Editorial 632 - MEGA TEST με βενζίνη για πολλά ακόμη χρόνια…

Από το

motomag

1/7/2022

Όταν πέρσι αποφασίσαμε να ανεβάσουμε την περιπέτεια του MEGA TEST στην Βοσνία, υπήρχαν πολλές επιφυλάξεις με πρώτο το ζήτημα της ασφάλειας. Όχι εξαιτίας της αστάθειας που επικρατεί στον βασανισμένο αυτό τόπο, αλλά γιατί τα βουνά της εξακολουθούν αυτή την στιγμή να είναι ναρκοθετημένα και παρόλο που σε γενικές γραμμές τα ναρκοπέδια υπάρχουν στον χάρτη, σχεδόν παντού όπου τελικά κινηθήκαμε, κανείς δεν μπορεί να σου υποσχεθεί πως δεν θα πατήσεις με το πασαλάκι του αντίσκηνου κάπου που δεν πρέπει. Κι έπειτα υπήρχε το άλλο: Ήταν αρκετά μακριά για να ταυτιστούν οι αναγνώστες με το μέρος και να καλλιεργήσουν την ιδέα να κάνουν την διαδρομή από μόνοι τους. Όμως από την στιγμή που το MEGA TEST είχε εξαντλήσει πλήρως την Ελλάδα, τις γείτονες χώρες και είχε φτάσει στο πρόσφατο παρελθόν μέχρι το Μαυροβούνιο, προτρέποντας αρκετούς να το επισκεφτούν, όπως είδαμε από τα μηνύματά σας, εεε, τι Μαυροβούνιο τι Βοσνία! Και πράγματι η χαρά μας ήταν διπλή, όταν είδαμε πόσες παρέες ακολούθησαν τα βήματα. Οπότε η συνέχεια ήταν εύκολη, στην Σερβία είχαμε ξανά πάει, το 2008, ευκαιρία να πιάσουμε την άκρη εκείνης της διαδρομής και να την επεκτείνουμε προς το πιο πράσινο σημείο της χώρας και στα σύνορα με την Βοσνία κλείνοντας τον κύκλο που άνοιξε πέρσι στις Δειναρικές Άλπεις!

Ο φετινός άθλος του MEGA TEST ξεκίνησε όπως και ο περσινός, ψάχνοντας να βρούμε μοτοσυκλέτες που μόλις έβγαιναν από το εργοστάσιο και το γεγονός πως τελικά έγινε κάτι τέτοιο, μοιάζει ακόμη και τώρα παράξενο και το πώς, ξεδιπλώνεται στις επόμενες σελίδες αλλά και σε αυτές που θα έρθουν τον Αύγουστο. Σας περιμένει ένα από τα πιο δύσκολα MEGA TEST που έχουμε πραγματοποιήσει ποτέ!

Με 4 ξεχωριστές εκκινήσεις στον χάρτη, οι 14 είδαμε τελείως διαφορετικά πράγματα μέχρι να συναντηθούμε στα νότια σύνορα της Σερβίας, έξω από το Κόσοβο. Εκείνοι που κατέβαιναν από την Αυστρία, που ερχόντουσαν από την Ιταλία και την Γαλλία, συναντούσαν στις Άλπεις μιλιούνια μοτοσυκλετών. Εμείς πάλι είμασταν τα μόνα δίκυκλα στις Ε.Ο.! Στην Σερβία όταν ψάχναμε ένα από τα πιο δύσκολα βράδια για κατάλυμα, ο ιδιοκτήτης ενός πανδοχείου έβαζε στοίχημα πως ακόμη κι αν αφήναμε τις μοτοσυκλέτες με τα κλειδιά επάνω, θα τις βρίσκαμε το πρωί στο ίδιο σημείο απλά γιατί κανείς δεν οδηγεί μοτοσυκλέτες εκεί πάνω και κανείς δεν ξέρει τον τρόπο να τις εκμεταλλευτεί. Δύο διαμετρικά αντίθετες εικόνες, σε μία ακτίνα 700-800 χιλιομέτρων, ένα μόνο από τα πολλά παραδείγματα που δείχνουν τις μεγάλες αντιθέσεις που χαρακτηρίζουν τα Βαλκάνια.

