Editorial 598 - Με ό,τι κι αν έχεις…

Από το

motomag

1/9/2019

Η χωμάτινη εξόρμηση με φίλους στο χώμα και μοτοσυκλέτες παντός δρόμου, είναι εκείνο που χρειάζεται μία παρέα για να συσφίξουν οι σχέσεις. Όχι γιατί θα βοηθήσει ο ένας τον άλλο απέναντι στην δυσκολία, διότι δεν είναι κι απαραίτητο πως θα εμφανιστεί αμέσως και κάποιο πρόβλημα, ούτε και κανείς πρέπει να προσβλέπει σε αυτό, με στόχο να συσφίξει σχέσεις! Όχι, μία παρέα θα έρθει πιο κοντά ταξιδεύοντας στο χώμα γιατί οι διαφορές των μοτοσυκλετών θα εξαφανιστούν, η παλιά θα έρθει κοντά σε επιδόσεις με την νέα, και οι αποστάσεις θα εκμηδενιστούν όταν φυσικά το επίπεδο είναι παραπλήσιο. Αλλά κι έτσι να μην είναι, και κάποιος να έχει μεγαλύτερη οδηγική εμπειρία στο χώμα από τους υπόλοιπους, δεν ξεχωρίζει η μοτοσυκλέτα του αλλά ο ίδιος. Κι αυτό είναι το ζητούμενο. Διότι είμαστε σε μία καταναλωτική κοινωνία και οι μοτοσυκλέτες αντιμετωπίζονται ως τέτοιες πολλές φορές. Το αποτέλεσμα είναι να αισθάνεται κανείς μέρος μίας παρέας μονάχα αν έχει την ίδια μοτοσυκλέτα με εκείνον ή του ίδιου επιπέδου τιμής. Δεν λέω για πολλές λέσχες που έχουν ως αντικείμενό τους ένα συγκεκριμένο μοντέλο, πολλές φορές αυτό έγινε για να επιτύχουν καλύτερες τιμές ανταλλακτικών… είναι άλλη ιστορία αυτή.

Το ζήτημα εδώ είναι να μην νιώθει κανείς μειονεκτικά, ούτε και να εποφθαλμιά πάντοτε το νέο. Οδηγώντας στο χώμα οι διαφορές μικραίνουν ξεκινώντας πρώτα από τα κυβικά. Όσα άλογα κι αν έχει μία on-off σημασία έχουν μονάχα εκείνα που μπορούν κάθε φορά να καταλήξουν στον δρόμο. Κι όταν εκείνος είναι ένας στενός κακοτράχαλος χωματόδρομος γεμάτος πέτρες, τα άλογα που αξιοποιούνται δεν γεμίζουν παρά έναν μεγάλο στάβλο. Μέχρι εκεί, κοπάδι δεν γίνονται. Η υπερβολή βέβαια πάντα υπάρχει, μπορείς δηλαδή να σπινάρεις ασύστολα με το μεγάλο σου on-off πάνω στις πέτρες ή να ανοιγοκλείνεις το γκάζι κάνοντάς το να βρυχάται, αλλά στο τέλος δεν θα έχεις πάει και πολύ πιο γρήγορα από μία μεσαία και το πιθανότερο είναι πως θα έχεις κερδίσει και μία λακκούβα σε κάποια ζάντα… Όσο πιο βαριά η μοτοσυκλέτα και όσο πιο μεγάλη η ταχύτητα, τόσο μεγαλύτερες και οι πιθανότητες να μην βγουν όλοι αλώβητοι απέναντι στις κοτρόνες. Να λοιπόν που το χώμα εξισώνει τα πράγματα κι από εκεί και πέρα η παρέα αρχίζει να συγκλίνει. Μην βιαστεί να πει κανείς, πως ο λιγότερο έμπειρος θα είναι ταχύτερος στο χώμα με καινούρια μοτοσυκλέτα, από εκείνον που ξέρει πολύ καλά τι κάνει, κι αυτό που καβαλά μετρά τα χρόνια του με δεκαετίες. Δυστυχώς υπάρχει σε ορισμένους αυτή η πεποίθηση. Νομίζει κανείς πως το υλικό μπορεί να εγγυηθεί την ανωτερότητα οδηγικά και προφανώς αυτό δεν ισχύει. Ούτε υπάρχει και τρόπος να σου βάλει κανείς στο κεφάλι το παραμικρό, δεν είμαστε στο Matrix να μαθαίνεις κουμ-φου με ένα upload, θα πρέπει να το κερδίσεις, θα πρέπει απλά να κάνεις τα χιλιόμετρα και τα υπόλοιπα θα έρθουν μόνα τους. Αυτό φοβάται ο περισσότερος κόσμος και συνεχώς αναβάλει με κάποια δικαιολογία: Να βγει έξω και να παιδευτεί στο χώμα, να κατασκηνώσει, να δει πώς είναι στην πράξη αυτό που θεωρεί ταλαιπωρία. Το πιθανότερο είναι να του αρέσει και για αυτό το συζητάμε και τώρα. Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία και σίγουρα η μοτοσυκλέτα δεν είναι μία τέτοια. Ακολούθησε όποια on-off βλέπεις με ό,τι on-off έχεις. Το μεσαίο V-Strom δεν καθυστερούσε το μεγάλο Multistrada με τα σχεδόν διπλάσια κυβικά και παραπάνω από τα διπλά άλογα! Δεν έμενε πίσω στους χωματόδρομους κι αυτό κάτι θα πρέπει να λέει. Το γεγονός πως αν σου χάριζαν μία από αυτές θα ήταν το τελευταίο που θα διάλεγες λέει όλα τα υπόλοιπα. Διότι η μικρότερη και φθηνότερη μοτοσυκλέτα είναι εκείνη που μπορείς να πάρεις, όχι απαραίτητα εκείνη που θέλεις.

