Λάδια κινητήρα και πρόσθετα: Όσα πρέπει να ξέρεις

Κάτι πολύ περισσότερο από ένα λιπαντικό υγρό
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

27/7/2021

Συνηθίζουμε να αποκαλούμε τα λάδια των κινητήρων ως “λιπαντικά”, κάτι που όχι μόνο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αλλά ταυτόχρονα δημιουργεί και μια εντελώς λανθασμένη εικόνα για την πραγματική δουλειά που κάνουν μέσα στον κινητήρα της μοτοσυκλέτας μας.

 

Ο πολλαπλός ρόλος του λαδιού

Ναι, ο βασικός ρόλος του λαδιού είναι να αποτρέπει την άμεση επαφή των κινούμενων μετάλλων μεταξύ τους, ώστε να μην φθείρονται.

Μόνο που την ίδια στιγμή, απορροφά την θερμοκρασία από την επιφάνεια των μετάλλων και με την διαρκή κίνησή του μέσα στο σύστημα λίπανσης, την μεταφέρει σε όλο το “σώμα” του κινητήρα κι από εκεί στο περιβάλλον. Οπότε πέρα από την μείωση των τριβών και την προστασία των μετάλλων, το λάδι έχει και ρόλο “ψυκτικού”.

Στους κινητήρες υψηλής απόδοσης οι σχεδιαστές εκμεταλλεύονται αυτή την ιδιότητα του λαδιού ως ψυκτικού και είτε χρησιμοποιούν ψυγεία λαδιού για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη μεταφορά της θερμότητας προς το περιβάλλον, είτε χρησιμοποιούν υγρόψυκτες βάσεις για το φίλτρο λαδιού, όπου το ψυκτικό υγρό απορροφά ένα μέρος της θερμοκρασίας του λαδιού.

Υπάρχει όμως και μια τρίτη, πολύ πιο σημαντική δουλειά που έχει να κάνει το λάδι, η οποία είναι ο καθαρισμός του κινητήρα.

 

Αυτό είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο, όπου έχει αναπτύξει και πολλούς μύθους.

Όλοι οι σύγχρονοι κινητήρες έχουν φίλτρο λαδιού. Η δουλειά του φίλτρου λαδιού είναι φυσικά να καθαρίζει το λάδι πριν πάει στην κεφαλή του κινητήρα και από εκεί να επιστρέψει πάλι στα κάρτερ ακολουθώντας την πορεία του κυκλώματος λίπανσης.

Το ίδιο συμβαίνει και με τους κινητήρες ξηρού κάρτερ, απλώς εκεί το περισσότερο λάδι αποθηκεύεται σε ξεχωριστό δοχείο και όχι κάτω από τον στρόφαλο, μειώνοντας έτσι τις εσωτερικές απώλειες του κινητήρα, αφού ο στρόφαλος δεν περιστρέφεται σε ένα παχύρευστο υγρό όπως είναι το λάδι και την ίδια στιγμή το λάδι του κινητήρα δεν ανακατεύεται βίαια με τον αέρα που υπάρχει μέσα στα κάρτερ από τα κομβία του στροφάλου που περιστρέφονται σαν προπέλα.

Ο καθαρισμός του λαδιού κάθε φορά που ολοκληρώνει ένα πλήρη κύκλο μέσα στο κύκλωμα λίπανσης είναι απαραίτητος, διότι όσο λειτουργεί ο κινητήρας, τόσο βρωμίζεται.

Από τι βρωμίζεται; Κυρίως από τα κατάλοιπα της καύσης και από τον ατμοσφαιρικό αέρα και δευτερευόντως από τις φθορές των μετάλλων του κινητήρα.

 

Βασικά, η φθορά των μετάλλων του κινητήρα (δηλαδή τα ρινίσματα μετάλλων που δημιουργούνται από τις μεταξύ τους τριβές) είναι το τελευταίο πράγμα που βρωμίζει τα λάδια ενός κινητήρα μοτοσυκλέτας.

