Editorial 589 - Αυτά δεν γίνονται!

x
Από το

motomag

1/12/2018

Κάθε τόσο, σκαλίζοντας σε βιβλιοθήκες, πέφτω πάνω σε ιστορίες απίθανων ανθρώπων που με τις μοτοσυκλέτες τους έκαναν εξίσου απίθανα πράγματα, κυρίως για έναν λόγο: Δεν ήξεραν ότι “αυτά δεν γίνονται”. Ακόμα κι αν τους το είχε πει κάποιος, δεν τον άκουσαν, και καλά έκαναν.

Δύο Ούγγροι, ο Zoltan Sulkowsky και ο Gyula Bartha, γεννημένοι στις αρχές του εικοστού αιώνα, αντιμετώπιζαν ένα αβέβαιο μέλλον στην Ουγγαρία του 1927. Με τις συνθήκες των Βερσαλλιών και του Τριανόν η Αυστροουγγρική αυτοκρατορία είχε διαλυθεί, και οι δύο νέοι σκέφτηκαν πως το να ταξιδέψουν ήταν η καλύτερη λύση απέναντι στην επαγγελματική αβεβαιότητα. Μαζεύουν όλες τους τις οικονομίες, μορφωμένα παιδιά ήταν του Πανεπιστημίου αλλά και με στρατιωτική εκπαίδευση, και πάνε στο Παρίσι το 1928, όπου αποφασίζουν να αγοράσουν μια Harley Davidson J του 1922 με καλάθι. Κανείς τους δεν ήξερε να οδηγεί, αλλά έμαθαν γρήγορα, και ξεκίνησαν το ταξίδι τους με την φίλη τους Tila Boriska στο καλάθι. Η Tila, που την φώναζαν Mimmy, ήταν μια αθλητική νεαρή ζωγράφος, κάπως αγοροκόριτσο. Δεν γνωρίζουμε ποια ακριβώς ήταν η σχέση ανάμεσα στους τρεις τους, αλλά η κοινή τους πορεία κράτησε μόνο έξι μήνες, καθώς η Tila αρρώστησε και επέστρεψε στην Ευρώπη. Οι άλλοι δύο θα συνέχιζαν για οκτώ χρόνια, διανύοντας 175.000 χιλιόμετρα σε 68 χώρες, από το 1928 ως το 1936. Οι οικονομίες τους δεν έφταναν για να πληρώσουν το Harley, κατάφεραν όμως να κάνουν μια συμφωνία να το πληρώσουν… όταν γυρίσουν! Σίγουρα ο πωλητής δεν θα περίμενε πως θα έπαιρνε τα χρήματά του μετά από… οχτώ χρόνια. Κι όμως, οι δύο Ούγγροι έβγαζαν χρήματα κατά την διάρκεια του ταξιδιού, αρχικά τραβώντας φωτογραφίες και καρτ ποστάλ, κατόπιν με ομιλίες και άρθρα για τον τύπο. Σιγά σιγά η φήμη τους άρχισε να προηγείται της εμφάνισής τους, και σε κάθε χώρα κατάφερναν να γνωρίζουν όχι μόνο τους Ούγγρους εμιγκρέδες, αλλά και πολιτικούς, επιχειρηματίες και προέδρους. Συνάντησαν τον πρόεδρο Hoover στις ΗΠΑ, τον πρωθυπουργό Hamaguchi στην Ιαπωνία, τον στρατηγό Chiang Kai-Shek στην Ινδοκίνα, τον Benito Mussolini στην Ιταλία, τον Charlie Chaplin, τον Bela Lugosi και την  Greta Garbo στο Hollywood και πολλούς ακόμα. Δέχτηκαν πολλές δωρεές μέσα σ’ αυτά τα οκτώ χρόνια, και μάλιστα τα οικονομικά τους πήγαιναν τόσο καλά που έστελναν χρήματα στις οικογένειές τους και μετά την επιστροφή τους, ο Sulkowsky προφανώς επηρρεασμένος από το Hollywood άνοιξε δύο κινηματογραφικά studio (πτώχευσαν και τα δύο), ενώ ο Bartha έγινε αγρότης και τα πήγε πολύ καλύτερα.

