Editorial 604 - Σκότωσες με το όχημά σου; Φύγε. Σταμάτησες σε παράνομη αναστροφή; Περίμενε να πέσουν επάνω σου…

Από το

motomag

1/3/2020

Αυτή την στιγμή στην Γερμανία υπάρχει μηδενική ανοχή στην εγκατάλειψη θύματος τροχαίου και η αστυνομία εκεί δεν ποντάρει πως σε 2-3 μέρες θα εμφανιστεί - Οπότε «γιατί να τρέχεις να τον ψάξεις». Θα οργανώσει ολόκληρη επιχείρηση για να βρει τον οδηγό που εγκατέλειψε το θύμα του, ξεκινώντας άμεσα και όχι την επόμενη ημέρα. Είναι γιατί η εγκατάλειψη στις ευρωπαϊκές χώρες τιμωρείται με αυτό ακριβώς που είναι: Δολοφονία κι άρα ισόβια. Αν χτυπήσεις κάποιον κατά λάθος, έχεις διαπράξει ένα σφάλμα. Μεγάλο το μόνο σίγουρο, αλλά εκείνη την στιγμή είναι ένα λάθος. Αν τον αφήσεις εκεί αβοήθητο όμως, τότε είσαι δολοφόνος. Έχεις κάνει μία συνειδητή επιλογή.

Στην Κίνα τα θύματα τροχαίου φλερτάρουν με την πιθανότητα να έχουν χειρότερη μοίρα από την εγκατάλειψη. Κινδυνεύουν ορισμένες φορές με την εν ψυχρώ δολοφονία: Η δολοφονία της μικρής Wang Yue δημιούργησε δικαστικό προηγούμενο στην Κίνα και οδήγησε στην δημιουργία ενός νόμου όπου όχι απλά η εγκατάλειψη, αλλά και η μη βοήθεια σε κάποιον που το έχει ανάγκη, θα τιμωρείται σκληρά. Η μικρή Yue, ένα αγγελούδι δύο ετών, παρασύρθηκε από ένα mini-van, επέζησε και εγκαταλείφθηκε στο σημείο. Χτυπήθηκε από δεύτερο όχημα και ενώ συνέχισε να ζει, δεν έλαβε βοήθεια από δεκάδες πεζούς στο σημείο, κι όταν τελικά μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ήταν πολύ αργά για εκείνη. Ο νόμος είναι ελαστικός για αυτούς που έχουν προκαλέσει δυστύχημα, παρόλο που θα κάνουν φυλακή - σε αντίθεση με την Ελλάδα που θα παραμείνουν εκτός. Προτιμώνται στην Κίνα ένα-δύο χρόνια στην φυλακή από μία ζωή σε δικαστικές περιπέτειες. Τι σημαίνει αυτό για τους κινέζους; Φανερώνει μία έκπτωση στις ηθικές αξίες; Σίγουρα ναι, ακόμη κι όταν το φαινόμενο της εγκατάλειψης αναχθεί σε δικαστικές αποφάσεις του παρελθόντος που έχουν αποβεί καταδικαστέες για εκείνους που βοήθησαν καθώς επιδείνωσαν την κατάσταση του θύματος. Ακόμη κι αν φοβάσαι πως θα μπλέξεις με τον νόμο, σπεύδεις να βοηθήσεις ένα μικρό παιδί που χτυπήθηκε από αυτοκίνητο, έστω καλώντας ασθενοφόρο.

Η διαστρεβλωμένη αντίληψη για τον νόμο, η γενική και όχι ειδική γνώση οδήγησαν το 2011 σε θάνατο την μικρή Yue, όχι από έναν αλλά από πολλούς ανθρώπους που δεν την βοήθησαν εκείνο το απόγευμα.

Ο νόμος και η αντίληψη που έχουμε για αυτόν, καθορίζει σταδιακά το είδους του ανθρώπου που είμαστε, και προφανώς την κοινωνία στην οποία ανήκουμε.

