Οδηγήσαμε KTM EXC 2020! Εντυπώσεις από ολόκληρη την γκάμα Enduro [VIDEO]

Αποκλειστικά στην Ισπανία
Από τον

Κίμωνα Καράμπελα

3/6/2019

Καθόλου τυχαία, στην Ισπανία σε μία τοποθεσία που δένει το όνομά της με το Extreme Enduro, στην Bassella, η KTM παρουσίασε την σειρά EXC, την γκάμα Enduro για το 2020. Κι όπως κάθε φορά, σε κάθε τέτοια παρουσίαση, η KTM είχε ετοιμάσει μία ποικιλία από διαφορετικές τοποθεσίες και διαδρομές που σου επέτρεπαν να δοκιμάσεις τις enduro μοτοσυκλέτες σε όλες σχεδόν τις επιφάνειες φροντίζοντας ταυτόχρονα για μπόλικο χρόνο οδήγησης. Το MOTO ήταν εκεί, και δοκιμάσαμε τις νέες enduro της KTM που φαίνεται να έχουν υιοθετήσει πολλές από τις αλλαγές που υπάρχουν στις αγωνιστικές μοτοσυκλέτες, όπως και τις σειράς SX και να είναι έτσι προετοιμασμένες όχι απλά για έναν αγώνα, αλλά απευθείας για να τον κερδίσουν…

Η KTM τράβηξε μία γραμμή ξεκινώντας πέρσι μία νέα εποχή για το enduro. Ολόκληρη η αγωνιστική της ομάδα παρακολούθησε το παγκόσμιο πρωτάθλημα FIM SuperEnduro και παράλληλα το WESS, World Enduro Super Series. Την ενοποίηση δηλαδή ορισμένων αγώνων Extreme Enduro με άλλους πιο παραδοσιακούς, κάτω από μία ομπρέλα στην οποία παραμένουν ανεξάρτητοι, αλλά ακολουθούν μία ενιαία βαθμολογική πολιτική. Πέρσι ο Jonny Walker θα είχε επικρατήσει με άνεση, και θα είχε ανακηρυχθεί ο καλύτερος αναβάτης του Enduro αν δεν σημείωνε μία άσχημη πτώση… Σε κάθε περίπτωση όμως, η εμπλοκή του εργοστασίου στο νεοσύστατο WESS με τα ίδια δεδομένα που παρακολουθεί το παγκόσμιο πρωτάθλημα Enduro της FIM, μετέτρεψε τους ιδιαίτερους αγώνες που το απαρτίζουν σε πεδίο δοκιμών. Ένα πεδίο δοκιμών από τα πλέον απαιτητικά καθώς ενισχύεται από το γεγονός πως είναι εκεί για να κερδίσουν και όχι απλά για την συμμετοχή και την εξέλιξη. Κάθε αγώνας έχε τις δικές του ανάγκες και ιδιαιτερότητες και οι συγκεκριμένοι πακετάρουν μπόλικες σε ένα συμπυκνωμένο πακέτο, ιδανικό για εξέλιξη και βελτίωση. Πολλές από τις αλλαγές που φέρει η ανανεωμένη γκάμα, έχουν τελειοποιηθεί μέσα από αυτή την αγωνιστική ενασχόληση, με την συνδρομή κορυφαίων αναβατών μετά και τον τραυματισμό του Walker. Αναβάτες όπως οι Taddy Blazusiak, Nathan Watson, Josep Garcia, Manuel Lettenbichler κ.α.

Δεν είναι λοιπόν τυχαίο που η KTM επέλεξε την συγκεκριμένη τοποθεσία για δοκιμή, εδώ που γίνεται ο μεγαλύτερος ίσως αγώνας της χρονιάς για την Ισπανία, με έντονα στοιχεία Extreme Enduro που κάθε χρόνο γίνονται και δυσκολοτέρα. Ξεπερνώντας τις 1000 συμμετοχές, ένα αστρονομικό νούμερο, ο στόχος γίνεται κάθε χρονιά να τερματίζουν ολοένα και λιγότεροι!

