Editorial 584 - Η τέχνη του συνεπιβάτη

Από το

motomag

1/7/2018

Όταν λες η τέχνη του συνεπιβάτη, είναι σαν να υπονοείς πως ο συνεπιβάτης πρέπει να είναι καλλιτέχνης στο είδος του. Και πρέπει, όπως κι ο αναβάτης στο δικό του. Η σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων και μιας μοτοσυκλέτας είναι ένα ερωτικό τρίγωνο με μπόλικες τεχνολογικές επιπλοκές... Όταν μου ζητήθηκε από την Andeli Mototouring να κάνω ένα σεμινάριο για συνεπιβάτες, και κάθισα να το σκεφτώ λίγο παραπάνω το θέμα, απ’ τη μια κατάλαβα πως το θέμα συνεπιβάτης δεν είναι κάτι το ξεχωριστό και αυθύπαρκτο, αλλά άρρηκτα συνδεδεμένο με την μοτοσυκλέτα και με τον αναβάτη, κι απ’ την άλλη, διαπίστωσα πως ισχύουν διάφορα παράδοξα…

Πρώτα απ’ όλα, είναι απίστευτο το πόσες σημερινές μοτοσυκλέτες που προορίζονται για να μεταφέρουν συνεπιβάτη και υποτίθεται πως μπορούν, δεν είναι κατάλληλες για να το κάνουν! Στο ένα άκρο, superbike απόλυτων επιδόσεων που είναι σχεδιασμένα για μοναχική απόλαυση στην πίστα, έχουν και σελάκι συνεπιβάτη με κάτι μαρσπιεδάκια από κάτω, χωρίς ο άτυχος που θα ανέβει εκεί στο σελάκι – σερβιετάκι να έχει από κάπου να κρατηθεί… Δηλαδή, βάζουμε ένα σελάκι έτσι για να ψηθεί ο αγοραστής πως μπορεί να μεταφέρει δεύτερο άτομο, ενώ στην πραγματικότητα ο συνεπιβάτης κινδυνεύει. Ακόμα και σε πιο καθημερινές μοτοσυκλέτες, που προορίζονται κυρίως για καθημερινή χρήση, πολλοί κατασκευαστές σχεδιάζουν την θέση του συνεπιβάτη με κριτήριο την αισθητική, κι όχι το αν και για πόσο μπορεί να κάτσει άνθρωπος εκεί πίσω. Το μέγεθος και το σχήμα της σέλας, η απόσταση των μαρσπιέ από την σέλα, η ύπαρξη ή όχι χειρολαβών και η εργονομία τους, είναι καθοριστικοί παράγοντες, που αγνοούνται συστηματικά. Κι έχει τύχει να ρωτήσουμε τους υπεύθυνους εξέλιξης των μοτοσυκλετών, αν δοκίμασαν την μοτοσυκλέτα με δύο άτομα, αν έχει κάτσει ποτέ κανείς εκεί πίσω… Και ξέρετε τι; Πολλές φορές η απάντησή τους είναι αρνητική. Δεν έχουν δώσει καμία σημασία. Τους αρκεί να φαίνεται πως υπάρχει θέση συνεπιβάτη.

