Editorial 577 - Με τη μύτη στο τζάμι

x
Από το

motomag

1/12/2017

Πολύ πριν η μύτη μου αρχίσει να αφήνει σημάδια στις τζαμαρίες των μαγαζιών με μηχανάκια, τα έβλεπα να περνούν στους δρόμους. Σπάνια ήταν τα καινούργια. Τα περισσότερα στους δρόμους ήταν γερμανικά δίχρονα πενηντάρια που οι μπαρμπάδες που τα καβαλούσαν λες και είχαν συνεννοηθεί και άλλαζαν ταχύτητες όλοι με τον ίδιο τρόπο. Γκιιιίίν, γκίίιιιν, γκίίιιιν… Δίχρονα και τα τρίκυκλα τα γύφτικα, περνούσαν φορτωμένα με οικογένειες και πραμάτεια, βογκούσαν οι “κινητήρες έλξεως”, άπλωναν πίσω τους τα ντουμάνια. Τα τετράχρονα ήταν παλιές BMW που είχαν έρθει μεταχείρω από Γερμανία, φορτωμένες στο σταθμό του Μονάχου στο τραίνο για Ελλάδα, ήταν ακόμα Μπιεσά “τρία όπλα” με καλάθι κι άλλα απομεινάρια του πολέμου. Στο δημοτικό θυμάμαι πως ο γυμναστής μας είχε ένα κίτρινο Ducati Scrambler, που το έπιανε από τη μέση του τιμονιού και από το σκελετό πίσω και το σήκωνε στον αέρα για να το γυρίσει επί τόπου. Η συντριπτική πλειοψηφία όμως ήταν μηχανάκια μεροκαματιάρικα, για να “πηγαίνει ο κόσμος στη δουλειά του”, κι όχι για διασκέδαση. Τα γιαπωνέζικα ήταν λίγα ακόμα, αλλά ξεχώριζαν, ήταν γυαλιστερά, με έντονα χρώματα – στα παιδικά μάτια αυτά κάνουν εντύπωση. Αλλά αν ήταν παλιά, αν ήταν καινούργια μοντέλα ούτε ξέραμε τότε, ούτε μας ένοιαζε, μηχανάκια να ήταν, θόρυβο να έκαναν, άλλωστε γιατί βάζαμε κι εμείς χαρτονάκια από πακέτο άσσο σκέτο στις ακτίνες των ποδηλάτων μας; Τώρα που το σκέφτομαι, τα χαρτονάκια έκαναν κάπως τετράχρονο ήχο, κι εμείς με το στόμα κυρίως δίχρονα μιμούμασταν, οπότε είχαμε απ’ όλα.

Τη δεκαετία του ’70 ήταν γεγονός σημαντικό να περάσει τετρακύλινδρο, που πρώτα το ακούγαμε από μακριά, και μετά το βλέπαμε να περνάει αστραπή (έτσι νομίζαμε…) από μπροστά μας και να χάνεται, με το ουρλιαχτό από την τέσσερις σε καμία να σβήνει σιγά σιγά σε άλλες γειτονιές. Και συνήθως όλοι ήξεραν ποιος ήταν αυτός που πέρασε, μετρημένα ήταν τότε τα μηχανάκια, του τάδε ή του τάδε, σίγουρα πράματα. Τότε ήταν που είδαμε και τα χωματερά, δίχρονα καθαρόαιμα που πρόσθεταν κι αυτά το δικό τους soundtrack στην πόλη, λίγοι έβγαιναν στα χώματα. Σιγά – σιγά, μαθαίναμε, μάρκες, μοντέλα, κυβικά. Τα πενηντάρια ήταν μοτοσυκλετάκια, τα δυόμιση μεγάλες μοτοσυκλέτες, ο,τιδήποτε με πιο πολλά κυβικά σπάνιο και τρομερό. Κι όταν βλέπαμε από κοντά κανένα 750 ή 900, μας έπιανε δέος, κι ο αναβάτης του μας φαινόταν φοβερά γενναίος που κατάφερνε να δαμάσει το τρελό γκάζι που φανταζόμασταν πως θα έχει.