 

Την περισσότερη “βρώμα” και εκείνη που καταστρέφει τα λάδια μας, τη δημιουργούν τα κατάλοιπα της καύσης. Πως όμως περνάνε αυτά τα κατάλοιπα από τον θάλαμο καύσης στα κάρτερ του κινητήρα μας;

 

Πολύ απλά, ο κινητήρας μας είναι κατασκευασμένος από διάφορα κράματα αλουμινίου, σιδήρου και τα τελευταία χρόνια γίνεται χρήση τιτανίου, μαγνησίου, αλλά και πολλών πλαστικών. Κάθε διαφορετικός τύπος μετάλλου και κάθε διαφορετικό κράμα μετάλλου έχει αντίστοιχα διαφορετική συμπεριφορά στον τρόπο που διαστέλλεται και συστέλλεται όταν μεταβάλλεται η θερμοκρασία του κινητήρα.

Οι σχεδιαστές των κινητήρων γνωρίζουν με ακρίβεια την συμπεριφορά τους στις μεταβολές της θερμοκρασίας και σχεδιάζουν με τέτοιο τρόπο τους κινητήρες, ώστε όταν βρίσκονται σε θερμοκρασία λειτουργίας, όλες οι ανοχές μεταξύ τους να είναι η ιδανικές για τη μέγιστη δυνατή απόδοσή του κινητήρα.

Μέχρι όμως να φτάσει στην ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας, οι ανοχές είναι μεγαλύτερες και αυτό επιτρέπει στα κατάλοιπα της καύσης να “εισχωρήσουν” με μεγαλύτερη ευκολία στα κάρτερ.

Τα κατάλοιπα της καύσης περιέχουν ουσίες που “διαβρώνουν” το λάδι του κινητήρα μας και σιγά-σιγά χάνει τις ιδιότητες που έχει να λιπαίνει, να ψύχει και να καθαρίζει τον κινητήρα μας.

 

Σε αυτό το σημείο, κρατήστε μια πολύ σημαντική σημείωση:

Οι κινητήρες που δουλεύουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα (δηλαδή δουλεύουν στην ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας, όπως οι κινητήρες των ταξί και των φορτηγών) συσσωρεύουν λιγότερα κατάλοιπα καύσης στα λάδια τους, σε σχέση με τους κινητήρες που δουλεύουν για μικρά χρονικά διαστήματα και δεν προλαβαίνουν να φτάσουν στην ιδανική θερμοκρασία λειτουργίας. Οπότε και τα διαστήματα αλλαγής λαδιών επηρεάζονται από την διαφορετική χρήση.   

 

Για να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα οι κατασκευαστές λαδιών χρησιμοποιούν διάφορα πρόσθετα, τα οποία κρατάνε σταθερές τις ιδιότητες τους λαδιού για όσο μεγαλύτερο διάστημα χρήσης γίνεται.

 

Όσο καλύτερης “ποιότητας” είναι ένα λάδι, τόσο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα κρατά τις αρχικές του ιδιότητες και αντιστέκεται στην χημική επίθεση από τα κατάλοιπα της καύσης, τη διαρκή θερμική καταπόνηση, αλλά και την σύνθλιψη που βιώνει ανάμεσα στα γρανάζια του κιβωτίου ταχυτήτων.

 

Τι θα πει W10-30 και τί διαφορά έχει από το W10-60;

Τα σύγχρονα λάδια αποτελούνται από περίπλοκες χημικές συνθέσεις, ώστε να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις που ορίζουν οι κατασκευαστές. Όμως για τους περισσότερους μοτοσυκλετιστές το μόνο που τους απασχολεί είναι η μάρκα και το ιξώδες, δηλαδή η “ρευστότητα” του λαδιού. Το γράμμα W είναι το αρχικό της λέξης Winter, δηλαδή χειμώνας και ο αριθμός που το ακολουθεί συμβολίζει τη ρευστότητα του λαδιού όταν η θερμοκρασία του είναι κοντά στους 0⁰C. Όσο μεγαλύτερος είναι ο αριθμός, τόσο πιο παχύρευστο είναι το λάδι και φυσικά το αντίστροφο, όσο μικρότερος είναι ο αριθμός, τόσο πιο λεπτόρρευστο είναι το λάδι.

Όταν ο κινητήρας είναι κρύος, θέλουμε το λάδι να είναι λεπτόρρευστο, ώστε η αντλία λαδιού να το στείλει πιο γρήγορα στην κεφαλή του κινητήρα και να περάσει εύκολα από τις διόδους του κυκλώματος λίπανσης, ώστε να προστατεύσει τους εκκεντροφόρους μας που έχουν στεγνώσει όσο ήταν σβηστός και η βαρύτητα τράβηξε το λάδι προς τα κάρτερ και τους στέγνωσε. Γι΄αυτό και θέλουμε ο αριθμός μετά το γράμμα W να είναι όσο το δυνατόν μικρότερος.

