editorial 523 - on-off, το νέο στάνταρ

Από το

Μαύρο Σκύλο

31/5/2013

Μέχρι και την δεκαετία του '70, οι μοτοσυκλέτες δρόμου ήταν αναγκαστικά και παντός δρόμου, έπαιζαν και τον ρόλο των on-off. Αυτές ήταν, μ' αυτές θα έκανες τα πάντα. Καθημερινή μετακίνηση, χαβαλέ, κοντρίτσες, ταξιδάκια, κι αν σου τύχαινε και κανένας χωματόδρομος δεν το σκεφτόσουν, απλά τον πέρναγες. Βοηθούσαν όμως και τα μηχανάκια, αυτό να λέγεται. Είχαν τροχούς μεγάλης διαμέτρου, 18 και 19 ιντσών, όσες και η πλειοψηφία των on-off σήμερα, στενά λάστιχα, σχετικά μεγάλες διαδρομές τουλάχιστον μπροστά, κι έτσι μπορούσαν να πηγαίνουν άνετα στα χώματα, έως και διασκεδαστικά για όσους μπορούσαν να οδηγούν με γκάζι και να δουλεύουν τον στρόφαλό τους. Όταν έλεγες μοτοσυκλέτα, μια τέτοια εννοούσες, που την προσάρμοζες εσύ για κάθε χρήση. Ή προσαρμοζόσουν εσύ, το ίδιο κάνει.

Η εποχή των ταξιδιάρικων on-off "περιπέτειας" ξεκίνησε με τα ΧΤ500 και R80G/S. M' αυτές και όσες παρόμοιες ακολούθησαν, οι ταξιδιάρηδες ευρωπαίοι άνοιξαν νέους ορίζοντες σε τόπους που μέχρι τότε ήταν ανεξερεύνητοι μοτοσυκλετιστικά. Η αίγλη του σκληρού αγώνα Paris-Dakar βοήθησε τα μέγιστα στην ανάδειξη και την εξέλιξη αυτών των μοτοσυκλετών, και κάπως έτσι, χιλιάδες μοτοσυκλετιστές είχαν στο μυαλό τους την εικόνα του μοναχικού καβαλάρη που χάνεται προς τον ορίζοντα αφήνοντας πίσω του ένα συννεφάκι σκόνης, ως βενζινοκίνητος Λούκυ Λουκ.

Έχει ενδιαφέρον να δει κανείς τις παράλληλες πορείες των δύο κατηγοριών. Τα on-off φτιάχτηκαν από το πλευρό των street, που αποδείχθηκαν στην συνέχεια ιδιαιτέρως καρπερά, σκορπίζοντας δεξιά κι αριστερά πλήθος υποκατηγοριών, με ένα τεράστιο εύρος, από streetfighters, naked και superbike ως τουριστικά, υπερτουριστικά και σπορτουριστικά και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Έτσι, χάθηκε κάπου το τι ακριβώς είναι μια μοτοσυκλέτα δρόμου, αρχίσαμε τις διευκρινιστικές ερωτήσεις, για ποιά δουλειά, με πόσα θα ταξιδεύεις, θα βγαίνεις και εκτός πόλης ή όχι, μόνος σου ή με παρέα, πόσο γρήγορα πας, πότε θα φας, μια τρέλα κανονική. Ρε μάγκες, έπρεπε κάποιος να φωνάξει, σήμερα γουστάρω χαλαρή βολτίτσα, αύριο να πάω να τα χώσω και μεθαύριο να ξεκινήσω για εξάμηνο ταξίδι, πότε μόνος και πότε με παρέα, μην με πρήζετε, δέκα μηχανάκια δεν μπορώ να έχω, και να μπορούσα, δεν θέλω.

