Editorial 591 - Για λίγο καρπούζι

Από το

motomag

1/2/2019

H FIM, η Διεθνής Ομοσπονδία Μοτοσυκλετισμού, είναι ο ιδιωτικός φορέας που έχει υπό την εποπτεία του τα Παγκόσμια Πρωταθλήματα, σε συνεργασία με τις επίσης ιδιωτικές εταιρίες πoυ τα έχουν στην ιδιοκτησία τους με στόχο την εμπορική τους εκμετάλλευση. Πολλές φορές την έχουμε κατακρίνει για τις μεθόδους και τις πρακτικές της (πρακτικά δεν ελέγχεται από κανέναν, παρά μόνο από τον εαυτό της). Αυτή τη φορά όμως, φαίνεται πως μια πρωτοβουλία της μπορεί να αποβεί ωφέλιμη για όλους όσους οδηγούμε μοτοσυκλέτα και φοράμε κράνος, όσο κι αν και αυτή η πρωτοβουλία είναι σχεδιασμένη ώστε να φέρει έσοδα στα ταμεία της.

Τον Ιούλιο του 2016 στην πίστα του Sachsenring έγινε η πρώτη συνάντηση μεταξύ της Τεχνικής Επιτροπής της FIM,  του Ινστιτούτου της FIM, της DORNA, ιδιοκτήτριας των MotoGP, της MSMA (Motorcycle Sports Manufacturers Association), της IRTA (International Road Racing Teams Association) και των κατασκευαστών κρανών (αρχικά των Arai, AGV, HJC, LS2, Nolan Group, Schuberth, Shark, Shoei και Suomy/Kyt). Εκεί, η FIM παρουσίασε το δικό της πρόγραμμα πιστοποίησης κρανών (Helmet Certification Programme - FHCP), με στόχο την αυξημένη προστασία των αναβατών και μια πιο αντικειμενική και ολοκληρωμένη αξιολόγηση της προστασίας που παρέχουν τα κράνη.

Μέχρι τώρα, η θέσπιση προδιαγραφών και δοκιμές αξιολόγησης ενός κράνους ήταν υπόθεση κρατικών φορέων ή ανεξάρτητων ή ιδιωτικών οργανισμών. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχουμε την προδιαγραφή UN ECE 22.05 (που έχουν υιοθετήσει και τα Ηνωμένα Έθνη, όπως και συνολικά 50 χώρες), στις ΗΠΑ τις DOT και στην Ιαπωνία τις SG ή JIS, για να αναφέρουμε τις πιο γνωστές “κρατικές”. Ανάμεσα στις ανεξάρτητες, οι πιο γνωστές είναι οι SNELL στις ΗΠΑ και οι SHARP, ACU Gold και BSI στο Ηνωμένο Βασίλειο. Δεν υπάρχει σωστή απάντηση για το ποια είναι η καλύτερη, η κάθε μία έχει ελαφρώς διαφορετικά στάνταρ και μεθόδους δοκιμών. Και δεν υπάρχει σωστή απάντηση και γιατί καμία πρόσκρουση κράνους σε πραγματικές συνθήκες δεν είναι ίδια με την άλλη, είτε στο δρόμο είτε στην πίστα. Το μόνο σίγουρο είναι πως όσα κράνη περνούν τις ισχύουσες προδιαγραφές, κάτι που ο καθένας μπορεί να διαπιστώσει από τον κατασκευαστή τους, προστατεύουν τον αναβάτη μειώνοντας τις συνέπειες μιας πρόσκρουσης.