Τον Ιανουάριο το 2020 δέκα συνάνθρωποί μας εγκαταλείφθηκαν αβοήθητοι. Δέκα σε έναν μήνα! Τέσσερις μοτοσυκλετιστές, τέσσερις πεζοί, ένας ποδηλάτης και ένας οδηγός αυτοκινήτου. Δέκα σε έναν μήνα είναι μεγάλο νούμερο για μία μικρή χώρα όπως η Ελλάδα. Σύμφωνα με την Τροχαία Καλλιθέας το 2019 σημειώθηκαν 26 τροχαία με εγκατάλειψη στην περιοχή ευθύνης της, στα δώδεκα από αυτά η εγκατάλειψη ήταν μοιραία. Δώδεκα νεκροί.

Σε ένα χρόνο; Σε δέκα χρόνια; Το νούμερο αυτό γίνεται τόσο μεγάλο για την μικρή μας χώρα που στατιστικά και μόνο, δεν ξέρεις αν αυτός που μιλάς απέναντί σου έχει στο παρελθόν υπάρξει δολοφόνος. Μία αιτία υπάρχει σε όλα αυτά, αποδεδειγμένα μία: Ο νόμος και η εφαρμογή του.

Όταν κάποιος μπορεί να εμφανιστεί 48 ώρες μετά το τροχαίο σε ένα τμήμα, να δηλώσει την ενοχή του και να φύγει ελεύθερος περιμένοντας την δίκη της υπόθεσής του, τι εισπράττει από αυτή την διαδικασία; Θεωρεί πως έχει αφήσει το ζήτημα πίσω του; Πώς νιώθει δύο ώρες μετά; Μία ημέρα μετά; Μία εβδομάδα; Οι περισσότεροι δικηγόροι που ασχολούνται με τέτοια ζητήματα θα συμφωνήσουν στο ίδιο, πως οι θύτες θεωρούν ότι το ζήτημα είναι πλέον πίσω τους.

Όταν σε πιάνει ΣΟΚ πραγματικό, δεν μπορείς να κουνήσεις τα πόδια σου. Όταν φεύγεις από το σημείο καλώντας του δικηγόρους σου, σε έχει πιάσει τρόμος για τις ευθύνες που αντιμετωπίζεις. Αυτά τα δύο μονάχα στην Ελλάδα μπορούν να ενωθούν ως έννοιες σε μία αίθουσα δικαστηρίου.

Αν αυτός ο νόμος δεν αλλάξει, αν αυτό το παράθυρο δεν κλείσει, τότε οι δέκα τον Ιανουάριο του 2020 θα γίνουν εκατό και έπειτα χίλιοι και στο τέλος όλοι θα έχουμε από έναν τέτοιο συγγενή που έμεινε χωρίς βοήθεια. Ή θα συμβεί σε εμάς τους ίδιους.

Πάσχουμε επίσης στην Ελλάδα από ένα άλλο πρόβλημα. Την στρεβλή γνώση του νόμου. Αν κάποιος φρενάρει απότομα στον δρόμο και εκείνος που ακολουθεί πέσει επάνω του, τότε φταίει ο πίσω κατά γενικό κανόνα. Το «κατά γενικό κανόνα», δεν σημαίνει καθολικά και πάντα. Τα δικαστήρια είναι γεμάτα από υποθέσεις που έχει πληρώσει ο μπροστά. Διότι αν σταματήσεις σε ένα δρόμο για να κάνεις παράνομη αναστροφή είσαι ο υπαίτιος του τροχαίου και ας έχουν πέσει επάνω σου. Ακόμη και αν ισχυριστείς πως δεν σταμάτησες για την αναστροφή… Όπου κι αν το πεις αυτό θα σε βγάλουν τρελό, ιδιαίτερα αν το πεις σε ασφαλιστική εταιρεία. Κι όμως το άρθρο 24 του ΚΟΚ είναι ξεκάθαρο και καθορίζει την περίπτωση της επιβράδυνσης του προπορευόμενο οχήματος.

