Editorial 577 - Με τη μύτη στο τζάμι

x
Από το

motomag

1/12/2017

Πολύ πριν η μύτη μου αρχίσει να αφήνει σημάδια στις τζαμαρίες των μαγαζιών με μηχανάκια, τα έβλεπα να περνούν στους δρόμους. Σπάνια ήταν τα καινούργια. Τα περισσότερα στους δρόμους ήταν γερμανικά δίχρονα πενηντάρια που οι μπαρμπάδες που τα καβαλούσαν λες και είχαν συνεννοηθεί και άλλαζαν ταχύτητες όλοι με τον ίδιο τρόπο. Γκιιιίίν, γκίίιιιν, γκίίιιιν… Δίχρονα και τα τρίκυκλα τα γύφτικα, περνούσαν φορτωμένα με οικογένειες και πραμάτεια, βογκούσαν οι “κινητήρες έλξεως”, άπλωναν πίσω τους τα ντουμάνια. Τα τετράχρονα ήταν παλιές BMW που είχαν έρθει μεταχείρω από Γερμανία, φορτωμένες στο σταθμό του Μονάχου στο τραίνο για Ελλάδα, ήταν ακόμα Μπιεσά “τρία όπλα” με καλάθι κι άλλα απομεινάρια του πολέμου. Στο δημοτικό θυμάμαι πως ο γυμναστής μας είχε ένα κίτρινο Ducati Scrambler, που το έπιανε από τη μέση του τιμονιού και από το σκελετό πίσω και το σήκωνε στον αέρα για να το γυρίσει επί τόπου. Η συντριπτική πλειοψηφία όμως ήταν μηχανάκια μεροκαματιάρικα, για να “πηγαίνει ο κόσμος στη δουλειά του”, κι όχι για διασκέδαση. Τα γιαπωνέζικα ήταν λίγα ακόμα, αλλά ξεχώριζαν, ήταν γυαλιστερά, με έντονα χρώματα – στα παιδικά μάτια αυτά κάνουν εντύπωση. Αλλά αν ήταν παλιά, αν ήταν καινούργια μοντέλα ούτε ξέραμε τότε, ούτε μας ένοιαζε, μηχανάκια να ήταν, θόρυβο να έκαναν, άλλωστε γιατί βάζαμε κι εμείς χαρτονάκια από πακέτο άσσο σκέτο στις ακτίνες των ποδηλάτων μας; Τώρα που το σκέφτομαι, τα χαρτονάκια έκαναν κάπως τετράχρονο ήχο, κι εμείς με το στόμα κυρίως δίχρονα μιμούμασταν, οπότε είχαμε απ’ όλα.

Τη δεκαετία του ’70 ήταν γεγονός σημαντικό να περάσει τετρακύλινδρο, που πρώτα το ακούγαμε από μακριά, και μετά το βλέπαμε να περνάει αστραπή (έτσι νομίζαμε…) από μπροστά μας και να χάνεται, με το ουρλιαχτό από την τέσσερις σε καμία να σβήνει σιγά σιγά σε άλλες γειτονιές. Και συνήθως όλοι ήξεραν ποιος ήταν αυτός που πέρασε, μετρημένα ήταν τότε τα μηχανάκια, του τάδε ή του τάδε, σίγουρα πράματα. Τότε ήταν που είδαμε και τα χωματερά, δίχρονα καθαρόαιμα που πρόσθεταν κι αυτά το δικό τους soundtrack στην πόλη, λίγοι έβγαιναν στα χώματα. Σιγά – σιγά, μαθαίναμε, μάρκες, μοντέλα, κυβικά. Τα πενηντάρια ήταν μοτοσυκλετάκια, τα δυόμιση μεγάλες μοτοσυκλέτες, ο,τιδήποτε με πιο πολλά κυβικά σπάνιο και τρομερό. Κι όταν βλέπαμε από κοντά κανένα 750 ή 900, μας έπιανε δέος, κι ο αναβάτης του μας φαινόταν φοβερά γενναίος που κατάφερνε να δαμάσει το τρελό γκάζι που φανταζόμασταν πως θα έχει.