Το ακριβώς αντίθετο από όλα τα παραπάνω, είναι ο αφορισμός. Και είναι το πιο αστείο πράγμα με το οποίο ερχόμαστε αντιμέτωποι. Η άποψη δηλαδή πως οι καινούριες On-Off δεν είναι ικανές μοτοσυκλέτες και κανείς δεν θα έπρεπε να τις αγοράζει. Όχι, είναι ικανότατες και κάθε χρόνο ταξιδεύουν καλύτερα και πηγαίνουν πιο γρήγορα και στο χώμα, σε σημείο που πρέπει να σε εκπλήσσουν με την εξέλιξή τους. Ούτε και ο αφορισμός είναι η λύση. Να βγούμε όλοι μαζί στους επαρχιακούς και τους χωματόδρομους οδηγώντας, ταξιδεύοντας και κατασκηνώνοντας με ό,τι έχει ο καθένας, αυτό είναι προτιμότερο.

 

Το MOTOHAPPENING, η συγκέντρωση που δεν διαφημίζεται δεν οργανώνεται και δεν προωθείται, η ευκαιρία για να είσαι «Χύμα στο τελευταίο Κύμα» πριν το Φθινόπωρο, θα γίνει φέτος στις 21 και 22 Σεπτεμβρίου, στην παραλία της Μουρτερής (που αλλού;) κάτω από το μεγάλο βράχο! Με ό,τι κι αν έχετε, από παπί μέχρι superbike, η φιλοξενία της παραλίας είναι δεδομένη…

Editorial 562 - Αφανής τεχνολογία

x
Από το

motomag

1/9/2016

Σ’ αυτό το τεύχος έχουμε μια πολύ ωραία αντίθεση: Απ’ τη μια μεριά δύο εξωτικές Ιταλικές κατασκευές, απ’ την άλλη, τρεις μοτοσυκλέτες που κάνουν περισσότερα απ’ όσα δείχνουν με την πρώτη ματιά.

