RIDE THE CLASSIC WAY, μέρος Β - Λίχτενστάιν, Γερμανία
Ταξίδι στην Κέντρική Ευρώπη με BMW R 18 CLASSIC FIRST EDITION
Από τον
Κωνσταντίνο Μητσάκη
12/10/2022
Κάτω από ένα βαρύ, συννεφιασμένο ουρανό που με απειλούσε με βροχή, προσέγγισα τα ελβετικά σύνορα, που απέιχαν μόλις 21 χλμ. από τις όχθες της Como –
Goodbye Italy, Welcome to Switzerland! Mε την απαραίτητη βινιέτα κολλημένη στον ανεμοθώρακα της BMW R 18 Classic, ξεκίνησα αμέσως μετά την διάσχιση της Ελβετίας με προορισμό το λιλιπούτειο πριγκιπάτο του Λιχτενστάιν.
Ακολουθώντας την διαδρομή Lugano, Bellinzona, San Bernardino, Splugen, Bad Ragaz, Vaduz (190 χλμ.), βρέθηκα να ταξιδεύω μέσα στον καταπράσινο κόσμο των Άλπεων, με σημείο αναφοράς το ορεινό πέρασμα San Bernardino (2.066 μ.). Παρατεταμένες ανηφόρες, κατηφόρες, κλειστές και ανοικτές στροφές, αυστηρά όρια ταχύτητας, η BMW R 18 Classic ανταποκρίθηκε επάξια στις ποικίλλες προκλήσεις της διαδρομής και μου χάρισε μια ανεπανάληπτη εμπειρία οδηγικής απόλαυσης.
Με έκταση μόλις 160 τετρ. χλμ., το λιλιπούτειο πριγκηπάτο του Λιχτενστάιν είναι το τέταρτο μικρότερο ευρωπαϊκό κράτος (μετά το Βατικανό, το Μονακό και τον Άγιο Μαρίνο) και το έκτο μικρότερο στον κόσμο. Τόσο μικρό είναι το μέγεθος του Λιχτενστάιν, που οι 35.000 κάτοικοί του χαριτολογώντας αναφέρουν ότι «μέχρι να ανοιγοκλείσεις τα μάτια σου, το έχεις χάσεις»! Και δεν έχουν άδικο, αφού η απόσταση από την Ανατολή στη Δύση είναι κατά μέσο όρο 6,5 χλμ. και από τον Βορρά στο Νότο 25 χλμ.
Φυσικά, ανάλογη σε έκταση –αλλά και πληθυσμό– ήταν η πρωτεύουσα του πριγκιπάτου. Κτισμένη στο γεωγραφικό κέντρο της χώρας, κοντά στη δεξιά όχθη του Ρήνου, η μικρή Vaduz φιλοξενούσε μόλις 5.000 κατοίκους. Στη γνωριμία μου με την πρωτεύουσα του Λιχτενστάιν, μού δόθηκε η εντύπωση πως είχα προσεγγίσει μια τυπική ελβετική ή αυστριακή κωμόπολη.
Το μεσαιωνικό κάστρο, ο κεντρικός πεζόδρομος Stadtle, το Ταχυδρομικό Μουσείο Γραμματοσήμων, οι Αμπελώνες & τα Δοκιμαστήρια κρασιών «Hofkellerei des Fürsten von Liechtenstein», ο νέο-γοτθικού ρυθμού Καθεδρικός ναός (1873) και το Κυβερνητικό κτήριο (1905) υπήρξαν τα σημεία ενδιαφέροντος που τράβηξαν εδώ την προσοχή μου.
Και μετά το Λιχτενστάιν, σειρά είχε η Γερμανία να φιλοξενήσει την πορεία του “RIDE THE CLASSIC WAY” -η πόλη Fussen της Βαυαρίας ήταν ο επόμενος σταθμός μου. Ο φιδίσιος επαρχιακός οδικός άξονας που επέλεξα για να προσεγγίσω την Fussen (158 χλμ.) διέσχιζε χαμηλούς λόφους και κατάφυτες πεδιάδες, ενώ γραφικές κωμοπόλεις, χαριτωμένα χωριά με παραδοσιακά ξύλινα αγροτόσπιτα, μικρές εκκλησίες και περίτεχνα διακοσμημένα πανδοχεία -όλα εναρμονισμένα με το τοπικό οικοσύστημα της γερμανικής υπαίθρου- «παρέλασαν» μπροστά στα μάτια μου.