Όταν πήρα πια μηχανάκι άρχισα να κολλάω τη μύτη μου στις βιτρίνες των λιγοστών μαγαζιών. Ότι ήταν καινούργιο ήταν και καταπληκτικό. Φανταστικό. Ακόμα και ένα καινούργιο πενηντάρι ήταν μεγάλη υπόθεση. Σήμερα τα πενηντάρια είναι στα τελευταία τους, σε λίγο θα εκλείψουν. Μέχρι να μάθουμε από τα περιοδικά πως κάθε λίγα χρόνια οι εταιρίες βγάζουν καινούργια μοντέλα είχαμε μια εικόνα πως απ’ τη στιγμή που έβγαινε ένα μοντέλο, θα έμενε και για πάντα ίδιο. Και πώς να μην το πιστεύεις αυτό όταν επί χρόνια έβλεπες γύρω σου να κυκλοφορούν τα ίδια και τα ίδια μηχανάκια; Το μεγάλο μπαμ ήρθε στα τέλη της δεκαετίας του ’70, και στις αρχές του ’80, οι δρόμοι γέμισαν με καινούργια, αυτά που τώρα νοσταλγούμε, κι ίσως όχι τόσο για τα ίδια τα μηχανάκια, όσο για την περίοδο εκείνη της ζωής μας. Πώς να δώσεις σε έναν σημερινό 14χρονο να καταλάβει τι ήταν να έχεις το δικό σου μηχανάκι και να πηγαίνεις όπου ήθελες, μέρα ή νύχτα, στο δρόμο ή τα χώματα; Σε έναν 17χρονο, να του πεις πως ήταν να κυκλοφορείς με RM125 και στο δρόμο, εκστασιασμένος από το γκάζι του; Μέσα σε μια γενιά, η μοτοσυκλέτα στην Ελλάδα πέρασε από την μεροκαματιάρικη-μεταφορική φάση της στην διασκέδαση, στην αμφισβήτηση, στους αγώνες και τα ταξίδια – από ανάγκη έγινε χαρά.

Και βλέπαμε στα περιοδικά, σε άθλιες ασπρόμαυρες φωτογραφίες κυρίως, τα νέα μοντέλα, που όσο περνούσαν τα χρόνια αποκτούσαν και χρώματα, καθώς γίνονταν πιο πολλές οι έγχρωμες σελίδες. Είχα στείλει γράμμα τότε, για να μάθω αν θα ερχόταν στην Ελλάδα και πόσο θα έκανε ένα δίχρονο BSA πενηντάρι με μοτέρ Minarelli, μια απελπισμένη προσπάθεια των Άγγλων μπας και μείνει ζωντανό το ιστορικό όνομα. Τα περιοδικά σιγά σιγά βελτιώνονταν, οι έγχρωμες σελίδες γινόντουσαν όλο και περισσότερες, τα μηχανάκια όλο και καλύτερα: Ξαναπιάνω στα χέρια μου το τεύχος 24 του ΜΟΤΟ, “Δεκέμβριος 1987, ΔΡΧ. 250”, με αποστολή στο Σαλόνι του Μιλάνου και τίτλο στο εξώφυλλο “Όλα τα νέα μοντέλα ‘88” – πριν 30 χρόνια… Και πώς να μην σου τρέξουν τα σάλια όταν βλέπεις πρώτη μούρη ένα RC30, από πάνω ένα ZX-10, δίπλα ένα Dominator 650; Η BMW παρουσίαζε το R100GS, η Honda έδειχνε το Africa Twin 650 (ενώ στο φετινό Μιλάνο παρουσίασε ένα Africa με ίδιο όνομα, Adventure Sports), η Yamaha είχε το TDR250 και το FZR750R, η Suzuki νέο 750 GSX-R και το DR Βig 750, n Ducati το 851 (φέτος το V4!), n Aprilia το Tuareg 600, η Gilera το Saturno 500 και η ΚΤΜ δίχρονο 350 και τετράχρονο Baja 600… Και πώς να μην αρχίσεις να φαντασιώνεσαι για κάθε ένα από όλα αυτά, πως θα ήταν, πως θα πήγαινε αυτό, που θα πήγαινες εσύ μαζί του, τι ήχο θα έκανε… Κι όταν διάβαζες για 275 τελική στο ZX-10, πώς να μην σου πέσουν τα σαγόνια, μόνο αγωνιζόμενοι στα GP είχαν πάει με τόσα.