Το άρθρο 21 επίσης ξεκαθαρίζει τους κανόνες ελιγμών των αυτοκινήτων που πρέπει με σαφήνεια να ενημερώνουν όσους ακολουθούν. Με βάση αυτά τα άρθρα πολλοί παραβάτες έχουν βρεθεί προ εκπλήξεως όταν τελικά ο νόμος τους τιμώρησε. Προσέξτε, μιλάμε για παραβάτες που ΓΝΩΡΙΖΑΝ πως έκαναν κάτι παράνομο αλλά θεώρησαν πως μπορούν να μην πληρώσουν με την δικαιολογία: «Και τί θα γινόταν αν αντί για αναστροφή είχα σταματήσει για ένα μικρό παιδί;» Ξεκινώντας με το θράσος να παραδέχονται το λάθος αλλά να μην αποδέχονται την ευθύνη, γιατί νομίζουν πως ο νόμος τους έχει θωρακίσει, φτάνουμε στο τέλος και στην εγκατάλειψη. Για αυτό και οι Ελληνικοί δρόμοι είναι οι χειρότεροι της Ευρώπης. Κι όχι γιατί έχουν πολλές λακκούβες, αλλά γιατί έχουν πολλούς Έλληνες…

editorial 540 - ό,τι επιθυμείς!

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

31/10/2014

 

Δεν είναι τα 300 άλογα. Δεν είναι ότι από αύριο θα βγούμε όλοι και θα πηγαίνουμε με 350. Δεν είναι καν ότι κάποιος από μας χρειάζεται ντε και καλά 300 άλογα. Αυτό όμως που χρειάζεται ο κόσμος της μοτοσυκλέτας είναι ένα ξυπνητήρι. Και είναι η Kawasaki που αποφάσισε να το φτιάξει.

Γιατί καλές είναι όλες αυτές οι μοτοσυκλέτες που χρειαζόμαστε, καλά τα λογικά βασικά μεταφορικά μέσα, καλές οι πολύ οικονομικές αλλά άχρωμες και άοσμες, έχουν όμως ένα μεγάλο μειονέκτημα: Κανείς δεν ενθουσιάζεται μαζί τους, όσο κι αν κάνει την δουλειά του. Χρόνια τώρα διαμαρτυρόμαστε και κουνάμε θλιμμένοι το κεφάλι, γιατί στην ουσία ο μύθος της μοτοσυκλέτας έχει πάρει πολύ νερό, ε, και πως να είναι διαφορετικά όταν οι μοτοσυκλέτες έγιναν είδος μαζικής κατανάλωσης; Μοιάζει να έγινε ξαφνικά, αλλά στην πραγματικότητα τα είκοσι τελευταία χρόνια με την τεχνολογική εξέλιξη των μοτοσυκλετών, όλοι και η γιαγιά μου μαζί ανακάλυψαν πως μπορούσαν να οδηγήσουν μία. Πρόοδος στα ελαστικά, στα φρένα, στα ηλεκτρονικά του κινητήρα, στα ABS, να και traction control, να και όλα τα ηλεκτρονικά control που μπορεί κανείς να φανταστεί, κι ευτυχώς, γιατί σώθηκε πολύ κόσμος. Το θέμα είναι πως όσο περισσότερο ασφαλείς γίνονται οι μοτοσυκλέτες, τόσο πιο δύσκολο είναι να γίνουν μύθοι. Φτάσαμε σε ένα σημείο που η αίσθηση που παίρνεις όταν οδηγείς έχει απομακρυνθεί πολύ από τα ανθρώπινα δεδομένα, καθώς γίνεται όλο και πιο δύσκολο να ταυτιστεί ο αναβάτης μαζί της, αφού νιώθει πια πως δεν είναι και τόσο απαραίτητη η δική του συμβολή στο θέμα οδήγηση. Με άλλα λόγια, πιο πολύ μας πάνε, παρά τις πάμε. Μ’ αυτά και με τ’ άλλα, οι superbike εξειδικεύτηκαν απόλυτα για πίστα, τόσο που δεν φαίνεται να έχει και πολύ νόημα να τις οδηγείς στο δρόμο. Κάτι σαν να κυνηγάς σπουργίτια με κανόνι ένα πράμα.