Το να βρίσκουν βενζίνη ήταν ένα θέμα σοβαρό, αφού σε πολλές από τις χώρες και τις περιοχές που κινήθηκαν δεν υπήρχαν ούτε δρόμοι. Αναφέρουν πως το Harley έκαιγε κάπου 8 λίτρα στα εκατό, όχι κι άσχημα για το φορτίο που κουβαλούσε. Ενώ η μοτοσυκλέτα είχε ξεκινήσει γυμνή, στην πορεία απέκτησε φαίρινγκ και κουβάλαγε τα πάντα, από εργαλεία και λάστιχα ως φωτογραφικές μηχανές και τα παρελκόμενά τους. Αναγκάστηκαν πολλές φορές να λύσουν το sidecar για να περάσουν από στενά περάσματα, και μετά να το ξαναδένουν. Ο Bartha ήταν ο μηχανικός, κι αυτός φρόντιζε για την υγεία του Harley. Στην Αυστραλία, ένα γρανάζι στο μανιατό έσπασε, κι έμειναν τρεις μέρες στην έρημο. Λίγο πριν πεθάνουν από την δίψα, τους βρήκαν και τους μετέφεραν στην κοντινότερη πόλη, 200 χιλιόμετρα μακριά. Μέσα σε έξι μέρες, είχαν καταφέρει να βρουν το ανταλλακτικό. Σε άλλη έρημο, τους επιτέθηκαν Βεδουίνοι πυροβολώντας τους, αλλά το Harley ήταν αρκετά γρήγορο ώστε να καταφέρουν να ξεφύγουν. Όχι πως οι ίδιοι δεν είχαν όπλα μαζί, απλά δεν πρόλαβαν να τα χρησιμοποιήσουν. Και η νοοτροπία του τότε, απείχε πολύ από την δική μας. Οι δύο φίλοι ήταν αυτό που οι Εγγλέζοι ονόμαζαν sportsmen, πυροβολούσαν δηλαδή ό,τι κινείται. Στην νοτιοανατολική Ασία σκότωσαν πάνθηρες και μια τίγρη της Σουμάτρας, στην Νότια Αμερική, έλεγαν πως είχε πλάκα να πυροβολούν τους κόνδορες, ευτυχώς χωρίς επιτυχία. Οι περιπέτειές τους δεν είχαν τελειωμό. Στην Αλγερία συνάντησαν την Λεγεώνα των Ξένων, κι ανάμεσα στους στρατιώτες της που τους σταμάτησαν ήταν κι ο Bela Kiss, πατριώτης τους, ο πρώτος κατά συρροή δολοφόνος της Ουγγαρίας, που προτίμησε τις “διακοπές” στην έρημο από την εκτέλεση.

Στην Ινδία, μεγάλες οι αντιθέσεις, από την φιλοξενία μαχαραγιάδων μέχρι τις επιδημίες χολέρας και την έλλειψη πόσιμου νερού. Στην Κίνα πέρασαν τέσσερις μήνες, στην Ιαπωνία τρεις, με μυστικούς αστυνομικούς να τους ακολουθούν σε κάθε τους βήμα. Στην Νότια Αμερική πέρασαν δύο χρόνια, με το Harley να μην μπορεί να βγάλει τις απότομες ανηφόρες στα μεγάλα υψόμετρα, οπότε χρειαζόταν να το τραβάνε με άλογα.  Στην Βόρεια Αμερική ταξίδεψαν άλλα δύο – μέχρι και στον υπόκοσμο του Σικάγου ανακατεύτηκαν. Οι περιγραφές τους όμως από χώρες που σήμερα δεν υπάρχουν, ή που άλλαξαν για πάντα μετά τους τόσους πολέμους, δείχνουν πως η επιρροή του δυτικού κόσμου ελάχιστο καλό έκανε στην Ανατολή, ή και στην ίδια τη Δύση. Τα έθνη που δεν τα είχε αγγίξει ο δυτικός πολιτισμός είχαν τον δικό τους, και μια χαρά τα κατάφερναν. Διαβάζοντας τις περιγραφές τους, μπορεί να σκεφτεί κανείς πως δεν είμαστε τόσο πολιτισμένοι τελικά όσο θέλουμε να νομίζουμε.

