editorial τ.531 - άνθρωποι και μοτοσυκλέτες

Από το

Μαύρο Σκύλο

31/1/2014

Zήσαμε την άνοδο και την κορύφωση της μοτοσυκλέτας στην Ελλάδα, τώρα ζούμε την παρακμή της. Κι όχι μόνο σε απόλυτους αριθμούς. Το 2007, όταν οι συνολικές πωλήσεις δικύκλων πλησίαζαν τις μαγικές 100.000 μονάδες, οι μοτοσυκλέτες ήταν το 23% της αγοράς, με το υπόλοιπο 70% να είναι παπιά και σκούτερ. Σήμερα έχουμε φτάσει σε άλλα ποσοστά: Τα σκούτερ σήμερα αντιπροσωπεύουν το 60% της αγοράς, τα παπιά 30% και οι μοτοσυκλέτες έχουν κάτω από 10%. Κι αυτά τα ποσοστά δεν αντιπροσωπεύουν το τζίρο σε χρήματα, αφού τις καλές χρονιές οι μοτοσυκλέτες που πωλούνταν ήταν σαφώς μεγαλύτερες και ακριβότερες απ' ότι σήμερα. Σε επίπεδο πωλήσεων μοτοσυκλετών, έχουμε γυρίσει πίσω στα επίπεδα των αρχών της δεκαετίας του '90. Τότε όμως κανείς δεν μιλούσε για κρίση, με βάση τις πωλήσεις μοτοσυκλετών. Η αγορά, οι αντιπροσωπείες και τα καταστήματα, ήταν λίγο πολύ σεταρισμένα για τις πωλήσεις της εποχής. Αυτό που κάνει τις σημερινές πωλήσεις να φαίνονται απελπιστικά λίγες, είναι πως η αγορά τις εποχές της αφθονίας γιγαντώθηκε, κι ο αριθμός των καταστημάτων πολλαπλασιάστηκε. Ανάλογα, κι ακόμα πιο γιγαντωμένα, ήταν τα φαινόμενα στο χώρο του αυτοκινήτου, όπου κάθε κωμόπολη απέκτησε γιγαντιαίες κάθετες μονάδες, που δεν έμελλε να ζήσουν πολύ. Όταν τα πράγματα δυσκόλεψαν, οι αντιπροσωπείες άρχισαν να συρρικνώνονται, και πραγματικά, πολλές από αυτές δεν είναι παρά φαντάσματα του παλιού τους εαυτού. Η επιβίωση είναι ο πρώτος και τελευταίος στόχος. Και λογικά. Εκεί που δεν είμαι σίγουρος πως γίνονται οι σωστές κινήσεις, είναι στις μεθόδους με τις οποίες η κάθε αντιπροσωπεία υπολογίζει πως θα επιβιώσει. Δυστυχώς, υπάρχουν κάποιες αντιπροσωπείες που έχουν ξεγράψει λίγο-πολύ τις μοτοσυκλέτες, κι έχουν απολύσει όσα στελέχη τους ήξεραν από μοτοσυκλέτες. Μπορεί κάποιοι να πιστεύουν πως δεν χρειάζεται να έχεις γνώσεις για μοτοσυκλέτες για να πουλήσεις σκούτερ και παπιά, μπορεί και να πιστεύουν πως οι δύο χώροι (μοτοσυκλετών και σκούτερ – παπιών) δεν συνδέονται μεταξύ τους, πως η αγορά μπορεί να ζήσει και χωρίς τις μοτοσυκλέτες. Μάλλον όμως κάνουν λάθος. Είναι αδύνατον να γνωρίζουμε ακριβή ποσοστά, αλλά είναι σίγουρο πως πάρα πολλοί από αυτούς που αγοράζουν σκούτερ και παπιά είναι μοτοσυκλετιστές που δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν μοτοσυκλέτα, ή να έχουν και μοτοσυκλέτα και κάποιο σκούτερ, όπως παλιά.

