Editorial 573 - Μια στιγμή, έξι ώρες

x
Από το

motomag

1/8/2017

Ακόμα κι από τα πιο ωραία ταξίδια, λίγες στιγμές είναι αυτές που θα μείνουν για πάντα. Όταν στις παρέες λένε ιστορίες, φάσεις που κράτησαν δευτερόλεπτα γίνονται ολόκληρες αφηγήσεις. Όταν ρωτήσεις κάποιον, πες μου την καλύτερη φάση που έχεις ζήσει με μοτοσυκλέτα, το πιο πιθανό είναι να ξεκινήσει από κάτι πολύ γενικό, “είχαμε πάει ένα ταξίδι…”, αλλά μόλις αρχίσει να λέει γιατί θυμάται αυτό το ταξίδι, θα περιγράψει ένα σκηνικό εξαιρετικά σύντομο σε διάρκεια, ή δυό-τρία αντίστοιχα σύντομα περιστατικά. Αυτά είναι που καθορίζουν και το πώς θα θυμάσαι όλη την βόλτα, την εκδρομή, το ταξίδι. Αυτά είναι που μένουν, κι όχι τα χιλιόμετρα όπου απλώς κινείσαι χωρίς να συμβαίνει κάτι το ιδιαίτερο.

 

Γι’ αυτές τις στιγμές οδηγούμε μοτοσυκλέτα. Γι’ αυτά τα μικρά κομματάκια του τώρα, όταν ήμαστε τυχεροί να τα ζήσουμε. Γιατί υπάρχει και μια μεγάλη παγίδα, που δεν μας αφήνει να ζήσουμε στο παρόν: Να ασχολούμαστε με το παρελθόν ή το μέλλον, κι οι στιγμές της πραγματικής ζωής να περνάνε απαρατήρητες. Όταν έρχονται όμως, όταν καταφέρνουμε να τις ζήσουμε και να τις απολαύσουμε, η ανάμνησή τους μένει για πάντα, κι εκείνη την ώρα, άντε και για λίγο ακόμα, είμαστε ευτυχείς, είμαστε ελεύθεροι. Τι μ’ έπιασε τώρα καλοκαιριάτικα και τα σκέφτομαι αυτά; Διάβασα μια δήλωση του Rossi, που αποκαλύπτει γιατί κάνει αυτό που κάνει, γιατί συνεχίζει να τρέχει, γιατί τελικά κι εμείς οδηγούμε μοτοσυκλέτα. Και δεν είναι το προφανές. Δεν συνεχίζει να τρέχει ούτε για να κάνει τα πρωταθλήματά του δέκα, ούτε για να μαζέψει τις πιο πολλές νίκες, ούτε για να βγάλει κι άλλα λεφτά. Το κάνει με στόχο να ζήσει ακόμα μια φορά εκείνη την στιγμή που τον φτιάχνει περισσότερο απ’ ο,τιδήποτε άλλο:

 

“Tο παρελθόν και τα ρεκόρ δεν μετράνε και τόσο πολύ. Ζω το τώρα, ζω τη στιγμή. Ο λόγος που δουλεύω κάθε μέρα και που αγωνίζομαι είναι για να γευτώ αυτές τις 5-6 ώρες μετά την νίκη. Είναι δύσκολο να περιγράψω την έκρηξη των συναισθημάτων όταν περνάω πρώτος την γραμμή του τερματισμού. Είναι ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί. Κι αυτό το συναίσθημα συνεχίζει να υπάρχει μέχρι που να πας στο κρεβάτι ευτυχισμένος. Την Δευτέρα το πρωί ξυπνάς κι είναι μια καινούργια μέρα.”

