Η καλύτερη μοτοσυκλετιστική ιστορία των ημερών: Η μοίρα και το K75!

Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

23/12/2015

 

Το παρακάτω άρθρο δημοσιεύτηκε στο τεύχος Δεκεμβρίου 2015 (τ.553), πιστεύουμε όμως ότι αποτελεί μία από τις καλύτερες μοτοσυκλετιστικές ιστορίες και μάλιστα αρμόζει με το πνεύμα των ημερών, οπότε αξίζει να αναδημοσιευτεί και να δοθεί η συνέχεια… Ακολουθεί η ιστορία, όπως δημοσιεύτηκε:

Στης μοίρας το σταυροδρόμι

κείμενο: Γιάννης Σπετσιάρης  
φωτό: του ιδίου
 

 

Ένα μόνιμο άγχος που έχουμε οι ιδιοκτήτες μοτοσυκλέτας και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να το αποφύγουμε είναι η κλοπή, καθώς είναι κάτι σχετικά πολύ πιθανό να συμβεί. Χωρίς αυτό να γίνεται αντιληπτό, ακόμα και σε ώρες αιχμής σε πολυσύχναστους δρόμους, πόσο μάλλον τις νυχτερινές ώρες. Την εποχή της κρίσης το φαινόμενο αυτό έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις με αποτέλεσμα να είναι αρκετοί εκείνοι που έχουν απωλέσει τις μοτοσυκλέτες τους και πλέον το μόνο που έχουν για να τις θυμούνται είναι μερικά MB στην μνήμη των φωτογραφικών μηχανών τους

 

 Ένας από αυτούς τους άτυχους πρώην ιδιοκτήτες είμαι και εγώ. Κάτι το οποίο διαπίστωσα με ιδιαίτερα κυνικό τρόπο βγαίνοντας από το σπίτι ένα πρωινό. Ανυποψίαστος για το τι μου έχει συμβεί είχα ήδη κανονίσει καφέ με φίλους, είχα φορέσει μπουφάν και κράνος, βγήκα από το σπίτι με το κλειδί στο χέρι και συνειδητοποιώ ότι κάτι λείπει! Το μυαλό μου δεν μπορούσε να το αντιληφθεί, σκεφτόμουν τι έκανα το προηγούμενο βράδυ, μήπως την είχα αφήσει στο απέναντι πεζοδρόμιο ή σε κάποιο άλλο σημείο κοντά στο σπίτι! Τελικά είχε συμβεί το χειρότερο, η μηχανή μου είχε βγάλει φτερά και είχε πετάξει! Τώρα θα πείτε ότι παρόμοιες ιστορίες έχετε ακούσει πολλές. Το αξιοσημείωτο λοιπόν δεν είναι το θλιβερό αυτό γεγονός, αλλά ό,τι συνέβη λίγους μήνες αργότερα!

Όταν λοιπόν πέρασε ένα εύλογο χρονικό διάστημα το οποίο μου επέτρεψε να αποδεχθώ το γεγονός ότι η μηχανή που είχα αγοράσει με τόσους κόπους και είχα ξοδέψει τόση αγάπη, φροντίδα και ατελείωτες ώρες πάνω της για να μάθω ό,τι μπορούσα περισσότερο και να την κάνω όσο ομορφότερη μπορούσα, απλά χάθηκε σε λίγες ώρες. Όπως επίσης ότι δεν θα απολαύσω ξανά τον απογευματινό μου καφέ καθισμένος στο πεζούλι της αυλής μου χαζεύοντάς την με τις ώρες, κάνοντας τους γείτονες να σχολιάζουν με ένα ύφος κουτσομπολίστικης αδιαφορίας και τη μάνα μου να με παρατηρεί πολλές φορές αμίλητη και μάλλον ανήσυχη, θεωρώντας ότι η μηχανή μου είχε γίνει εμμονή... Αφού λοιπόν όλα αυτά ξεπεράστηκαν, έκανα ένα γρήγορο απολογισμό στα οικονομικά και ψυχολογικά μου αποθέματα, διαπιστώνοντας ότι είναι αρκετά περιορισμένα! Εκείνη την περίοδο συμπωματικά είχε αρχίσει το ΜΟΤΟ τα άρθρα περί customizing. Ήταν μία καλή λύση σκέφτηκα, έτσι ώστε να έχω μηχανή στα δικά μου γούστα με την δικιά μου πινελιά -εν μέρει από το δικό μου χέρι- και με μικρό κόστος. Καθώς είχα εργαλεία, χώρο και διάθεση, άρχισα να ψάχνω για κάτι ανάλογο. Όμως οι σκέψεις αυτές δεν υλοποιήθηκαν ή τουλάχιστον όχι έτσι ακριβώς κι αυτό γιατί τις αμέσως επόμενες ημέρες εμφανίστηκε από το πουθενά (κυριολεκτικά) και μου χαρίσθηκε η μηχανή που έχω, κυκλοφορώ και ταξιδεύω τους τελευταίους εφτά μήνες.