Με ενοχλεί αφάνταστα όταν τα σκούτερ και τα παπιά αντιμετωπίζονται ως απρόσωπα εμπορεύματα, απογυμνωμένα και απομακρυσμένα από όλη την κουλτούρα του μοτοσυκλετισμού. Ακόμα περισσότερο με πικραίνει όταν και οι μοτοσυκλέτες αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο, όταν επικρατεί η νοοτροπία του «εμπορεύματα είναι κι αυτά, αρκεί ένας τυχαίος πωλητής χωρίς καμία εξειδικευμένη γνώση για να τα πουλήσει». Είναι κλασικό πια το επιχείρημα: Οι μοτοσυκλέτες δεν είναι πλυντήρια. Σπάνια έχουμε περισσότερες απαιτήσεις από ένα πλυντήριο, εκτός από το να κάνει την δουλειά του χωρίς να μας απασχολεί. Οι μοτοσυκλέτες όμως έχουν κάτι πολύ παραπάνω από μια λευκή συσκευή: Γίνονται μέρος της ζωής μας με ένα τρόπο που κανένα άλλο αγαθό δεν μπορεί να πετύχει, και σίγουρα κανένα άλλο μηχανοκίνητο όχημα. Για την δημιουργία κάθε μοτοσυκλέτας, έχουν δουλέψει άνθρωποι που διαθέτουν παρόμοια τρέλα με την δική μας, που απολαμβάνουν τα ίδια πράγματα, που έχουν πονέσει κι αυτοί από πτώσεις, που έχουν απογοητευτεί από τις όποιες δυσκολίες κι έχουν χαρεί από τις επιτυχίες, όπως κι εμείς. Στο δικό μου μυαλό είναι ξεκάθαρο: Τέτοιοι άνθρωποι χρειάζονται, από εκείνους που κάνουν την αρχική σύλληψη και εξέλιξη ενός μοντέλου, μέχρι εκείνους που μας παραδίδουν τα κλειδιά όταν την αγοράζουμε από το κατάστημα, μέχρι εκείνους που θα μας την κάνουν service μετά κι εκείνους που θα μας πουλήσουν ανταλλακτικά και αξεσουάρ. Δυστυχώς, ένα γενικευμένο πια φαινόμενο είναι να απολύονται «οι παλιοί που ξέρουν», γιατί είναι υψηλότερα αμειβόμενοι, και να αντικαθίστανται (;) από όσο πιο χαμηλά αμειβόμενους γίνεται, με την ελπίδα πως θα κάνουν την ίδια δουλειά. Τέτοιο αυτο-παραμύθιασμα; Βγάζεις τον τετρακύλινδρο κινητήρα ενός superbike και τον αντικαθιστάς με έναν no name αλυσοπρίονου προελεύσεως βαθιάς Κίνας, και περιμένεις να έχει τις ίδιες επιδόσεις; Κι όχι μόνο, αλλά να τρέξουν και οι αγοραστές να δώσουν προκαταβολές για να το αγοράσουν;

