Kawasaki Ελλάδα: Πολύφερνος νύφη με πλήθος μνηστήρων

Οδεύει προς πώληση η αντιπροσωπεία στην Ελλάδα
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

7/3/2019

Μία πρόσφατη είδηση που κινείται στις παρυφές της εξειδικευμένης ενημέρωσης που αποτελεί την δική μας θεματολογία, κι ως εκ τούτου δεν απαιτούσε ανάλογης αναφοράς, αφορούσε την πώληση της εταιρίας που διαχειρίζεται το εμπορικό σήμα της Sixt στην Ελλάδα και την εξαγορά της από την Μοτοδυναμική. Αυτή η είδηση βέβαια φανέρωνε εκείνο που όλοι στην αγορά περιμένουν καιρό τώρα, καθώς αρχικά μπορεί να μην απασχολεί τους περισσότερους μοτοσυκλετιστές τι κάνει μία εταιρία ενοικίασης αυτοκινήτων αλλά αποκτά ενδιαφέρον ως είδηση αν ξέρεις πως φεύγει από τον όμιλο Β. Θεοχαράκη που ανάμεσα σε όλες τις άλλες εταιρίες του ανήκει και η ΤΕΟΜΟΤΟ, η ελληνική δηλαδή αντιπροσωπεία της Kawasaki, με την Μοτοδυναμική να αντιπροσωπεύει αντίστοιχα την Yamaha. Η είδηση αυτή έχει και πιο άμεση σχέση με την αγορά της μοτοσυκλέτας καθώς προκάλεσε εσωτερική μετακίνηση στελεχών στην Μοτοδυναμική από την αύξηση των καθηκόντων που προκλήθηκαν με την εξαγορά, με το νέο κενό που δημιουργήθηκε να καλύπτεται από τον μέχρι τώρα Επικεφαλής του Τμήματος Μοτοσυκλετών της BMW Hellas. Έτσι το ντόμινο αυτό των εξελίξεων επηρέασε κατά κάποιο τρόπο και την BMW στην Ελλάδα, από την οποία αποχώρησε στέλεχος με 11ετή θητεία για να αναλάβει δράση στην Μοτοδυναμική.

Αρκετά χρόνια τώρα ο όμιλος Β. Θεοχαράκη με συνολικές οφειλές που μετρούνται σε εκατοντάδες εκατομμύρια, βρίσκεται σε συζητήσεις με τις πιστώτριες τράπεζες για να ενταχθεί σε ένα καθεστώς εκκαθάρισης κι έτσι η πώληση της Sixt είναι, αν θέλετε, το κόψιμο της κορδέλας για τα εγκαίνια της διαδικασίας αυτής. Οι πληροφορίες λένε πως ο όμιλος έχει πλέον έρθει σε συμφωνία με τις τράπεζες οι οποίες μονάχα από την πώληση της Sixt διέγραψαν χρέη που σχεδόν αγγίζουν την πρώτη εκατοντάδα σε εκατομμύρια Ευρώ, ανακτώντας τουλάχιστον το 20% έπειτα από την είσπραξη του τιμήματος της εξαγοράς. Υπάρχει αντίστοιχο δημοσίευμα της Καθημερινής, που αναφέρει ακριβώς τα ποσά...

Για όλους εμάς η διαγραφή χρεών δεν είναι σίγουρα κάτι που ακούγεται ως θετικό, όμως στο επίπεδο του επιχειρείν για το οποίο μιλάμε, αυτό το ποσοστό ανάκτησης θεωρείται μία εξαιρετική επιτυχία και δείχνει μία καλά μελετημένη συμφωνία.