Το timing

Και κάπου εδώ χρονικά ξεκινάει η ιστορία του καινούργιου αποκτήματός μου, της δικιάς μου πλέον BMW K75. Μίας ιστορίας όπου παρόμοιές της συνοδεύονται συνήθως από τη φράση "αυτά μόνο στις ταινίες γίνονται". Όλα ξεκίνησαν σε μια πρωινή υπηρεσία όπου με αφορμή κάποια μικροβλάβη της μοτοσυκλέτας που χρησιμοποιούσα, πετάχτηκα σε ένα συνεργείο του κέντρου για επισκευή. Λίγη ώρα αργότερα και αφού βγήκα από το συνεργείο με σκοπό να συνεχίσω κανονικά την περιπολία μου, σταματάει ακριβώς μπροστά μου ένας κύριος με τη μηχανή του. Κατάλαβα ότι κάτι θέλει και τον πλησίασα να του μιλήσω. Εκεί ήταν μεγάλη μου έκπληξη, καθώς ο συγκεκριμένος άνθρωπος δεν ήθελε να με ρωτήσει για το αν θα μπορούσε να παρκάρει στο συγκεκριμένο σημείο ή αν γνωρίζω κάποια οδό που τυχόν να έψαχνε, όπως υνήθως γίνεται. Αυτό που με ρώτησε ήταν αν ήξερα κάποιο συνάδελφο (αστυνομικό δηλαδή) που να ήθελε τη μηχανή που οδηγούσε. Δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ αυτή τη στιγμή, δεν κατάλαβα αρχικά τι εννοούσε, τον ξαναρώτησα και μου επιβεβαίωσε τα πρώτα του λόγια, ότι σκεφτόταν δηλαδή να την χαρίσει σε έναν αστυνομικό της ΔΙ.ΑΣ. Κάνοντας μία σύντομη κουβέντα μαζί του, μου είπε εμφανώς συγκινημένος ότι την επόμενη ημέρα θα έκανε εισαγωγή στο νοσοκομείο για μία σοβαρή εγχείρηση. Του έδωσα τις θερμότερες ευχές μου για καλή ανάρρωση (ανεξάρτητα από την έκβαση των σκέψεών του για να μας χαρίσει την μηχανή του, μόνο ή πρόθεση του με είχε συνεπάρει και με είχε γεμίσει πολλές ευχάριστες σκέψεις για την κίνηση του αυτή) ανταλλάξαμε τηλέφωνα χαιρετηθήκαμε και φύγαμε.

Ενάμιση μήνα περίπου αργότερα μου έστειλε μήνυμα λέγοντάς μου ότι πήγαν όλα καλά τελικά και όποτε ήθελα να βρισκόμασταν για την BMW. Έτσι και έγινε, δώσαμε ραντεβού και πήγα από το σπίτι του και την πήρα. Μου έκανε εντύπωση το γεγονός ότι με είχε τουλάχιστον μια ώρα και μου εξηγούσε τα πάντα, από το πως δουλεύει μέχρι και την τελευταία βίδα που άλλαξε, ενώ μου έδωσε επίσης service bοok από το έτος αγοράς της στην Γερμανία μέχρι την ημέρα που μου το παραχώρησε. Γιατί όλα αυτά; Στο κάτω-κάτω, δεν την πουλούσε ώστε να θέλει να κάνει καλή εντύπωση. Σκεφτόμουν ότι το κάνει ίσως, με τον τρόπο του, για να μου δείξει πόσο πολύ την φρόντιζε και να μην την παρατήσω σε κάποια αποθήκη. Ίσως πάλι γιατί δεν μπορούσε να την αποχωριστεί….

