Editorial 626 - Το τεράστιο πρόβλημα των ελληνικών διασταυρώσεων

Από το

motomag

1/1/2022

Στην Ελλάδα μόλις ακούσεις για διασταύρωση και πρόβλημα, αμέσως το μυαλό πηγαίνει στην παραβίαση του ερυθρού σηματοδότη. Πράγματι, αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχουμε. Πάνε να δούμε τώρα και ένα τεράστιο θέμα για το οποίο ελάχιστα έχουν ειπωθεί. Την πεποίθηση πως δύο δρόμοι μπορούν να διασταυρωθούν είτε ανισόπεδα είτε με φανάρια, παραγκωνίζοντας την καλύτερη λύση που είναι οι κυκλικοί κόμβοι.

Το πρώτο επιχείρημα είναι γνωστό, ο ισχυρισμός πως δεν υπάρχει κατάλληλος χώρος για κάτι τέτοιο και το οποίο έχει δύο προεκτάσεις. Η μία είναι η φουσκωμένη σαν κέικ άποψη πως ο κυκλικός κόμβος χρειάζεται τον ίδιο χώρο σαν μία πλατεία, συχνά μπερδεύοντας το ένα με το άλλο και η άλλη προέκταση είναι η πραγματική. Πως πράγματι σε πολλά σημεία και να θέλεις δεν μπορείς να φτιάξεις κυκλικό κόμβο εξαιτίας της έλλειψης χώρου. Εμείς όμως στην Ελλάδα πάμε αντίθετα σε ολόκληρη την Ευρώπη, ή αν θέλετε σε ολόκληρη την Μεσόγειο, καθώς από την κάτω μεριά οι κυκλικοί κόμβοι είναι η πρώτη επιλογή και το πλέον συχνό είδος διασταύρωσης. Πάμε αντίθετα και μέσα στις πλατείες και τους κυκλικούς κόμβους από αυτό που κάνουν οι υπόλοιποι, αλλά ας το αφήσουμε στο τέλος. Το γεγονός πως σε νέους κόμβους με περίσσεια χώρου συνεχίζουμε να βάζουμε φανάρια, θα ήταν αστείο αν δεν ήταν απλά εξοργιστικό.