Όταν πήρα πια μηχανάκι άρχισα να κολλάω τη μύτη μου στις βιτρίνες των λιγοστών μαγαζιών. Ότι ήταν καινούργιο ήταν και καταπληκτικό. Φανταστικό. Ακόμα και ένα καινούργιο πενηντάρι ήταν μεγάλη υπόθεση. Σήμερα τα πενηντάρια είναι στα τελευταία τους, σε λίγο θα εκλείψουν. Μέχρι να μάθουμε από τα περιοδικά πως κάθε λίγα χρόνια οι εταιρίες βγάζουν καινούργια μοντέλα είχαμε μια εικόνα πως απ’ τη στιγμή που έβγαινε ένα μοντέλο, θα έμενε και για πάντα ίδιο. Και πώς να μην το πιστεύεις αυτό όταν επί χρόνια έβλεπες γύρω σου να κυκλοφορούν τα ίδια και τα ίδια μηχανάκια; Το μεγάλο μπαμ ήρθε στα τέλη της δεκαετίας του ’70, και στις αρχές του ’80, οι δρόμοι γέμισαν με καινούργια, αυτά που τώρα νοσταλγούμε, κι ίσως όχι τόσο για τα ίδια τα μηχανάκια, όσο για την περίοδο εκείνη της ζωής μας. Πώς να δώσεις σε έναν σημερινό 14χρονο να καταλάβει τι ήταν να έχεις το δικό σου μηχανάκι και να πηγαίνεις όπου ήθελες, μέρα ή νύχτα, στο δρόμο ή τα χώματα; Σε έναν 17χρονο, να του πεις πως ήταν να κυκλοφορείς με RM125 και στο δρόμο, εκστασιασμένος από το γκάζι του; Μέσα σε μια γενιά, η μοτοσυκλέτα στην Ελλάδα πέρασε από την μεροκαματιάρικη-μεταφορική φάση της στην διασκέδαση, στην αμφισβήτηση, στους αγώνες και τα ταξίδια – από ανάγκη έγινε χαρά.

Και βλέπαμε στα περιοδικά, σε άθλιες ασπρόμαυρες φωτογραφίες κυρίως, τα νέα μοντέλα, που όσο περνούσαν τα χρόνια αποκτούσαν και χρώματα, καθώς γίνονταν πιο πολλές οι έγχρωμες σελίδες. Είχα στείλει γράμμα τότε, για να μάθω αν θα ερχόταν στην Ελλάδα και πόσο θα έκανε ένα δίχρονο BSA πενηντάρι με μοτέρ Minarelli, μια απελπισμένη προσπάθεια των Άγγλων μπας και μείνει ζωντανό το ιστορικό όνομα. Τα περιοδικά σιγά σιγά βελτιώνονταν, οι έγχρωμες σελίδες γινόντουσαν όλο και περισσότερες, τα μηχανάκια όλο και καλύτερα: Ξαναπιάνω στα χέρια μου το τεύχος 24 του ΜΟΤΟ, “Δεκέμβριος 1987, ΔΡΧ. 250”, με αποστολή στο Σαλόνι του Μιλάνου και τίτλο στο εξώφυλλο “Όλα τα νέα μοντέλα ‘88” – πριν 30 χρόνια… Και πώς να μην σου τρέξουν τα σάλια όταν βλέπεις πρώτη μούρη ένα RC30, από πάνω ένα ZX-10, δίπλα ένα Dominator 650; Η BMW παρουσίαζε το R100GS, η Honda έδειχνε το Africa Twin 650 (ενώ στο φετινό Μιλάνο παρουσίασε ένα Africa με ίδιο όνομα, Adventure Sports), η Yamaha είχε το TDR250 και το FZR750R, η Suzuki νέο 750 GSX-R και το DR Βig 750, n Ducati το 851 (φέτος το V4!), n Aprilia το Tuareg 600, η Gilera το Saturno 500 και η ΚΤΜ δίχρονο 350 και τετράχρονο Baja 600… Και πώς να μην αρχίσεις να φαντασιώνεσαι για κάθε ένα από όλα αυτά, πως θα ήταν, πως θα πήγαινε αυτό, που θα πήγαινες εσύ μαζί του, τι ήχο θα έκανε… Κι όταν διάβαζες για 275 τελική στο ZX-10, πώς να μην σου πέσουν τα σαγόνια, μόνο αγωνιζόμενοι στα GP είχαν πάει με τόσα.