Ο λόγος που επέλεξα να διανυκτερεύσω στην κοσμοπολίτικη Fussen είχε σχέση με τα δυο διάσημα αξιοθέατά της. Σε απόσταση αναπνοής από το ιστορικό κέντρο της Fussen, τα βασιλικά κάστρα Neuschwanstein (κτίστηκε το 1886 από το βασιλιά Λουδοβίκο B΄) και Hohenschwangau (κτισμένο από το βασιλιά Μαξιμιλιανό Β΄ το 1832) ύψωναν τα αγέρωχα τείχη τους μέσα στην καταπράσινη αγκαλιά των Βαυαρικών Άλπεων. Κτισμένα σε κοντινή απόσταση από τα γερμανο-αυστριακά σύνορα, τα δύο επιβλητικά κάστρα της Βαυαρίας έμοιαζαν να ξεπηδούν μέσα από ένα γοητευτικό παραμύθι αλλοτινών εποχών και μού χάρισαν μια συναρπαστική περιπλάνηση στα μονοπάτια της γερμανικής ιστορίας.
Στη Σικελία με Suzuki GSX-S 1000GT - Ταξιδιωτικό του Κωνσταντίνου Μητσάκη, Β' ανταπόκριση
Ταξιδεύοντας στο μεγαλύτερο νησί της Μεσογείου
Από τον
Κωνσταντίνο Μητσάκη
27/11/2023
Ομολογώ πως παγιδεύτηκα -όπως χιλιάδες άλλοι επισκέπτες- στη γοητεία της σικελικής ντίβας που ακούει στο όνομα Συρακούσες, ενώ η γαστρονομική προσέγγιση που επιχείρησα εκείνο το βράδυ στα άδυτα της τοπικής κουζίνας, σίγουρα έδωσε μια άλλη «γεύση» στις αναμνήσεις μου από την γενέτειρα του Αρχιμήδη. Θαμώνας σε μια παραδοσιακή τρατορία, τοπικά εδέσματα με βασικό συστατικό το ψάρι (Pesce Spada alla Ghiotta / Ξιφίας με πατάτες, ντομάτα και ελιές) και τα ζυμαρικά (Pasta con le Sarde / Κοφτό μακαρονάκι με σαρδέλες και μάραθο) απλώθηκαν προκλητικά πάνω στο τραπέζι μου, ενώ ένα μπουκάλι αρωματικού κρασιού Regaleali συνόδευσε το εύγευστο γαστρονομικό μου ταξίδι. BUON APPETITO!
Την επομένη, η γαλάζια SUZUKI GSX-S 1000 GT κυλούσε βελούδινα τους τροχούς της πάνω σ’ έναν στενό, στριφτερό επαρχιακό δρόμο με προορισμό τις νοτιοδυτικές ακτές του νησιού. Σ’ αυτό το γεωγραφικό σημείο της Σικελίας, που απέχει ελάχιστα από τις βόρειες ακτές της Αφρικής, οι αρχαίοι πρόγονοί μας ίδρυσαν τον Ακράγαντα (581 π.Χ.) και τον Σελινούντα (650 π.Χ. αιώνα), δυο ελληνικές αποικίες που αναδείχθηκαν σταδιακά σε δύο σημαντικά αστικά κέντρα της Μεγάλης Ελλάδας. Στους αρχαιολογικούς χώρους του Ακράγαντα και του Σελινούντα, τα εξαίσια μνημεία αρχαιοελληνικού πολιτισμού που συγκλονισμένος αντίκριζα (καλοδιατηρημένοι δωρικοί ναοί τεραστίων διαστάσεων, κατοικίες, αγάλματα, γεροδεμένα τείχη, δημόσια κτίσματα, κλπ.), συνιστούσαν τον συνδετικό κρίκο με το μακρινό παρελθόν της Μεγάλης Ελλάδας. Ύψιστο σημείο αναφοράς αποτελούσε η περίφημη «Κοιλάδα των Ναών» στον Ακράγαντα, ο χώρος όπου ορθώνονταν υποβλητικοί ναοί αφιερωμένοι στον Ολύμπιο Δία, στην Ομόνοια, στην Ήρα και στον Ηρακλή. Πρόκειται για έναν προορισμό που ασκεί ιδιαίτερη έλξη στους λάτρεις της Ιστορίας και της αρχαιολογίας, και ειδικότερα σε μας τους Έλληνες.