 

Μετά από εννιά τίτλους, 115 νίκες και 225 θέσεις στο βάθρο μέσα σε 20 χρόνια και 313 μέρες στα GP, ο Rossi κέρδισε στο Assen, κι είχε ένα χρόνο να γευτεί αυτό το συναίσθημα. Η πρώτη του νίκη σε GP ήταν στις 18 Αυγούστου του ’96 στο Brno με Aprilia RS125R, αν μετράμε μόνο αυτές σε κορυφαίο επίπεδο, κι όχι όλες της καριέρας του. Γεννημένος Φεβρουάριο του ’79, με πατέρα αγωνιζόμενο και μάνα που φοβόταν για το γιό της, δεν ξεκίνησε με μηχανάκια, αλλά με καρτ. Πήρε το τοπικό πρωτάθλημα καρτ το ’90, και την επόμενη χρονιά ξεκίνησε να οδηγεί minimoto, κερδίζοντας κι εκεί αγώνες. Φανταστείτε τώρα ένα παιδάκι, να προσπαθεί, να παλεύει, να κερδίζει, πέντε χρονών. Η νίκη είναι η ανταμοιβή του, αυτή που τον δικαιώνει, αυτή που τον ανεβάζει. Και με την λαμπρή πορεία της καριέρας του, είχε όλο το χρόνο για να εθιστεί στην νίκη. Συγκεκριμένα, πάνω από 33 χρόνια! Kι όμως, ακόμα κι όταν παίρνει την δόση του, ακόμα κι όταν κερδίζει τους πολύ νεότερους αντιπάλους του, η ψυχική ανάτασή του κρατάει λίγες ώρες μόνο. Μια στιγμή, λίγες ώρες ευτυχίας. Και για να τις ζήσει ξανά, πέρασε ένας χρόνος, πολύς κόπος, σκληρή δουλειά, απογοητεύσεις, νίκες που έχασε τελευταία στιγμή, πισωγυρίσματα, προσπάθειες για το ιδανικό στήσιμο, ένα σωρό αντίπαλοι ικανοί για νίκη. Στο επίπεδο του Rossi, μόνο η νίκη μπορεί να τον κάνει ευτυχισμένο.

 

Ευτυχώς, για μας τους κοινούς θνητούς τα πράγματα είναι πιο απλά. Φυσικά, οι στιγμές που χαρίζουν ευτυχία δεν έρχονται και σε μας πιο εύκολα, κι ίσως ούτε πιο συχνά. Βοηθάει, αν δημιουργείς ευκαιρίες για να τις ζήσεις. Αν δεν μένεις ακίνητος, αν ζεις. Για έναν μοτοσυκλετιστή, που οδηγώντας την μοτοσυκλέτα του ζει και τέτοιες στιγμές, είναι όση ανταμοιβή χρειάζεται για να συνεχίσει να το κάνει. Αφαιρετικά, μια μοτοσυκλέτα δεν διαφέρει και πολύ από έναν άνθρωπο. Υπάρχουν τα μηχανικά μέρη (μύες, κόκκαλα, όργανα), υπάρχει η χημεία του καυσίμου (και η αντίστοιχη του ανθρώπινου σώματος, από την κατανάλωση ενέργειας ως τις ορμόνες και όποια άλλη χημική ένωση έχει), υπάρχει το ηλεκτρικό σύστημα (και το ανθρώπινο είναι απείρως πιο πολύπλοκο) και η ηλεκτρονική, η κεντρική μονάδα που τα ρυθμίζει όλα (ο εγκέφαλός μας).