Θέρτυ γίαρς άφτερ, τα όνειρα είναι ακόμα ζωντανά. Το κέντρο βάρους της εξέλιξης μπορεί να έχει μετατοπιστεί, μπορεί κανέναν πια να μην απασχολούν οι τελικές που τότε είχαν κάποιο νόημα και απ’ αυτές εξαρτιόταν το γόητρο κάθε εταιρίας, αλλά έχουμε υλικό μπόλικο για φαντασιώσεις. Τουλάχιστον αυτές είναι δωρεάν. Αλλά και οι μικρές, πιο προσιτές μοτοσυκλέτες κάνουν την επιστροφή τους, η κατηγορία από 250-400cc ξανανιώνει. Κρίμα που τα όρια ηλικίας των διπλωμάτων ουσιαστικά κόβουν τα φτερά των νέων. Ποιος 18χρονος θα μπορούσε να αντισταθεί σε ένα Ninja 400 ή σε ένα 790 Duke; Ακόμα κι έτσι, όνειρα είναι, και πώς να μην ονειρευτείς μια μέρα στο Mugello με ένα RSV4 Factory Works, παρέα με ένα Panigale V4 κι ένα ZX-10R SE; Χέρια νά’χεις, να αντέξεις… Πώς να μην έχεις την περιέργεια να δεις τι πραγματικά μπορεί να κάνει το τρίτροχο Niken σε ένα ορεινό στροφιλίκι, όσο κι αν σου φαίνεται… κάπως; Πώς να μην θέλεις να βολτάρεις όλη νύχτα με ένα CB1000R ή μ’ ένα Vitpilen 701, μοτοσυκλέτες που πέρασαν απ’ το πρωτότυπο στην παραγωγή χωρίς να χάσουν τίποτα; Πώς να μην φανταστείς αυτοκινητόδρομους χωρίς όρια ταχύτητας καβάλα σ’ ένα Ninja Η2 SX; Πώς να μην θέλεις να ξεκινήσεις ένα ταξίδι απ’ τη μια ως την άλλη άκρη των ΗΠΑ μ’ ένα εξακύλινδρο όπως τα Goldwing και Grand America; Πώς να μην ονειρευτείς μια διάσχιση Ασίας μ’ ένα F850GS παρέα μ’ ένα Africa Adventure Sports, έτσι, για να δεις πως πάνε στις στέππες; Κι όμως, όλα αυτά τα όνειρα είναι το σημερινό κόλλημα της μύτης στο τζάμι του υπέροχου κόσμου της μοτοσυκλέτας… Απολαύστε το.

 

 

 

     

 

editorial 523 - on-off, το νέο στάνταρ

Από το

Μαύρο Σκύλο

31/5/2013

Μέχρι και την δεκαετία του '70, οι μοτοσυκλέτες δρόμου ήταν αναγκαστικά και παντός δρόμου, έπαιζαν και τον ρόλο των on-off. Αυτές ήταν, μ' αυτές θα έκανες τα πάντα. Καθημερινή μετακίνηση, χαβαλέ, κοντρίτσες, ταξιδάκια, κι αν σου τύχαινε και κανένας χωματόδρομος δεν το σκεφτόσουν, απλά τον πέρναγες. Βοηθούσαν όμως και τα μηχανάκια, αυτό να λέγεται. Είχαν τροχούς μεγάλης διαμέτρου, 18 και 19 ιντσών, όσες και η πλειοψηφία των on-off σήμερα, στενά λάστιχα, σχετικά μεγάλες διαδρομές τουλάχιστον μπροστά, κι έτσι μπορούσαν να πηγαίνουν άνετα στα χώματα, έως και διασκεδαστικά για όσους μπορούσαν να οδηγούν με γκάζι και να δουλεύουν τον στρόφαλό τους. Όταν έλεγες μοτοσυκλέτα, μια τέτοια εννοούσες, που την προσάρμοζες εσύ για κάθε χρήση. Ή προσαρμοζόσουν εσύ, το ίδιο κάνει.