Φέτος η KTM ρίχνει όλο της το βάρος στο WESS, έχοντας πρακτικά μονοπωλήσει το παγκόσμιο πρωτάθλημα enduro για τόσο πολύ καιρό, που πλέον χρειαζόταν κάτι νέο, μία σειρά από αγώνες που κάθε ένας θα απαιτεί με τον τρόπο του να έχεις την καλύτερη μοτοσυκλέτα, κι όχι απλά τον καλύτερο αναβάτη. Η KTM επιλέγει συνειδητά να αναβαθμίσει την δυσκολία στο αγωνιστικό πεδίο των μοτοσυκλετών της, κι αυτό στο τέλος καταλήγει προνόμιο για τον χομπίστα και τον ερασιτέχνη…

Αυτό που είδαμε εμείς από κοντά, είναι πως η γκάμα έχει ανανεωθεί σημαντικά και πως οι αλλαγές που έχουν γίνει έχουν γνώμονα την λειτουργικότητα. Σε επόμενο τεύχος του ΜΟΤΟ θα δούμε αναλυτικά τα EXC μοντέλα του 2020, αλλά μέχρι τότε ας δούμε τα βασικά σημεία που έχουμε ξεχωρίσει. Ξεκινάμε με την πεπατημένη, όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος η διαδικασία ήταν ίδια, οι αλλαγές των motocross μοντέλων περνούν απ’ ευθείας στα endure. Πέρσι ήταν η χρονιά των SX οπότε το 2020 ήταν η σειρά των EXC όπως μας έχουν συνηθίσει εδώ και χρόνια οι Αυστριακοί. Είχαμε την χαρά να βρισκόμαστε εκεί με τους επίσημους αναβάτες της ΚΤΜ, Josep Garcia και Nathan Watson με τους οποίους συνομιλήσαμε αλλά και οδηγήσαμε παρέα σε διαδρομές της Basella.

Όλες οι EXC δέχτηκαν αλλαγές ως προς την εργονομία, οι σιλουέτες τους μίκρυναν σε διαστάσεις με καλύτερη συγκέντρωση της μάζας κοντά στο γεωμετρικό κέντρο της μοτοσυκλέτας, κι έτσι συμπληρώθηκαν πάνω από 65 αλλαγές σε σημεία των EXC όπου μερικά ανανεώθηκαν και άλλα είναι εντελώς νέα.

Οι κινητήρες δέχτηκαν αλλαγές με το 60% αυτών να είναι νέας σχεδίασης, στα τετράχρονα endurο αφαιρέθηκε η μανιβέλα και άλλες πολλές ακόμη λεπτομέρειες με το ενδιαφέρον να πέφτει πάνω στο νέο πλαίσιο όπου πλέον είναι πιο άκαμπτο στις κάθετες δυνάμεις διατηρώντας την ελαστικότητα του στις πλευρικές πιέσεις με αποτέλεσμα να βελτιωθεί η σταθερότητα της μοτοσυκλέτας αλλά και η αίσθηση από τον εμπρός τροχό. Οι αναρτήσεις δέχτηκαν νέες ρυθμίσεις με σκληρότερα settings αλλά πιο μαλακά ελατήρια και υπόσχονται καλύτερη συμπεριφορά στις μεγάλες ταχύτητες.

Δείτε το TRAILER της παρουσίασής τους:

 

