Παρουσίαση στις Σέρρες: KTM 790 Duke, 390 Duke, 390 RC race kit, 1290 Superduke GT

Πορτοκαλί ημέρα
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

8/5/2018

Η KTM S.E.E. διοργάνωσε μια παρουσίαση στην πίστα των Σερρών με απόλυτο σεβασμό στο πνεύμα Ready to Race της αυστριακής εταιρείας. Βασίλισσα της ημέρας ήταν φυσικά η ολοκαίνουρια 790 Duke, που είχαμε οδηγήσει αποκλειστικά για εσάς στα Gran Canaria και έκανε το ντεμπούτο της στην Ελλάδα στην έκθεση μοτοσυκλέτας στο Ελληνικό. Μαζί της ήταν το 390 Duke, ένα 390 RC με το αγωνιστικό κιτ που έχουν οι μοτοσυκλέτες που συμμετέχουν στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Ταχύτητας και το 1290 Superduke GT.

Όλα αυτά τα λαχταριστά μοντέλα, μας περίμεναν στην αγαπημένη μας πίστα των Σερρών για να τα οδηγήσουμε όπως πραγματικά τους αξίζει.

790 Duke: Η Ελλάδα της ταιριάζει

Οι διεθνείς παρουσιάσεις στο εξωτερικό είναι πάντα σημαντικές για εμάς τους δημοσιογράφους, διότι έχουμε την μοναδική ευκαιρία να μιλήσουμε απευθείας με τους ανθρώπους που σχεδίασαν και κατασκεύασαν το κάθε νέο μοντέλο και είναι οι μόνοι που μπορούν να μας δώσουν να καταλάβουμε ποιοι ήταν οι στόχοι και ποιες είναι οι προσδοκίες τους. Όμως αυτό δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να μειώσει την αξία που έχει η δοκιμή ενός νέου μοντέλου επί ελληνικού εδάφους. Σε αυτή τη χώρα ζούμε, σε αυτούς τους δρόμους και σε αυτές τις συνθήκες οδηγάμε τις μοτοσυκλέτες μας, όχι στις γερμανικές Autobahn, ούτε στις Αυστριακές Άλπεις, ούτε στις ιταλικές πίστες. Οπότε η πρόσκληση να οδηγήσουμε την 790 Duke στην πίστα των Σερρών είχε την ίδια βαρύτητα για εμάς με εκείνη για την διεθνή δημοσιογραφική παρουσίαση στα κανάρια Νησιά δύο μήνες πριν.

Πέρα όμως από την δημοσιογραφική αξία αυτής της παρουσίασης, η οδήγηση του 790 Duke είναι πάντα μια απόλαυση που δεν μπορείς να αρνηθείς. Ειδικά μέσα στην πίστα των Σερρών που είναι μία από τις καλύτερες πίστες της Ευρώπης για να ευχαριστηθείς την οδήγηση μιας σπορ μοτοσυκλέτας. Κι αυτό το λένε άνθρωποι που έχουν οδηγήσει στις πιο διάσημες πίστες του κόσμου!

Για άλλη μια φορά, το 790 Duke επιβεβαίωσε όλα όσα είχαμε γράψει στο τεύχος 581 του ΜΟΤΟ. Το καβαλάς στα πιτς και μέχρι να φτάσεις στην Κ1 σε έχει κάνει να πιστέψεις ότι ξέρεις τα πάντα γι΄αυτό και νοιώθεις σαν να το οδηγούσες χρόνια. Τα πάντα πάνω της είναι εκεί που πρέπει και τα μηχανικά μέρη αντιδρούν στις εντολές σου όπως ακριβώς περιμένεις να κάνουν. Ο χρόνος εξοικείωσης μαζί του είναι μηδενικός στην κυριολεξία.

Τα τρία 790 Duke που είχαμε στη διάθεσή μας (δύο μαύρα και ένα πορτοκαλί) ήταν εντελώς νορμάλ, ακριβώς όπως πωλούνται στα καταστήματα και δεν είχαν καν ειδικά λάστιχα για πίστα. Τα Maxxis που φοράνε από το εργοστάσιο και έχουν γίνει αιτία να συζητηθεί αυτή η επιλογή της KTM στα “πηγαδάκια” των social media, αποδείχτηκαν αξιοπρεπέστατα σε επίπεδο πρόσφυσης μέσα στην πίστα. Παρά το γεγονός ότι είναι ελαστικά δρόμου, το κράτημά τους παρέμενε σταθερό ακόμα κι όταν έκανες πάνω από πέντε συνεχόμενους γρήγορους γύρους και δεν “σαπούνιαζαν” από την υπερθέρμανση.

