Μοτοσυκλέτα και νέα γενιά: ένας χαμένος έρωτας

Γιατί δεν μπαίνει νέο αίμα στην μοτοσυκλέτα
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

15/1/2019

Θα ξεκινήσουμε με μια σκληρή, για εμάς τους μοτοσυκλετιστές, παραδοχή: Οι σημερινοί έφηβοι, τουλάχιστον στην πλειοψηφία τους, δεν ονειρεύονται πια μοτοσυκλέτες. Για πολλούς δεν αποτελούν πια αντικείμενο του πάθους τους, όσο κι αν η αναγεννημένη κατηγορία των μικρών μοτοσυκλετών στα 125cc κάνει ό, τι μπορεί για να το ανατρέψει αυτό. Αυτό δεν αποτελεί καθολικό αφορισμό, αλλά συμβαίνει σε πολύ μεγάλο ποσοστό των νέων ανθρώπων.
Πλέον, περνάς έξω από σχολές και πανεπιστήμια και γίνεσαι μάρτυρας της θλιβερής εικόνας των πάρκινγκ που φιλοξενούν ελάχιστα πλέον δίκυκλα. Αντιθέτως, είναι γεμάτα από μικρές και μεγάλες παρέες νέων ανθρώπων που είναι σκυμμένοι πάνω από ένα κινητό και είναι απόλυτα προσηλωμένοι στην οθόνη. Είναι γεγονός, ότι για πρώτη φορά στην μεταπολεμική εποχή, οι μοτοσυκλέτες δεν βρίσκονται στο κέντρο της προσοχής της νεολαίας.


Τα τελευταία 60 χρόνια, όλες οι γενιές είχαν περάσει τουλάχιστον για μία φορά πάνω στη σέλα μιας μοτοσυκλέτας. Είτε γιατί στην αρχή αποτελούσε εναλλακτική του δυσπρόσιτου οικονομικά αυτοκινήτου, είτε γιατί αργότερα, την εποχή που είχε αρχίσει η οικονομική ανάπτυξη, η μοτοσυκλέτα ήταν ένα σύμβολο ελευθερίας, κοινωνικού στάτους και ένα όχημα για να αξιοποιήσεις τον ελεύθερο χρόνο σου. Πιο πρόσφατα, προστέθηκαν και τα σκούτερ ως η λύση στα πηγμένα κέντρα των πόλεων, για να μετακινείσαι σβέλτα και με στιλ γλιτώνοντας πολύτιμο χρόνο. Ο διάδοχος όλων αυτών στη σημερινή εποχή είναι… τα smartphones. Για τους νέους ανθρώπους οι "έξυπνες συσκευές" είναι το μέσο μεταφοράς, απόδρασης, χειραφέτησης και ανακάλυψης του πραγματικού κόσμου μέσα από μια εικονική πραγματικότητα. Και αν κάποιοι πιστεύουν ότι οι νέοι άνθρωποι είναι πιο ασφαλείς χωρίς τα σκούτερ ή τις μικρές μοτοσυκλέτες, πλανώνται πλάνη οικτρή.


