Editorial 610 - Μικροί «Παπαθεμελίδες» της μοτοσυκλέτας

Από το

motomag

1/9/2020

Ζούμε περίεργες στιγμές. Στην Ελλάδα έχουμε Υπουργούς που ακόμη δεν έχουν εξισώσει τα διπλώματα με την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς να καταλαβαίνουν το κακό που συμβαίνει και στην Κύπρο υπάρχουν Αρχηγοί Αστυνομίας που διατάζουν καθολικές απαγορεύσεις κυκλοφορίας μοτοσυκλετών. Αφορμή για όλα αυτά, είναι η πρόσφατη απόφαση στην Κύπρο να απαγορευτεί η κυκλοφορία των μοτοσυκλετών άνω των 125 κυβικών γιατί προξενούν όχληση στους κατοίκους. Έστω για λίγες ημέρες μόνο, έστω για συγκεκριμένες ώρες σε πολύ συγκεκριμένους δρόμους.

Δεν έχει και τόσο σημασία αν είναι τόσο πολύ συγκεκριμένη μία τέτοια βαριά απόφαση. Σημασία έχει πως κάποιος αποφασίζει καθολική απαγόρευση για όλους γιατί δεν μπορεί να σταματήσει εκείνους που παρανομούν. Παραδέχεται ευθέως πως έχει αποτύχει στο έργο της πάταξης της παραβατικής συμπεριφοράς και μόνη λύση που του έχει απομείνει είναι μία καθολική απαγόρευση για όλους, νόμιμους και παράνομους! Το έχουμε δει και στην Ελλάδα να συμβαίνει, τα παραδείγματα είναι τόσα πολλά. Κάποτε δεν μπορούσαν να κλείσουν τα «φρουτάκια» και απαγόρευσαν όλα τα ηλεκτρονικά παιχνίδια μαζί με τα «φλιπεράκια». Σταμάτησε ο παράνομος ηλεκτρονικός τζόγος; Όχι φυσικά, απεναντίας ενισχύθηκε και έκλεισαν όλα τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, σχεδόν μία διετία-τριετία νωρίτερα από αυτό που θα συνέβαινε έτσι κι αλλιώς, από την εξέλιξη των υπολογιστών και την έλευση των internet café. Αντίστοιχα η καθολική απαγόρευση δεν πρόκειται να σταματήσει εκείνον που ήταν αποφασισμένος να βγει στον δρόμο χωρίς πινακίδες κυκλοφορίας, οδηγώντας ένα όχημα που από μόνο του παραβιάζει τους νόμους, χωρίς καθρέπτες, χωρίς φλας και με εξάτμιση που πωλείται νόμιμα αλλά μόνο για χρήση σε πίστα. Έχοντας την ειλημμένη απόφαση να μην σταματήσει σε ενδεχόμενο σήμα της Τροχαίας. Πώς τον επηρεάζει τον ήδη αποφασισμένο να παρανομήσει, μία ακόμη απαγόρευση;

Παρακολουθούσα τις δηλώσεις του Αρχηγού της Αστυνομίας στην Κύπρο, όπου παραδεχόταν την αδυναμία να σταματήσει τους παραβάτες και επιχειρηματολογούσε με βάση τις θετικές αντιδράσεις των κατοίκων για την καθολική απαγόρευση κυκλοφορίας μοτοσυκλετών. Μήπως αυτή δεν είναι άλλη μία χαρακτηριστική αντίδραση της νοοτροπίας αυτού του λαού, Ελληνικού και Κυπριακού; Αντί να πουν οι ίδιοι οι κάτοικοι, αυτοί που ενοχλούνται από την φασαρία, πως είναι άδικο να σταματήσει η διέλευση όλων των μοτοσυκλετών και θέλουν απλά να κοπούν οι παράνομες κόντρες και να γίνονται ηχομετρήσεις, χαιρέτησαν θετικά μία τέτοια απόφαση! Τον επόμενο μήνα που αίρεται η απαγόρευση το δικό τους πρόβλημα είναι που θα συνεχίσει να υπάρχει, ουσιαστική λύση δεν έχουν βρει…