Για τον ιστορικό αυτό όμιλο του ελληνικού επιχειρηματικού κόσμου, μίας οικογένειας με βαθιά παράδοση στην αγορά της μοτοσυκλέτας και του αυτοκινήτου, με πλούσιο φιλανθρωπικό έργο κι εύρος δράσης που εκτείνεται από την ναυτιλία έως και τις κατασκευές, μία τέτοια συμφωνία διάσωσης γίνεται με στόχο την συνέχιση των δραστηριοτήτων και για αυτό έρχεται με τίμημα προς τον ίδιο τον όμιλο. Δεν κινείται δηλαδή στο επίπεδο της εύκολης διεξόδου, όπως έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε, αλλά έρχεται με σεβαστό κόστος, κι αρχικά με τεράστια μείωση της ακίνητης περιουσίας.

Εν συντομία αυτά είναι όσα έχουν συμβεί ως τώρα, με το επόμενο βήμα να είναι εκείνο που απευθείας αφορά την αγορά της μοτοσυκλέτας και την πώληση της ΤΕΟΜΟΤΟ, της εισαγωγικής εταιρίας της Kawasaki. Η πώληση της Sixt ήταν προφανώς η αρχή κι ένα από τα επόμενα βήματα, είναι να αλλάξει χέρια και η Kawasaki στην Ελλάδα. Τις προηγούμενες ημέρες αποχώρησαν από την εταιρία τόσο ο επί 24 χρόνια επικεφαλής κι αντιπρόεδρος του Κλάδου Δικύκλου στον ΣΕΑΑ, Γενικός Διευθυντής κ. Α. Στυλιανίδης, όσο και ο υπεύθυνος επικοινωνίας κ. Ν. Θωμόπουλος. Αυτή την στιγμή η Kawasaki συνεχίζει απρόσκοπτα την λειτουργία της καθώς όλες οι υποχρεώσεις της εταιρίας έχουν ήδη προγραμματιστεί με παραγγελίες μοτοσυκλετών και ανταλλακτικών να εξυπηρετούνται απρόσκοπτα τουλάχιστον έως τέλος του χρόνου. Μέχρι τότε ο όμιλος θα ήθελε να έχει καταφέρει να αλλάξει χέρια η Kawasaki, ενώ ήδη αναζητά προσωρινά υπεύθυνο επικοινωνίας.

Με δεδομένο το ισχυρό όνομα και την θετική αντιμετώπιση που έχει η Kawasaki από το ελληνικό κοινό, μία τέτοια επένδυση δεν είναι επικίνδυνη αλλά απαιτεί συναισθηματισμό...

Αυτό βέβαια δεν θα είναι μία εύκολη υπόθεση, καθώς μπορεί η TEOMOTO να ήταν μία εταιρία που εξυπηρετούσε τις υποχρεώσεις της, βαρύνεται όμως με δάνεια που έχει πάρει ο όμιλος παρουσιάζοντας χαρτοφυλάκιο. Έτσι το τίμημα που θα ζητούν οι πιστωτές δεν είναι μικρό την στιγμή που οι αποσβέσεις στην τρέχουσα κατάσταση της οικονομίας δεν γίνεται να προχωρήσουν γρήγορα. Από ξεκάθαρη επιχειρηματική ματιά, η ανάληψη της αντιπροσωπείας της Kawasaki δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο κίνητρο, το αντίθετο, εμπεριέχει ρίσκο ως προς την αργή απόσβεση. Με δεδομένο το ισχυρό όνομα και την θετική αντιμετώπιση που έχει η Kawasaki από το ελληνικό κοινό, μία τέτοια επένδυση δεν είναι επικίνδυνη, είναι όμως δύσκολο να αποφέρει κι απαιτεί συναισθηματισμό, την ακριβώς αντίθετη κινητήρια δύναμη από όσους δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά. Παρόλο αυτά οι πρώτες διερευνητικές επαφές έχουν γίνει με αυτή ακριβώς την διάθεση, του συναισθηματισμού απέναντι στο βαρύ όνομα και την δυναμική της γκάμας σε περίπτωση ανόδου της αγοράς. Διότι με την τρέχουσα κατάσταση της οικονομίας ευνοούνται άλλες εταιρίες με πληθώρα μικρότερων δίκυκλων στην γκάμα τους.