Θεωρώ πως δεν χρειάζεται να αρχίσω να αραδιάζω παραδείγματα περιπτώσεων όπως αρκετές έξοδοι της Αττικής Οδού, όπου ο κυκλικός κόμβος θα ήταν καλύτερη λύση από τις κάθετες διασταυρώσεις με φανάρια. Υπάρχουν κυκλικοί κόμβοι στην Ελλάδα και ξέρουμε πως πράγματι είναι καλύτερη λύση, ακόμη και αν σε ορισμένες περιπτώσεις τους ακυρώνουμε φράζοντας την είσοδό τους με φανάρια. Το ξέρουμε γιατί μόλις περάσουμε τα σύνορα αναγκαζόμαστε να αλλάξουμε την συνήθεια για το ποιος έχει προτεραιότητα και καταλαβαίνουμε εκείνη την στιγμή για ποιο λόγο είναι πολλαπλάσια καλύτερη λύση.
Εντός συνόρων και για να μην διαταραχθεί η συνήθεια που έχουμε για το ποιο χέρι που κρατά το τιμόνι έχει προτεραιότητα (περίπου έτσι το μαθαίνουν όλοι στις εξετάσεις διπλώματος οδήγησης) κάνουμε τα πράγματα τελείως ανάποδα από όλους τους υπόλοιπους. Στην Ελλάδα λοιπόν προηγείται αυτός που μπαίνει και όχι εκείνος που ήδη βρίσκεται σε τροχιά. Φανταστείτε πως δεν μιλάμε για πλατείες, αλλά για μία λίμνη με ποτάμια. Όσο τα μεγάλα ποτάμια τροφοδοτούν την λίμνη και τα μικρά την αδειάζουν θα πλημμυρίζουμε και το ίδιο ακριβώς συμβαίνει σε ώρες αιχμής στις πλατείες και τους κυκλικούς κόμβους, όπου αυτοί υπάρχουν. Δεν ξέρουμε κάτι που δεν ξέρουν οι άλλοι κάνοντας τα πράγματα ανάποδα, απλά κάνουμε λάθος. Η φιλοσοφία του κυκλικού κόμβου είναι να περνάς μέσα σε αυτόν τον λιγότερο δυνατό χρόνο και τα αυτοκίνητα μέσα εκεί να είναι σε διαρκή κίνηση. Όσο συμβαίνει αυτό, τόσο μικρότερη θα είναι η αναμονή και για τους υπόλοιπους σε περίπτωση συμφόρησης και σίγουρα καλύτερη λύση από τα πολλαπλά φανάρια. Ένας κυκλικός κόμβος δεν σταματά να λειτουργεί όταν διακοπεί το ρεύμα, δεν φρακάρει αυτοκίνητα στο κέντρο (όταν υπάρχουν σωστές προτεραιότητες) και το μόνο που απαιτεί είναι λίγο μεγαλύτερος χώρος. Είναι το μόνο που δεν έχουμε στις ελληνικές πόλεις, μαζί σας, αλλά συνεχίζουμε να κάνουμε τα πράγματα ανάποδα. Κι εκεί που υπάρχει χώρος βάζουμε φανάρια και όταν τελικά φτιάξουμε κυκλικούς κόμβους όλοι διαμαρτύρονται γιατί μπορεί τα πράγματα να γίνουν χειρότερα. Και έχουν δίκιο, όσο δεν αλλάζουμε τον κανόνα. Με την χρήση φαναριού στις εισόδους κάνουμε μία τρύπα στο νερό, αυταπόδεικτο, με το STOP τα πράγματα γίνονται πολύ καλύτερα και δείχνουν πως μπορεί να είναι η λύση, αν και το ακόμη πιο σωστό θα ήταν να μην χρειάζεται καθόλου πινακίδα.

Πλησιάζοντας έναν κυκλικό κόμβο μειώνεις ταχύτητα, αναγκαστικά, δεν την αυξάνεις όπως γίνεται συχνά σε πορτοκαλί, ακόμη και κόκκινο. Ο κυκλικός κόμβος είναι με διαφορά ασφαλέστερη διασταύρωση και με σωστές ρυμοτομικές παρεμβάσεις μπορεί να ακυρώσει πάρα πολλά φανάρια χωρίς να χρειάζεται να σκάψεις ολόκληρη την πόλη. Αν αναρωτιέστε μήπως είμαστε τελείως ηλίθιοι που κάνουμε τα πράγματα ανάποδα από ό,τι συμβαίνει σε ολόκληρη την υπόλοιπη Μεσόγειο, για να μην πούμε Ευρώπη, ΗΠΑ, Καναδά κτλ, να βάλουμε και την παράμετρο πως ένα καινούριο φανάρι έχει ένα πολύ όμορφο κόστος και αγοράς και συντήρησης, είναι ένα έξοδο που προκύπτει ξανά και ξανά και μπορεί να σε βοηθήσει να κρύψεις εκεί μέσα άλλα ποσά, ξανά και ξανά. Ο κυκλικός κόμβος απαιτεί ένα ποσό, μία φορά…

Editorial 562 - Αφανής τεχνολογία

x
Από το

motomag

1/9/2016

Σ’ αυτό το τεύχος έχουμε μια πολύ ωραία αντίθεση: Απ’ τη μια μεριά δύο εξωτικές Ιταλικές κατασκευές, απ’ την άλλη, τρεις μοτοσυκλέτες που κάνουν περισσότερα απ’ όσα δείχνουν με την πρώτη ματιά.

