Editorial 590 - Κάνουν λάθη; Καταργήστε τους.

Από το

motomag

1/1/2019

Mέσα στο 2017, τα θανατηφόρα με δίκυκλα στην ΕΕ αποτέλεσαν το 17% των συνολικών θυμάτων στους δρόμους, ενώ τα δίκυκλα αποτελούν μόνο το 1,8% του κυκλοφοριακού φόρτου. Αυτή η ανισότητα δεν ταιριάζει καθόλου με το όραμα της ΕΕ για μηδενικές απώλειες ως το 2050, και για μείωση κατά 50% την δεκαετία 2020-2030. Σύμφωνα με την τρίτη και τελευταία δέσμη μέτρων “Η Ευρώπη σε κίνηση”, “Πάνω από το ενενήντα τοις εκατό των ατυχημάτων οφείλονται σε ανθρώπινο σφάλμα. Καταργώντας την ανάγκη οδηγού, τα αυτόνομα οχήματα αναμένεται ότι θα βελτιώσουν σημαντικά την οδική ασφάλεια. Για παράδειγμα, τα οχήματα χωρίς οδηγό θα τηρούν περισσότερο τους κανόνες οδικής κυκλοφορίας και θα αντιδρούν ταχύτερα από τους ανθρώπους. Επιπλέον, τα συνδεδεμένα και αυτοματοποιημένα οχήματα μπορούν να συμβάλλουν στον περιορισμό της συμφόρησης, διότι θα διευκολύνουν την κοινή χρήση των οχημάτων και θα προάγουν νέα και βελτιωμένα επιχειρηματικά μοντέλα (δηλαδή κινητικότητα ως υπηρεσία), καθιστώντας την ιδιοκτησία αυτοκινήτου στις πόλεις λιγότερο ελκυστική επιλογή”.

Ούτε λίγο ούτε πολύ, η άποψη των Ευρωπαίων είναι πως αντί να πασχίζουμε για οδηγική παιδεία, αφού έτσι κι αλλιώς οι άνθρωποι θα κάνουν λάθη ό,τι και να γίνει, έχουμε την μεγάλη ευκαιρία να καταργήσουμε τους οδηγούς, αφού τα αυτόνομα οχήματα θα είναι αλάνθαστα (βέβαια μέχρι τώρα έχει αποδειχτεί πως δεν είναι, αλλά υποθέτουμε πως οι άνθρωποι που προγραμματίζουν την συμπεριφορά και τις αντιδράσεις τους δεν θα κάνουν κι άλλα λάθη…). Με τα αυτόνομα οχήματα, λένε, δεν θα έχουμε τόσο μποτιλιάρισμα, γιατί δεν θα χρειάζεται να έχει ο καθένας το δικό του, αφού στο μέλλον θα υπάρχουν εταιρίες αυτοματοποιημένων οχημάτων στα οποία θα κλείνεις θέση για να πας εκεί που θέλεις. Με άλλα λόγια, το αυτοματοποιημένο μέλλον δεν θα ενθαρρύνει την ιδιοκτησία του οχήματος. Θυμηθείτε πως ήδη έχουν γίνει πράξη οι μοτοσυκλέτες που “δεν πέφτουν” αλλά και αυτές που οδηγούνται μόνες τους, καταργώντας ουσιαστικά την ανάγκη για συμμετοχή του αναβάτη στην οδήγησή τους, που έτσι θα μετατραπεί από αναβάτης σε επιβάτης μοτοσυκλέτας. Τώρα, το γιατί να θέλει κάποιος να οδηγεί μια τέτοια μοτοσυκλέτα, θα το ερευνήσουν οι ψυχίατροι.