Τα συναισθήματά μας ρυθμίζονται από ένα σύνθετο μίγμα χημικών και ηλεκτρισμού. Η ηλεκτρονική μας είναι κάπως βαριά, πάνω από ένα κιλό, κι έχει κάπου 86 δισεκατομμύρια νευρώνες, που μεταφέρουν ηλεκτρικά σήματα. Κάθε νευρώνας κάνει εκατοντάδεις συνάψεις με άλλους γύρω του, και συνολικά υπολογίζεται πως υπάρχουν πάνω από 300 τρισεκατομμύρια συνάψεις. Αυτό το απίστευτο ηλεκτροχημικό δίκτυο μας κάνει ικανούς να νιώθουμε, να έχουμε συναισθήματα. Έξι χημικά είναι κυρίως υπεύθυνα για τις καλές στιγμές που ζούμε: Η ντοπαμίνη (συνδέεται με την ανταμοιβή, την ευχαρίστηση αλλά και τον εθισμό, στις νίκες ας πούμε!) που αν έχεις πολλή χάνεις την επαφή με την πραγματικότητα, αν έχεις λίγη ρισκάρεις χωρίς λόγο. Η νοραδρεναλίνη (ή νορεπινεφρίνη, συνδέεται με το stress και την λήψη αποφάσεων, ανεβάζει την πίεση και τους σφυγμούς, ενισχύει την εγρήγορση του εγκεφάλου και την λήψη αποφάσεων.  Το αμινοβουτυρικό οξύ γάμμα, που είναι ανασταλτικός παράγοντας, μειώνει τις μεταδόσεις των νευροδιαβιβαστών αφήνοντάς τους χρόνο να ανακάμψουν, μειώνοντας το άγχος.  Η σεροτονίνη, που ονομάζεται και ορμόνη της ευτυχίας, είναι το καλύτερο και πιο φυσικό αντικαταθλιπτικό. Η βήτα ενδορφίνη, που παράγεται όταν πονάμε ή ακόμα κι όταν αθλούμαστε ή οδηγούμε μοτοσυκλέτα, ένα φυσικό οπιοειδές με δράση παρόμοια με της μορφίνης, δίνει μια αίσθηση ευτυχίας. Η οξυτοκίνη, η ορμόνη της εμπιστοσύνης ή και της αγάπης, υπάρχει μόνο στα θηλαστικά, συνδέεται με τις ανθρώπινες σχέσεις και την σεξουαλική διέγερση. Αυτά είναι τα βασικά “χημικά” που καθορίζουν το πώς αισθανόμαστε, σ’ αυτά οφείλεται και το χαϊ της νίκης του Rossi αλλά και η απόλαυση των δικών μας μοναδικών στιγμών όταν οδηγούμε την μοτοσυκλέτα μας.

 

Οι περισσότεροι, αν τους ρωτήσεις τι αντιπροσωπεύει η μοτοσυκλέτα γι’ αυτούς, θα απαντήσουν “ελευθερία”, κάτι μάλλον ασαφές που πιθανόν εννοεί την δυνατότητα να κάνεις τις δικές σου επιλογές και να πάρεις τις δικές σου αποφάσεις για το πώς θα ζήσεις την ζωή σου.  Οδηγώντας, βιώνεις μια αίσθηση ελέγχου για την ζωή σου, μέσα σε έναν χαοτικό κόσμο. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να συμβεί ο,τιδήποτε... Τάξη και χάος μαζί – κι εσύ καταφέρνεις να τα ισορροπείς, τις περισσότερες φορές τουλάχιστον, ένας μικρός θεός για λίγες στιγμές, με ανταμοιβή αυτά τα λίγα χημικά των ευτυχισμένων στιγμών. Κι αυτές οι στιγμές είναι ό,τι καλύτερο συμβαίνει στην ζωή μας. Τουλάχιστον σ’ αυτό, είμαστε ίδιοι με τον Rossi.

 

 

 

 

 

Editorial 562 - Αφανής τεχνολογία

x
Από το

motomag

1/9/2016

Σ’ αυτό το τεύχος έχουμε μια πολύ ωραία αντίθεση: Απ’ τη μια μεριά δύο εξωτικές Ιταλικές κατασκευές, απ’ την άλλη, τρεις μοτοσυκλέτες που κάνουν περισσότερα απ’ όσα δείχνουν με την πρώτη ματιά.