Κι ενώ είναι άγνωστο τι χρόνους θα έκανε μια Tamburini T12 Massimo στην πίστα, σε σχέση με την δωρητή κινητήρας της BMW S1000RR, δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει το απόλυτο της κατασκευής της. Με κινητήρα factory superbike της BMW που βγάζει 235 ίππους, ζυγίζει 154 κιλά, ένα λιγότερο από το ελάχιστο όριο των MotoGP!  Όπως είπαν και οι άνθρωποι της BMW όταν την είδαν από κοντά, δεν υπάρχει περίπτωση μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής να πετύχει το επίπεδο της ποιότητας και της προσοχής στην λεπτομέρεια που έχει μια Τ12. Kι ούτε βέβαια θα μπορούσε ποτέ να είναι μαζικής παραγωγής μια μοτοσυκλέτα κόστους πάνω από 300.000 ευρώ. Γι’ αυτό και μίλησα για χρόνους, για γυρολόγια, για μετρήσιμα μεγέθη. Γιατί υπάρχει βέβαια η – αξία ανεκτίμητη – απόλαυση της μορφής, της υφής και της ποιότητας του συνόλου και των εξαρτημάτων του, υπάρχει το δέος του ονόματος του Tamburini και της ιστορίας του και της γνώσης πως αυτή ήταν για κείνον η ιδανική superbike, κι αυτά είναι αρκετά για να σε μαγέψουν χωρίς καν να χρειάζεται να την οδηγήσεις. Έχοντας στο μυαλό μου πως σχεδόν όλες οι Bimota (πλην των DB2) που έχω οδηγήσει ήταν μάλλον απογοητευτικές ως σύνολο και συμπεριφορά (και ειδικά η πολυσυζητημένη Tesi), θα ήθελα πάρα πολύ να οδηγήσω μια Τ12 αλλά... απ’ τη μια θα κράταγα και μικρό καλάθι (με τόσες υποσχέσεις, είναι εύκολο να απογοητευτείς), κι απ’ την άλλη, αν όλα ήταν καλά, δεν έχω την ικανότητα να γράψω χρόνους ανταγωνιστικούς με μια μοτοσυκλέτα επιπέδου MotoGP. Μόνο εικόνες και αισθήσεις θα μάζευα, δεν θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω όπως της αξίζει και να μπορέσω να την αξιολογήσω σε ένα απίθανο να συμβεί ποτέ συγκριτικό: Μια Yamaha M1 που θα μας δάνειζε το φιλαράκι μας ο Valentino, μια BMW του παγκοσμίου SBK και μια T12 Massimo… Θα χρειαζόμασταν βέβαια και αντίστοιχα μυθικούς αναβάτες, για να τις οδηγήσουν στο Mugello κατά προτίμηση, για να βγάλουμε μετά τα συμπεράσματά μας. Τα γυρολόγια θα έλεγαν την ψυχρή αλήθεια, θα είχαμε μια τυπική νικήτρια, καλά θα περνάγαμε αν τις κάναμε κι εμείς μια βόλτα, αλλά μήπως έτσι θα χάναμε την ουσία; Τα πιο σημαντικά πράγματα στις μοτοσυκλέτες (όπως και στη ζωή) δεν είναι μετρήσιμα, δεν κατατάσσονται σε πρώτο δεύτερο τρίτο. Επιπλέον, κάθε τέτοια εξωτική κατασκευή έχει πολύ εξειδικευμένο και περιορισμένο πεδίο δράσης: Ακόμα και στην περίπτωση ενός πλούσιου συλλέκτη, ιδιοκτήτη T12, υποπτεύομαι πως περισσότερη ευχαρίστηση θα ήταν για κείνον να την χαζεύει στο γκαράζ του παρέα με τους φίλους του, παρά να κάνει μερικούς γύρους το χρόνο σε πίστα, φοβούμενος μην την κάνει την στραβή, το τσακίσει και το απαξιώσει. Η δε απολύτως χειρότερη περίπτωση θα ήταν να την αγοράσει κάποιος, και να την κρατήσει βουβή ακίνητη κι ανέραστη στο σαλόνι του σπιτιού του. Ως έργο τέχνης.