Δεν αλλάζουν όμως μόνο τα οχήματα, αλλά και οι υποδομές: “Η ίδια η έννοια των μεταφορών μεταβάλλεται και τα παραδοσιακά όρια μεταξύ των οχημάτων, των υποδομών και του χρήστη καθίστανται ολοένα και περισσότερο δυσδιάκριτα. Στο επίκεντρο δεν βρίσκεται πλέον το μέσο μεταφοράς. Στις μέρες μας, χάρη στην αυξημένη συνδεσιμότητα και την αυτοματοποίηση, ο χρήστης τοποθετείται ολοένα και περισσότερο στο επίκεντρο ενός συστήματος κινητικότητας πολύ πιο ευέλικτου και ολοκληρωμένου. Η είσοδος ολοένα και περισσότερο αυτοματοποιημένων και συνδεδεμένων οχημάτων στην αγορά αποτελεί το επόμενο κεφάλαιο στον τομέα των μεταφορών που θα αλλάξει οριστικά τον τρόπο με τον οποίο οι πολίτες θα απολαμβάνουν την κινητικότητα στο μέλλον. Η εν λόγω οριστική αλλαγή έχει ήδη ξεκινήσει και η Ευρώπη πρέπει να είναι προετοιμασμένη. Για παράδειγμα, η καλύτερη κατασκευή των οχημάτων, η βελτιωμένη οδική υποδομή και τα χαμηλότερα όρια ταχύτητας μπορούν συνολικά να συμβάλλουν στη μείωση των επιπτώσεων των ατυχημάτων”. Όπου λέει “ο χρήστης τοποθετείται ολοένα και περισσότερο στο επίκεντρο”, η μετάφραση θα έπρεπε να είναι “δεν υπάρχει πια οδηγός ή αναβάτης, αλλά χρήστης, κι όταν λέμε στο επίκεντρο, εννοούμε πως η μόνη απόφαση που θα παίρνει θα είναι το που θέλει να πάει, χωρίς να συμμετέχει ενεργά σ’ αυτή τη μετακίνηση”. Όπου λέει “καλύτερη κατασκευή των οχημάτων”, εννοεί την συνδεσιμότητά τους και την συμμόρφωσή τους στους κανόνες, μαζί με πλήθος συστήματα αποτροπής από οποιαδήποτε προσπάθεια κίνησης εκτός προδιαγραφών. Μιλούν επίσης και για χαμηλότερα όρια ταχύτητας, κάτι που ακούγεται αντιφατικό: Αν τα αυτόνομα οχήματα δεν θα συγκρούονται μεταξύ τους ή με ό,τι άλλο βρίσκεται πάνω ή γύρω από τον δρόμο, τότε γιατί να μην πηγαίνουν πιο γρήγορα; Ή τουλάχιστον, το ίδιο γρήγορα; Εκτός κι αν οι σοφοί νομοθέτες εννοούν πως μέχρι να γίνουν όλα αυτόνομα, και για να τα διευκολύνουν να προσαρμοστούν στο χαοτικό περιβάλλον που θέλουν να εξημερώσουν, θα χαμηλώσουν τα όρια ταχύτητας για να προλαβαίνουν να αντιδρούν απέναντι στα αναρχικά στοιχεία που θα επιμένουν να κινούνται πραγματικά αυτόνομα και ελεύθερα – όπως ένας αναβάτης με την μοτοσυκλέτα του σήμερα. Η μεταβατική περίοδος θα είναι και η πιο δύσκολη, κι από όλη αυτή την ιστορία το μόνο καλό νέο είναι η “βελτιωμένη οδική υποδομή”.  