Κι οι άνθρωποι που πραγματικά ξέρουν δεν είναι αυτοί που μόλις πήραν ένα πτυχίο, αλλά αυτοί που έχουν την εξειδικευμένη εμπειρία και τις ικανότητες που δεν αποκτώνται παρά μόνο με την πολυετή ενασχόληση με το προσωπικό τους όνειρο. Με αφορμή το Fireblade SP, ήρθαν στο μυαλό μου δύο τέτοιοι άνθρωποι που σχετίζονται μαζί του, ο Tadao Baba και ο Dave Hancock, που η επαγγελματική πορεία τους δείχνει ξεκάθαρα πόσο πολύτιμοι είναι οι αντίστοιχοι άνθρωποι, όταν η εταιρία στην οποία εργάζονται τους αξιοποιεί κατάλληλα. Κανείς από τους δυό τους δεν είχε τα τυπικά προσόντα που θεωρητικά θα απαιτούσαν οι θέσεις που είχαν αργότερα. Ο Tadao Baba, πατέρας του Fireblade, είναι 68 ετών σήμερα. Όταν ήταν 14, αγόρασε ένα παπί, και το όνειρό του ήταν να γίνει εργοστασιακός αναβάτης της Honda. Στα 18 του, ξεκίνησε να εργάζεται στο μηχανουργείο του εργοστασίου της Honda στην Saitama, φτιάχνοντας κάρτερ και κεφαλές για τα CB72 και CB77. Τρία χρόνια αργότερα, τον έκαναν αναβάτη δοκιμών στο τμήμα R&D γιατί ήταν καλός αναβάτης, κι έφτασε μάλιστα να κερδίσει το εθνικό πρωτάθλημα στα 125, το 1970. Οι επιτυχίες του στους αγώνες έγιναν αφορμή να τον προσέξει ο Soichiro Honda, κι αναγνωρίζοντας στον Baba το αντισυμβατικό πνεύμα που χαρακτήριζε και τον ίδιο, όχι μόνο έγιναν φίλοι, αλλά όταν είδε πως η κατανόησή του για τις μοτοσυκλέτες και τον τρόπο που εξελίσσονται ήταν αυτή που ήθελε για την εταιρία του, του ανέθεσε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη των μελλοντικών μοτοσυκλετών της Honda, γράφοντας στα παλιά του παπούτσια την έλλειψη πτυχίων και τίτλων. Αν και ο Baba ήταν υπεύθυνος για την εξέλιξη πολλών μοτοσυκλετών δρόμου αλλά και εκτός δρόμου της Honda, εμείς τον γνωρίζουμε περισσότερο ως πατέρα των Fireblade, και ειδικά του επαναστατικού πρώτου. Το '87 του ζητήθηκε να αναλάβει εξ ολοκλήρου την ευθύνη για την εξέλιξη του νέου superbike της Honda, στην θέση του Yoichi Oguma, που έγινε πρόεδρος του HRC. Aυτό δείχνει πόσο τον εκτιμούσαν στην Ηοnda, αλλά και πόσο σημαντικό θεωρούσαν αυτό το project. Ο Baba ήταν αγχωμένος φυσικά, αλλά από την άλλη ήταν και στο στοιχείο του: «Τρελαίνομαι να οδηγώ σπορ μοτοσυκλέτες, να έχω αυτό το συναίσθημα ικανοποίησης όταν καταφέρνω να τις ελέγχω όπως θέλω. Στόχος μου ήταν να δημιουργήσω μια μοτοσυκλέτα εύκολη στην οδήγηση, που να περιγράφεται από τις λέξεις «Total Control», την ιδανική μου superbike». Αρχικά, δεν ήταν σίγουροι ούτε για τον κυβισμό, αλλά ο Baba ήθελε χαμηλό βάρος, κι έθεσε ως στόχο τα 190 κιλά, που για τότε ήταν πολύ λίγα. Αρνήθηκε να συμβιβαστεί και να βαρύνει την μοτοσυκλέτα του, απαιτώντας να ξανασχεδιαστούν τα πάντα, ακόμα κι αρνούμενος να συζητήσει περί upside down πιρουνιού, αφού ήταν πιο βαριά. Το συμβατικό πιρούνι που εξέλιξε για το Fireblade δεν έμοιαζε με κανένα άλλο. Παρτά το ότι ήταν εμπειρικός μηχανολόγος και όχι σπουδαγμένος, το CBR900RR ήταν η πρώτη Honda που σχεδιάστηκε με τεχνολογία CAD και την θεωρία της συγκέντρωσης της μάζας κοντά στο κέντρο βάρους, βάζοντας τις βάσεις για όλες τις superbike που ακολούθησαν. Λιγότερο από δύο χρόνια μετά, ο Tadao Baba στάθηκε μπροστά στους αναβάτες εξέλιξης της Ηοnda, που ήταν έτοιμοι να οδηγήσουν τα πρωτότυπα στην πίστα της Suzuka, και τους είπε: «Κύριοι, σήμερα θα οδηγήσετε μια επαναστατική μοτοσυκλέτα». Και η συνέχεια της ιστορίας τον δικαίωσε.

