Piaggio Beverly 500 2003-2006

Από το

Μαύρο Σκύλο

27/8/2010

Στην Αμερικανική τηλεοπτική σειρά ο κλειστός κοινωνικός κύκλος των πρωταγωνιστών είχε οδηγήσει να παντρεύονται όλοι με όλους.  Οι Ιταλοί υιοθετώντας το όνομα κράτησαν και τις συνήθειες. Το μεγάλο Beverly παντρεύει ανέσεις σκούτερ και επιδόσεις μοτοσυκλέτας. Με τιμή λίγο πάνω από τον ανταγωνισμό, αλλά με πολλά αντισταθμιστικά οφέλη και κινητήρα ιδανικό για τα δεδομένα της ελληνικής πραγματικότητας, η επιτυχία δεν προκαλεί έκπληξη.
Είναι αυτός ο μονοκύλινδρος των πεντακοσίων κυβικών, που γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα σε δύο κατηγορίες που στη χώρα μας έχουν μεγάλη απήχηση: Τα σκούτερ και τις μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτες. [blockquote]Ναι
για τη διαχρονικότητά του
για την αξιοπιστία του
για την πολυχρηστικότητά του
Όχι
για το μεγάλο μεταξόνιο
για τον περιορισμένο αποθηκευτικό χώρο
Γιατί
αγοράζετε δύο στην τιμή του ενός και πάτε παντού με στιλ, ενώ ταυτόχρονα δεν δείχνει την ηλικία του
Τι πρέπει να προσέξετε
Τη γενική κατάσταση των πλαστικών για σημεία που δεν κάνουν απόλυτη εφαρμογή, και ίσως υποδεικνύουν επισκευή από πτώση. Αν πρόκειται για μοντέλο ’03-’04, ρωτήστε αν έχει γίνει αλλαγή στα υλικά του φυγόκεντρου συμπλέκτη και κάντε μια μεγάλη βόλτα σε γρήγορο ρυθμό με απότομα ανοίγματα, για να δείτε αν παρουσιάζεται μηχανικός θόρυβος.[/blockquote]
Αν κάποιος θέλει ένα σκούτερ για καθημερινή μετακίνηση και μια μοτοσυκλέτα για βόλτες στον ελεύθερο χρόνο του, αλλά ένα κλειδί, τότε το Beverly είναι μια πρόταση που "παίζει" δυνατά. Από τότε που έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή του μέχρι σήμερα, οι ανταγωνιστές στην κατηγορία έχουν πολλαπλασιαστεί, με τους Κινέζους να καταβάλουν αξιότιμες προσπάθειες, αλλά και εταιρείες που ανήκουν στον ίδιο όμιλο να παρουσιάζουν αντίστοιχα μοντέλα. Ωστόσο, τα υψηλά στάνταρ που εξαρχής είχε θέσει και η ποιότητα κατασκευής του, το κράτησαν εντός ανταγωνισμού και μάλιστα με αξιώσεις.
Με εμφάνιση που ακολουθούσε τα 200 ή 125 -στο πιο "σοβαρό" όμως- και με πιο μεγάλες διαστάσεις, το 500 έδειχνε οικείο. Η άνετη και εργονομική του σέλα διεκδικεί την προτίμηση των συνεπιβατών -και αν μάλιστα πρόκειται για συνεπιβάτη γυναικείου φύλου, οι έρευνες έχουν αποδείξει ότι η γνώμη τους επηρεάζει σημαντικά τις πωλήσεις. Το ότι ουσιαστικά παραμένει ίδιο οπτικά για το 2008, αποδεικνύει εκ των υστέρων ότι ο σχεδιασμός του βρισκόταν μπροστά από την εποχή του και δεν έχει ξεπεραστεί ακόμα.
Και από πλευράς επιδόσεων όμως, παραμένει εντός των πλαισίων του ανταγωνισμού. Με 28 από τους 39 ανακοινωμένους ίππους να φτάνουν στον πίσω τροχό, όχι μόνο θα φύγει μπροστά στο φανάρι, αλλά θα ταξιδέψει άνετα, διατηρώντας ταχύτητες της τάξης των 140 χιλιομέτρων με άνεση, σκαρφαλώνοντας αν χρειαστεί μέχρι τα 160, ή και τα 180 στο κοντέρ υπό ιδανικές συνθήκες. Η επιτάχυνση είναι δυνατή και έρχεται άμεσα με την περιστροφή του γκαζιού, σπινάροντας εύκολα τον πίσω τροχό. Αν όμως τέτοιου είδους συμπεριφορά αποτελεί τη μόνιμη συνήθειά σας, τότε υπάρχει περίπτωση να αρχίσει να σας ακολουθεί ένας ιδιόρρυθμος θόρυβος από τον συμπλέκτη. Ο φυγοκεντρικός συμπλέκτης των μοντέλων ’03 και ’04, σε γρήγορους ρυθμούς και απότομα ανοίγματα του γκαζιού άρχιζε να παραπονιέται -αλλά μέχρι εκεί. Πέραν του παραγόμενου θορύβου, δεν υπήρχε καμία άλλη παρενέργεια, τόσο στην αξιοπιστία όσο και στην απόδοση.
Μετά το 2004 το πρόβλημα αυτό αντιμετωπίστηκε πλήρως, με αντικατάσταση κάποιων υλικών στον συμπλέκτη και δεν συναντάται πλέον. Ορισμένοι μάλιστα ιδιοκτήτες παλαιότερων μοντέλων είχαν προχωρήσει σε αντικατάσταση, στα πλαίσια του service. Αν τώρα σκοπεύετε να αγοράσετε κάποιο μοντέλο ’03-'04, δεν θα πρέπει να σας ανησυχεί αυτό, καθώς ακόμα και αν παρουσιαστεί ο θόρυβος, αντιμετωπίζεται εύκολα και γρήγορα στην αντιπροσωπεία, με κόστος γύρω στα εκατό ευρώ. Η γρήγορη οδήγηση βέβαια με το 189 κιλών σκούτερ, εξίσου γρήγορα θα φθείρει τα πίσω τακάκια -αλλά αυτό αποτελεί επιλογή σας.