Κι ενώ είναι άγνωστο τι χρόνους θα έκανε μια Tamburini T12 Massimo στην πίστα, σε σχέση με την δωρητή κινητήρας της BMW S1000RR, δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει το απόλυτο της κατασκευής της. Με κινητήρα factory superbike της BMW που βγάζει 235 ίππους, ζυγίζει 154 κιλά, ένα λιγότερο από το ελάχιστο όριο των MotoGP!  Όπως είπαν και οι άνθρωποι της BMW όταν την είδαν από κοντά, δεν υπάρχει περίπτωση μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής να πετύχει το επίπεδο της ποιότητας και της προσοχής στην λεπτομέρεια που έχει μια Τ12. Kι ούτε βέβαια θα μπορούσε ποτέ να είναι μαζικής παραγωγής μια μοτοσυκλέτα κόστους πάνω από 300.000 ευρώ. Γι’ αυτό και μίλησα για χρόνους, για γυρολόγια, για μετρήσιμα μεγέθη. Γιατί υπάρχει βέβαια η – αξία ανεκτίμητη – απόλαυση της μορφής, της υφής και της ποιότητας του συνόλου και των εξαρτημάτων του, υπάρχει το δέος του ονόματος του Tamburini και της ιστορίας του και της γνώσης πως αυτή ήταν για κείνον η ιδανική superbike, κι αυτά είναι αρκετά για να σε μαγέψουν χωρίς καν να χρειάζεται να την οδηγήσεις. Έχοντας στο μυαλό μου πως σχεδόν όλες οι Bimota (πλην των DB2) που έχω οδηγήσει ήταν μάλλον απογοητευτικές ως σύνολο και συμπεριφορά (και ειδικά η πολυσυζητημένη Tesi), θα ήθελα πάρα πολύ να οδηγήσω μια Τ12 αλλά... απ’ τη μια θα κράταγα και μικρό καλάθι (με τόσες υποσχέσεις, είναι εύκολο να απογοητευτείς), κι απ’ την άλλη, αν όλα ήταν καλά, δεν έχω την ικανότητα να γράψω χρόνους ανταγωνιστικούς με μια μοτοσυκλέτα επιπέδου MotoGP. Μόνο εικόνες και αισθήσεις θα μάζευα, δεν θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω όπως της αξίζει και να μπορέσω να την αξιολογήσω σε ένα απίθανο να συμβεί ποτέ συγκριτικό: Μια Yamaha M1 που θα μας δάνειζε το φιλαράκι μας ο Valentino, μια BMW του παγκοσμίου SBK και μια T12 Massimo… Θα χρειαζόμασταν βέβαια και αντίστοιχα μυθικούς αναβάτες, για να τις οδηγήσουν στο Mugello κατά προτίμηση, για να βγάλουμε μετά τα συμπεράσματά μας. Τα γυρολόγια θα έλεγαν την ψυχρή αλήθεια, θα είχαμε μια τυπική νικήτρια, καλά θα περνάγαμε αν τις κάναμε κι εμείς μια βόλτα, αλλά μήπως έτσι θα χάναμε την ουσία; Τα πιο σημαντικά πράγματα στις μοτοσυκλέτες (όπως και στη ζωή) δεν είναι μετρήσιμα, δεν κατατάσσονται σε πρώτο δεύτερο τρίτο. Επιπλέον, κάθε τέτοια εξωτική κατασκευή έχει πολύ εξειδικευμένο και περιορισμένο πεδίο δράσης: Ακόμα και στην περίπτωση ενός πλούσιου συλλέκτη, ιδιοκτήτη T12, υποπτεύομαι πως περισσότερη ευχαρίστηση θα ήταν για κείνον να την χαζεύει στο γκαράζ του παρέα με τους φίλους του, παρά να κάνει μερικούς γύρους το χρόνο σε πίστα, φοβούμενος μην την κάνει την στραβή, το τσακίσει και το απαξιώσει. Η δε απολύτως χειρότερη περίπτωση θα ήταν να την αγοράσει κάποιος, και να την κρατήσει βουβή ακίνητη κι ανέραστη στο σαλόνι του σπιτιού του. Ως έργο τέχνης.