Προκειμένου να σχηματίσω μια όσο το δυνατόν πληρέστερη εικόνα για τη φυσιογνωμία του μεσογειακού νησιού, στράφηκα κατόπιν βόρεια με προορισμό το Παλέρμο. Καθοδόν για την πρωτεύουσα της Σικελίας, προσπαθούσα να αρχειοθετήσω στο μυαλό μου σκέψεις, συμπεράσματα και απόψεις για την κρυφή προσωπικότητα της νησιωτικής “οικοδέσποινάς” μου. Τι εστί τελικά Σικελία; Σικελία είναι ο ιταλικός νότος που αντιμετωπίζει χρόνια οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα και χαρακτηρίζεται για τις βαθιά ριζωμένες πεποιθήσεις και παραδόσεις του, οι οποίες, σε αρκετές περιπτώσεις συνδέονται άμεσα με τη θρησκεία. Σικελία, όμως, είναι και η Μαφία, η πασίγνωστη εγκληματική οργάνωση που εμφανίστηκε στο νησί στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, και η οποία εκμεταλλευόμενη τη φτώχεια των κατοίκων, την κοινωνική οπισθοδρόμηση, αλλά κυρίως την εγκατάλειψη της Σικελίας από την κεντρική εξουσία, κατάφερε σταδιακά να επεκταθεί και να γίνει κράτος εν κράτει, ελέγχοντας σε μεγάλο βαθμό το πολιτικό–οικονομικό κατεστημένο σε μια από τις φτωχότερες περιοχές της χώρας.
Και παρά τον ολομέτωπο αγώνα που έχει ξεκινήσει τις τελευταίες δεκαετίες η επίσημη ιταλική κυβέρνηση ενάντια στη σικελική Μαφία, η τελευταία συνεχίζει –αν και αισθητά αποδυναμωμένη– να διατηρεί πρωταγωνιστικό ρόλο στη νέα τάξη πραγμάτων του ιταλικού νότου, καθότι εξακολουθεί να έχει βαθιές ρίζες στην κοινωνική συγκρότηση της Σικελίας. Στο κέντρο του Παλέρμο περπάτησα τις βραδινές ώρες, όταν ένα αστείρευτο ανθρώπινο ποτάμι που ξεχυνόταν από παντού κατέληγε εκεί, δίνοντας το καθημερινό, πολύβουο παρών στο καθιερωμένο ραντεβού του περιπάτου και της διασκέδασης. Το περίφημο Teatro Massino, οι πλατείες Piazza Olivella, Quattro Canti και San Domenico, ο καθεδρικός ναός Santa Ignazio και το αναγεννησιακό σιντριβάνι της πλατείας Piazza Pretoria αποτέλεσαν τις ψηφίδες του ταξιδιωτικού μωσαϊκού της σικελικής πρωτεύουσας. Διαπλέοντας ξανά τον πορθμό της Messina, αποχαιρέτησα οριστικά τη Σικελία και επέστρεψα στην ιταλική χερσόνησο. Με τελικό προορισμό το λιμάνι του Brindesi (664 χλμ. βορειοανατολικά του Παλέρμο), η Suzuki GSX-S 1000GTξεδίπλωσε στους ιταλικούς αυτοκινητοδρόμους τις αρετές του sport touring χαρακτήρα της. Χάρη στον τετρακύλινδρο κινητήρα των 1000 κ. εκ. και την άφθονη ροπή του, τα 150 “αφηνιασμένα” άλογα, τη χαμηλή κατανάλωση (περίπου 6,5 λίτρα ανά 100 χλμ), την αιχμηρή και δυναμική σχεδίαση, τη σωστή εργονομία και την εκπληκτική ευελιξία της, η γαλάζια μοτοσυκλέτα πρόσφερε στον αναβάτη της υποδειγματική ταξιδιωτική άνεση και χρηστικότητα.