Κι ενώ είναι άγνωστο τι χρόνους θα έκανε μια Tamburini T12 Massimo στην πίστα, σε σχέση με την δωρητή κινητήρας της BMW S1000RR, δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει το απόλυτο της κατασκευής της. Με κινητήρα factory superbike της BMW που βγάζει 235 ίππους, ζυγίζει 154 κιλά, ένα λιγότερο από το ελάχιστο όριο των MotoGP!  Όπως είπαν και οι άνθρωποι της BMW όταν την είδαν από κοντά, δεν υπάρχει περίπτωση μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής να πετύχει το επίπεδο της ποιότητας και της προσοχής στην λεπτομέρεια που έχει μια Τ12. Kι ούτε βέβαια θα μπορούσε ποτέ να είναι μαζικής παραγωγής μια μοτοσυκλέτα κόστους πάνω από 300.000 ευρώ. Γι’ αυτό και μίλησα για χρόνους, για γυρολόγια, για μετρήσιμα μεγέθη. Γιατί υπάρχει βέβαια η – αξία ανεκτίμητη – απόλαυση της μορφής, της υφής και της ποιότητας του συνόλου και των εξαρτημάτων του, υπάρχει το δέος του ονόματος του Tamburini και της ιστορίας του και της γνώσης πως αυτή ήταν για κείνον η ιδανική superbike, κι αυτά είναι αρκετά για να σε μαγέψουν χωρίς καν να χρειάζεται να την οδηγήσεις. Έχοντας στο μυαλό μου πως σχεδόν όλες οι Bimota (πλην των DB2) που έχω οδηγήσει ήταν μάλλον απογοητευτικές ως σύνολο και συμπεριφορά (και ειδικά η πολυσυζητημένη Tesi), θα ήθελα πάρα πολύ να οδηγήσω μια Τ12 αλλά... απ’ τη μια θα κράταγα και μικρό καλάθι (με τόσες υποσχέσεις, είναι εύκολο να απογοητευτείς), κι απ’ την άλλη, αν όλα ήταν καλά, δεν έχω την ικανότητα να γράψω χρόνους ανταγωνιστικούς με μια μοτοσυκλέτα επιπέδου MotoGP. Μόνο εικόνες και αισθήσεις θα μάζευα, δεν θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω όπως της αξίζει και να μπορέσω να την αξιολογήσω σε ένα απίθανο να συμβεί ποτέ συγκριτικό: Μια Yamaha M1 που θα μας δάνειζε το φιλαράκι μας ο Valentino, μια BMW του παγκοσμίου SBK και μια T12 Massimo… Θα χρειαζόμασταν βέβαια και αντίστοιχα μυθικούς αναβάτες, για να τις οδηγήσουν στο Mugello κατά προτίμηση, για να βγάλουμε μετά τα συμπεράσματά μας. Τα γυρολόγια θα έλεγαν την ψυχρή αλήθεια, θα είχαμε μια τυπική νικήτρια, καλά θα περνάγαμε αν τις κάναμε κι εμείς μια βόλτα, αλλά μήπως έτσι θα χάναμε την ουσία; Τα πιο σημαντικά πράγματα στις μοτοσυκλέτες (όπως και στη ζωή) δεν είναι μετρήσιμα, δεν κατατάσσονται σε πρώτο δεύτερο τρίτο. Επιπλέον, κάθε τέτοια εξωτική κατασκευή έχει πολύ εξειδικευμένο και περιορισμένο πεδίο δράσης: Ακόμα και στην περίπτωση ενός πλούσιου συλλέκτη, ιδιοκτήτη T12, υποπτεύομαι πως περισσότερη ευχαρίστηση θα ήταν για κείνον να την χαζεύει στο γκαράζ του παρέα με τους φίλους του, παρά να κάνει μερικούς γύρους το χρόνο σε πίστα, φοβούμενος μην την κάνει την στραβή, το τσακίσει και το απαξιώσει. Η δε απολύτως χειρότερη περίπτωση θα ήταν να την αγοράσει κάποιος, και να την κρατήσει βουβή ακίνητη κι ανέραστη στο σαλόνι του σπιτιού του. Ως έργο τέχνης.