 

Όμως όταν ο κινητήρας ζεσταθεί και αρχίσουμε να οδηγούμε την μοτοσυκλέτα μας, θέλουμε να αλλάξει η συμπεριφορά του λαδιού και να αρχίσει να συμπεριφέρεται σαν να ήταν πολύ πιο παχύρευστο.

Ο λόγος που θέλουμε να γίνει το λάδι πιο “παχύρευστο” όταν ζεσταθεί ο κινητήρας είναι πολύ απλός. Ένα λεπτόρρευστο λάδι “ξεκολλά” πολύ πιο εύκολα από τις επιφάνειες των μετάλλων και δεν προσφέρει την προστασία που απαιτείται όταν ο κινητήρα περιστρέφεται με περισσότερες στροφές και την ίδια στιγμή, ένα πολύ λεπτόρρευστο λάδι δεν προσφέρει την προστασία που πρέπει στα γρανάζια του κιβωτίου ταχυτήτων.   

   

 

Τα ειδικά πρόσθετα στο λάδι είναι εκείνα που επιτρέπουν να αλλάξει η συμπεριφορά του λιπαντικού όταν ζεσταθεί και να αρχίσει να έχει ιδιότητες ενός παχύρρευστου λιπαντικού. Ο δεύτερος αριθμός, δηλαδή το 30, το 40, το 50 ή το 60, αντιπροσωπεύει τη συμπεριφορά του λαδιού όταν ο κινητήρας βρίσκεται σε θερμοκρασία λειτουργίας.

 

 Και εδώ, όσο μικρότερος είναι ο αριθμός τόσο πιο λεπτόρρευστο είναι το λάδι, δηλαδή το W10-30 είναι πιο λεπτόρρευστο σε θερμοκρασία λειτουργίας από το W10-40, αλλά έχουν την ίδια ροή όταν είναι κρύα.

 

Τα scooter που δεν έχουν κιβώτιο ταχυτήτων και κάνουν πολλές μικρές αποστάσεις εντός πόλης, συνήθως χρησιμοποιούν λάδια W10-30 ή ακόμα και W5-30 καθώς το ζητούμενο είναι η άμεση λίπανση κάθε φορά που τα βάζεις εμπρός.

 

Αντιθέτως τα superbike που έχουν σχεδιαστεί για να δουλεύουν με υψηλές στροφές μέσα σε πίστα, απαιτούν λάδια W10-40, W10-50 και W10-60 καθώς η προτεραιότητα εδώ είναι η παραμονή του λαδιού πάνω στα μέταλλα και η προστασία του κιβωτίου ταχυτήτων.

 

Μπορώ να αλλάξω το ιξώδες;

Μόνο αν στο owner’s manual ο κατασκευαστής σου δίνει αυτή την επιλογή. Σε αυτή την περίπτωση, αναφέρει και υπό ποιες προϋποθέσεις και συνθήκες μπορείς να επιλέξεις λάδι με διαφορετικό ιξώδες.   

Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δείξουν οι ιδιοκτήτες που έχουν μοτοσυκλέτες με κινητήρες όπου διαθέτουν συστήματα μεταβλητού χρονισμού των εκκεντροφόρων, καθώς η λειτουργία αυτών των συστημάτων βασίζεται στη πίεση και ροή του λαδιού και το ιξώδες έχει ακόμα μεγαλύτερη σημασία.

 

Το λάδι βγαίνει μαύρο. Είναι καλό ή κακό

Ένας από τους μεγαλύτερους μύθους που κυκλοφορούν, αφορά το χρώμα του λαδιού όταν το αλλάζουμε. Είναι βέβαιο πως θα ακούσεις κάποιους να λένε ότι το λάδι πρέπει να βγαίνει μαύρο, διότι αυτό είναι δείγμα πως μάζεψε την “μούργακαι πως το λάδι καθάρισε τον κινητήρα. Επίσης είναι βέβαιο πως θα βρεις κάποιους άλλους να ισχυρίζονται πως τα μαύρα λάδια οφείλονται τις φθορές που προκάλεσε το λάδι λόγω της αδυναμίας του να προστατεύσει τον κινητήρα, αλλά και στην αδυναμία του να διατηρήσει σταθερή τη χημική του σύνθεση.