Ξεκάθαρα επιχειρηματικά λοιπόν, η εξαγορά της ΤΕΟΜΟΤΟ και η ανάληψη της αντιπροσωπείας της Kawasaki δεν θα είναι εύκολη απόφαση, ενώ απαιτεί και σκληρό παζάρι για την εξυπηρέτηση των υπόλοιπων βαρών. Από δικές μας πληροφορίες είναι αρκετοί όσοι έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον, τόσο παραδοσιακοί παράγοντες της μοτοσυκλέτας στην Ελλάδα, ακόμη κι ανταγωνιστές, όσο και επιχειρηματίες που έχουν περάσει από αυτό τον τομέα και θα ήθελαν να επαναδραστηριοποιηθούν με ένα όνομα αυτού του μεγέθους. Βασικό φρένο είναι φυσικά όλα τα παραπάνω. Στην παρούσα φάση και για τους κατόχους μοτοσυκλετών Kawasaki, όσο και για τους νέους όλα αυτά δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία καθώς στην επικοινωνία τους με την εταιρία δεν πρόκειται να αντιληφθούν κάποια διαφορά. Ούτε θα υπάρξει και κάποιο πρόβλημα στο μέλλον αν βρεθεί αγοραστής στο εύλογο αυτό διάστημα που υπάρχει έως τέλος του χρόνου.

Ας μην προδιαγράφουμε βέβαια την εξέλιξη, καθώς υπάρχει πάντοτε το ενδεχόμενο να θελήσει ο Όμιλος να διατηρήσει την TEOMOTO προσφέροντας διαφορετικά ανταλλάγματα στους πιστωτές. Άλλωστε θα διατηρήσει στην κατοχή του την αντιπροσωπεία της Renault και την Teoshipping την ναυτιλιακή του εταιρία με έναν από τους νεότερους σε ηλικία στόλους της ελληνικής ναυτιλίας…  

Ετικέτες

Αφιέρωμα ΜΟΤΟ: H Ιστορία των Yamaha Ténéré

Από τους δρόμους στους αμμόλοφους και αντίστροφα!
Από τον

Λάζαρο Μαυράκη

2/9/2020

Η Yamaha ανέκαθεν είχε συνδέσει το όνομά της με τους αγώνες Rally, αλλά και τους χωμάτινους αγώνες εν γένει, κατέχοντας έναν ηγετικό ρόλο με καινοτομίες και πρωτοπορίες, όπως είχε συμβεί και με την περίπτωση του DT-1. Ήταν η μοτοσυκλέτα που έδωσε τα ηνία του motocross στην Yamaha εκείνη την εποχή, χάρη στην επαναστατική –για τα δεδομένα της εποχής- monocross πίσω ανάρτηση, αλλά και το εφαλτήριο για την εξέλιξη δύο μοτοσυκλετών-ορόσημο για την Ιστορία του εργοστασίου και της μοτοσυκλέτας γενικότερα: το enduro ΤΤ500 που παρουσιάστηκε το 1975 και το on-off XT500 που παρουσιάστηκε το 1976. Και οι δύο αυτές τετράχρονες μοτοσυκλέτες ήταν η απάντηση στις "προσευχές" των απανταχού χωματερών που ήθελαν μια μοτοσυκλέτα με δυνατότητα να ταξιδέψει στην άσφαλτο, στο χώμα, αλλά και στις αμερικάνικες ερήμους της Δυτικής Ακτής, της σημαντικότερης ίσως αγοράς για την Yamaha.

Ο γενάρχης, το ΧΤ500 του 1976

 

Η αξιοπιστία του κινητήρα, η ροπή από τις χαμηλές στροφές και το ελαφρύ και άκαμπτο πλαίσιο, ήταν τα στοιχεία που χαρακτήρισαν τις δημιουργίες της Yamaha. Όπως ήταν φυσικό, αυτό μεταφράστηκε πολύ γρήγορα, όχι μόνο σε εμπορικές αλλά και σε αγωνιστικές επιτυχίες.

