Ducati Scrambler 800: Ελληνική μετατροπή σε Café Racer!

Το αριστούργημα του Πέτρου Χατζηροδέλη της Jigsaw Customs
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/12/2018

Ολοκληρώθηκε πλέον το Ducati Café Racer που προέρχεται από ένα Scrambler 800, και αποκλειστικά παρακολουθήσατε κομμάτι-κομμάτι την κατασκευή του. Μία custom φτιαγμένη από τον άνθρωπο που έχει φέρει την μία διάκριση μετά την άλλη σε διεθνείς διαγωνισμούς, κύλισε σήμερα για πρώτη φορά τους τροχούς της –δεκαεπτάρηδες και οι δύο πια- καθώς κάναμε μαζί της, την πρώτη δοκιμαστική της βόλτα!

Ο Πέτρος είναι άνθρωπος που τρέφει ένα μεγάλο πάθος για τις μοτοσυκλέτες γενικά, και τις λεπτομέρειες της κατασκευής τους ειδικά. Είναι λοιπόν αδύνατο να μην συνδυάζει αυτά τα δύο σε κάθε customizing ή ανακατασκευή που αναλαμβάνει! Η ελληνική αντιπροσωπεία της Ducati, Kosmocar AE, ήθελε να διαθέτει στην συλλογή της ένα custom Scrambler με ελληνική υπογραφή και απευθυνόμενη στον Πέτρο Χατζηροδέλη και την Jigsaw Customs, ήξερε από την αρχή πως θα μπορούσε να έχει ένα πολυφωτογραφημένο αποτέλεσμα! Ας μην κάνουμε για ακόμη μία φορά τις συστάσεις, καθώς έως τώρα θα έχετε ακολουθήσει τουλάχιστον κάποια από τις περιπέτειες που έχει ζήσει το MOTO με τον Πέτρο, από την πανευρωπαϊκή νίκη του Yamaha Yardbuilt το 2016, έως την επανάληψη το 2017 και το ταξίδι στο Wheels & Waves! Από ένα μικρό κατάστημα στην Νέα Μάκρη, ο Πέτρος έχει ήδη χτίσει μία καριέρα στην Ευρώπη, καθώς οι μοτοσυκλέτες που customάρει και ανακατασκευάζει, πωλούνται σε ιδιωτικές συλλογές σε άλλες χώρες!

Είμασταν παρόντες στην παραλαβή του ολοκαίνουριου Ducati Scrambler 800, όπου ο Πέτρος κρατούσε ήδη στα χέρια του τα σχέδια για ένα γνήσιο Café Racer, πιστό σε μία άλλη εποχή, δηλώνοντας βέβαιος πως το τελικό αποτέλεσμα δεν θα αποκλίνει ούτε στο ελάχιστο. Η πορεία έμελλε να μην είναι φυσικά δίχως την παραμικρή δυσκολία, όπως άλλωστε συμβαίνει πάντα σε κάθε customizing οπουδήποτε στον κόσμο, και είναι εκείνο το στοιχείο που καθιστά κάθε μοτοσυκλέτα ξεχωριστή από όλες τις υπόλοιπες! Μπορεί ο περισσότερος κόσμος να θεωρεί την διαφορετικότητα στην εμφάνιση ως την πηγή της ανάγκης για customizing, όμως είναι τελικά η πορεία προς την ολοκλήρωση εκείνη που πραγματικά εξατομικεύει κάθε μοτοσυκλέτα και την καθιστά μία και μοναδική…

Το τελικό αποτέλεσμα του νέου Café Racer είναι ωστόσο απόλυτα συνυφασμένο με τα σχέδια που είχαμε αντικρύσει τότε, έχοντας πετύχει πλήρως την ταύτιση με το αρχικό όραμα. Ο Πέτρος θέλησε να κρατήσει τον κινητήρα ανέπαφο πέρα από την τοποθέτηση των τελικών της hpcorse με τους custom λαιμούς που φτιάχτηκαν εδώ. Θυμηθείτε τι λέγαμε για την hpcorse εδώ. Η κλειδαριά μεταφέρθηκε στο πλάι, η τιμονόπλακα κατασκευάστηκε από τον άλλο φοβερό και τρομερό Έλληνα customizer, τον «Vass Works» που έχει την τάση να φτιάχνει τα πάντα μόνος του, είτε είναι αξεσουάρ για την μοτοσυκλέτα του που θα δείτε ξανά να παρουσιάζεται στο MOTO, ακόμη πιο αναλυτικά, είτε πρόκειται για… ψησταριές και όσα μπαίνουν πάνω σε αυτές!