Ας κάνουμε όμως μια γρήγορη αναδρομή για το πώς φτάσαμε σ' αυτό το σημείο. Οι μοτοσυκλέτες κατασκευάστηκαν εξ αρχής ως ένα φθηνό μέσο μεταφοράς. Από την επαρχία ως τις μεγαλουπόλεις, οι μοτοσυκλέτες πρόσφεραν φθηνές λύσεις μετακίνησης την δεκαετία του '50, τότε που όπως ολόκληρη η Ευρώπη, έτσι και η Ελλάδα προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια της και να αναγεννηθεί από τις στάχτες της. Τις δεκαετίες του '60 και του '70 οι μοτοσυκλέτες μεγαλώνουν πολύ την απήχησή τους στο νεανικό κοινό. Είναι οι δεκαετίες που το ενδιαφέρον απογειώνεται. Ένας καινούργιος άνεμος έρχεται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού –κυρίως- με την ροκ μουσική και τον κινηματογράφο να μεταφέρουν πρότυπα, όπως αυτό του Malron Brando παρέα με ένα Triumph Thunderbird, που επηρεάζουν την κουλτούρα της νεολαίας. Η μοτοσυκλέτα εκτός από ένα μέσο μεταφοράς μετουσιώνεται και σε σύμβολο των νέων, αποπνέοντας ελευθερία, ερωτισμό, πάθος και ανεξαρτησία. Ειδικά αυτό το τελευταίο παίζει σημαντικό ρόλο. Οι έφηβοι θέλουν να ξεφύγουν από τον γονικό έλεγχο και βιάζονται να κατακτήσουν το μόνο πράγμα που ζηλεύουν από τον κόσμο των "μεγάλων": το να είναι ανεξάρτητοι. Είναι τέτοια η επιρροή της μοτοσυκλέτας που ακόμη και στον έρωτα παίζει τον ρόλο του τρίτου προσώπου ανάμεσα στα ζευγάρια. Την δεκαετία του '80 η αγάπη για την μοτοσυκλέτα εκτοξεύεται, ενώ αρχίζει να γίνεται πιο προσιτή στη νεολαία οικονομικά. Την δεκαετία του '90 και με την βοήθεια από τις παραεισαγωγές από την Ιαπωνία το σύμπαν της μοτοσυκλέτας σφύζει από νεανικό αίμα και το παράδοξο είναι ότι ενώ όλα αυτά τα χρόνια οι μοτοσυκλέτες δέχθηκαν μια αλματώδη εξέλιξη και μετάλλαξη, εξακολουθούσαν να συμπλέουν με τις νεαρές ηλικίες.

Στην Ελλάδα, το παπί έβαζε τους πιτσιρικάδες από πολύ νωρίς στο μοτοσυκλετιστικό σύμπαν και πλέον δεν υπήρχε σχολείο, σχολή ή κάποιο άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα, που δεν είχε απ' έξω αραγμένα δεκάδες δίκυκλα που πλημμύριζαν τους δρόμους μετά το πέρας των μαθημάτων.
Σήμερα, βλέπεις πολλά νέα παιδιά, ακόμη και εφήβους που έχουν μεγαλώσει μέσα σε οικογένειες με έντονο το μοτοσυκλετιστικό στοιχείο –συνήθως από τον μπαμπά- που δεν μετρούν πλέον αντίστροφα τις μέρες, τους μήνες ή τα χρόνια που τους απομένουν για να βγάλουν το πρώτο τους δίπλωμα. Είναι ένα χαρακτηριστικό της νέας γενιάς, το οποίο μάλιστα έχει διαστάσεις παγκόσμιου φαινομένου. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι στην Ιταλία, μια χώρα με πλούσια μοτοσυκλετιστική κουλτούρα και δική της βιομηχανία, οι εκδόσεις νέων διπλωμάτων για μοτοσυκλέτες έχουν μείωση κατά 8,5% σε σχέση με πέρσι. Ο νόμος για τις διαδικασίες της εξέτασης έχει γίνει πιο αυστηρός τα τελευταία χρόνια, και για τους περισσότερους μοιάζει ένας αχρείαστος φόρτος, εκτός και αν υπάρχει το γνήσιο μοτοσυκλετιστικό πάθος.
Υπάρχει όμως κι ένας άλλος παράγοντας που παίζει σημαντικό ρόλο κι έχει να κάνει με την ενθάρρυνση ή την αποθάρρυνση από τους γονείς. Όταν οι δικοί μας γονείς (οι σημερινοί παππούδες των νέων) μεγάλωσαν σε μια εποχή που το κράνος ήταν μια άγνωστη έννοια, δέχτηκαν με μεγάλη ανακούφιση την υποχρεωτική χρήση του όταν είχαμε φτάσει εμείς σε ηλικία να οδηγούμε μηχανάκια και το έβλεπαν σαν ένα έξτρα επίπεδο ασφάλειας για όλους εμάς που γεμίζαμε με παπιά, σκούτερ και μοτοσυκλέτες τους ελληνικούς δρόμους.