Η αλήθεια είναι πως τα περισσότερα λάδια “μαυρίζουν” λόγω της υψηλής θερμοκρασίας. Δηλαδή αν πάρεις ένα ολοκαίνουριο λάδι και το ζεστάνεις, θα μαυρίσει. Οπότε η εξαγωγή συμπερασμάτων για την αποτελεσματικότητα ενός λαδιού κοιτώντας το χρώμα του δεν μας δίνει καμία απολύτως σοβαρή πληροφορία για την ποιότητα και τις ικανότητές του.

 

Να βάλω πρόσθετα στο λάδι;

Τα πρόσθετα των λιπαντικών υπόσχονται πως βελτιώνουν την απόδοσή τους και κάποια από αυτά υπόσχονται θαύματα, όπως η αύξηση της συμπίεσης, η μείωση των τριβών κ.τ.λ. Όλα όσα υπόσχονται είναι αλήθεια και ταυτόχρονα όλα όσα υπόσχονται είναι ψέματα, διότι η αποτελεσματικότητα των πρόσθετων εξαρτάται από τον τύπο του λαδιού και τον τύπο του κινητήρα που σκοπεύεις να τα βάλεις. Ακόμα και δύο ίδιοι κινητήρες με διαφορετικά χιλιόμετρα στις πλάτη τους μπορεί να έχουν διαφορετική συμπεριφορά σε ένα πρόσθετο. Γενικά οι σύγχρονοι κινητήρες που χρησιμοποιούν συνθετικά λιπαντικά υψηλής τεχνολογίας δεν έχουν ανάγκη από πρόσθετα, ενώ θα πρέπει να δώσετε ιδιαίτερη προσοχή σε πιθανές επιπτώσεις που μπορεί να έχει η χρήση τους στους καταλύτες ή στις τσιμούχες.

Συμπέρασμα

Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, ελπίζουμε να έχει γίνει κατανοητός ο πολυδιάστατος ρόλος που έχει το λάδι μέσα στον κινητήρα μας. Δεν είναι (μόνο) λιπαντικό, είναι ένα υψηλής τεχνολογίας υγρό και ως τέτοιο θα πρέπει να το αντιμετωπίζουμε.

Επίσης ελπίζουμε να έχει γίνει κατανοητό πως ο τρόπος χρήσης και οι συνθήκες που χρησιμοποιούμε τη μοτοσυκλέτα μας έχουν άμεσες επιπτώσεις στη διάρκεια ζωής ενός λαδιού.

 

Οπότε για να έχει ο κινητήρας μας μακροζωία, θα πρέπει το λάδι που έχει μέσα του να βρίσκεται πάντα σε άψογη κατάσταση.

 

Οι τρόποι για να το επιτύχουμε αυτό είναι οι ακόλουθοι:

 

Επιλέγουμε το λάδι που καλύπτει τις προδιαγραφές του κατασκευαστή για τον συγκεκριμένο κινητήρα της μοτοσυκλέτας μας και τη συγκεκριμένη χρήση που κάνουμε εμείς

 

Φροντίζουμε ώστε πάντα να έχουμε σωστού τύπου και καθαρό φίλτρο λαδιού

 

Φροντίζουμε το φίλτρο αέρα να βρίσκεται σε άριστη κατάσταση και κυρίως να μην επιτρέπει στα βλαβερά σωματίδια να εισχωρούν στο θάλαμο καύσης

 

Προσαρμόζουμε τα διαστήματα αλλαγής λαδιών στις συνθήκες που χρησιμοποιούμε τη μοτοσυκλέτα μας


 

Yamaha – Ετοιμάζει νέες ημι-ενεργητικές αναρτήσεις με σύστημα “anti-dive”

Ένα βήμα πιο κοντά στην ενεργητική λειτουργία
motomagYamaha – Ετοιμάζει ημι-ενεργητικές αναρτήσεις με σύστημα “anti-dive”
Από τον

Αλέξανδρο Λαμπράκη

22/5/2024

Το εργοστάσιο της Iwata φαίνεται ότι δουλεύει πάνω σε μία νέα “anti-dive” λειτουργία, την οποία θα προσθέσει στο λογισμικό των ημι-ενεργητικών αναρτήσεών της, λειτουργία που θα ελέγχει τη βύθιση των αναρτήσεων σε πραγματικό χρόνο όταν ασκούνται δυνατά φορτία, κατά τη επιτάχυνση ή την επιβράδυνση, με στόχο τη βελτιωμένη συμπεριφορά στην σπορ οδήγηση.

