Editorial 636 - Κάπου τώρα στα κοντά θα χρειαστεί να πει η FIM: “so be it”

Από το

motomag

1/11/2022

Στα μέσα του μήνα η επιτροπή των Superbike της FIM, μέρος της οποίας είναι ο Gregorio LAVILLA Executive Director της Dorna για το WorldSBK, ανακοίνωσε πως θα αναθεωρήσει το όριο πώλησης των μοτοσυκλετών παραγωγής για το 2023 πάνω στις οποίες θα βασίζονται και οι αγωνιστικές μοτοσυκλέτες. Με λίγα λόγια τα superbike μοντέλα που θα παράγονται σε λίγα κομμάτια για να μπορεί μία αγωνιστική μοτοσυκλέτα να κατέβει στο WSBK θα μπορούν πλέον να κοστίζουν περισσότερο. Για να παραμείνουν τα WSBK ένα γήινο άθλημα, βασισμένα σε μοτοσυκλέτες που μπορούν να αποκτηθούν από τον απλό πολίτη και να ταυτίζεται έτσι με το άθλημα λίγο περισσότερο από αυτό που κάνει στα MotoGP, υπήρχε και πρέπει να υπάρχει, ένα όριο λιανικής τιμής πώλησης στις μοτοσυκλέτες παραγωγής, πάνω στις οποίες βασίζονται οι αγωνιστικές. Αυτό δεν σημαίνει πως οι αγωνιστικές μοτοσυκλέτες είναι φτηνές, κάθε άλλο, είναι πανάκριβες, αλλά πως η βάση τους κοστίζει έως 40.000 Ευρώ. Επίσης αυτό δεν σημαίνει πως μπορείς να αποφύγεις εκείνους που βλέπουν MotoGP και σκέφτονται σιγά μωρέ, είναι μερικά δευτερόλεπτα κάτω από εμένα, άρα κοντά σε εμένα και να θεωρούν πως ταυτίζονται και με τους καλύτερους αναβάτες του κόσμου. Εδώ δεν μπορείς να αποφύγεις εκείνους που μιλάνε με οπαδικά κριτήρια και υποστηρίζουν αναβάτες συγκεκριμένους, αλλά θα ξεφύγουμε από την ουσία αν πάμε να αναλύσουμε τις παθογένειες από την πλευρά των θεατών. Είναι πολλές.

Το όριο κόστους έχει ένα νόημα και μάλιστα είναι ήδη πολύ υψηλό, θα μπορούσε να είναι πολύ πιο κάτω, όπως και ήταν πολύ πιο κάτω. Η ανακοίνωση της FIM εξηγεί πως η απόφαση αυτή πάρθηκε γιατί όλα γύρω μας έχουν ακριβύνει, το κόστος των μοτοσυκλετών έχει ακριβύνει και πρέπει τα όρια να αυξηθούν. Μαντέψτε ποια μοτοσυκλέτα ήταν μέχρι τώρα πολύ κοντά στο όριο, η Panigale V4R που κόστιζε λίγο πιο κάτω από αυτό που ίσχυε έως τώρα.

Η συνάντηση της επιτροπής έλαβε μέρος στο Portimao στις 6 και 8 Οκτωβρίου 2022 και η ανακοίνωσή τους βγήκε στις 17/10/2022, λίγες ημέρες πριν από την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές. Στις 7 Οκτωβρίου ήταν προγραμματισμένη μία παγκόσμια πρεμιέρα μοντέλου από την Ducati με βάση το πρόγραμμα που η ίδια ανακοίνωσε στις 30 Αυγούστου 2022! Η 7η Οκτωβρίου ήταν κρατημένη με τον τίτλο “This is Racing” και αυτό εύλογα μας έκανε να περιμένουμε μία νέα V4R. Στις 6 Οκτωβρίου, μία ημέρα πριν, η Ducati ανακοινώνει πως εξαιτίας οργανωτικών αιτιών θα πρέπει να αναβάλει την παρουσίαση για τις 14 του μήνα, μόλις έξι ημέρες πριν από την επόμενη στις 20 που ήταν δεσμευμένη με τον τίτλο “Push Forward” κι αποδείχτηκε πως ήταν το Streetfighter V4. Πράγματι αυτή που θα βλέπαμε στις 7 αλλά τελικά είδαμε στις 14, ήταν η νέα V4R με στόχο να είναι το εισιτήριο της Ducati στα WSBK. Η τιμή που ανακοίνωσε η Ducati για την μοτοσυκλέτα που θα ομολογκάριζε την αγωνιστική της για την επόμενη σεζόν ήταν €43.990, δηλαδή 3.990 Ευρώ πάνω από το όριο.