Τώρα όμως η δική μας γενιά έχει πείσει τα παιδιά της ότι το κινητό τηλέφωνο είναι μια απαραίτητη επιλογή, ενώ η απόκτηση μιας μικρής μοτοσυκλέτας ένας ακόμη παράγοντας ανησυχίας. Με μερικές εκατοντάδες ευρώ, δηλαδή με ένα χρηματικό ποσό πολύ μικρότερο, θεωρούμε ότι παρέχουμε συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό προστασίας από τους δρόμους, εκμηδενίζοντας την επιθυμία τους για αυτονομία και ανεξαρτησία.

Έτσι φτάσαμε στα σημερινά δεδομένα, όπου ένα κινητό τηλέφωνο έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο και είναι πολύ πιο επιθυμητό για έναν νέο άνθρωπο απ' ό,τι μια μοτοσυκλέτα. Αυτό συνέβη σε μια γενιά που γαλουχήθηκε μέσα από την οικονομική κρίση που ξεκίνησε το 2008, σε μια εποχή που χαρακτηρίστηκε από την ραγδαία εξάπλωση του internet και των νέων τεχνολογιών, με την χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης να είναι απαραίτητη για να ξεπεραστεί η ανασφάλεια και το πόσο ευάλωτοι νιώθουν. Αισθάνονται ότι δεν είναι μόνοι, αλλά ανήκουν σε ένα σύνολο, σε μια ομάδα, σε μια κοινότητα. Έχουν ολόκληρο τον κόσμο μέσα στην παλάμη του χεριού τους. Μέσα εκεί βρίσκουν ο ένας τον άλλον και αισθάνονται ελεύθεροι. Μπορούν να ταξιδέψουν παντού με ένα κλικ, μπορούν να είναι μέσα στο δίκτυο ο εαυτός τους -ή κάποια διαφορετική εκδοχή του- και τροφοδοτούν την ανάγκη τους για αναγνώριση μοιράζοντας τις φωτογραφίες τους, τις ιστορίες τους και τους προβληματισμούς τους. Η νέα γενιά έχει συνηθίσει πλέον να μοιράζεται τα πάντα, μέχρι και το αυτοκίνητό τους ή την μοτοσυκλέτα τους. Η έννοια της κατοχής εξαφανίζεται σιγά-σιγά εις το όνομα της καθιέρωσης και της ευχαρίστησης. Ακόμη και τα συναισθήματα μοιράζονται! Η αλήθεια είναι ότι δυστυχώς τα παιδιά μας διακατέχονται από μία μόνιμη επισφάλεια, η οποία αποτελεί την "μαύρη τρύπα" των ονείρων και είναι λογικό ότι από τα πρώτα πράγματα που χάθηκαν ήταν όσα αντιπροσώπευε η μοτοσυκλέτα.

Είναι καιρός να δείξουμε στα παιδιά μας πώς μπορούν να ονειρεύονται πάνω σε μια μοτοσυκλέτα

Κι όμως, αυτή δεν είναι μια μη αναστρέψιμη κατάσταση, με το δύσκολο έργο να βαραίνει όλους εμάς που έχουμε την ευθύνη ανάθρεψης της νέας γενιάς. Πρέπει να καταλάβουμε ότι τα παιδιά μας δεν είναι πιο ασφαλή χωρίς τις μοτοσυκλέτες ή οτιδήποτε άλλο αντιπροσωπεύει έννοιες που σχετίζονται με το υγιές πάθος. Ο εικονικός κόσμος στον οποίο τα σπρώχνουμε συνειδητά ή ασυναίσθητα είναι πολύ πιο επιβλαβής και δημιουργεί ανθρώπους άρρωστους ψυχικά και πνευματικά, ανθρώπους εξαρτημένους και ανασφαλείς και για να μη θεωρηθεί ότι δαιμονοποιούμε το internet και την τεχνολογία, αυτό ισχύει όταν τα πράγματα συμβαίνουν χωρίς μέτρο. Ας τα βοηθήσουμε στο να μάθουν να ονειρεύονται κάνοντάς τα μια βόλτα με μοτοσυκλέτα…