Ένα μήνα περίπου μετά από την ημέρα που μου την έδωσε, τηλεφωνηθήκαμε και βρεθήκαμε για να του δείξω την μηχανή του. Μέσα σε αυτόν τον μήνα είχα δουλέψει αρκετά με την BMW και την είχα πλήρως ανανεωμένη, καθαρή, βαμμένη και γυαλισμένη. Δεν μπορώ να περιγράψω το βλέμμα και την χαρά του όταν την είδε παρκαρισμένη έξω από το καφέ που είχαμε δώσει ραντεβού... Την περιεργαζόταν λεπτομερώς, με ρωτούσε τι έκανα στο κάθε κομμάτι που έβλεπε διαφορετικό ,την φωτογράφιζε και το πρόσωπό του είχε μια ικανοποίηση, μία ανακούφιση και ένα χαμόγελο που δεν μπορούσε να κρύψει, το οποίο το εξέλαβα ως παρηγοριά για τη σωστή -εκ του αποτελέσματος- επιλογή στο πρόσωπό μου και ας ήμουν γι' αυτόν ένας άγνωστος με στολή εκείνο το πρωινό στο κέντρο. Και την ικανοποίησή του ότι ο καινούργιος ιδιοκτήτης πλέον, σέβεται την κυρία του και κυρίως τον τρόπο με τον οποίο την απέκτησε. Και έτσι ο κύριος Αντώνης έφυγε από το καφέ ήσυχος για την μοίρα της BMW του με την οποία πέρασε 22 χρόνια της ζωής του και τώρα λόγω υγείας η "σχέση" τους αναγκάστηκε να τερματίσει, αλλά κι εγώ γιατί φάνηκα αντάξιος της γενναιόδωρης κίνησής του!

Μαθήματα ζωής

Ο καθένας μπορεί να το δει διαφορετικά, ίσως ως σημάδι από το Θεό ή από το σύμπαν ή κάρμα... Προσωπικά δεν μπήκα στην διαδικασία να το χαρακτηρίσω, απλώς αναλογιζόμενος όλη αυτή την εμπειρία της ζωής μου, από την πρώτη μέρα μέχρι και σήμερα, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι δυο είναι τα σημαντικότερα μαθήματα που πήρα.