Εν τω μεταξύ, όσο τα street γεννοβολούσαν, τα on-off εξελίσσονταν, κι από εμφανισιακούς κλώνους των αγωνιστικών του Dakar ξαναδανείστηκαν στοιχεία από τα κορυφαία street για να φτάσουν στο σημερινό στάδιο της εξέλιξής τους. Και γι' αυτό, ευχαριστήστε την Ducati. Από κει που ήταν αποδεκτό για τα μεγάλα on-off να υπολείπονται σημαντικά σε επιδόσεις σε σχέση με τα street, βρέθηκαν να τα ανταγωνίζονται στα ίσα. Από κει που με απλές αναρτήσεις "έκανες τη δουλειά σου", οι ηλεκτρονικά ρυθμιζόμενες έγιναν κοινός τόπος, μια καινοτομία που καθιέρωσε η BMW. Τον πήχυ τον ανέβασε το Multistrada, που συνδυάζει εμφάνιση on-off με επιδόσεις σχεδόν superbike, χωρίς όμως να τελειοποιήσει την συνταγή. Η adventure εμφάνισή του δεν συνοδεύεται από ανάλογες δυνατότητες στα χώματα, οι κορυφαίες του επιδόσεις δεν συνοδεύονται από αντίστοιχη σιγουριά και σταθερότητα μετά τα 200. Ο βράχος όμως είχε αρχίσει να κατρακυλάει, παρασέρνοντας κι άλλους στο πέρασμά του. Η KTM απάντησε με έναν κινητήρα που κι αυτός προέρχεται από superbike, κοντράροντας το Multistrada στα ίσα από επιδόσεις, ενώ η BMW ξανασχεδίασε τον boxer της κάνοντάς τον και πιο δυνατό και πολύ πιο εύστροφο. Κι από μια μεριά (νέο Aprilia Caponord) που δεν ενδιαφέρεται για την απόδοση στο χώμα αλλά εκτός από την εμφάνιση που φέρνει σε on-off είναι καθαρά δρόμου, ήρθαν και οι ημι-ενεργητικές αναρτήσεις. Επίσης, είναι σαφές πια πως για να εκμεταλλευτείς τέτοιου είδους γκάζια παντού και πάντα χωρίς να χρειάζεσαι αυτοσυγκέντρωση Θιβετιανού μοναχού και οδηγικές ικανότητες Rossi, τα ηλεκτρονικά συστήματα που φροντίζουν να μην ξεφύγεις ανεπανόρθωτα προς το ΚΑΤ, είναι απαραίτητα. Και οι τελευταίες on-off τα έχουν όλα.

Έτσι, δυο μέρες πριν ξεκινήσουμε το φετινό MEGA TEST, με το νέο GS 1200, τα νέα ΚΤΜ Adventure & Adventure R, το Crosstourer DCT και το Triumph Explorer XC, κάθομαι και τα χαζεύω. Και σήμερα, όταν λέμε μοτοσυκλέτα, αυτές θα έπρεπε να εννοούμε. Κάνουν ό,τι κάνουν και οι street, κι ακόμα περισσότερα. Έχουν πια τον ρόλο που είχαν οι street για όλες τις δουλειές, πριν διασπαστούν σε δεκάδες κατηγορίες. Και στην πραγματική ζωή, στους πραγματικούς δρόμους, από την καθημερινότητα της πόλης ως τα ταξίδια στα πέρατα της γης, είναι καλύτερες, κι όχι μόνο γιατί πάνε και στο χώμα. Κι όσο είχαν έλλειμμα επιδόσεων, μπορούσαν να θεωρούνται λίγο φτωχοί συγγενείς, τώρα όμως ούτε σε επιδόσεις υστερούν ούτε σε τεχνολογία. Από παλιότερα μπορούσαν να δείξουν τον δρόμο στις street όταν κινούνταν εκτός εθνικής οδού, τώρα τις κοντράρουν κι εκεί. Είναι χαμαιλέοντες. Προσαρμόζονται παντού. Σου κάνουν τα κέφια, σε κάνουν να ονειρεύεσαι το ταξίδι. Μπορεί να μην το κάνεις ποτέ, μπορεί και να το αποφασίσεις κάποια στιγμή. Ό,τι κι αν σκεφτείς να κάνεις μαζί τους, γίνεται. Ακόμα και να το διασκεδάσεις σε ένα track day. Τόσο πολυτάλαντες κατασκευές δεν υπήρχαν μέχρι τώρα. Ναι, μια απολύτως υπερτουριστική μοτοσυκλέτα μπορεί να προσφέρει περισσότερη άνεση, μια superbike να γυρίσει πιο γρήγορα στην πίστα, μια καθαρόαιμη enduro να πάει πιο γρήγορα στο χώμα, αν θέλουμε να μιλήσουμε για τα όρια των δυνατοτήτων τους. Η συνολική τους αξία όμως και η χρηστικότητά τους είναι αξεπέραστη. Και κάπου σκέφτομαι πως αν είναι έτσι τα πράγματα, και οι νέες on-off είναι οι στάνταρ μοτοσυκλέτες, οι πιο πολυτάλαντες όλων, τότε το φετινό MEGA TEST θα αναδείξει την καλύτερη μοτοσυκλέτα για την πραγματική ζωή και όχι μόνο για εξειδικευμένες ανάγκες. Εμείς, σε δέκα μέρες από τη στιγμή που γράφονται αυτές οι λέξεις, θα ξέρουμε. Στο τεύχος Ιουλίου, θα ξέρετε κι εσείς.

