Ταξίδι στην Κέντρική Ευρώπη με BMW R 18 CLASSIC FIRST EDITION
Από τον
Κωνσταντίνο Μητσάκη
20/10/2022
Με οικοδεπότη τον καλό φίλο και σύντροχο Στέλιο Ρασσιά, που τα τελευταία δέκα χρόνια διαμένει με την οικογένειά του στη Ζυρίχη, πέρασα δυο υπέροχες μέρες στη μεγαλύτερη πόλη της Ελβετίας, που απλώνεται στην βορειοδυτική πλευρά της ομώνυμης λίμνης και κατά μήκων του ποταμού Limmat.
Παρέα με τον Στέλιο περιπλανήθηκα στους δρόμους της Ζυρίχης και γνώρισα μια πόλη με ιδιαίτερη μεσαιωνική κομψότητα, αυθεντικό κεντροευρωπαικό στιλ, μεγάλη οικονομική ευρωστία και υψηλής ποιότητας αστικό χώρο. Και φυσικά δεν δυσκολεύτηκα διόλου να κατανοήσω γιατί η Ζυρίχη καταλαμβάνει παγίως μια από τις πρώτες θέσεις στους καταλόγους που συγκρίνουν το επίπεδο ποιότητας ζωής στις πόλεις του ανεπτυγμένου κόσμου.
Όπως ήταν αναμενόμενο, σε μια πόλη τέτοιου επιπέδου τα πάντα δούλευαν με την ακρίβεια… ελβετικού ρολογιού (οδικές συγκοινωνίες, κρατικοί οργανισμοί, διοικητικές υπηρεσίες), ενώ το γεγονός ότι η BMW R18 CLASSIC διανυκτέρευσε στο πεζοδρόμιο και όχι σε κάποιο κλειστό πάρκιγκ, ήταν η τρανή επιβεβαίωση πως η τάξη και η ασφάλεια αποτελούσαν σημείο αναφοράς της παραλίμνιας Ζυρίχης, που συγκεταλέγεται στις πλουσιότερες πόλεις του κόσμου.
Η κοντινή Ιταλία ήταν ο επόμενος –και τελευταίος– προορισμός του “RIDE THE CLASSIC WAY”. Η διαδρομή από την Ζυρίχη μέχρι τα ιταλικά σύνορα (230 χλμ.) σχεδιάστηκε από τον Στέλιο, ο οποίος και θα ταξίδευε μαζί μου με την μοτοσυκλετα του (BMW GS 1200) – ήταν κάτι που με χαροποίησε ιδιαίτερα! Οδηγώντας τις δύο μοτοσυκλέτες στις καταπράσινες βουνοπλαγιές των Ελβετικών Άλπεων θα σκαρφαλώναμε σε 4 αλπικά περάσματα άνω των 2.000 μ. (FLUELA PASS / 2.383 μ., FUORNPASS/ 2.149 μ. UMBRAIL PASS / 2.503 μ. PASSO DELLO STELVIO / 2.757 μ.). Και μετά Ιταλία!
Από την Ζυρίχη ως το Davos (150 χλμ.) ταξιδέψαμε με ψιλόβροχο, αλλά ο καιρός βελτιώθηκε αισθητά μόλις ξεκινήσαμε την ανάβαση στο ορεινό πέρασμα Fluela Pass, που κατασκευάστηκε το 1867 και ένωνε το Davos με την κωμόπολη Susch του καντονιού Graubünden. Η άφιξή μας στα 2.383 μ. συνοδεύτηκε από τις καθιερωμένες αναμνηστικές φωτογραφίες στις όχθες της παρακείμενης αλπικής λίμνης Schottensee, ενώ λίγη ώρα αργότερα αποχαιρετήσαμε το πέρασμα Fluela Pass με προορισμό το Fuorn Pass, το δεύτερο ορεινό πέρασμα της αλπικής διαδρομής μας.