Οι Ευρωπαίοι υπουργοί Μεταφορών είχαν στις Βρυξέλες μια συνάντηση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου συμφώνησαν να αναμορφώσουν και να ενισχύσουν τους κανόνες διαχείρισης των οδικών υποδομών, με στόχο την μείωση των θανατηφόρων και των σοβαρών τραυματισμών. Μέχρι τώρα, υπάρχουν σε εφαρμογή τέτοιοι κανόνες, αλλά ίσχυαν μόνο για το δι-Ευρωπαϊκό δίκτυο μεταφορών (Τrans-European Τransport Νetwork, TEN-T). Στο άμεσο μέλλον όμως θα ισχύσουν και σε όλους τους αυτοκινητόδρομους και στους κύριους δρόμους κυκλοφορίας, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην βελτίωση της ασφάλειας των οδικών υποδομών σε όλη την ΕΕ. Η οδηγία αυτή θα περιλαμβάνει και δρόμους εκτός αστικών περιοχών που κατασκευάζονται με χρηματοδότηση της ΕΕ, κάτι που δεν ίσχυε μέχρι σήμερα. Μεγάλης σημασίας είναι πως οι μοτοσυκλετιστές θεωρούνται πλέον και επίσημα ως “ευπαθής ομάδα χρηστών των δρόμων”, και θα είναι υποχρεωτικό να λαμβάνονται υπόψιν οι ιδιαίτερες ανάγκες τους. Μπράβο, συγχαρητήρια, και τα λοιπά, μακάρι και αμήν και πότε, αλλά ό,τι και να γίνει θα γίνει τα επόμενα 10-15 χρόνια, ενώ δεν αναφέρεται τίποτα για υποχρεωτική αλλαγή των υποδομών σε ήδη υφιστάμενα οδικά δίκτυα. Επιπλέον, για να έχει εφαρμογή αυτή η οδηγία, θα πρέπει η κάθε χώρα να αξιολογήσει με ειδική μελέτη όλο της το οδικό δίκτυο και να εκτιμήσει τον κίνδυνο ατυχημάτων σε όλα τα σημεία του, υπολογίζοντας τις ανάγκες όλων των χρηστών. Ας σημειώσουμε εδώ πως όλα αυτά προτείνονται από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον θεσμό που εκπροσωπεί τις κυβερνήσεις των χωρών μελών και μένει τώρα να δούμε αν και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα υιοθετήσει αυτές τις προτάσεις. Αυτό που απασχολεί περισσότερο για το άμεσο μέλλον είναι η “ασφαλής μετάβαση σε υψηλότερα επίπεδα αυτονομίας, εξασφαλίζοντας πως θα υπάρχουν οι προϋποθέσεις για την οδική ασφάλεια σε συνθήκες μικτής κυκλοφορίας (αυτόνομα μαζί με μη αυτόνομα οχήματα δηλαδή), έτσι ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος για τα μη συνδεδεμένα οχήματα όπως οι μοτοσυκλέτες”.

Τα θετικά είναι πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναγνωρίζει πως οι μοτοσυκλετιστές είναι μια ευπαθής ομάδα και πως οι ανάγκες τους θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στον σχεδιασμό των οδικών υποδομών. Αυτό σημαίνει πως ανοίγει ο δρόμος για να μετατραπούν και συστήματα προστασίας των αυτοκινήτων, όπως οι μπαριέρες, σε κάτι πιο φιλικό προς την αρτιμέλεια των μοτοσυκλετιστών. Όλα αυτά θα ωφελήσουν στο άμεσο μέλλον τους μοτοσυκλετιστές, όπως και στην μεταβατική περίοδο μέχρι την επικράτηση των αυτόνομων οχημάτων. Το ερώτημα όμως είναι αν θα υπάρχει θέση για ελεύθερη κίνηση μοτοσυκλετών στα αυτοματοποιημένα οδικά δίκτυα του μέλλοντος. Η λογική όμως πως οι άνθρωποι κάνουν λάθη, κι άρα αν καταργήσουμε τους ανθρώπους δεν θα γίνονται λάθη, με την οποία φαίνεται να δικαιολογείται και να νομιμοποιείται η εξαφάνιση των οδηγών, το μέλλον της μοτοσυκλέτας ποιο θα είναι;

 

editorial 537 - Τι ονειρεύεσαι;

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

31/7/2014

Είναι περίεργο που ένα ταξίδι το ονειρεύομαι πιο πολύ μετά παρά πριν; Ίσως γιατί μ’ ένα ταξίδι σου ανοίγει η όρεξη και για άλλα, ίσως γιατί μια εικόνα μόνο από το ταξίδι μπορεί να σου δώσει την αφορμή για πολλά ακόμα, όνειρα ή ταξίδια. Η εξόρμησή μας στην Ροδόπη, πίσω από τα σύνορα, έδωσε πλήθος τέτοιες εικόνες, έλυσε πολλές απορίες και δημιούργησε ακόμα περισσότερα όνειρα.

