Suzuki SV 650 2019: Δοκιμή μακράς διαρκείας Part 2

Συμβίωση με τη λογική
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

13/1/2020

Οι 25 ημέρες συμβίωσης με το Suzuki SV 650 πέρασαν γρήγορα και ήρθε η ώρα να επιστρέψει σπίτι του και στην οικογένειά του. Στις πρώτες ημέρες αυτής της μακράς διάρκειας δοκιμής, μας είχε τραβήξει την προσοχή η μεγάλη αλλαγή που έφεραν στην προσωπικότητα αυτής της μοτοσυκλέτας τα ισχυρότερα φρένα. Για το πόσο και σε πoιο βαθμό το μοντέλο του 2019 διαφέρει και άλλαξε σε σχέση με το μοντέλο του 2016-2018, μπορείτε να διαβάσετε ΕΔΩ. Τώρα είναι η ώρα να κάνουμε έναν μικρό απολογισμό. Να πούμε τί μας άρεσε, τί δεν μας άρεσε, τί θα μπορούσε να είναι διαφορετικό, αλλά και την αλλαγή κατεύθυνσης που έχει η τελευταία γενιά των SV 650 από τα πρώτα SV 650 του 1999. Και θα ξεκινήσουμε από το τελευταίο κεφάλαιο, διότι καθορίζει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα κριτήρια πάνω στα οποία θα κάνουμε την κριτική μας.

Η πρώτη γενιά των SV είχε αλουμινένιο πλαίσιο χωροδικτύωμα, 68 ίππους στον τροχό και μοντέρνα εμφάνιση. Εμφανίστηκε σε μια εποχή που η Suzuki είχε στη γκάμα της τα τετρακύλινδρα Bandit και λίγα χρόνια αργότερα πρόσθεσε και το GSR 600. Με τα Bandit 650 να καλύπτουν το συντηρητικό κοινό της μεσαίας κατηγορίας και το υγρόψυκτο GSR 600 να κινείται στα λημέρια των Hornet 600 και FZ 600 (Fazer), ο εμπορικός χώρος δράσης του SV 650 ήταν απέναντι στον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό, δηλαδή στα αερόψυκτα Ducati Monster 600/750 (620/800) και στα αντίστοιχα Supersport 750/800. Αν ήθελες V2 με περισσότερο γκάζι και την δεδομένη Ιαπωνική αξιοπιστία, τα SV 650 ήταν η εναλλακτική επιλογή. Αν ρωτούσες τότε ποιο από αυτά τα τρία μοντέλα της Suzuki στη μεσαία κατηγορία θα επιβίωνε στο μέλλον , η λογική απάντηση θα ήταν το μοντέρνο τεχνολογικά GSR 600 και ίσως το Bandit 650 λόγω της ανταγωνιστικής τιμής του και της αλεξίσφαιρης αξιοπιστίας του, που του χάριζαν εντυπωσιακές πωλήσεις στη γερμανική, βρετανική και αμερικάνικη αγορά.

Η λογική έλεγε πως το τελευταίο που θα είχε ελπίδες να μείνει στην παραγωγή έως τις μέρες μας ήταν το SV 650, το οποίο έως τότε ήταν απλώς εναλλακτική λύση σε μια ιταλική μοτοσυκλέτα. Κι όμως! Όχι μόνο επέζησε η πιο “εξειδικευμένη” από τις τρεις μεσαίες μοτοσυκλέτες της Suzuki, αλλά είναι και η μόνη που επέζησε εμπορικά. Δύο είναι οι βασικοί λόγοι γι΄αυτό. Οι προδιαγραφές εκπομπής ρύπων της Ε.Ε. που θέρισε τα μικρομεσαίου κυβισμού τετρακύλινδρα και η σοφή επιλογή της Suzuki να μεταλλάξει το SV 650 σε ανταγωνιστή των Yamaha MT-07 και Kawasaki ER-6 (τώρα πλέον Ζ650). Και οι δύο αυτοί λόγοι, δεν θα μπορούσαν να έχουν αποτέλεσμα, αν ο V2 κινητήρας των 650 κυβικών της Suzuki δεν ήταν εξ αρχής… φανταστικός. Μιλάμε για έναν κινητήρα είκοσι χρονών, ο οποίος ήρθε αντιμέτωπος με τις προδιαγραφές Euro 4 και εξακολουθεί να είναι από τους δυνατότερους και οικονομικότερους σε κατανάλωση στην κατηγορία του.