Θέρτυ γίαρς άφτερ, τα όνειρα είναι ακόμα ζωντανά. Το κέντρο βάρους της εξέλιξης μπορεί να έχει μετατοπιστεί, μπορεί κανέναν πια να μην απασχολούν οι τελικές που τότε είχαν κάποιο νόημα και απ’ αυτές εξαρτιόταν το γόητρο κάθε εταιρίας, αλλά έχουμε υλικό μπόλικο για φαντασιώσεις. Τουλάχιστον αυτές είναι δωρεάν. Αλλά και οι μικρές, πιο προσιτές μοτοσυκλέτες κάνουν την επιστροφή τους, η κατηγορία από 250-400cc ξανανιώνει. Κρίμα που τα όρια ηλικίας των διπλωμάτων ουσιαστικά κόβουν τα φτερά των νέων. Ποιος 18χρονος θα μπορούσε να αντισταθεί σε ένα Ninja 400 ή σε ένα 790 Duke; Ακόμα κι έτσι, όνειρα είναι, και πώς να μην ονειρευτείς μια μέρα στο Mugello με ένα RSV4 Factory Works, παρέα με ένα Panigale V4 κι ένα ZX-10R SE; Χέρια νά’χεις, να αντέξεις… Πώς να μην έχεις την περιέργεια να δεις τι πραγματικά μπορεί να κάνει το τρίτροχο Niken σε ένα ορεινό στροφιλίκι, όσο κι αν σου φαίνεται… κάπως; Πώς να μην θέλεις να βολτάρεις όλη νύχτα με ένα CB1000R ή μ’ ένα Vitpilen 701, μοτοσυκλέτες που πέρασαν απ’ το πρωτότυπο στην παραγωγή χωρίς να χάσουν τίποτα; Πώς να μην φανταστείς αυτοκινητόδρομους χωρίς όρια ταχύτητας καβάλα σ’ ένα Ninja Η2 SX; Πώς να μην θέλεις να ξεκινήσεις ένα ταξίδι απ’ τη μια ως την άλλη άκρη των ΗΠΑ μ’ ένα εξακύλινδρο όπως τα Goldwing και Grand America; Πώς να μην ονειρευτείς μια διάσχιση Ασίας μ’ ένα F850GS παρέα μ’ ένα Africa Adventure Sports, έτσι, για να δεις πως πάνε στις στέππες; Κι όμως, όλα αυτά τα όνειρα είναι το σημερινό κόλλημα της μύτης στο τζάμι του υπέροχου κόσμου της μοτοσυκλέτας… Απολαύστε το.

 

 

 

     

 

editorial 519 - Tώρα είναι η ευκαιρία!

Από το

Μαύρο Σκύλο

1/2/2013

Ακούς παράπονα από παντού. Για τα μαγαζιά, για τα συνεργεία, για τις αντιπροσωπείες. Και με την σειρά τους, τα μαγαζιά, τα συνεργεία και οι αντιπροσωπείες κάνουν τα δικά τους παράπονα. Κι όταν τους ρωτήσεις, η στάνταρ απάντηση είναι η κρίση: Δεν έχουμε δουλειά. Και τι κάνουν γι’ αυτό; Το περίεργο είναι πως οι περισσότεροι κάνουν ό,τι μπορούν για να μην πουλήσουν. Ναι, ειδικά αυτή την εποχή, που κάθε πώληση μετράει, δείχνουν σαν να αδιαφορούν. Απίστευτο και όμως αληθινό.