Από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 εξερευνούσαμε με τους Λαρισαίους φίλους τα μέρη της "δικής μας" Ροδόπης. Ζόρικα τότε τα πράγματα, τα σύνορα σοβαρή υπόθεση, ο στρατός παντού, περιοχές ολόκληρες αποκλεισμένες. Για να μπεις στα Πομακοχώρια, πάνω από την Ξάνθη, χρειαζόταν έγγραφη άδεια από την ασφάλεια της πόλης σου, στην οποία αναφερόταν τα πάντα, από τα οχήματα έως και τα άτομα της παρέας. Στρατιωτικό φυλάκιο με μπάρα, στον κεντρικό δρόμο, τσεκάριζε τόσο τους τουρίστες όσο και τους ντόπιους, που ζούσαν σε ελεγχόμενη περιοχή, χωρίς ελεύθερη διακίνηση. Δεν γνωρίζω να υπήρχε αυτό το καθεστώς πουθενά αλλού στην Ελλάδα. Οι άνθρωποι συνεσταλμένοι, πάντα ευγενικοί, τα χωριά πεντακάθαρα, στις βρύσες πάντα κύπελλο για να πίνει αυτή η φιγούρα που μάλλον έχει εκλείψει πια, ο διαβάτης. Άλλος κόσμος.

Επειδή όμως πάντα μας τραβούσαν τα κενά του χάρτη, κολλήσαμε στην περιοχή που χοντρικά εκτείνεται από το Κάτω Νευροκόπι ως τα Πομακοχώρια, σ’ αυτά τα ατέλειωτα δάση της Ροδόπης με τα μυθικά ονόματα Καράντερε, Ζαγκραντένια, Λεπίδα, Τσάκαλος, Μπαρτάκοβα... Τα εξερευνήσαμε βήμα βήμα και ροδιά ροδιά, χωνόμασταν σε κάθε δρόμο όσο παρατημένος κι αν ήταν, μέχρι που βγαίναμε κάπου ή αναγκαζόμασταν να γυρίσουμε πίσω. Τότε, τα μηχανάκια της παρέας δεν θα μπορούσαν να είναι πιο ετερόκλητα... Από Χουσκβάρνες Βέ Αρ τετρακόσα και Ταφ Έψιλον πέντε-δέκα, μέχρι Ιξάρ ιξακουσάρ για μένα, ως Μοντέζες Ήτα Εφτά δυόμισι και τρία-εξήντα, αλλά και Ιξιλάρ ένα-εικοσπέντε και Καέλ δυόμισι και Μεζέ Ιτιζέντ εκατό πενήντα, αλλά και Ιξελές πεντακόσια... Τέτοια τρέλα μας είχε πιάσει με το Καράντερε, που μια φορά ξεκίνησα δικάβαλος με δίχρονο Cagiva 125 Cruiser από Αθήνα, φορτωμένο με τα πάντα...

Εκεί πάνω μάθαμε πως όταν τα δρομάκια που καταλήγουν σε μικρό πλάτωμα "αναστροφής", τα σύνορα ήταν πάντα κοντά. Από το Ε/Φ Τσάκαλος, τότε που είχε ακόμα φαντάρους, πριν το αφήσουν να ρημάξει αντί να γίνει καταφύγιο ή κάτι χρήσιμο, βλέπαμε τις υπερυψωμένες σκοπιές των Βουλγάρων, κι αναρωτιόμασταν πως να είναι από την άλλη μεριά. Σύντομα αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε πως τα σύνορα, παρά το χαντάκι και τα άσπρα κολωνάκια, ήταν απλά διακοσμητικά. Πώς να ελέγξεις τόσα βουνά, τόσα περάσματα; Βρίσκαμε μονοπάτια που ξεκινούσαν από το "Ελληνικό" και περνούσαν ακάθεκτα στο "Βουλγάρικο", όπως έκαναν χιλιάδες χρόνια τώρα. Συναντούσαμε τύπους που έξαλλοι μας απειλούσαν με καραμπίνες, γιατί φοβόντουσαν μήπως τους χαλάσουμε τις βρωμοδουλειές και τα λαθρεμπόριά τους... Βρίσκαμε καλύβες σε ξέφωτα κοντά στα σύνορα, με επιγραφές στα Βουλγάρικα στους τοίχους τους και τσοντοεφημερίδες στα κυριλλικά πεταμένες στο πάτωμά τους... Πετυχαίναμε Βούλγαρους φαντάρους να κόβουν βόλτες στο ελληνικό έδαφος, κι ακούγαμε ιστορίες για δεσμούς μεταξύ των πληθυσμών που κρατούσαν από πριν τα κλειστά σύνορα, από τότε που οι Σαρακατσαναίοι βόσκαγαν όλη την περιοχή και μετακινούνταν ελεύθερα και στις δύο χώρες. Αλλά ήρθε ο πόλεμος και μετά τον πόλεμο ήρθαν οι κολεκτίβες, και μια μέρα, αρχές δεκαετίας του ’50 φθινόπωρο, όπως κατέβαιναν οι Σαρακατσαναίοι τα βουνά, ο Βουλγάρικος στρατός είχε μπλοκάρει τα περάσματα, τα καμιόνια έτοιμα, τα πρόβατα φορτώθηκαν όλα εκτός από πέντε για κάθε οικογένεια, η κάθοδος στην Ελλάδα απαγορεύτηκε. Τα σκυλιά, λένε οι ιστορίες, γύρισαν μόνα τους στα χειμαδιά.