Είναι πάντως δύσκολο να μην πας γρήγορα με το Beverly 500, καθώς το μεγάλο, 41 χιλιοστών πιρούνι με τη σκληρή συμπεριφορά του και το στιβαρό πλαίσιο, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για το κυνήγι της ταχύτητας στην είσοδο της στροφής. Ο μπροστινός τροχός των 16 ιντσών περνά εύκολα πάνω από την πλειοψηφία των ανωμαλιών του οδοστρώματος, και ο 14 ιντσών πίσω θα ακολουθήσει -αλλά το αμορτισέρ με τη μικρή διαδρομή των 78 χιλιοστών, θα περιορίσει την κάθετη κίνησή του. Σε μια προσπάθεια να μειωθεί το ύψος της σέλας και να μείνει χώρος από κάτω για τουλάχιστον ένα μικρό jet κράνος, αυτή ήταν μια αναγκαία παραχώρηση. Ωστόσο, έτσι κέρδισε σε συμπεριφορά μέσα στη στροφή.
Το Beverly 500 ακροβατεί ανάμεσα στην άνεση και τον σπορ χαρακτήρα χωρίς να κάνει παραχωρήσεις. Είναι μια δύσκολη αποστολή, αλλά οι Ιταλοί τα κατάφεραν. Άνετο και γρήγορο μέσα στην πόλη, με σύγχρονη σχεδίαση που τραβά τα βλέμματα, αφήνει το αστικό περιβάλλον ορμώντας στην εθνική οδό με αξιώσεις. Αν κινήστε εκεί συχνά, θα χρειασθείτε τη ζελατίνα, καθώς δεν υπάρχει άλλη προστασία από τον αέρα. Η διασκέδαση όμως έρχεται σε επαρχιακές διαδρομές. Εκεί το Beverly θα κινηθεί σβέλτα ακόμα και με δύο άτομα και πάνω απ’ όλα με ενεργητική ασφάλεια. Στα χρήματα που γίνεται διαθέσιμο, λίγες μοτοσυκλέτες ή σκούτερ μπορούν να προσφέρουν αντίστοιχα οφέλη και ίσως γι’ αυτό αλλάζει έτσι εύκολα χέρια.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Μονοκύλινδρος, τετράχρονος, υγρόψυκτος με 1 ΕΕΚ, 4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 92x69
Χωρητικότητα (cc): 459
Σχέση συμπίεσης: 10,5:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική, μεταβαλλόμενο αβάνς
Τροφοδοσία: Ηλεκτρονικός ψεκασμός Magneti Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1, καταλύτης
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Αυτόματος φυγοκεντρικός
Τελική Μετάδοση: Τροχαλίες μεταβαλλόμενης διαμέτρου, τραπεζοειδής ιμάντας, γραναζωτός μειωτήρας
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό χωροδικτύωμα
Γωνία κάστερ (o): 27,5
Μεταξόνιο (mm): 1550
Μήκος (mm): 2215
Πλάτος (mm): 770
Ύψος σέλας (mm): 775
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 189 / –
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l): 13,2 / 3
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Yδραυλικό τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 41
Διαδρομή (mm): 104
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Αιωρούμενος βραχίονας με δύο υδραυλικά αμορτισέρ
Διαδρομή (mm): 78
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων σε 4 θέσεις
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 260 χιλιοστών με δαγκάνες Brembo Serie Oro δύο αντικριστών εμβόλων και σύστημα Integrale
Πίσω: Δίσκος 240 χιλιοστών με δαγκάνα Brembo Serie Oro δύο αντικριστών εμβόλων και σύστημα Integrale
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: Pirelli GTS 23 (Tubeless) / 110/70-16 52S
Ζάντα: 3x16''
Πίσω
Ελαστικό: Pirelli GTS 24 (Tubeless) / 150/70-14 66S
Ζάντα: 4,5x14''
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο (χιλιόμετρα ή μίλια ανά ώρα) με ολικό και μερικό χιλιομετρητή, immobilizer, ενδεικτικές λυχνίες για λειτουργία ψεκασμού / μεσαία και μεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / φλας / ρεζέρβα / λειτουργία immobilizer, ενδείξεις στάθμης καυσίμου και θερμοκρασίας ψυκτικού, αποθηκευτικός χώρος κάτω από τη σέλα και ντουλαπάκι στην ποδιά, πλαστικός γάντζος, σχάρα, αδιάβροχο κάλυμμα σέλας, πρίζα 12V/180W, εργαλεία, πλαϊνό και κεντρικό σταντ
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm): 39 / 7.500
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 4,38 / 5.500
Μέχρι τα 50 χιλιόμετρα ανά ώρα, που είναι το μέγιστο επιτρεπόμενο όριο εντός πόλης, κινήστε ομαλά και πολιτισμένα. Αν μπείτε σε λεωφόρο με μεγαλύτερο όριο ή αποφασίσετε να παρανομήσετε, το Beverly δεν θα σας σταματήσει καθόλου. Αντιθέτως, μετά τα 50 θα αρχίσει να ανεβάζει δυνατά και σταθερά μέχρι και τα 110. Γραμμική και μεστή απόδοση που χαρίζει χαμόγελα
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (km/l)
Μέση: 16,3