Όσον αφορά την μοτοσυκλέτα, διαπίστωσα αυτό που πολλές φορές έχει ειπωθεί στις σελίδες του ΜΟΤΟ, ότι δηλαδή σημασία δεν έχει πόσα κυβικά και αλόγα διαθέτεις αλλά πόση τρέλα και διάθεση γι' αυτό που λέγεται μοτοσυκλέτα. Και αυτό το κατάλαβα από τότε που το κινέζικο παπί, εκτός από εργαλείο, είχε πάρει και την θέση του μεταφορικού μέσου της βόλτας μου. Διαπίστωσα ότι μπορεί να μην έτρεχα και η αδρεναλίνη να μην χτύπαγε κόκκινο κάθε φορά που έβγαινα βόλτα και άνοιγα το γκάζι, μπορεί να πήγαινα πιο αργά, αλλά πλέον θέλοντας και μη χάζευα πράγματα που πριν δεν είχα προσέξει ποτέ. Παρατηρούσα το περιβάλλον γύρω μου και συνειδητοποιούσα ότι τους δρόμους που πέρναγα συνέχεια, απλά δεν τους ήξερα γιατί ποτέ δεν τους είχα παρατηρήσει. Αυτό ακριβώς συνέβη και με την καλοκαιρινή ετήσια βόλτα μου, τον γύρο της Εύβοιας , που εκείνη τη χρονιά δεν την έκανα με 1000 κυβικά και βαλίτσες, αλλά με 125 κυβικά με μια τσάντα στην πλάτη και άλλη μια δεμένη στο πίσω μέρος της σέλας. Σαν άλλος μικρός... πολύ μικρός, Μητσάκης! Και όμως, αυτή την φορά είχα να διηγηθώ πολύ περισσότερα πράγματα και ταλαιπωρίες από κάθε άλλη. Αυτό το καλοκαίρι θα θυμάμαι περισσότερο γιατί τότε ήταν αληθινή μοτοσυκλετιστική βόλτα. Γιατί αν πραγματικά θέλεις να νιώσεις περιπέτεια με μηχανή δεν χρειάζεσαι πολλά περισσότερα πράγματα από δυο ρόδες και ένα μοτέρ και ας είναι και 125... Ίσως να αναγκάστηκα να το καταλάβω με το δύσκολο τρόπο, αλλά έστω και έτσι το έκανα. Γι' αυτό δεν με πειράζει ούτε που τώρα με την BMW του κ. Αντώνη φορτωμένη πάω με 120 χιλιόμετρα και στην δεξιά λωρίδα, ούτε που θα φτάσω λίγο αργότερα στον προορισμό μου. Γιατί με μια μοτοσυκλέτα σχεδόν εικοσιπενταετίας που έχω τους τελευταίους εφτά μήνες, έχω διανύσει πολλά περισσότερα ταξιδιωτικά χιλιόμετρα, απ' ότι με την μηχανή των 150 ίππων που κατείχα τα τελευταία χρόνια.

Το δεύτερο –και σημαντικότερο- μάθημα που πήρα είναι η καλοσύνη που υπάρχει ακόμα σε μερικούς ανθρώπους και πως τελικά ακόμη και στις μέρες μας γίνονται θαύματα…

 

---------------

Το K75 συνεχίζει την νέα του ζωή με τον Γιάννη, γράφοντας χιλιόμετρα όπως ακριβώς θα ήθελε και ο πρώτος ιδιοκτήτης του. Ο μοτοσυκλετισμός σε αυτή τη χώρα έχει στηθεί σε πολύ γερά θεμέλια και είμαστε πολύ χαρούμενοι για αυτό...

 

 

 

Νέοι αναβάτες: Πόσο κακή ιδέα είναι η αγορά παλιάς μοτοσυκλέτας

Ο κακός “συμβουλάτορας” της παρέας και η μόδα
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

27/8/2020

Μόλις πήρες το δίπλωμά σου και είσαι έτοιμος να αγοράσεις το πρώτο μηχανάκι σου ή ακόμα καλύτερα την πρώτη σου μοτοσυκλέτα. Φυσικά τα οικονομικά σου είναι περιορισμένα και οι γονείς σου δεν θέλουν να ακούσουν ούτε λέξη… άρα ούτε και να σε βοηθήσουν οικονομικά στην αγορά της. Οπότε η μόνη βοήθεια που έχεις για να επιλέξεις τί τελικά θα αγοράσεις είναι οι συμβουλές της παρέας και κυρίως των πιο “παλιών” και “έμπειρων”. Σε αυτό το σημείο είναι που γίνεται πολλά χρόνια τώρα ένα σοβαρό λάθος και έχει φτάσει στα άκρα τελευταία λόγω της μόδας των vintage και custom μοτοσυκλετών. Μιλάμε φυσικά για την νοοτροπία πως ο νέος αναβάτης πρέπει να πάρει πρώτα ένα “ρημάδι”  για να “μάθει” και μετά να αγοράσει μια καινούρια μοτοσυκλέτα. Το ίδιο ακριβώς ηλίθιο  σκεπτικό υπάρχει και όταν οι γονείς αγοράζουν αυτοκίνητο στα παιδιά τους “για να μην μπλέξουν με τις σκοτώστρες τις μηχανές”. Συγνώμη λάθος… το σκεπτικό δεν είναι απλώς ηλίθιο, είναι και άκρως επικίνδυνο κι αυτό θα αναλύσουμε εδώ. Τα βασικά επιχειρήματα αυτής της νοοτροπίας είναι ότι ο νέος αναβάτης θα πέσει πέντε-έξι φορές στην αρχή, οπότε γιατί να πάρει μια καινούρια μοτοσυκλέτα και να της καταστρέψει τα πλαστικά; Όταν μάθει να μην πέφτει ας πάρει μια καινούρια, σωστά; Όχι βέβαια! Διότι ο βασικό λόγος για να πέσει ένας νέος αναβάτης είναι να οδηγεί ένα ρημάδι χωρίς αναρτήσεις, χωρίς φρένα, κουρέλι αλυσίδα, με ξύλινα λάστιχα και δεκάδες άλλα μηχανικά προβλήματα.