150 EXC TPI

Η αποκάλυψη της παρουσίασης δεν ήταν άλλη από την νέα ‘’μικρή’’ δίχρονη endurο ΚΤΜ 150 EXC TPI, μια εντελώς νέα μοτοσυκλέτα σχεδιασμένη από λευκό χαρτί που ‘’διέγραψε’’ από τον χάρτη το 125 EXC αφού επίσημα σταμάτησε η παραγωγή του ανοίγοντας μια νέα σελίδα στις μικρού κυβισμού δίχρονες enduro καθώς διαθέτει ψεκασμό αντί καρμπυρατέρ. Η δύναμη δεν λείπει καθόλου από το 150, έχει την ροπή που χρειάζεσαι στις χαμηλές στροφές και ψηλά ουρλιάζεις από χαρά εσύ ο ίδιος, μαζί με τον πολύστροφο κινητήρα, από την δύναμη που εκείνος σου δίνει. Τα προγνωστικά λένε πως θα αγαπηθεί αρκετά από τους πιτσιρικάδες που θα το καβαλήσουν και από τους χομπίστες που θα το επιλέξουν για να τους κάνει την ζωή εύκολη στην βόλτα.

250/300 EXC TPI

Τί να πει κανείς για τα δύο πιο επαναστατικά δίχρονα enduro της αγοράς όταν ξέρεις ότι από πολύ καλά έγιναν ακόμα καλύτερα; Δέχτηκαν αλλαγές στον κινητήρα και συγκεκριμένα στον αισθητήρα που καθορίζει την πίεση του ψεκασμού ανά υψόμετρο και θερμοκρασία και μάλιστα απέκτησαν και δεύτερο για μεγαλύτερη ακρίβεια ακόμη και στις πιο άμεσες αλλαγές, τόσο τις υψομετρικές όσο καις τις διαφοροποιήσεις της θερμοκρασίας. Ο κινητήρας επίσης ‘’’έστριψε’’ μια μοίρα πιο μπροστά για να δώσει μεγαλύτερο βάρος στον μπροστινό τροχό αυξάνοντας και την πληροφόρηση που δέχεσαι από αυτόν.

Πρακτικά οι διαφορές είναι μικρές και με μία πρώτη ματιά υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να μην τις καταλάβεις και καθόλου, όμως είναι εκεί και σίγουρα παίζουν τον ρόλο τους. Το 250 EXC είναι εκείνο που θέλεις για να σε ξυπνήσει ανοίγοντας το γκάζι με πιο ζωηρή απόκριση από τον μεγάλο αδερφό 300 EXC που πιο νωχελικά θα μαζέψει χιλιόμετρα, αλλά με ροπή που θα σε βοηθήσει να σκαρφαλώσεις κάθετους τοίχους με άνεση.

250/350 EXC-F

Τα πιστόλια της γκάμας, τα enduro που θες για να κάνεις την ζωή σου εύκολη στις χαλαρές εντουροβόλτες αλλά ταυτόχρονα θα κάνεις και πλάκα στα χρονόμετρα με τους πιο γρήγορους χρόνους που θα μπορούσες να έχεις. Πιο ανανεωμένα από ποτέ, πιο γρήγορα από ποτέ με τις αλλαγές που δέχτηκαν στο σύνολο τους. Πλέον οι διαφορές στην αίσθηση με τα SX-F είναι πιο μικρές χωρίς όμως να χάνουν την ικανότητα τους και στις πιο απαιτητικές endurο διαδρομές. Η νέα εργονομία σε βοηθά να τα χειρίζεσαι πιο άνετα και βολεύεσαι πάνω τους από τα πρώτα μέτρα. Απλά επιλέγεις ένα τελικό εξάτμισης από τον κατάλογο των powerparts της ΚΤΜ και αυτό είναι όλο, έχεις μια enduro μοτοσυκλέτα έτοιμη για κάθε γούστο. Έτοιμη να την ταΐσεις με οτιδήποτε βρεις σε μία βόλτα ή σε έναν αγώνα!