Η εποχή των ταξιδιάρικων on-off "περιπέτειας" ξεκίνησε με τα ΧΤ500 και R80G/S. M' αυτές και όσες παρόμοιες ακολούθησαν, οι ταξιδιάρηδες ευρωπαίοι άνοιξαν νέους ορίζοντες σε τόπους που μέχρι τότε ήταν ανεξερεύνητοι μοτοσυκλετιστικά. Η αίγλη του σκληρού αγώνα Paris-Dakar βοήθησε τα μέγιστα στην ανάδειξη και την εξέλιξη αυτών των μοτοσυκλετών, και κάπως έτσι, χιλιάδες μοτοσυκλετιστές είχαν στο μυαλό τους την εικόνα του μοναχικού καβαλάρη που χάνεται προς τον ορίζοντα αφήνοντας πίσω του ένα συννεφάκι σκόνης, ως βενζινοκίνητος Λούκυ Λουκ.

Έχει ενδιαφέρον να δει κανείς τις παράλληλες πορείες των δύο κατηγοριών. Τα on-off φτιάχτηκαν από το πλευρό των street, που αποδείχθηκαν στην συνέχεια ιδιαιτέρως καρπερά, σκορπίζοντας δεξιά κι αριστερά πλήθος υποκατηγοριών, με ένα τεράστιο εύρος, από streetfighters, naked και superbike ως τουριστικά, υπερτουριστικά και σπορτουριστικά και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Έτσι, χάθηκε κάπου το τι ακριβώς είναι μια μοτοσυκλέτα δρόμου, αρχίσαμε τις διευκρινιστικές ερωτήσεις, για ποιά δουλειά, με πόσα θα ταξιδεύεις, θα βγαίνεις και εκτός πόλης ή όχι, μόνος σου ή με παρέα, πόσο γρήγορα πας, πότε θα φας, μια τρέλα κανονική. Ρε μάγκες, έπρεπε κάποιος να φωνάξει, σήμερα γουστάρω χαλαρή βολτίτσα, αύριο να πάω να τα χώσω και μεθαύριο να ξεκινήσω για εξάμηνο ταξίδι, πότε μόνος και πότε με παρέα, μην με πρήζετε, δέκα μηχανάκια δεν μπορώ να έχω, και να μπορούσα, δεν θέλω.

Εν τω μεταξύ, όσο τα street γεννοβολούσαν, τα on-off εξελίσσονταν, κι από εμφανισιακούς κλώνους των αγωνιστικών του Dakar ξαναδανείστηκαν στοιχεία από τα κορυφαία street για να φτάσουν στο σημερινό στάδιο της εξέλιξής τους. Και γι' αυτό, ευχαριστήστε την Ducati. Από κει που ήταν αποδεκτό για τα μεγάλα on-off να υπολείπονται σημαντικά σε επιδόσεις σε σχέση με τα street, βρέθηκαν να τα ανταγωνίζονται στα ίσα. Από κει που με απλές αναρτήσεις "έκανες τη δουλειά σου", οι ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενες έγιναν κοινός τόπος, μια καινοτομία που καθιέρωσε η BMW. Τον πήχυ τον ανέβασε το Multistrada, που συνδυάζει εμφάνιση on-off με επιδόσεις σχεδόν superbike, χωρίς όμως να τελειοποιήσει την συνταγή. Η adventure εμφάνισή του δεν συνοδεύεται από ανάλογες δυνατότητες στα χώματα, οι κορυφαίες του επιδόσεις δεν συνοδεύονται από αντίστοιχη σιγουριά και σταθερότητα μετά τα 200. Ο βράχος όμως είχε αρχίσει να κατρακυλάει, παρασέρνοντας κι άλλους στο πέρασμά του. Η KTM απάντησε με έναν κινητήρα που κι αυτός προέρχεται από superbike, κοντράροντας το Multistrada στα ίσα από επιδόσεις, ενώ η BMW ξανασχεδίασε τον boxer της κάνοντάς τον και πιο δυνατό και πολύ πιο εύστροφο. Κι από μια μεριά (νέο Aprilia Caponord) που δεν ενδιαφέρεται για την απόδοση στο χώμα αλλά εκτός από την εμφάνιση που φέρνει σε on-off είναι καθαρά δρόμου, ήρθαν και οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις. Επίσης, είναι σαφές πια πως για να εκμεταλλευτείς τέτοιου είδους γκάζια παντού και πάντα χωρίς να χρειάζεσαι αυτοσυγκέντρωση Θιβετιανού μοναχού και οδηγικές ικανότητες Rossi, τα ηλεκτρονικά συστήματα που φροντίζουν να μην ξεφύγεις ανεπανόρθωτα προς το ΚΑΤ, είναι απαραίτητα. Και οι τελευταίες on-off τα έχουν όλα.