Παράλληλα όμως, το μέγεθος της επιτυχίας που γνώρισε το ΧΤ500 στην Ευρώπη ήταν απείρως μεγαλύτερο και σε τελείως διαφορετικό πεδίο απ' ό,τι στην Αμερική, χάρη σε έναν συγκεκριμένο Γάλλο αναβάτη, ο οποίος έγινε αργότερα γνωστός ως ο "Mr. Yamaha" μέσα στην εταιρεία, που μετέτρεψε το ΧΤ500 ως βάση εξέλιξης μιας εντελώς νέας κατηγορίας από την Yamaha. Ο λόγος για τον Jean-Claude Olivier, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν ένας απλώς υπάλληλος στον Γάλλο εισαγωγέα της Yamaha, την Sonauto, αλλά αργότερα έγινε Πρόεδρος της Yamaha Motor France, ενώ άνοιξε και το μονοπάτι γι' αυτό που αποκαλούμε σήμερα Adventure κατηγορία.

Ο Jean Claud Olivier ήταν ο άνθρωπος που ουσιαστικά δημιούργησε τον θρύλο των Ténéré

 

Ο Olivier δεν άργησε να διακρίνει τις τεράστιες δυνατότητες του μεγάλου μονοκύλινδρου 500 στις αφρικανικές ερήμους, δηλώνοντας πως "έφτασε το πλήρωμα του χρόνου για να γίνει η μοτοσυκλέτα ένα όχημα περιπέτειας". Το 1977 ήταν η πρώτη χρονιά που ο Γάλλος συμμετείχε στο Rallye Côte d'Ivoire σε μια διαδρομή 10.000 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα της Ακτής Ελεφαντοστού Abidjan μέχρι τη Νίκαια της Γαλλίας. Το 1979 συμμετείχε μαζί με τρεις ακόμη αναβάτες στο πρώτο Paris-Dakar (που τότε λεγόταν Oasis Rally) ως ομάδα της "Sonauto Yamaha", πάνω σε ΧΤ500. Εκείνη την εποχή οι υπόλοιποι μεγάλοι κατασκευαστές μοτοσυκλετών, δεν έδειχναν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γι' αυτό το νέο είδος αγώνων, αλλά ο ίδιος ο Olivier είχε δηλώσει ότι η φιλοσοφία κατασκευής του ΧΤ500 ταίριαζε ακριβώς με την συμμετοχή σε έναν τέτοιο αγώνα.

Στην πρώτη, ιστορική, διοργάνωση του Paris-Dakar, οι μοτοσυκλέτες και τα αυτοκίνητα δεν αγωνιζόντουσαν σε ξεχωριστές κατηγορίες, αλλά ανταγωνιζόντουσαν για την συνολική νίκη. Ο Cyril Neveu και ο Gilles Comte με τα ΧΤ500 τους κατάφεραν να αφήσουν πίσω τους όλους τους οδηγούς των Range Rover και Renault, κάνοντας το 1-2 για την Yamaha. Την επόμενη χρονιά ο Neveu κέρδισε ξανά με τέσσερις αναβάτες ΧΤ500 να κερδίζουν αντίστοιχα τις τέσσερις πρώτες θέσεις! Ένα ακόμη ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι εκείνη την χρονιά από τις 25 μοτοσυκλέτες που τερμάτισαν, οι 11 ήταν ΧΤ500…

Από την επόμενη χρονιά (το 1981) το Paris-Dakar εντάχθηκε στην αιγίδα των FIM και FIA, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να συμμετέχουν εργοστασιακές ομάδες στον αγώνα. Αυτή της BMW αποδείχθηκε ένας πολύ δύσκολος αντίπαλος για τους αναβάτες των ΧΤ500, οι οποίοι έτρωγαν τη σκόνη των Γερμανών. Η απάντηση της Yamaha ήταν η αναβάθμιση του XT500 σε XT550, με την τοποθέτηση του YDIS (Yamaha Dual Intake System), αλλά όσο ανέβαιναν οι επιδόσεις και οι ταχύτητες στο Dakar, ήταν όλο και πιο δύσκολο να παραμείνουν ανταγωνιστικοί.