Φυσικά το σχήμα της κορόνας τους είναι προοδευτικό, όπως στα περισσότερα ελαστικά δρόμου, κάτι μέσα στην πίστα που έχει ως αποτέλεσμα να ανοίγει τις γραμμές σου στις γρήγορες παρατεταμένες με ανοιχτό το γκάζι, όπως είναι η Κ4. Καθώς εγώ ζυγίζω περίπου 70 κιλά μαζί με την φόρμα, δεν είχα κάποιο ιδιαίτερο παράπονο από τις αναρτήσεις. Για την ακρίβεια το πιρούνι μου άρεσε πάρα πολύ. Φαντάζομαι όμως ότι αν κάποιος βάλει ελαστικά για οδήγηση σε πίστα και το επίπεδο του κρατήματος αυξηθεί, τότε ένα πίσω αμορτισέρ με πλήρεις ρυθμίσεις να είναι μια καλή ιδέα.

Σε κάθε περίπτωση, το 790 Duke είναι μια φανταστική μοτοσυκλέτα για όσους θέλουν να κάνουν track day. Το μεγαλύτερο πλεονέκτημά της είναι ότι σε αφήνει από τον πρώτο κιόλας γύρο να ασχοληθείς με τις γραμμές σου. Δεν χρειάζεται την βοήθειά σου σε τίποτα, οπότε όλη σου η προσοχή στρέφεται στο πως θα βελτιωθείς εσύ. Το δεύτερο σημαντικό πλεονέκτημά της είναι ότι δεν σε κουράζει ποτέ, όσους γύρους κι αν κάνεις. Η θέση οδήγησης και η ομαλή απόδοση της δύναμης σε όλο το φάσμα των στροφών, χωρίς κενά και ξεσπάσματα, σε βοηθούν να μην σπαταλάς σωματική δύναμη. Κι όπως όλοι ξέρουν πλέον, η No1 αιτία πτώσεων στα track day είναι η κόπωση, που με τη σειρά της προκαλεί απώλεια συγκέντρωσης και κακή εκτίμηση των καταστάσεων.

390 Duke: Μικρός γίγαντας

Αυτό ήταν η έκπληξη της ημέρας. To 790 Duke απλώς επιβεβαίωσε μέσα στην πίστα των Σερρών όλα όσα είχαμε ήδη γράψει έως σήμερα. Όμως το 390 Duke συνεχίζει να μας εκπλήσσει κάθε φορά που το οδηγάμε σε διαφορετικό περιβάλλον. Έχουμε κάνει μαζί του ταξίδι 800 χιλιομέτρων σερί (αυθημερόν Αθήνα-Μετέωρα-Αθήνα) και μας εντυπωσίασε η άνεση της σέλας του. Το οδηγήσαμε στην πόλη και μας εντυπωσίασε η ευελιξία, η οικονομία στην κατανάλωση βενζίνης και φυσικά ο κεφάτος χαρακτήρας του. Το οδηγήσαμε σε πίστα καρτ και ήταν μακράν καλύτερο του άμεσου ανταγωνισμού.

Όμως τώρα μέσα στη μεγάλη πίστα των Σερρών μας άφησε με τον στόμα ανοιχτό. Γενικά οι πίστες κάνουν τους κινητήρες να δείχνουν πιο αδύναμοι απ’ ότι στο δρόμο, γιατί σου επιτρέπουν να χουφτώνεις το γκάζι πιο εύκολα. Ως εκ τούτου, περιμέναμε ότι ο μικρός μονοκύλινδρος κινητήρας του 390 Duke θα λιγοψυχούσε και το γεγονός ότι θα το οδηγούσαμε μετά από το 790 Duke και το 1290 Superduke GT, έκανε την δύναμή του να φαίνεται ανεπαρκής. Όμως ο μικρός Δούκας είναι μια πραγματικά πολυτάλαντη μοτοσυκλέτα. Όχι μόνο δεν ξενερώνεις όταν την οδηγείς στις Σέρρες, αλλά μπορεί να σου ζωγραφίσει ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά. Από την Κ5 έως την Κ9 οποιαδήποτε μεγάλη μοτοσυκλέτα είναι μπροστά σου αποτελεί εμπόδιο! Το ίδιο και από την Κ11 έως την έξοδο για την ευθεία που κουτουλάς πάνω τους. Είναι λίγο άδικο που σε ξαναπερνάνε στη μεγάλη ευθεία, όμως η Κ1 δεν αργεί να έρθει και με το 390 Duke τους έχεις ξαναπεράσει έως την Κ4. Μέσα στο τριπλό εσάκι κάνει όργια και το κόβει στη μέση σαν ξυράφι. Απίστευτα διασκεδαστικό για έναν έμπειρο αναβάτη, απόλυτα ασφαλές και πραγματικό σχολείο οδήγησης για όποιον θέλει να μάθει να οδηγά μέσα σε πίστα.

