Editorial 553 - ξυπνητήρι Japan!

x
Από το

motomag

1/12/2015

Η παράδοση συνεχίζεται: Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 το ΜΟΤΟ είχε γίνει το πρώτο Ευρωπαϊκό περιοδικό μοτοσυκλέτας που είχε καλύψει το Tokyo Motor Show, αλλά και είχε επισκεφθεί και τα εργοστάσια των Ιαπωνικών εταιριών, συνομιλώντας με τους ανθρώπους που τότε καθόριζαν τις τύχες της μοτοσυκλέτας παγκόσμια. Από τότε, είχαμε ταξιδέψει κι άλλες φορές στην Ιαπωνία και το Tokyo Motor Show, όχι όμως πρόσφατα, όχι στα χρόνια αυτά της κρίσης. Η φτώχια όμως θέλει καλοπέραση, και για μας "καλοπέραση" είναι να πετάξουμε ατέλειωτες ώρες με τρεις διηπειρωτικές πτήσεις, να παλέψουμε με ένα τεράστιο jet lag, να βρούμε την άκρη του συγκοινωνιακού χάρτη του Tokyo (ψάξτε τον, σαν μακαρονάδα είναι, όχι δυό γραμμές μετρό, ένας ηλεκτρικός κι ένα τραμ...) και το σημαντικότερο, να συνεννοηθούμε με τους Ιάπωνες, ενώ ελάχιστοι ξέρουν αγγλικά. Όλα γίνονται όμως, και το ταξίδι άξιζε και με το παραπάνω τα έξοδα και τον κόπο. Παραλίγο βέβαια ο Φελούκας να μείνει για πάντα εκεί, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Επίσης για την ιστορία, το μόνο άλλο περιοδικό του κόσμου που έστειλε φέτος δημοσιογράφο στο Tokyo ήταν ο Ιταλικός γίγαντας Motociclismo, που εκδίδεται από το 1914 και που το budget ενός συγκριτικού του είναι μεγαλύτερο από το budget του ΜΟΤΟ για όλη την χρονιά...

 

Τι μάθαμε εκεί; Ότι το ξυπνητήρι χτύπησε, και πως οι Ιάπωνες έχουν πεταχτεί πάνω και δουλεύουν πυρετωδώς... Ότι ο λήθαργος που είχαν πέσει τα τελευταία χρόνια έχει τελειώσει οριστικά, άσχετα αν έχουμε δει απ’ όλους τα αποτελέσματα του ξυπνήματος. Για όσους από μας έχουμε ζήσει την χρυσή δεκαετία της Ιαπωνικής μοτοσυκλέτας, 1985-1995, η σημερινή εικόνα των Ιαπώνων κατασκευαστών είναι από κάπως έως πολύ ξεθωριασμένη, ανάλογα με το πόσο ευγενικός θέλεις να είσαι στην κριτική σου. Τότε, τα όνειρα της κάθε Ιαπωνικής εταιρίας αλλά και ο μεταξύ τους ανταγωνισμός είχαν οδηγήσει σε έναν μοτοσυκλετιστικό οργασμό, με εκατοντάδες εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους μοντέλα, με μοτοσυκλέτες που θα μείνουν για πάντα στην ιστορία, από το πρώτο GSX-R 750 έως την ΝR750 και τόσες άλλες ακόμα. Τότε, όλες οι κατηγορίες είχαν μοτοσυκλέτες καταπληκτικές κι επιθυμητές, τέτοιες που ήσουν περήφανος που τις είχες και απολάμβανες να τις οδηγείς, από τα "ταπεινά" on-off 250 έως τις κορυφαίες superbike.

Αυτή η Ιαπωνική άνοιξη ήταν που ξύπνησε, παρέσυρε και οδήγησε στην πρόοδο και την άνοδο τους Ευρωπαίους κατασκευαστές. Αρκεί να σκεφτείτε που βρίσκονταν το ’85 με ’90 οι σημαντικότεροι Ευρωπαίοι, και πως εξελίχθηκαν από κει και πέρα, για να διαπιστώσετε πως δεν ήταν καθόλου τυχαίο το ξεκίνημα της ανόδου των Ευρωπαίων, μια πορεία που συνεχίστηκε με πρωτοπόρους την KTM, την BMW, την Ducati, την Triumph. Τόσο πολύ τους ξύπνησαν μάλιστα, που συνέχισαν την ανοδική τους πορεία κι όταν οι Ιάπωνες άρχισαν να λαγοκοιμούνται... Και φτάσαμε σ’ ένα σημείο, ειδικά τα τελευταία λίγα χρόνια, να απορούμε: Τι κάνουν οι Ιάπωνες; Τόσο μεγάλη κρίση; Τόση σημασία έχουν πια οι "αναπτυσσόμενες" αγορές, που ξεχάστηκε το τι σημαίνει μοτοσυκλέτα; Θα φτιάχνουν όλοι μοτοσυκλέτες μόνο για την Κίνα; Στέρεψαν από ιδέες; Ένας λόγος αυτής της υπνηλίας, είναι πως οι Ιάπωνες παρέσυραν μεν ο ένας τον άλλο στην άνοδο της Ιαπωνικής άνοιξης, αλλά αργότερα, αλληλοπαρασύρθηκαν σε μια κατάσταση χαύνωσης, αφήνοντας πολύ χώρο στους Ευρωπαίους, που άρχισαν να αλωνίζουν επικίνδυνα.

