Πρώτος μήνας καλοκαιριού μετά από έναν Μάιο γεμάτο βροχές που σημαίνει πως ξεκινάμε κάπως καθυστερημένα την περίοδο του ξεκράνωτου σκούτερ, του «άσε ρε τα παιδιά να ζήσουν» όποτε μιλήσεις για κράνος, του «τα παίρνετε από τις αντιπροσωπείες» όταν μιλήσεις για γάντια, και του «εμείς ρε τι πάθαμε», όταν τολμήσεις να πεις για την σαγιονάρα. Θεωρώ πλέον πως έχω ακούσει κάθε είδους βλακεία που θα μπορούσε να πει κάποιος για να αντικρούσει το αυτονόητο: Ότι είναι ψευτόμαγκας που απαντά και το κάνει γιατί εδώ δεν κινδυνεύει από αυτή τη συμπεριφορά. Για κάθε έναν που έχει μία ηλίθια απάντηση σαν αυτές παραπάνω απέναντι σε κάτι τόσο απλό, όσο το να οδηγείς φορώντας γάντια, μπουφάν, κράνος σωστό παπούτσι κτλ, θα ήθελα να έχω την δυνατότητα να τον κλειδώσω στο αμπάρι για Αγκόνα. Με το που βγει στην απέναντι όχθη θα ψάχνει από μόνος του να τα βάλει όλα, πρώτα γιατί κανείς άλλος μοτοσυκλετιστής δεν θα είναι σαν αυτόν οπότε θα αισθάνεται μειονεκτικά, η αχίλλειος πτέρνα του Έλληνα, και δεύτερον γιατί στα πρώτα 120 μέτρα θα τον έχουν σταματήσει κόβοντας πρόστιμο. Θα έγραφα για τα βόρεια σύνορα επειδή ούτε κι εκεί θα ξεφύγεις αν δεν ταξιδεύεις σωστά, αλλά δύσκολα θα πετύχεις ταξιδευτή που να μην έχει όλο του τον εξοπλισμό, αυτά συμβαίνουν στον αστικό ιστό σε όλες τις πόλεις και τα χωριά της Ελλάδας. Για αυτό και θα ήταν εκπληκτικό να μπορεί κανείς να τους στείλει έξω για λίγο. Όχι πως μόλις περάσεις τα σύνορα είναι όλα τέλεια, είμαστε στην φανταστικότερη χώρα του κόσμου και μπορούμε να την κάνουμε καλύτερη αν ανοίξουμε τα μάτια μας για αυτό τα λέμε και τα ξανά λέμε, για να τα καταφέρουμε κάποια στιγμή. Εδώ μεταξύ μας το έχουμε καταφέρει αυτό, εκεί έξω τα πράγματα συνεχίζουν να είναι πολύ άσχημα αλλά υπάρχει φως στην άκρη του τούνελ, βλέπω αμυδρά την διαφορά να γίνεται. Δεδομένο πως και αυτό το καλοκαίρι η εικόνα ενός τουρίστα είναι πως το κράνος στην Ελλάδα δεν είναι υποχρεωτικό, απλώς συνίσταται. Δεν μπορεί να καταλάβει ο τουρίστας την ευκολία με την οποία περνάμε δίπλα από αστυνομικούς που δεν γράφουν μία ξεκάθαρη παράβαση, το ερμηνεύει ότι δεν είναι παράβαση. Που να ήξερε και πόσους χάνουμε κάθε μήνα. Οπότε ναι, δεν έχουμε φτάσει σε αυτό το βαθμό αλλαγής αλλά διαγράφεται το μακρινό μέλλον λίγο πιο αισιόδοξο από την στιγμή που νέα παιδιά ξεκινούν την προτροπή για κράνος μόλις βλέπουν κάποιον που δεν το φορά. Λίγο παλαιότερα να γυρίσουμε και η προτροπή μετά βίας ακουγόταν, τώρα είναι το πρώτο που θα πει κάποιος, πριν πει μπράβο για την σούζα ή το οτιδήποτε ήταν αυτό που τράβηξε την προσοχή και συγκέντρωσε τον κόσμο.