450/500 EXC-F

Για τα μεγάλα τετράχρονα 450 και 500 EXC-F η συζήτηση είναι εξίσου μεγάλη, είναι η κατηγορία που πλέον λίγοι θα επιλέξουν μιας και ξέρουν τι να περιμένουν όταν κληθούν να αντιμετωπίσουν την δύναμη και την ροπή από τους κινητήρες τους. Το 450 δέχτηκε τις περισσότερες αλλαγές από την γκάμα των τετράχρονων όπως είχε γίνει και στα SX πέρυσι με το 450 SX-F. Ο κινητήρας δέχτηκε σχεδόν τις ίδιες αλλαγές όσον αφορά την κεφαλή και τον κύλινδρο με μεγάλη διαφορά στην απόδοση με πιο φιλικό χαρακτήρα αλλά περισσότερη ιπποδύναμη. Οι διαφορές μεταξύ του 450 και του 500 είναι παρόμοιες με αυτές του 250 και 300 EXC TPI, ή θα επιλέξεις το 450 για εκρηκτική δύναμη και ακαριαία απόκριση σε κάθε γκαζιά ή θα πας στην λύση του 500 που με την ροπή που διαθέτει νομίζεις ότι θα ‘’κόψεις’’ το βουνό στη μέση χαράζοντας νέα μονοπάτια ή θα βγάλεις από μέσα σου τον αναβάτη BAJA που χρόνια έκρυβες.

 

Δείτε μία πλούσια συλλογή φωτογραφιών από την παρουσιάσή της οικογένειας EXC για το 2020 στην Ισπανία:

 

 

Διπλή Δοκιμή Kawasaki ZX-6R 636 2019 Jerez & Castelloli ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ

Γι΄αυτό αγαπάμε τα 600
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

5/4/2019

Φορτώσαμε πλούσια εμπειρία οδηγώντας το νέο Kawasaki Ninja 636 και εξαιτίας αυτής της η πρώτη προσέγγιση είναι απαραίτητα φιλοσοφική: Από τη στιγμή που μπήκαν τα ηλεκτρονικά στη μοτοσυκλετιστική ζωή μας, άλλαξαν πολλά. Κυρίως άλλαξε το δόγμα πως οι μεγάλου κυβισμού μοτοσυκλέτες είναι για έμπειρους αναβάτες και οι μικρότερου κυβισμού είναι κατάλληλες για τους πιο άπειρους.

Κάτι τέτοιο δεν ισχύει πια. Η τεχνολογία που έχουν οι μεγάλες μοτοσυκλέτες τις κάνουν πολύ πιο ασφαλείς και εύκολες σε όλες τις συνθήκες. Αντιθέτως οι μικρού κυβισμού μοτοσυκλέτες, λόγω της ανάγκης για περιορισμό του κόστους κατασκευής και της τιμής πώλησης, έχουν λιγότερα και υποδεέστερης απόδοσης ηλεκτρονικά βοηθήματα ενεργητικής ασφάλειας, χειρότερες αναρτήσεις, χειρότερα φρένα και φτηνότερα υλικά, με αποτέλεσμα να έχουν σχεδόν το ίδιο βάρος με τις μεγάλες. Έτσι το μόνο που αλλάζει είναι οι επιδόσεις -κυρίως- στην ευθεία, όμως και πάλι τα περισσότερα άλογα και η μεγαλύτερη ροπή είναι πλεονέκτημα για έναν άπειρο αναβάτη, γιατί μπορεί να κερδίσει εύκολα και με ασφάλεια χρόνο στην ευθεία, αντί να προσπαθεί να πάει γρήγορα στις στροφές, αυξάνοντας τις πιθανότητες να φέρει στο όριο της πρόσφυσης τα ελαστικά του.

τέρμα γκάζι στις εξόδους...

Συναντήσαμε το νέο Kawasaki 636 σε δύο διαφορετικές φάσεις με μικρή χρονική απόσταση μεταξύ τους, όπως και χιλιομετρική, σε ξεχωριστές πίστες με διαφορετικά ελαστικά. Αυτό μετέτρεψε την προσέγγισή μας απέναντί του σε μία μεγάλη βεντάλια, καθώς φορτώσαμε μπόλικη εμπειρία σε περιβάλλον πίστας. Το οδηγήσαμε στην τεχνική, κλειστή για το ευρύ κοινό πίστα του Castelloli στην Βαρκελώνη με τα νέα Dunlop Sportsmart mk3 και έπειτα στην εξόχως μοτοσυκλετιστική πίστα της Jerez με Bridgestone S22.