Ανάμεσα σε αυτούς τους αναβάτες δοκιμών ήταν και ο Βρετανός Dave Hancock, που μόλις πριν δυό μέρες είχε αναλάβει τέτοιο ρόλο. Πως έφτασε ως εκεί; Οδηγούσε από 8 ετών. Παράτησε το σχολείο στα 16, για να γίνει μηχανικός μοτοσυκλετών, και στα 20 έτρεχε αγώνες ταχύτητας με ένα Yamaha TR3. Kατάλαβε όμως πως ήταν καλύτερος μηχανικός απ' ότι αναβάτης που θα έπαιρνε πρωταθλήματα, και κατάφερε να γίνει μηχανικός του Steve "Stavros" Parrish, team mate του Barry Sheene. Aργότερα, έφτιαχνε τους αγωνιστικούς κινητήρες για τον Kenny Roberts, κι όταν τελείωσε την καριέρα του ως μηχανικού, δοκίμασε να γίνει πωλητής μοτοσυκλετών, αλλά όπως λέει «δεν ήμουν και πολύ καλός, οπότε με έκαναν διευθυντή». Στην Ηοnda πήγε το 1987, και το 1989 έγινε, μετά από μια συνέντευξη που ο ίδιος θεώρησε πως δεν πήγε καλά, διευθυντής πωλήσεων για την Honda UK. Mέχρι τότε, οι αναβάτες εξέλιξης της Honda ήταν ιάπωνες, που δεν έκαναν και έντονη κριτική στις μοτοσυκλέτες που δοκίμαζαν, για να μην... στεναχωρήσουν τους υπεύθυνους εξέλιξης. Το R&D της Honda όμως ήθελε να το αλλάξει αυτό, και ρώτησαν τον Hancock αν μπορούσε να οδηγήσει γρήγορα. Φυσικά, τους απάντησε ο πρώην αγωνιζόμενος μια Πέμπτη. Πολύ ωραία, του απάντησαν, την Δευτέρα το πρωί να είσαι στην Suzuka! Ακόμη δεν ήξερε τι θα οδηγούσε, αλλά όταν έφτασε εκεί και άκουσε τις δηλώσεις του Tadao Baba, βρήκε μπροστά του δύο πρωτότυπα, ένα 750 κι ένα 900 κυβικών. Παρέα με αυτά, είχαν GSX-R1100 και FZR1000. To Fireblade είχε σχεδιαστεί αρχικά ως 750, και για να βάλουν τον κινητήρα των 900 κυβικών έκοψαν κι έραψαν το πλαίσιο, κάτι που έκανε την αρχική γεωμετρία να πάει περίπατο. «Δεν έστριβε με τίποτα, έχανε το μπροστινό στο τελευταίο σικαίην της Suzuka. Kάπως έτσι καταλήξαμε με εμπρός ζάντα 16 ιντσών αλλά με προφίλ ελαστικού που του έδινε την συνολική διάμετρο ενός τροχού 17 ιντσών... Πάντα ισχυριζόμασταν πως το είχαμε ειδικά σχεδιάσει, αλλά η αλήθεια είναι πως το κάναμε για να διορθώσουμε την λάθος γεωμετρία», εξηγεί ο Hancock. Έτσι, από γενικός διευθυντής πωλήσεων έγινε αναβάτης εξέλιξης, κι όχι μόνο έχει εξελίξει όλα τα Fireblade μέχρι το SP, αλλά διαθέτοντας την σπάνια ικανότητα να αντιλαμβάνεται τι πάει στραβά με μια μοτοσυκλέτα και να προτείνει ταυτόχρονα λύσεις, σύντομα ο ρόλος του αναβαθμίστηκε. Λίγο πριν την παρουσίαση του ST1300 Paneuropean, προειδοποίησε πως η μοτοσυκλέτα συνέχιζε να έχει πρόβλημα σταθερότητας όταν η θερμοκρασία του κινητήρα ζέσταινε τις βίδες που έδεναν τον κινητήρα με το πλαίσιο. Και με το ψαλίδι να στηρίζεται μόνο στον κινητήρα, η σταθερότητα πήγαινε περίπατο. Οι συνάδελφοί του στην Honda τον κατηγόρησαν πως ήταν υπερβολικά επικριτικός, αλλά όταν έγινε η παρουσίαση και όλοι οι δημοσιογράφοι παραπονέθηκαν, την επόμενη κιόλας μέρα του τηλεφώνησε ο ίδιος ο πρόεδρος του R&D και του ανέθεσε την εξής ευθύνη: Από τότε και στο εξής, καμία μοτοσυκλέτα δεν θα έπαιρνε έγκριση παραγωγής από το R&D, αν δεν είχε δώσει το ΟΚ ο Hancock! Αυτό ισχύει ακόμα και σήμερα, που ο Hancock έχει την θέση του επικεφαλής προγραμματισμού προϊόντων και εξέλιξης της Honda Motor Europe.

Για σκεφτείτε το: Ένας άνθρωπος που παράτησε το σχολείο στα 16 του για να γίνει μουτζούρης, έχει την ευθύνη για κάθε ένα νέο Honda: Αν δεν υπογράψει, δεν βγαίνει σε παραγωγή. Κι ένας άλλος πιτσιρικάς παπόβιος, που ξεκίνησε ως μουτζούρης κι αυτός, καθόρισε την εξελικτική πορεία όλων των supersport μοτοσυκλετών. Γι' αυτό και τις αγαπάμε ακόμα περισσότερο όταν μαθαίνουμε τέτοιες ιστορίες, που μας θυμίζουν και μας επιβεβαιώνουν πως οι άνθρωποι και μόνο οι άνθρωποι είναι αυτοί που με τα ελαττώματα και τα προτερήματά τους, την γνώση και την εμπειρία τους, κάνουν τις μοτοσυκλέτες σημαντικές για την ζωή μας. Γι' αυτό οι μοτοσυκλέτες είναι και θα είναι πολύ πιο ανθρώπινες από οποιοδήποτε άλλο «προϊόν», γι' αυτό και τις έχουμε στην καρδιά μας. Και τους αξίζει μια καλύτερη τύχη, ακόμα και στην Ελλάδα της κρίσης.