Δηλαδή δεν φτάνει που μόλις τώρα έμαθε να οδηγεί, θα πρέπει επιπλέον να χειρίζεται και μια αλλοπρόσαλλη μοτοσυκλέτα με απρόβλεπτες και κυρίως επικίνδυνες  αντιδράσεις. Οι νέοι αναβάτες πρέπει να έχουν μια μοτοσυκλέτα που να τους απλοποιεί τη διαδικασία οδήγησης και όχι να τους την κάνει πιο δύσκολη. Επίσης πρέπει να έχουν μια μοτοσυκλέτα που να έχει προοδευτικές αντιδράσεις και αν είναι δυνατόν να “διορθώνει” και να τους προστατεύει από τα λάθη τους. Και δεν είναι μόνο αυτά. Η απουσία τεχνικών γνώσεων και εμπειρίας γύρω από τα μηχανικά μέρη μιας μοτοσυκλέτας των νέων αναβατών, τους βάζει σε μεγάλους κινδύνους όταν οδηγούν μια ταλαιπωρημένη παλιά μοτοσυκλέτα. Οι νέοι αναβάτες δεν μπορούν να καταλάβουν εύκολα πότε μια αλυσίδα είναι έτοιμη να πηδήξει πάνω από τα φαγωμένα δόντια, πότε ένα σύστημα φρένων έχει διαρροή ή υπολειτουργεί, πότε ένας λαιμός τιμονιού μαγκώνει, πότε μια βαλβίδα χάνει σιγά-σιγά αέρα στα λάστιχα, ούτε φυσικά πότε ένα κιβώτιο ταχυτήτων είναι έτοιμο να καρφώσει και να μπλοκάρει τον πίσω τροχό. Εννοείται πως σε όλα αυτά θα ακούσεις αντίλογο. Εγώ έμαθα να οδηγώ χωρίς ABS και Traction Control ενώ τώρα οι νέοι οδηγάνε ρομπότ που στρίβουν και φρενάρουν μόνα τους…

Η απάντηση σε αυτό είναι απλή και μπορείς να την δεις με τα μάτια σου αν πας στην πίστα, όπου οι περισσότεροι από τους “παλιούς” φρενάρουν 100 μέτρα πιο νωρίς πριν τη στροφή και ανοίγουν το γκάζι 100 μέτρα πιο αργά, διότι από τις τούμπες που έχουν φάει οδηγώντας μοτοσυκλέτες χωρίς ABS και Traction Control δεν μπόρεσαν ποτέ να μάθουν πώς να ανιχνεύουν τα όρια της πρόσφυσης και έτσι δεν μπορούν να εκμεταλλευτούν την επιπλέον πρόσφυση της πίστας. Άρα το σκεπτικό ότι με τα ηλεκτρονικά δεν μαθαίνεις να οδηγάς γρήγορα, στην πραγματικότητα δεν υπάρχει.