390 RC Race Kit: Νεανικό θράσος  

Σε αντίθεση με το 390 Duke που είναι παιχνίδι διασκέδασης για όλους, το 390 RC με το αγωνιστικό κιτ είναι μια μικρή μοτοσυκλέτα που θέλει γνώσεις και πολύ θάρρος για να πάει γρήγορα. Είναι μεν εύκολη και πολύ φιλική για να ευχαριστηθείς οδήγηση μέσα σε μια πίστα, όμως όταν στην κουβέντα αρχίζεις και μιλάς για χρόνους, τότε τα πράγματα σοβαρεύουν πολύ. Τα “υπερφυσικά μωρά” που έχει η αγωνιστική ομάδα του Σάκη Σκούρτα γυρίζουν στις Σέρρες στο 1:29 με αυτό το πυραυλάκι. Μέχρι το 1:34 τα πράγματα είναι εύκολα πάνω στη σέλα του και το μόνο που χρειάζεται είναι να έχεις την σωστή γραμμή και την σωστή σχέση στο κιβώτιο. Όμως για να κατέβεις κάτω από το 1:34 χρειάζεται πολύ μεγάλη ψυχική και σωματική ενέργεια.

Αυτή η μοτοσυκλέτα με κούρασε περισσότερο από το 790 Duke, αφού έπρεπε διαρκώς να την βοηθάω με το σώμα μου, πιέζοντας τα μαρσπιέ και αλλάζοντας στάση πάνω στη σέλα. Ακόμα και το σημείο που θα την σηκώσεις όρθια μετά την κορυφή της στροφής, έχει δραματική επίπτωση στο χρόνο.

Κυρίως όμως απαιτεί θάρρος και νεανικό θράσος στην είσοδο της στροφής για να πάει γρήγορα, κάτι που με τη σειρά του απαιτεί πολλές ώρες προπόνησης για να το αποκτήσεις.

1290 Superduke GT: Αγωνιστικός τουρισμός

Αν θέλεις μια μοτοσυκλέτα να πας δικάβαλος και με άνεση οδικώς από την Αθήνα στις Σέρρες και με την ίδια μοτοσυκλέτα να μπεις στην πίστα και να την οδηγήσεις σαν Superbike, τότε αυτή είναι η 1290 Superduke GT. Το μεγάλο σταθερό φαίρινγκ προσφέρει προστασία από τον αέρα και οπτικά προσθέτει “τουριστικό” όγκο όμως κάτω από αυτό το περιτύλιγμα ζει ένα Superduke. Από τη στιγμή που θα μπεις μέσα στην πίστα δεν υπάρχει καμία διαφορά από το streetfighter αδερφάκι του, οπότε είτε οδηγάς το GT, είτε οδηγάς το R είναι το ίδιο πράγματα. Εμείς βέβαια στο MOTO έχουμε την πρόσθετη εμπειρία μαζί στην πίστα των Μεγάρων, όπου την επισκεφτήκαμε όταν πραγματοποιούσαμε την δοκιμή του, ακριβώς για να δούμε πόσο κοντά βρίσκεται στην ψυχολογία του αδελφού του. Είναι που οι ανάγκες των δοκιμών στο MOTO δημιουργούν τεράστιες απαιτήσεις...

Πολύ ελαφριά μοτοσυκλέτα στις απότομες αλλαγές πορείας, σχεδόν εντυπωσιακή μέσα στο εσάκι και με μεγάλα περιθώρια κλίσης για να στρίβεις με υψηλές ταχύτητες. Το μόνο πράγμα που μπορεί να επιρρεάσει τους χρόνους του Superduke GT στις Σέρρες είναι τα ελαστικά που θα επιλέξεις να του βάλεις.