Μια ματιά στα στοιχεία των πωλήσεων δίνει μια πρώτη εξήγηση. Οι μοτοσυκλέτες αποτελούν μόνο το 10% της αγοράς, το υπόλοιπο 90% είναι παπιά και σκούτερ. Ο τζίρος των αντιπροσωπειών, και κατ’ επέκταση των καταστημάτων, έχει πέσει δραματικά. Οι αιτίες γνωστές, λεφτά δεν υπάρχουν, τα δάνεια έχουν τελειώσει, κανείς δεν περιμένει πως αύριο κάτι θα αλλάξει. Οι αντιπροσωπείες έχουν αρχίσει να "ξεχνούν" τις μοτοσυκλέτες, και να περιορίζονται στα παπιά και τα σκούτερ, που έχουν όμως πολύ μικρότερο περιθώριο κέρδους. Χάνουν έτσι μια πολύ καλή ευκαιρία: Τώρα που οι αντίπαλοί τους κοιμούνται, μπορούν να τους πιάσουν στον ύπνο, και μόλις η κατάσταση αρχίσει να αναστρέφεται, και να κυκλοφορεί και πάλι χρήμα στην αγορά, να είναι εκείνοι που θα έχουν την καλύτερη εικόνα και θα είναι έτοιμοι να κάνουν τις μεγαλύτερες πωλήσεις. Το 2012, πουλήθηκαν στην Ελλάδα σχεδόν 3.300 μοτοσυκλέτες, κι ακόμα κι αν υποθέσουμε πως δεν προβλέπεται να αυξηθούν το 2013, γιατί η κάθε αντιπροσωπεία να μην προσπαθεί να είναι εκείνη που θα πουλήσει τις περισσότερες; Δεν ισχύει βέβαια για όλους, αλλά ο κανόνας πια είναι πως αρκετά μοντέλα θα έρχονται μόνον κατόπιν παραγγελίας, χωρίς ο υποψήφιος αγοραστής να έχει δει το όνειρό του από κοντά, ή να το έχει οδηγήσει σε ένα test ride. Κάτι σαν γουρούνι στο σακί. Και για να περάσουμε και στην δική μας δουλειά εδώ στο ΜΟΤΟ, που είναι προς όφελος της ενημέρωσης των αναγνωστών μας, αν μια αντιπροσωπεία δεν μας στείλει στην παρουσίαση του νέου μοντέλου, κι όταν έρθει στην Ελλάδα δεν το βγάζει για τεστ, ούτε το διαφημίζει, τότε πολύ γρήγορα και το μοντέλο αλλά και η ίδια η εταιρία βγαίνει από τις επιλογές των αγοραστών. Μάτια που δεν βλέπονται, γρήγορα λησμονιούνται. Ο ρόλος του ειδικού τύπου και των test rides δεν αναπληρώνεται από δελτία τύπου στα social media, ούτε από το site της εταιρίας στο internet. Οι μύθοι και η εικόνα της κάθε μοτοσυκλέτας χτίζεται με χιλιόμετρα στους δρόμους, χτίζεται από την αίσθηση που παίρνουν όσοι την οδηγούν, από το αν θα τους μιλήσει κατ’ ευθείαν στην καρδιά ή όχι.