ΜΕGA TEST ON-OFF 2013

Πέρσι, είχαμε φτάσει μέχρι τέρμα πινέζα Αλβανία, στα Καταραμένα Βουνά. Φέτος, θα πάμε πιο ψηλά, για να γνωρίσουμε τη χώρα που απλώνεται πίσω τους: Το Montenegro, το Μαυροβούνιο, την Crna Gora. Χώρα μικρή, αλλά με πολλά να δει και να κάνει κανείς. Από τις ακτές της Αδριατικής και τα παραλιακά θέρετρα, ως τα ποτάμια και τα φαράγγια της ενδοχώρας, ως την άλλη μεριά των Καταραμένων Βουνών, το Μαυροβούνιο είναι ένας ακόμα γείτονάς μας για τον οποίο μάλλον λίγα ξέρουμε. Αλλά αν το ταξίδι δεν είναι στο άγνωστο και δεν έχει εξερεύνηση, τι νόημα έχει;

Gay ΜotoGP;

Κατά καιρούς διάφοροι έχουν απορήσει: Υπάρχουν gay στους αγώνες μοτοσυκλέτας, και ειδικά στα MotoGP; Κανείς όμως δεν είχε θέσει το ερώτημα ανοιχτά, στους ίδιους τους αναβάτες. Συνέβη όμως κι αυτό, στην συνέντευξη τύπου στο Jerez, πριν τον αγώνα. Με αφορμή το άρθρο που έγραψε ο παίκτης του ΝΒΑ Jason Collins στο Sports Illustrated, και όπου δήλωνε πως είναι gay, o David Emmett βρήκε το θάρρος να ρωτήσει για την ύπαρξη και την αποδοχή ομοφυλόφιλων αναβατών στα MotoGP. Αν έχετε λογαριασμό στο ΜotoGP.com, μπορείτε να δείτε ολόκληρη τη συνέντευξη, αξίζει όμως να σας μεταφέρω εδώ κάποιους διαλόγους.

David Emmett: "Μια ερώτηση προς όλους -κι αρκετά δύσκολη. Την περασμένη βδομάδα ο Jason Collins, ένας παίκτης του NBA, παραδέχτηκε πως είναι ομοφυλόφιλος. Μέχρι τώρα κανείς αναβάτης MotoGP δεν έχει δηλώσει κάτι τέτοιο. Θέλω να ακούσω τις σκέψεις σας, σχετικά με το γιατί δεν έχει γίνει. Οι αναβάτες φοβούνται να δηλώσουν πως είναι gay, ή όλοι σας πραγματικά ενδιαφέρεστε μόνο για γυναίκες;"

<γέλια από το πλήθος>

Cal Crutchlow: "Να πω πρώτος;!"

David Emmett: "Ναι, παρακαλώ!"