Τα πάντα για τον “Vass Works” πρέπει να γίνονται από τον ίδιο όταν θέλει να τα απολαύσει… Δικοί του είναι και οι μαρσπιέδες, στους οποίους το πόδι κάθεται εξαιρετικά άνετα, την στιγμή που σε αρκετές custom αναρωτιέσαι γιατί δεν μπορείς να βολευτείς μέχρι να ανακαλύψεις πως είναι απλά μερικά χιλιοστά διαφορετικοί, ο ένας μαρσπιές από τον άλλο. Στην περίπτωση τους, αν σου έλεγαν πως αγοράστηκαν ακριβά από ένα εργοστάσιο στην Γερμανία, δεν θα προέβαλες καμία αντίδραση, μοιάζουν πως βγήκαν πράγματι από εργοστάσιο με πανάκριβα μηχανήματα, όταν στην πράξη είναι ελληνικής – και υπερήφανης- κατασκευής.

Το Café Racer έχει ένα ρεζερβουάρ που κρύβεται κάτω από το ενιαίο πολυεστερικό του κουστούμι, που επίσης φιλοξενεί την νέα διαδρομή των ηλεκτρικών που όλα έχουν επιμελώς κρυφτεί, όπως περιγράφουμε εδώ. Πίσω τα φώτα είναι ταυτόχρονα και φλας, μέσα σε σωλήνα πλέξιγκλας που ο Πέτρος της έδωσε κι ένα σχήμα που ακολουθεί την σιλουέτα της μοτοσυκλέτας. Περισσότερες όμως τεχνικές λεπτομέρειες σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, όπως επίσης και διάφορες λύσεις που ο Πέτρος ακολούθησε απέναντι σε όσα συνάντησε κατά το συγκεκριμένο customizing. Εκτός από το πρόσθετο βάρος, απλά και μόνο η αλλαγή του εμπρός τροχού σε 17’ ήταν αρκετή για να μεταμορφώσει πλήρως την μοτοσυκλέτα, ενώ μαζί με τα slick ελαστικά και την νέα εργονομία που σε αναγκάζει να ξαπλώσεις μπροστά, το πρώην Scrambler συμπεριφέρεται τώρα σαν superbike εποχής. Ψάχνεις δηλαδή πού θα στηρίξεις γόνατα καθώς μπορείς απότομα να το κατευθύνεις μέσα στην στροφή, κι απαλλαγμένος από τον όγκο των σημερινών μοτοσυκλετών, βρίσκεσαι στην αναζήτηση του μινιμαλιστικού φαίρινγκ. Αγνοώντας την γνώριμη οδό, το συγκεκριμένο Café Racer σε μεταφέρει αρκετά πίσω αναπαράγοντας με πιστότητα μία άλλη εποχή, απλά και μόνο με την αλλαγή στην γεωμετρία και την εργονομία, και την περαιτέρω μείωση του ήδη μικρού της όγκου. Μόλις χαμηλώσει λίγο ακόμη το τιμόνι εμπρός, όπως θα κάνει ο Πέτρος ως την επόμενη δοκιμή, και σκυμμένος αρχίσεις να γεμίζεις τις σχέσεις την μία μετά την άλλη, η πεμπτουσία των Café Racer θα λάμψει πλήρως, με τον Πέτρο να καταφέρνει για άλλη μία φορά κάτι μοναδικό: Την απλή εμφάνιση που φαντάζει εύκολη υπόθεση να επιτύχεις, αλλά προδίδουν την πολυπλοκότητά της η προσοχή στις λεπτομέρειες και το τελικό αποτέλεσμα μόλις την οδηγήσεις.