 

Ποιος να το έλεγε, πως θα ερχόταν η μέρα που μόνο δύο από τους τέσσερις Ιάπωνες θα είχαν superbike νεότερο της πενταετίας; Η Yamaha έχει νέο R1, σε τρεις μάλιστα εκδόσεις, η Kawasaki έχει κι αυτή νέα δαφνοστεφανωμένη πρωταθλήτρια ΖΧ-10R και... η Honda έχει πέντε χρόνια να δείξει νέο CBR-RR, ενώ η Suzuki έχει τον ίδιο κινητήρα από το 2007 και μόλις έδειξε ένα νέο GSX-R για το 2017!  Τα ίδια και χειρότερα γίνονταν και στις υπόλοιπες κατηγορίες. Φυσικά, οι εποχές που οι Ιάπωνες σχεδίαζαν κι έναν καινούργιο κινητήρα για κάθε νέο μοντέλο επί πολλά κάθε χρόνο, έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Η νέα στρατηγική είναι η δημιουργία οικογενειών μοντέλων με τον ίδιο κινητήρα και πλαίσιο, όπως έδειξαν το δρόμο η Honda με τα δικύλινδρα 500 και 750, και η Υamaha με τα τρικύλινδρα 700/900. Ακόμα και ο κινητήρας του νέου Africa Twin είναι προορισμένος να κινήσει και άλλες μοτοσυκλέτες, που δεν έχουμε καν υποψιαστεί ακόμα. Κι η περίπτωση του Africa είναι χαρακτηριστική, καθώς δείχνει πως μια εταιρία με ιστορία και νίκες στο Dakar σε συνδυασμό με εξαιρετικά επιτυχημένο μοντέλο on-off, το Africa 650/750, σταματά την παραγωγή του την στιγμή ακριβώς που παίρνουν οι Ευρωπαίοι την σκυτάλη – και δεν κοιτάνε πίσω. Πως, σπάω το κεφάλι μου, πως μια εταιρία σαν την Honda έκανε πάνω από 12 χρόνια να ανανεώσει το Africa, την στιγμή που οι Ευρωπαίοι έκαναν κατάληψη στην κατηγορία και καθορίζουν τις τύχες της μέχρι σήμερα; Το 2003 βγήκαν τα τελευταία Africa, το 2004 παρουσίασε η BMW το R1200GS κι από τότε οι Ιάπωνες δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτα για να το εκθρονίσουν. Οι μόνες εναλλακτικές ήταν και πάλι Ευρωπαϊκές, από την ΚΤΜ κυρίως. Τελειώνει το 2015, κι ακόμα το νέο Africa δεν το έχουμε οδηγήσει, θα γίνει όμως κι αυτό!

 

Είναι τραγικό να βγαίνουν ο ένας μετά τον άλλο οι Ιάπωνες πρόεδροι και να παραδέχονται πως οι εταιρίες τους έχουν μείνει πίσω, πως έχουν κοιμηθεί, όπως έχουμε δει να γίνεται τα δύο τελευταία χρόνια. Με βάση αυτά που ξέρουμε για τους Ιάπωνες, θα περιμέναμε να τρέχουν τα αίματα στις σκάλες για καθυστέρηση λίγων ημερών, όχι πολλών ετών... Τι έγιναν οι φιλοσοφίες just in time; Κι όμως, όσο δύσκολο κι αν είναι να καλύψουν το χαμένο έδαφος, τώρα που το έβαλαν στόχο, θα το κάνουν, δεν υπάρχει αμφιβολία. Και πάλι όμως, έχουν κολλήματα που θα τους κρατήσουν πίσω, όπως θα διαβάσετε στο κομμάτι για το Tokyo Motor Show, κι ένα από αυτά είναι πως ο ένας περιμένει να δει τι θα κάνει ο άλλος, αντί να κυνηγά ανελέητα τα δικά του όνειρα, παρουσιάζοντας τις δικές του πρωτότυπες προτάσεις. Ακόμα κι αυτή η νέα μόδα που έχει χτυπήσει άπαντες, με τα scrambler και τα café racer, δεν είναι τίποτα άλλο από μια μίμηση των κατασκευών ιδιωτών, που τόσα χρόνια μετατρέπουν κυρίως παλιότερα μοντέλα σε απομιμήσεις ακόμα παλιότερων. Δείτε το σαν ένα μεταβατικό στάδιο, σαν ορεκτικό πριν το κυρίως πιάτο. Γιατί όταν ξυπνήσουν για τα καλά όλοι οι Ιάπωνες κι αρχίσει ο πραγματικός ανταγωνισμός μεταξύ τους, τότε τα πράγματα θα γίνουν πολύ πιο ενδιαφέροντα, κι ακόμα μια Χρυσή Δεκαετία μας περιμένει. Μόνο που τώρα είναι κι οι Ευρωπαίοι πολύ δυνατοί...   

