Editorial 635 - Η ευρωπαϊκή ομπρέλα μοτοσυκλέτας

Από το

motomag

1/10/2022

Πριν λίγες ημέρες η KTM AG ανακοίνωσε πως αναλαμβάνει τη διάθεση των μοτοσυκλετών της MV Agusta σε ΗΠΑ, Καναδά και Μεξικό και το ΜΟΤΟ έγραψε πως είναι προάγγελος μίας εξαγοράς που έχει ήδη συμφωνηθεί και υπογραφεί και μένει να οριστικοποιηθούν οι διαδικασίες σταδιακά για να αποκαλυφθεί πλήρως. “Τρικύλινδρες” KTM λοιπόν σε μία εξέλιξη που μόνο έκπληξη δεν πρέπει να προκαλεί. Διότι η εξαγορά της MV Agusta δεν είναι κάτι καινούριο. Είχε επιχειρηθεί και στο παρελθόν, επί την προεδρία του γιου Castiglioni, κι όλα αυτά πολύ πριν η KTM γίνει ο Ν.1 Ευρωπαίος κατασκευαστής. Το 2021 η KTM έφτασε τις 332.881 μονάδες, ανεβασμένη κατά 23% και προερχόμενη από μία δεκαετία ξέφρενης ανοδικής πορείας. Είναι Νo.1 ευρωπαίος κατασκευαστής, αλλά η Ευρώπη ολοένα και χάνει σε αγοραστική ισχύ, την ίδια στιγμή που η Ασιατική αγορά ολοένα και μεγαλώνει, γράφοντας εκατομμύρια πωλήσεις, όπου οι Ιάπωνες κατασκευαστές έχουν πολύ σημαντικό μερίδιο και μία σειρά από διάσπαρτα εργοστάσια που παράγουν πληθώρα μοντέλων που δεν τα βλέπουμε εμείς εδώ. Η Suzuki είναι ο πρώτος Ιάπωνας κατασκευαστής που δήλωσε με πράξεις πως η Ευρώπη έχει μπει σε δεύτερη μοίρα για εκείνον. Ο μεγαλύτερος φόβος είναι να πει κάτι τέτοιο και η Honda. Αν το πει αυτό η Honda, τότε θα σταματήσουμε να βλέπουμε τα μοντέλα που θέλουμε εμείς, θα μικρύνουν οι επιλογές και θα πρέπει να ακολουθήσουμε τους υπόλοιπους Ασιάτες πολύ πιο γρήγορα από εκείνο που αναμένεται να συμβεί, αν συνεχίσει η Ευρωπαϊκή αγορά να μικραίνει. Ένα καινούριο μεγάλο On-Off ας πούμε πως θα πουλήσει 10.000 μονάδες όλη τη χρονιά - ένα ρεαλιστικό νούμερο αν τα πάει καλά στην αγορά. Κρύβει από πίσω τεράστιο βαθμό εξέλιξης, απαιτεί μία μεγάλη σειρά από ενέργειες του marketing για να καθιερωθεί, μία σειρά από μοντέλα που θα γίνουν test ride, παρουσιάσεις κτλ., πράγματα που επίσης έχουν υψηλό κόστος. Στον αντίποδα, ένας μονοκύλινδρος αερόψυκτος κινητήρας σε διάφορες παραλλαγές έως τα 250 κυβικά, τοποθετημένος σε μία μικρή street μοτοσυκλέτα χωρίς σοβαρό κόστος εξέλιξης και χωρίς ιδιαίτερα πολλές ενέργειες του marketing, θα πουλήσει εύκολα 1,8 εκατομμύρια μονάδες στην Κίνα μόνο. Επιχειρηματικά δεν είναι σωστό να φεύγεις από μία αγορά, όμως όσο συρρικνώνονται οι πόροι, τόσο περισσότερο αναγκάζεσαι να διαλέξεις που θα τους διαθέσεις. Η KTM θα είχε σοβαρό πρόβλημα αν δεν είχε συνεργαστεί με την Bajaj για την οικογένεια των 390 που επίσης μόνο στην χώρα μας είδαμε παράλληλα όλα τα μικρότερα σε κυβισμό μοντέλα. Το ότι σώθηκε με αυτή την συνεργασία είναι κάτι που φαίνεται, είναι κάτι που μπορεί να ισχυριστεί ο καθένας, αλλά σε αυτή την περίπτωση αποτελεί και σχόλιο του κ. Sinke, υψηλόβαθμου στελέχους της KTM για την παγκόσμια αγορά, οπότε δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Για αντίστοιχους λόγους έγινε και η συνεργασία με τη CFMOTO στην Κίνα, ώστε να μπει σε μία αγορά που οι υπόλοιποι απομυζούν δεκαετίες τώρα και όχι γιατί έψαχνε τρόπους να μειώσει το κόστος. Ακόμη κι αν φέρει στην Ευρώπη τα 790 “Made in China” για τα οποία ο αρχικός στόχος είναι να εδραιωθεί μέσα στην Κίνα, θα το κάνει για να χτυπήσει τους Ιάπωνες, οι οποίοι κρατώντας γραμμές συναρμολόγησης μέσα στην Ευρώπη και γραμμές παραγωγής σε Ταϊλάνδη, Ινδονησία κτλ., έχουν μεγαλύτερο περιθώριο κέρδους και χτυπάνε τιμές στα νέα τους μοντέλα. Όπως για παράδειγμα έκανε η Yamaha που το πρώτο λανσάρισμα σε Tracer και Tenere ήταν σε ελκυστική τιμή και από εκεί και πέρα χρόνο με τον χρόνο ανέβαινε. Τέτοιες κινήσεις γίνονται για διαφύλαξη της θέσης με το σκεπτικό πως καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση και για αυτό και η KTM είχε προσπαθήσει να αποκτήσει την Ducati. Στην πράξη έφτασε πάρα πολύ κοντά πριν από 2-3 χρόνια! Είχαν συμφωνηθεί τα πάντα, είχαν γίνει όλες οι διαδικασίες ελέγχων, αδειοδοτήσεων από την Ε.Ε. και ήταν για τους εμπλεκόμενους απολύτως βέβαιο πως η εξαγορά θα προχωρούσε. Μέχρι που την τελευταία στιγμή οι παλαιοί μέτοχοι της Ducati ενεργοποίησαν μία ρήτρα με την οποία διατηρούν το δικαίωμα βέτο σε κάθε αλλαγή ιδιοκτησίας. Για κάποιο λόγο οι Ιταλοί, παλαιοί μέτοχοι, δεν ήθελαν η KTM να πάει στους Αυστριακούς! Συγκεκριμένα σε αυτούς, οπότε το ζήτημα δεν προερχόταν από την μικροπολιτική, ούτε είχε φυλετικά κριτήρια, άλλωστε Γερμανοί έχουν την Ducati και τώρα. Για κάποιο λόγο που δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρος υπάρχει κόντρα των παλαιών μετόχων της Ducati με τις πορτοκαλί μοτοσυκλέτες. Τα παραπάνω δεν είναι ευρέως γνωστά, παρόλο που σχεδόν κάθε χρόνο, επανέρχονται ειδήσεις πως η Ducati πωλείται με τις οποίες όμως είναι να γελά κανείς. Γιατί πολύ απλά η Ducati όπως και κάθε στοιχείο ενεργητικού, είναι πάντα προς πώληση, φτάνει το αντίτιμο να είναι σωστό. Και τουλάχιστον μία φορά από όλες όσες έχουν ακουστεί, τα πράγματα έφτασαν ένα τσικ πριν ολοκληρωθούν και η Ducati να περάσει στην KTM. Τώρα, με βάση την ανανέωση της γκάμας και της αγωνιστικής πορείας το αντίτιμο έχει ανέβει ξανά.