Το επόμενο παράδοξο, είναι η διαπίστωση πως στην συντριπτική πλειοψηφία τους, οι συνεπιβάτες δεν επιλέγουν τον αναβάτη που θα έχει την ζωή τους στα χέρια του με κάποια σχετικά κριτήρια, αλλά με άλλα άσχετα, όπως το αν τον γουστάρει, αν είναι ερωτευμένος ή παντρεμένος μαζί του κι άλλα τέτοια. Οι περισσότεροι αποκτούν την ιδιότητα του συνεπιβάτη ως παρελκόμενο μιας σχέσης, κι έτσι είναι θέμα – ταμπού να τεθούν οι οδηγικές ικανότητες του αναβάτη υπό έρευνα ή υπό αμφισβήτηση ή τέλος πάντων να μένει να αποδειχθούν. Κι αν είναι όλα καλά, συνεχίζουμε, αν όχι, γειά σας! Για θέματα πολύ μικρότερης σημασίας και επικινδυνότητας, όπως για παράδειγμα η επιλογή κινητού, οι περισσότεροι το ψάχνουν το θέμα, ρωτάνε ειδικούς, διαβάζουν παρουσιάσεις και κριτικές, συγκρίνουν, ενημερώνονται, το κάνουν θέμα που τους απασχολεί αρκετά. Όταν πρόκειται όμως να ανέβουν στην μοτοσυκλέτα κάποιου για πρώτη φορά, όχι μόνο δεν προσπαθούν να διαπιστώσουν αν αυτός που θα τους μεταφέρει είναι κατάλληλος για να το κάνει, αλλά συνήθως κρατάνε κρυφές όσες επιφυλάξεις ή φόβους έχουν, χωρίς να τις μοιράζονται με τον αναβάτη, που τουλάχιστον θα έπαιρνε έτσι ένα μήνυμα. Μερικοί ανεβαίνουν και σε αγνώστους…

Ένα άλλο παράδοξο είναι πως πολλοί αναβάτες δεν φαίνεται να συνειδητοποιούν πόσο μεγάλη ευθύνη είναι να ανεβάσουν συνεπιβάτη στην μοτοσυκλέτα τους, αντίστοιχα όπως και πολλοί συνεπιβάτες δεν αναλογίζονται καθόλου τους κινδύνους που διατρέχουν. Υπάρχουν άνθρωποι που, μιλώντας σε μη μοτοσυκλετιστές, επιμένουν να τους πείσουν να πάρουν μοτοσυκλέτα ή να ανέβουν ως συνεπιβάτες. Είμαι εναντίον του προσηλυτισμού στην μοτοσυκλέτα. Ποτέ δεν έχω πει σε κάποιον που δεν ήθελε, να πάρει ντε και καλά μοτοσυκλέτα, ποτέ δεν έχω προσπαθήσει να πείσω κάποιον να κάτσει πίσω μου. Αν το θέλει, τότε ξεκινά η ευθύνη η δική μου και οι υποχρεώσεις οι δικές του. Το αν θα ασχοληθεί κανείς με την μοτοσυκλέτα ή θα ανέβει ως συνεπιβάτης, θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα ώριμης σκέψης και ελεύθερης βούλησης. Και ώριμη σκέψη δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς γνώση.

Μακάρι όλοι αυτοί που ψήνουν κάποιον να ανέβει πίσω τους να φρόντιζαν για την ενημέρωσή του, την εκπαίδευσή του και τον εξοπλισμό του. Μακάρι να ήταν τόσο κύριοι και τόσο τίμιοι ώστε να είναι ειλικρινείς μαζί του σχετικά με τον κίνδυνο που πιθανώς θα αντιμετωπίσει. Υπάρχουν ένα σωρό αστάθμητοι παράγοντες που κάνουν επικίνδυνη την κίνησή μας με μοτοσυκλέτα, που δεν εξαρτώνται από μας. Οι αντιδράσεις μας σε δυνητικά επικίνδυνες καταστάσεις είναι αυτές που μας σώζουν, κι εξαρτώνται από τις εμπειρίες και τους πειραματισμούς μας. Ασφαλής οδήγηση μοτοσυκλέτας δεν υπάρχει. Άρα και κανείς συνεπιβάτης δεν είναι ποτέ ασφαλής. Υπάρχει μάλιστα και η άποψη πως οι συνεπιβάτες κινδυνεύουν περισσότερο από τους αναβάτες, αλλά όπως και οι περισσότερες απόψεις που κυκλοφορούν και διαιωνίζονται, δεν βασίζονται σε στοιχεία. Η συγκεκριμένη άποψη μάλλον μπορεί να εξηγηθεί από την Ελληνική πρακτική του συνεπιβάτη που είναι πλήρως εξοπλισμένος με t-shirt, σορτσάκι και σαγιονάρα, και με τα μαλλιά του για κράνος. Έψαξα πολύ για να βρω μελέτες ατυχημάτων που να αναφέρονται και ειδικά στους συνεπιβάτες. Αυτές που βρήκα ήταν μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού. Ακόμα κι εκεί, οι συνεπιβάτες είναι παραμελημένοι.