Η τελευταία στάση μου επί ιταλικού εδάφους πραγματοποιήθηκε στα ελληνόφωνα χωριά της Απουλίας. Με τις πινακίδες των εννιά ελληνόφωνων χωριών (Calimera, Castrignano dei Greci, Corigliano d’ Otranto, Martano, Martignano, Soleto, Sternatia, Zollino, Melpignano) να με καλωσορίζουν “Kalos irtate” στην ευλογημένη γη τους, περιηγήθηκα σ’ εννιά νησίδες πολιτισμού που έχουν ως κοινό παρονομαστή την γραικάνικη διάλεκτο και μου πρόσφεραν ένα αλησμόνητο μάθημα Ιστορίας. Και μετά Brindesi, εκεί που το ταξίδι στη Σικελία έριξε τίτλους τέλους. Σίγουρα, οι εμπειρίες και οι παραστάσεις που αποκόμισα από τη δίτροχη περιπλάνησή μου σ’ έναν από τους πιο αξιόλογους και πληθωρικούς προορισμούς της μεσογειακής λεκάνης ήταν συγκριτικά λίγες σε σχέση μ’ αυτές που ήθελα να είχα κερδίσει. Η υπόσχεση που έδωσα στον εαυτό μου; Στο εγγύς μέλλον θα ξαναγύριζα στη Σικελία, αλλά αυτή την φορά για να παραμείνω πολύ περισσότερο στη ζεστή αγκαλιά της…
Ταξιδεύοντας σε sport touring ρυθμούς…
Ταξιδεύοντας στους ιταλικούς αυτοκινητοδρόμους, η SUZUKI GSX-S 1000GT ξεδίπλωσε τις αρετές του sport touring χαρακτήρα της, αναδεικνύοντας το ταξίδι μου σε μια αρκετά ξεκούραστη οδηγική εμπειρία. Κάτι το αναμενόμενο άλλωστε, αφού ανάμεσα στα πόδια μου είχα ένα αξιόλογο “πακέτο”: τετρακύλινδρος κινητήρας 1.000 κ. εκ. με 150 διαχειρίσιμα άλογα, άφθονη ροπή (10,8 kg) που έκανε εύκολη την χαλαρή μετακίνηση, αιχμηρή και δυναμική σχεδίαση, σωστά σχεδιασμένο πλαίσιο, ίσιο τιμόνι και εκπληκτική ευελιξία. Επιπλέον, ο εύχρηστος ηλεκτρονικός εξοπλισμός της περιλάμβανε traction control, cruise control, easy start system, low rpm assist και τρία drive modes, ενώ οι ακτινικές δαγκάνες της Brembo ανταποκρίνονταν άψογα στην ακινητοποίηση της μοτοσυκλέτας. Στη διάρκεια των 2.300 χλμ. που συμβιώσαμε μαζί, η γαλάζια μοτοσυκλέτα, χάρη στην εργονομικά λειτουργική θέση οδήγησης και στο χαμηλό βάρος της -226 κιλά γεμάτη-, πρόσφερε στον αναβάτη της υποδειγματική ταξιδιωτική άνεση και απόλαυση. Τα γόνατα και η μέση μου ήταν στις σωστές γωνίες, ενώ το κορμί και τα πόδια μου προστατεύονται αρκετά από τη ροή του αέρα. Η αεροδυναμική προστασία ήταν ικανοποιητική, αλλά μια ψηλότερη ζελατίνα θα την ήθελα -ίσως μια ρυθμιζόμενη ζελατίνα να ήταν ιδανική λύση! Με 19 λίτρα καυσίμου στο ρεζερβουάρ και κατανάλωση περίπου 6,5 λίτρα ανά 100 χλμ, η αυτονομία της SUZUKI GSX-S 1000GT άγγιζε άνετα τα 250-260 χιλιόμετρα, νούμερο ικανοποιητικό για sport touring μοτοσυκλέτα.