Κάθε τόσο, σκαλίζοντας σε βιβλιοθήκες, πέφτω πάνω σε ιστορίες απίθανων ανθρώπων που με τις μοτοσυκλέτες τους έκαναν εξίσου απίθανα πράγματα, κυρίως για έναν λόγο: Δεν ήξεραν ότι “αυτά δεν γίνονται”. Ακόμα κι αν τους το είχε πει κάποιος, δεν τον άκουσαν, και καλά έκαναν.
Δύο Ούγγροι, ο Zoltan Sulkowsky και ο Gyula Bartha, γεννημένοι στις αρχές του εικοστού αιώνα, αντιμετώπιζαν ένα αβέβαιο μέλλον στην Ουγγαρία του 1927. Με τις συνθήκες των Βερσαλλιών και του Τριανόν η Αυστροουγγρική αυτοκρατορία είχε διαλυθεί, και οι δύο νέοι σκέφτηκαν πως το να ταξιδέψουν ήταν η καλύτερη λύση απέναντι στην επαγγελματική αβεβαιότητα. Μαζεύουν όλες τους τις οικονομίες, μορφωμένα παιδιά ήταν του Πανεπιστημίου αλλά και με στρατιωτική εκπαίδευση, και πάνε στο Παρίσι το 1928, όπου αποφασίζουν να αγοράσουν μια Harley Davidson J του 1922 με καλάθι. Κανείς τους δεν ήξερε να οδηγεί, αλλά έμαθαν γρήγορα, και ξεκίνησαν το ταξίδι τους με την φίλη τους Tila Boriska στο καλάθι. Η Tila, που την φώναζαν Mimmy, ήταν μια αθλητική νεαρή ζωγράφος, κάπως αγοροκόριτσο. Δεν γνωρίζουμε ποια ακριβώς ήταν η σχέση ανάμεσα στους τρεις τους, αλλά η κοινή τους πορεία κράτησε μόνο έξι μήνες, καθώς η Tila αρρώστησε και επέστρεψε στην Ευρώπη. Οι άλλοι δύο θα συνέχιζαν για οκτώ χρόνια, διανύοντας 175.000 χιλιόμετρα σε 68 χώρες, από το 1928 ως το 1936. Οι οικονομίες τους δεν έφταναν για να πληρώσουν το Harley, κατάφεραν όμως να κάνουν μια συμφωνία να το πληρώσουν… όταν γυρίσουν! Σίγουρα ο πωλητής δεν θα περίμενε πως θα έπαιρνε τα χρήματά του μετά από… οχτώ χρόνια. Κι όμως, οι δύο Ούγγροι έβγαζαν χρήματα κατά την διάρκεια του ταξιδιού, αρχικά τραβώντας φωτογραφίες και καρτ ποστάλ, κατόπιν με ομιλίες και άρθρα για τον τύπο. Σιγά σιγά η φήμη τους άρχισε να προηγείται της εμφάνισής τους, και σε κάθε χώρα κατάφερναν να γνωρίζουν όχι μόνο τους Ούγγρους εμιγκρέδες, αλλά και πολιτικούς, επιχειρηματίες και προέδρους. Συνάντησαν τον πρόεδρο Hoover στις ΗΠΑ, τον πρωθυπουργό Hamaguchi στην Ιαπωνία, τον στρατηγό Chiang Kai-Shek στην Ινδοκίνα, τον Benito Mussolini στην Ιταλία, τον Charlie Chaplin, τον Bela Lugosi και την Greta Garbo στο Hollywood και πολλούς ακόμα. Δέχτηκαν πολλές δωρεές μέσα σ’ αυτά τα οκτώ χρόνια, και μάλιστα τα οικονομικά τους πήγαιναν τόσο καλά που έστελναν χρήματα στις οικογένειές τους και μετά την επιστροφή τους, ο Sulkowsky προφανώς επηρρεασμένος από το Hollywood άνοιξε δύο κινηματογραφικά studio (πτώχευσαν και τα δύο), ενώ ο Bartha έγινε αγρότης και τα πήγε πολύ καλύτερα.
Το να βρίσκουν βενζίνη ήταν ένα θέμα σοβαρό, αφού σε πολλές από τις χώρες και τις περιοχές που κινήθηκαν δεν υπήρχαν ούτε δρόμοι. Αναφέρουν πως το Harley έκαιγε κάπου 8 λίτρα στα εκατό, όχι κι άσχημα για το φορτίο που κουβαλούσε. Ενώ η μοτοσυκλέτα είχε ξεκινήσει γυμνή, στην πορεία απέκτησε φαίρινγκ και κουβάλαγε τα πάντα, από εργαλεία και λάστιχα ως φωτογραφικές μηχανές και τα παρελκόμενά τους. Αναγκάστηκαν πολλές φορές να λύσουν το sidecar για να περάσουν από στενά περάσματα, και μετά να το ξαναδένουν. Ο Bartha ήταν ο μηχανικός, κι αυτός φρόντιζε για την υγεία του Harley. Στην Αυστραλία, ένα γρανάζι στο μανιατό έσπασε, κι έμειναν τρεις μέρες στην έρημο. Λίγο πριν πεθάνουν από την δίψα, τους βρήκαν και τους μετέφεραν στην κοντινότερη πόλη, 200 χιλιόμετρα μακριά. Μέσα σε έξι μέρες, είχαν καταφέρει να βρουν το ανταλλακτικό. Σε άλλη έρημο, τους επιτέθηκαν Βεδουίνοι πυροβολώντας τους, αλλά το Harley ήταν αρκετά γρήγορο ώστε να καταφέρουν να ξεφύγουν. Όχι πως οι ίδιοι δεν είχαν όπλα μαζί, απλά δεν πρόλαβαν να τα χρησιμοποιήσουν. Και η νοοτροπία του τότε, απείχε πολύ από την δική μας. Οι δύο φίλοι ήταν αυτό που οι Εγγλέζοι ονόμαζαν sportsmen, πυροβολούσαν δηλαδή ό,τι κινείται. Στην νοτιοανατολική Ασία σκότωσαν πάνθηρες και μια τίγρη της Σουμάτρας, στην Νότια Αμερική, έλεγαν πως είχε πλάκα να πυροβολούν τους κόνδορες, ευτυχώς χωρίς επιτυχία. Οι περιπέτειές τους δεν είχαν τελειωμό. Στην Αλγερία συνάντησαν την Λεγεώνα των Ξένων, κι ανάμεσα στους στρατιώτες της που τους σταμάτησαν ήταν κι ο Bela Kiss, πατριώτης τους, ο πρώτος κατά συρροή δολοφόνος της Ουγγαρίας, που προτίμησε τις “διακοπές” στην έρημο από την εκτέλεση.
