Editorial 622 - Σε δεκαπέντε χρόνια από τώρα θα υπάρχουν κυρίως βενζινοκίνητες μοτοσυκλέτες, όχι ηλεκτρικές

Από το

motomag

1/9/2021

Τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια θα υπάρχουν όλων των ειδών οι κινητήρες στις μοτοσυκλέτες αλλά κυρίως θα βενζινοκινητήρες. Οι ηλεκτρικοί κινητήρες δεν θα είναι το νούμερο ένα, οπότε η πλειοψηφία του κόσμου που δεν θέλει να ακούει για ηλεκτρικές μοτοσυκλέτες μπορεί να κοιμάται ήσυχη τα βράδια για αρκετά ακόμη χρόνια. Σκούτερ και μικρές καθημερινές μοτοσυκλέτες είναι βέβαια μία διαφορετική περίπτωση και τα ηλεκτρικά μοντέλα θα κυριαρχήσουν πολύ πιο γρήγορα και πολύ πιο άμεσα στο μέλλον στις μικρές κατηγορίες. Ήδη προγραμματίζονται νέες κρατικές επιδοτήσεις για την αγορά τους και με την ισοτιμία των διπλωμάτων τα ηλεκτρικά σκούτερ της μικρής κατηγορίας αναμένεται να γνωρίσουν ξαφνική άνοδο των πωλήσεων. Αυτό μονάχα θετικό είναι, όχι για το περιβάλλον βέβαια γιατί ας μην γελιόμαστε η αλλαγή αυτή που συντελείται τώρα οδηγώντας στην διαδοχή του βενζινοκινητήρα με σημαία την προστασία του περιβάλλοντος, στην πράξη έχει στόχο το κέρδος. Από αυτό τροφοδοτείται και προς τα εκεί οδεύει. Η άνοδος των μικρών ηλεκτρικών δίκυκλων θα φέρει καταρχήν νέο κόσμο στην μοτοσυκλέτα, καθώς ένα ποσοστό έστω και μικρό, όλων αυτών των νέων αναβατών θα θελήσει να ανέβει κατηγορία.