Η εμπειρία μας από την παρουσίαση των νέων ελαστικών S22 της Bridgestone στην πίστα της Jerez, όπου οδηγήσαμε το ZX-10R και το ZX-6R 636 μαζί, είναι μια καλή απόδειξη για όλα όσα λέγαμε παραπάνω στην αρχή. Εδώ να πούμε πως η πίστα της Jerez έχει μοτοσυκλετάδικη χάραξη, με παρατεταμένες στροφές και μόλις μία μεγάλη ευθεία. Καμία σχέση δηλαδή με τις περισσότερες καινούριες πίστες, που έχουν σχεδιαστεί για αγώνες αυτοκινήτων και έχουν πολλές ευθείες και κλειστές στροφές για να μπορούν τα αυτοκίνητα να κάνουν προσπεράσεις στα φρένα. Ξεκινώντας με την μεγάλη ZX-10R ήταν εύκολο να κάνουμε προσπεράσεις στους πιο αργούς αναβάτες στις μικρές ευθείες της Jerez και με την βοήθεια των ηλεκτρονικών, να κρατήσουμε υπό έλεγχο τα 200 άλογα μέσα στις στροφές. Ειδικά με αυτά τα λάστιχα που έχουν σχεδιαστεί κυρίως για χρήση στο δρόμο και ζεσταίνονται αμέσως, πρέπει να αποφεύγεις να ανοίγεις τέρμα το γκάζι με τη μοτοσυκλέτα υπερβολικά πλαγιασμένη, ώστε να μην τα υπερθερμάνεις. Τα μεγάλα superbike των 1000 κυβικών είναι τέλεια για να γράφεις γρήγορα γυρολόγια, πλαγιάζοντας όσο λιγότερο γίνεται στις στροφές.

Δεν χρειάζεται να ρισκάρεις με πρόωρα χουφτώματα του γκαζιού μέσα στη στροφή. Όμως ακόμα κι αν το κάνεις, τα εξελιγμένα traction control που παίρνουν εντολές από την IMU θα μεταφέρουν ομαλά τη δύναμη, ρυθμίζοντας την τροφοδοσία του ψεκασμού ride by wire.

Πρόσθεσε τώρα τα quick shifter Up/Down, τα wheelie control, το ρυθμιζόμενο φρένο κινητήρα και το επίσης ρυθμιζόμενο cornering ABS και θα καταλάβεις γιατί τα καινούρια superbike είναι ταχύτερα και ασφαλέστερα για έναν αναβάτη με μικρή εμπειρία από οδήγηση σε πίστα.

Αν ακόμα δεν έχεις πειστεί, τότε κατέβα από τη σέλα του ZX-10R και αμέσως μετά ανέβα στου ZX-6R 636. Το αναβαθμισμένο για το 2019 supersport μοντέλο της Kawasaki έχει στα χαρτιά περίπου τα ίδια ηλεκτρονικά με τη μεγάλη της αδερφή. Έχει ρυθμιζόμενο Traction Control, έχει ABS φυσικά και έχει και Quick Shifter. Η διαφορά είναι στη λέξη “περίπου”. Το quick-shifter είναι μόνο για τα ανεβάσματα, κόβοντας απλώς το ρεύμα χωρίς να επεμβαίνει στον ψεκασμό. Το ABS δεν είναι cornering και οι δαγκάνες είναι Nissin και όχι monoblock M50 της Brembo. Φυσικά η κεντρική μονάδα δεν έχει αισθητήρες G-Force όπως η IMU της ZX-10R, οπότε το traction control επεμβαίνει βάσει του εγκατεστημένου λογισμικού και δεν παίρνει real-time δεδομένα. Ουσιαστικά έχει τα ηλεκτρονικά που είχε η ZX-10R το 2010.

Βγάλε τώρα 50 άλογα από τον κινητήρα και μάλλον θα έχεις καταλάβει γιατί με το ZX-6R θα πρέπει να προσπαθήσεις περισσότερο για να πας γρήγορα στην πίστα.