 

Κι εμείς στο ΜΟΤΟ επαγγελματίες του χώρου της μοτοσυκλέτας είμαστε. Πουλάμε γνώσεις, όνειρα, εμπειρίες και συναισθήματα για να ζήσουμε. Ζοριζόμαστε, ναι, αλλά η ίδια η μοτοσυκλέτα μας δίνει αρκετή ενέργεια για να συνεχίσουμε, και προσπαθούμε συνέχεια να βρίσκουμε τρόπους να γινόμαστε καλύτεροι. Η κρίση φυσικά μας έχει χτυπήσει κι εμάς, αλλά αυτό δεν έγινε δικαιολογία ούτε για να ρίξουμε την ποιότητά μας ούτε για να κάτσουμε στ’ αυγά μας και να μιζεριάζουμε. Για παράδειγμα, σ’ αυτό το τεύχος θα βρείτε την πρώτη μιας σειράς δοκιμών παλαιότερων μοτοσυκλετών, που δεν είναι πια σε παραγωγή αλλά εμείς θεωρούμε πως αξίζουν ακόμα. Πως είναι σήμερα; Τι κερδίζεις και τι χάνεις σε σχέση με ένα καινούργιο; Τι αξεσουάρ και βελτιώσεις κυκλοφορούν στην αγορά; Βάζουμε το μυαλό μας να δουλέψει για να κάνουμε τα άρθρα μας όσο το δυνατόν πιο πλήρη, και μετά τα δίνουμε στην δική σας κρίση, κι αν σας αρέσουν, θα αγοράσετε και το επόμενο τεύχος μας. Έτσι πάει, κρινόμαστε σε κάθε τεύχος, σε κάθε άρθρο. Αντίστοιχη προσπάθεια θα ήθελα να βλέπω από όλους τους επαγγελματίες του χώρου της μοτοσυκλέτας, σε όλα τα επίπεδα. Είναι πια θέμα επιβίωσης για πολλούς, το γνωρίζω, αλλά για να επιβιώσεις σήμερα δεν αρκεί να κάνεις ότι έκανες και χτες. Οι επιλογές πάντα υπάρχουν. Απαθής ή δραστήριος; Έτσι έμαθα κι έτσι κάνω, ή βρίσκω νέους τρόπους; Περιμένω αραχτός στο μαγαζί μου μπας και μπει πελάτης ή τον φέρνω γιατί κάτι έχω να προσφέρω που τον ενδιαφέρει;

Για να αλλάξει κανείς κάτι, χρειάζεται πρώτα να εντοπίσει και να αποδεχτεί το πρόβλημα. Αν δεν το κάνει αυτό, καμία λύση δεν πρόκειται να βρεθεί. Κι όταν βάλεις στο μυαλό σου πως στεγανά δεν υπάρχουν, πως αυτό που θα φέρει κόσμο στο μαγαζί σου μπορεί να είναι και άσχετο με το τι ακριβώς πουλάς και με το πόσο το πουλάς, πολλά μπορούν να γίνουν.

Θαυμάζω την καμπάνια με τις παστίλιες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, "Παστίλιες για τον πόνο του άλλου. Εσύ τις παίρνεις, κάποιοι άλλοι σταματούν να πονάνε". Έξυπνο και αποτελεσματικό, σου κινεί το ενδιαφέρον και σε παρακινεί να κάνεις κάτι. είναι καιρός να δούμε κάτι αντίστοιχο και στην μοτοσυ

 

---------------------------------------------------------------------------------

Διακοπή. Κενό. Βαθιά ανάσα. Όχι ρε πούστη. Μόλις έμαθα ότι χτες, 22 Ιανουαρίου του 2013, σκοτώθηκε ο Kevin Ash, φίλος μου και συνεργάτης του ΜΟΤΟ. Το ατύχημα έγινε στην Νότια Αφρική, οδηγώντας στην παρουσίαση του νέου GS. To πως ακριβώς, δεν το ξέρουμε και δεν έχει και σημασία πια. Αυτό που έχει σημασία, είναι πως στον κόσμο μας υπήρχε μια θέση για τον Kevin, ενώ τώρα υπάρχει ένα κενό. Αυτός ο χώρος που γέμιζε με το χιούμορ, την εξυπνάδα του και τις γνώσεις του, αυτός ο χώρος που κάθε φορά απολάμβανα όταν βρισκόμουν εκεί, τώρα φιλοξενεί μόνο τις αναμνήσεις μας από κείνον, αλλά δεν έχει ζωή.