editorial 543 - Κάνουν ό,τι μπορούν για να μην πουλήσουν

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

29/1/2015

Θα φανταζόταν κανείς πως σε τέτοιους καιρούς κρίσης μπορεί να υπάρχουν έμποροι που κάνουν ό,τι μπορούν για να μην πουλήσουν; Κι όμως, στην Ελλάδα αυτό είναι γεγονός. Αντιπροσωπείες, στελέχη αντιπροσωπειών, έμποροι μοτοσυκλετών, έμποροι αξεσουάρ, συνεργεία, σε όλο το φάσμα του εμπορικού κόσμου της μοτοσυκλέτας υπάρχουν πολλοί που κάνουν ακριβώς την αντίθετη δουλειά από αυτή που υποτίθεται πως κάνουν. Δεν είναι η πλειοψηφία, αλλά δεν αποτελούν και "τις εξαιρέσεις", το ποσοστό είναι μεγάλο και ανησυχητικό. Είναι θαύμα και πολύ ενθαρρυντικό το γεγονός πως παρ’ όλη την κρίση, οι πωλήσεις μοτοσυκλετών δείχνουν ανοδικές τάσεις. Είναι η απόλυτη επιβεβαίωση πως η μοτοσυκλέτα είναι και επιθυμία, και ανάγκη, και διασκέδαση, και εξυπηρέτηση, και όνειρο για πολλούς.

Θα μπορούσε να θεωρηθεί αυτονόητο πως όταν τα πράγματα δυσκολεύουν, πρέπει να κάνεις και μεγαλύτερη προσπάθεια για να φέρεις το ίδιο αποτέλεσμα. Αλλά δεν είναι. Όταν ο μοτοσυκλετιστής – πελάτης το σκέφτεται τρεις φορές πριν ξοδέψει τα όποια χρήματά του, θα περίμενε κανείς πως οι επαγγελματίες του χώρου, από τις αντιπροσωπείες ως το πιο μικρό συνεργείο, θα έκαναν τα πάντα για να πείσουν τους πελάτες να έρθουν σ’ αυτούς, τα πάντα για να τους πείσουν πως τα χρήματα αξίζει να τα δώσουν σε εκείνους και όχι σε άλλους, στην Ελλάδα ή σε όλο τον κόσμο. Θα θέλαμε να δούμε ανταγωνιστικές τιμές, αναβαθμισμένη εξυπηρέτηση και συμπεριφορά, προβολή και ενημέρωση για τα όποια προϊόντα, κινήσεις που τελικά θα πείσουν τον πελάτη. Αντί για αυτό, βλέπουμε πολλές φορές ακριβώς τα αντίθετα.

Συγκέντρωσα χαρακτηριστικές περιπτώσεις από την Ελληνική πραγματικότητα. Άλλες ιστορίες έχουν συμβεί σε μένα, άλλες σε φίλους, άλλες τις μαθαίνουμε από την ίδια την αγορά και τους φίλους μοτοσυκλετιστές.

 

Παίρνω τηλέφωνο (ανώνυμα βέβαια) σε αντιπρόσωπο αξεσουάρ για να ρωτήσω αν έχει ένα εξάρτημα που χρειαζόμουνα, κόστους γύρω στα 25 ευρώ όπως είχα δει από την έρευνά μου σε διάφορα ευρωπαϊκά site. "Γειά σας, μήπως έχετε αυτό το παπαράκι;" Απάντηση: "Αααα, μόνο παραγγελία με προκαταβολή, τουλάχιστον τρεις βδομάδες παράδοση." "Πόσο θα κοστίσει;" "Να έρθει και βλέπουμε..."

Πως να αγοράσεις κάτι από αυτόν τον αντιπρόσωπο, όταν ξέρεις πως αν το παραγγείλεις μέσω κάποιου ευρωπαϊκού e-shop θα έρθει σε τρεις μέρες αντί για τρεις βδομάδες και βλέπουμε, με μικρότερο κόστος; Καταλαβαίνω πως δεν μπορεί να υπάρχει στοκ για τα πάντα. Μια απάντηση όμως του τύπου "Δεν το έχω, αλλά σε τρεις μέρες θα είναι εδώ", μάλλον θα κέρδιζε τον πελάτη.

 