Εξαιρετικά πρόθυμη να βουτήξει στην στροφή, χωρίς όμως απότομες αντιδράσεις, δίχως αναταράξεις από τον πίσω τροχό που δεν έχει ανάρτηση εξ αρχής προσανατολισμένη στην γρήγορη οδήγηση, κι ένα σύνολο εξαιρετικά σταθερό στο άνοιγμα του γκαζιού. Θέλοντας να διατηρήσει την πιστότητα στις Café Racer αλλά και να είναι πάντα μία μοτοσυκλέτα που οδηγείς καθημερινά, ο Πέτρος έκρυψε το πλαϊνό σταντ πίσω από τον αριστερό λαιμό της εξάτμισης και του αφαίρεσε κάθε «αυτί» για να μην το βλέπεις ποτέ, παρά μονάχα όταν με το χέρι το κατεβάσεις για να παρκάρεις την μοτοσυκλέτα. Οι Café Racer, όπως και οι Flat Track, αυτές που οδηγούνταν κάθε ημέρα και αγωνιζόντουσαν τις Κυριακές ταξιδεύοντας οδικώς στις πίστες και όχι σε van, δεν είχαν πλαϊνά σταντ, αλλά έβρισκαν πάντα έναν φιλικό τοίχο. Στην συγκεκριμένη περίπτωση που μπορεί να είναι μία custom που κρύβει πολλές ώρες δουλειάς, αλλά παραμένει και μία καθημερινή μοτοσυκλέτα, το πλαϊνό σταντ δεν μπορούσε να λείπει. Αν βέβαια πιέσεις την μοτοσυκλέτα στις αριστερές στροφές, τότε αρκετά γρήγορα θα αρχίσει να σε εγκαταλείπει γραμμάριο-γραμμάριο, όσο ξύνει δυνατά στην άσφαλτο.

Τα δύο πανέμορφα τελικά παράγουν έναν δυνατό μπάσο ήχο και τον συνοδεύουν με χορταστικά σκασίματα αν κλείσεις το γκάζι ενώ έχεις στροφές, λειτουργώντας ως καμουτσίκι για να το ανοίξεις ξανά και μάλιστα πιο απότομα αυτή την φορά…

Η πρώτη μας οδηγική γνωριμία, κρύβει όλα τα στοιχεία ενός εφηβικού έρωτα που περίμενε μήνες να πετύχει το «ψηστήρι» μέχρι να έρθει πολυπόθητη στιγμή. Το γνωρίσαμε σαν Scrambler που ακόμη δεν είχε βάλει μπροστά ούτε στατικά και ζήσαμε την πρώτη στιγμή που οι νέοι, -διαφορετικοί- λαιμοί εξατμίσεων άλλαζαν χρώμα. Συγχαρητήρια στον Πέτρο Χατζηροδέλη και την Jigsaw Customs, για το…. Χριστουγεννιάτικο αυτό δώρο στην Ducati. Σ’ έναν ιδανικά ουτοπικό κόσμο, ο Άι Βασίλης θα ερχόταν καβάλα με ένα τέτοιο Café Racer, με το συγκεκριμένο vintage λογότυπο της Ducati, και θα μοίραζε σε όλους μας κλειδιά, και στα καλά, και στα κακά παιδιά…

 

 

Οδηγούμε Royal Enfield HNTR 350: Πρώτη γεύση επί ελληνικού εδάφους

Το νεανικό πρόσωπο της Enfield
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

7/12/2022

Στις μέρες μας δεν ισχύει πλέον ο γενικός διαχωρισμός μεταξύ “καλών” και “κακών” μοτοσυκλετών. Αυτό που υπάρχει στην πραγματικότητα είναι ο διαχωρισμός μεταξύ των μοτοσυκλετών που κάνουν όσα υπόσχονται και των μοτοσυκλετών που δεν καταφέρνουν να εκπληρώσουν τις υποσχέσεις τους.

Με το ολοκαίνουριο HNTR 350 η Enfield υπόσχεται να ικανοποιήσει τις ανάγκες του νεανικού ευρωπαϊκού κοινού, κάτι που μέχρι σήμερα δεν ήταν στις προτεραιότητες των υπόλοιπων μοντέλων της.

Μετά από αυτή την πρώτη σύντομη επαφή που είχαμε με το HNTR 350 στους ελληνικούς δρόμους, μπορούμε να πούμε χωρίς δεύτερη σκέψη πως η νέα μοτοσυκλέτα της Enfield εκπληρώνει με απόλυτη επιτυχία τις υποσχέσεις της.