<πιο πολλά γέλια>

Cal Crutchlow: "Λυπάμαι David, αλλά εξαιρούμαι -είμαι σχεδόν παντρεμένος. Αυτό έχω να πω... δεν ξέρω. Δεν νομίζω πως έχει σημασία, έτσι; Πιστεύω πως αυτό το σπορ αφορά τις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες. Ποτέ δεν έχει αποκαλυφθεί πως κάποιος είναι gay. Ίσως να υπάρχουν μερικοί, κρυμμένοι στην ντουλάπα, δεν ξέρω. ΄Ισως να έχω κάτσει παρέα με κάποιον. Δεν ξέρω."

Jorge Lorenzo: "Για όλους όσους με ρωτούν στο Twitter, ή όπου, αν είμαι gay, τώρα είναι η ώρα να μάθουν πως δεν είμαι gay. Σέβομαι τους gay. Φυσικά, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα μαζί τους."

David Emmett: "Κανείς άλλος;"

Nick Harris: "Marc Marquez;"

<περισσότερα γέλια>

Marc Marquez: "Νομίζω πως δεν είναι πρόβλημα. Έχω μεγάλο σεβασμό για όλους, όσο διαφορετική κι αν είναι η προσωπικότητά τους. Δεν είναι πρόβλημα."

Andrea Dovisioso: "Ποτέ δεν το σκέφτηκα αυτό, πως μερικοί αναβάτες μπορεί να είναι gay, πιστεύω όμως πως δεν θα ήταν πρόβλημα για κανέναν. Είναι δύσκολο να το σκεφτώ πάντως. Δεν ξέρω γιατί."

Stefan Bradl: "Αν είναι να μας κάνει πιο γρήγορους ίσως να το σκεφτόμασταν..."

<γέλια απ' όλη την αίθουσα>

Stefan Bradl: "Αλλά μέχρις τιμής δεν είχα αυτήν την εμπειρία. Ούτε εγώ είμαι gay. Σίγουρα όμως σέβομαι όσους είναι. Κι αυτοί είναι φυσιολογικοί άνθρωποι."

Scott Redding: "Ναι, το ίδιο κι εγώ. είμαι με την φίλη μου πολύ καιρό τώρα, και ποτέ δεν σκέφτηκα να πάρω τον άλλο δρόμο. Και πάλι, σεβασμός για όλους, όπως κι αν είναι."

Φανταστείτε τώρα το εξής σκηνικό: Συνέντευξη τύπου με όλους τους αναβάτες του ελληνικού πρωταθλήματος ταχύτητας παρόντες. Δημοσιογράφος σηκώνεται και κάνει την ίδια ερώτηση...

Editorial 562 - Αφανής τεχνολογία

x
Από το

motomag

1/9/2016

Σ’ αυτό το τεύχος έχουμε μια πολύ ωραία αντίθεση: Απ’ τη μια μεριά δύο εξωτικές Ιταλικές κατασκευές, απ’ την άλλη, τρεις μοτοσυκλέτες που κάνουν περισσότερα απ’ όσα δείχνουν με την πρώτη ματιά.