Δεν θυμάμαι αν τον είχα γνωρίσει πριν την παρουσίαση του Ducati 916, το ’93, εκεί όμως ήμασταν μαζί. Ο Kevin δεν ήταν ο τυπικός Άγγλος δημοσιογράφος. είχε ένα σπάνιο συνδυασμό βαθιάς γνώσης και παιχνιδιάρικης διάθεσης, πάντα με το χαμόγελο, πάντα έτοιμος για την πιο βαθιά συζήτηση ή την πιο διασκεδαστική πλάκα. Για είκοσι χρόνια η δουλειά μας μας έφερε πολλές φορές κοντά, από τα σοκάκια του Tokyo ως τα casino του Las Vegas, κι ο Kevin ήταν πάντα η καλύτερη παρέα για μένα. Θα μου λείψει πολύ.

 

Πρόσφατα, τον είχαν ρωτήσει τι είναι η απόλυτη ευτυχία για κείνον: "Οδηγώντας μοτοσυκλέτα, υπάρχουν στιγμές που η συγκέντρωσή σου είναι τόσο έντονη, ώστε ο υπόλοιπος κόσμος, η ζωή σου, οι στεναχώριες σου, οι αναμνήσεις σου, τα πάντα φεύγουν από το μυαλό σου καθώς εστιάζεις στο τώρα. Αυτό μπορεί να συμβεί με μια καλοζυγισμένη μοτοσυκλέτα σε ένα αισθησιακό στροφιλίκι, ή με ένα πανίσχυρο αλλά επικοινωνιακό superbike σε μια υπέροχη πίστα. Δεν πιστεύω πως υπάρχει η απόλυτη ευτυχία, αλλά πάνω σε μια μοτοσυκλέτα, μπορείς να πλησιάσεις αρκετά. Μπορώ να σκεφτώ και μερικά άλλα πράγματα, χωρίς μοτοσυκλέτα... "

Και η αγαπημένη του διαδρομή; "Οποιαδήποτε διάσχιση των Άλπεων. Αν υπάρχει κάτι που ξεκαθαρίζει γιατί οι μοτοσυκλέτες είναι καλύτερες από τα αυτοκίνητα, αυτό είναι. Έχεις την εμπειρία της διαδρομής μέσω της πτώσης της θερμοκρασίας, νιώθεις την παγωνιά στον αέρα, το πόσο κοντά στο χάος είναι η άκρη του δρόμου σε μια δύσκολη στροφή. Έχεις το νου σου συνέχεια στην πρόσφυση, μουσκεύεις καθώς περνάς μέσα από τα σύννεφα, κρυώνεις στην κορυφή του διάσελου, ίσως σταματήσεις για να ντυθείς πιο ζεστά, και μετά, καθώς κατεβαίνεις, νιώθεις τη ζεστασιά να επιστρέφει, την υγρασία να αυξάνεται, τη μυρωδιά της βλάστησης να αλλάζει από την φρέσκια των ελάτων στην πιο βαριά της γύρης, τα έντομα αρχίζουν ξανά να στουκάρουν στην ζελατίνα του κράνους σου. Συμμετέχεις στην διαδρομή και το περιβάλλον της, δεν παρατηρείς απλώς κλεισμένος πίσω από ένα παρμπρίζ, μέσα σε ένα άνετο κλιματιζόμενο κουτί, μυρίζοντας μόνο τα σάντουιτς που είχες αγοράσει στο βενζινάδικο."