Aprilia Tuono 1000 R 2006 - 2010

Από το

Μαύρο Σκύλο

17/10/2011

Κινητήρας “διαμάντι”: Το Tuono πρωτοεμφανίστηκε στην γκάμα της Aprilia αρχικά το 2002 και ήταν βασισμένο στην superbike Mille που είχε προηγηθεί η παρουσίασή της το 1999. Η Aprilia παρουσίασε την επόμενη γενιά Mille το 2004 και δυο χρόνια αργότερα ήρθε η σειρά για τη παρουσίαση της δεύτερης γενιάς Tuono, που έμεινε στην παραγωγή μέχρι πέρσι
Στη δεύτερη γενιά, από το 2006 και μετά, καταργήθηκε το RSV και έμεινε μόνο το όνομά του να το χαρακτηρίζει, ενώ η Aprilia ακολούθησε την ίδια συνταγή με την οποία έφτιαξε και το πρώτο. Η συνταγή αυτή ήθελε τα Tuono να προέρχονται από τη μετατροπή του superbike σε streetfighter. Έτσι και το Tuonο της δεύτερης γενιάς έχει το πλαίσιο - κόσμημα του Mille, ένα πλαίσιο με αρετές γεννημένες σε πίστες και πρωταθλήματα. Χάρη σε αυτό το άκαμπτο πλαίσιο το Tuono αποκαλύπτει άριστη συμπεριφορά σε ψηλές και πολύ υψηλές ταχύτητες για τις οποίες είναι ικανό. Δεν είναι η πιο κατάλληλη μοτοσυκλέτα για ήσυχες βόλτες, αλλά είναι πολύ καλό για ανήσυχες, από εκείνες όπου οι αισθήσεις πρέπει να είναι ζωντανές. Έχοντας αλλαγμένη θέση οδήγησης σε σχέση με τη Mille, βάζει τον αναβάτη με τον κορμό πιο όρθιο, ενώ τα χέρια δεν χρειάζεται να κατέβουν για να πιάσουν το μεγάλο τιμόνι. Το Tuono της δεύτερης γενιάς, έχασε μερικές από τις τουριστικές δυνατότητες που είχε το προηγούμενο για χάρη του εκσυγχρονισμού του και της περισσότερο μοντέρνας εμφάνισής του. Μικρότερο έγινε το mini -αλλά σταθερό- φαίρινγκ, ενώ η σμίκρυνση της ουράς συρρίκνωσε και την σέλα του συνεπιβάτη. Οδηγοκεντρική θα λέγαμε ότι είναι η Tuono, θέλοντας να προσφέρει τα πολλά στον αναβάτη της, καθώς έχει στη διάθεσή του για να απολαμβάνει την οδήγησή, πέρα από το πλαίσιο και τις αναρτήσεις του, τα ακτινικά φρένα της Brembo, αλλά πάνω από όλα τον κινητήρα του. Ο μεγάλος δικύλινδρος αναβαθμίστηκε προηγουμένως για να τοποθετηθεί στο Mille και με λίγες αλλαγές για να ταιριάζει η απόδοσή του στον χαρακτήρα της streetfighter. Tου δόθηκε η ονομασία V60o Magnesium, με αφορμή την κατασκευή των καπακιών του από μαγνήσιο. Οι αλλαγές όμως ήταν πολύ περισσότερες, κυρίως σε κεφαλές, εξατμίσεις και ψεκασμό και το αποτέλεσμα είναι ποίημα. Δεν υπάρχει άλλος μεγάλος δικύλινδρος κινητήρας που προέρχεται από τα superbike, ο οποίος να δουλεύει τόσο γλυκά, ακόμη και κάτω από τις δυο χιλιάδες στροφές. Κυριολεκτικά η απόδοσή του είναι βελούδινη και ο αναβάτης του Tuono μπορεί να απολαμβάνει ήσυχες βόλτες, ακόμη και μέσα στην πόλη.