Αν δεν το έχω κάνει απόλυτα ξεκάθαρο μέχρι τώρα, θα σας το γράψω με λόγια: Προφανώς η Ducati ήξερε πως θα αλλάξει το όριο και μάλιστα ξέρει και ποιο όριο είναι αυτό, ενώ η FIM δεν το έχει ανακοινώσει ακόμη, αλλιώς δεν θα μπορούσαν οι Ιταλοί να είναι σίγουροι πως μπορούν να ανακοινώσουν με την σειρά τους την τιμή και να δεχτούν και παραγγελίες! Για το ξεκάρφωμα μπορεί το νέο όριο να είναι πολύ μεγαλύτερο, να μην γίνει δηλαδή €45.000 φανερώνοντας με ακόμη ένα τρόπο πως είναι μία φωτογραφική διάταξη όμως σε κάθε περίπτωση η χρονική σειρά των πραγμάτων δεν μπορεί να αλλάξει.

Στο μεταξύ είναι και μία περίεργη συγκυρία αυτή, με δεδομένο πως λίγες ημέρες μετά την κυκλοφορία του τεύχους η Ducati θα έχει πάρει τον τίτλο στα MotoGP, εκτός κι αν πέσει μετεωρίτης στον Bagnaia και ο ίδιος μετεωρίτης εκτοξεύσει τον Quartararo πρώτο, πάνω από ένα στρατό Ducati. Έχω βαρεθεί να διαβάζω για "οδηγίες Ducati” και διάφορες θεωρίες, όταν είναι ξεκάθαρο το τι έχει συμβεί τουλάχιστον μέχρι αυτή την στιγμή της αναθεώρησης του κειμένου μετά τον τελευταίο αγώνα στην έξοδο για το τυπογραφείο. Θεωρώ πως την πάσα αλήθεια την έχει πει ο Zarco που χοντρικά θα το συνοψίσω στο "μη προσπερνάτε τον Bagnaia εκτός κι αν πηγαίνετε για νίκη". Όσο πλησιάζουμε στο τέλος τόσο λιγότερο ισχύει και το "εκτός". Όπως παραλίγο να δούμε για τον Bastianini στον προτελευταίο αγώνα, αν ο Bezzecchi είχε περάσει τον Quartararo. Τότε θα έφευγε το μήνυμα και εκείνος είμαι βέβαιος πως θα έδινε την θέση του τελείως εξόφθαλμα να το δει όλος ο κόσμος και όχι συγκεκαλυμμένα και στο περίπου. Είναι τόσο ξεκάθαρα τα πράγματα χωρίς άλλες θεωρείες. Η αρχική μας όμως ιστορία αφήνει το θέμα της συνεννόησης Dorna – Ducati ανοικτό, κι αυτό επίσης δεν αλλάζει. Όπως δεν αλλάζει το γεγονός πως πίσω στο 2012 η Honda απείλησε πως θα φύγει από τα MotoGP αν η Dorna επιβάλλει ενιαία ECU, σαν της Moto3. Το θυμάστε αυτό; Ήταν ο καλύτερος πελάτης τότε η Honda και η κάθε αλλαγή περνούσε από αυτή. Η Dorna το πήρε αμέσως πίσω για χάρη της Honda που στο μεταξύ πήρε μαζί της και την Yamaha. Τελικά η ενιαία ECU ήρθε το 2016, προηγήθηκε η κίνηση της Ducati που υποστήριζε την ενιαία ECU για “open class” αν και η απόφαση των Ιαπώνων δεν στηρίχτηκε μόνο σε πιέσεις προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση αλλά και στην εξέλιξη της τεχνολογίας. Στο τέλος η ενιαία ECU ήταν μία καλή κίνηση προς το συμφέρον των αγώνων. Το συμπέρασμα είναι άλλο, ο καλός πελάτης κάνει κουμάντο, κάποτε η Honda, τώρα η Ducati. Και ο καλός πελάτης είναι εκείνος που ξοδεύει. Σε μαγαζιά λιανικής αυτό είναι αποδεκτό, για τον καλό πελάτη στρώνεις κόκκινο χαλί, όταν όμως είσαι αρχή ενός σπορ, οφείλεις να τραβήξεις κόκκινη γραμμή σε κάποιο σημείο. Κι αν χρειαστεί να πετάξεις τον "καλό πελάτη" από το μαγαζί με τις κλωτσιές και να χάσετε και οι δύο, “so be it” που λένε και οι Αμερικάνοι - το business ethics των οποίων έχει κι ορισμένα καλά σημεία…

Editorial 562 - Αφανής τεχνολογία

x
Από το

motomag

1/9/2016

Σ’ αυτό το τεύχος έχουμε μια πολύ ωραία αντίθεση: Απ’ τη μια μεριά δύο εξωτικές Ιταλικές κατασκευές, απ’ την άλλη, τρεις μοτοσυκλέτες που κάνουν περισσότερα απ’ όσα δείχνουν με την πρώτη ματιά.