Και η χώρα μας είναι γεμάτη από αυτές. Φταίει το ταπεραμέντο μας. Το τελευταίο πράγμα για το οποίο διαφωνεί η κοινή γνώμη της μοτοσυκλέτας, είναι τα ηλεκτρικά δίκυκλα χωρίς να υπάρχει κανένας λόγος για αυτή την διαφωνία! Διότι εμείς στο ΜΟΤΟ έχουμε ξεκαθαρίσει πως μοτοσυκλέτες όπως τις ξέρουμε, με κινητήρες εσωτερικής καύσης που καίνε βενζίνη θα συνεχίσουν να εξελίσσονται για τουλάχιστον 15 χρόνια από τώρα. Προσέξτε, όχι να πωλούνται απλά, αλλά να εξελίσσονται και ο χρόνος αυτός δεν αναμένεται να συρρικνωθεί. Αν στο μεταξύ υπάρχουν ηλεκτρικά δίκυκλα που θα εξυπηρετούν μετακινήσεις ρουτίνας, όπως τα σκούτερ και που θα εξελίσσονται ολοένα και περισσότερο, αυτό δεν θα πρέπει να ενοχλεί κανέναν, εκτός εκείνων που πραγματικά ενδιαφέρονται για το περιβάλλον και καταλαβαίνουν πως τα ηλεκτρικά οχήματα, αυτή την στιγμή, μόνο πιο καθαρά δεν είναι. Το αντίθετο, αλλά κι αυτό είναι ζήτημα εξέλιξης. Και η εξέλιξη σε μία ελεύθερη αγορά έχει να κάνει με την ζήτηση. Δίχως αυτή μένει κανείς στάσιμος, όπως θα μείνουν τα πράγματα εδώ και μόνο εδώ, ενώ έξω θα προχωρούν. Να οι αντιθέσεις που λέγαμε πιο πάνω! Γιατί θα μείνουν στάσιμα; Γιατί μία ζωή η μοτοσυκλέτα είναι στο παρασκήνιο αντί για εκεί που της αξίζει στο προσκήνιο:

Το πρόγραμμα επιδοτήσεων “Κινούμαι Ηλεκτρικά 1” είχε απορρόφηση κονδυλίων κάτω από 50% (εκταμιεύτηκαν μόλις 20 εκατομμύρια ευρώ από τα 42 που είχαν προϋπολογιστεί) αλλά η κυβέρνηση συνεχίζει να ακολουθεί το ίδιο σκεπτικό επιδοτήσεων και στο πρόγραμμα “Κινούμαι Ηλεκτρικά 2”, παρά το γεγονός πως αυτή τη φορά το πρόγραμμα έχει προϋπολογισμό 75 εκατομμύρια ευρώ. Ενώ το πιο λογικό για τα δεδομένα της Ελλάδας με την ακανόνιστη ρυμοτομία και τα τεράστια προβλήματα συγκοινωνίας είναι τα προγράμματα αυτά να στραφούν προς τα δίκυκλα, δίνονται μεγαλύτερες επιδοτήσεις σε ακριβά αυτοκίνητα και ευνοούνται οι μεγάλοι Όμιλοι leasing και ενοικιάσεων αντί για τους απλούς ιδιώτες. Η επιδότηση στα αυτοκίνητα και τα επαγγελματικά τρίκυκλα είναι από 30% έως και 40% με μέγιστο ποσό τα 8.000€, ενώ για τα δίκυκλα η επιδότηση δεν ξεπερνά το 20% και μέγιστο ποσό τα 800€ με προοπτική να ανέβει χωρίς όμως να έχει ακόμη συμβεί.

Με δεδομένο πως στον πρώτο κύκλο επιδοτήσεων του Κινούμαι Ηλεκτρικά 1, έμειναν αδιάθετα 22 εκατομμύρια ευρώ και με δεδομένο πως αυτή τη στιγμή το μποτιλιάρισμα στο κέντρο των μεγάλων αστικών κέντρων έχει κάνει τη χρήση αυτοκινήτου μαρτυρική για όλους, προκαλεί εντύπωση που η κυβέρνηση δεν επιδοτεί (τουλάχιστον) με το ίδιο ποσοστό τα ηλεκτρικά δίκυκλα, τα οποία λύνουν ταυτόχρονα δύο τεράστια προβλήματα των αστικών κέντρων και όχι μόνο ένα όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Επίσης η επιδοτήσεις στα δίκυκλα είναι πολύ πιο εύκολα να απορροφηθούν, αφού μιλάμε για οχήματα με τιμές λιανικής από 3.000 έως το πολύ 25.000€, όταν στα αυτοκίνητα τα αντίστοιχης αυτονομίας μοντέλα κοστίζουν από 30.000 έως και 200.000€. Στην περίπτωση των ηλεκτρικών δίκυκλων οι επιδοτήσεις πάνε σε ένα πολύ μεγαλύτερο κοινό της μεσαίας οικονομικά τάξης που λαμβάνει σοβαρά υπόψη του το κάθε ευρώ πριν αγοράσει, ενώ στην περίπτωση των αυτοκινήτων η επιδότηση πάει κυρίως στις εταιρείες leasing και σε ιδιώτες που σίγουρα δεν τους λείπουν τα 8.000€ όταν κοιτάζουν να αγοράσουν αυτοκίνητα των 80.000€….