To επιχείρημα της FIM ήταν απλό και σαφές: “Οι προδιαγραφές των κρανών μας αφορούν γιατί είμαστε υπεύθυνοι για ότι συμβαίνει στις πίστες των GP. Και από ηθικής άποψης, αλλά και ως επένδυση, οι αναβάτες αντιπροσωπεύουν τα συμφέροντά μας”, δήλωσε ο Fabio Muner, Διευθυντής Marketing της FIM, κάπως… ωμά. Έτσι, σε συνεργασία με τους κατασκευαστές κρανών καθορίστηκε ένα νέο πρωτόκολλο δοκιμών που βασίζεται σε αυτό της προδιαγραφής UN ECE 22.05, αλλά προχωρά στην θέσπιση δοκιμών πρόσκρουσης αλλά και διάτρησης σε περισσότερα σημεία του κράνους. Κάτι νέο που φέρνει είναι πως ζητά από τους κατασκευαστές να παρέχουν δέκα κράνη από κάθε μέγεθος, ώστε να είναι πιστοποιημένα όλα τα μεγέθη, αλλά δεν καθορίζει, όπως η ECE 22.05, πως θα δοκιμάζονται κράνη από κάθε παρτίδα που φεύγει από το εργοστάσιο κατασκευής, εξασφαλίζοντας έτσι την διατήρηση της συμμόρφωσης με τις προδιαγραφές. Στις ανακοινώσεις της η FIM λανθασμένα αναφέρει πως θα γίνονται για πρώτη φορά δοκιμές διάτρησης – γινόντουσαν ήδη, όπως και δοκιμές πρόσκρουσης υπό γωνία. Αυτό όμως που είναι γεγονός, είναι πως οι δοκιμές θα γίνονται σε πολλά περισσότερα σημεία του κράνους, τόσο για την διάτρηση, όσο και για την πρόσκρουση υπό γωνία. Κάθε κράνος που θα παίρνει την έγκριση FRHPhe-01 της FIM θα είναι εγκεκριμένο για όλους τους αγώνες των παγκοσμίων πρωταθλημάτων ταχύτητας από το 2019 ως το 2021, και θα φέρει στο λουράκι του ένα ειδικό καρτελάκι με ολόγραμμα και QR code, ώστε να μην παραχαράσσεται εύκολα αλλά και να αναγνωρίζεται εύκολα στον τεχνικό έλεγχο των αγώνων, με ένα απλό σκανάρισμα. Το ίδιο εύκολα θα μπορούν και οι ιδιώτες που θα αγοράζουν κράνη με την προδιαγραφή της FIM, να σκανάρουν με το κινητό τους το QR code και να βλέπουν όλες τις πληροφορίες για το κράνους τους, όπως και την πιστοποίηση της έγκρισης. Το σημαντικό εδώ είναι πως μιλάμε για κράνη παραγωγής, τα ίδια που πωλούνται στο ευρύ κοινό, και όχι ειδικές κατασκευές όπως πολλοί υποψιάζονται πως συμβαίνει στους αγώνες. Έτσι, όσο κι αν η FIM δηλώνει πως το ενδιαφέρον της είναι μόνον η αγωνιστική χρήση, εδώ θα έχουμε ένα παράδειγμα αγωνιστικών προδιαγραφών που θα βρουν άμεσα την χρήση τους στον δρόμο. Ειδικά για τον δρόμο, η πιστοποίηση για κάθε μέγεθος ξεχωριστά έχει μεγάλη σημασία, αφού ο αριθμός των μεγεθών για τα κελύφη των κρανών είναι πάντα μικρότερος από τον αριθμό των ίδιων των μεγεθών των κρανών. Κάποιος κατασκευαστής μπορεί να καλύπτει την γκάμα μεγεθών με δύο διαφορετικά κελύφη, άλλος με περισσότερα, κάτι που δείχνει πόσο κοντά στις αρχικές προδιαγραφές του σχεδιασμού του μπορεί να βρίσκεται κάθε κράνος. Σημαντικό είναι επίσης πως για να περάσουν την προδιαγραφή της FIM τα κράνη θα δοκιμάζονται με όλα τα “αξεσουάρ” τους τοποθετημένα, κι όταν λέμε αξεσουάρ εννοούμε αεραγωγούς, σπόιλερ ή αεροδυναμικά βοηθήματα, και η προδιαγραφή θα ισχύει μόνο για όσο τα έχουν όλα τοποθετημένα, όσα είχε προβλέψει αρχικά ο κατασκευαστής. Εδώ χρειάζεται όμως μια επισήμανση: Τα κράνη που προορίζονται για αγωνιστική χρήση, καθώς αυτά είναι που θα πιστοποιηθούν πρώτα, δεν είναι συνήθως και τα πιο κατάλληλα για δρόμο, όχι γιατί δεν προστατεύουν, αλλά γιατί όταν προορίζονται για αγωνιστική χρήση κριτήρια όπως ο θόρυβος και η άνεση ή η ευκολία χρήσης δεν είναι σε πρώτη προτεραιότητα. Επιπλέον, δεν σημαίνει πως ένα κράνος που προορίζεται για χρήση δρόμου θα παρέχει λιγότερη προστασία από ένα “αγωνιστικό”, εφόσον περνά τις ίδιες προδιαγραφές.