Όταν όμως το κάνεις, τότε θα θυμηθείς γιατί γουστάρεις να οδηγάς τα supersport 600.

Γουστάρεις να τα οδηγάς γιατί… πραγματικά τα οδηγάς ΕΣΥ και δεν είσαι ΕΠΙΒΑΤΗΣ όπως με τα 1000. Τα στύβεις, τους πίνεις το αίμα, ορμάς στις εισόδους των στροφών και ελέγχεις την πορεία σου μέσα στη στροφή με το γκάζι. Στις ευθείες δεν κρατιέσαι απλώς από το τιμόνι προσπαθώντας να μείνεις πάνω στη σέλα όπως κάνεις με τα 1000. Με το ZX-6R σκύβεις, ψάχνεις για την μικρότερη δυνατή αεροδυναμική αντίσταση και κοιτάς το στροφόμετρο για να ανεβάσεις ταχύτητα την σωστή στιγμή.

Φρενάρεις όσο πιο αργά μπορείς και στα κατεβάσματα ρυθμίζεις με το γκάζι τις στροφές του κινητήρα ελέγχοντας το ντριφτ του πίσω τροχού που ελαφρώνει. Αν φρενάρεις παραπάνω απ’ όσο πρέπει ή κατεβάσεις μία λιγότερη ή μία περισσότερη ταχύτητα θα κολλήσεις μέσα στη στροφή. Ο κινητήρας έχει δύναμη από τις 8.000 στροφές και πάνω. Αυτόν τον αριθμό ακριβώς θα πρέπει να δείχνει η βελόνα του στροφόμετρου όταν μπαίνεις στη στροφή. Με λιγότερες στροφές δεν θα μπορέσεις να βγεις δυνατά στην έξοδο.

Μόλις όμως τα κάνεις σωστά όλα αυτά, το ZX-6R θα σου δώσει τέτοια ικανοποίηση και χαρά, που κανένα μεγάλο Superbike 1000 δεν μπορεί να κάνει. Λυσσάς, ιδρώνεις και γουστάρεις. Διαλέγεις γραμμές, σκέφτεσαι την επόμενη κίνηση, καταστρώνεις σχέδια δράσης για να προσπεράσεις. Νοιώθεις αυτή τη μοναδική ικανοποίηση πως εσύ ελέγχεις πλήρως την κατάσταση. Ο κινητήρας ουρλιάζει στον κόφτη διαρκώς, του πίνεις το αίμα!

Για να μην παρεξηγηθούμε όμως, να είμαστε σαφείς: Το ZX-6R γυρνούσε διαολεμένα γρήγορα στην πίστα της Jerez. Είναι πραγματικά πολύ γρήγορη μοτοσυκλέτα και μόνο στην πίσω μεγάλη ευθεία τα superbike είχαν πιθανότητες να το προσπεράσουν. Αν δεν σε έφταναν εκεί, τότε τους χαιρετούσες και δεν σε ξαναέβλεπαν μπροστά τους. Κι όσο περνούσαν οι γύροι, τόσο αυξανόταν η διαφορά, καθώς με τα 1000 μόνο οι πολύ γυμνασμένοι μπορούσαν να κρατήσουν σταθερό γυρολόγιο. Όλα αυτά ως εδώ εμπίπτουν στην πλειοψηφία των αναβατών. Το πρόβλημα με εμάς -τους Έλληνες- είναι πως όλοι μας θεωρούμε τον εαυτό μας εκτός πλειοψηφίας. Ένας αγωνιζόμενος θα έκανε ελικοπτεράκι το 600άρι βουτώντας με το 1000άρι παντού και πάντα με ορμή και αίμα στα μάτια. Ακόμη και στους αγωνιζόμενους βέβαια, αυτοί είναι ελάχιστοι, ας μην μείνουμε λοιπόν σε όσα ισχύουν για τους ελάχιστους! Όσα λέμε ισχύουν για γρήγορους αναβάτες στην πίστα, και είναι ήδη μειοψηφικό το πακέτο αυτό. Με το ZX-6R δεν χρειάζεσαι μπράτσα, αλλά εμπειρία, πάθος και μυαλό. Γι΄αυτό και είναι μια μοτοσυκλέτα που θα ευχαριστηθούν περισσότερο οι αναβάτες μεγαλύτερης ηλικίας. Όσοι δηλαδή έχουν χορτάσει από το ωμό γκάζι των superbike και ζητούν την απόλαυση της οδήγησης στην πίστα. Όταν απολαμβάνεις την οδήγηση του ZX-6R, ενώ μόλις πριν λίγα λεπτά έχεις οδηγήσει την αφρόκρεμα των superbike του 2019 σε μια από τις καλύτερες πίστες των MotoGP, νομίζουμε πως αυτό αποτελεί το μεγαλύτερο κομπλιμέντο που μπορείς να κάνεις για ένα supersport 600 σήμερα.