Κι ενώ είναι άγνωστο τι χρόνους θα έκανε μια Tamburini T12 Massimo στην πίστα, σε σχέση με την δωρητή κινητήρας της BMW S1000RR, δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει το απόλυτο της κατασκευής της. Με κινητήρα factory superbike της BMW που βγάζει 235 ίππους, ζυγίζει 154 κιλά, ένα λιγότερο από το ελάχιστο όριο των MotoGP!  Όπως είπαν και οι άνθρωποι της BMW όταν την είδαν από κοντά, δεν υπάρχει περίπτωση μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής να πετύχει το επίπεδο της ποιότητας και της προσοχής στην λεπτομέρεια που έχει μια Τ12. Kι ούτε βέβαια θα μπορούσε ποτέ να είναι μαζικής παραγωγής μια μοτοσυκλέτα κόστους πάνω από 300.000 ευρώ. Γι’ αυτό και μίλησα για χρόνους, για γυρολόγια, για μετρήσιμα μεγέθη. Γιατί υπάρχει βέβαια η – αξία ανεκτίμητη – απόλαυση της μορφής, της υφής και της ποιότητας του συνόλου και των εξαρτημάτων του, υπάρχει το δέος του ονόματος του Tamburini και της ιστορίας του και της γνώσης πως αυτή ήταν για κείνον η ιδανική superbike, κι αυτά είναι αρκετά για να σε μαγέψουν χωρίς καν να χρειάζεται να την οδηγήσεις. Έχοντας στο μυαλό μου πως σχεδόν όλες οι Bimota (πλην των DB2) που έχω οδηγήσει ήταν μάλλον απογοητευτικές ως σύνολο και συμπεριφορά (και ειδικά η πολυσυζητημένη Tesi), θα ήθελα πάρα πολύ να οδηγήσω μια Τ12 αλλά... απ’ τη μια θα κράταγα και μικρό καλάθι (με τόσες υποσχέσεις, είναι εύκολο να απογοητευτείς), κι απ’ την άλλη, αν όλα ήταν καλά, δεν έχω την ικανότητα να γράψω χρόνους ανταγωνιστικούς με μια μοτοσυκλέτα επιπέδου MotoGP. Μόνο εικόνες και αισθήσεις θα μάζευα, δεν θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω όπως της αξίζει και να μπορέσω να την αξιολογήσω σε ένα απίθανο να συμβεί ποτέ συγκριτικό: Μια Yamaha M1 που θα μας δάνειζε το φιλαράκι μας ο Valentino, μια BMW του παγκοσμίου SBK και μια T12 Massimo… Θα χρειαζόμασταν βέβαια και αντίστοιχα μυθικούς αναβάτες, για να τις οδηγήσουν στο Mugello κατά προτίμηση, για να βγάλουμε μετά τα συμπεράσματά μας. Τα γυρολόγια θα έλεγαν την ψυχρή αλήθεια, θα είχαμε μια τυπική νικήτρια, καλά θα περνάγαμε αν τις κάναμε κι εμείς μια βόλτα, αλλά μήπως έτσι θα χάναμε την ουσία; Τα πιο σημαντικά πράγματα στις μοτοσυκλέτες (όπως και στη ζωή) δεν είναι μετρήσιμα, δεν κατατάσσονται σε πρώτο δεύτερο τρίτο. Επιπλέον, κάθε τέτοια εξωτική κατασκευή έχει πολύ εξειδικευμένο και περιορισμένο πεδίο δράσης: Ακόμα και στην περίπτωση ενός πλούσιου συλλέκτη, ιδιοκτήτη T12, υποπτεύομαι πως περισσότερη ευχαρίστηση θα ήταν για κείνον να την χαζεύει στο γκαράζ του παρέα με τους φίλους του, παρά να κάνει μερικούς γύρους το χρόνο σε πίστα, φοβούμενος μην την κάνει την στραβή, το τσακίσει και το απαξιώσει. Η δε απολύτως χειρότερη περίπτωση θα ήταν να την αγοράσει κάποιος, και να την κρατήσει βουβή ακίνητη κι ανέραστη στο σαλόνι του σπιτιού του. Ως έργο τέχνης.