Θεωρώ απολύτως λογικό, αναγκαίο και απαραίτητο να μπορεί ο υποψήφιος αγοραστής να οδηγήσει την μοτοσυκλέτα πριν την αγοράσει. Κι όχι μόνο τις μοτοσυκλέτες των είκοσι χιλιάδων, αλλά και τις πολύ φτηνές. Σημειώστε πως για μια αντιπροσωπεία οι μοτοσυκλέτες test ride έχουν κάποιο κόστος, αλλά μετά πωλούνται μια χαρά ως μεταχειρισμένες, σε τιμή μεγαλύτερη απ’ ό,τι έχουν κοστίσει στην αντιπροσωπεία. Κι αν τα test ride οδηγήσουν και σε πωλήσεις, το κέρδος είναι πολλαπλάσιο. Είναι απολύτως πιο πιθανό να αποφασίσεις να αγοράσεις μια μοτοσυκλέτα που έχεις οδηγήσει, παρά μια άγνωστη ποσότητα. Κι όμως. Πολλές αντιπροσωπείες δεν έχουν μοτοσυκλέτες για test ride οι ίδιες, ενώ επιμένουν να διαθέτουν οι dealer τους! Μερικές, ενώ έχουν, επιδεικνύουν δυσκαμψία που διώχνει τους υποψήφιους πελάτες. Αληθινή ιστορία: Έμπορος επαρχιακής πόλης ζητά από την αντιπροσωπεία των μοτοσυκλετών που πουλάει να του στείλουν ένα συγκεκριμένο μοντέλο, ακριβό, που υπήρχε ήδη διαθέσιμο για test ride: "Έχω κάποιους υποψήφιους πελάτες που θέλουν να την οδηγήσουν, μπορείτε να μου την στείλετε για δυό μέρες;" (Παρένθεση: Κόστος μεταφοράς γύρω στα 50 ευρώ). Απάντηση αντιπροσωπείας: "Πες τους να κατέβουν Αθήνα άμα θέλουν". Αν ήμουν ένας από αυτούς τους υποψήφιους πελάτες, θα έβαζα ένα μεγάλο "X" σ’ αυτή τη μάρκα. Κι αν τύχει να συζητήσεις με τους υπαλλήλους της αντιπροσωπείας, είναι σίγουρο πως θα σου πουν "Δύσκολοι καιροί, μικρές πωλήσεις..." Σε απόλυτη αντίθεση, έμαθα πως υποψήφιος αγοραστής ενός πολύ ιδιαίτερου αυτοκινήτου (τόσο ιδιαίτερου που το μόνο ίσως που κυκλοφορεί στην Ελλάδα είναι το προσωπικό του ιδιοκτήτη της αντιπροσωπείας), απευθύνθηκε σε έμπορο της συγκεκριμένης μάρκας εκδηλώνοντας το ενδιαφέρον του για test ride. Τι συνέβη; Δεν του είπαν καν πήγαινε στην αντιπροσωπεία να το οδηγήσεις. Μόλις το έμαθε ο ιδιοκτήτης της αντιπροσωπείας, έστειλε το αυτοκίνητο με τον προσωπικό οδηγό του στον dealer για να κάνει ο πελάτης το test drive του. Λέτε να μην το αγόρασε μετά από αυτό; Μπορεί, αλλά η κίνηση σίγουρα μετράει, και το κυριότερο, δείχνει σεβασμό στον πελάτη. Και μην παρασυρθεί κανείς και πει "Ναι, αλλά αυτό προφανώς ήταν ακριβό αυτοκίνητο". Δεν έχει σχέση. Μπορεί ο συγκεκριμένος πελάτης να είχε χρήματα, και να το αγόραζε πιο εύκολα απ’ ότι ένας άνεργος ή πενιχρά αμειβόμενος θα έπαιρνε ένα παπί. Και ειδικά αυτός που αγοράζει με σκληρά κερδισμένα χρήματα, υπολογίζοντας και το τελευταίο ευρώ, αξίζει τον σεβασμό των εμπόρων.

 

Οι εταιρίες που παράγουν μοτοσυκλέτες έχουν τις εξής βασικές ευκαιρίες να ενημερώσουν και να πείσουν τους υποψήφιους πελάτες: 1) Την πρώτη παρουσίαση του μοντέλου στα διεθνή Σαλόνια Μοτοσυκλέτας, μετά ίσως και από σειρά σπαστικών βίντεο teaser όπως συνηθίζεται τώρα τελευταία, 2) Την οδηγική πια διεθνή παρουσίαση για τους δημοσιογράφους, μια πολύ σημαντική πρώτη επαφή με την μοτοσυκλέτα και τους δημιουργούς της, 3) Την διάθεσή της για test ride στην Ελλάδα, τόσο στο περιοδικό όσο και απ’ ευθείας στους υποψήφιους αγοραστές, και 4) μια ακόμα παρότρυνση – υπενθύμιση μέσω των κάθε μορφής διαφημίσεων. Πολλές αντιπροσωπείες στην Ελλάδα αδιαφορούν για το (1), και δεν στέλνουν ποτέ ούτε το ενημερωτικό υλικό, κάνουν το παγώνι για το (2) για να μην ξοδέψουν καθόλου χρήματα, πολλές φορές λέγοντάς μας και ψέματα ("Δεν ξέρουμε τίποτα, δεν μας έχουν ενημερώσει..."), αδιαφορούν πλήρως για το (3) που έχει για κείνους πολύ μικρό κόστος (αν έχει) σε σχέση με την προβολή και τον σεβασμό που οφείλουν να δείχνουν προς τους υποψήφιους αγοραστές, και τελικά αγνοούν και το (4), αποφεύγοντας να διαφημίσουν την μοτοσυκλέτα τους. Και μετά λένε... "Οι πωλήσεις είναι πολύ χαμηλές", αποφεύγοντας να αναφέρουν πως έχουν κάνει ό,τι έπρεπε για να πετύχουν αυτό ακριβώς το αποτέλεσμα: Να μην πουλήσουν. Λες και οι υποψήφιοι αγοραστές θα τρέξουν από μόνοι τους στα μαγαζιά να παρακαλάνε να αγοράσουν μια μοτοσυκλέτα για την οποία η ίδια της η αντιπροσωπεία αδιαφορεί.     