Φυσικά, οι κατασκευαστές θα πληρώνουν για αυτή την πιστοποίηση, που θα γίνεται αρχικά στα εργαστήρια κρούσης του πανεπιστημίου της Zaragosa στην Ισπανία, αλλά και σε άλλα εργαστήρια με τα οποία θα συνεργάζεται η FIM, όσο ανεβαίνει ο φόρτος εργασίας. Η FIM δηλώνει πως θα ήθελε ακόμα μεγαλύτερη αύξηση απορρόφησης ενέργειας, αλλά κατέληξε σε συμφωνία με τους κατασκευαστές σχετικά με τις απαιτήσεις των δοκιμών, κάτι λογικό, αφού δεν μπορεί μέσα σε τόσο μικρό χρονικό περιθώριο να αλλάξει εντελώς η τεχνολογία των κρανών. Έτσι, οι δοκιμές για την προδιαγραφή της FIM δεν αποτελούν άλμα στην αύξηση της προστασίας των κρανών, αλλά περισσότερο ένα εργαλείο ώστε όλοι να κάνουν καλύτερα την δουλειά τους: Η FIM να αποκτήσει ισχύ σε έναν ακόμη χώρο, κατασκευαστικό αυτή τη φορά, μαζί με αύξηση των εσόδων της, οι κατασκευαστές κρανών να μπορούν να λένε πια πως διαθέτουν πιστοποίηση για την προδιαγραφή με τις πιο ολοκληρωμένες δοκιμές και πως τα κράνη τους είναι κατάλληλα για το υψηλότερο επίπεδο αγώνων ταχύτητας, και εμείς οι μοτοσυκλετιστές που κυκλοφορούμε στο δρόμο να έχουμε λίγο πιο ήσυχο το κεφάλι μας, αν γνωρίζουμε πως τα κράνη που θα αγοράζουμε θα είναι περισσότερο πιθανό να μας προστατεύσουν καλύτερα. Σ’ αυτή την περίπτωση, η FIM είχε και το καρπούζι και το μαχαίρι, και η κίνησή της ήταν και λίγο ρουά ματ: Ποιος κατασκευαστής θα ρισκάριζε να μείνει “απ’ την απέξω”, όσο ενδεχομένως κι αν υπερκάλυπταν την προδιαγραφή τα κράνη του, και να μην μπορεί να χορηγήσει αναβάτες; Κι επειδή οι κανονισμοί της FIM για τα παγκόσμια θα περάσουν και σε επίπεδο εθνικών πρωταθλημάτων, σε λίγο η προδιαγραφή της θα είναι απαραίτητη παντού. Το μόνο που ελπίζουμε είναι πως θα γίνει αφορμή για να βελτιωθούν πραγματικά και τα μη αγωνιστικά κράνη, και θα φάμε έτσι κι εμείς λίγο καρπούζι.          

  

editorial 537 - Τι ονειρεύεσαι;

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

31/7/2014

Είναι περίεργο που ένα ταξίδι το ονειρεύομαι πιο πολύ μετά παρά πριν; Ίσως γιατί μ’ ένα ταξίδι σου ανοίγει η όρεξη και για άλλα, ίσως γιατί μια εικόνα μόνο από το ταξίδι μπορεί να σου δώσει την αφορμή για πολλά ακόμα, όνειρα ή ταξίδια. Η εξόρμησή μας στην Ροδόπη, πίσω από τα σύνορα, έδωσε πλήθος τέτοιες εικόνες, έλυσε πολλές απορίες και δημιούργησε ακόμα περισσότερα όνειρα.

Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 εξερευνούσαμε με τους Λαρισαίους φίλους τα μέρη της "δικής μας" Ροδόπης. Ζόρικα τότε τα πράγματα, τα σύνορα σοβαρή υπόθεση, ο στρατός παντού, περιοχές ολόκληρες αποκλεισμένες. Για να μπεις στα Πομακοχώρια, πάνω από την Ξάνθη, χρειαζόταν έγγραφη άδεια από την ασφάλεια της πόλης σου, στην οποία αναφερόταν τα πάντα, από τα οχήματα έως και τα άτομα της παρέας. Στρατιωτικό φυλάκιο με μπάρα, στον κεντρικό δρόμο, τσεκάριζε τόσο τους τουρίστες όσο και τους ντόπιους, που ζούσαν σε ελεγχόμενη περιοχή, χωρίς ελεύθερη διακίνηση. Δεν γνωρίζω να υπήρχε αυτό το καθεστώς πουθενά αλλού στην Ελλάδα. Οι άνθρωποι συνεσταλμένοι, πάντα ευγενικοί, τα χωριά πεντακάθαρα, στις βρύσες πάντα κύπελλο για να πίνει αυτή η φιγούρα που μάλλον έχει εκλείψει πια, ο διαβάτης. Άλλος κόσμος.

Επειδή όμως πάντα μας τραβούσαν τα κενά του χάρτη, κολλήσαμε στην περιοχή που χοντρικά εκτείνεται από το Κάτω Νευροκόπι ως τα Πομακοχώρια, σ’ αυτά τα ατέλειωτα δάση της Ροδόπης με τα μυθικά ονόματα Καράντερε, Ζαγκραντένια, Λεπίδα, Τσάκαλος, Μπαρτάκοβα... Τα εξερευνήσαμε βήμα βήμα και ροδιά ροδιά, χωνόμασταν σε κάθε δρόμο όσο παρατημένος κι αν ήταν, μέχρι που βγαίναμε κάπου ή αναγκαζόμασταν να γυρίσουμε πίσω. Τότε, τα μηχανάκια της παρέας δεν θα μπορούσαν να είναι πιο ετερόκλητα... Από Χουσκβάρνες Βέ Αρ τετρακόσα και Ταφ Έψιλον πέντε-δέκα, μέχρι Ιξάρ ιξακουσάρ για μένα, ως Μοντέζες Ήτα Εφτά δυόμισι και τρία-εξήντα, αλλά και Ιξιλάρ ένα-εικοσπέντε και Καέλ δυόμισι και Μεζέ Ιτιζέντ εκατό πενήντα, αλλά και Ιξελές πεντακόσια... Τέτοια τρέλα μας είχε πιάσει με το Καράντερε, που μια φορά ξεκίνησα δικάβαλος με δίχρονο Cagiva 125 Cruiser από Αθήνα, φορτωμένο με τα πάντα...

Εκεί πάνω μάθαμε πως όταν τα δρομάκια που καταλήγουν σε μικρό πλάτωμα "αναστροφής", τα σύνορα ήταν πάντα κοντά. Από το Ε/Φ Τσάκαλος, τότε που είχε ακόμα φαντάρους, πριν το αφήσουν να ρημάξει αντί να γίνει καταφύγιο ή κάτι χρήσιμο, βλέπαμε τις υπερυψωμένες σκοπιές των Βουλγάρων, κι αναρωτιόμασταν πως να είναι από την άλλη μεριά. Σύντομα αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε πως τα σύνορα, παρά το χαντάκι και τα άσπρα κολωνάκια, ήταν απλά διακοσμητικά. Πώς να ελέγξεις τόσα βουνά, τόσα περάσματα; Βρίσκαμε μονοπάτια που ξεκινούσαν από το "Ελληνικό" και περνούσαν ακάθεκτα στο "Βουλγάρικο", όπως έκαναν χιλιάδες χρόνια τώρα. Συναντούσαμε τύπους που έξαλλοι μας απειλούσαν με καραμπίνες, γιατί φοβόντουσαν μήπως τους χαλάσουμε τις βρωμοδουλειές και τα λαθρεμπόριά τους... Βρίσκαμε καλύβες σε ξέφωτα κοντά στα σύνορα, με επιγραφές στα Βουλγάρικα στους τοίχους τους και τσοντοεφημερίδες στα κυριλλικά πεταμένες στο πάτωμά τους... Πετυχαίναμε Βούλγαρους φαντάρους να κόβουν βόλτες στο ελληνικό έδαφος, κι ακούγαμε ιστορίες για δεσμούς μεταξύ των πληθυσμών που κρατούσαν από πριν τα κλειστά σύνορα, από τότε που οι Σαρακατσαναίοι βόσκαγαν όλη την περιοχή και μετακινούνταν ελεύθερα και στις δύο χώρες. Αλλά ήρθε ο πόλεμος και μετά τον πόλεμο ήρθαν οι κολεκτίβες, και μια μέρα, αρχές δεκαετίας του ’50 φθινόπωρο, όπως κατέβαιναν οι Σαρακατσαναίοι τα βουνά, ο Βουλγάρικος στρατός είχε μπλοκάρει τα περάσματα, τα καμιόνια έτοιμα, τα πρόβατα φορτώθηκαν όλα εκτός από πέντε για κάθε οικογένεια, η κάθοδος στην Ελλάδα απαγορεύτηκε. Τα σκυλιά, λένε οι ιστορίες, γύρισαν μόνα τους στα χειμαδιά.