 

Οι άνθρωποι σπάνιζαν εκεί πάνω, μόνο κάποιους δασεργάτες συναντούσαμε, αλλά από ζώα άλλο καλό. Ελάφια ακούγαμε, ζαρκάδια βλέπαμε, αετούς, αγριόγατους, ίχνη και σκατούλες από αρκούδες, τα πάντα όλα. Τα χωριά όμως που κάποτε υπήρχαν εκεί πάνω, σήμερα είναι μόνο κάτι σωροί από πέτρες, κάτι μάντρες, κάτι γεφύρια, ένα μονοπάτι. Κι όταν επιτέλους πέρασα τα σύνορα για να δω και την άλλη μεριά για πρώτη φορά, ήταν Φεβρουάριος κι είχε δυό μέτρα χιόνι, αλλά τα χωριά ήταν όλα ζωντανά, γεμάτα κόσμο, οι δρόμοι ανοιχτοί, χωριά στα 1350 μέτρα υψόμετρο κι ακόμα ψηλότερα, ξέρετε, από αυτά που στην Ελλάδα εγκαταλείπονται το χειμώνα από τους λιγοστούς κατοίκους τους.

Σήμερα που τα ταξίδια είναι πιο εύκολα και τα σύνορα πιο προσιτά, αφού Βουλγαρία πηγαίνεις μόνο με ταυτότητα και δεν υπάρχει πια το άγχος της φύλαξης των παραμεθόριων περιοχών από "κατασκόπους", μπορούμε να περιπλανηθούμε πίσω από τα σύνορα και να δούμε πώς μια γραμμή στο χάρτη αλλάζει τη ζωή των ανθρώπων. Είναι χαρακτηριστικό πως μέχρι το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα υπήρχαν πάρα πολλές διαβάσεις μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας, όσο οι μετακινήσεις γινόταν με τα πόδια, κι όσο τα καραβάνια με τα αλογομούλαρα και τις καμήλες μετέφεραν εμπορεύματα. Ο πόλεμος τα άλλαξε όλα αυτά, τα ορεινά περάσματα επίσημα έκλεισαν, οι αμαξιτοί δρόμοι βλέπετε ελέγχονταν πολύ πιο εύκολα, τα καθεστώτα ήταν ενάντια στην επαφή και την διακίνηση, ανθρώπων, εμπορευμάτων, ιδεών...

Ένα πράγμα που ζήλεψα, απ’ αυτά που είδα στο ταξίδι μας, ήταν τα εκατοντάδες χιλιόμετρα σηματοδοτημένων μονοπατιών, που συνεχίζουν να θυμίζουν πως ήταν και πως είναι ακόμα, για όσους θέλουν να μετακινούνται με φυσικό τρόπο, οι δρόμοι σε ανθρώπινο μέτρο. Είσαι ας πούμε στο Smolyan, το παλιό Πασμακλή, και βλέπεις πινακίδες σήμανσης μονοπατιού για Gotse Delchev, το Άνω Νευροκόπι, που σε ευθεία γραμμή είναι 80 χιλιόμετρα μακριά. Όλη την περιοχή που περιηγηθήκαμε την διασχίζουν προς κάθε κατεύθυνση σηματοδοτημένα και μη μονοπάτια, και μερικά ήταν πολύ προκλητικά... Πολύ θα το ήθελα να περπατήσω από χωριό σε χωριό, παράλληλα με τα σύνορα, πολύ θα το ήθελα να κατασκηνώσω με την εντουροπαρέα μου στις όχθες της Siroka Poljana και να χάνομαι κάθε μέρα στα ατέλειωτα δάση. Βλέπαμε τα δρομάκια, βλέπαμε τα μονοπάτια, λίγο θέλαμε να ξεχάσουμε και MEGA TEST και φωτογραφήσεις και επιστροφή στην Αθήνα, και να μείνουμε εκεί πάνω παλεύοντας με τα θηρία.