Σε μελέτη 87 δυστυχημάτων, που ήταν μοιραία για τον αναβάτη, προέκυψε πως οι συνεπιβάτες είχαν τέσσερις φορές μικρότερες πιθανότητες να σκοτωθούν. Κι ενώ οι αναβάτες είχαν πιο πολλές πιθανότητες να τραυματιστούν στον κορμό, δεν υπήρχαν συνήθεις, “τυπικοί” τραυματισμοί για τον συνεπιβάτη. Οι συνέπειες είναι απρόβλεπτες για κείνους. Κι εδώ έρχεται και κολλάει το θέμα του εξοπλισμού, της τελευταίας γραμμής άμυνας για την σωματική ακεραιότητα του συνεπιβάτη. Κι είναι ένα θέμα που πρέπει να ξεκινά από την αγορά μοτοσυκλέτας, με τον προστατευτικό εξοπλισμό αναβάτη και συνεπιβάτη να είναι μέρος του προϋπολογισμού. Είναι τουλάχιστον γελοίο άνθρωποι που αγοράζουν μοτοσυκλέτες των δέκα ή δεκαπέντε ή και παραπάνω χιλιάδων ευρώ, να μην έχουν μετά χρήματα για σωστό εξοπλισμό, δικό τους και του συνεπιβάτη. Ή να δέχονται πως ο συνεπιβάτης είναι εντάξει με υποδεέστερο ή ελλιπή εξοπλισμό. Οι Έλληνες μοτοσυκλετιστές πέρασαν πολλά χρόνια κοροϊδεύοντας τους Γερμανούς τουρίστες που ήταν πανομοιότυπα εξοπλισμένοι, μένοντας στην ομοιομορφία της εμφάνισης κι όχι κοιτώντας την ουσία: Αναβάτης και συνεπιβάτης χρειάζονται τον ίδιο εξοπλισμό. Η έκφραση “κάνω την δουλειά μου και μ’ αυτό” συνήθως σημαίνει πως εν γνώσει μας έχουμε υποδεέστερο ή ανύπαρκτο εξοπλισμό, αλλά επιλέγουμε να το αγνοούμε, ελπίζοντας πως “δεν θα μας συμβεί τίποτα”. Λάθος. Πολλά ατυχήματα συμβαίνουν εντός πόλης, τα πρώτα 10-15 λεπτά από το ξεκίνημα.

Μπορεί να φαντάζει δυσάρεστη η αναφορά για τους κινδύνους που αντιμετωπίζει ο συνεπιβάτης, ειδικά τώρα το καλοκαίρι, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα, και ναι, πολλές φορές είναι δυσάρεστη και άβολη. Χρειάζεται όμως να την συνειδητοποιούμε, ακριβώς για να συνεχίσουμε να χαιρόμαστε την ζωή με την μοτοσυκλέτα, παρέα με τον ιδανικό συνεπιβάτη μας, που ζυγίζει ελάχιστα, δεν μιλάει, δεν διψάει, δεν κατουριέται, δεν κρυώνει, δεν ζεσταίνεται, είναι σιδερόκωλος και πάντα συμφωνεί με τον αναβάτη! (Αλλά τότε δεν θα ήταν άνθρωπος, μάλλον θα μιλάγαμε για άλλο είδος!).