Το γεγονός πως σε δεκαπέντε χρόνια από τώρα θα υπάρχουν στις μεγάλες κατηγορίες όλων των ειδών οι κινητήρες και κυρίως βενζινοκινητήρες δεν το λέω εγώ, ή μόνο εγώ. Είναι δήλωση από άνθρωπο που χαράζει αυτή την στιγμή την Ευρωπαϊκή πορεία και κατά ένα ποσοστό και την παγκόσμια στρατηγική, ενός από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές. Της Yamaha. Και δεν είναι μόνο ο κος Eric που λέει το ίδιο, αποτελεί δήλωση και του κύριου Pierrer και κατά επέκταση κάθε μεγάλος κατασκευαστής μοτοσυκλετών το ίδιο έχει να πει. Η ηλεκτροκίνηση στις μεγάλες μοτοσυκλέτες είναι πολύ πιο πίσω από τα αυτοκίνητα και βαδίζει με πολύ χαμηλότερη ταχύτητα από αυτό που συμβαίνει στα μικρά δίκυκλα, όπως τα σκούτερ. Είναι θέμα χρήσης και επιδόσεων. Αυτή την στιγμή η υπάρχουσα τεχνολογία μπορεί να σου προσφέρει ένα μικρό σκούτερ με επιδόσεις αντίστοιχες ενός ίδιου μεγέθους με βενζινοκινητήρα χωρίς να κάνεις ιδιαίτερες παραχωρήσεις για την καθημερινή του χρήση. Πολλαπλάσια ακριβότερο πλην μερικών πολύ αξιόλογων προτάσεων, (δείτε την NIU για παράδειγμα) και με την ανασφάλεια του ιδιοκτήτη για την αξιοπιστία και την υγεία της μπαταρίας στην διάρκεια του χρόνου που δεν πρόκειται να κατασταλάξει όσες διαβεβαιώσεις κι αν δοθούν. Παρόλο αυτά όμως η σύγκριση μεταξύ των δύο στα μικρά αυτά σκούτερ μπορεί πλέον να γίνει! Είναι κιόλας εδώ όταν στις μεγάλες μοτοσυκλέτες δεν φαίνεται ούτε πανί στον ορίζοντα. Οι αμιγώς ηλεκτρικές εταιρείες, όπως η πολύ ποιοτική Zero εξαιρούνται γιατί μιλάμε εδώ για τους παραδοσιακούς κατασκευαστές. Οι δηλώσεις των προέδρων δεν εκφράζουν κάποια προσωπική πεποίθηση αλλά στηρίζονται στα χρονοδιαγράμματα που υπάρχουν. Κι αυτό γιατί η ανανέωση της γκάμας γίνεται σταδιακά και προγραμματίζεται σε διάφορα στάδια αμεσότητας, ξεκινώντας από το λιγότερο διετία και καταλήγοντας πάνω από δεκαετία. Κανείς δεν θα φτάσει στο 2033 για να αποφασίσει ποιες μοτοσυκλέτες θα πουλά το 2035, ο προγραμματισμός αυτός γίνεται πολύ νωρίτερα. Είναι διαφορετικός για κάθε εταιρεία και τα πράγματα μπορούν να γίνουν με μία συγκεκριμένη σειρά με την όποια αλλαγή να οδηγεί πάντα πιο αργά από το προγραμματισμένο και σχεδόν ποτέ πιο γρήγορα. Πάρτε το παράδειγμα του δικύλινδρου 490 που περιμέναμε να αργήσει πολύ, μέχρι που ο κος Pierrer άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να το δούμε ακόμη και άμεσα. Μαντέψτε. Το ενδεχόμενο αυτό έχει ήδη εξανεμιστεί και όλα δείχνουν πως αυτό το εγχείρημα προχωρά με βάση τον αρχικό σχεδιασμό. Σπάνια γίνονται ποιο γρήγορα τα πράγματα από αυτό που έχει προγραμματιστεί, διότι πολύ απλά οι άνθρωποι ανά τον κόσμο που σχεδιάζουν μοτοσυκλέτες για τους μεγάλους κατασκευαστές είναι συγκεκριμένοι και αυξάνονται με πολύ μικρό ρυθμό μιας και η εκπαίδευσή τους και η ενσωμάτωση στην κουλτούρα και την φιλοσοφία κάθε εταιρείας είναι χρονοβόρα διαδικασία. Σε δεκαπέντε χρόνια από τώρα λοιπόν, η μοτοσυκλέτα στις μεγάλες κατηγορίες θα εξακολουθεί να είναι βενζινοκίνητη αλλά η ηλεκτροκίνηση θα έχει μπει στην ζωή μας με τα μικρά δίκυκλα, τα μικρά σκούτερ, τα πατίνια κτλ ενώ θα δημιουργηθούν και νέες κατηγορίες που τώρα δεν υπάρχουν. Ποδήλατα που θα είναι πιο κοντά στις μοτοσυκλέτες για παράδειγμα και θα απαιτούν δίπλωμα για να οδηγηθούν αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να βρει κάποιος κάτι καινούριο να τον εκφράζει ως δεύτερο όχημα που τώρα ακόμη ούτε το φαντάζεται. Δεν βλέπω τίποτα το κακό σε αυτό, αν παράλληλα υπάρχουν όλες οι επιλογές του σήμερα!

Σε κάθε περίπτωση ο κινητήρας εσωτερικής καύσης στους δύο τροχούς έχει πολύ μέλλον ακόμη και με βάση αυτά που λέγαμε από το 2008(!) δεν θα μας αφήσει και καθόλου αν τελικά η ηλεκτροκίνηση γίνει ένα μεταβατικό στάδιο και περάσουμε σιγά-σιγά σε ένα νέο καύσιμο που θα χρησιμοποιείται σχεδόν όπως το πετρέλαιο τώρα, αλλά ακόμη δεν έχει αναπτυχθεί η τεχνολογία για την μαζική αποθήκευση και παραγωγή του. Το υδρογόνο θα μπορούσε να γίνει ένα ενεργειακό «νόμισμα» με την έννοια πως χρειάζεται ενέργεια για να παραχθεί και δεν το συλλέγεις από την φύση. Μπορεί όμως να χρησιμοποιηθεί σε κινητήρες εσωτερικής καύσης και όχι κάπου στο μέλλον, αλλά είναι εφικτό εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Μέχρι τότε έχουμε πολλά ενδιάμεσα βήματα ακόμη, με το αμεσότερο από αυτά να είναι τα περισσότερα ηλεκτρικά οχήματα στους δρόμους. Ήδη έξω από το ΜΟΤΟ υπάρχει σταθμός ταχυφόρτισης, ένας από τους πρώτους στην Ελλάδα και η τοποθέτησή του μας δίδαξε τις τεράστιες παθογένειες που υπάρχουν αυτή την στιγμή. Διότι δεν ακολουθούνται αυστηρά πρωτόκολλα στην κατασκευή και την τοποθέτησή τους, τουλάχιστον όχι τόσο αυστηρά όσο θα έπρεπε. Προς το παρόν τα μικρά δίκυκλα δεν χρειάζονται τίποτα περισσότερο από μία κοινή πρίζα, κι έχουμε ακόμη πολλά χρόνια μπροστά μας για να μας απασχολεί κάτι τέτοιο στις μεγάλες κατηγορίες μοτοσυκλετών, αλλά βλέπουμε να έρχονται προβλήματα για την αυτοκίνηση, μιας και είναι δεδομένο πως θα αυξηθούν τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα γύρω μας. Και μέχρι να μας φτάσουν όλα αυτά, μπορεί να φαίνεται κιόλας στον ορίζοντα η επόμενη εποχή…