Οι αναρτήσεις βρίσκονται πάνω στη μοτοσυκλέτα μας με βασικό στόχο την απορρόφηση των ανωμαλιών του οδοστρώματος για τη διατήρηση της ευστάθειας της μοτοσυκλέτας και φυσικά για την διατήρηση της άνεσης των επιβαινόντων. Ταυτόχρονα, με τη λειτουργία των αναρτήσεων υπάρχει και ένα δευτερογενές αποτέλεσμα, το οποίο έχει να κάνει με την αλλαγή της γεωμετρίας της μοτοσυκλέτας. Κατά τη διάρκεια της επιτάχυνσης η γεωμετρία της μοτοσυκλέτας μεταβάλλεται, από την συμπίεση της πίσω ανάρτησης και το κέντρο βάρους μετατοπίζεται, ελαφραίνοντας τον μπροστινό τροχό. Από την άλλη, κατά την επιβράδυνση η συμπίεση της εμπρός ανάρτησης μετατοπίζει εκ νέου το κέντρο βάρους και μπορεί όλα αυτά να επιφέρουν μικρές αλλαγές στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά από πλευράς αριθμών, έχουν όμως τεράστιο αντίκτυπο στην συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας.

Yamaha – Ετοιμάζει ημι-ενεργητικές αναρτήσεις με σύστημα “anti-dive”

Το σοβαρό πρόβλημα που είχαν οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις της πρώτης γενιάς, ήταν πως προσπαθούσαν να ακυρώσουν πλήρως όλα τα παραπάνω, κρατώντας την μοτοσυκλέτα σταθερή. Για κάποιο λόγο, όλη αυτή η σοφία και η εμπειρία που χτίστηκε σε έναν αιώνα που η ανθρωπότητα μαθαίνει να ισορροπεί σε δύο τροχούς με έναν κινητήρα στη μέση, πήγε να ακυρωθεί επειδή απλά μπορούσαμε πλέον να αντιστρέψουμε την λειτουργία των αναρτήσεων. Πολύ γρήγορα φάνηκε το λάθος και πολύ γρήγορα είδαν οι κατασκευαστές πως αν δεν γίνει μετατόπιση κέντρου βάρους, ιδιαίτερα στην είσοδο της στροφής, το αποτέλεσμα είναι χειρότερο και από τις πιο απλές συμβατικές αναρτήσεις. Χρειάζονται και τα δύο για να εκμεταλλευτεί κανείς πλήρως τις δυνατότητες, ιδιαίτερα όταν μιλάμε για σπορ οδήγηση και έτσι όταν πλέον γίνεται λόγος για anti-dive τεχνολογία, είναι δεδομένο πως δεν θα υπάρχουν τα λάθη πρώτης γενιάς.

Yamaha – Ετοιμάζει ημι-ενεργητικές αναρτήσεις με σύστημα “anti-dive”

Η Yamaha πρωτοπορεί στον τομέα των δοκιμών αναρτήσεων σε όλο το μήκος της μακράς της ιστορίας, το Niken εμπίπτει σε αυτή την διαρκή αναζήτηση, όπως φυσικά και οι εναλλακτικές λύσεις που έχει βγάλει κατά καιρούς στην παραγωγή, όπως το παράδειγμα με το hub-steering στο τουριστικό GTS1000. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει παράδειγμα εναλλακτικού μπροστινού συστήματος που να έχει καταφέρει να επικρατήσει στους αγώνες, απέναντι στα φθηνότερα και απλούστερα στην κατασκευή πιρούνια. Συστήματα όπως το Telelever της BMW, ή το χαρακτηριστικό hub-steering της Bimota εξυπηρετούν την οδήγηση στον δρόμο, ή εκτός, προσφέροντας χαρακτηριστικά anti-dive και κρατώντας σχετικά σταθερή την γεωμετρία, επομένως και  συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας. Σε αγωνιστικές συνθήκες όμως τα μειονεκτήματα αυτής της επιλογής είναι μεγαλύτερα και έτσι οι ημι-ενεργητικές έρχονται να δώσουν την λύση, αν όμως βρουν τρόπο να συμπληρώσουν την λειτουργία των συμβατικών. 