 Κάθε σύγκριση με ένα αντίστοιχο σημερινό ταξίδι είναι μάταιη. Στην εποχή της πληροφορίας, των GPS και του internet, όποιος σκέφτεται ένα μεγάλο ταξίδι θέλει συνήθως να έχει από πριν μια πλήρη εικόνα του τι θα συναντήσει, θέλει να έχει ένα καθορισμένο δρομολόγιο. Μερικοί φτάνουν στο σημείο να θέλουν να ξέρουν που θα κοιμηθούν κάθε βράδυ. Οι δύο Ούγγροι ξεκίνησαν χωρίς εξοπλισμό, χωρίς γνώσεις για την μοτοσυκλέτα, χωρίς σαφές πρόγραμμα. Κατάφεραν να κάνουν ένα επικό ταξίδι, χωρίς κανείς να μπορεί να τους συμβουλεύσει, αφού κανείς δεν είχε επιχειρήσει κάτι παρόμοιο. Μόνο το ταξίδι του Robert Fulton Jr. μπορεί να συγκριθεί με το δικό τους, που ήταν και πολύ μεγαλύτερο σε διάρκεια. Όπως και ο Fulton, επέλεξαν την μοτοσυκλέτα όχι γιατί ήταν μοτοσυκλετιστές, αλλά γιατί θεώρησαν πως ήταν ο πιο απλός, άμεσος και οικονομικός τρόπος για να ταξιδέψει κανείς. Με τα πόδια είναι πολύ αργό το ταξίδι, με άλογο δεν συμφέρει γιατί και ευαίσθητα είναι και καθημερινή συντήρηση θέλουν, με αυτοκίνητο είναι πιο ακριβό και δεν έχει την αμεσότητα της μοτοσυκλέτας. Πώς να περάσεις τον Κίτρινο Ποταμό στην Κίνα με βάρκα; Το αυτοκίνητο δεν χωράει, όπως δεν χώραγε και σε πολλούς από τους δρόμους της εποχής, που ήταν φτιαγμένοι για πεζούς και ζώα. Έχει μια ιδιαίτερη αξία αν το σκεφτεί κανείς, και οι Ούγγροι και ο Fulton επέλεξαν την μοτοσυκλέτα για να γυρίσουν τον κόσμο, αντί για οποιοδήποτε άλλο μέσο. Κι αυτό είναι κάτι που ισχύει ακόμα και σήμερα: Αν θέλεις να ζήσεις το ταξίδι, δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος: Η μοτοσυκλέτα σε ενώνει με το περιβάλλον, δεν σε διαχωρίζει. Ακόμα κι εμείς που κάνουμε κάτι μικρο-ταξιδάκια σε σχέση με τα δικά τους, έχουμε τν τύχη να γινόμαστε ένα με τον κόσμο γύρω μας, έστω και για λίγες ώρες.   

542 editorial - τηλεγραφήματα από το 2015

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

7/1/2015

 