Η αλλαγή στρατηγικής της Suzuki για τον εμπορικό προσανατολισμό του SV 650, έφερε αναγκαστικά και πολλές αλλαγές στο σχεδιασμό και τα μηχανικά μέρη. Όταν αντίπαλος ήταν τα ακριβότερα Ducati, υπήρχε σοβαρός λόγος το πλαίσιο να είναι από αλουμίνιο. Τώρα που κύριοι αντίπαλοι είναι το MT-07 και το Z650, προτεραιότητα έχει η τιμή.

Στα χαρτιά, οι προδιαγραφές του νέου SV 650 μοιάζουν υποδεέστερες από εκείνες των δύο πρώτων γενιών. Μόνο που στην πράξη συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Η ακαμψία του νέου ατσάλινου πλαισίου σε σχέση με του πρώτης και δεύτερης γενιάς αλουμινένιου, είναι εφάμιλλη. Η συμπεριφορά όμως στην γρήγορη οδήγηση είναι πολύ καλύτερη στην νέα γενιά, λόγω της άριστης ρύθμισης του πιρουνιού, αλλά και του πίσω αμορτισέρ. Το πιρούνι και τα φρένα ήταν το αδύνατο σημείο των SV 650, ενώ τώρα είναι το δυνατό τους σημείο. Ειδικά το πιρούνι είναι το καλύτερο ανάμεσα στους άμεσους ανταγωνιστές του. Κι όπως ήδη είπαμε στην πρώτη αναφορά μας, στο "Part 1" αυτής της δοκιμής μακράς διάρκειας, οι τετραέμβολες δαγκάνες του μοντέλου του 2019 άλλαξαν συνολικά το χαρακτήρα του SV 650 στη σπορ οδήγηση. Χωρίς καμία αμφιβολία, το μοντέλο του 2019 είναι το πιο καλοστημένο SV 650 και ταυτόχρονα το πιο καλοστημένο στην κατηγορία του γενικώς.

Όπως τα καλύτερα στην κατηγορία του είναι τα όργανα. Από εμφάνιση δεν έχουν κάτι ιδιαίτερο, όμως έχουν μια αξιόπιστη ένδειξη αυτονομίας και όλα όσα πραγματικά χρειάζεσαι σε μια γυμνή μοτοσυκλέτα για όλες τις χρήσεις.  

Προφανώς το SV 650 του 2019 δεν είναι παντού τέλειο, όπως και καμία μοτοσυκλέτα δεν είναι συνολικά τέλεια. Η πολύ χαμηλή σέλα θα βολέψει ακόμα και αναβάτες με ύψος 1,50μ όμως αυτό το πέτυχαν αφαιρώντας σχεδόν όλο το αφρώδες υλικό. Για τις σύντομες καθημερινές διαδρομές εντός πόλεως και τις μονοήμερες εκδρομούλες περιμετρικά της πόλης, είναι αποδεκτή η άνεση (κυρίως χάρη στην ποιότητα λειτουργίας των αναρτήσεων). Όμως αν μιλάμε για μεγαλύτερες αποστάσεις που απαιτούν να μείνεις καθισμένος στη σέλα για πάνω από δύο ώρες συνεχόμενα, τότε τα πράγματα γίνονται πολύ άβολα. Το ίδιο ισχύει και για το κομμάτι της σέλας που αναλογεί στον συνεπιβάτη, μόνο που εδώ δεν υπάρχει η δικαιολογία του χαμηλού ύψους. Αντίθετα πιστεύουμε πως αν πρόσθεταν περισσότερο υλικό και την έκαναν λιγότερο κατηφορική, θα σε ενοχλούσε λιγότερο ο συνεπιβάτης στα φρεναρίσματα και γενικά θα σε ενοχλούσε λιγότερο με τη γκρίνια του.