Αντίστοιχα κι εμείς εδώ, μόνοι μας βγάζουμε τα μάτια μας. Διότι είμαστε πρώτοι να σχολιάσουμε με αρνητική χροιά την όποια εξίσωση διπλωμάτων με την Ευρωπαϊκή Ένωση, με το σκεπτικό πως κάποιος κάτοχος άδειας οδήγησης αυτοκινήτου που θα παίρνει πιο φθηνά την άδεια οδήγησης μοτοσυκλέτας, θα είναι λιγότερο ικανός στον δρόμο. Με πρόφαση πως σαν χώρα πάσχουμε από τα πολλά ατυχήματα. Μα αυτός ο άνθρωπος πάλι θα κριθεί πριν οδηγήσει μοτοσυκλέτα, πάλι θα ελεγχθεί, απλά θα έχει ξοδέψει λιγότερο χρόνο και χρήμα για να περάσει εκπαίδευση σε ένα κομμάτι της χρήσης οχήματος, που έτσι κι αλλιώς έχει αποδείξει την ικανότητά του! Όπως το 85% της θεωρίας για παράδειγμα! Ποιος ο λόγος για κάποιον ήδη μοτοσυκλετιστή, να θέλει να ορίσει το κόστος σε χρήμα και χρόνο ενός άλλου νέου μοτοσυκλετιστή, την μόνη πρακτική διαφορά αν εξισώσουμε τα διπλώματά μας με τις υπόλοιπες χώρες; Δεν σκεφτόμαστε τον διπλανό μας, αυτό είναι το θέμα, ούτε και θέλουμε να δούμε την γενική εικόνα. Γιατί το να δεις την γενική εικόνα απαιτεί χρόνο και κόπο, ενώ η αντίδραση είναι άμεση, άκοπη και διεγερτική επίσης. Σου δίνει ένα αίσθημα πληρότητας πως «κάτι έχεις κάνει». Το γεγονός πως υπάρχει πληθώρα μοτοσυκλετών εκεί έξω που οδηγεί χωρίς δίπλωμα, άρα ανασφάλιστοι και ελλιπώς εκπαιδευμένοι -στους ίδιους δρόμους με όποιον φέρνει αντίδραση να βγάλουν δίπλωμα πιο εύκολα- είναι κομμάτι της γενικής εικόνας που αδυνατούν πολλοί να αντιληφθούν.

Στην Κύπρο ο οργανωμένος μοτοσυκλετισμός είναι λίγο πιο μπροστά από εμάς εδώ, καθώς έχει την ικανότητα μαζικής κινητοποίησης που γίνεται οργανωμένα και σωστά, τηρώντας ακόμη και τις αποστάσεις ασφαλείας μεταξύ τους για την πανδημία, όχι απλά τον ΚΟΚ! Πραγματοποίησαν πορείες με αξιοσημείωτο σεβασμό προς τον υπόλοιπο κόσμο, παρουσία της αστυνομίας που τις ακολουθούσε, κατέθεσαν επιστολές και έδειξαν πως το πραγματικό πρόσωπο του μοτοσυκλετισμού στην Κύπρου δεν είναι αυτό που τσουβαλιάστηκε ξαφνικά και έγιναν «όλοι ίδιοι» από μία απόφαση που εξίσωνε τους πάντες. Η κινητοποίηση δεν άλλαξε την απόφαση, διόρθωσε όμως την ζημιά από το τσουβάλιασμα αυτό. Πρόκειται για ένα ωραίο παράδειγμα που πρέπει να το γνωρίζουμε και να το θυμόμαστε κι εμείς εδώ, που η δράση μας σταματά στην ατομική αντίδραση…

Editorial 562 - Αφανής τεχνολογία

x
Από το

motomag

1/9/2016

Σ’ αυτό το τεύχος έχουμε μια πολύ ωραία αντίθεση: Απ’ τη μια μεριά δύο εξωτικές Ιταλικές κατασκευές, απ’ την άλλη, τρεις μοτοσυκλέτες που κάνουν περισσότερα απ’ όσα δείχνουν με την πρώτη ματιά.