οι εντουρόβολτες

Τα πρωταθλήματα υπάρχουν γι’ αυτούς που κάνουν πρωταθλητισμό, τους αγώνες όμως στηρίζουν οι ερασιτέχνες που κάνουν το χόμπυ τους. Χωρίς αυτούς τους τελευταίους, δεν υπάρχουν και αγώνες γι’ αυτούς που κάνουν πρωταθλητισμό. απ’ την άλλη, ισχύει εξίσου πως όταν τρέχει κάποιος σε αγώνα, τρέχει για να νικήσει. Δεν υπάρχει άλλος λόγος, δεν τρέχει για να χαζέψει το τοπίο ή να πάει βόλτα. Αυτό φαίνεται πως έρχεται σε αντίθεση με την έννοια του ερασιτέχνη, έχουμε όμως πάμπολλα παραδείγματα όπου οι "ερασιτέχνες" κέρδισαν τους "επαγγελματίες". Και οι δύο έννοιες είναι παρεξηγημένες στην Ελλάδα. Οι ερασιτέχνες έχουν τη ρετσινιά του  "χαβαλέ", και οι "επαγγελματίες" θεωρούν πως επειδή θεωρούν πως το βλέπουν "σοβαρά", πρέπει να ζουν από τους αγώνες ή τουλάχιστον, οι χορηγοί να κάνουν ουρά στην πόρτα τους για να τους γεμίσουν χρήμα. Αυτό όμως γίνεται μόνο για ελάχιστους κορυφαίους αναβάτες στα παγκόσμια πρωταθλήματα. Ο γενικός και απαράβατος κανόνας είναι πως ο κάθε αναβάτης ματώνει οικονομικά, οικογενειακά, κοινωνικά, σωματικά, ψυχολογικά και ό,τι άλλο σκεφτείτε, μόνο και μόνο για να κάνει αυτό που του αρέσει. Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο. Και ίσως, ίσως κάποτε, αν είναι πολύ ικανός και πολύ τυχερός, να φτάσει στο στάδιο να τον πληρώνουν αντί να πληρώνει. Με αυτή την έννοια, όλοι οι αγωνιζόμενοι του κόσμου εκτός από ελάχιστους, είναι χομπίστες: Πληρώνουν για να τρέχουν, γιατί έτσι τους αρέσει κι έτσι είναι. Πρέπει να είναι μοναδικό ελληνικό φαινόμενο αυτό του αγωνιζόμενου που μόλις τρέξει μερικούς αγώνες, γκρινιάζει γιατί όλοι οι υπόλοιποι "δεν βοηθάνε", ενώ ο μόνος που πρέπει να βοηθήσει είναι η δική του τσέπη.

Τα σκεπτόμουν όλα αυτά με αφορμή την τεράστια επιτυχία και διάδοση που έχουν οι οργανωμένες εντουρόβολτες, που τα τελευταία λίγα χρόνια γνωρίζουν όλο και μεγαλύτερη επιτυχία στην Ελλάδα, απ’ άκρη σ’ άκρη. Το πλήθος των διοργανώσεων και οι αριθμοί των συμμετοχών δείχνουν πως οι διοργανώσεις αυτές καλύπτουν μια πραγματική ανάγκη για όλους αυτούς που αγαπούν το εντούρο, αλλά που δεν επιθυμούν να συμμετέχουν σε πρωταθλήματα. Οι λόγοι μπορεί να είναι όσοι και οι αναβάτες, σίγουρα όμως παίζουν ρόλο η πίεση και το άγχος ενός αγώνα, και φυσικά     τα έξοδα. Μια εντουρόβολτα δεν έχει χρονόμετρα, κάνεις τη διαδρομή με την παρέα σου, σταματάς όπου θες, οδηγείς με το ρυθμό σου και το μόνο που σε ενδιαφέρει είναι να ευχαριστηθείς οδήγηση με τους φίλους σου.

Το όλο σκηνικό έχει τις αναλογίες του με την εποχή του εναλλακτικού εντούρο: Διοργανώσεις εκτός πρωταθλημάτων, εκτός της εποπτείας της "αρχής του σπορ". Μόνο που εδώ δεν μιλάμε για αγώνες, αλλά για βόλτες. Και η σημερινή αρχή του σπορ, η ΑΜΟΤΟΕ, θα έπρεπε να χαίρεται που έχει αναπτυχθεί ένα τέτοιο ρεύμα ενεργών αναβατών, που επιτρέπει και σε όσους πρωτοασχολούνται με το εντούρο να γνωρίσουν τον κόσμο του και να αποφασίσουν αν θέλουν να ασχοληθούν στο μέλλον με τους αγώνες, αντί να βλέπει αυτές τις διοργανώσεις ως "διαφυγόντα κέρδη".  