Έτσι, δυο μέρες πριν ξεκινήσουμε το φετινό MEGA TEST, με το νέο GS 1200, τα νέα ΚΤΜ Adventure & Adventure R, το Crosstourer DCT και το Triumph Explorer XC, κάθομαι και τα χαζεύω. Και σήμερα, όταν λέμε μοτοσυκλέτα, αυτές θα έπρεπε να εννοούμε. Κάνουν ό,τι κάνουν και οι street, κι ακόμα περισσότερα. Έχουν πια τον ρόλο που είχαν οι street για όλες τις δουλειές, πριν διασπαστούν σε δεκάδες κατηγορίες. Και στην πραγματική ζωή, στους πραγματικούς δρόμους, από την καθημερινότητα της πόλης ως τα ταξίδια στα πέρατα της γης, είναι καλύτερες, κι όχι μόνο γιατί πάνε και στο χώμα. Κι όσο είχαν έλλειμμα επιδόσεων, μπορούσαν να θεωρούνται λίγο φτωχοί συγγενείς, τώρα όμως ούτε σε επιδόσεις υστερούν ούτε σε τεχνολογία. Από παλιότερα μπορούσαν να δείξουν τον δρόμο στις street όταν κινούνταν εκτός εθνικής οδού, τώρα τις κοντράρουν κι εκεί. Είναι χαμαιλέοντες. Προσαρμόζονται παντού. Σου κάνουν τα κέφια, σε κάνουν να ονειρεύεσαι το ταξίδι. Μπορεί να μην το κάνεις ποτέ, μπορεί και να το αποφασίσεις κάποια στιγμή. Ό,τι κι αν σκεφτείς να κάνεις μαζί τους, γίνεται. Ακόμα και να το διασκεδάσεις σε ένα track day. Τόσο πολυτάλαντες κατασκευές δεν υπήρχαν μέχρι τώρα. Ναι, μια απολύτως υπερτουριστική μοτοσυκλέτα μπορεί να προσφέρει περισσότερη άνεση, μια superbike να γυρίσει πιο γρήγορα στην πίστα, μια καθαρόαιμη enduro να πάει πιο γρήγορα στο χώμα, αν θέλουμε να μιλήσουμε για τα όρια των δυνατοτήτων τους. Η συνολική τους αξία όμως και η χρηστικότητά τους είναι αξεπέραστη. Και κάπου σκέφτομαι πως αν είναι έτσι τα πράγματα, και οι νέες on-off είναι οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, οι πιο πολυτάλαντες όλων, τότε το φετινό MEGA TEST θα αναδείξει την καλύτερη μοτοσυκλέτα για την πραγματική ζωή και όχι μόνο για εξειδικευμένες ανάγκες. Εμείς, σε δέκα μέρες από τη στιγμή που γράφονται αυτές οι λέξεις, θα ξέρουμε. Στο τεύχος Ιουλίου, θα ξέρετε κι εσείς.

ΜΕGA TEST ON-OFF 2013

Πέρσι, είχαμε φτάσει μέχρι τέρμα πινέζα Αλβανία, στα Καταραμένα Βουνά. Φέτος, θα πάμε πιο ψηλά, για να γνωρίσουμε τη χώρα που απλώνεται πίσω τους: Το Montenegro, το Μαυροβούνιο, την Crna Gora. Χώρα μικρή, αλλά με πολλά να δει και να κάνει κανείς. Από τις ακτές της Αδριατικής και τα παραλιακά θέρετρα, ως τα ποτάμια και τα φαράγγια της ενδοχώρας, ως την άλλη μεριά των Καταραμένων Βουνών, το Μαυροβούνιο είναι ένας ακόμα γείτονάς μας για τον οποίο μάλλον λίγα ξέρουμε. Αλλά αν το ταξίδι δεν είναι στο άγνωστο και δεν έχει εξερεύνηση, τι νόημα έχει;

Gay ΜotoGP;