Η BMW από την άλλη είναι διαφορετική περίπτωση, αποτελεί κομμάτι του ίδιου σώματος, δεν είναι στοιχείο ενεργητικού όπως είναι η Ducati για την Audi, οπότε προφανώς και δεν πωλείται, διαφορετικά ο Pierer θα είχε χτυπήσει και αυτή την πόρτα. Η δική μου άποψη είναι πως μακάρι να υπήρχαν παντού ανεξάρτητα εργοστάσια και ένας υγιής ανταγωνισμός, όμως κάθε χρόνο λιγοστεύουμε, κάθε χρόνο οι μοτοσυκλέτες είναι λιγότερες χωρίς να μικραίνει αντίστοιχα και το κόστος, αλλά να αυξάνεται. Η αυτοκινητοβιομηχανία έχει προσαρμοστεί και έχει ξεμπερδέψει με αυτά τα προβλήματα πολύ καιρό τώρα μέσα από συνέργειες των εργοστασίων που κατασκευάζουν πολλά κοινά μοντέλα με μικρές παραμετροποιήσεις. Στην μοτοσυκλέτα οι συνέργειες είναι δύσκολο να πετύχουν, δεν μπορούν να βγουν κοινά μοντέλα από ανταγωνιστές και οι συνέργειες πρέπει να γίνουν σε χρηματοοικονομικό επίπεδο. Θυμάστε τα V-Strom 1000 και KLV 1000 που οι ιδιοκτήτες των μεν έλεγαν πως το δικό τους ήταν δυνατότερο από των δε, όταν στην πράξη η μόνη διαφορά ήταν το χρώμα και το αυτοκόλλητο με το όνομα; Τις ημέρες που θα κυκλοφορήσει το παρόν τεύχος, η Triumph θα έχει μόλις ανακοινώσει την είσοδο της στο Motocross στην MX2 το 2024 και στην MX1 το 2025. Ένα μπρα ντε φερ του ισχυρού άντρα της Bajaj με τον ισχυρό της KTM για να του δείξει πως δεν υπάρχει ασφάλεια ούτε και στην αγορά των χωμάτινων, την ίδια στιγμή που παραμένουν συνεργάτες. Τα πράγματα λοιπόν είναι πολύ πιο σύνθετα πίσω από κάθε κίνηση που βλέπουμε να συμβαίνει και όχι απλά μία “επεκτατική πολιτική”.