 

Το 2014, αρκετές αντιπροσωπείες με δημοφιλή μοντέλα... ξέμειναν, και δεν είχαν να πουλήσουν, ενώ οι πελάτες τα ζητούσαν. Κακός αρχικός υπολογισμός; Αδυναμία ανεύρεσης επιπλέον μοτοσυκλετών; Φόβος για αρχική παραγγελία μεγαλύτερη από την ζήτηση;  Όπως και νά’χει, η ευθύνη προφανώς δεν ήταν των πελατών, που ήθελαν να δώσουν τα ωραία τους χρήματα, αλλά της αντιπροσωπείας: Θα μπορούσε να πουλήσει παραπάνω αλλά δεν τα κατάφερε.

 

Υπάρχει μια γενική αντίληψη πως τα αξεσουάρ μοτοσυκλέτας και αναβάτη είναι ακριβότερα στην ελληνική απ’ ότι στην ευρωπαϊκή αγορά. Σε πολλές περιπτώσεις αυτό ισχύει, σε άλλες όχι. Κι όμως, όσοι έχουν τα ίδια αξεσουάρ στις ίδιες ή και καλύτερες τιμές απ’ ότι σε χώρες της ΕΕ, μπορεί να μην κάνουν τίποτα για να μάθουμε κι εμείς κι εσείς πως τα έχουν, και σε τι τιμές. Μετά βέβαια, γκρινιάζουν πως οι πελάτες παραγγέλνουν μέσω internet και πως το internet τους κάνει ζημιά, χωρίς οι ίδιοι ούτε να διαθέτουν e-shop, ούτε να διαφημίζουν τα προϊόντα τους, ενημερώνοντας τους υποψήφιους αγοραστές. Άλλοι, ενώ διαθέτουν e-shop, όπου ο πελάτης βλέπει στην οθόνη του διαθέσιμο το προϊόν, ανακαλύπτει όταν κάνει παραγγελία πως τον είχαν παραπληροφορήσει, πως τελικά δεν είναι διαθέσιμο, πως δεν ξέρουμε πότε θα έρθει κλπ κλπ. Αποτέλεσμα; Μένει δυσαρεστημένος και δεν ξαναψωνίζει από κει.         

 

Φίλος έχει μια μοτοσυκλέτα για την οποία είχε ανακοινωθεί μια ανάκληση, κι έπρεπε να αλλαχτούν 2-3  εξαρτήματα του κινητήρα. Βεβαίως, του είπε η αντιπροσωπεία, θα το κάνουμε. Επί δέκα μέρες προσπαθούσε να συνεννοηθεί για το πότε θα την πάει στο εξουσιοδοτημένο συνεργείο. "Να τη φέρω αύριο;" "Πάρε με αύριο να σου πω...", ήταν η απάντηση του υπεύθυνου μηχανικού, κι αυτό τράβηξε πάνω από μια βδομάδα, κάθε μέρα. Τελικά του είπαν να την πάει μια Δευτέρα. Όταν έφτασε η Παρασκευή, με την μοτοσυκλέτα ακόμα στο συνεργείο για εργασία που μάλλον δεν θα έπαιρνε πάνω από μία ώρα, η απάντηση στο τηλεφώνημά του ήταν "Το μεσημέρι θα την πιάσω..." Αργότερα, μετά το μεσημέρι, η απάντηση ήταν "Δεν μπορούμε να την φτιάξουμε, τελικά δεν μας είχαν στείλει όλα τα ανταλλακτικά..."  Τι να πει κανείς; Είναι να μην αγανακτείς; Κάποιο δίκιο είχε αυτός που είπε "Μια εταιρία είναι τόσο καλή, όσο ο χειρότερος υπάλληλός της". Τι να τον κάνεις τον καταπληκτικό διευθυντή αν ο μάστορας διώχνει τους πελάτες; Και βέβαια, πόσο καταπληκτικός είναι αυτός ο διευθυντής, αν δεν μπορεί να καταλάβει πως αυτός ο υπάλληλός του του κάνει μεγάλη ζημιά;

 