Κάπου εκεί, να και κάτι οικονομικές κρίσεις λέει, να και κάτι όψιμες οικολογικές ανησυχίες για το αν θα καίνε 4,5 ή 5 λίτρα στα εκατό, είχαμε γεμίσει από εξαιρετικές αλλά βαρετές μοτοσυκλέτες. Και κακά τα ψέματα, οι υπερμοτοσυκλέτες πάντα έπαιζαν τον ρόλο των προβολέων ενός σταδίου: Φωτίζουν τον χώρο που παίζουν οι άλλες. Δημιουργούν την αίγλη και τον μύθο, πυροδοτούν συζητήσεις, η δόξα τους αντανακλάται σε όλη την γκάμα της εταιρίας. Πόσο όμως να συζητήσεις για ηλεκτρονικά και "τι σου κάνει εσένα η δικιά σου στο mode 2, level 3 του traction control;" Χάθηκαν οι συζητήσεις και οι αναφορές σε βασικές αισθήσεις, που όλοι μπορούν να καταλάβουν και να ενθουσιαστούν.  Χάθηκαν τα ελαττώματα και οι υπερβολές που ήταν το αλάτι στο φαΐ της μοτοσυκλέτας.

Όταν κάτσει κανείς και σκεφτεί ποιες μοτοσυκλέτες έγιναν θρύλοι, συνήθως ήταν αυτές που γέμιζαν τα νεκροταφεία, ή για να μην είμαστε τόσο μακάβριοι, αυτές που ήταν εντελώς αντι-κοινωνικές, αντι-ασφαλείς, αντι-οικονομικές, όλα τα αντί. Ακόμα συζητιούνται τα τρικύλινδρα δίχρονα της Kawasaki, που ακόμα και το Mach IV 750, γνωστό κι ως Η2, είχε μόνο 74 αλογάκια για 200 κιλά, με καλαμάκια πιρουνιού σαν καλαμάκια φραπέ, με αμορτισέρ που είχαν μόνο ελατήρια, με πλαίσιο που ίσα ίσα κράταγε όλα τα εξαρτήματα πάνω του. Κι όμως, οι αναβάτες έτρεχαν μαζικά τότε στις εκθέσεις για να το δουν (τουλάχιστον στις ΗΠΑ, γιατί εδώ ελάχιστοι μπορούσαν να το αγοράσουν), και λόγω του σλόγκαν της διαφήμισής του ("... μια επιτάχυνση που κανείς αναβάτης δεν έχει ξανανιώσει") και λόγω της φήμης του, που διαδόθηκε αστραπιαία από όσους το οδήγησαν. Λογικά, με τέτοια φήμη του στυλ "το πιθανότερο είναι ή να φύγεις από πάνω του όταν ροπιάσει, ή να σε πετάξει κάτω όταν πλαγιάσει", κανείς δεν θα ήθελε να το πλησιάσει, κι όμως συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο. Κι όμως, το Mach III 500 ήταν πολύ πιο απότομο κι ατίθασο, το Mach IV 750 ήταν πολύ πιο "γλυκό", τουλάχιστον συγκριτικά. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον η απόφαση της Kawasaki να χρησιμοποιήσει ακριβώς τις ίδιες εκφράσεις, "κανείς δεν έχει ξανανιώσει τέτοια επιτάχυνση", για την νέα της H2R, και να της δώσει και το ίδιο όνομα με την αγωνιστική έκδοση του αερόψυκτου δίχρονου 750. Είναι σαφές πως απευθύνεται σε βασικές αισθήσεις, σε βασικά ένστικτα του ανθρώπου, αντί να προσπαθεί να ικανοποιήσει κάποια ορθολογιστικά και ασαφή κριτήρια.

 