Κατά καιρούς διάφοροι έχουν απορήσει: Υπάρχουν gay στους αγώνες μοτοσυκλέτας, και ειδικά στα MotoGP; Κανείς όμως δεν είχε θέσει το ερώτημα ανοιχτά, στους ίδιους τους αναβάτες. Συνέβη όμως κι αυτό, στην συνέντευξη τύπου στο Jerez, πριν τον αγώνα. Με αφορμή το άρθρο που έγραψε ο παίκτης του ΝΒΑ Jason Collins στο Sports Illustrated, και όπου δήλωνε πως είναι gay, o David Emmett βρήκε το θάρρος να ρωτήσει για την ύπαρξη και την αποδοχή ομοφυλόφιλων αναβατών στα MotoGP. Αν έχετε λογαριασμό στο ΜotoGP.com, μπορείτε να δείτε ολόκληρη τη συνέντευξη, αξίζει όμως να σας μεταφέρω εδώ κάποιους διαλόγους.

David Emmett: "Μια ερώτηση προς όλους -κι αρκετά δύσκολη. Την περασμένη βδομάδα ο Jason Collins, ένας παίκτης του NBA, παραδέχτηκε πως είναι ομοφυλόφιλος. Μέχρι τώρα κανείς αναβάτης MotoGP δεν έχει δηλώσει κάτι τέτοιο. Θέλω να ακούσω τις σκέψεις σας, σχετικά με το γιατί δεν έχει γίνει. Οι αναβάτες φοβούνται να δηλώσουν πως είναι gay, ή όλοι σας πραγματικά ενδιαφέρεστε μόνο για γυναίκες;"

<γέλια από το πλήθος>

Cal Crutchlow: "Να πω πρώτος;!"

David Emmett: "Ναι, παρακαλώ!"

<πιο πολλά γέλια>

Cal Crutchlow: "Λυπάμαι David, αλλά εξαιρούμαι -είμαι σχεδόν παντρεμένος. Αυτό έχω να πω... δεν ξέρω. Δεν νομίζω πως έχει σημασία, έτσι; Πιστεύω πως αυτό το σπορ αφορά τις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες. Ποτέ δεν έχει αποκαλυφθεί πως κάποιος είναι gay. Ίσως να υπάρχουν μερικοί, κρυμμένοι στην ντουλάπα, δεν ξέρω. ΄Ισως να έχω κάτσει παρέα με κάποιον. Δεν ξέρω."

Jorge Lorenzo: "Για όλους όσους με ρωτούν στο Twitter, ή όπου, αν είμαι gay, τώρα είναι η ώρα να μάθουν πως δεν είμαι gay. Σέβομαι τους gay. Φυσικά, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα μαζί τους."

David Emmett: "Κανείς άλλος;"

Nick Harris: "Marc Marquez;"

<περισσότερα γέλια>

Marc Marquez: "Νομίζω πως δεν είναι πρόβλημα. Έχω μεγάλο σεβασμό για όλους, όσο διαφορετική κι αν είναι η προσωπικότητά τους. Δεν είναι πρόβλημα."

Andrea Dovisioso: "Ποτέ δεν το σκέφτηκα αυτό, πως μερικοί αναβάτες μπορεί να είναι gay, πιστεύω όμως πως δεν θα ήταν πρόβλημα για κανέναν. Είναι δύσκολο να το σκεφτώ πάντως. Δεν ξέρω γιατί."

Stefan Bradl: "Αν είναι να μας κάνει πιο γρήγορους ίσως να το σκεφτόμασταν..."

<γέλια απ' όλη την αίθουσα>

Stefan Bradl: "Αλλά μέχρις τιμής δεν είχα αυτήν την εμπειρία. Ούτε εγώ είμαι gay. Σίγουρα όμως σέβομαι όσους είναι. Κι αυτοί είναι φυσιολογικοί άνθρωποι."

Scott Redding: "Ναι, το ίδιο κι εγώ. είμαι με την φίλη μου πολύ καιρό τώρα, και ποτέ δεν σκέφτηκα να πάρω τον άλλο δρόμο. Και πάλι, σεβασμός για όλους, όπως κι αν είναι."

Φανταστείτε τώρα το εξής σκηνικό: Συνέντευξη τύπου με όλους τους αναβάτες του ελληνικού πρωταθλήματος ταχύτητας παρόντες. Δημοσιογράφος σηκώνεται και κάνει την ίδια ερώτηση...