Ετικέτες

Ελληνική παρουσίαση Neo Sports Café

Πρώτες οδηγικές εντυπώσεις από το νέο CB 300R
Από τον

Πάνο Καραβοκύρη

6/8/2018

Σε ένα όμορφο all day bar στα βόρεια προάστια, ο όμιλος επιχειρήσεων Σαρακάκης, επίσημος αντιπρόσωπος της Honda στην Ελλάδα, αποφάσισε να παρουσιάσει τη νέα οικογένεια των Neo Sports Café. Δυστυχώς ο καιρός δεν ήταν με το μέρος μας με αποτέλεσμα να εμφανίζονται βροχοπτώσεις τις πρώτες ώρες. Η αναλυτική παρουσίαση της σειράς ήταν προετοιμασμένη από τους αντιπρόσωπους της Honda, έχοντας όλες τις απαραίτητες λεπτομέρειες για το κάθε μέλος της σειράς. Η οικογένεια αποτελείται από τη ναυαρχίδα της σειράς, το ανανεωμένο CB 1000R, που έχει επανασχεδιαστεί πλήρως με το σχεδιασμό να ακολουθεί το μότο “επιστροφή στις ρίζες”, έτσι με τις μινιμαλιστικές γραμμές μειώνει το συνολικό του όγκο, αφήνοντας με την απλή σχεδίαση τον κινητήρα σε κοινή θέα να τραβάει τα βλέμματα, με το εξαιρετικό του φινίρισμα. Κατασκευασμένο στην Ιαπωνία όλο το σύνολο εκπέμπει υψηλή ποιότητα κατασκευής, ενώ παράλληλα η Honda εστίασε στην απόλαυση της οδηγικής εμπειρίας (το οποίο μπορείτε να δείτε αναλυτικότερα εδώ).

Την οικογένεια ολοκληρώνουν τα CB 300R και CB 125R που έχουν μεγάλη απόσταση από τη ναυαρχίδα, γεγονός που προμηνύει τον ερχομό ενός νέου μεσαίου κυβισμού μοντέλου στην οικογένεια που θα γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ τους, ολοκληρώνοντας τη σειρά.

Κοινή φιλοσοφία

Τα CB 300R και 125R είναι μάλλον για τους περισσότερους από εμάς πανομοιότυπα στο μάτι, όμως υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές. Συγκεκριμένα η εργονομία της θέσης οδήγησης είναι εντελώς διαφορετική ανάμεσα στις δύο μοτοσυκλέτες. Στο 125R η θέση είναι πιο όρθια, θυμίζοντας περισσότερο τη θέση οδήγησης των MT-09 και κυρίως του Duke 390. Η απόσταση του τιμονιού από το κορμό του αναβάτη είναι σχετικά μικρή, δίνοντας μια όρθια στάση σε αντίθεση με το 300R που είναι πιο κοντά στη κλασσική θέση οδήγησης μιας τυπικής μοτοσυκλέτας δρόμου. Το μεσαίο μοντέλο έχει λίγο μεγαλύτερο μεταξόνιο στα 1352mm κερδίζοντας σταθερότητα, ενώ η  γωνία κάστερ είναι 24ο προσφέροντας περισσότερη ευελιξία. Το 125R έχει μικρότερο μεταξόνιο (1345mm) που προσφέρει ευελιξία, ενώ η λίγο μεγαλύτερη γωνία κάστερ των 24,2ο αντισταθμίζει τα πράγματα επιτυγχάνοντας μια αντίστοιχη ισορροπία στα συνολικά γεωμετρικά χαρακτηριστικά της. Το ρεζερβουάρ είναι και αυτό διαφορετικής σχεδίασης με τις γραμμές να κυριαρχούν περισσότερο στο 125, ενώ είναι εξοπλισμένο με διακοσμητικούς αεραγωγούς. Τέλος η απόσταση από το έδαφος στο 300 είναι μεγαλύτερη κατά 11mm (151mm)  και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η εξάτμιση βρίσκεται στο πλάι αντί κάτω από το κινητήρα όπως στο 125. Αποτελεί έτσι μια πιο ευδιάκριτη διαφορά, όπως η καρίνα που έχει το μικρότερο μέλος τη οικογένειας, προσφέροντας ένα πιο συμπαγές σύνολο. Η ποιότητα κατασκευής τους είναι εξαιρετική παρά το γεγονός ότι κατασκευάζονται εκτός Ιαπωνίας.