Κι ενώ είναι άγνωστο τι χρόνους θα έκανε μια Tamburini T12 Massimo στην πίστα, σε σχέση με την δωρητή κινητήρας της BMW S1000RR, δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει το απόλυτο της κατασκευής της. Με κινητήρα factory superbike της BMW που βγάζει 235 ίππους, ζυγίζει 154 κιλά, ένα λιγότερο από το ελάχιστο όριο των MotoGP!  Όπως είπαν και οι άνθρωποι της BMW όταν την είδαν από κοντά, δεν υπάρχει περίπτωση μοτοσυκλέτα μαζικής παραγωγής να πετύχει το επίπεδο της ποιότητας και της προσοχής στην λεπτομέρεια που έχει μια Τ12. Kι ούτε βέβαια θα μπορούσε ποτέ να είναι μαζικής παραγωγής μια μοτοσυκλέτα κόστους πάνω από 300.000 ευρώ. Γι’ αυτό και μίλησα για χρόνους, για γυρολόγια, για μετρήσιμα μεγέθη. Γιατί υπάρχει βέβαια η – αξία ανεκτίμητη – απόλαυση της μορφής, της υφής και της ποιότητας του συνόλου και των εξαρτημάτων του, υπάρχει το δέος του ονόματος του Tamburini και της ιστορίας του και της γνώσης πως αυτή ήταν για κείνον η ιδανική superbike, κι αυτά είναι αρκετά για να σε μαγέψουν χωρίς καν να χρειάζεται να την οδηγήσεις. Έχοντας στο μυαλό μου πως σχεδόν όλες οι Bimota (πλην των DB2) που έχω οδηγήσει ήταν μάλλον απογοητευτικές ως σύνολο και συμπεριφορά (και ειδικά η πολυσυζητημένη Tesi), θα ήθελα πάρα πολύ να οδηγήσω μια Τ12 αλλά... απ’ τη μια θα κράταγα και μικρό καλάθι (με τόσες υποσχέσεις, είναι εύκολο να απογοητευτείς), κι απ’ την άλλη, αν όλα ήταν καλά, δεν έχω την ικανότητα να γράψω χρόνους ανταγωνιστικούς με μια μοτοσυκλέτα επιπέδου MotoGP. Μόνο εικόνες και αισθήσεις θα μάζευα, δεν θα μπορούσα να την χρησιμοποιήσω όπως της αξίζει και να μπορέσω να την αξιολογήσω σε ένα απίθανο να συμβεί ποτέ συγκριτικό: Μια Yamaha M1 που θα μας δάνειζε το φιλαράκι μας ο Valentino, μια BMW του παγκοσμίου SBK και μια T12 Massimo… Θα χρειαζόμασταν βέβαια και αντίστοιχα μυθικούς αναβάτες, για να τις οδηγήσουν στο Mugello κατά προτίμηση, για να βγάλουμε μετά τα συμπεράσματά μας. Τα γυρολόγια θα έλεγαν την ψυχρή αλήθεια, θα είχαμε μια τυπική νικήτρια, καλά θα περνάγαμε αν τις κάναμε κι εμείς μια βόλτα, αλλά μήπως έτσι θα χάναμε την ουσία; Τα πιο σημαντικά πράγματα στις μοτοσυκλέτες (όπως και στη ζωή) δεν είναι μετρήσιμα, δεν κατατάσσονται σε πρώτο δεύτερο τρίτο. Επιπλέον, κάθε τέτοια εξωτική κατασκευή έχει πολύ εξειδικευμένο και περιορισμένο πεδίο δράσης: Ακόμα και στην περίπτωση ενός πλούσιου συλλέκτη, ιδιοκτήτη T12, υποπτεύομαι πως περισσότερη ευχαρίστηση θα ήταν για κείνον να την χαζεύει στο γκαράζ του παρέα με τους φίλους του, παρά να κάνει μερικούς γύρους το χρόνο σε πίστα, φοβούμενος μην την κάνει την στραβή, το τσακίσει και το απαξιώσει. Η δε απολύτως χειρότερη περίπτωση θα ήταν να την αγοράσει κάποιος, και να την κρατήσει βουβή ακίνητη κι ανέραστη στο σαλόνι του σπιτιού του. Ως έργο τέχνης.

 