Όσο πλησιάζαμε στην κορυφη του περάσματος Fuorn Pass, τα σύννεφα άρχισαν να υποχωρούν, παραχωρώντας τη θέση τους σ’ έναν γαλάζιο ουρανό – η τύχη ήταν με το μέρος μας! Με μήκος περίπου 31,5 χλμ., ο στριφτερός δρόμος του περάσματος “Route 28” ανέλαβε να μας οδηγήσει τελικά στα 2.149 μ., εκεί όπου το αλπικό πέρασμα Fuorn Pass (Ofen Pass ή Pass dal Fuorn) άγγιζε την κορύφωσή του.
Διασχίζοντας το Εθνικό Πάρκο «Swiss National Park», το ορεινό πέρασμα Fuorn Pass ένωνε την κωμόπολη Zernez με την κωμόπολη Val Müstair και είχε δανειστεί το όνομά του από τους φούρνους που χρησιμοποιούνταν στα σιδηρουργεία της περιοχής. Σειρά είχαν κατόπιν τα ορεινά περάσματα Umbrail Pass και Passo dello Stelvio, τα οποία βρίσκονταν σε κοντινή πλέον απόσταση – όπως και η Ιταλία άλλωστε!
Στη Σικελία με Suzuki GSX-S 1000GT - Ταξιδιωτικό του Κωνσταντίνου Μητσάκη, Β' ανταπόκριση
Ταξιδεύοντας στο μεγαλύτερο νησί της Μεσογείου
Από τον
Κωνσταντίνο Μητσάκη
27/11/2023
Ομολογώ πως παγιδεύτηκα -όπως χιλιάδες άλλοι επισκέπτες- στη γοητεία της σικελικής ντίβας που ακούει στο όνομα Συρακούσες, ενώ η γαστρονομική προσέγγιση που επιχείρησα εκείνο το βράδυ στα άδυτα της τοπικής κουζίνας, σίγουρα έδωσε μια άλλη «γεύση» στις αναμνήσεις μου από την γενέτειρα του Αρχιμήδη. Θαμώνας σε μια παραδοσιακή τρατορία, τοπικά εδέσματα με βασικό συστατικό το ψάρι (Pesce Spada alla Ghiotta / Ξιφίας με πατάτες, ντομάτα και ελιές) και τα ζυμαρικά (Pasta con le Sarde / Κοφτό μακαρονάκι με σαρδέλες και μάραθο) απλώθηκαν προκλητικά πάνω στο τραπέζι μου, ενώ ένα μπουκάλι αρωματικού κρασιού Regaleali συνόδευσε το εύγευστο γαστρονομικό μου ταξίδι. BUON APPETITO!
Την επομένη, η γαλάζια SUZUKI GSX-S 1000 GT κυλούσε βελούδινα τους τροχούς της πάνω σ’ έναν στενό, στριφτερό επαρχιακό δρόμο με προορισμό τις νοτιοδυτικές ακτές του νησιού. Σ’ αυτό το γεωγραφικό σημείο της Σικελίας, που απέχει ελάχιστα από τις βόρειες ακτές της Αφρικής, οι αρχαίοι πρόγονοί μας ίδρυσαν τον Ακράγαντα (581 π.Χ.) και τον Σελινούντα (650 π.Χ. αιώνα), δυο ελληνικές αποικίες που αναδείχθηκαν σταδιακά σε δύο σημαντικά αστικά κέντρα της Μεγάλης Ελλάδας. Στους αρχαιολογικούς χώρους του Ακράγαντα και του Σελινούντα, τα εξαίσια μνημεία αρχαιοελληνικού πολιτισμού που συγκλονισμένος αντίκριζα (καλοδιατηρημένοι δωρικοί ναοί τεραστίων διαστάσεων, κατοικίες, αγάλματα, γεροδεμένα τείχη, δημόσια κτίσματα, κλπ.), συνιστούσαν τον συνδετικό κρίκο με το μακρινό παρελθόν της Μεγάλης Ελλάδας. Ύψιστο σημείο αναφοράς αποτελούσε η περίφημη «Κοιλάδα των Ναών» στον Ακράγαντα, ο χώρος όπου ορθώνονταν υποβλητικοί ναοί αφιερωμένοι στον Ολύμπιο Δία, στην Ομόνοια, στην Ήρα και στον Ηρακλή. Πρόκειται για έναν προορισμό που ασκεί ιδιαίτερη έλξη στους λάτρεις της Ιστορίας και της αρχαιολογίας, και ειδικότερα σε μας τους Έλληνες.