 

Οι άνθρωποι σπάνιζαν εκεί πάνω, μόνο κάποιους δασεργάτες συναντούσαμε, αλλά από ζώα άλλο καλό. Ελάφια ακούγαμε, ζαρκάδια βλέπαμε, αετούς, αγριόγατους, ίχνη και σκατούλες από αρκούδες, τα πάντα όλα. Τα χωριά όμως που κάποτε υπήρχαν εκεί πάνω, σήμερα είναι μόνο κάτι σωροί από πέτρες, κάτι μάντρες, κάτι γεφύρια, ένα μονοπάτι. Κι όταν επιτέλους πέρασα τα σύνορα για να δω και την άλλη μεριά για πρώτη φορά, ήταν Φεβρουάριος κι είχε δυό μέτρα χιόνι, αλλά τα χωριά ήταν όλα ζωντανά, γεμάτα κόσμο, οι δρόμοι ανοιχτοί, χωριά στα 1350 μέτρα υψόμετρο κι ακόμα ψηλότερα, ξέρετε, από αυτά που στην Ελλάδα εγκαταλείπονται το χειμώνα από τους λιγοστούς κατοίκους τους.

Σήμερα που τα ταξίδια είναι πιο εύκολα και τα σύνορα πιο προσιτά, αφού Βουλγαρία πηγαίνεις μόνο με ταυτότητα και δεν υπάρχει πια το άγχος της φύλαξης των παραμεθόριων περιοχών από "κατασκόπους", μπορούμε να περιπλανηθούμε πίσω από τα σύνορα και να δούμε πώς μια γραμμή στο χάρτη αλλάζει τη ζωή των ανθρώπων. Είναι χαρακτηριστικό πως μέχρι το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα υπήρχαν πάρα πολλές διαβάσεις μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας, όσο οι μετακινήσεις γινόταν με τα πόδια, κι όσο τα καραβάνια με τα αλογομούλαρα και τις καμήλες μετέφεραν εμπορεύματα. Ο πόλεμος τα άλλαξε όλα αυτά, τα ορεινά περάσματα επίσημα έκλεισαν, οι αμαξιτοί δρόμοι βλέπετε ελέγχονταν πολύ πιο εύκολα, τα καθεστώτα ήταν ενάντια στην επαφή και την διακίνηση, ανθρώπων, εμπορευμάτων, ιδεών...

Ένα πράγμα που ζήλεψα, απ’ αυτά που είδα στο ταξίδι μας, ήταν τα εκατοντάδες χιλιόμετρα σηματοδοτημένων μονοπατιών, που συνεχίζουν να θυμίζουν πως ήταν και πως είναι ακόμα, για όσους θέλουν να μετακινούνται με φυσικό τρόπο, οι δρόμοι σε ανθρώπινο μέτρο. Είσαι ας πούμε στο Smolyan, το παλιό Πασμακλή, και βλέπεις πινακίδες σήμανσης μονοπατιού για Gotse Delchev, το Άνω Νευροκόπι, που σε ευθεία γραμμή είναι 80 χιλιόμετρα μακριά. Όλη την περιοχή που περιηγηθήκαμε την διασχίζουν προς κάθε κατεύθυνση σηματοδοτημένα και μη μονοπάτια, και μερικά ήταν πολύ προκλητικά... Πολύ θα το ήθελα να περπατήσω από χωριό σε χωριό, παράλληλα με τα σύνορα, πολύ θα το ήθελα να κατασκηνώσω με την εντουροπαρέα μου στις όχθες της Siroka Poljana και να χάνομαι κάθε μέρα στα ατέλειωτα δάση. Βλέπαμε τα δρομάκια, βλέπαμε τα μονοπάτια, λίγο θέλαμε να ξεχάσουμε και MEGA TEST και φωτογραφήσεις και επιστροφή στην Αθήνα, και να μείνουμε εκεί πάνω παλεύοντας με τα θηρία.