Παρκάρουν άναρχα οι μοτοσυκλέτες στο αεροδρόμιο

Βγάζουμε τα μάτια μας μόνοι μας!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

18/9/2019

Έχουμε ως Έλληνες μία κακιά συνήθεια που αντανακλάται ιδιαίτερα έντονα και στην καθημερινή ζωή με την μοτοσυκλέτα, δεν μας καίγεται καρφί για τον διπλανό μας. Μην μπερδευτούμε με το φιλότιμο γιατί είναι άλλη ιστορία. Το φιλότιμο έρχεται στην επιφάνεια με την πρώτη φυσική αλληλεπίδραση, και αυτή η αντίθεση είναι επίσης μέρος του παράδοξου που κουβαλάμε ως λαός. Διότι για τον συνάνθρωπο που δεν ξέρουμε, που δεν έχουμε δει, δεν μας καίγεται καρφί. Θα ζήσει, θα πεθάνει, θα πρέπει να αιωρηθεί και να πετάξει πάνω από την μοτοσυκλέτα μας για να περάσει από εκεί που θα έπρεπε να περνά ανενόχλητος… δεν μας νοιάζει καθόλου.

Ζητάμε λοιπόν να υπάρχουν πάρκινγκ μοτοσυκλετών, βάζουμε ένα σωρό επιχειρήματα για να αιτιολογήσουμε την αναγκαιότητα της ύπαρξής τους, κάνουμε λόγο για την κοινωνική μας ευαισθησία, που κυκλοφορούμε με δύο τροχούς αντί για τέσσερις, κι αμέσως μετά οι μισοί από εμάς θα αμαυρώσουν την συνολική μας εικόνα.

Είμαστε απαράδεκτοι, ας το δεχτούμε μπας και γίνει το πρώτο βήμα για να πάμε παρακάτω. Παρκάροντας όπου βρεις για να μην περπατήσεις ακριβώς δύο μέτρα παραπάνω, δεν κερδίζεις τίποτα περισσότερο από τον χαρακτηρισμό «Γαϊδούρι». Κάτω από το σπίτι, μπροστά από το μαγαζί, ακόμη κι έξω από την καφετέρια, μπορεί κανείς να το καταλάβει για λόγους ασφαλείας. Να μην θέλεις να φύγει ποτέ η μοτοσυκλέτα σου από το οπτικό σου πεδίο. Ακόμη κι έτσι βέβαια δεν δικαιολογούνται πολλά από αυτά που κάνουμε και βλέπουμε καθημερινά στις ελληνικές πόλεις.

Αντίθετα όμως, στο πάρκινγκ ενός αεροδρόμιου ενώ λείπεις σε άλλη χώρα, ποιος ο λόγος να την παρατήσεις ακριβώς στην διέλευση των πεζών; Ακριβώς από εκεί που θα περάσουν οι υπόλοιποι, όταν μερικά βήματα παραπάνω, κυριολεκτικά μερικά βήματα, έχει άπλετο χώρο; Το αστείο της υπόθεσης είναι, πως βάση στατιστικών για τον προορισμό των περισσότερων Ελλήνων, αναχωρώντας από το Ελ.Βενιζέλος το πιθανότερο είναι πως εκεί που έχεις προσγειωθεί θα είσαι ιδιαίτερα προσεκτικός στο παρκάρισμα με οτιδήποτε κι αν νοικιάσεις. Γιατί ξέρεις πως δεν θα μείνεις ατιμώρητος - ό,τι πιο αποτελεσματικό με εμάς τους Έλληνες.