Στην άλλη άκρη του μοτοσυκλετιστικού σύμπαντος, έχουμε απλές και χρηστικές μοτοσυκλέτες όπως οι BMW F700GS και R 9T Scrambler, μαζί με την NC750X της Honda. Το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι πως ως σύνολο αποδίδουν καλύτερα απ’ ότι θα πίστευε κανείς βλέποντας τα επί μέρους εξαρτήματά τους και το εμφανές επίπεδο της τεχνολογίας τους. Μπορεί να έχουν μόνο τα απολύτως απαραίτητα, να μην προσπαθούν να εντυπωσιάσουν με την τεχνολογία τους, ας μην ξεχνάμε όμως πως η καλύτερη τεχνολογία δεν είναι κάποιο σύστημα ή ηλεκτρονικό βοήθημα, αλλά η φαιά ουσία του εγκεφάλου αυτών που εξέλιξαν τη συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα. Στην περίπτωση του Honda, η "αφανής" τεχνολογία συγκεντρώνεται κυρίως στην εφαρμογή της τεχνογνωσίας ενός κατασκευαστή κολοσσού σε μοτοσυκλέτες και αυτοκίνητα, έτσι ώστε να φτιάξει αυτό που ξέρει πως οι περισσότεροι αναβάτες χρειάζονται: Μια μοτοσυκλέτα που μπορεί να καλύψει όλο το φάσμα χρήσεων στην άσφαλτο, με αξιοπιστία, πρακτικότητα και οικονομία.  Έφτιαξε δηλαδή η Honda αυτό που χρειάζεται η πλειοψηφία των μοτοσυκλετιστών, κάτι που δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με αυτό που ονειρεύονται. Κάτι δηλαδή σαν την γυναίκα που θα ήσουν ευτυχής αν παντρευόσουν, σε αντίθεση με αυτή που θα επιθυμούσες να έχεις στο κρεβάτι σου. Λίγοι είναι τόσο ρεαλιστές ώστε να κάνουν τη σωστή επιλογή για συμβίωση, δυστυχώς.

Παρόμοιας φιλοσοφίας και το 700 της ΒΜW, με το σύνολο να αποδεικνύεται ανώτερο των επί μέρους εξαρτημάτων του, με πιο σπορ χροιά και απόδοση σε σχέση με το Honda. Τόσο μάλιστα, που λίγες αλλά καίριες αλλαγές το κάνουν να ανταγωνίζεται το "ανώτερο" στα χαρτιά, και προσανατολισμένο περισσότερο από το 700 προς το χώμα, F800GS.   

     

Διαφορετικού είδους και επιδόσεων μοτοσυκλέτες χρειάζονται και άλλες δόσεις τεχνολογίας, δεν μπαίνουν όλες στο ίδιο τσουβάλι, κάνοντας άκυρες τις συζητήσεις του είδους "χρειάζεται το traction control ή όχι;". Για μια superbike είναι απαραίτητο, ειδικά αν ο αναβάτης της θέλει να απολαμβάνει την οδήγηση στην πίστα αντί να περιμένει το επόμενο high siding. Για τους 90 ίππους στο τροχό του Scrambler στις περισσότερες περιπτώσεις όχι, σε μερικές ναι, και τελικά μπορεί να κάνει και χωρίς αυτό. Κι αυτές είναι οι προφανείς τεχνολογίες, ενώ πιο σημαντικές είναι οι αφανείς, που σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία και την σωστή κρίση, φτιάχνουν απολαυστικές, άρτιες και ομοιογενείς μοτοσυκλέτες. Για παράδειγμα, ένα πιρούνι με σωστά επιλεγμένα ελατήρια και αποσβέσεις, χωρίς ρυθμίσεις, θα δουλέψει καλύτερα από ένα πολύ μαλακό, αλλά πολυρυθμιζόμενο. Γιατί το δεύτερο, θα είναι μια ισχυρή ένδειξη πως αυτοί που εξέλιξαν την συγκεκριμένη μοτοσυκλέτα δεν έκαναν τις σωστές επιλογές, με πιθανότερη κατάληξη πως και το σύνολο δεν θα λειτουργεί σωστά τελικά. Από το "τεχνολογικά εντυπωσιακό, αλλά πλημμελώς εξελιγμένο", το "καλοεξελιγμένο, αλλά απλό", είναι πάντα προτιμότερο. Και ο αναβάτης του, δένεται πολύ περισσότερο μαζί του, αφού δεν απογοητεύεται από τεχνολογίες που υποτίθεται θα του έκαναν τη ζωή εύκολη, ενώ αντίθετα του την κάνουν περίπλοκη χωρίς λόγο. 

 

 

Το MOTO HAPPENING αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας. Ο λόγος; Η ανωτέρα βία!