Το καλό του χαρτί όμως είναι η απόδοσή του στις μεσαίες όπου μόνο ο ήχος του θυμίζει ότι είναι ένας μεγάλος δικύλινδρος. Ομαλός και ροπάτος, με ρωμαλέα απόδοση, καλή απόκριση, χωρίς κραδασμούς και με απόδοση κοντά σε αυτήν των τετρακύλινδρων που έχουν οι ανταγωνιστές του από την Ιαπωνία. Ο κινητήρας αυτός πέρα από την ισχύ του έχει να επιδείξει και μια πάρα πολύ καλή αξιοπιστία, και υπάρχουν τέτοιες μοτοσυκλέτες που έχουν περάσει τις εκατό χιλιάδες χιλιόμετρα δίχως πρόβλημα ή κάποια επισκευή. Το μικρό του φαίρινγκ προσφέρει κάποια προστασία έως τα 140 χιλιόμετρα, ενώ από εκεί και πάνω τα πράγματα δυσκολεύουν για την άνεση του αναβάτη. Δεν δυσκολεύουν όμως καθόλου για το Tuono που μπορεί να στείλει την ψηφιακή ένδειξη του ταχύμετρου ακόμη και πάνω από τα 270 χιλιόμετρα. Την σταθερότητα που επιδεικνύει σε αυτές τις πολύ υψηλές ταχύτητες την οφείλει στο πλαίσιο, ενώ την βοηθάει και το σταμπιλιζατέρ της Sachs που βρίσκεται κάτω από την κάτω πλάκα του πιρουνιού του. Δίνοντας τη θέση του στο πιο προκλητικό νέο Tuono V4R, το τελευταίο δικύλινδρο Tuono παραμένει μια μεγάλη streetfighter, με κορυφαία εργονομία όπου πάνω της βολεύονται όλα τα αναστήματα, έναν “άσπαστο” κινητήρα και πολύ καλοφτιαγμένο. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Aprilia έδινε τέσσερα χρόνια εγγύηση. Είχε και καλή τιμή τότε και υπάρχουν αρκετά μεταχειρισμένα και με μεγάλο εύρος τιμών, αλλά κι με πολλές βελτιώσεις διαφόρων επιπέδων.  
Η έκδοση Factory
Σπανιότερη και πολύ ακριβότερη είναι η έκδοση Factory του Tuono. Παρουσιάστηκε λίγους μήνες πριν από την απλή έκδοση και ξεχωρίζει όχι μόνο από τα ανθρακονήματα σε καπάκια και φτερό, αλλά και από τις “χρυσές” αναρτήσεις της Ohlins εμπρός και πίσω και τις σφυρήλατες ζάντες της Oz. H απόδοση του κινητήρα ήταν ίδια, όπως και στο απλό μοντέλο.
[blockquote]Ναι...
Για τις επιδόσεις και την αξιοπιστία της
Όχι...
Εάν δεν θέλεις μια “αντρίκια” streetfighter
Γιατί…
Έχει απολαυστικό κινητήρα
Τι να προσέξετε
Η Aprilia έφτιαξε το Tuono ακολουθώντας πολύ υψηλής ποιότητας υλικά και το φινίρισμά του ήταν άριστο. Και επειδή η “μισή χαρά” ενός ιδιοκτήτη είναι η σωστή εμφάνιση αξίζει να ψάξει κάποιος για ένα όσο γίνεται πιο ανέπαφο Tuono. Η καλή του κατασκευή συνοδεύεται και από αξιοπιστία, ειδικά του κινητήρα. Εάν είναι σωστά συντηρημένος, η διάρκεια της ζωής του είναι πολύ μεγάλη και υπάρχουν τέτοιοι κινητήρες, απροβλημάτιστοι με πάρα πολλά χιλιόμετρα στην πλάτη τους. Εάν όμως πάθει κάτι, τα ανταλλακτικά του είναι ιδιαίτερα ακριβά, οπότε ο ευλαβικός του έλεγχος είναι απαραίτητος. Με πίσω ελαστικό πλάτους 180 το Τuono αποκτά λιγότερο “βαριά” αίσθηση και αλλάζει κλίσεις γρηγορότερα.[/blockquote]



ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Τετράχρονος, δικύλινδρος V60o , υγρόψυκτος, 2ΕΕΚ/4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 97 x 67,5
Κυβικά (cc): 997,62
Σχέση συμπίεσης: 11,8:1
Ανάφλεξη: Ψηφιακή
Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1 σε 2
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος συμπλέκτη: Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος
Σχέσεις ταχυτήτων: 6
Τελική μετάδοση: Αλυσίδα, γρανάζια



ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Αλουμινένιο περιμετρικό δύο δοκών, αφαιρούμενο αλουμινένιο υποπλαίσιο
Γωνία κάστερ (o): 25
Ίχνος (mm): 103,7
Μεταξόνιο (mm): 1.410
Ύψος σέλας (mm): 810
Βάρος κενή/γεμάτη (kg): 185/197,6
Βάρος, ζυγισμένο, γεμάτη (kg): 213,5
Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 18/4
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Ανεστραμμένο
Διάμετρος (mm): 43
Διαδρομή (mm): 120
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων, απόσβεση συμπίεσης και επαναφοράς
Πίσω: Ένα αμορτισέρ, μοχλικό
Διαδρομή (mm): 133
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίου, απόσβεση επαναφοράς


ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 320mm, ακτινικές δαγκάνες με τέσσερα έμβολα
Πίσω: Δίσκος 220mm, δαγκάνα με δύο έμβολα


ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: 120/70-17
Ζάντα: 3,50 x 16
Πίσω
Ελαστικό: 190/50 - 17
Ζάντα: 5 x 17


ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο, στροφόμετρο, ολικός και δύο μερικοί χιλιομετρητές, ρολόι, ενδείξεις για μέγιστη ταχύτητα / μέση ωριαία, υπολογιστής ταξιδιού, χρονόμετρο, shift light, δείκτης βενζίνης / ρεζέρβα






ΛΕΖΑΝΤΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΟΣ




Ισχύς στον τροχό (ΗΡ/rpm): 115,5/9.700
Ροπή στον τροχό (Kg.m/rpm): 9,1 /8.500


Ο μεγάλος δικύλινδρος έχει πολύ καλή απόδοση και λειτουργία ακόμη και στις χαμηλές στροφές κάνοντας εύκολα ήρεμες βόλτες. Ο ξεχωριστός του χαρακτήρας όμως είναι η απολαυστική του απόδοση στις μεσαίες και είναι ακριβώς αυτό που δίνει τον εκρηκτικό χαρακτήρα στη μοτοσυκλέτα.


ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (L/100Κm)
Μέση: 8
ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (Km)
Μέση : 225