 

Το μέλλον λέγεται Ασία;

Υπάρχει μια διάχυτη ανησυχία σχετικά με τις προτεραιότητες των κατασκευαστών. Με τις αγορές της Ασίας να πραγματοποιούν πωλήσεις ρεκόρ, όλο και περισσότεροι κατασκευαστές όχι μόνο φτιάχνουν εργοστάσια εκεί, αλλά εξελίσσουν και μοντέλα ειδικά γι’ αυτές. Αυτό, θα μου πείτε, δεν είναι κάτι καινούργιο. Η ανησυχία αφορά την εξέλιξη νέων μοντέλων, αφού κάλλιστα οι κατασκευαστές θα μπορούσαν να παραμελήσουν τις μοτοσυκλέτες που προτιμούνται στην Ευρώπη, για να αφοσιωθούν στα μικρά Ασιατικά δίκυκλα, τη στιγμή μάλιστα που σε ορισμένες χώρες δεν επιτρέπονται μοτοσυκλέτες μεγαλύτερες από 250 κυβικά. Αλλά δεν χρειάζεται να ανησυχούμε, για πολλούς λόγους. Μια ματιά μόνο στις μοτοσυκλέτες που παρουσιάστηκαν στις φετινές εκθέσεις δείχνει πως οι μοτοσυκλέτες – όνειρα είναι πάντα εδώ, καλύτερες από ποτέ. Επίσης, ακριβώς χάρη σε αυτές τις αγορές, όπως της Ινδίας, που τώρα ανακαλύπτουν τις "ευρωπαϊκού τύπου" μοτοσυκλέτες, έχουμε μια αναβίωση των ικανών και επιθυμητών μικρών, κάτω από 500 κυβικά, είδος που κόντευε να εξαφανιστεί. Υπάρχουν φήμες μέχρι και για αναβίωση τετρακύλινδρων 250... Τρίτον και σημαντικότερον, όπως διαβεβαιώνουν κορυφαία στελέχη ιαπωνικών εταιριών, "Τα κέρδη έρχονται από τις μεγάλες και ακριβές μοτοσυκλέτες που πωλούνται στην Ευρώπη", κάτι λογικό αφού τα περιθώρια κέρδους των βασικών μεταφορικών μέσων στις πολύ ανταγωνιστικές ασιατικές αγορές είναι πολύ μικρά.

 

Στρώσιμο νέων αναβατών

Κι έρχεται κάποια στιγμή που ο ελπιδοφόρος νέος, πρωταθλητής ή πολλά υποσχόμενος στη Moto2 ή Μoto3, κάνει το μεγάλο άλμα και υπογράφει με ομάδα MotoGP. Πως τον στρώνεις αυτόν; Τον δουλεύεις προσεκτικά τα πρώτα 1.000 χιλιόμετρα; Αυτό δεν πιάνει ούτε στα μηχανάκια. Κάποιος λογικός μπορεί να πρότεινε να κάνει τις πρώτες μέρες δοκιμών με το κτήνος των 260 ίππων με τα ηλεκτρονικά στο φουλ, να τον πηγαίνουν από το χεράκι σε κάθε στροφή και να του βαστάνε την πλάτη μη φάει κανένα καπάκι στην ευθεία. Αμ δε. Έτσι δεν θα μάθαινε ποτέ. Η μέθοδος των ομάδων είναι πιο απλή, και πιο άμεση. Απενεργοποιούν όλα τα ηλεκτρονικά. ΟΛΑ. Η μόνη παραχώρηση είναι πως φορτώνουν ένα χάρτη διαχείρισης κινητήρα πιο ήρεμο, για να έχουν και κάποια ελπίδα πως δεν θα γυρίσει στα πιτς μετά τον πρώτο γύρο, θα παραιτηθεί και θα αρχίσει το σκάκι. Και τον αμολάνε στην πίστα. Για να μάθει τι μπορεί να κάνει το γκάζι για κείνον, τι μπορεί να κάνει η μοτοσυκλέτα και πόσο μπορεί να τον ανεχτεί πάνω της. Κάτι σαν να ρίχνεις έναν αθώο πιτσιρικά στο κρεβάτι με μια λυσσασμένη νυμφομανή. Που θα πάει, θα μάθει. Σιγά σιγά, του ανεβάζουν την ισχύ μέχρι την πλήρη απόδοση, και στην διαδικασία ο νέος μαθαίνει που είναι το όριο, το δικό του και της μοτοσυκλέτας. Γιατί πρέπει να ξέρει από τι ακριβώς τον γλιτώνουν τα ηλεκτρονικά, πως θα τα εκμεταλλευτεί για να πάει πιο γρήγορα, και που είναι η "οριακή ζώνη" στην οποία θα κληθεί να λειτουργεί αν θέλει να κάνει κάτι στους αγώνες. Μετά, αφού τα έχει δει όλα και πετάγεται τα βράδια απ’ τον ύπνο του ουρλιάζοντας, του προσθέτουν μία-μία ηλεκτρονική λειτουργία για να τη συνηθίσει και να αποφασίσει πόση από την παρέμβασή της χρειάζεται. Κάπου εκεί θα επιστρέφει και η ελπίδα, "τελικά μπορεί και να τη βγάλω καθαρή" θα σκέφτεται ο νέος. 