Editorial 562 - Αφανής τεχνολογία

x
Από το

motomag

1/9/2016

Σ’ αυτό το τεύχος έχουμε μια πολύ ωραία αντίθεση: Απ’ τη μια μεριά δύο εξωτικές Ιταλικές κατασκευές, απ’ την άλλη, τρεις μοτοσυκλέτες που κάνουν περισσότερα απ’ όσα δείχνουν με την πρώτη ματιά.

Κι ενώ είναι άγνωστο τι χρόνους θα έκανε μια Tamburini T12 Massimo στην πίστα, σε σχέση με την δωρητή κινητήρας της BMW S1000RR, δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει το απόλυτο της κατασκευής της. Με κινητήρα factory superbike της BMW που βγάζει 235 ίππους, ζυγίζει 154 κιλά, ένα λιγότερο από το ελάχιστο όριο των MotoGP!  Όπως είπαν και οι άνθρωποι της BMW όταν την είδαν από κοντά, δεν υπάρχει περίπτωση μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής να πετύχει το επίπεδο της ποιότητας και της προσοχής στην λεπτομέρεια που έχει μια Τ12. Kι ούτε βέβαια θα μπορούσε ποτέ να είναι μαζικής παραγωγής μια μοτοσυκλέτα κόστους πάνω από 300.000 ευρώ. Γι’ αυτό και μίλησα για χρόνους, για γυρολόγια, για μετρήσιμα μεγέθη. Γιατί υπάρχει βέβαια η – αξία ανεκτίμητη – απόλαυση της μορφής, της υφής και της ποιότητας του συνόλου και των εξαρτημάτων του, υπάρχει το δέος του ονόματος του Tamburini και της ιστορίας του και της γνώσης πως αυτή ήταν για κείνον η ιδανική superbike, κι αυτά είναι αρκετά για να σε μαγέψουν χωρίς καν να χρειάζεται να την οδηγήσεις. Έχοντας στο μυαλό μου πως σχεδόν όλες οι Bimota (πλην των DB2) που έχω οδηγήσει ήταν μάλλον απογοητευτικές ως σύνολο και συμπεριφορά (και ειδικά η πολυσυζητημένη Tesi), θα ήθελα πάρα πολύ να οδηγήσω μια Τ12 αλλά... απ’ τη μια θα κράταγα και μικρό καλάθι (με τόσες υποσχέσεις, είναι εύκολο να απογοητευτείς), κι απ’ την άλλη, αν όλα ήταν καλά, δεν έχω την ικανότητα να γράψω χρόνους ανταγωνιστικούς με μια μοτοσυκλέτα επιπέδου MotoGP. Μόνο εικόνες και αισθήσεις θα μάζευα, δεν θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω όπως της αξίζει και να μπορέσω να την αξιολογήσω σε ένα απίθανο να συμβεί ποτέ συγκριτικό: Μια Yamaha M1 που θα μας δάνειζε το φιλαράκι μας ο Valentino, μια BMW του παγκοσμίου SBK και μια T12 Massimo… Θα χρειαζόμασταν βέβαια και αντίστοιχα μυθικούς αναβάτες, για να τις οδηγήσουν στο Mugello κατά προτίμηση, για να βγάλουμε μετά τα συμπεράσματά μας. Τα γυρολόγια θα έλεγαν την ψυχρή αλήθεια, θα είχαμε μια τυπική νικήτρια, καλά θα περνάγαμε αν τις κάναμε κι εμείς μια βόλτα, αλλά μήπως έτσι θα χάναμε την ουσία; Τα πιο σημαντικά πράγματα στις μοτοσυκλέτες (όπως και στη ζωή) δεν είναι μετρήσιμα, δεν κατατάσσονται σε πρώτο δεύτερο τρίτο. Επιπλέον, κάθε τέτοια εξωτική κατασκευή έχει πολύ εξειδικευμένο και περιορισμένο πεδίο δράσης: Ακόμα και στην περίπτωση ενός πλούσιου συλλέκτη, ιδιοκτήτη T12, υποπτεύομαι πως περισσότερη ευχαρίστηση θα ήταν για κείνον να την χαζεύει στο γκαράζ του παρέα με τους φίλους του, παρά να κάνει μερικούς γύρους το χρόνο σε πίστα, φοβούμενος μην την κάνει την στραβή, το τσακίσει και το απαξιώσει. Η δε απολύτως χειρότερη περίπτωση θα ήταν να την αγοράσει κάποιος, και να την κρατήσει βουβή ακίνητη κι ανέραστη στο σαλόνι του σπιτιού του. Ως έργο τέχνης.