Ήταν αισιόδοξος για το μέλλον της μοτοσυκλέτας; "Μεσοπρόθεσμα, ναι. Ο φόβος που έχουμε για την νομοθεσία καταλήγει να είναι χειρότερος από τους νόμους που τελικά ψηφίζονται. Θυμάμαι πως όλοι έλεγαν πως η νομοθεσία για τους ρύπους θα σκοτώσει την μοτοσυκλέτα, ή πως το όριο των 100 ίππων θα μας αποθαρρύνει. Κι όμως, τα όρια ρύπων για τις μοτοσυκλέτες είναι χαλαρά σε σχέση με των αυτοκινήτων, και έχουμε περισσότερα γκάζια από ποτέ. Όσο για το όριο των 100 ίππων, μόνο η Γαλλία είχε μείνει να το έχει, χωρίς καμία απόδειξη πως έτσι καταφέρνει κάτι. Μακροπρόθεσμα όμως, η κοινωνία μας τρομοκρατείται τόσο πολύ από κάθε είδους ρίσκο, που, για όνομα του θεού, δεν επιτρέπεται στην μικρή μου κόρη να τρέχει στην παιδική χαρά. Πως θα φαίνονται στις επόμενες γενιές αυτά τα περίεργα οχήματα που δεν έχουν αερόσακους και ζώνες παραμόρφωσης, κι επιπλέουν πέφτουν κάτω κιόλας; Φοβάμαι πως οι μοτοσυκλέτες απλά θα φαίνονται πολύ τρομακτικές, και πιστεύω πως ο μοτοσυκλετισμός θα υποφέρει πολύ από έλλειψη νέου αίματος. "

Και πως νιώθεις αυτή την εποχή; "Ήρεμος και ευχαριστημένος. Δεν θα μπορούσα να σκεφτώ κάποια καλύτερη δουλειά να κάνω, και το να είσαι ελεύθερος συνεργάτης περιοδικών και εφημερίδων είναι καλύτερο από το να δουλεύεις μόνο για ένα περιοδικό, δεν έχεις να σκέφτεσαι την εξέλιξη της καριέρας σου, μια καλύτερη θέση. Είναι σκληρή δουλειά αλλά αυτό την κάνει και πιο ικανοποιητική, μου αρέσει να γράφω, να ταξιδεύω και να οδηγώ μοτοσυκλέτες, κι αυτό ακριβώς κάνω. Έχω και μια υπέροχη οικογένεια, τι άλλο θα μπορούσα να ζητήσω; Εντάξει, αυτό το λόττο της περασμένης εβδομάδας με τα 80 εκατομμύρια ευρώ καλό θα ήταν... "

 

Αυτός ήταν ο Kevin. Κι επειδή μερικοί ίσως σκεφτούν το συνηθισμένο "πέθανε κάνοντας αυτό που αγαπούσε", διαβάστε τι έγραψε η μεγάλη κόρη του:

"Η φράση "πέθανε κάνοντας αυτό που αγαπούσε", μπορεί να έρθει στο μυαλό σας, θα ήθελα όμως να το αρνηθώ κατηγορηματικά. Αγαπούσε την οικογένειά του ακόμη περισσότερο, όπως τον αγαπούσαμε κι εμείς. Είμαι η μεγαλύτερη κόρη του, και μόλις πρόσφατα άρχισα να καταλαβαίνω πλήρως πόσο στα σοβαρά έπαιρνε τον ρόλο του πατέρα. Ήταν ήδη στο αεροδρόμιο για να φύγει σε κάποια αποστολή, και τον πήρα κλαίγοντας τηλέφωνο. Η αυθόρμητη αντίδρασή του ήταν να ακυρώσει το ταξίδι και να γυρίσει σπίτι για να μου κάνει μάθημα τριγωνομετρίας όλο το βράδυ. Την επόμενη μέρα είχα εξετάσεις. Ό,τι κι αν έκανε ήταν για τα παιδιά και την γυναίκα του, άντε και λίγο για την γάτα του.

Οι γονείς μου αγαπιούνταν πολύ, κι ελπίζω κάποια μέρα να μάθουμε να ζούμε χωρίς εκείνον. "