Εντύπωση επίσης μου έκανε πως ΟΛΑ τα παραμεθόρια χωριά είχαν συγκοινωνία, με τα φοβερά βανάκια UAZ-452, που το παρατσούκλι τους λόγω σχήματος είναι "φρατζόλες". Και θεωρώ πολύ πιο οικο-λογική την χρήση του ίδιου τύπου αυτοκινήτου από το 1960 μέχρι σήμερα, με κάποιες λίγες βελτιώσεις. Όπως και οι μοτοσυκλέτες που χρησιμοποιούνται από τότε στα βουλγάρικα βουνά, οι ΙΖΗ Planeta 350, κι εξακολουθούν να φροντίζουν την μετακίνηση των κατόχων τους. Μπορεί τα UAZ να μην είναι ό,τι πιο σύγχρονο και άνετο και με εικοσιεφτά αερόσακους, αλλά υπάρχουν, εξακολουθούν να δουλεύουν και το κυριότερο, φροντίζουν για την συγκοινωνία των χωριών.

Κάτι άλλο που θα ονειρευόμουν και για την δική μου χώρα, και που ισχύει στην βουλγάρικη μεθόριο, είναι η πανταχού παρούσα δασική της υπηρεσία. Σ’ έναν τόπο με 90% δασοκάλυψη, καταλαβαίνετε πόσο σημαντικό είναι αυτό. Φαίνεται βέβαια, από τα εγκαταλελειμμένα κτίρια στα βουνά, πως κάποτε η δασική τους υπηρεσία ήταν πολυπληθέστερη, αλλά ακόμα κι έτσι είχαν φύλαξη όλων των κεντρικών διασταυρώσεων, όπως και συνεχή παρουσία στους δασικούς δρόμους. Δασικός σταμάτησε, ενώ ήμασταν ήδη κατασκηνωμένοι σε ένα από τα πολλά κιόσκια-camp, και μας σύστησε να ανάβουμε φωτιά μόνο εκεί. Πραγματικά χαρήκαμε που έδειχναν τέτοιο ενδιαφέρον, πουθενά δεν είδαμε καμένα, πουθενά παλιά φωτιά πέρα από τα μέρη που επιτρέπεται. Ευτυχώς, σκεφτόμουν, που δεν μιλάω βουλγάρικα, γιατί, τι θα του έλεγα; Πως τα δάση της Ελλάδας τα έχει ρημάξει η λαθροϋλοτομία, ειδικά τα τελευταία χρόνια; Πως έφευγαν νταλίκες φορτωμένες λαθραία ξυλεία, ακόμα κι από νησιά όπως η κατακαμένη Κεφαλλονιά, και κανείς δεν νοιαζόταν;

 

Έβλεπα τα δικά τους ζωντανά ορεινά χωριά, κι ονειρευόμουν να μπορούσαν να ξαναγίνουν και τα δικά μας έτσι. Η συντριπτική πλειοψηφία των χωριών που είδαμε το καταφέρνουν αυτό χωρίς εισοδήματα από τον τουρισμό. Ένα σημείο κλειδί πρέπει να είναι ότι το κάθε σπίτι έχει τον κήπο του όπου καλλιεργεί τα λαχανικά του, συν κάποια οικόσιτα ζώα. Μπορεί στα δικά μας κυριλέ –τρομάρα μας- μάτια να μοιάζουν φτωχικά, και να είναι, υπάρχει όμως μια μεγάλη αξιοπρέπεια στην μερική, έστω, αυτάρκεια.