editorial 535 - Παγκόσμιες ιστορίες

Από τον

Βασίλη Καραχάλιο

30/5/2014

Πέμπτη μεσημέρι κατά τις δύο, φτάνουμε στα Μετέωρα. Σιγά μη λείπαμε από το μεγαλύτερο γεγονός της χρονιάς. Παγκόσμιο πρωτάθλημα enduro είναι αυτό, δεν είναι παίξε γέλασε, το 2011 που είχε ξαναγίνει στην ίδια περιοχή μας είχαν πέσει τα σαγόνια κάτω μ’ αυτά που είδαμε. Τότε είχε ψηφιστεί ως ο καλύτερος αγώνας της χρονιάς, ανάμεσα σε όλες τις διοργανώσεις του παγκοσμίου. Οι ίδιοι άνθρωποι, μια διάσπαση λέσχης και μια ίδρυση καινούργιας μετά, διεκδικούν και πάλι το ίδιο βραβείο. Με το σπαθί τους. Ομάδες και αναβάτες είχαν μόνο τα καλύτερα λόγια να πουν. Για μας είναι σαν να το έχουν πάρει ήδη.
Βιάζομαι όμως. Ζαλισμένοι ακόμα από το ταξίδι, ξεφορτώνουμε τα μηχανάκια και ντυνόμαστε για να πάμε να κάνουμε τις απλές. Η σηματοδότηση συνεχίζεται ακόμα, βρίσκουμε αναβάτες της οργάνωσης να την συμπληρώνουν, τους λέμε για κάποια σημεία που τα σήματα έχουν πέσει ή είναι ασαφή. Μονοπάτια γνώριμα αλλά και καινούργια, καθόλου χωματόδρομοι, μερικές ενδιαφέρουσες ανηφόρες έτσι για να μην είναι όλη η απλή περίπατος. Ξέρουμε καλά πως τα μονοπάτια που σήμερα κάνουμε σχεδόν απάτητα, μετά τον αγώνα θα έχουν αλλάξει τελείως μορφή. Την περασμένη Κυριακή, οι οργανωτές έστηναν τις ειδικές μέσα σε καταρρακτώδη βροχή, αλλά τέσσερις μέρες μετά το μέρος έχει στεγνώσει κι έχει σκόνη, τόση που στις ανηφόρες αν είχες δύο μηχανάκια μπροστά σου δεν έβλεπες τίποτα, κι απλώς έλπιζες πως δεν θα βρεις κάποια πέτρα ή χαντάκι. Και νύχτα χωρίς φώτα να οδηγούσες, το ίδιο θα ήταν...
Βγαίνουμε στις ειδικές, που είναι η μια δίπλα στην άλλη, διαφορετικές όμως μεταξύ τους, κι έχουν ένα μεγάλο μερίδιο στην επιτυχία αυτού του αγώνα. Δύσκολες όσο πρέπει, μεγάλες σε διάρκεια, βγάζουν διαφορές στους χρόνους τέτοιες που να είναι δυνατή επίθεση για τα χαμένα δευτερόλεπτα και το κυνήγι των θέσεων. Σε κεντρική θέση είναι και το service με τα φορτηγάκια των ομάδων, κι όλοι όσοι υποστηρίζουν την προσπάθεια των αναβατών δεν χρειάζεται να μετακινηθούν πολύ. Όπως διαπιστώσαμε για ακόμα μια φορά, ο αγώνας δεν κερδίζεται μόνο στις ειδικές, αλλά και στην προετοιμασία πριν τον αγώνα. Οι περισσότεροι από τους παγκόσμιους ήταν εκεί μια βδομάδα πριν τον αγώνα, με τους αναβάτες να περπατούν τις ειδικές και τους support αναβάτες να ψάχνουν τα σημεία των απλών όπου μπορούν να συναντήσουν τους αναβάτες. Η αναγνώριση των ειδικών από τους αγωνιζόμενους, που γίνεται μόνο με τα πόδια, έχει εξελιχθεί σε επιστήμη. Περπατάνε συνολικά δεκάδες χιλιόμετρα, αφού δεν τις κάνουν μόνο μία φορά. Βασική τους αρχή: η ευθεία είναι ο συντομότερος δρόμος, κι αυτή η ευθεία δεν πρέπει να έχει εκπλήξεις. Βλέπαμε τους αναβάτες να κοιτούν τα ρέματα και τις πλαγιές σαν τοπογράφοι, βάζοντας το χέρι τεντωμένο μπροστά για να "γράψουν" οπτικά μια νοητή ευθεία. Έχοντας αποφασίσει για την γραμμή τους, κι άσχετα αν αυτή έχει εμπόδια που οι κοινοί θνητοί θα πέρναγαν ως ερπετά, με τους τροχούς τους συνέχεια στο έδαφος, αυτοί που το μάτι τους κόβει διαφορετικά επιλέγουν γραμμές με φαντασία, κατάλληλες για τις ταχύτητες που αυτοί μπορούν να κινηθούν. Για παράδειγμα, στην αρχή της enduro test υπήρχε μια μικρή ρεματιά. Κινούμενοι από πριν σε ευθεία με το σημείο που θα ήθελαν να προσγειωθούν, έψαχναν το πιο κατάλληλο σημείο απογείωσης και πηδούσαν τη ρεματιά, αποφεύγοντας τελευταία στιγμή τα δέντρα που ήταν απέναντι. Άσχετα δηλαδή με τις υψομετρικές διακυμάνσεις του εδάφους, αυτοί οι alien του enduro κινούνται σε ευθεία πορεία...

