριο ταχύτητας και όταν γίνονται έργα, δύσκολα ρίχνεις το φταίξιμο στον δρόμο σε περίπτωση ατυχήματος. Κι από την στιγμή που κανείς δεν θα ορίσει κάποιο εύλογο διάστημα αποπεράτωσης, το πρόβλημα για τον Παραχωρησιούχο έχει τελειώσει.

Αντίστοιχα και για την «Νέα Οδός», που δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο Σουφλιάς -τότε- τους παραχώρησε το τμήμα αυτό της ΠΑΘΕ, ως αντιστάθμιση για να ολοκληρωθεί η Ιονία Οδός. Πληρώνουν δηλαδή οι χρήστες της ΠΑΘΕ ένα άλλο έργο, και μένεις να αναρωτιέσαι που είναι η ιδιωτική επένδυση και ποιος τελικά έχει αναλάβει το πραγματικό κόστος…

Η «καρατόμηση» του διοικητή της Τροχαίας για την οποία ενίστανται οι συνάδελφοί του, μετά τα πρόσφατα γεγονότα, έγινε γιατί βρέθηκαν νταλίκες να κυκλοφορούν στο επίμαχο σημείο παρόλο που υπήρχε απαγόρευση από το πρωί. Όπως επίσης και γιατί οι ανασχέσεις κυκλοφορίας γινόντουσαν δίχως σχέδιο. Δεν υπήρχε ολοκληρωμένη εικόνα από την πλευρά της Τροχαίας και αυτό φαινόταν όταν ρωτούσες τους αστυνομικούς, όντας ακινητοποιημένος στο ίδιο σημείο. Εκεί αποδεικνυόταν πως δεν υπήρχε συντονισμός, από τις απαντήσεις που έπαιρνες. Αν φύγει ο διοικητής στέλνεις το μήνυμα πως ο επόμενος θα πρέπει να είναι περισσότερο έτοιμος, κι αν ο επόμενος είναι σωστός, θα πρέπει στο πρώτο όχι που θα ακούσει ζητώντας καλύτερη στελέχωση και υλικοτεχνική υποστήριξη να παραιτηθεί ξεμπροστιάζοντας τον πραγματικό υπεύθυνο, που είναι όλοι πάνω από αυτόν.

Αντίστοιχα η «Νέα Οδός» πρέπει κάποια στιγμή να πληρώσει για το γεγονός πως φτάσαμε στο σημείο να ακινητοποιηθούν αυτοκίνητα. Και όχι να αναμασά και την επόμενη δεκαετία που ξεκινά τώρα, την ίδια καραμέλα πως τα ακινητοποιημένα αυτοκίνητα είναι το πρόβλημα.

Ας δούμε ΑΚΡΙΒΩΣ ποιο είναι το πρόβλημα. Το συγκεκριμένο τμήμα δεν έχει κατασκευαστεί με γνώμονα την αποφυγή πάγου και την αντιμετώπιση προβλημάτων που σχετίζονται με την χιονόπτωση. Ούτε και θα έπρεπε βέβαια, για μία φορά το χρόνο δεν μπαίνεις στην διαδικασία να εκτοξεύσεις το κόστος κατασκευής πολλαπλασιάζοντας με διψήφιο μάλιστα νούμερο.

Έχεις λοιπόν έναν δρόμο που θα καλυφθεί με χιόνι σίγουρα μία φορά τον χρόνο και μερικούς οδηγούς που θα πατήσουν χιόνι ακριβώς τόσο και λιγότερο, μία φορά τον χρόνο. Δεν μπορείς να απαιτήσεις από τους οδηγούς να έχουν χιονολάστιχα, δεν είμαστε στην Καστοριά και στην Φλώρινα να διατηρεί ο καθένας διαφορετικές τετράδες. Και τα χειμερινά ελαστικά που αναφέρονται ως λύση, απλά ζεσταίνονται πιο γρήγορα στο κρύο και αποδίδουν καλύτερα στο βρεγμένο, δεν πρόκειται να νικήσουν το χιόνι – σε καμία περίπτωση. Σωστά το Ελληνικό κράτος που απέχει πολύ από την Ελβετία και σπάνια δεν λούζεται στον ήλιο, έχει αποφασίσει να είναι υποχρεωτικές οι αλυσίδες και μέχρι εκεί.

Από εκεί και πέρα αρχίζει το πρόβλημα της διαχείρισης και των λανθασμένων αποφάσεων. Να βάλεις τις αλυσίδες υποχρεωτικά όταν στο λένε, να κάνεις μερικές εκατοντάδες μέτρα στην ανηφόρα και μετά απλά να κοπανιέσαι οδηγώντας σε έναν τεχνητό χωματόδρομο, αφού η άσφαλτος είναι καθαρή. Λίγο παρακάτω, άλλο ένα σημείο που χρειάζεσαι αλυσίδες και οι περισσότεροι που τις είχαν βγάλει, μπαίνουν ξανά στην ίδια διαδικασία. Αυτή είναι η πραγματική εικόνα. Μονοψήφιος αριθμός χιλιόμετρών για δύο ίσως τρία κάθε φορά σημεία: Μαρτίνο, Κάστρο, Σχηματάρι, Μαλακάσα, Αφίδνες. Αντί να τα καθαρίζουμε πριν προλάβουν να αποτελέσουν πρόβλημα, γεμίζουμε δικαιολογίες.