 

Το ατσάλινο σωληνωτό πλαίσιο έχει σχεδιαστεί με γνώμονα τη συγκέντρωση του βάρους της μοτοσυκλέτας χαμηλά κάτω από τον αναβάτη, προσφέροντας ευελιξία και σταθερότητα. Η μπαταρία μεταφέρθηκε πίσω από το λαιμό του πλαισίου στην ίδια θέση που βρίσκεται και στην RC213V-S. Με το χώρο που δημιουργήθηκε κάτω από τη σέλα του αναβάτη τοποθετήθηκε το νέο φιλτροκούτι που είναι παρόμοιο με αυτό των τελευταίων MX CRF, δημιουργώντας έτσι μια ευθύγραμμη πορεία στον εισερχόμενο αέρα και χαρίζει καλύτερη ακουστική στον αναβατή κατά τις επιταχύνσεις όπως κάνει τα τελευταία χρόνια η Kawasaki. Το ατσάλινο ψαλίδι είναι νέου σχεδιασμού, με μεταβλητό πάχος για την επίτευξη χαμηλότερου βάρους, στηρίζοντας το αμορτισέρ αερίου και λαδιού, το οποίο δένει πάνω σε μια ατσάλινη πλάκα ώστε να ελαττωθεί το φορτίο στο κυρίως πλαίσιο και να ενισχύσει το καλύτερο έλεγχο της μοτοσυκλέτας.

 

Η μπροστινή δαγκάνα είναι η ίδια με του Africa Twin και συνδυάζεται με το πλευστό δίσκο 296mm που συμβάλλει στη ευστάθεια της μοτοσυκλέτας κατά το φρενάρισμα. Η μονάδα ABS είναι δικάναλη και οι CB 125R και CB 300R αποτελούν τις πρώτες μοτοσυκλέτες των κατηγοριών τους που έχουν ABS εξοπλισμένο με IMU (μονάδα μέτρησης αδράνειας). Ο ρόλος του IMU που μετρά 100 φορές το δευτερόλεπτο την αδρανειακή κατάσταση της μοτοσυκλέτας, είναι να εξασφαλίζει την επαφή του πίσω τροχού με την άσφαλτο κατά το φρενάρισμα, μέσω της παρέμβασης του στη λειτουργία του ABS μπρος και πίσω, ενισχύοντας έτσι την ευστάθεια της μοτοσυκλέτας κατά την επιβράδυνση. Οι ζάντες είναι αλουμινίου 17 ιντσών και έχουν την ίδια φιλοσοφία σχεδιασμού με το CB 1000R.

Το μικρό μοτοσυκλετάκι κερδίζει τα βλέμματα με τον εξοπλισμό που προσφέρει ο οποίος προέρχεται από μεγαλύτερες μοτοσυκλέτες, με αποτέλεσμα να ξεγελά εύκολα τα βλέμματα, δίνοντας την εντύπωση πως πρόκειται για μια μεγαλύτερη μοτοσυκλέτα. Αυτή η εντύπωση οφείλεται στο ανεστραμμένο μπροστινό πιρούνι των 41mm, στη τεχνολογία LED που βρίσκεται παντού, στο ποιοτικό όργανο καθώς και τη ποιοτική βαφή των πλαστικών του. Τα μόνα στοιχεία που μαρτυρούν ότι πρόκειται για μια μοτοσυκλέτα μικρού κυβισμού είναι τα μικρά λάστιχα, το ένα δισκόφρενο μπροστά καθώς και ο ήχος που παράγει ο κινητήρας όταν δουλεύει. Ο υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος κινητήρας των 124.7cc, είναι διβάλβιδος με έναν επικεφαλή εκκεντροφόρο και παράγει 13,32 άλογα στις 10.000 στροφές και 1,01 κιλό ροπής στρέψης στις 8.000. Το βάρος του CB 125R ανέρχεται στα 126 κιλά με υγρά, έχοντας αναλογία βάρους 51,6% μπροστά και 48,4% πίσω, ενώ η Honda υποστηρίζει ότι είναι το ελαφρύτερο της κατηγορίας.