Πριν όμως μπουν με μοτοσυκλέτα στις ειδικές, κι ενώ τις περπατάνε, πολλές φορές μαζί με τους support, αρχίζουν την αποψίλωση. Αφαιρούν από το πάτημά τους μια πέτρα εδώ, ένα κλαδί πιο κει, παρεμβαίνοντας στο έδαφος των ειδικών με τέτοιο τρόπο ώστε πριν αρχίσει ο αγώνας, η χάραξη των ειδικών μπορεί να είναι η αρχική, αλλά το έδαφός τους δεν έχει καμία σχέση. "Αυτοί τις έχουν αποψιλώσει τις ειδικές!", έλεγαν οι αναβάτες της οργάνωσης. Στόχος τους βέβαια η μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα στις επιλεγμένες τους γραμμές, χωρίς εκπλήξεις που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πτώση. Δεν είναι όμως πως μόνο αφαιρούν πέτρες και ξύλα από τις ειδικές, προσθέτουν κιόλας αν τους βολεύει, όπως είδαμε πριν το special test της Παρασκευής, όπου κάποιος από την ομάδα της ΚΤΜ έβαλε μια πέτρα να ακουμπάει στους κορμούς. Και που πάτησε ο Meo όταν πέρασε από κει; Κέντραρε την πέτρα και πήδηξε πιο εύκολα και πιο ασφαλής τους κορμούς. Η δουλειά αναγνώρισης των ειδικών από αναβάτες και support συνεχίζεται και κατά τη διάρκεια κάθε αγωνιστικής ημέρας. Πριν μπουν στις ειδικές, αρκετοί αναβάτες έκαναν μια παράκαμψη αφήνοντας την απλή, κι έριχναν μια ματιά σε σημεία της ειδικής που τους προβλημάτιζαν για το πως θα κερδίσουν κανένα δεκατάκι, για να δουν πως έχουν γίνει. Την ίδια ώρα, οι support αναβάτες αλλά και... πεζοπόρα τμήματα, περπάταγαν τις ειδικές και συνέχιζαν την διαμόρφωσή τους, κυρίως απομακρύνοντας πέτρες ή "γλυκαίνοντας" κάποιο πάτημα. Επιπλέον, μερικοί από αυτούς, οι παλουκοφόροι, έπαιρναν ένα παλούκι απ’ αυτά που πάνω τους δένεται η κορδέλα των ειδικών, κι ενώ οι ίδιοι στέκονταν πίσω από την κορδέλα οριοθέτησης, έβαζαν την μύτη του παλουκιού ακριβώς στο πάτημα που έπρεπε να ακολουθήσει ο αναβάτης τους, τραβώντας το πίσω μόνο όταν αυτός είχε φτάσει στο μέτρο! Αμέσως μετά, έτρεχαν σε άλλο σημείο της ειδικής, κι επαναλάμβαναν το ίδιο. Το τι αντιλαμβάνονται οι θεατές ως πάτημα και το τι αντιλαμβάνονται οι αναβάτες, είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα. Κι όταν κάποιοι θεατές έβαλαν πέτρες σ’ ένα πάτημα που είχε κατ’ αυτούς χαλάσει, κι είχε φτιάξει βαθύ λούκι, είχαμε πτώσεις αναβατών. Πως γίνεται να θυμούνται τόσα χιλιόμετρα ειδικών, και μάλιστα να προσαρμόζονται στις αλλαγές του εδάφους τους σε κάθε πέρασμα; Μερικά από τα παραπάνω που αναφέραμε το εξηγούν, συν το ότι αυτή είναι η δουλειά τους κι έχουν αναπτύξει ιδιαίτερη μεθοδολογία για να την κάνουν. Κωδικοποιούν τα σημεία των ειδικών που τους ενδιαφέρουν περισσότερο με "Κάπα", όπως γίνεται και στις στροφές μια πίστας, Κ1, Κ2, Κ3. Μετά, έχουν συνεχή πληροφόρηση για τις αλλαγές στα πατήματα της ειδικής από τους ανθρώπους υποστήριξης που έχει η ομάδα, συν την επιτόπου επιβεβαίωση των "παλουκοφόρων". Και πάλι, όπως ο Meo που το Σάββατο ξεκίνησε αγχωμένος κι ήταν ακόμα πιο αρκουδιάρης στην οδήγηση απ’ ότι συνήθως, είχε δύο πτώσεις μέσα σε ειδικές. Αυτό κοστίζει πολλές θέσεις όταν οι μνηστήρες για την νίκη σε κάθε κατηγορία είναι πάνω από πέντε, μερικές φορές και στο ίδιο δευτερόλεπτο...