Προκειμένου να σχηματίσω μια όσο το δυνατόν πληρέστερη εικόνα για τη φυσιογνωμία του μεσογειακού νησιού, στράφηκα κατόπιν βόρεια με προορισμό το Παλέρμο. Καθοδόν για την πρωτεύουσα της Σικελίας, προσπαθούσα να αρχειοθετήσω στο μυαλό μου σκέψεις, συμπεράσματα και απόψεις για την κρυφή προσωπικότητα της νησιωτικής “οικοδέσποινάς” μου. Τι εστί τελικά Σικελία; Σικελία είναι ο ιταλικός νότος που αντιμετωπίζει χρόνια οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και χαρακτηρίζεται για τις βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις και παραδόσεις του, οι οποίες, σε αρκετές περιπτώσεις συνδέονται άμεσα με τη θρησκεία. Σικελία, όμως, είναι και η Μαφία, η πασίγνωστη εγκληματική οργάνωση που εμφανίστηκε στο νησί στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, και η οποία εκμεταλλευόμενη τη φτώχεια των κατοίκων, την κοινωνική οπισθοδρόμηση, αλλά κυρίως την εγκατάλειψη της Σικελίας από την κεντρική εξουσία, κατάφερε σταδιακά να επεκταθεί και να γίνει κράτος εν κράτει, ελέγχοντας σε μεγάλο βαθμό το πολιτικό–οικονομικό κατεστημένο σε μια από τις φτωχότερες περιοχές της χώρας.
Και παρά τον ολομέτωπο αγώνα που έχει ξεκινήσει τις τελευταίες δεκαετίες η επίσημη ιταλική κυβέρνηση ενάντια στη σικελική Μαφία, η τελευταία συνεχίζει –αν και αισθητά αποδυναμωμένη– να διατηρεί πρωταγωνιστικό ρόλο στη νέα τάξη πραγμάτων του ιταλικού νότου, καθότι εξακολουθεί να έχει βαθιές ρίζες στην κοινωνική συγκρότηση της Σικελίας. Στο κέντρο του Παλέρμο περπάτησα τις βραδινές ώρες, όταν ένα αστείρευτο ανθρώπινο ποτάμι που ξεχυνόταν από παντού κατέληγε εκεί, δίνοντας το καθημερινό, πολύβουο παρών στο καθιερωμένο ραντεβού του περιπάτου και της διασκέδασης. Το περίφημο Teatro Massino, οι πλατείες Piazza Olivella, Quattro Canti και San Domenico, ο καθεδρικός ναός Santa Ignazio και το αναγεννησιακό σιντριβάνι της πλατείας Piazza Pretoria αποτέλεσαν τις ψηφίδες του ταξιδιωτικού μωσαϊκού της σικελικής πρωτεύουσας. Διαπλέοντας ξανά τον πορθμό της Messina, αποχαιρέτησα οριστικά τη Σικελία και επέστρεψα στην ιταλική χερσόνησο. Με τελικό προορισμό το λιμάνι του Brindesi (664 χλμ. βορειοανατολικά του Παλέρμο), η Suzuki GSX-S 1000GTξεδίπλωσε στους ιταλικούς αυτοκινητοδρόμους τις αρετές του sport touring χαρακτήρα της. Χάρη στον τετρακύλινδρο κινητήρα των 1000 κ. εκ. και την άφθονη ροπή του, τα 150 “αφηνιασμένα” άλογα, τη χαμηλή κατανάλωση (περίπου 6,5 λίτρα ανά 100 χλμ), την αιχμηρή και δυναμική σχεδίαση, τη σωστή εργονομία και την εκπληκτική ευελιξία της, η γαλάζια μοτοσυκλέτα πρόσφερε στον αναβάτη της υποδειγματική ταξιδιωτική άνεση και χρηστικότητα.