Κι ενώ είναι άγνωστο τι χρόνους θα έκανε μια Tamburini T12 Massimo στην πίστα, σε σχέση με την δωρητή κινητήρας της BMW S1000RR, δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει το απόλυτο της κατασκευής της. Με κινητήρα factory superbike της BMW που βγάζει 235 ίππους, ζυγίζει 154 κιλά, ένα λιγότερο από το ελάχιστο όριο των MotoGP!  Όπως είπαν και οι άνθρωποι της BMW όταν την είδαν από κοντά, δεν υπάρχει περίπτωση μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής να πετύχει το επίπεδο της ποιότητας και της προσοχής στην λεπτομέρεια που έχει μια Τ12. Kι ούτε βέβαια θα μπορούσε ποτέ να είναι μαζικής παραγωγής μια μοτοσυκλέτα κόστους πάνω από 300.000 ευρώ. Γι’ αυτό και μίλησα για χρόνους, για γυρολόγια, για μετρήσιμα μεγέθη. Γιατί υπάρχει βέβαια η – αξία ανεκτίμητη – απόλαυση της μορφής, της υφής και της ποιότητας του συνόλου και των εξαρτημάτων του, υπάρχει το δέος του ονόματος του Tamburini και της ιστορίας του και της γνώσης πως αυτή ήταν για κείνον η ιδανική superbike, κι αυτά είναι αρκετά για να σε μαγέψουν χωρίς καν να χρειάζεται να την οδηγήσεις. Έχοντας στο μυαλό μου πως σχεδόν όλες οι Bimota (πλην των DB2) που έχω οδηγήσει ήταν μάλλον απογοητευτικές ως σύνολο και συμπεριφορά (και ειδικά η πολυσυζητημένη Tesi), θα ήθελα πάρα πολύ να οδηγήσω μια Τ12 αλλά... απ’ τη μια θα κράταγα και μικρό καλάθι (με τόσες υποσχέσεις, είναι εύκολο να απογοητευτείς), κι απ’ την άλλη, αν όλα ήταν καλά, δεν έχω την ικανότητα να γράψω χρόνους ανταγωνιστικούς με μια μοτοσυκλέτα επιπέδου MotoGP. Μόνο εικόνες και αισθήσεις θα μάζευα, δεν θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω όπως της αξίζει και να μπορέσω να την αξιολογήσω σε ένα απίθανο να συμβεί ποτέ συγκριτικό: Μια Yamaha M1 που θα μας δάνειζε το φιλαράκι μας ο Valentino, μια BMW του παγκοσμίου SBK και μια T12 Massimo… Θα χρειαζόμασταν βέβαια και αντίστοιχα μυθικούς αναβάτες, για να τις οδηγήσουν στο Mugello κατά προτίμηση, για να βγάλουμε μετά τα συμπεράσματά μας. Τα γυρολόγια θα έλεγαν την ψυχρή αλήθεια, θα είχαμε μια τυπική νικήτρια, καλά θα περνάγαμε αν τις κάναμε κι εμείς μια βόλτα, αλλά μήπως έτσι θα χάναμε την ουσία; Τα πιο σημαντικά πράγματα στις μοτοσυκλέτες (όπως και στη ζωή) δεν είναι μετρήσιμα, δεν κατατάσσονται σε πρώτο δεύτερο τρίτο. Επιπλέον, κάθε τέτοια εξωτική κατασκευή έχει πολύ εξειδικευμένο και περιορισμένο πεδίο δράσης: Ακόμα και στην περίπτωση ενός πλούσιου συλλέκτη, ιδιοκτήτη T12, υποπτεύομαι πως περισσότερη ευχαρίστηση θα ήταν για κείνον να την χαζεύει στο γκαράζ του παρέα με τους φίλους του, παρά να κάνει μερικούς γύρους το χρόνο σε πίστα, φοβούμενος μην την κάνει την στραβή, το τσακίσει και το απαξιώσει. Η δε απολύτως χειρότερη περίπτωση θα ήταν να την αγοράσει κάποιος, και να την κρατήσει βουβή ακίνητη κι ανέραστη στο σαλόνι του σπιτιού του. Ως έργο τέχνης.