Μία ελπίδα είναι πως ο ΣΕΜΕ μετά την πλήρη απαγκίστρωσή του από τον κλάδο του αυτοκινήτου θα κάνει τις απαραίτητες ενέργειες προς τους αρμόδιους φορείς, ώστε τα ηλεκτρικά δίκυκλα να έχουν – έστω - την ίδια αντιμετώπιση στις επιδοτήσεις με τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. 

 

Editorial 562 - Αφανής τεχνολογία

x
Από το

motomag

1/9/2016

Σ’ αυτό το τεύχος έχουμε μια πολύ ωραία αντίθεση: Απ’ τη μια μεριά δύο εξωτικές Ιταλικές κατασκευές, απ’ την άλλη, τρεις μοτοσυκλέτες που κάνουν περισσότερα απ’ όσα δείχνουν με την πρώτη ματιά.

Κι ενώ είναι άγνωστο τι χρόνους θα έκανε μια Tamburini T12 Massimo στην πίστα, σε σχέση με την δωρητή κινητήρας της BMW S1000RR, δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει το απόλυτο της κατασκευής της. Με κινητήρα factory superbike της BMW που βγάζει 235 ίππους, ζυγίζει 154 κιλά, ένα λιγότερο από το ελάχιστο όριο των MotoGP!  Όπως είπαν και οι άνθρωποι της BMW όταν την είδαν από κοντά, δεν υπάρχει περίπτωση μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής να πετύχει το επίπεδο της ποιότητας και της προσοχής στην λεπτομέρεια που έχει μια Τ12. Kι ούτε βέβαια θα μπορούσε ποτέ να είναι μαζικής παραγωγής μια μοτοσυκλέτα κόστους πάνω από 300.000 ευρώ. Γι’ αυτό και μίλησα για χρόνους, για γυρολόγια, για μετρήσιμα μεγέθη. Γιατί υπάρχει βέβαια η – αξία ανεκτίμητη – απόλαυση της μορφής, της υφής και της ποιότητας του συνόλου και των εξαρτημάτων του, υπάρχει το δέος του ονόματος του Tamburini και της ιστορίας του και της γνώσης πως αυτή ήταν για κείνον η ιδανική superbike, κι αυτά είναι αρκετά για να σε μαγέψουν χωρίς καν να χρειάζεται να την οδηγήσεις. Έχοντας στο μυαλό μου πως σχεδόν όλες οι Bimota (πλην των DB2) που έχω οδηγήσει ήταν μάλλον απογοητευτικές ως σύνολο και συμπεριφορά (και ειδικά η πολυσυζητημένη Tesi), θα ήθελα πάρα πολύ να οδηγήσω μια Τ12 αλλά... απ’ τη μια θα κράταγα και μικρό καλάθι (με τόσες υποσχέσεις, είναι εύκολο να απογοητευτείς), κι απ’ την άλλη, αν όλα ήταν καλά, δεν έχω την ικανότητα να γράψω χρόνους ανταγωνιστικούς με μια μοτοσυκλέτα επιπέδου MotoGP. Μόνο εικόνες και αισθήσεις θα μάζευα, δεν θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω όπως της αξίζει και να μπορέσω να την αξιολογήσω σε ένα απίθανο να συμβεί ποτέ συγκριτικό: Μια Yamaha M1 που θα μας δάνειζε το φιλαράκι μας ο Valentino, μια BMW του παγκοσμίου SBK και μια T12 Massimo… Θα χρειαζόμασταν βέβαια και αντίστοιχα μυθικούς αναβάτες, για να τις οδηγήσουν στο Mugello κατά προτίμηση, για να βγάλουμε μετά τα συμπεράσματά μας. Τα γυρολόγια θα έλεγαν την ψυχρή αλήθεια, θα είχαμε μια τυπική νικήτρια, καλά θα περνάγαμε αν τις κάναμε κι εμείς μια βόλτα, αλλά μήπως έτσι θα χάναμε την ουσία; Τα πιο σημαντικά πράγματα στις μοτοσυκλέτες (όπως και στη ζωή) δεν είναι μετρήσιμα, δεν κατατάσσονται σε πρώτο δεύτερο τρίτο. Επιπλέον, κάθε τέτοια εξωτική κατασκευή έχει πολύ εξειδικευμένο και περιορισμένο πεδίο δράσης: Ακόμα και στην περίπτωση ενός πλούσιου συλλέκτη, ιδιοκτήτη T12, υποπτεύομαι πως περισσότερη ευχαρίστηση θα ήταν για κείνον να την χαζεύει στο γκαράζ του παρέα με τους φίλους του, παρά να κάνει μερικούς γύρους το χρόνο σε πίστα, φοβούμενος μην την κάνει την στραβή, το τσακίσει και το απαξιώσει. Η δε απολύτως χειρότερη περίπτωση θα ήταν να την αγοράσει κάποιος, και να την κρατήσει βουβή ακίνητη κι ανέραστη στο σαλόνι του σπιτιού του. Ως έργο τέχνης.