Ακόμα και στην προ-ιαπωνική εποχή, οι μοτοσυκλέτες που έμειναν στην ιστορία είναι κάτι Gold Star, κάτι Vincent, κάτι Brough Superior, που όλες τους ήταν φτιαγμένες για τους κάγκουρες της εποχής που τις τελίκιαζαν σε κάθε ευκαιρία και μούσκευαν τα βρακιά τους όταν ξεπερνούσαν ταχύτητες που τα σημερινά 250 καθημερινής χρήσης φτάνουν άνετα.  Έφτιαξαν και κάτι τρικύλινδρα που τόσο γρήγορα τους φαίνονταν που τα ονόμασαν Rocket, και χάρηκαν για λίγο μέχρι που η Honda έβγαλε το δικό της τετρακύλινδρο 750, που και πύραυλος ήταν (και πάλι με εβδομήντα-κάτι αλογάκια!) και δούλευε για δεκαετίες χωρίς να χάνει λάδια. Η Κawasaki ετοίμαζε κι αυτή τότε το δικό της 750, αλλά την πρόλαβε η Honda και για να μην δείξει πως ακολουθεί, το μεγάλωσε σε 900. Πιο πολλά κυβικά, πιο πολλά γκάζια κι ένας κυβισμός που δεν είχαμε δει μέχρι τότε, ξεκίνησαν ένα κεφάλαιο επιδόσεων που κράτησε για δεκαετίες και εξελίχθηκε σε Ninja. Tα αερόψυκτα μπορεί να είχαν μεγαλώσει σε καρχαρίες 1100 και να κρατούσαν ξάγρυπνους τους νοικοκυραίους τα βράδια, αλλά τα λιγότερα μεν, υγρόψυκτα δε 900 κυβικά της GPz900R ξεκίνησαν μια άλλη μάχη, αυτή της τελικής. Παράλληλα όμως με τις τελικές, ανέβαιναν και τα κιλά, αφαιρώντας από την αίσθηση επιτάχυνσης, και δίνοντας περισσότερο βάρος στο μάζεμα χιλιομέτρων. Το αποκορύφωμα και το κύκνειο άσμα αυτής της, εεε, φιλοσοφικής προσέγγισης στο θέμα μοτοσυκλέτα, ήρθε με την ZX-12R, την πιο γρήγορη σε τελική που μετρήσαμε ποτέ στο ΜΟΤΟ, με 312 πραγματικά χιλιόμετρα. Ο πλανήτης όμως είχε γίνει πια πολύ πυκνοκατοικημένος, και μια τέτοια μάχη δεν είχε μέλλον. Και πριν οι μπαμπούλες της ασφάλειας προλάβουν να επέμβουν νομοθετικά, οι κατασκευαστές έκαναν "συμφωνία κυρίων", εθελοντικά δηλαδή περιόρισαν ηλεκτρονικά την τελική των μοτοσυκλετών στα 299. Φυσικά, τίποτα το διαφορετικό δεν συμβαίνει στα 301 σε σχέση με τα 299, το νόημα όμως ήταν πως ο ανταγωνισμός σε αυτό το πεδίο ήταν πια νεκρός, οπότε μ’ ένα σμπάρο, πολλά τρυγόνια. Απ’ τη μια οι εταιρίες έδειχναν προς τα έξω (δηλαδή, προς τους μη μοτοσυκλετιστές) ένα πρόσωπο τάχαμου κοινωνικής ευαισθησίας, κι απ’ την άλλη, ξέμπλεξαν από μια υπόθεση που απαιτούσε όλο και περισσότερους πόρους, πολύ ακριβή, που τα αποτελέσματά της ελάχιστοι μπορούσαν να απολαύσουν, σε ελάχιστες περιπτώσεις. Λογικά, ήταν μια ουτοπική μάχη, καθώς όλο και μεγαλύτερη ιπποδύναμη απαιτούνταν για να ανέβουν ελάχιστα τα χιλιόμετρα. Και που να τα δεις πια αυτά τα νούμερα στο κοντέρ σου; Ούτε καν στις autobahn πια, έχουν και κίνηση και όρια σχεδόν παντού.

 