 

Στην άλλη άκρη του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος, έχουμε απλές και χρηστικές μοτοσυκλέτες όπως οι BMW F700GS και R 9T Scrambler, μαζί με την NC750X της Honda. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι πως ως σύνολο αποδίδουν καλύτερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς βλέποντας τα επί μέρους εξαρτήματά τους και το εμφανές επίπεδο της τεχνολογίας τους. Μπορεί να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, να μην προσπαθούν να εντυπωσιάσουν με την τεχνολογία τους, ας μην ξεχνάμε όμως πως η καλύτερη τεχνολογία δεν είναι κάποιο σύστημα ή ηλεκτρονικό βοήθημα, αλλά η φαιά ουσία του εγκεφάλου αυτών που εξέλιξαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Στην περίπτωση του Honda, η "αφανής" τεχνολογία συγκεντρώνεται κυρίως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας ενός κατασκευαστή κολοσσού σε μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, έτσι ώστε να φτιάξει αυτό που ξέρει πως οι περισσότεροι αναβάτες χρειάζονται: Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα χρήσεων στην άσφαλτο, με αξιοπιστία, πρακτικότητα και οικονομία.  Έφτιαξε δηλαδή η Honda αυτό που χρειάζεται η πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, κάτι που δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με αυτό που ονειρεύονται. Κάτι δηλαδή σαν την γυναίκα που θα ήσουν ευτυχής αν παντρευόσουν, σε αντίθεση με αυτή που θα επιθυμούσες να έχεις στο κρεβάτι σου. Λίγοι είναι τόσο ρεαλιστές ώστε να κάνουν τη σωστή επιλογή για συμβίωση, δυστυχώς.

Παρόμοιας φιλοσοφίας και το 700 της ΒΜW, με το σύνολο να αποδεικνύεται ανώτερο των επί μέρους εξαρτημάτων του, με πιο σπορ χροιά και απόδοση σε σχέση με το Honda. Τόσο μάλιστα, που λίγες αλλά καίριες αλλαγές το κάνουν να ανταγωνίζεται το "ανώτερο" στα χαρτιά, και προσανατολισμένο περισσότερο από το 700 προς το χώμα, F800GS.   

     

Διαφορετικού είδους και επιδόσεων μοτοσυκλέτες χρειάζονται και άλλες δόσεις τεχνολογίας, δεν μπαίνουν όλες στο ίδιο τσουβάλι, κάνοντας άκυρες τις συζητήσεις του είδους "χρειάζεται το traction control ή όχι;". Για μια superbike είναι απαραίτητο, ειδικά αν ο αναβάτης της θέλει να απολαμβάνει την οδήγηση στην πίστα αντί να περιμένει το επόμενο high siding. Για τους 90 ίππους στο τροχό του Scrambler στις περισσότερες περιπτώσεις όχι, σε μερικές ναι, και τελικά μπορεί να κάνει και χωρίς αυτό. Κι αυτές είναι οι προφανείς τεχνολογίες, ενώ πιο σημαντικές είναι οι αφανείς, που σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία και την σωστή κρίση, φτιάχνουν απολαυστικές, άρτιες και ομοιογενείς μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα, ένα πιρούνι με σωστά επιλεγμένα ελατήρια και αποσβέσεις, χωρίς ρυθμίσεις, θα δουλέψει καλύτερα από ένα πολύ μαλακό, αλλά πολυρυθμιζόμενο. Γιατί το δεύτερο, θα είναι μια ισχυρή ένδειξη πως αυτοί που εξέλιξαν την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν έκαναν τις σωστές επιλογές, με πιθανότερη κατάληξη πως και το σύνολο δεν θα λειτουργεί σωστά τελικά. Από το "τεχνολογικά εντυπωσιακό, αλλά πλημμελώς εξελιγμένο", το "καλοεξελιγμένο, αλλά απλό", είναι πάντα προτιμότερο. Και ο αναβάτης του, δένεται πολύ περισσότερο μαζί του, αφού δεν απογοητεύεται από τεχνολογίες που υποτίθεται θα του έκαναν τη ζωή εύκολη, ενώ αντίθετα του την κάνουν περίπλοκη χωρίς λόγο. 

 

 

Το MOTO HAPPENING αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Ο λόγος; Η ανωτέρα βία!