Editorial 562 - Αφανής τεχνολογία

x
Από το

motomag

1/9/2016

Σ’ αυτό το τεύχος έχουμε μια πολύ ωραία αντίθεση: Απ’ τη μια μεριά δύο εξωτικές Ιταλικές κατασκευές, απ’ την άλλη, τρεις μοτοσυκλέτες που κάνουν περισσότερα απ’ όσα δείχνουν με την πρώτη ματιά.

Κι ενώ είναι άγνωστο τι χρόνους θα έκανε μια Tamburini T12 Massimo στην πίστα, σε σχέση με την δωρητή κινητήρας της BMW S1000RR, δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει το απόλυτο της κατασκευής της. Με κινητήρα factory superbike της BMW που βγάζει 235 ίππους, ζυγίζει 154 κιλά, ένα λιγότερο από το ελάχιστο όριο των MotoGP!  Όπως είπαν και οι άνθρωποι της BMW όταν την είδαν από κοντά, δεν υπάρχει περίπτωση μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής να πετύχει το επίπεδο της ποιότητας και της προσοχής στην λεπτομέρεια που έχει μια Τ12. Kι ούτε βέβαια θα μπορούσε ποτέ να είναι μαζικής παραγωγής μια μοτοσυκλέτα κόστους πάνω από 300.000 ευρώ. Γι’ αυτό και μίλησα για χρόνους, για γυρολόγια, για μετρήσιμα μεγέθη. Γιατί υπάρχει βέβαια η – αξία ανεκτίμητη – απόλαυση της μορφής, της υφής και της ποιότητας του συνόλου και των εξαρτημάτων του, υπάρχει το δέος του ονόματος του Tamburini και της ιστορίας του και της γνώσης πως αυτή ήταν για κείνον η ιδανική superbike, κι αυτά είναι αρκετά για να σε μαγέψουν χωρίς καν να χρειάζεται να την οδηγήσεις. Έχοντας στο μυαλό μου πως σχεδόν όλες οι Bimota (πλην των DB2) που έχω οδηγήσει ήταν μάλλον απογοητευτικές ως σύνολο και συμπεριφορά (και ειδικά η πολυσυζητημένη Tesi), θα ήθελα πάρα πολύ να οδηγήσω μια Τ12 αλλά... απ’ τη μια θα κράταγα και μικρό καλάθι (με τόσες υποσχέσεις, είναι εύκολο να απογοητευτείς), κι απ’ την άλλη, αν όλα ήταν καλά, δεν έχω την ικανότητα να γράψω χρόνους ανταγωνιστικούς με μια μοτοσυκλέτα επιπέδου MotoGP. Μόνο εικόνες και αισθήσεις θα μάζευα, δεν θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω όπως της αξίζει και να μπορέσω να την αξιολογήσω σε ένα απίθανο να συμβεί ποτέ συγκριτικό: Μια Yamaha M1 που θα μας δάνειζε το φιλαράκι μας ο Valentino, μια BMW του παγκοσμίου SBK και μια T12 Massimo… Θα χρειαζόμασταν βέβαια και αντίστοιχα μυθικούς αναβάτες, για να τις οδηγήσουν στο Mugello κατά προτίμηση, για να βγάλουμε μετά τα συμπεράσματά μας. Τα γυρολόγια θα έλεγαν την ψυχρή αλήθεια, θα είχαμε μια τυπική νικήτρια, καλά θα περνάγαμε αν τις κάναμε κι εμείς μια βόλτα, αλλά μήπως έτσι θα χάναμε την ουσία; Τα πιο σημαντικά πράγματα στις μοτοσυκλέτες (όπως και στη ζωή) δεν είναι μετρήσιμα, δεν κατατάσσονται σε πρώτο δεύτερο τρίτο. Επιπλέον, κάθε τέτοια εξωτική κατασκευή έχει πολύ εξειδικευμένο και περιορισμένο πεδίο δράσης: Ακόμα και στην περίπτωση ενός πλούσιου συλλέκτη, ιδιοκτήτη T12, υποπτεύομαι πως περισσότερη ευχαρίστηση θα ήταν για κείνον να την χαζεύει στο γκαράζ του παρέα με τους φίλους του, παρά να κάνει μερικούς γύρους το χρόνο σε πίστα, φοβούμενος μην την κάνει την στραβή, το τσακίσει και το απαξιώσει. Η δε απολύτως χειρότερη περίπτωση θα ήταν να την αγοράσει κάποιος, και να την κρατήσει βουβή ακίνητη κι ανέραστη στο σαλόνι του σπιτιού του. Ως έργο τέχνης.