 

Στην άλλη άκρη του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος, έχουμε απλές και χρηστικές μοτοσυκλέτες όπως οι BMW F700GS και R 9T Scrambler, μαζί με την NC750X της Honda. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι πως ως σύνολο αποδίδουν καλύτερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς βλέποντας τα επί μέρους εξαρτήματά τους και το εμφανές επίπεδο της τεχνολογίας τους. Μπορεί να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, να μην προσπαθούν να εντυπωσιάσουν με την τεχνολογία τους, ας μην ξεχνάμε όμως πως η καλύτερη τεχνολογία δεν είναι κάποιο σύστημα ή ηλεκτρονικό βοήθημα, αλλά η φαιά ουσία του εγκεφάλου αυτών που εξέλιξαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Στην περίπτωση του Honda, η "αφανής" τεχνολογία συγκεντρώνεται κυρίως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας ενός κατασκευαστή κολοσσού σε μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, έτσι ώστε να φτιάξει αυτό που ξέρει πως οι περισσότεροι αναβάτες χρειάζονται: Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα χρήσεων στην άσφαλτο, με αξιοπιστία, πρακτικότητα και οικονομία.  Έφτιαξε δηλαδή η Honda αυτό που χρειάζεται η πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, κάτι που δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με αυτό που ονειρεύονται. Κάτι δηλαδή σαν την γυναίκα που θα ήσουν ευτυχής αν παντρευόσουν, σε αντίθεση με αυτή που θα επιθυμούσες να έχεις στο κρεβάτι σου. Λίγοι είναι τόσο ρεαλιστές ώστε να κάνουν τη σωστή επιλογή για συμβίωση, δυστυχώς.

Παρόμοιας φιλοσοφίας και το 700 της ΒΜW, με το σύνολο να αποδεικνύεται ανώτερο των επί μέρους εξαρτημάτων του, με πιο σπορ χροιά και απόδοση σε σχέση με το Honda. Τόσο μάλιστα, που λίγες αλλά καίριες αλλαγές το κάνουν να ανταγωνίζεται το "ανώτερο" στα χαρτιά, και προσανατολισμένο περισσότερο από το 700 προς το χώμα, F800GS.   

     

Διαφορετικού είδους και επιδόσεων μοτοσυκλέτες χρειάζονται και άλλες δόσεις τεχνολογίας, δεν μπαίνουν όλες στο ίδιο τσουβάλι, κάνοντας άκυρες τις συζητήσεις του είδους "χρειάζεται το traction control ή όχι;". Για μια superbike είναι απαραίτητο, ειδικά αν ο αναβάτης της θέλει να απολαμβάνει την οδήγηση στην πίστα αντί να περιμένει το επόμενο high siding. Για τους 90 ίππους στο τροχό του Scrambler στις περισσότερες περιπτώσεις όχι, σε μερικές ναι, και τελικά μπορεί να κάνει και χωρίς αυτό. Κι αυτές είναι οι προφανείς τεχνολογίες, ενώ πιο σημαντικές είναι οι αφανείς, που σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία και την σωστή κρίση, φτιάχνουν απολαυστικές, άρτιες και ομοιογενείς μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα, ένα πιρούνι με σωστά επιλεγμένα ελατήρια και αποσβέσεις, χωρίς ρυθμίσεις, θα δουλέψει καλύτερα από ένα πολύ μαλακό, αλλά πολυρυθμιζόμενο. Γιατί το δεύτερο, θα είναι μια ισχυρή ένδειξη πως αυτοί που εξέλιξαν την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν έκαναν τις σωστές επιλογές, με πιθανότερη κατάληξη πως και το σύνολο δεν θα λειτουργεί σωστά τελικά. Από το "τεχνολογικά εντυπωσιακό, αλλά πλημμελώς εξελιγμένο", το "καλοεξελιγμένο, αλλά απλό", είναι πάντα προτιμότερο. Και ο αναβάτης του, δένεται πολύ περισσότερο μαζί του, αφού δεν απογοητεύεται από τεχνολογίες που υποτίθεται θα του έκαναν τη ζωή εύκολη, ενώ αντίθετα του την κάνουν περίπλοκη χωρίς λόγο. 

 

 

Το MOTO HAPPENING αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Ο λόγος; Η ανωτέρα βία!