Το HNTR 350 βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα μηχανικά μέρη του cruiser Meteor 350 και του vintage 350 Classic. Αυτό σημαίνει πως έχει τον νέο και καταπληκτικό σε ποιότητα λειτουργίας αερόψυκτο μονοκύλινδρο των 349 κυβικών, που σε κάνει να απολαμβάνεις κάθε μέτρο της διαδρομής.

Μόνο που σε αυτή την περίπτωση η Enfield δεν πήρε έναν κουβά μαύρη ματ μπογιά και έβαψε τα χρώμια του Classic 350, για να το βαφτίσει μετά “νεανικό” και “μοντέρνο”.

Ο κινητήρας έχει αλλαγές στην διαχείριση της τροφοδοσίας και την εξάτμιση, με στόχο να δώσουν περισσότερη “τσαχπινιά” στην απόκριση του γκαζιού και πιο “παιχνιδιάρικο” ήχο.

Το πλαίσιο έχει πιο γρήγορη γεωμετρία για πιο άμεσες αντιδράσεις στις εντολές του αναβάτη και φυσικά για ευελιξία.

Οι τροχοί είναι ελαφρύτεροι και μικρότεροι σε διάμετρο, διευκολύνοντας ακόμα περισσότερου τους ελιγμούς και την αμεσότητα αντιδράσεων.

Αντίστοιχες αλλαγές υπάρχουν και στην εργονομία τις θέσης οδήγησης, όπως και στις αναρτήσεις, με στόχο φυσικά να τονίζουν ακόμα περισσότερο την πιο παιχνιδιάρικη προσωπικότητα του HNTR 350 σε σχέση με τα υπόλοιπα αδέρφια του.

Βλέπουμε δηλαδή πως η Enfield έχει κάνει σοβαρή δουλειά σε όλα τα σημαντικά μηχανικά μέρη του HNTR 350 και δεν άλλαξε απλώς κραγιόν, όπως συνηθίζεται σε αυτές τις περιπτώσεις.

Πώς μεταφράζονται όλα αυτά στην πράξη; Με λεπτομέρειες θα τα πούμε σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ, όταν θα έχουμε ολοκληρώσει την πολυήμερη δοκιμή με πλήρεις μετρήσεις, ενώ στο τρέχον τεύχος θα βρείτε την αναλυτική παρουσίασή του από την διεθνή δημοσιογραφική παρουσίασή του που έγινε στην Ινδία.

Όμως εδώ μπορούμε να πούμε τώρα δυο λόγια για την συνολική αίσθηση αυτής της μοτοσυκλέτας. Το πρώτο και βασικό είναι η ποιότητα λειτουργίας όλων των μηχανικών μερών και η αίσθηση που δίνουν στον αναβάτη πως καβαλάει μια μοτοσυκλέτα πολλαπλάσιας τιμής. Αν έχεις οδηγήσεις τα Meteor 350 και Classic 350 δεν θα εκπλαγείς, όμως αν δεν είχες οδηγήσει αυτή την οικογένεια μοτοσυκλετών έως σήμερα, θα πάθεις πλάκα με τη συνολική αίσθηση ποιότητας σε ό,τι αγγίζεις και ό,τι βλέπεις.

Αν τώρα έχεις οδηγήσει τα Meteor 350 και 350 Classic θα αντιληφθείς αμέσως τις αλλαγές στα γεωμετρικά χαρακτηριστικά του πλαισίου, των τροχών και τις διαφορετικές ρυθμίσεις των αναρτήσεων, καθώς το HNTR 350 είναι σαφώς πιο ελαφρύ σε αίσθηση –ειδικά στις χαμηλές ταχύτητες, πιο σφιχτό και σπορ στις αποσβέσεις των αναρτήσεων και στις μεταφορές του βάρος στα φρεναρίσματα και φυσικά πιο ζωηρό και άμεσο στις στροφές.

Ο κινητήρας επίσης ακούγεται και είναι πιο πρόθυμος στο άνοιγμα του γκαζιού, αν και οι συνολικές επιδόσεις δεν έχουν κάποια αξιοσημείωτη διαφορά.

Το σίγουρο είναι πως η Enfield, όχι μόνο κατάφερε με απόλυτη επιτυχία να εκπληρώσει τις υποσχέσεις της για τη δημιουργία μιας “νεανικής” και φτηνότερης μοτοσυκλέτας, αλλά επιπλέον το κατάφερε χωρίς επιπτώσεις στην ποιότητα. Εύγε!