 

Στην άλλη άκρη του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος, έχουμε απλές και χρηστικές μοτοσυκλέτες όπως οι BMW F700GS και R 9T Scrambler, μαζί με την NC750X της Honda. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι πως ως σύνολο αποδίδουν καλύτερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς βλέποντας τα επί μέρους εξαρτήματά τους και το εμφανές επίπεδο της τεχνολογίας τους. Μπορεί να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, να μην προσπαθούν να εντυπωσιάσουν με την τεχνολογία τους, ας μην ξεχνάμε όμως πως η καλύτερη τεχνολογία δεν είναι κάποιο σύστημα ή ηλεκτρονικό βοήθημα, αλλά η φαιά ουσία του εγκεφάλου αυτών που εξέλιξαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Στην περίπτωση του Honda, η "αφανής" τεχνολογία συγκεντρώνεται κυρίως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας ενός κατασκευαστή κολοσσού σε μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, έτσι ώστε να φτιάξει αυτό που ξέρει πως οι περισσότεροι αναβάτες χρειάζονται: Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα χρήσεων στην άσφαλτο, με αξιοπιστία, πρακτικότητα και οικονομία.  Έφτιαξε δηλαδή η Honda αυτό που χρειάζεται η πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, κάτι που δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με αυτό που ονειρεύονται. Κάτι δηλαδή σαν την γυναίκα που θα ήσουν ευτυχής αν παντρευόσουν, σε αντίθεση με αυτή που θα επιθυμούσες να έχεις στο κρεβάτι σου. Λίγοι είναι τόσο ρεαλιστές ώστε να κάνουν τη σωστή επιλογή για συμβίωση, δυστυχώς.

Παρόμοιας φιλοσοφίας και το 700 της ΒΜW, με το σύνολο να αποδεικνύεται ανώτερο των επί μέρους εξαρτημάτων του, με πιο σπορ χροιά και απόδοση σε σχέση με το Honda. Τόσο μάλιστα, που λίγες αλλά καίριες αλλαγές το κάνουν να ανταγωνίζεται το "ανώτερο" στα χαρτιά, και προσανατολισμένο περισσότερο από το 700 προς το χώμα, F800GS.   

     

Διαφορετικού είδους και επιδόσεων μοτοσυκλέτες χρειάζονται και άλλες δόσεις τεχνολογίας, δεν μπαίνουν όλες στο ίδιο τσουβάλι, κάνοντας άκυρες τις συζητήσεις του είδους "χρειάζεται το traction control ή όχι;". Για μια superbike είναι απαραίτητο, ειδικά αν ο αναβάτης της θέλει να απολαμβάνει την οδήγηση στην πίστα αντί να περιμένει το επόμενο high siding. Για τους 90 ίππους στο τροχό του Scrambler στις περισσότερες περιπτώσεις όχι, σε μερικές ναι, και τελικά μπορεί να κάνει και χωρίς αυτό. Κι αυτές είναι οι προφανείς τεχνολογίες, ενώ πιο σημαντικές είναι οι αφανείς, που σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία και την σωστή κρίση, φτιάχνουν απολαυστικές, άρτιες και ομοιογενείς μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα, ένα πιρούνι με σωστά επιλεγμένα ελατήρια και αποσβέσεις, χωρίς ρυθμίσεις, θα δουλέψει καλύτερα από ένα πολύ μαλακό, αλλά πολυρυθμιζόμενο. Γιατί το δεύτερο, θα είναι μια ισχυρή ένδειξη πως αυτοί που εξέλιξαν την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν έκαναν τις σωστές επιλογές, με πιθανότερη κατάληξη πως και το σύνολο δεν θα λειτουργεί σωστά τελικά. Από το "τεχνολογικά εντυπωσιακό, αλλά πλημμελώς εξελιγμένο", το "καλοεξελιγμένο, αλλά απλό", είναι πάντα προτιμότερο. Και ο αναβάτης του, δένεται πολύ περισσότερο μαζί του, αφού δεν απογοητεύεται από τεχνολογίες που υποτίθεται θα του έκαναν τη ζωή εύκολη, ενώ αντίθετα του την κάνουν περίπλοκη χωρίς λόγο. 

 

 

Το MOTO HAPPENING αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Ο λόγος; Η ανωτέρα βία!