Το CB 300R μπερδεύει ευκολότερα τα βλέμματα καθώς έχει τα ίδια στοιχεία με το μικρότερο αδερφάκι του, όμως η εξάτμιση του έχει σχεδιαστεί κατ’ εικόνα της ναυαρχίδας, με αποτέλεσμα όταν τη βλέπεις από πίσω να σε ξεγελά προς στιγμήν πως πρόκειται για τη μεγαλύτερη έκδοση. Ο υγρόψυκτος, μονοκύλινδρος κινητήρας των 286cc έχει 4Β/Κ και 2ΕΕΚ, παράγοντας έτσι 31,4 άλογα στις 8.500 στροφές και 2,8 κιλά ροπής στρέψης στις 7.500. Το 300R έχει μόλις 17 κιλά παραπάνω από το 125R φτάνοντας τα 143 με υγρά, όντας πιστόβαρο με αναλογία 49,6% μπροστά και 50,4% πίσω, με τη Honda να δηλώνει πως και αυτό κατακτά τη πρώτη θέση στη κατηγόρια του ως το ελαφρύτερο.

Πρώτες εντυπώσεις για το CB 300R

Με τον καιρό να κάνει του κεφαλιού του, αποφασίζοντας να βρέξει με δόσεις τις πρώτες ώρες της παρουσίασης και τον περιορισμένο χρόνο στο πρόγραμμα της παρουσίασης είχαμε την ευκαιρία να πάρουμε μόνο μια μικρή γεύση του CB 300R. Το μικρό μεταξόνιο του δεν γίνεται αντιληπτό παρατηρώντας το στατικά με αποτέλεσμα μόλις καθίσεις πάνω του να σε εκπλήσσει, κάνοντας σε να πιστεύεις πως μίκρυνε. Η θέση οδήγησης έχει ένα sport άρωμα καθώς σε τοποθετεί λίγο μπροστά με τα χέρια να είναι ελαφρώς κλειστά και τα πόδια σχηματίζουν λίγο κλειστή γωνία, καθιστώντας εύκολη τη φόρτιση του μπροστινού όποτε το επιθυμείς στις στροφές. Ο πολύστροφος μονοκύλινδρος κινητήρας του ανεβάζει στροφές με γρήγορους ρυθμούς μέχρι το κόκκινο στις 11.000, υπογραμμίζοντας τη λέξη Sport από το όνομα της οικογένειας. Το κιβώτιο ταχυτήτων είναι υποδειγματικό στη λειτουργία του όντας αθόρυβο και ο λεβιές ταχυτήτων είναι ακριβείς και έχει βελούδινη αίσθηση όπως η μανέτα του συμπλέκτη, ενώ το μοναδικό πταίσμα που μπορεί να του προσάψει κανείς είναι πως όταν θέλεις να βάλεις πρώτη στο φανάρι πρέπει να κάνεις ελαφρώς μπροστά ή πίσω μέχρι να κουμπώσει. Οι sport καταβολές του γίνονται διακριτές και στο τομέα των αναρτήσεων, με το ανεστραμμένο πιρούνι της Showa να προσφέρει την κατάλληλη σκληρότητα και να παρέχει σιγουριά στον αναβάτη να κλείσει τη γραμμή του άφοβα όταν στρίβει. Τα φρένα αποδίδουν εξαιρετικά με καλό αρχικό δάγκωμα και καλή προοδευτικότητα. Το ζύγισμα του είναι καλά μελετημένο με το συγκέντρωση των μαζών να βρίσκεται όσο το δυνατών χαμηλότερα και κοντά στο κινητήρα με αποτέλεσμα να είναι άκρως ευέλικτη και εύκολη στις απότομες αλλαγές πορείας ή στους ελιγμούς. Το φιλτροκούτι είναι ειδικά μελετημένο για να προσφέρει στον αναβάτη έναν ήχο που εξιτάρει την ακοή, θυμίζοντας κατά την επιτάχυνση τη sport φιλοσοφία του σχεδιασμού του κινητήρα. Τέλος η συνολική συμπεριφορά της μοτοσυκλέτας απορρέει ένα αίσθημα σταθερότητας και προσφέρει σιγουριά στον αναβάτη με την ποιότητα κύλισης να βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα. Ανυπομονούμε να το δοκιμάσουμε (αυτό και τα υπόλοιπα μοντέλα) ενδελεχώς στο άμεσο μέλλον καθώς πρόκειται για μια ποιοτική μοτοσυκλέτα που συνδυάζει το sport χαρακτήρα με τη ξεχωριστή σχεδίαση που προέρχεται από τις ρίζες του γενεαλογικού δέντρου της σειράς CB που τόσα χρόνια προσφέρει μοτοσυκλέτες καθημερινής μετακίνησης με sport καταβολές.

Δείτε αναλυτικά όλες τις φωτογραφίες της παρουσίασης

Ετικέτες