Εντύπωση επίσης μου έκανε πως ΟΛΑ τα παραμεθόρια χωριά είχαν συγκοινωνία, με τα φοβερά βανάκια UAZ-452, που το παρατσούκλι τους λόγω σχήματος είναι "φρατζόλες". Και θεωρώ πολύ πιο οικο-λογική την χρήση του ίδιου τύπου αυτοκινήτου από το 1960 μέχρι σήμερα, με κάποιες λίγες βελτιώσεις. Όπως και οι μοτοσυκλέτες που χρησιμοποιούνται από τότε στα βουλγάρικα βουνά, οι ΙΖΗ Planeta 350, κι εξακολουθούν να φροντίζουν την μετακίνηση των κατόχων τους. Μπορεί τα UAZ να μην είναι ό,τι πιο σύγχρονο και άνετο και με εικοσιεφτά αερόσακους, αλλά υπάρχουν, εξακολουθούν να δουλεύουν και το κυριότερο, φροντίζουν για την συγκοινωνία των χωριών.

Κάτι άλλο που θα ονειρευόμουν και για την δική μου χώρα, και που ισχύει στην βουλγάρικη μεθόριο, είναι η πανταχού παρούσα δασική της υπηρεσία. Σ’ έναν τόπο με 90% δασοκάλυψη, καταλαβαίνετε πόσο σημαντικό είναι αυτό. Φαίνεται βέβαια, από τα εγκαταλελειμμένα κτίρια στα βουνά, πως κάποτε η δασική τους υπηρεσία ήταν πολυπληθέστερη, αλλά ακόμα κι έτσι είχαν φύλαξη όλων των κεντρικών διασταυρώσεων, όπως και συνεχή παρουσία στους δασικούς δρόμους. Δασικός σταμάτησε, ενώ ήμασταν ήδη κατασκηνωμένοι σε ένα από τα πολλά κιόσκια-camp, και μας σύστησε να ανάβουμε φωτιά μόνο εκεί. Πραγματικά χαρήκαμε που έδειχναν τέτοιο ενδιαφέρον, πουθενά δεν είδαμε καμένα, πουθενά παλιά φωτιά πέρα από τα μέρη που επιτρέπεται. Ευτυχώς, σκεφτόμουν, που δεν μιλάω βουλγάρικα, γιατί, τι θα του έλεγα; Πως τα δάση της Ελλάδας τα έχει ρημάξει η λαθροϋλοτομία, ειδικά τα τελευταία χρόνια; Πως έφευγαν νταλίκες φορτωμένες λαθραία ξυλεία, ακόμα κι από νησιά όπως η κατακαμένη Κεφαλλονιά, και κανείς δεν νοιαζόταν;

 

Έβλεπα τα δικά τους ζωντανά ορεινά χωριά, κι ονειρευόμουν να μπορούσαν να ξαναγίνουν και τα δικά μας έτσι. Η συντριπτική πλειοψηφία των χωριών που είδαμε το καταφέρνουν αυτό χωρίς εισοδήματα από τον τουρισμό. Ένα σημείο κλειδί πρέπει να είναι ότι το κάθε σπίτι έχει τον κήπο του όπου καλλιεργεί τα λαχανικά του, συν κάποια οικόσιτα ζώα. Μπορεί στα δικά μας κυριλέ –τρομάρα μας- μάτια να μοιάζουν φτωχικά, και να είναι, υπάρχει όμως μια μεγάλη αξιοπρέπεια στην μερική, έστω, αυτάρκεια.