Στην ολότελα τεχνική, κρυμμένη και σκονισμένη πίστα στο Castelloli της Βαρκελώνης, οι συσχετισμοί ήταν διαφορετικοί, κι αυτό γιατί το 636 ήταν το γρηγορότερο που υπήρχε εκεί! Να δημιουργήσουμε καταρχήν την εικόνα, γιατί έτσι πολλά πράγματα θα είναι πολύ πιο ξεκάθαρα. Η πίστα αυτή έχει φτιαχτεί εξ αρχής ως πεδίο δοκιμών για τις εταιρίες αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών και όχι για αγώνες. Μπορεί να γίνονται track days, μπορεί να διοργανώνονται και κάποιοι γύροι τοπικών πρωταθλημάτων –η Ισπανία είναι παράδεισος του μηχανοκίνητου αθλητισμού- αλλά ο σκοπός της δημιουργίας της ήταν να γίνει ένα πεδίο δοκιμών και το έχει καταφέρει απόλυτα, αποτελώντας μία εξαιρετικά επικερδή επιχείρηση. Αυτό είναι κι ένα έμμεσο μήνυμα σε όποιον ονειρεύεται πίστες F1 και λοιπά στην Ελλάδα. Η Ισπανία έχει καμιά 60αριά πίστες και «πιστούλες» όχι μία για όλες τις δουλειές. Στην συγκεκριμένη, που έχει χωθεί μέσα στις κορυφές και διαθέτει και γέφυρα περνώντας πάνω από τον εαυτό της, έχουν τοποθετήσει ένα εξελιγμένο σύστημα κεραιών με την τηλεμετρία να μην χάνεται ούτε σε ένα χιλιοστό της πίστας με την εντονότατη μορφολογία εδάφους και ταυτόχρονα ένα απίστευτα ταχύ δίκτυο που υποστηρίζεται και με δορυφορική σύνδεση. Έτσι, όταν η BMW κλείνει μερικές εβδομάδες δοκιμών τον χρόνο στην πίστα πληρώνοντας ένα σεβαστό ποσό σε ετήσια βάση, επωφελείται από το πρόσθετο γεγονός πως τα δεδομένα φτάνουν σε πραγματικό χρόνο απευθείας στην Γερμανία. Μάλιστα, τόσο απλά και φοβερά.