Editorial 562 - Αφανής τεχνολογία

x
Από το

motomag

1/9/2016

Σ’ αυτό το τεύχος έχουμε μια πολύ ωραία αντίθεση: Απ’ τη μια μεριά δύο εξωτικές Ιταλικές κατασκευές, απ’ την άλλη, τρεις μοτοσυκλέτες που κάνουν περισσότερα απ’ όσα δείχνουν με την πρώτη ματιά.

Κι ενώ είναι άγνωστο τι χρόνους θα έκανε μια Tamburini T12 Massimo στην πίστα, σε σχέση με την δωρητή κινητήρας της BMW S1000RR, δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει το απόλυτο της κατασκευής της. Με κινητήρα factory superbike της BMW που βγάζει 235 ίππους, ζυγίζει 154 κιλά, ένα λιγότερο από το ελάχιστο όριο των MotoGP!  Όπως είπαν και οι άνθρωποι της BMW όταν την είδαν από κοντά, δεν υπάρχει περίπτωση μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής να πετύχει το επίπεδο της ποιότητας και της προσοχής στην λεπτομέρεια που έχει μια Τ12. Kι ούτε βέβαια θα μπορούσε ποτέ να είναι μαζικής παραγωγής μια μοτοσυκλέτα κόστους πάνω από 300.000 ευρώ. Γι’ αυτό και μίλησα για χρόνους, για γυρολόγια, για μετρήσιμα μεγέθη. Γιατί υπάρχει βέβαια η – αξία ανεκτίμητη – απόλαυση της μορφής, της υφής και της ποιότητας του συνόλου και των εξαρτημάτων του, υπάρχει το δέος του ονόματος του Tamburini και της ιστορίας του και της γνώσης πως αυτή ήταν για κείνον η ιδανική superbike, κι αυτά είναι αρκετά για να σε μαγέψουν χωρίς καν να χρειάζεται να την οδηγήσεις. Έχοντας στο μυαλό μου πως σχεδόν όλες οι Bimota (πλην των DB2) που έχω οδηγήσει ήταν μάλλον απογοητευτικές ως σύνολο και συμπεριφορά (και ειδικά η πολυσυζητημένη Tesi), θα ήθελα πάρα πολύ να οδηγήσω μια Τ12 αλλά... απ’ τη μια θα κράταγα και μικρό καλάθι (με τόσες υποσχέσεις, είναι εύκολο να απογοητευτείς), κι απ’ την άλλη, αν όλα ήταν καλά, δεν έχω την ικανότητα να γράψω χρόνους ανταγωνιστικούς με μια μοτοσυκλέτα επιπέδου MotoGP. Μόνο εικόνες και αισθήσεις θα μάζευα, δεν θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω όπως της αξίζει και να μπορέσω να την αξιολογήσω σε ένα απίθανο να συμβεί ποτέ συγκριτικό: Μια Yamaha M1 που θα μας δάνειζε το φιλαράκι μας ο Valentino, μια BMW του παγκοσμίου SBK και μια T12 Massimo… Θα χρειαζόμασταν βέβαια και αντίστοιχα μυθικούς αναβάτες, για να τις οδηγήσουν στο Mugello κατά προτίμηση, για να βγάλουμε μετά τα συμπεράσματά μας. Τα γυρολόγια θα έλεγαν την ψυχρή αλήθεια, θα είχαμε μια τυπική νικήτρια, καλά θα περνάγαμε αν τις κάναμε κι εμείς μια βόλτα, αλλά μήπως έτσι θα χάναμε την ουσία; Τα πιο σημαντικά πράγματα στις μοτοσυκλέτες (όπως και στη ζωή) δεν είναι μετρήσιμα, δεν κατατάσσονται σε πρώτο δεύτερο τρίτο. Επιπλέον, κάθε τέτοια εξωτική κατασκευή έχει πολύ εξειδικευμένο και περιορισμένο πεδίο δράσης: Ακόμα και στην περίπτωση ενός πλούσιου συλλέκτη, ιδιοκτήτη T12, υποπτεύομαι πως περισσότερη ευχαρίστηση θα ήταν για κείνον να την χαζεύει στο γκαράζ του παρέα με τους φίλους του, παρά να κάνει μερικούς γύρους το χρόνο σε πίστα, φοβούμενος μην την κάνει την στραβή, το τσακίσει και το απαξιώσει. Η δε απολύτως χειρότερη περίπτωση θα ήταν να την αγοράσει κάποιος, και να την κρατήσει βουβή ακίνητη κι ανέραστη στο σαλόνι του σπιτιού του. Ως έργο τέχνης.