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που μπερδεύεται ο τουρίστας για το αν είναι υποχρεωτικό το κράνος, έχει περάσει υποσυνείδητα το μήνυμα και για το κράνος σε κάθε έναν που δεν σκέφτεται τις συνέπειες της τιμωρίας του. Ούτε λόγος να σκεφτεί τις συνέπειες μίας πτώσης, διότι εκείνος δεν πέφτει και αυτά συμβαίνουν στους άλλους. Άλλωστε εδώ δίπλα θα πάει, δεν είναι μακριά και άλλα τόσα και τόσα που έχουμε ακούσει, φτάνοντας στο απίθανο ότι εκείνος έχει πιο δυνατό σβέρκο και μπορεί να κρατήσει το κεφάλι μακριά από την άσφαλτο όταν πέφτει, όπως έκαναν οι παλιοί. Δεν είναι τυχαίο που ζουν, είχαν πιο δυνατό σβέρκο. Ξέρουμε επίσης πως τα κράνη δεν είναι αεροδυναμικά και χαλάνε τις κόντρες, η μυτόγκα και το πεταχτό αυτί, το ένα κλειστό μάτι από την μεριά που είναι το μάγουλο γυρισμένο, έτσι όπως έχει γυρίσει λίγο το κεφάλι για να βλέπει χύνοντας δάκρυα, είναι σκηνικό που κερδίζει σε μία αεροδυναμική σήραγγα κάθε SHOEI, HJC κτλ… Είναι εντυπωσιακό το πόσα μπορεί να σκαρφιστεί καθένας για να υποστηρίξει την θέση του και η Πολιτεία δεν πάει πίσω. Ελληνική κι αυτή άλλωστε. Από το «η τάδε ομάδα δεν μπορεί να γράφει κλήσεις πρέπει να τους συμπαθεί ο κόσμος», μέχρι το «αν σταματούν κάθε έναν που παρανομεί δεν θα ολοκληρώσουν περιπολίες» είναι λίγες από τις τραγικές δικαιολογίες της επιτρεπόμενης ανομίας. Προφανώς δεν θέλουμε μία αστυνομία που σταματά τα πάντα γιατί κάποια δεν είναι δίκαια, όπως ότι απαγορεύεται η διήθηση μιας και δεν είμαστε άξιοι να κάνουμε -τουλάχιστον- αυτό που έχει κάνει η Γαλλία εδώ και χρόνια. Δεν θα το παίξει κανείς ηθικοπλάστης, γιατί και οι σούζες απαγορεύονται γενικά, αλλά σε ένα χώρο που οι συνθήκες είναι ελεγχόμενες είναι ένα διασκεδαστικό παιχνίδι και τα μπαντιλίκια και όλα αυτά με τα οποία μπορεί κανείς να χαρεί την μοτοσυκλέτα του φορώντας πλήρη εξοπλισμό. Δεν θα δείτε πουθενά ούτε μία φωτογραφία δική μας, ακόμη και σε ιδιωτικές στιγμές οδήγησης, χωρίς πλήρη εξοπλισμό. Γιατί και τα παπούτσια ακόμη μπορούν να είναι μοτοσυκλετιστικά χωρίς να μπορείς να επικαλεστείς το κόστος. Όπως αγοράζεις τα αθλητικά και βλέπουμε τον αστράγαλό σου όταν οδηγείς, με τα ίδια ίσως και λιγότερα αγόραζες τα μοτοσυκλετιστικά και μάλιστα παρήγγειλε τα από το εξωτερικό, έτσι για να μην μπορείς να πεις πως είναι προτροπή για τα μαγαζιά με αξεσουάρ μοτοσυκλέτας. Δεν υπάρχει καμία απολύτως δικαιολογία, θέμα συνήθειας είναι όλα και θέμα οργάνωσης για την Πολιτεία που και αυτό το έχει αφήσει στην τύχη της. Το παράδειγμα από όλες τις χώρες του εξωτερικού είναι τελείως διαφορετικό. Δεν ζουν σκλαβωμένοι, δεν ζουν είναι λιγότερο ελεύθεροι, δεν χαίρονται λιγότερο τις μοτοσυκλέτες τους και γελάνε εξίσου με τέτοιες ηλίθιες δικαιολογίες που θα τις πει κανείς μόνο και μόνο για να μην παραδεχτεί την αλήθεια: ότι απλά εδώ η ψευτομαγκιά δεν τιμωρείται.