Εδώ και χρόνια, τα scooter αποτελούν την κατηγορία best seller στην Ελλάδα. Κι όμως, από πολλές μεριές ακούμε πως υπάρχουν ελλείψεις σε βασικά ανταλλακτικά, έως και αναλώσιμα. Τώρα πια, που οι κατασκευαστές και ευρωπαίοι να μην είναι, έχουν κέντρα διανομής ανταλλακτικών στην Ευρώπη και οι παραγγελίες πηγαίνουν κατ’ ευθείαν εκεί, δεν μπορεί να συμβαίνουν τέτοια πράγματα. Μπορεί ένα ανταλλακτικό να μην υπάρχει ετοιμοπαράδοτο στην Ελλάδα, ακριβώς γιατί ούτε συμφέρει ούτε έχει νόημα πια να υπάρχουν και εδώ μεγάλα στοκ ανταλλακτικών, όταν οι χρόνοι παράδοσης κυμαίνονται από την επόμενη μέρα έως τρεις, για τις σοβαρές εταιρίες. Στις μέρες μας, είναι πολύ δύσκολο να καταπιεί κάποιος το παραμυθάκι "Θα έρθει σε ένα μήνα, πλήρωσε και επιπλέον για να στο φέρω".

 

Παραγγέλνω αναλώσιμα για την συντήρηση της μοτοσυκλέτας μου, από ανεξάρτητο Έλληνα έμπορο, μέσω του e-shop του. Το e-shop υποσχόταν δωρεάν μεταφορικά εντός Αττικής και παράδοση την επόμενη μέρα, με αντικαταβολή. Τέλεια. Μετά από μια βδομάδα, ούτε φωνή ούτε ακρόαση, ενώ είχαν και το mail μου και το τηλέφωνό μου. Τους στέλνω mail, καμία απάντηση. Στις οχτώ μέρες, τους τηλεφωνώ εγώ. Η προσπάθεια της κυρίας που το σήκωσε ήταν να βγάλει πως φταίω εγώ: "Μήπως δεν μας δώσατε σωστό τηλέφωνο; Μήπως σας τηλεφωνήσαμε και δεν το σηκώσατε; Μήπως λουστήκατε με λάθος σαμπουάν;" Μετά, αποφάσισε με βαριά καρδιά να μου παραδώσει την παραγγελία: "Αύριο δύο με πέντε" "Εντάξει". Εκείνο το... αύριο, το περίμενα αλλά δεν ήρθε ποτέ. Τα πράγματα έφτασαν τελικά τρεις μέρες μετά το "αύριο", δώδεκα μέρες μετά την παραγγελία. Θα έπρεπε να την είχα ακυρώσει.

 

Όλα αυτά είναι ένα μικρό μόνο δείγμα όσων συμβαίνουν. Υπάρχουν φυσικά κι αυτοί που κάνουν τις σωστές κινήσεις, που σέβονται τους πελάτες τους, που το παλεύουν με κάθε τρόπο, αυτοί δηλαδή που κάνουν τη δουλειά τους. Πολλοί όμως δεν έχουν καταφέρει να αποβάλλουν κακές πρακτικές του παρελθόντος, δεν μπορούν να καταλάβουν πως τα κορόιδα τελειώνουν σιγά σιγά. Το κυριότερο, δεν έχουν καταλάβει πως αν δεν κάνουν τα βασικά, δεν πρόκειται να επιβιώσουν. Γιατί οι κλασικές εμπορικές κινήσεις για την προώθηση, την πώληση και τον σεβασμό προς τον πελάτη είναι τα απολύτως βασικά, τα απολύτως απαραίτητα, κι όχι τίποτα προχωρημένα πράγματα και υπερβολές... Με άλλα λόγια, και στον τομέα της μοτοσυκλέτας στην Ελλάδα, το επίπεδο είναι τέτοιο που θεωρούνται άριστοι και καταπληκτικοί αυτοί που απλώς κάνουν τη δουλειά τους, αντί να σαμποτάρουν τις πωλήσεις της εταιρίας στην οποία εργάζονται.

Φανταστείτε πόσο θετικά αποτελέσματα θα είχε κάποιος που όχι απλώς θα έκανε καλά την δουλειά του, αλλά και κάτι παραπάνω. Τι χρειάζεται γι’ αυτό; Μόνο λίγη συγκίνηση, συν-κίνηση.   

Τώρα είναι η ευκαιρία για όσους ξέρουν πως να κινηθούν, και κινούνται.

 

---------------------------------------

Η κλοπή.

Ακόμα δεν έχουμε νέα από το MV Agusta που μας έκλεψαν. Ούτε ένα γράμμα, ούτε ένα τηλεφώνημα. Ξέρουμε όμως πως οι αναγνώστες μας θα το γνωρίσουν αμέσως αν το δουν κάπου, οπότε ας μας ειδοποιήσουν κιόλας!