 

Στην άλλη άκρη του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος, έχουμε απλές και χρηστικές μοτοσυκλέτες όπως οι BMW F700GS και R 9T Scrambler, μαζί με την NC750X της Honda. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι πως ως σύνολο αποδίδουν καλύτερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς βλέποντας τα επί μέρους εξαρτήματά τους και το εμφανές επίπεδο της τεχνολογίας τους. Μπορεί να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, να μην προσπαθούν να εντυπωσιάσουν με την τεχνολογία τους, ας μην ξεχνάμε όμως πως η καλύτερη τεχνολογία δεν είναι κάποιο σύστημα ή ηλεκτρονικό βοήθημα, αλλά η φαιά ουσία του εγκεφάλου αυτών που εξέλιξαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Στην περίπτωση του Honda, η "αφανής" τεχνολογία συγκεντρώνεται κυρίως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας ενός κατασκευαστή κολοσσού σε μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, έτσι ώστε να φτιάξει αυτό που ξέρει πως οι περισσότεροι αναβάτες χρειάζονται: Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα χρήσεων στην άσφαλτο, με αξιοπιστία, πρακτικότητα και οικονομία.  Έφτιαξε δηλαδή η Honda αυτό που χρειάζεται η πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, κάτι που δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με αυτό που ονειρεύονται. Κάτι δηλαδή σαν την γυναίκα που θα ήσουν ευτυχής αν παντρευόσουν, σε αντίθεση με αυτή που θα επιθυμούσες να έχεις στο κρεβάτι σου. Λίγοι είναι τόσο ρεαλιστές ώστε να κάνουν τη σωστή επιλογή για συμβίωση, δυστυχώς.

Παρόμοιας φιλοσοφίας και το 700 της ΒΜW, με το σύνολο να αποδεικνύεται ανώτερο των επί μέρους εξαρτημάτων του, με πιο σπορ χροιά και απόδοση σε σχέση με το Honda. Τόσο μάλιστα, που λίγες αλλά καίριες αλλαγές το κάνουν να ανταγωνίζεται το "ανώτερο" στα χαρτιά, και προσανατολισμένο περισσότερο από το 700 προς το χώμα, F800GS.   

     

Διαφορετικού είδους και επιδόσεων μοτοσυκλέτες χρειάζονται και άλλες δόσεις τεχνολογίας, δεν μπαίνουν όλες στο ίδιο τσουβάλι, κάνοντας άκυρες τις συζητήσεις του είδους "χρειάζεται το traction control ή όχι;". Για μια superbike είναι απαραίτητο, ειδικά αν ο αναβάτης της θέλει να απολαμβάνει την οδήγηση στην πίστα αντί να περιμένει το επόμενο high siding. Για τους 90 ίππους στο τροχό του Scrambler στις περισσότερες περιπτώσεις όχι, σε μερικές ναι, και τελικά μπορεί να κάνει και χωρίς αυτό. Κι αυτές είναι οι προφανείς τεχνολογίες, ενώ πιο σημαντικές είναι οι αφανείς, που σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία και την σωστή κρίση, φτιάχνουν απολαυστικές, άρτιες και ομοιογενείς μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα, ένα πιρούνι με σωστά επιλεγμένα ελατήρια και αποσβέσεις, χωρίς ρυθμίσεις, θα δουλέψει καλύτερα από ένα πολύ μαλακό, αλλά πολυρυθμιζόμενο. Γιατί το δεύτερο, θα είναι μια ισχυρή ένδειξη πως αυτοί που εξέλιξαν την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν έκαναν τις σωστές επιλογές, με πιθανότερη κατάληξη πως και το σύνολο δεν θα λειτουργεί σωστά τελικά. Από το "τεχνολογικά εντυπωσιακό, αλλά πλημμελώς εξελιγμένο", το "καλοεξελιγμένο, αλλά απλό", είναι πάντα προτιμότερο. Και ο αναβάτης του, δένεται πολύ περισσότερο μαζί του, αφού δεν απογοητεύεται από τεχνολογίες που υποτίθεται θα του έκαναν τη ζωή εύκολη, ενώ αντίθετα του την κάνουν περίπλοκη χωρίς λόγο. 

 

 

Το MOTO HAPPENING αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Ο λόγος; Η ανωτέρα βία!