Επίσης το τιμόνι θα μπορούσε να είναι λίγο μεγαλύτερο σε πλάτος και πιο κοντά στο σώμα σου, αλλά το συγχωρούμε διότι σου επιτρέπει να περνάς μέσα από τους πιο στενούς διαδρόμους στις ουρές των αυτοκινήτων. Εκείνο που δεν μπορέσαμε να συγχωρήσουμε είναι τα ασθενικά φώτα. Ο μεγάλος στρογγυλός προβολέας υπόσχεται μια ευρεία δέσμη φωτός χωρίς κενά και σκιές, όμως η δύναμη της λάμπας είναι οριακή ακόμα και μέσα στη πόλη. Το ίδιο ισχύει και για τη μεγάλη σκάλα, που είναι ελάχιστα πιο δυνατή από την μεσαία. Το πρόβλημα είναι πως το κρύσταλλο του προβολέα είναι εντελώς διάφανο κι αν βάλεις πολύ πιο δυνατές λάμπες (άνω των 3500Κ τύπου Xenon ή LED) θα στραβώνεις τους υπόλοιπους στο απέναντι ρεύμα και θα τρως πολλές μούτζες… δικαιολογημένα.

Πέραν αυτών των τριών σημείων είναι πολύ δύσκολο να βρεις κάποια άλλη αιτία για να παραπονεθείς. Ακόμα και η πολύ μικρή χωρητικότητα του ρεζερβουάρ σε βενζίνη δεν επηρεάζει σημαντικά την αυτονομία, λόγω της μικρής κατανάλωσης (μέση 4,5-5 λίτρα στα 100km σε μικτή χρήση). Οπότε κάνεις εύκολα 180-200 χιλιόμετρα πριν αρχίσεις να ψάχνεις για βενζινάδικο. Επαρκέστατη απόσταση ανεφοδιασμού ακόμα και για μακρινά ταξίδια περιπλάνησης σε άγνωστες διαδρομές. Αν ξαναδιαβάσετε αυτό το κείμενο από την αρχή και κρατήσετε μόνο της “επικεφαλίδες” κάθε παραγράφου, αυτό που μένει είναι πως το SV 650 έχει μια πολύ γερή βάση κινητήρα-πλαισίου-αναρτήσεων (και φρένων από το 2019). Τα γύρω-γύρω είναι εκείνα που αφήνουν περιθώρια για κουβέντα, διαφωνίες ή βελτιώσεις ανάλογα με τις προτεραιότητες και τα γούστα του καθένα μας.

Zontes GK 350: Πρώτη γεύση στους ελληνικούς δρόμους

Το πρώτο της νέας γενιάς
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

13/7/2022

Η Zontes μας συστήνει τον ολοκαίνουριο κινητήρα της στα 350 κυβικά με ένα εντυπωσιακό σε εμφάνιση modern-classic που ονομάζει GK 350. Η σειρά μοτοσυκλετών “G” της Zontes είχε έως τώρα δύο μοντέλα στα 125 και 155 κυβικά με μοντέρνους υγρόψυκτους μονοκύλινδρους κινητήρες υψηλής απόδοσης. Για το 2022 και με αφορμή τις προδιαγραφές Euro5, η Zontes ετοίμασε έναν νέο κινητήρα στα 350 κυβικά που έρχεται για να αντικαταστήσει ουσιαστικά τον κινητήρα των 310 κυβικών που έχουν οι σειρές μοντέλων των 310T, 310R, 310V και 310X.

Αυτόν το νέο κινητήρα έχει το ολοκαίνουριο GK 350 που αποτελεί το μεγαλύτερο σε κυβισμό μοντέλο της σειράς “G” μέχρι στιγμής. Όπως όλες οι μοτοσυκλέτες της Zontes, το GK 350 χαρακτηρίζεται από τον υπερπλήρη εξοπλισμό του και τις δεκάδες σχεδιαστικές λεπτομέρειες που συνήθως συναντάς μόνο σε μοτοσυκλέτες αρκετών δεκάδων χιλιάδων ευρώ. Αυτό σημαίνει πως τα όργανα είναι μια έγχρωμη οθόνη TFT με δυνατότητα σύνδεσης smartphone μέσω Bluetooth, η οποία διαθέτει τέσσερα διαφορετικά Interface και έχει αισθητήρα φωτός που μεταβάλει αυτόματα τη φωτεινότητά της.