 

Στην άλλη άκρη του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος, έχουμε απλές και χρηστικές μοτοσυκλέτες όπως οι BMW F700GS και R 9T Scrambler, μαζί με την NC750X της Honda. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι πως ως σύνολο αποδίδουν καλύτερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς βλέποντας τα επί μέρους εξαρτήματά τους και το εμφανές επίπεδο της τεχνολογίας τους. Μπορεί να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, να μην προσπαθούν να εντυπωσιάσουν με την τεχνολογία τους, ας μην ξεχνάμε όμως πως η καλύτερη τεχνολογία δεν είναι κάποιο σύστημα ή ηλεκτρονικό βοήθημα, αλλά η φαιά ουσία του εγκεφάλου αυτών που εξέλιξαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Στην περίπτωση του Honda, η "αφανής" τεχνολογία συγκεντρώνεται κυρίως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας ενός κατασκευαστή κολοσσού σε μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, έτσι ώστε να φτιάξει αυτό που ξέρει πως οι περισσότεροι αναβάτες χρειάζονται: Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα χρήσεων στην άσφαλτο, με αξιοπιστία, πρακτικότητα και οικονομία.  Έφτιαξε δηλαδή η Honda αυτό που χρειάζεται η πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, κάτι που δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με αυτό που ονειρεύονται. Κάτι δηλαδή σαν την γυναίκα που θα ήσουν ευτυχής αν παντρευόσουν, σε αντίθεση με αυτή που θα επιθυμούσες να έχεις στο κρεβάτι σου. Λίγοι είναι τόσο ρεαλιστές ώστε να κάνουν τη σωστή επιλογή για συμβίωση, δυστυχώς.

Παρόμοιας φιλοσοφίας και το 700 της ΒΜW, με το σύνολο να αποδεικνύεται ανώτερο των επί μέρους εξαρτημάτων του, με πιο σπορ χροιά και απόδοση σε σχέση με το Honda. Τόσο μάλιστα, που λίγες αλλά καίριες αλλαγές το κάνουν να ανταγωνίζεται το "ανώτερο" στα χαρτιά, και προσανατολισμένο περισσότερο από το 700 προς το χώμα, F800GS.   

     

Διαφορετικού είδους και επιδόσεων μοτοσυκλέτες χρειάζονται και άλλες δόσεις τεχνολογίας, δεν μπαίνουν όλες στο ίδιο τσουβάλι, κάνοντας άκυρες τις συζητήσεις του είδους "χρειάζεται το traction control ή όχι;". Για μια superbike είναι απαραίτητο, ειδικά αν ο αναβάτης της θέλει να απολαμβάνει την οδήγηση στην πίστα αντί να περιμένει το επόμενο high siding. Για τους 90 ίππους στο τροχό του Scrambler στις περισσότερες περιπτώσεις όχι, σε μερικές ναι, και τελικά μπορεί να κάνει και χωρίς αυτό. Κι αυτές είναι οι προφανείς τεχνολογίες, ενώ πιο σημαντικές είναι οι αφανείς, που σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία και την σωστή κρίση, φτιάχνουν απολαυστικές, άρτιες και ομοιογενείς μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα, ένα πιρούνι με σωστά επιλεγμένα ελατήρια και αποσβέσεις, χωρίς ρυθμίσεις, θα δουλέψει καλύτερα από ένα πολύ μαλακό, αλλά πολυρυθμιζόμενο. Γιατί το δεύτερο, θα είναι μια ισχυρή ένδειξη πως αυτοί που εξέλιξαν την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν έκαναν τις σωστές επιλογές, με πιθανότερη κατάληξη πως και το σύνολο δεν θα λειτουργεί σωστά τελικά. Από το "τεχνολογικά εντυπωσιακό, αλλά πλημμελώς εξελιγμένο", το "καλοεξελιγμένο, αλλά απλό", είναι πάντα προτιμότερο. Και ο αναβάτης του, δένεται πολύ περισσότερο μαζί του, αφού δεν απογοητεύεται από τεχνολογίες που υποτίθεται θα του έκαναν τη ζωή εύκολη, ενώ αντίθετα του την κάνουν περίπλοκη χωρίς λόγο. 

 

 

Το MOTO HAPPENING αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Ο λόγος; Η ανωτέρα βία!