Για αυτό και ήμασταν από τους πρώτους που λέγαμε ότι η ημι-ενεργητική λειτουργία υστερούσε απέναντι στις παραδοσιακές αναρτήσεις, ακόμη και για μέσα στην πόλη με μικρές ταχύτητες. Με την πρόοδο όμως της τεχνολογίας και την όλο και ταχύτερη ικανότητα επεξεργασίας των αισθητήρων, οι ημι-ενεργητικές έχουν αρχίσει να αφήνουν στο χρονοντούλαπο του παρελθόντος αυτά τα ζητήματα, ενώ μόλις πρόσφατα η χρήση τους σε αγωνιστικές συνθήκες έχει πλέον γενικευτεί.

Yamaha – Ετοιμάζει ημι-ενεργητικές αναρτήσεις με σύστημα “anti-dive”

Όλα αυτά τα αναφέρουμε γιατί η Yamaha έχει καταθέσει μία νέα παντέντα ενεργητικών αναρτήσεων που αναφέρει πως θα καταπολεμά την βύθιση εμπρός και την ανύψωση αντίστοχα του πίσω τροχού κατά το δυνατό φρενάρισμα. Προφανώς όμως θα γίνονται με βάση όσα γράφουμε παραπάνω, χωρίς δηλαδή επανάληψη λαθών του παρελθόντος.

Η πιο σημαντική διαφορά σε σύγκριση με όσα έχουμε δει αυτή την στιγμή, είναι η αυτοματοποίηση του ελέγχου των αναρτήσεων και των φρένων από μία μονάδα ελέγχου και είναι ο μόνος τρόπος που θα μπορούσε η Yamaha να καταθέσει παντέντα καθώς όλα θα γίνονται αυτόματα μέσα από δύο αισθητήρες. Σύμφωνα με τα έγγραφα της Yamaha, όταν ενεργοποιείται κάποιο από τα δύο φρένα (μανέτα ή πεντάλ), η πίεση θα κατευθύνεται και εμπρός αλλά και πίσω και αναλόγως της επιθυμίας του αναβάτη για άμεσο φρενάρισμα που θα εκλαμβάνεται από το πόσο γρήγορα πιέζει την μανέτα ή το πεντάλ η μονάδα ελέγχου θα ενεργεί και στις αναρτήσεις θα αυξάνει τις αποσβέσεις στο πιρούνι, δίνοντας περισσότερο χρόνο αντίδρασης στα ελατήρια, ή θα σφίγγει τις αποσβέσεις του πίσω αμορτισέρ, μειώνοντας ταυτόχρονα τα φορτία που ασκούνται στο ελατήριο, προκειμένου να μην τερματίζουν οι διαδρομές και να μην εμφανίζεται έντονο το φαινόμενο της βύθισης. Συνδυάζει, δηλαδή, την λειτουργία των φρένων με αυτή της ανάρτησης με πιο άμεσο τρόπο από αυτό που γινόταν στο παρελθόν, με έμφαση στην σπορ οδήγηση και πιθανή πρώτη εφαρμογή σε κάποιο R1 ή R6. 

Yamaha – Ετοιμάζει ημι-ενεργητικές αναρτήσεις με σύστημα “anti-dive”

Με γνώμονα ότι το superbike της Iwata αναμένεται να αντικατασταθεί από το πολυαναμενόμενο YZF-R9 στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα SBK, τότε είναι πολύ πιο πιθανό να το δούμε - εάν και εφόσον βγει στην παραγωγή - στο επερχόμενο μοντέλο. Μπορεί στα Motul WSBK να απαγορεύονται οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι η Yamaha δεν μπορεί να βγάλει μία ξεχωριστή έκδοση εξοπλισμένη με αυτές, για χρήση από ιδιώτες, όπως ήδη έχει κάνει με το YZF-R1M, το οποίο εξοπλίζεται με ημι-ενεργητική λειτουργία αναρτήσεων.

Ετικέτες