Στην πίστα αυτή η Dunlop παρουσίασε το νέο Sportsmart MK3 σε μία γενναία απόφαση καθώς αυτή την εποχή δεν μαστίζεται από σκόνη και γύρη από το παρακείμενο δάσος. Γύρη σε ποσότητες που την σηκώνεις με το φτυάρι όμως, ένα πρόβλημα τόσο σοβαρό που είχαν τοποθετήσει πριν τις πινακίδες για τα φρένα, μεγάλα μπλοκ από ντυμένες σε πανί αχυρόμπαλες για να καταφέρουν να κρατήσουν την σκόνη μακριά. Έτσι και πατούσες εκτός γραμμής φλερτάριζες με το γλίστρημα, ενώ και η γραμμή δεν ήταν κάτι σταθερό και απόλυτο στην διάρκεια των γύρων. Να προσθέσουμε τώρα τα έντονα σαμαράκια στην είσοδο, και με το επίθετο «έντονα» εννοούμε πως εξαιτίας τους οδηγούσαν μέχρι και σε αύξηση πίεσης 0,6bar στα ελαστικά, που είναι σημαντικό νούμερο για τέτοια επίδραση, αλλά θα τα εξηγήσουμε αυτά στην δοκιμή των ελαστικών.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ιδανικό για άμεσα συμπεράσματα σε ελαστικά και σπαστικό αν δοκιμάζεις μοτοσυκλέτες, το 636 κατάφερε να είναι ένα εξαιρετικό παιχνίδι που σου επέτρεπε να διασκεδάσεις μαζί του και να αισθανθείς τεράστια εμπιστοσύνη αψηφώντας σκόνες, σαμαράκια κι άλλους δημοσιογράφους που έφευγαν ευθεία, μιας κι αυτό συνέβη μερικές φορές. Μελλοντικά στο τεύχος θα αναλύσουμε πλήρως τι συμβαίνει με αναρτήσεις, κυρίως την πίσω που θέλει περισσότερο ψάξιμο, κι ας μείνουμε τώρα στο πόσο φιλική είναι αυτή η μοτοσυκλέτα μόλις φεύγεις από τον παράδεισο της Jerez και μπαίνεις μαζί της σε καταστάσεις που θυμίζουν περισσότερο την χώρα μας. Σαμαράκια και σκόνες, πάνω στις οποίες το εμπρός φρένο αρχίζει και χάνει στα μάτια σου –και στο χέρι σου- αλλά όχι σε σημείο που να γίνεται πρόβλημα. Η θέση οδήγησης παραμένει καλά μελετημένη και εδώ στις νέες συνθήκες, ενώ βολεύεσαι είτε είσαι Pedrosa, είτε Rossi –για το ύψος πάντα μιλάμε, κάθε άλλος συσχετισμός ανήκει στα πλαίσια νοσηρής φαντασίας.

Η απόκριση του γκαζιού είναι άμεση και η γκαζιέρα δουλεύει σωστά και προοδευτικά, ενώ το σαφές κιβώτιο δεν σου κάνει την χάρη στα κατεβάσματα, ακόμη κι αν προσπαθήσεις να του κάνεις «μπλιπ» όπως λένε χαρακτηριστικά οι Αμερικανοί που χαίρονται καιρό την νέα αυτή έκδοση του 636 που στην χώρα τους πήγε πριν από την Ευρώπη. Με λίγο γκάζι και παίξιμο στην γκαζιέρα και πάλι τα κατεβάσματα –καρφωτά- είναι ένα ζήτημα, ενώ το quick shifter είναι «απλώς ΟΚ» στα ανεβάσματα για χρήση σε track days κτλ, όχι σε κάτι περισσότερο από αυτό.

Το κυνήγι που έριχνες παλιότερα στα 600άρια για να πας γρήγορα, απαιτώντας την διατήρηση της ορμής και της έντονης σωματικής καταπόνησης, όπως εξηγούμε παραπάνω, έχουν έρθει τα ηλεκτρονικά να το αλλάξουν. Τώρα μπορείς να στρίψεις αδιανόητα γρήγορα με τα 1000άρια και αν δεν είσαι εξαιρετικά γυμνασμένος δεν τα εκμεταλλεύεσαι και στο έπακρο. Με το 636 κυριαρχείς στο παιχνίδι, γιατί η οδήγηση στην πίστα πρέπει να είναι στο τέλος της ημέρας ένα παιχνίδι, ούτε να αισθάνεσαι πως έχεις ριψοκινδυνέψει, ούτε να σε έχει κουράσει η υπερβολή.

Θα επανέλθουμε με αναλυτική, επί μέρους, ανάλυση του 636!

 

Ετικέτες