 

Στην άλλη άκρη του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος, έχουμε απλές και χρηστικές μοτοσυκλέτες όπως οι BMW F700GS και R 9T Scrambler, μαζί με την NC750X της Honda. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι πως ως σύνολο αποδίδουν καλύτερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς βλέποντας τα επί μέρους εξαρτήματά τους και το εμφανές επίπεδο της τεχνολογίας τους. Μπορεί να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, να μην προσπαθούν να εντυπωσιάσουν με την τεχνολογία τους, ας μην ξεχνάμε όμως πως η καλύτερη τεχνολογία δεν είναι κάποιο σύστημα ή ηλεκτρονικό βοήθημα, αλλά η φαιά ουσία του εγκεφάλου αυτών που εξέλιξαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Στην περίπτωση του Honda, η "αφανής" τεχνολογία συγκεντρώνεται κυρίως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας ενός κατασκευαστή κολοσσού σε μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, έτσι ώστε να φτιάξει αυτό που ξέρει πως οι περισσότεροι αναβάτες χρειάζονται: Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα χρήσεων στην άσφαλτο, με αξιοπιστία, πρακτικότητα και οικονομία.  Έφτιαξε δηλαδή η Honda αυτό που χρειάζεται η πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, κάτι που δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με αυτό που ονειρεύονται. Κάτι δηλαδή σαν την γυναίκα που θα ήσουν ευτυχής αν παντρευόσουν, σε αντίθεση με αυτή που θα επιθυμούσες να έχεις στο κρεβάτι σου. Λίγοι είναι τόσο ρεαλιστές ώστε να κάνουν τη σωστή επιλογή για συμβίωση, δυστυχώς.

Παρόμοιας φιλοσοφίας και το 700 της ΒΜW, με το σύνολο να αποδεικνύεται ανώτερο των επί μέρους εξαρτημάτων του, με πιο σπορ χροιά και απόδοση σε σχέση με το Honda. Τόσο μάλιστα, που λίγες αλλά καίριες αλλαγές το κάνουν να ανταγωνίζεται το "ανώτερο" στα χαρτιά, και προσανατολισμένο περισσότερο από το 700 προς το χώμα, F800GS.   

     

Διαφορετικού είδους και επιδόσεων μοτοσυκλέτες χρειάζονται και άλλες δόσεις τεχνολογίας, δεν μπαίνουν όλες στο ίδιο τσουβάλι, κάνοντας άκυρες τις συζητήσεις του είδους "χρειάζεται το traction control ή όχι;". Για μια superbike είναι απαραίτητο, ειδικά αν ο αναβάτης της θέλει να απολαμβάνει την οδήγηση στην πίστα αντί να περιμένει το επόμενο high siding. Για τους 90 ίππους στο τροχό του Scrambler στις περισσότερες περιπτώσεις όχι, σε μερικές ναι, και τελικά μπορεί να κάνει και χωρίς αυτό. Κι αυτές είναι οι προφανείς τεχνολογίες, ενώ πιο σημαντικές είναι οι αφανείς, που σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία και την σωστή κρίση, φτιάχνουν απολαυστικές, άρτιες και ομοιογενείς μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα, ένα πιρούνι με σωστά επιλεγμένα ελατήρια και αποσβέσεις, χωρίς ρυθμίσεις, θα δουλέψει καλύτερα από ένα πολύ μαλακό, αλλά πολυρυθμιζόμενο. Γιατί το δεύτερο, θα είναι μια ισχυρή ένδειξη πως αυτοί που εξέλιξαν την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν έκαναν τις σωστές επιλογές, με πιθανότερη κατάληξη πως και το σύνολο δεν θα λειτουργεί σωστά τελικά. Από το "τεχνολογικά εντυπωσιακό, αλλά πλημμελώς εξελιγμένο", το "καλοεξελιγμένο, αλλά απλό", είναι πάντα προτιμότερο. Και ο αναβάτης του, δένεται πολύ περισσότερο μαζί του, αφού δεν απογοητεύεται από τεχνολογίες που υποτίθεται θα του έκαναν τη ζωή εύκολη, ενώ αντίθετα του την κάνουν περίπλοκη χωρίς λόγο. 

 

 

Το MOTO HAPPENING αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Ο λόγος; Η ανωτέρα βία!