 

Άρρωστα εγκεφαλάκια

Αργά ή γρήγορα θα γινόταν. Με τα ηλεκτρονικά να εξελίσσονται όλο και περισσότερο, οι συνηθισμένες βλάβες θα γίνουν εντελώς μπλαζέ. Εδώ και χρόνια έχουμε ξεχάσει το "μου κόπηκε η ντίζα", κι έχει προ πολλού γίνει κατάρα το "να σου καεί η ηλεκτρονική". Κι εντάξει, αν σου καεί η ηλεκτρονική, απλώς μένεις. Τι γίνεται όμως όταν τρελαίνονται τα ηλεκτρονικά που έχουν άμεση σχέση με την ασφάλεια, κι έχουμε μάθει να εμπιστευόμαστε; Τα ανησυχητικά νέα έρχονται από τον κόσμο του αυτοκινήτου, όπου το κακό με τα "εγκεφαλάκια" έχει παραγίνει, αφού κάθε μεσαίο προς καλό αυτοκίνητο έχει καμιά εικοσαριά από δαύτα. Κολλάνε ιούς από τα διαγνωστικά, με απρόβλεπτα αποτελέσματα. Άκουσα για ένα τρελαμένο αυτόματο κιβώτιο εντελώς καινούργιου αυτοκινήτου, που έκανε ό,τι ήθελε, αλλάζοντας απρόβλεπτα σχέσεις, κι ευτυχώς που το πήραν χαμπάρι πριν παραδοθεί στον πελάτη. Και στο αυτοκίνητο είσαι σαφώς πιο ασφαλής απ’ ότι στην μοτοσυκλέτα. Τρέμω στην ιδέα ενός cornering ΑΒS με ίωση, ενός traction control με ανεμοβλογιά, που ΞΑΦΝΙΚΑ θα αποφασίσουν να μην λειτουργήσουν ή να κάνουν κάτι εντελώς διαφορετικό απ’ ότι την προηγούμενη φορά. Μοτοσυκλέτα με απρόβλεπτες αντιδράσεις; Δεν υπάρχει κάτι χειρότερο. Προτείνω να εφευρεθούν προφυλακτικά για διαγνωστικά. Δεν μπορεί να μπριζώνεις τη μοτοσυκλέτα σου με καβλιτζέκι διαγνωστικού που δεν ξέρεις που είχε μπει πριν και τι είχε κολλήσει.  

 

Δε θα μού ‘ρθεις; Θα μού ‘ρθεις...

Μαθαίνω πως υπάρχουν αλήτες συνεργειάδες αυτοκινήτων που προγραμματίζουν "τάχα βλάβες" στα αυτοκίνητα που περνάνε από τα συνεργεία τους, και την καθορισμένη ημερομηνία ανάβει η ένδειξη "check engine", για να τρέξει ο πελάτης πανικόβλητος στο συνεργείο και να τα σκάσει χοντρά απλώς για να του σβήσουν τη βλάβη και να προγραμματίσουν την επόμενη! Πόσοι μπορούν να ελέγξουν αν όντως έχει πρόβλημα; Κι αν γίνεται στο αυτοκίνητο, θα γίνεται και στις μοτοσυκλέτες, οπότε το νου σας. Πάνε πια οι παλιές καλές λαμογιές των συνεργείων, ήρθαν νέες, πιο digital. Μεταξύ μας, ακόμα κι εκείνος ο παλιός μάστορας που του πήγαν τετρακύλινδρο για μπιέλα και το απόγευμα το είχε "έτοιμο" λέγοντας "εγώ τους βγάζω από το πλάι τους στροφάλους, άμα ξέρεις δεν είναι δύσκολο", καλύτερος μου φαίνεται, και καταλάβαινες και πιο εύκολα τα παραμύθια του.