 

Στην άλλη άκρη του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος, έχουμε απλές και χρηστικές μοτοσυκλέτες όπως οι BMW F700GS και R 9T Scrambler, μαζί με την NC750X της Honda. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι πως ως σύνολο αποδίδουν καλύτερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς βλέποντας τα επί μέρους εξαρτήματά τους και το εμφανές επίπεδο της τεχνολογίας τους. Μπορεί να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, να μην προσπαθούν να εντυπωσιάσουν με την τεχνολογία τους, ας μην ξεχνάμε όμως πως η καλύτερη τεχνολογία δεν είναι κάποιο σύστημα ή ηλεκτρονικό βοήθημα, αλλά η φαιά ουσία του εγκεφάλου αυτών που εξέλιξαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Στην περίπτωση του Honda, η "αφανής" τεχνολογία συγκεντρώνεται κυρίως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας ενός κατασκευαστή κολοσσού σε μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, έτσι ώστε να φτιάξει αυτό που ξέρει πως οι περισσότεροι αναβάτες χρειάζονται: Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα χρήσεων στην άσφαλτο, με αξιοπιστία, πρακτικότητα και οικονομία.  Έφτιαξε δηλαδή η Honda αυτό που χρειάζεται η πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, κάτι που δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με αυτό που ονειρεύονται. Κάτι δηλαδή σαν την γυναίκα που θα ήσουν ευτυχής αν παντρευόσουν, σε αντίθεση με αυτή που θα επιθυμούσες να έχεις στο κρεβάτι σου. Λίγοι είναι τόσο ρεαλιστές ώστε να κάνουν τη σωστή επιλογή για συμβίωση, δυστυχώς.

Παρόμοιας φιλοσοφίας και το 700 της ΒΜW, με το σύνολο να αποδεικνύεται ανώτερο των επί μέρους εξαρτημάτων του, με πιο σπορ χροιά και απόδοση σε σχέση με το Honda. Τόσο μάλιστα, που λίγες αλλά καίριες αλλαγές το κάνουν να ανταγωνίζεται το "ανώτερο" στα χαρτιά, και προσανατολισμένο περισσότερο από το 700 προς το χώμα, F800GS.   

     

Διαφορετικού είδους και επιδόσεων μοτοσυκλέτες χρειάζονται και άλλες δόσεις τεχνολογίας, δεν μπαίνουν όλες στο ίδιο τσουβάλι, κάνοντας άκυρες τις συζητήσεις του είδους "χρειάζεται το traction control ή όχι;". Για μια superbike είναι απαραίτητο, ειδικά αν ο αναβάτης της θέλει να απολαμβάνει την οδήγηση στην πίστα αντί να περιμένει το επόμενο high siding. Για τους 90 ίππους στο τροχό του Scrambler στις περισσότερες περιπτώσεις όχι, σε μερικές ναι, και τελικά μπορεί να κάνει και χωρίς αυτό. Κι αυτές είναι οι προφανείς τεχνολογίες, ενώ πιο σημαντικές είναι οι αφανείς, που σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία και την σωστή κρίση, φτιάχνουν απολαυστικές, άρτιες και ομοιογενείς μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα, ένα πιρούνι με σωστά επιλεγμένα ελατήρια και αποσβέσεις, χωρίς ρυθμίσεις, θα δουλέψει καλύτερα από ένα πολύ μαλακό, αλλά πολυρυθμιζόμενο. Γιατί το δεύτερο, θα είναι μια ισχυρή ένδειξη πως αυτοί που εξέλιξαν την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν έκαναν τις σωστές επιλογές, με πιθανότερη κατάληξη πως και το σύνολο δεν θα λειτουργεί σωστά τελικά. Από το "τεχνολογικά εντυπωσιακό, αλλά πλημμελώς εξελιγμένο", το "καλοεξελιγμένο, αλλά απλό", είναι πάντα προτιμότερο. Και ο αναβάτης του, δένεται πολύ περισσότερο μαζί του, αφού δεν απογοητεύεται από τεχνολογίες που υποτίθεται θα του έκαναν τη ζωή εύκολη, ενώ αντίθετα του την κάνουν περίπλοκη χωρίς λόγο. 

 

 

Το MOTO HAPPENING αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Ο λόγος; Η ανωτέρα βία!