 

Στην άλλη άκρη του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος, έχουμε απλές και χρηστικές μοτοσυκλέτες όπως οι BMW F700GS και R 9T Scrambler, μαζί με την NC750X της Honda. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι πως ως σύνολο αποδίδουν καλύτερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς βλέποντας τα επί μέρους εξαρτήματά τους και το εμφανές επίπεδο της τεχνολογίας τους. Μπορεί να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, να μην προσπαθούν να εντυπωσιάσουν με την τεχνολογία τους, ας μην ξεχνάμε όμως πως η καλύτερη τεχνολογία δεν είναι κάποιο σύστημα ή ηλεκτρονικό βοήθημα, αλλά η φαιά ουσία του εγκεφάλου αυτών που εξέλιξαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Στην περίπτωση του Honda, η "αφανής" τεχνολογία συγκεντρώνεται κυρίως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας ενός κατασκευαστή κολοσσού σε μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, έτσι ώστε να φτιάξει αυτό που ξέρει πως οι περισσότεροι αναβάτες χρειάζονται: Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα χρήσεων στην άσφαλτο, με αξιοπιστία, πρακτικότητα και οικονομία.  Έφτιαξε δηλαδή η Honda αυτό που χρειάζεται η πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, κάτι που δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με αυτό που ονειρεύονται. Κάτι δηλαδή σαν την γυναίκα που θα ήσουν ευτυχής αν παντρευόσουν, σε αντίθεση με αυτή που θα επιθυμούσες να έχεις στο κρεβάτι σου. Λίγοι είναι τόσο ρεαλιστές ώστε να κάνουν τη σωστή επιλογή για συμβίωση, δυστυχώς.

Παρόμοιας φιλοσοφίας και το 700 της ΒΜW, με το σύνολο να αποδεικνύεται ανώτερο των επί μέρους εξαρτημάτων του, με πιο σπορ χροιά και απόδοση σε σχέση με το Honda. Τόσο μάλιστα, που λίγες αλλά καίριες αλλαγές το κάνουν να ανταγωνίζεται το "ανώτερο" στα χαρτιά, και προσανατολισμένο περισσότερο από το 700 προς το χώμα, F800GS.   

     

Διαφορετικού είδους και επιδόσεων μοτοσυκλέτες χρειάζονται και άλλες δόσεις τεχνολογίας, δεν μπαίνουν όλες στο ίδιο τσουβάλι, κάνοντας άκυρες τις συζητήσεις του είδους "χρειάζεται το traction control ή όχι;". Για μια superbike είναι απαραίτητο, ειδικά αν ο αναβάτης της θέλει να απολαμβάνει την οδήγηση στην πίστα αντί να περιμένει το επόμενο high siding. Για τους 90 ίππους στο τροχό του Scrambler στις περισσότερες περιπτώσεις όχι, σε μερικές ναι, και τελικά μπορεί να κάνει και χωρίς αυτό. Κι αυτές είναι οι προφανείς τεχνολογίες, ενώ πιο σημαντικές είναι οι αφανείς, που σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία και την σωστή κρίση, φτιάχνουν απολαυστικές, άρτιες και ομοιογενείς μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα, ένα πιρούνι με σωστά επιλεγμένα ελατήρια και αποσβέσεις, χωρίς ρυθμίσεις, θα δουλέψει καλύτερα από ένα πολύ μαλακό, αλλά πολυρυθμιζόμενο. Γιατί το δεύτερο, θα είναι μια ισχυρή ένδειξη πως αυτοί που εξέλιξαν την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν έκαναν τις σωστές επιλογές, με πιθανότερη κατάληξη πως και το σύνολο δεν θα λειτουργεί σωστά τελικά. Από το "τεχνολογικά εντυπωσιακό, αλλά πλημμελώς εξελιγμένο", το "καλοεξελιγμένο, αλλά απλό", είναι πάντα προτιμότερο. Και ο αναβάτης του, δένεται πολύ περισσότερο μαζί του, αφού δεν απογοητεύεται από τεχνολογίες που υποτίθεται θα του έκαναν τη ζωή εύκολη, ενώ αντίθετα του την κάνουν περίπλοκη χωρίς λόγο. 

 

 

Το MOTO HAPPENING αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Ο λόγος; Η ανωτέρα βία!