Ειδικά στους ελληνικούς δρόμους, ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Το άλλο επιχείρημα όσων συμβουλεύουν τους νέους να πάρουν “για αρχή ένα ρημάδι για να μάθουν” είναι πως με τα μηχανικά προβλήματα που θα αντιμετωπίσουν, θα αναγκαστούν να μάθουν “να λύνουν και θα δένουν με κλειστά μάτια” μια μοτοσυκλέτα. Υπάρχουν σχολές για αυτή τη δουλειά κι αν δεν θέλεις να πληρώσεις για να μάθεις, τότε μπορείς να πηγαίνεις στο συνεργείο της γειτονιάς σου και να σκουπίζεις το πάτωμα. Σίγουρα θα μάθεις περισσότερα για τις μοτοσυκλέτες από όσα θα μάθεις αν βρεθείς στο ΚΑΤ λόγω κομμένης αλυσίδας ή κλασμένης ανάρτησης που σε απογείωσε στις μπαριέρες. Αν σου αρέσει να σκαλίζεις παλιές μοτοσυκλέτες με κατσαβίδια για να μάθεις, τότε κάνε το σε μια μοτοσυκλέτα που δεν οδηγείς ή βοήθα έναν φίλο ή γνωστό σου που ανακατασκευάζει μία. Όσο για τη χιπστερομόδα με τους πιτσιρικάδες να κυκλοφορούν “σαράβαλα” ή “κακοποιημένα” μηχανάκια προηγούμενων δεκαετιών, κατανοούμε την “επαναστατική” κουλτούρα της και το γεγονός πως κάποιοι από αυτούς στη συνέχεια αγάπησαν τις κλασσικές μοτοσυκλέτες, αλλά το τίμημα της ασφάλειας της ζωή τους είναι πολύ βαρύ.

Που καταλήγουν όλα αυτά; Το πρώτο είναι πως οι νέοι αναβάτες χρειάζονται δίκυκλα που να είναι ασφαλή και χωρίς κανένα μηχανικό πρόβλημα. Η αγορά εντελώς καινούριας μοτοσυκλέτας ή έστω μεταχειρισμένης (που όμως να έχει εγγύηση εν ισχύει ώστε αν χαλάσει κάτι να επισκευαστεί σωστά και όχι όπως-όπως ή καθόλου γιατί ο πιτσιρικάς είναι by design άφραγκος κι αν έχει λεφτά στην τσέπη θα τα κάνει φώτα LED και όχι service στα φρένα). Το δεύτερο και το βασικότερο αφορά τους “συμβουλάτορες” και πολύ περισσότερο τους γονείς. Μην αγοράζετε και μην αφήνετε τα παιδιά σας να αγοράζουν “ρημάδια” 20-30 ετών για να μάθουν να οδηγούν, είτε πρόκειται για δίκυκλα, είτε για αυτοκίνητα. Βοηθήστε τα (είτε με την συμβουλή σας, είτε με το πορτοφόλι σας) να αγοράσουν ένα σύγχρονο και ασφαλές όχημα. Το πρώτο δίκυκλο με το οποίο θα μάθουν να κυκλοφορούν στους ελληνικούς δρόμους θα πρέπει να είναι το πιο ασφαλές και το πιο αξιόπιστο που αντέχει η τσέπη τους. Και όσο παράξενο κι αν ακούγεται, οι δόσεις του δανείου για ένα καινούριο δίκυκλο με δύο χρόνια εγγύηση κοστίζουν λιγότερο από τις επισκευές (και τους γιατρούς…) που θα κοστίσει ένα “ρημάδι”. Και επειδή σίγουρα θα βρεθεί ο βλάκας που θα πει πως το κίνητρό μας είναι να “σπρώξουμε” τον κόσμο προς την αγορά καινούριων δικύκλων, αντί για να αγοράσουν πολύ φτηνότερα ένα μεταχειρισμένο, θα του θυμίσουμε πως το άρθρο αυτό αφορά μόνο τους νέους αναβάτες και το πρώτο δίκυκλο που θα αγοράσουν – Δεν αφορά το σύνολο των μοτοσυκλετιστών. Ίσα-ίσα που οι μεταχειρισμένες μοτοσυκλέτες είναι η ραχοκοκαλιά του μοτοσυκλετισμού εμπορικά, καθώς κρατάνε εν ζωή όλους τους κλάδους. Άλλωστε αν δεν μπορείς να πουλήσεις την μεταχειρισμένη μοτοσυκλέτα σου, τότε πως θα πάρεις καινούρια;               

 

Στη στήλη "Απόψεις" εκφράζεται η άποψη του συντάκτη που υπογράφει το άρθρο