Αυτό οδήγησε τον Olivier και την Sonauto να ζητήσουν από την Yamaha Motor στην Ιαπωνία να εξελίξουν τα ΧΤ παραγωγής, έτσι ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στο υψηλότερο επίπεδο ανταγωνισμού. Οι μηχανολόγοι στο Iwata έπιασαν αμέσως δουλειά και το αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους ήταν το ΧΤ 600 Ténéré. Ο κινητήρας διατήρησε το σύστημα YDIS, αλλά είχε αυξημένη χωρητικότητα στα 600 κυβικά, διέθετε μεγάλο ρεζερβουάρ 30 λίτρων, ήταν η πρώτη off-road μοτοσυκλέτα της Yamaha με δισκόφρενο μπροστά, με monocross πίσω ανάρτηση, αλουμινένιο ψαλίδι και πολλές άλλες τεχνολογίες αιχμής για την εποχή. Η εξέλιξη του Ténéré 600 μάλιστα, έγινε ταυτόχρονα με του ΤΤ600, την enduro εκδοχή για την αγορά της Β. Αμερικής. Όταν η μοτοσυκλέτα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Σαλόνι του Παρισιού το 1982, δημιούργησε ένα σαρωτικό ρεύμα που πολύ γρήγορα εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο με τεράστιο εμπορικό αντίκτυπο, κρίνοντας κι από προσωπική εμπειρία μιας και τρεις από τις 23 μοτοσυκλέτες που είχα μέχρι τώρα στην κατοχή μου, ανήκαν στην οικογένεια των Ténéré

Το πρώτο Ténéré του 1983 που ήταν ουσιαστικά ένα υπερκυβισμένο ΧΤ550 με ένα ρεζερβουάρ 30 λίτρων, ως ρέπλικα της μοτοσυκλέτας του Cyril Neveu

 

Σύντομα το Ténéré αποτέλεσε την επιλογή πάρα πολλών αναβατών που έτρεχαν στο Paris-Dakar, αλλά και για πολλούς απλούς αναβάτες που θαύμαζαν το πνεύμα της περιπέτειας που συμβόλιζε η μοτοσυκλέτα. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ήταν η μοτοσυκλέτα που δημιούργησε την τάση κατασκευής των Dakar ρέπλικα. Μέσα στην επόμενη δεκαετία πουλήθηκαν 61.000 ΧΤ600 Tenere, ενώ λίγο μετά έγινε και η πρώτη μεγάλη αναβάθμιση, το 1991, με την γέννηση του ΧΤΖ660 Tenere το οποίο είχε πενταβάλβιδη κεφαλή για τον μονοκύλινδρο κινητήρα των 660 –πλέον- κυβικών εκατοστών. Το 1994 έγινε μια  αισθητική ανανέωση, με την μοτοσυκλέτα να αποκτά δίδυμους προβολείς μπροστά.

Η πρώτη ανανέωση έφερε μικρότερο ρεζερβουάρ στα 21 λίτρα και αύξηση της ιπποδύναμης στους 46 ίππους

 

Παρόλο όμως που το Ténéré ήταν η μοτοσυκλέτα που ουσιαστικά "γέννησε" την adventure κατηγορία, εμπνέοντας πολλούς αναβάτες –ιδιώτες και εργοστασιακούς- να τρέξουν στο θρυλικό Paris-Dakar, η Yamaha δεν μπόρεσε να γευτεί τη χαρά της νίκης μετά από το 1980. Ο Olivier "έφτασε πολύ κοντά στην πηγή" το 1985 με ένα XT600 Ténéré ειδικά προετοιμασμένο για τον αγώνα, το οποίο αν και έφερε το ίδιο όνομα με το μοντέλο παραγωγής, ήταν ουσιαστικά η πρώτη μοτοσυκλέτα που είχε φτιάξει το εργοστάσιο ειδικά και αποκλειστικά για το Dakar Rally. Με αυτή την μοτοσυκλέτα ο Γάλλος τερμάτισε στην δεύτερη θέση, ενώ πίσω του στην τρίτη και τέταρτη θέση τερμάτισαν επίσης αναβάτες με την ίδια μοτοσυκλέτα.