Όλα αυτά συμβαίνουν με τον ίδιο τρόπο την ίδια περίοδο, κάθε χρόνο. Αυτός όμως που δοκιμάζει την ίδια λύση χωρίς να λύνει το πρόβλημα είναι ηλίθιος. Το ορίζουν λεξικά ως έννοια, δεν είναι χαρακτηρισμός.

Για μία ημέρα χιονόπτωσης τον χρόνο, είναι λογικό να μην θέλεις να μπεις σε μία επένδυση εκατομμυρίων με σύγχρονα και εξοπλισμένα μηχανήματα εκχιονισμού. Είναι λογικό αν είσαι μία εταιρία που διαχειρίζεται τους αυτοκινητόδρομους με σκοπό το κέρδος. Εξαγγέλλοντας μάλιστα σε κάθε μεγάλο φόρουμ, πως πρόκειται για ένα ασφαλές επενδυτικό σχήμα με σίγουρη και βέβαιη απόδοση. Το κράτος λοιπόν που υπέγραψε Συμβάσεις Παραχώρησης με κάποιον που λειτουργεί τον βασικό άξονα της χώρας με βάση το κέρδος, είναι εξίσου υπόλογο στην συγκεκριμένη περίπτωση. Θα πρέπει να θεσπίσει την κατάλληλη ποινή ώστε να καταστίσει οικονομικά ασύμφορο στην «Νέα Οδός» να επαναλάβει και τον επόμενο χρόνο ακριβώς το ίδιο, χρησιμοποιώντας την ίδια δικαιολογία.

Λύσεις υπάρχουν, δικαιολογίες δεν χωράνε άλλες. Κανένα όχημα δεν πρέπει να ακινητοποιείται, καμία νταλίκα δεν θα πρέπει να καταφέρνει να σπάει το μπλόκο της Τροχαίας. Και επειδή δεν το αναφέρει κανένας, νταλίκες με ευπαθή προϊόντα περνάνε ασχέτως απαγόρευσης. Αυτές όμως οι νταλίκες θα έπρεπε να είχαν την κατάλληλη βοήθεια, από την στιγμή που δικαιωματικά περνούσαν. Αν δεν την είχαν, τότε υπάρχουν ευθύνες.

Κι εμείς τις ευθύνες κάθε φορά θα τις αναζητούμε στον «Έλληνα οδηγό». Που δεν «έπρεπε να πάει στο χωριό του», «έπρεπε να έχει ελαστικά 800 Ευρώ για μία ημέρα του χρόνου και για 40 χιλιόμετρα», «έπρεπε να είχε ενημερωθεί και να κάτσει σπίτι του, να μην δει την μάνα του μετά από έξι μήνες διότι σιγά τι θα πάθει, να απογαλακτιστεί επί τέλους», «να μην… να μην… να μην…». Είναι αστεία όλα γράφονται στα κοινωνικά δίκτυα. Ξεχνάμε πως μιλάμε για την Εθνική Οδό, μία ώρα μακριά από την πρωτεύουσα. Η Εθνική Οδός της χώρας δεν κλείνει ποτέ και για κανέναν λόγο. Κι αν κλείσει, θα πρέπει να γίνεται ανάσχεση της κυκλοφορίας σε παράκαμψη, όχι υποχρεωτική επιστροφή. Δεν θα ορίσει κανείς το πόσο σημαντικό λόγο έχει κάποιος για να ταξιδέψει στην Εθνική Οδό εκείνες τις ημέρες, όπως συμβαίνει στα τυχαία σχόλια στα κοινωνικά δίκτυα. Δεν γίνεται επίσης η απάντηση να είναι «τι να τους κάνουμε που ήρθαν χωρίς αλυσίδες». ΚΑΝΕΙΣ δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα αν ένας οδηγός απλά έχει αδυναμία να τοποθετήσει αλυσίδες. Μπορεί να οδηγήσει και είναι δικαίωμά του να το κάνει, αλλά δεν μπορεί να βάλει αλυσίδες. Τι να κάνουμε σε αυτή την περίπτωση ως κράτος; Να του αναθέσουμε την ευθύνη για το γεγονός πως κόπηκε στα δύο η χώρα; Απλά πράγματα: Αν η επόμενη ανακοίνωση της «Νέα Οδός» έχει τις ίδιες δικαιολογίες και στους επόμενους πέντε πόντους χιονιού, τότε ας χάσει το εξαιρετικά επικερδές συμβόλαιό της.