Παρατηρούσαμε πως πολλοί έκαναν εξορμήσεις στα δάση και μάζευαν μανιτάρια, βατόμουρα κι άλλα καλά του δάσους, τα οποία μαζί με την περίσσεια των λαχανικών θα συντηρηθούν για να φαγωθούν τον χειμώνα. Αλλά εμείς θέλουμε να είναι όλα αγοραστά, μάρκα τάδε, και επίσημα πια, να τρώμε μόνο μεταλλαγμένα της Monsanto. Ακούστε και τον Πούτιν σχετικά με τα μεταλλαγμένα, και συγκρίνετε τις απόψεις του με αυτές των Ελλήνων πολιτικών.

Θαυμάσαμε τις τεχνητές λίμνες τους, τέσσερις μεγάλες στην περιοχή που επισκεφτήκαμε, κι είδαμε πόσο τις χαίρονται τα Σαββατοκύριακα οι κάτοικοι των γύρω περιοχών. Κατασκηνώνουν στις όχθες τους, κάνουν καγιάκ, βόλτες με τις βάρκες τους, ρίχνουν κι ένα ξεγυρισμένο ψάρεμα για το φαγητό τους. Στις δικές μας, τα πάντα απαγορεύονται, γιατί δεν ανήκουν φαίνεται στο ελληνικό κράτος, αλλά στη ΔΕΗ ή κι εγώ δεν ξέρω σε ποιόν.

Ονειρεύομαι να μπορούσα να τριγυρίζω εκεί στην Ροδόπη πίσω απ’ τα σύνορα για μήνες, χρόνια... Με τα πόδια, με εντούρο, με on-off, με αυτοκίνητο, με UAZ και IZH και με τα κάρα των τσιγγάνων που συναντήσαμε. Να περπατήσω πάλι τα ξεχασμένα ορεινά περάσματα που ένωναν κάποτε τους τόπους, όταν δεν τους χώριζαν τα σύνορα και οι "αγορές", όπως το κάνουν σήμερα. Να μπορούσα να καταλάβω πως έχουν βιώσει αυτοί οι άνθρωποι τις δεκαετίες που πέρασαν, να καταλάβω γιατί αυτή η γιαγιά στη Mugla είχε τόσο μεγάλο ενδιαφέρον να μας δείξει από που πάει το μονοπάτι για Trigrad, αυτό που περνάει από τα τσαΐρια με τις λιμνούλες, ψηλά στο βουνό. Να ζήσω για λίγο στο Trigrad, να βγω εντουράδα με τους ντόπιους, να καταλάβω και τι σημαίνει γι’ αυτούς ένα τζαμί και μια εκκλησία δίπλα δίπλα. Να μάθω την καταγωγή των κατοίκων του Gela, που δηλώνει γενέτειρα του Ορφέα, και που οι φωτογραφίες τους έξω από την Αγία Τριάδα θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι παλιές από τα δικά μας Βλαχοχώρια. Για να είναι από δω, ο Ορφέας μάλλον τσομπάνος θα ήταν, και θα έπαιζε την μουσική του όσο έβοσκε τα γελάδια του. Ή ξυλοκόπος, γιατί τι άλλο να κάνει κανείς εδώ; Ίσως κάποιες τέχνες που τώρα πια έχουν ξεχαστεί.

 

Τι καλύτερο; Λίγο λίγο τα όνειρά σου να γίνονται ταξίδια, βόλτες, παρέες, τοπία, άνθρωποι με τους οποίους δεν έχεις κοινή γλώσσα, αλλά εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε-γέλασε, κάπως την βρίσκεις την άκρη, αυτή την άκρη των αόρατων νημάτων που συνδέουν όλους τους Βαλκάνιους. Γειτονιά μας είναι, κι η μοτοσυκλέτα είναι ακόμα ένας τρόπος για να την γνωρίσουμε, και να κάνουμε ακόμα περισσότερα όνειρα πίνοντας με την παρέα μας μπύρα Kamenitza, σε κάποιο φιλόξενο κιόσκι της Ροδόπης. Και κάπου εκεί ίσως καταλάβουμε πως όταν ένας καβαλάρης με την μοτοσυκλέτα του συναντιέται στα οροπέδια του Sveti Petar με έναν καβαλάρη τσιγγάνο και χαιρετιούνται, έχουν περισσότερα κοινά να τους ενώνουν, παρά διαφορές που τους χωρίζουν.