Το 1988 έγινε ολοκληρωτική ανβάθμιση, με δύο προβολείς μπροστά, σταθερό φαίρινγκ, δισκόφρενο εμπρός πίσω και ρεζερβουάρ 23  λίτρων

 

Με το πέρασμα των χρόνων, δυσκολία και ο ανταγωνισμός μεγάλωνε, με τις νίκες να συσσωρεύονται στο παλμαρές των boxer κινητήρων της BMW. Για να το αντιμετωπίσει αυτό το γεγονός ο Olivier τοποθέτησε στην αγωνιστική μοτοσυκλέτα του 1986 έναν τετρακύλινδρο εν σειρά κινητήρα από FZ750. Εξαιτίας όμως του μεγάλου βάρους, δεν κατάφερε κάτι καλύτερο από την 12η θέση. Η αφοσίωσή του στον σκοπό τον έφερε άλλη μια φορά στο αρχηγείο της Yamaha και το 1987 το αγωνιστικό τμήμα του εργοστασίου άρχισε να δουλεύει πάνω στο project του 1988. Ήταν το YZE750 Ténéré με τον μονοκύλινδρο, πενταβάλβιδο κινητήρα, με το οποίο έτρεξε και ο νεαρός –τότε- Stephane Peterhansel. Εκείνη τη χρονιά, η μοτοσυκλέτα τερμάτισε στην δεύτερη θέση με τον Franco Picco, μετά από τις ατυχίες των Olivier και Peterhansel, αλλά και μετά από σκληρή μάχη με το Honda NXR750 του Edi Orioli.

Το ΥΖΕ750 με τον κινητήρα του FZ750 δεν είχε ιδιαίτερη τύχη στους αμμόλοφους του Dakar

 

Στα τέλη του 1987, η Yamaha ξεκίνησε και την δημιουργία της επόμενης γενιάς των Ténéré παραγωγής, του δικύλινδρου εν σειρά XTZ750 Super Ténéré. Οι άξονες πάνω στους οποίους κινήθηκαν για την κατασκευή του ήταν οι εξής τέσσερις: η άνεση στο πολύωρο ταξίδι, το ικανοποιητικό ποσοστό δύναμης για να πετυχαίνει υψηλές μουαγιέν, να διαθέτει την δυνατότητα για οδήγηση εκτός δρόμου και τέλος, να έχει ό,τι και όσα χρειάζεται για να μπορεί να οδηγείται καθημερινά στον δρόμο. Το πρώτο πράγμα που έκαναν, ήταν να αποφασίσουν τις διαστάσεις της μοτοσυκλέτας βάσει του αγωνιστικού πρωτότυπου του Picco, με κυριότερο το μεταξόνιο των 1.515mm. Το διπλό σωληνωτό πλαίσιο επιλέχθηκε για την ακαμψία του, ενώ ο κινητήρας διέθετε στρόφαλο 360 μοιρών και 10 βαλβίδες για να διατηρήσει όσο το δυνατόν περισσότερο την αίσθηση του μεγάλου μονοκύλινδρου Ténéré.

Το 1991, το Ténéré άλλαξε εντελώς, με κινητήρα 660 κυβικών και πενταβάλβιδη κεφαλή, αλλά και ριζικά επανσχεδιασμένη εμφάνιση

 

Όπως ήταν φυσικό, το μοντέλο παραγωγής (που παρουσιάστηκε το 1988) αποτέλεσε την βάση για το αγωνιστικά rally, το YZE750T Super Tenere των 802,5cc, με το οποίο ήρθε η πολυπόθητη νίκη στο Dakar μετά από 10 ολόκληρα χρόνια, το 1991, με αναβάτη τον Peterhansel. Από εκεί κι έπειτα ο δρόμος ήταν στρωμένος με επιτυχίες, ενώ το 1997 και το 1998 ο Γάλλος αναβάτης πήρε δύο ακόμη σερί καρό σημαίες, με τον κινητήρα που είχε στρόφαλο 270 μοιρών.