Η τελευταία στάση μου επί ιταλικού εδάφους πραγματοποιήθηκε στα ελληνόφωνα χωριά της Απουλίας. Με τις πινακίδες των εννιά ελληνόφωνων χωριών (Calimera, Castrignano dei Greci, Corigliano d’ Otranto, Martano, Martignano, Soleto, Sternatia, Zollino, Melpignano) να με καλωσορίζουν “Kalos irtate” στην ευλογημένη γη τους, περιηγήθηκα σ’ εννιά νησίδες πολιτισμού που έχουν ως κοινό παρονομαστή την γραικάνικη διάλεκτο και μου πρόσφεραν ένα αλησμόνητο μάθημα Ιστορίας. Και μετά Brindesi, εκεί που το ταξίδι στη Σικελία έριξε τίτλους τέλους. Σίγουρα, οι εμπειρίες και οι παραστάσεις που αποκόμισα από τη δίτροχη περιπλάνησή μου σ’ έναν από τους πιο αξιόλογους και πληθωρικούς προορισμούς της μεσογειακής λεκάνης ήταν συγκριτικά λίγες σε σχέση μ’ αυτές που ήθελα να είχα κερδίσει. Η υπόσχεση που έδωσα στον εαυτό μου; Στο εγγύς μέλλον θα ξαναγύριζα στη Σικελία, αλλά αυτή την φορά για να παραμείνω πολύ περισσότερο στη ζεστή αγκαλιά της…
Ταξιδεύοντας σε sport touring ρυθμούς…
Ταξιδεύοντας στους ιταλικούς αυτοκινητοδρόμους, η SUZUKI GSX-S 1000GT ξεδίπλωσε τις αρετές του sport touring χαρακτήρα της, αναδεικνύοντας το ταξίδι μου σε μια αρκετά ξεκούραστη οδηγική εμπειρία. Κάτι το αναμενόμενο άλλωστε, αφού ανάμεσα στα πόδια μου είχα ένα αξιόλογο “πακέτο”: τετρακύλινδρος κινητήρας 1.000 κ. εκ. με 150 διαχειρίσιμα άλογα, άφθονη ροπή (10,8 kg) που έκανε εύκολη την χαλαρή μετακίνηση, αιχμηρή και δυναμική σχεδίαση, σωστά σχεδιασμένο πλαίσιο, ίσιο τιμόνι και εκπληκτική ευελιξία. Επιπλέον, ο εύχρηστος ηλεκτρονικός εξοπλισμός της περιλάμβανε traction control, cruise control, easy start system, low rpm assist και τρία drive modes, ενώ οι ακτινικές δαγκάνες της Brembo ανταποκρίνονταν άψογα στην ακινητοποίηση της μοτοσυκλέτας. Στη διάρκεια των 2.300 χλμ. που συμβιώσαμε μαζί, η γαλάζια μοτοσυκλέτα, χάρη στην εργονομικά λειτουργική θέση οδήγησης και στο χαμηλό βάρος της -226 κιλά γεμάτη-, πρόσφερε στον αναβάτη της υποδειγματική ταξιδιωτική άνεση και απόλαυση. Τα γόνατα και η μέση μου ήταν στις σωστές γωνίες, ενώ το κορμί και τα πόδια μου προστατεύονται αρκετά από τη ροή του αέρα. Η αεροδυναμική προστασία ήταν ικανοποιητική, αλλά μια ψηλότερη ζελατίνα θα την ήθελα -ίσως μια ρυθμιζόμενη ζελατίνα να ήταν ιδανική λύση! Με 19 λίτρα καυσίμου στο ρεζερβουάρ και κατανάλωση περίπου 6,5 λίτρα ανά 100 χλμ, η αυτονομία της SUZUKI GSX-S 1000GT άγγιζε άνετα τα 250-260 χιλιόμετρα, νούμερο ικανοποιητικό για sport touring μοτοσυκλέτα.