Επαναπαύτηκαν όμως, είπαν ούφ, γλιτώσαμε απ’ τον μπελά, ας παίξουμε τώρα το παιχνιδάκι της ασφάλειας, είναι ένας καλός τρόπος για να πουλήσουμε περισσότερες μοτοσυκλέτες, αφού θα απευθυνόμαστε πια και σε όλους αυτούς που τις φοβόντουσαν. Αμ δε! Μόλις έφυγε αυτό το στοιχείο του κυνηγιού της τελικής, που ήταν άλλωστε εντελώς παράνομο στο 99,99% των δρόμων του πλανήτη, οι πωλήσεις δεν αυξανόντουσαν πια, αλλά άρχισαν να κάνουν μια σταθερή βουτιά: Είχαν ξεχάσει να αντικαταστήσουν τις τελικές με κάτι άλλο, πιο χειροπιαστό, πιο άμεσο, κάτι που την εμπειρία του θα μπορούσε να την έχει ο καθένας, καθημερινά.  Ήλπιζαν, για πολλά χρόνια, πως την μαγεία της παρανομίας και του κυνηγιού των τελικών στους ανοιχτούς δρόμους θα αντικαθιστούσε η οδήγηση στις πίστες, οπότε έριξαν το βάρος εκεί. Όμως, η οδήγηση σε πίστα δεν είναι κάτι που μπορείς να κάνεις κάθε μέρα, έχει πρόσθετα έξοδα, κι επιπλέον απαιτεί αυξημένες οδηγικές ικανότητες γιατί τα χρονόμετρα, όπως και οι υπόλοιποι που γυρνάνε στην πίστα, ξέρουν πολύ καλά ποιος πάει γρήγορα και ποιος όχι. Το βάρος, σ’ αυτή την περίπτωση, η ευθύνη αν θέλετε, μετατοπίζεται έτσι από την μοτοσυκλέτα στον αναβάτη. Δεν μπορείς να έχεις "την πιο γρήγορη", γιατί στην πίστα η πιο γρήγορη είναι αυτή που ο αναβάτης της την πάει γρήγορα. Τζίφος. Κανείς δεν θέλει να του θυμίζουν πως εκείνος φταίει, πως θα μπορούσε να κάνει κάτι καλύτερο.  Η αίσθηση όμως, ααα, η αίσθηση δεν είναι κάτι μετρήσιμο. Μπορούμε να φανταστούμε κάποιον στην Kawasaki να προσπαθεί να βρει μια νέα κατεύθυνση, αφού αυτή της τελικής είχε κλείσει προ πολλού, και να τρίβει το πιγούνι του πριν αναφωνήσει "Χάι! Αξελερέισον! Χόρσ-πάουερ!". Αλλά φυσικά δεν έγινε έτσι. Καιρό το μελέταγε η Kawasaki το θέμα κομπρέσορας, κι είχαν βγει κάτι φήμες πως θα τον έβαζε σε ΖΖ-R 1400, γιατί κανείς δεν φανταζόταν πως η Kawasaki – μοτοσυκλέτες θα έβαζε όλη την Kawasaki – Heavy Industries να δουλεύει νύχτα μέρα, για να φτιάξει το απόσταγμα της τεχνολογίας της. Οι περισσότεροι από τους μηχανολόγους των άλλων τμημάτων δεν θα είχαν ποτέ ασχοληθεί με τόσο μικρά και λεπτά ζητήματα. Ο κύριος κινητήρες jet δεν είχε σκεφτεί ποτέ πως θα μπορούσαν να φτιαχτούν τόσο μικρά πτερυγιάκια κι ο κύριος πενταόρωφοι 18κύλινδροι κινητήρες πλοίων δεν φανταζόταν πως θα ασχοληθεί με φαινόμενα προανάφλεξης σε κάτι κυλινδράκια σαν κουτάκια αναψυκτικού.

 

Δεν έχει σημασία αν η H2R γίνει εμπορική επιτυχία ή όχι. Φυσικά καλό θα ήταν για την Kawasaki, κι είμαι σίγουρος πως οι ευθείες των dragster θα στενάξουν, όπως και κάθε μορφής ευθεία. Πριν ακόμη όμως πουληθεί έστω και μία, η H2R έχει ήδη την μεγαλύτερη επιτυχία και αντίκτυπο. Το σημαντικό είναι πως η Kawasaki τόλμησε να ταράξει τα στάσιμα νερά, να ανοίξει το δρόμο σε μοτοσυκλέτες συναρπαστικές, σε πιθανότητες ατελείωτες, να ξυπνήσει και τους άλλους κατασκευαστές και να τολμήσουν κι εκείνοι να εξερευνήσουν νέους δρόμους, σε κάθε κατηγορία. Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια, κι η Kawasaki τρελή δεν είναι, ούτε μικρή, κι όμως, μας θύμισε την αλήθεια, πως μοτοσυκλέτα χωρίς τρέλα και πάθος δεν έχει νόημα, μόνο με ορθολογισμό δεν έχει ψυχή. Οι μύθοι δεν δημιουργούνται από μοτοσυκλέτες που "χρειάζεσαι", αλλά από μοτοσυκλέτες που επιθυμείς σαν τρελός, που στοιχειώνουν τα όνειρά σου. Άλλωστε, όταν ευχόμαστε σε κάποιον, δεν του λέμε "ό,τι χρειάζεσαι", "ό,τι επιθυμείς" του λέμε.