Παρατηρούσαμε πως πολλοί έκαναν εξορμήσεις στα δάση και μάζευαν μανιτάρια, βατόμουρα κι άλλα καλά του δάσους, τα οποία μαζί με την περίσσεια των λαχανικών θα συντηρηθούν για να φαγωθούν τον χειμώνα. Αλλά εμείς θέλουμε να είναι όλα αγοραστά, μάρκα τάδε, και επίσημα πια, να τρώμε μόνο μεταλλαγμένα της Monsanto. Ακούστε και τον Πούτιν σχετικά με τα μεταλλαγμένα, και συγκρίνετε τις απόψεις του με αυτές των Ελλήνων πολιτικών.

Θαυμάσαμε τις τεχνητές λίμνες τους, τέσσερις μεγάλες στην περιοχή που επισκεφτήκαμε, κι είδαμε πόσο τις χαίρονται τα Σαββατοκύριακα οι κάτοικοι των γύρω περιοχών. Κατασκηνώνουν στις όχθες τους, κάνουν καγιάκ, βόλτες με τις βάρκες τους, ρίχνουν κι ένα ξεγυρισμένο ψάρεμα για το φαγητό τους. Στις δικές μας, τα πάντα απαγορεύονται, γιατί δεν ανήκουν φαίνεται στο ελληνικό κράτος, αλλά στη ΔΕΗ ή κι εγώ δεν ξέρω σε ποιόν.

Ονειρεύομαι να μπορούσα να τριγυρίζω εκεί στην Ροδόπη πίσω απ’ τα σύνορα για μήνες, χρόνια... Με τα πόδια, με εντούρο, με on-off, με αυτοκίνητο, με UAZ και IZH και με τα κάρα των τσιγγάνων που συναντήσαμε. Να περπατήσω πάλι τα ξεχασμένα ορεινά περάσματα που ένωναν κάποτε τους τόπους, όταν δεν τους χώριζαν τα σύνορα και οι "αγορές", όπως το κάνουν σήμερα. Να μπορούσα να καταλάβω πως έχουν βιώσει αυτοί οι άνθρωποι τις δεκαετίες που πέρασαν, να καταλάβω γιατί αυτή η γιαγιά στη Mugla είχε τόσο μεγάλο ενδιαφέρον να μας δείξει από που πάει το μονοπάτι για Trigrad, αυτό που περνάει από τα τσαΐρια με τις λιμνούλες, ψηλά στο βουνό. Να ζήσω για λίγο στο Trigrad, να βγω εντουράδα με τους ντόπιους, να καταλάβω και τι σημαίνει γι’ αυτούς ένα τζαμί και μια εκκλησία δίπλα δίπλα. Να μάθω την καταγωγή των κατοίκων του Gela, που δηλώνει γενέτειρα του Ορφέα, και που οι φωτογραφίες τους έξω από την Αγία Τριάδα θα μπορούσαν κάλλιστα να είναι παλιές από τα δικά μας Βλαχοχώρια. Για να είναι από δω, ο Ορφέας μάλλον τσομπάνος θα ήταν, και θα έπαιζε την μουσική του όσο έβοσκε τα γελάδια του. Ή ξυλοκόπος, γιατί τι άλλο να κάνει κανείς εδώ; Ίσως κάποιες τέχνες που τώρα πια έχουν ξεχαστεί.

 

Τι καλύτερο; Λίγο λίγο τα όνειρά σου να γίνονται ταξίδια, βόλτες, παρέες, τοπία, άνθρωποι με τους οποίους δεν έχεις κοινή γλώσσα, αλλά εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε-γέλασε, κάπως την βρίσκεις την άκρη, αυτή την άκρη των αόρατων νημάτων που συνδέουν όλους τους Βαλκάνιους. Γειτονιά μας είναι, κι η μοτοσυκλέτα είναι ακόμα ένας τρόπος για να την γνωρίσουμε, και να κάνουμε ακόμα περισσότερα όνειρα πίνοντας με την παρέα μας μπύρα Kamenitza, σε κάποιο φιλόξενο κιόσκι της Ροδόπης. Και κάπου εκεί ίσως καταλάβουμε πως όταν ένας καβαλάρης με την μοτοσυκλέτα του συναντιέται στα οροπέδια του Sveti Petar με έναν καβαλάρη τσιγγάνο και χαιρετιούνται, έχουν περισσότερα κοινά να τους ενώνουν, παρά διαφορές που τους χωρίζουν.