Το πρώτο Super Ténéré με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα των 750 κυβικών

 

Αυτή η τεχνογνωσία που κερδήθηκε μέσα από τους αγώνες, πέρασε στα ΧΤΖ660 Ténéré και ΧΤΖ1200 Super Ténéré παραγωγής που καθιέρωσαν το λογότυπο των Ténéré ως ένα ορόσημο της μοτοσυκλετιστικής Ιστορίας. Η παραγωγή των μονοκύλινδρων όσο και των δικύλινδρων Ténéré και Super Ténéré σταμάτησε από το 1996 μέχρι το 2008 όταν παρουσιάστηκε το μονοκύλινδρο με την τετραβάλβιδη –πλέον- κεφαλή XT660Z Ténéré. Η επαναφορά του θρυλικού λογοτύπου δεν σημείωσε την αναμενόμενη εμπορική επιτυχία για την Yamaha, παρά το γεγονός ότι ήταν ένα πραγματικό on-of παντός δρόμου, με πολύ καλές δυνατότητες στις εκτός δρόμου διαδρομές.

Το 2008 η Yamaha επανέφερε το λογότυπο του Ténéré με μια μια μοτοσυκλέτα που ήταν βασισμένη στον κινητήρα των ΧΤ660

 

Με τον κινητήρα του XT660, το Ténéré του 2008 παρέμεινε στην παραγωγή μέχρι το 2016, έχοντας δεχθεί μικρές, ααισθητικές κυρίως, επεμβάσεις. Παράλληλα, το 2010 η Yamaha επανέφερε στο προσκήνιο το όνομα του Super Ténéré με έναν δικύλινδρο εν σειρά 1200 κυβικών.

To Super Ténéré των 1200cc, δεν έφερε την αναμενόμενη εμπορική απήχηση που περίμενε η Yamaha στον σκληρό ανταγωνισμό των mega on-off, παρά τα συγκεκριμένα καλά στοιχεία που διέθετε

 

Η εμπορική πορεία του ήταν αντίστοιχα χαμηλότερη των προσδοκιών και παρά τον εξοπλισμό του με ηλεκτρονικά βοηθήματα (όταν παρουσιάστηκε είχε ένα από τα καλύτερα traction control για το χώμα) και τις ημι-ενεργητικές αναρτήσεις (στην τελευταία του έκδοση) το μεγάλο βάρος του, η όχι και τόσο ορθή κατανομή του και το σετάρισμα των αναρτήσεων, αποτέλεσαν αποτρεπτικό παράγοντας για αρκετούς adventure tourer αναβάτες.

Το 2019 όμως η Yamaha έκανε την μεγάλη επιστροφή με το Ténéré 700, με τον δικύλινδρο εν σειρά κινητήρα της οικογένειας ΜΤ και με πραγματικές δυνατότητες για οδήγηση σε εκτός δρόμου διαδρομές. Ήταν μια πολυαναμενόμενη επιστροφή η οποία μετά από πολύ καιρό κατάφερε να ανταποκριθεί στο βάρος του ονόματος που φέρει.

Το όνομα "Ténéré" στην διάλεκτο των Tuareg σημαίνει "έρημος" ή "μοναξιά" αλλά είναι και το όνομα μιας από τις πιο αφιλόξενες περιοχές της Β. Αφρικής και δεν θα μπορούσε να περιγράψει καλύτερα την πρόκληση που δέχτηκε η Yamaha πριν από τέσσερις δεκαετίες, συνυφαίνοντας το όνομά της με την περιπέτεια.