 

3D printing επιτόπου

Όχι στο πολύ μακρινό μέλλον, θα υπάρχει μια εναλλακτική λύση στον παραδοσιακό κύκλο ανταλλακτικών και αξεσουάρ. Αντί για να παράγονται κάπου, να μεταφέρονται, να στοκάρονται σε αποθήκες, να παραγγέλλονται και να αποστέλλονται στο μαγαζί κι από κει στον πελάτη, το κέντρο 3D printing της κάθε εταιρίας, στην κάθε χώρα, θα μπορεί να φτιάχνει επιτόπου, την στιγμή που ζητιούνται, πολλά από αυτά. Οι τρισδιάστατες εκτυπώσεις θα αλλάξουν πολλά στον κόσμο μας, κι όχι μόνο στα ανταλλακτικά και αξεσουάρ για μοτοσυκλέτες, αλλά και για ανθρώπους.

 

Dakar: Πόσο κάνει;

Παραδοσιακά πια, η χρονιά ξεκινά με Dakar. Κι έχω ακούσει πολλούς να λένε "αν είχα λεφτά...". Εμ τι, χωρίς λεφτά; Αλλά πόσα; Έχουμε και λέμε, και ετοιμαστείτε να λέτε (εσείς που θέλετε να πάτε) τα κάλαντα όλη τη χρονιά, μπας και μαζέψετε χρήματα για το... εισιτήριο. Η συμμετοχή κοστίζει 4.800 ευρώ για αναβάτη και μοτοσυκλέτα, 12.000 ευρώ για κάθε μέλος της ομάδας και 4.000 ευρώ για κάθε όχημα υποστήριξης. Σ’ αυτά πρέπει να προστεθούν τα αεροπορικά εισιτήρια και όλα τα υπόλοιπα έξοδα. Η συμμετοχή δύο αναβατών, με υποστήριξη ένα βανάκι με οδηγό και μηχανικό, κοστίζει πάνω από 160.000 ευρώ. Υπολογίστε τώρα πόσο στοιχίζει η συμμετοχή μιας ομάδας σαν της Honda, με πέντε αναβάτες, πάνω από 60 άτομα και πολλά φορτηγά υποστήριξης...

 

30 χρόνια ΜΟΤΟ

Δεκέμβριος του 1985, και στα περίπτερα εμφανίζεται ένα περιοδικό με λογότυπο-αερογραφία. Ένας αγριεμένος αετός (πολύ screaming o eagle) και κολλητά η λέξη ΜΟΤΟ. Στο εξώφυλλο γράφει "1/ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 1986/ΔΡΧ. 200" κι έχει το μπροστινό ενός Kawasaki GPz900R μέσα στο σκοτάδι, με κάτι ψυχεδελικές φωτεινές γραμμές. Ήταν μια αποτυχημένη νυχτερινή φωτογράφιση, κι ελλείψει καλύτερης, μπήκε αυτή η φωτογραφία (προφανώς για να περάσει ως "καλλιτεχνική"). Το ένα editorial δεν είχε τίτλο, αλλά το κείμενό του άρχιζε με τη φράση "Τέλος του 1985. Ένα ’85 πολυτάραχο και γεμάτο αμφιβολίες για το μέλλον της μοτοσυκλέτας (και όχι μόνο) στην Ελλάδα". Και να σκεφτεί κανείς πως σήμερα, τα προβλήματα του τότε φαντάζουν αστεία. Το απέναντι editorial είχε τίτλο: "Κρίση; Ποιά κρίση;", με εικονογράφηση το εξώφυλλο του ομώνυμου άλμπουμ των Supertramp. Τέτοιες μέρες, σε ένα χρόνο από τώρα, το ΜΟΤΟ θα έχει κλεισμένα τα 30 χρόνια στα περίπτερα και στους δρόμους όλου του κόσμου. Κι αν ξεκινήσαμε σε μια τέτοια δύσκολη εποχή, είμαστε πάντα εδώ, και φανταστείτε τι έχει να γίνει στα επόμενα 30!