Οι ενδείξεις είναι παραπάνω από πλήρεις, αφού εκτός των άλλων περιλαμβάνει και ένδειξη πίεσης ελαστικών χάρη στους αισθητήρες που υπάρχουν στις βαλβίδες κάθε ζάντας. Τα φώτα είναι full-LED εμπρός και πίσω, ενώ για πρώτη φορά η ZONTES χρησιμοποιεί φρένα της J.Juan τα οποία συνδυάζονται με το δικάναλο ABS της Bosch. Ο νέος μονοκύλινδρος κινητήρας έχει πραγματική απόδοση που ξεπερνά τους 30 ίππους στον πίσω τροχό (39,5 ίππους στο στρόφαλο ανακοινώνει η Zontes) και δύο mode λειτουργίας (ECO/Sport). Διαθέτει μονόδρομο συμπλέκτη με υποβοήθηση για ομαλές αλλαγές ταχυτήτων και είναι τοποθετημένος μέσα σε ένα αρκούντως στιβαρό πλαίσιο με κατανομή βάρους 50% εμπρός και πίσω για ουδέτερη και προβλέψιμη συμπεριφορά.

Η επιλογή του υγρού κάρτερ στο νέο 350 αντί του ξηρού που έχει ο κινητήρας των 310 κυβικών, έγινε με στόχο τη μείωση των μηχανικών θορύβων. Πράγματι, ο νέος κινητήρας έχει πιο πολιτισμένη και “ιαπωνική” αίσθηση στις χαμηλές και μεσαίες στροφές, με τους υψηλής συχνότητας κραδασμούς να κάνουν την εμφάνισή τους μόνο στις πολύ υψηλές στροφές.

Το GK 350 καταφέρνει να κρύψει τα 183 κιλά του με γεμάτο το ρεζερβουάρ και είναι μια εύκολη στη συμβίωση μοτοσυκλέτα. Η εργονομία της θέσης οδήγησης είναι ελαφρώς σπορ και σε συνδυασμό με τις ρυθμιζόμενες μανέτες ο αναβάτης  του GK 350 θα βολευτεί αμέσως πάνω του. Η σέλα του συνεπιβάτη είναι λιγότερο φιλόξενη και τα μαρσπιέ του έχουν μικρή απόσταση, λυγίζοντας αρκετά τα πόδια του, όμως για κοντινές βόλτες εντός νομού δεν δημιουργεί ιδιαίτερο πρόβλημα. Οι καθρέπτες στις άκρες του τιμονιού είναι πάντα πρόβλημα μέσα στην κίνηση της πόλης και δεν καλύπτουν μεγάλο οπτικό πεδίο, όμως στο GK 350 υπάρχουν οι βάσεις για να βιδώσεις κανονικούς καθρέπτες, οπότε όσοι προτιμούν την πρακτικότητα αντί του… στιλ δεν χρειάζεται να κάνουν πατέντες. Για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα της Zontes τα φρένα είναι επώνυμου κατασκευαστή και συγκεκριμένα της J.Juan που πλέον είναι θυγατρική της Brembo.

Επίσης για πρώτη φορά σε μοτοσυκλέτα της Zontes, ο δίσκος εμπρός είναι των 320mm. Η δύναμη και η αίσθηση των φρένων είναι πολλά σκαλοπάτια πάνω από τα φρένα που έχουν τα μοντέλα της σειράς 310 και κυρίως η αντοχή τους στην υπερθέρμανση. Συνδυάζονται με το δικάναλο ABS της Bosch, το οποίο είναι ρυθμισμένο να επεμβαίνει κάπως πρόωρα στους γλιστερούς ελληνικούς δρόμους, αλλά είναι αρκετά γρήγορο στις αντιδράσεις του και δεν δημιουργεί υπερβολικά μεγάλα χρονικά κενά.

Το πεδίο δράσης του GK 350 είναι σαφέστατα η καθημερινή μετακίνηση και οι βολτούλες τα Σαββατοκύριακα με στιλ, οικονομία  και ευκολία οδήγησης. Η προσιτή τιμή και ο υπερπλήρης εξοπλισμός, σε συνδυασμό με την προσεγμένη σχεδίαση, κάνουν το GK 350 μια πολύ ενδιαφέρουσα επιλογή, κυρίως για όσους μεταπηδούν από την Α1 κατηγορία στην Α2.

 

Κινητήρας: 349cc, τετράχρονος, υγρόψυκτος

Κύλινδροι/βαλβίδες: Μονοκύλινδρος/4βάλβιδος

Ισχύς: 39,5PS/9.500

Ροπή: 3,4kgm/7.500

Ανάρτηση εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Upside/Down

Ανάρτηση πίσω: Μονό αμορτισέρ, ρυθμιζόμενη

Τιμή: €4.785

Αντιπρόσωπος: Γκοργκόλης Α.Ε.