Το πάρκινγκ των μοτοσυκλετών στο μεγαλύτερο αεροδρόμιο της χώρας, παρουσιάζει αρκετά προβλήματα από μόνο του. Ξεκίνησε ως ένας χώρος για προσωρινή στάθμευση που ήταν όμως καλυμμένος από την βροχή και έφτασε να είναι πρόβλημα διπλοπαρκαρισμένων και εύκολη λεία για τους κλέφτες, την μεγάλη μάστιγα με την οποία κανείς δεν ασχολείται σοβαρά. Ως μία λύση, το αεροδρόμιο μετέφερε την στάθμευση μοτοσυκλετών. Χώρισε την τελευταία γωνία ενός από τα πάρκινγκ μικρής διάρκειας, κι έβαλε τις μοτοσυκλέτες να ανεβαίνουν από την ράμπα των πεζών, πάνω σε μία κλειστή στροφή… Αντί να μας φτιάξει έναν χώρο μπροστά, όπως συμβαίνει σε άλλα αεροδρόμια της Μεσογείου, επέλεξε την τελευταία γωνία.

Για όσους παρκάρουν τις μοτοσυκλέτες τους και φεύγουν με τα πόδια, είχαν αφήσει μία δίοδο στα προσωρινά τοποθετημένα κάγκελα. Η κοινή λογική έλεγε πως κανείς δεν θα παρκάριζε ακριβώς μπροστά στην διέλευση. Κι όμως ακριβώς εκείνη ήταν που έκλειναν πρώτη. Λες και το έκαναν επίτηδες, μόλις έβλεπαν το άνοιγμα στα κάγκελα ελεύθερο, κάποιος έτρεχε να το πιάσει και να το κλείσει. Λες και υπάρχει κάποιου είδους συνεννόησης να εμποδίζεις πάντα τους υπόλοιπους. Έχουμε δει να δοκιμάζουν διάφορα για να μην παρκάρει κάποιος εκεί, να αφήνουν από χαρτιά μέχρι πλαστικοποιημένες ανακοινώσεις, να αλλάζουν κατεύθυνση τα κάγκελα, να βάζουν κορδέλες ή σχοινιά. Δεν δούλεψε τίποτα. Κάποιοι ταξιδιώτες το πήραν πάνω τους, αφήνουν "post-it" βρίζοντας στις μοτοσυκλέτες, έχουμε πετύχει και κάποιον που προσπαθούσε να ξεβιδώσει μανέτες και ήθελε να μας πείσει να μην καλέσουμε την αστυνομία, πως δεν πήγαινε να κλέψει, δεν ταιριάζουν οι μανέτες στην μοτοσυκλέτα του, αλλά δεν αντέχει άλλο να του μπαίνουν στα πλευρά προσπαθώντας να περάσει ανάμεσα από τιμόνια.

Τελευταία δεν υπάρχει καμία έξοδος για τους αναβάτες αφότου παρκάρουν, έχουν τοποθετηθεί κάγκελα ολούθε και ας κάνουν τον γύρο. Μόλις κάποιος μετακίνησε δύο από αυτά τα κάγκελα για να περάσει -ως πεζός πλέον- το αμέσως επόμενο λεπτό εμφανίστηκε και κάποιος άλλος για να παρκάρει ακριβώς εκεί. Μην τυχόν και μείνει καμιά πύλη ανοικτή και φύγουν τα πρόβατα από το μαντρί. Οι απαντήσεις είναι αφοπλιστικές, κυμαίνονται από «που να το βάλω» με φόντο ένα κενό 5 μέτρων, εώς «λίγο θα κάνω» ενώ έχει εισιτήριο για πτήση. Πρόκειται απλά για αδιαφορία. Θέλουμε να έχουμε ξεχωριστό δικό μας χώρο, να μην παρκάρουν τα αυτοκίνητα ή να μην τον κλείνουν, όμως την ίδια στιγμή δεν θέλουμε και να τηρήσουμε τους βασικούς κανόνες για την ίδια την στάθμευση μοτοσυκλετών. Κι αυτό που είναι πιο ενοχλητικό, είναι πως χάνεις το δίκιο σου από την εικόνα που δίνει η μειοψηφία… Πριν προσπαθήσουμε λοιπόν να λύσουμε όλα τα προβλήματα με την στάθμευση των μοτοσυκλετών είναι αναγκαίο να απωλέσουμε πρώτα τέτοιες συμπεριφορές.

Ετικέτες