Είδα αρκετά περάσματα στην αρχή της ειδικής extreme, όπου οι enduro aliens προτιμούσαν να πηδήξουν ευθεία το ρέμα, περνώντας ανάμεσα από δυο πλατάνια και σκάζοντας στις πέτρες απέναντι, παρά να χάσουν χρόνο στρίβοντας δεξιά και μετά αριστερά, κάτω και πάνω, μέσα στις βρεγμένες κροκάλες. Για το πρώτο και το δεύτερο πέρασμα το πάτημα απογείωσης ήταν καλό, μετά όμως έφτιαξε λούκι και δεν ήταν εύκολο να πηδήξουν ούτε τόσο μακριά ούτε τόσο ψηλά όσο θα ήθελαν. Το αποτέλεσμα ήταν αρκετές πτώσεις, στις οποίες οι άτιμοι δεν άφηναν με τίποτα το τιμόνι, άσχετα αν είχαν κοπανήσει το κράνος τους σε βραχάκι ή είχαν φύγει με τα πόδια ψηλά κι είχαν καταλήξει μπροστά από το πεσμένο μηχανάκι. Το θέμα ήταν να μην σβήσει, και χάσουν κι άλλο χρόνο... Ένας από αυτούς που έπεσαν, Πορτογάλος αναβάτης, χτύπησε μια θεατή που καθόταν πίσω από τα πανό, σε επικίνδυνο όμως σημείο, ευθεία απέναντι από το σημείο απογείωσης. Προς τιμήν του, μόλις τερμάτισε την ειδική έτρεξε σχεδόν εκατό μέτρα μπρος πίσω, κι ήρθε να ζητήσει συγνώμη: "I’m very sorry, very sorry…", για να φύγει μετά ξανά τρέχοντας και να συνεχίσει τον αγώνα του.
Ήταν μαγικό να παρακολουθεί κανείς, κι όχι μόνο τους καταξιωμένους παγκόσμιους, αλλά και τους αναβάτες της κατηγορίας Youth, δεκάξι ως δεκαοκτώ ετών, με τα 125 τους. Οι καλοί από αυτούς έκαναν και χρόνους μέσα στην δεκάδα γενικής (!), οδηγώντας αέρινα στα πιο δύσκολα κομμάτια των ειδικών. Σκεφτείτε εδώ, πως με δεκάξι ειδικές κάθε μέρα, και επτά ως οκτώ ώρες οδήγησης σε τερέν καθαρά εκτός δρόμου, για να μπορείς να ορμάς μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο ειδικής της δεύτερης μέρας, η αντοχή που απαιτείται τους κατατάσσει αυτόματα σε κατηγορία κορυφαίων αθλητών. Ακόμα και οι 16χρονοι πιτσιρικάδες είναι alien, όχι μόνο ο Marquez κι όσοι τον κυνηγούν στα MotoGP. Από κει και πάνω, προς το καλύτερο, άστο... Μιλάμε για υπεραθλητές. Εννιά παρά είκοσι το Σάββατο το βράδυ ο Seistola πήγε για ύπνο στο δωμάτιό του...

Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια τάση απαξίωσης του enduro, με αφορμή την συμμετοχή πρώην αναβατών motocross, με βάση ίσως θεωρητική και απόλυτη προσέγγιση που δεν δέχεται την μετακίνηση αναβατών από το ένα άθλημα στο άλλο. Οι περισσότεροι από τους κορυφαίους αναβάτες των τελευταίων χρόνων προέρχονται από το χώρο του motocross, κι αυτό είναι γεγονός. Επίσης γεγονός είναι πως δεν είναι όλοι οι μοτοκροσάδες επιτυχημένοι στο enduro, όπως δεν είναι και εύκολη η μετάβασή τους στο enduro. Οι ίδιοι οι αγώνες enduro, απαιτούν ένα σπάνιο συνδυασμό προσόντων, ταχύτητας, αντοχής και διαφορετικής ματιάς στο έδαφος που κινούνται. Γεγονός επίσης είναι, πως από παλιά, αν ήθελες να διακριθείς στο enduro θα έπρεπε να κάνεις και motocross, αγώνες και προπονήσεις, και πως αυτοί οι αναβάτες έχουν ανεβάσει κατά πολύ το επίπεδο, πολύ περισσότερο από το να είχαν συνεχίσει να γίνονται οι αγώνες με συμμετέχοντες που έχουν κάνει μόνο enduro στη ζωή τους. Υπάρχουν όμως κι άλλα κίνητρα, οικονομικά. Είναι πολύ δύσκολο για έναν αναβάτη motocross να βρει ανταγωνιστική ομάδα στο παγκόσμιο, στην οποία θα πληρώνεται αντί να πληρώνει, σε σχέση με το enduro. Οπότε, είναι και βιοποριστικοί οι λόγοι, ή τουλάχιστον, αυτοί οι αναβάτες καταφέρνουν να συνεχίζουν να αγωνίζονται σε κορυφαίο επίπεδο, αντί να πληρώνουν για να συμμετέχουν στο παγκόσμιο motocross. Δείτε το κι αντίστροφα: Για να τα καταφέρεις στο enduro, πρέπει ήδη να είσαι πρωταθλητής motocross στη χώρα σου και με θητεία στη δεκάδα του παγκοσμίου, και κατόπιν να μάθεις και μια νέα τέχνη. Κι αυτό μάλλον κάνει τους εντουράδες πιο πολυτάλαντους και ολοκληρωμένους αναβάτες.