Στην Ινδία, μεγάλες οι αντιθέσεις, από την φιλοξενία μαχαραγιάδων μέχρι τις επιδημίες χολέρας και την έλλειψη πόσιμου νερού. Στην Κίνα πέρασαν τέσσερις μήνες, στην Ιαπωνία τρεις, με μυστικούς αστυνομικούς να τους ακολουθούν σε κάθε τους βήμα. Στην Νότια Αμερική πέρασαν δύο χρόνια, με το Harley να μην μπορεί να βγάλει τις απότομες ανηφόρες στα μεγάλα υψόμετρα, οπότε χρειαζόταν να το τραβάνε με άλογα. Στην Βόρεια Αμερική ταξίδεψαν άλλα δύο – μέχρι και στον υπόκοσμο του Σικάγου ανακατεύτηκαν. Οι περιγραφές τους όμως από χώρες που σήμερα δεν υπάρχουν, ή που άλλαξαν για πάντα μετά τους τόσους πολέμους, δείχνουν πως η επιρροή του δυτικού κόσμου ελάχιστο καλό έκανε στην Ανατολή, ή και στην ίδια τη Δύση. Τα έθνη που δεν τα είχε αγγίξει ο δυτικός πολιτισμός είχαν τον δικό τους, και μια χαρά τα κατάφερναν. Διαβάζοντας τις περιγραφές τους, μπορεί να σκεφτεί κανείς πως δεν είμαστε τόσο πολιτισμένοι τελικά όσο θέλουμε να νομίζουμε.
Κάθε σύγκριση με ένα αντίστοιχο σημερινό ταξίδι είναι μάταιη. Στην εποχή της πληροφορίας, των GPS και του internet, όποιος σκέφτεται ένα μεγάλο ταξίδι θέλει συνήθως να έχει από πριν μια πλήρη εικόνα του τι θα συναντήσει, θέλει να έχει ένα καθορισμένο δρομολόγιο. Μερικοί φτάνουν στο σημείο να θέλουν να ξέρουν που θα κοιμηθούν κάθε βράδυ. Οι δύο Ούγγροι ξεκίνησαν χωρίς εξοπλισμό, χωρίς γνώσεις για την μοτοσυκλέτα, χωρίς σαφές πρόγραμμα. Κατάφεραν να κάνουν ένα επικό ταξίδι, χωρίς κανείς να μπορεί να τους συμβουλεύσει, αφού κανείς δεν είχε επιχειρήσει κάτι παρόμοιο. Μόνο το ταξίδι του Robert Fulton Jr. μπορεί να συγκριθεί με το δικό τους, που ήταν και πολύ μεγαλύτερο σε διάρκεια. Όπως και ο Fulton, επέλεξαν την μοτοσυκλέτα όχι γιατί ήταν μοτοσυκλετιστές, αλλά γιατί θεώρησαν πως ήταν ο πιο απλός, άμεσος και οικονομικός τρόπος για να ταξιδέψει κανείς. Με τα πόδια είναι πολύ αργό το ταξίδι, με άλογο δεν συμφέρει γιατί και ευαίσθητα είναι και καθημερινή συντήρηση θέλουν, με αυτοκίνητο είναι πιο ακριβό και δεν έχει την αμεσότητα της μοτοσυκλέτας. Πώς να περάσεις τον Κίτρινο Ποταμό στην Κίνα με βάρκα; Το αυτοκίνητο δεν χωράει, όπως δεν χώραγε και σε πολλούς από τους δρόμους της εποχής, που ήταν φτιαγμένοι για πεζούς και ζώα. Έχει μια ιδιαίτερη αξία αν το σκεφτεί κανείς, και οι Ούγγροι και ο Fulton επέλεξαν την μοτοσυκλέτα για να γυρίσουν τον κόσμο, αντί για οποιοδήποτε άλλο μέσο. Κι αυτό είναι κάτι που ισχύει ακόμα και σήμερα: Αν θέλεις να ζήσεις το ταξίδι, δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος: Η μοτοσυκλέτα σε ενώνει με το περιβάλλον, δεν σε διαχωρίζει. Ακόμα κι εμείς που κάνουμε κάτι μικρο-ταξιδάκια σε σχέση με τα δικά τους, έχουμε τν τύχη να γινόμαστε ένα με τον κόσμο γύρω μας, έστω και για λίγες ώρες.