 

Στην άλλη άκρη του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος, έχουμε απλές και χρηστικές μοτοσυκλέτες όπως οι BMW F700GS και R 9T Scrambler, μαζί με την NC750X της Honda. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι πως ως σύνολο αποδίδουν καλύτερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς βλέποντας τα επί μέρους εξαρτήματά τους και το εμφανές επίπεδο της τεχνολογίας τους. Μπορεί να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, να μην προσπαθούν να εντυπωσιάσουν με την τεχνολογία τους, ας μην ξεχνάμε όμως πως η καλύτερη τεχνολογία δεν είναι κάποιο σύστημα ή ηλεκτρονικό βοήθημα, αλλά η φαιά ουσία του εγκεφάλου αυτών που εξέλιξαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Στην περίπτωση του Honda, η "αφανής" τεχνολογία συγκεντρώνεται κυρίως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας ενός κατασκευαστή κολοσσού σε μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, έτσι ώστε να φτιάξει αυτό που ξέρει πως οι περισσότεροι αναβάτες χρειάζονται: Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα χρήσεων στην άσφαλτο, με αξιοπιστία, πρακτικότητα και οικονομία.  Έφτιαξε δηλαδή η Honda αυτό που χρειάζεται η πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, κάτι που δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με αυτό που ονειρεύονται. Κάτι δηλαδή σαν την γυναίκα που θα ήσουν ευτυχής αν παντρευόσουν, σε αντίθεση με αυτή που θα επιθυμούσες να έχεις στο κρεβάτι σου. Λίγοι είναι τόσο ρεαλιστές ώστε να κάνουν τη σωστή επιλογή για συμβίωση, δυστυχώς.

Παρόμοιας φιλοσοφίας και το 700 της ΒΜW, με το σύνολο να αποδεικνύεται ανώτερο των επί μέρους εξαρτημάτων του, με πιο σπορ χροιά και απόδοση σε σχέση με το Honda. Τόσο μάλιστα, που λίγες αλλά καίριες αλλαγές το κάνουν να ανταγωνίζεται το "ανώτερο" στα χαρτιά, και προσανατολισμένο περισσότερο από το 700 προς το χώμα, F800GS.   

     

Διαφορετικού είδους και επιδόσεων μοτοσυκλέτες χρειάζονται και άλλες δόσεις τεχνολογίας, δεν μπαίνουν όλες στο ίδιο τσουβάλι, κάνοντας άκυρες τις συζητήσεις του είδους "χρειάζεται το traction control ή όχι;". Για μια superbike είναι απαραίτητο, ειδικά αν ο αναβάτης της θέλει να απολαμβάνει την οδήγηση στην πίστα αντί να περιμένει το επόμενο high siding. Για τους 90 ίππους στο τροχό του Scrambler στις περισσότερες περιπτώσεις όχι, σε μερικές ναι, και τελικά μπορεί να κάνει και χωρίς αυτό. Κι αυτές είναι οι προφανείς τεχνολογίες, ενώ πιο σημαντικές είναι οι αφανείς, που σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία και την σωστή κρίση, φτιάχνουν απολαυστικές, άρτιες και ομοιογενείς μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα, ένα πιρούνι με σωστά επιλεγμένα ελατήρια και αποσβέσεις, χωρίς ρυθμίσεις, θα δουλέψει καλύτερα από ένα πολύ μαλακό, αλλά πολυρυθμιζόμενο. Γιατί το δεύτερο, θα είναι μια ισχυρή ένδειξη πως αυτοί που εξέλιξαν την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν έκαναν τις σωστές επιλογές, με πιθανότερη κατάληξη πως και το σύνολο δεν θα λειτουργεί σωστά τελικά. Από το "τεχνολογικά εντυπωσιακό, αλλά πλημμελώς εξελιγμένο", το "καλοεξελιγμένο, αλλά απλό", είναι πάντα προτιμότερο. Και ο αναβάτης του, δένεται πολύ περισσότερο μαζί του, αφού δεν απογοητεύεται από τεχνολογίες που υποτίθεται θα του έκαναν τη ζωή εύκολη, ενώ αντίθετα του την κάνουν περίπλοκη χωρίς λόγο. 

 

 

Το MOTO HAPPENING αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Ο λόγος; Η ανωτέρα βία!