Piaggio Beverly 500 2003-2006

Από το

Μαύρο Σκύλο

27/8/2010

Στην Αμερικανική τηλεοπτική σειρά ο κλειστός κοινωνικός κύκλος των πρωταγωνιστών είχε οδηγήσει να παντρεύονται όλοι με όλους.  Οι Ιταλοί υιοθετώντας το όνομα κράτησαν και τις συνήθειες. Το μεγάλο Beverly παντρεύει ανέσεις σκούτερ και επιδόσεις μοτοσυκλέτας. Με τιμή λίγο πάνω από τον ανταγωνισμό, αλλά με πολλά αντισταθμιστικά οφέλη και κινητήρα ιδανικό για τα δεδομένα της ελληνικής πραγματικότητας, η επιτυχία δεν προκαλεί έκπληξη.
Είναι αυτός ο μονοκύλινδρος των πεντακοσίων κυβικών, που γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα σε δύο κατηγορίες που στη χώρα μας έχουν μεγάλη απήχηση: Τα σκούτερ και τις μεσαίου κυβισμού μοτοσυκλέτες. [blockquote]Ναι
για τη διαχρονικότητά του
για την αξιοπιστία του
για την πολυχρηστικότητά του
Όχι
για το μεγάλο μεταξόνιο
για τον περιορισμένο αποθηκευτικό χώρο
Γιατί
αγοράζετε δύο στην τιμή του ενός και πάτε παντού με στιλ, ενώ ταυτόχρονα δεν δείχνει την ηλικία του
Τι πρέπει να προσέξετε
Τη γενική κατάσταση των πλαστικών για σημεία που δεν κάνουν απόλυτη εφαρμογή, και ίσως υποδεικνύουν επισκευή από πτώση. Αν πρόκειται για μοντέλο ’03-’04, ρωτήστε αν έχει γίνει αλλαγή στα υλικά του φυγόκεντρου συμπλέκτη και κάντε μια μεγάλη βόλτα σε γρήγορο ρυθμό με απότομα ανοίγματα, για να δείτε αν παρουσιάζεται μηχανικός θόρυβος.[/blockquote]
Αν κάποιος θέλει ένα σκούτερ για καθημερινή μετακίνηση και μια μοτοσυκλέτα για βόλτες στον ελεύθερο χρόνο του, αλλά ένα κλειδί, τότε το Beverly είναι μια πρόταση που "παίζει" δυνατά. Από τότε που έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή του μέχρι σήμερα, οι ανταγωνιστές στην κατηγορία έχουν πολλαπλασιαστεί, με τους Κινέζους να καταβάλουν αξιότιμες προσπάθειες, αλλά και εταιρείες που ανήκουν στον ίδιο όμιλο να παρουσιάζουν αντίστοιχα μοντέλα. Ωστόσο, τα υψηλά στάνταρ που εξαρχής είχε θέσει και η ποιότητα κατασκευής του, το κράτησαν εντός ανταγωνισμού και μάλιστα με αξιώσεις.
Με εμφάνιση που ακολουθούσε τα 200 ή 125 -στο πιο "σοβαρό" όμως- και με πιο μεγάλες διαστάσεις, το 500 έδειχνε οικείο. Η άνετη και εργονομική του σέλα διεκδικεί την προτίμηση των συνεπιβατών -και αν μάλιστα πρόκειται για συνεπιβάτη γυναικείου φύλου, οι έρευνες έχουν αποδείξει ότι η γνώμη τους επηρεάζει σημαντικά τις πωλήσεις. Το ότι ουσιαστικά παραμένει ίδιο οπτικά για το 2008, αποδεικνύει εκ των υστέρων ότι ο σχεδιασμός του βρισκόταν μπροστά από την εποχή του και δεν έχει ξεπεραστεί ακόμα.
Και από πλευράς επιδόσεων όμως, παραμένει εντός των πλαισίων του ανταγωνισμού. Με 28 από τους 39 ανακοινωμένους ίππους να φτάνουν στον πίσω τροχό, όχι μόνο θα φύγει μπροστά στο φανάρι, αλλά θα ταξιδέψει άνετα, διατηρώντας ταχύτητες της τάξης των 140 χιλιομέτρων με άνεση, σκαρφαλώνοντας αν χρειαστεί μέχρι τα 160, ή και τα 180 στο κοντέρ υπό ιδανικές συνθήκες. Η επιτάχυνση είναι δυνατή και έρχεται άμεσα με την περιστροφή του γκαζιού, σπινάροντας εύκολα τον πίσω τροχό. Αν όμως τέτοιου είδους συμπεριφορά αποτελεί τη μόνιμη συνήθειά σας, τότε υπάρχει περίπτωση να αρχίσει να σας ακολουθεί ένας ιδιόρρυθμος θόρυβος από τον συμπλέκτη. Ο φυγοκεντρικός συμπλέκτης των μοντέλων ’03 και ’04, σε γρήγορους ρυθμούς και απότομα ανοίγματα του γκαζιού άρχιζε να παραπονιέται -αλλά μέχρι εκεί. Πέραν του παραγόμενου θορύβου, δεν υπήρχε καμία άλλη παρενέργεια, τόσο στην αξιοπιστία όσο και στην απόδοση.
Μετά το 2004 το πρόβλημα αυτό αντιμετωπίστηκε πλήρως, με αντικατάσταση κάποιων υλικών στον συμπλέκτη και δεν συναντάται πλέον. Ορισμένοι μάλιστα ιδιοκτήτες παλαιότερων μοντέλων είχαν προχωρήσει σε αντικατάσταση, στα πλαίσια του service. Αν τώρα σκοπεύετε να αγοράσετε κάποιο μοντέλο ’03-'04, δεν θα πρέπει να σας ανησυχεί αυτό, καθώς ακόμα και αν παρουσιαστεί ο θόρυβος, αντιμετωπίζεται εύκολα και γρήγορα στην αντιπροσωπεία, με κόστος γύρω στα εκατό ευρώ. Η γρήγορη οδήγηση βέβαια με το 189 κιλών σκούτερ, εξίσου γρήγορα θα φθείρει τα πίσω τακάκια -αλλά αυτό αποτελεί επιλογή σας.
Είναι πάντως δύσκολο να μην πας γρήγορα με το Beverly 500, καθώς το μεγάλο, 41 χιλιοστών πιρούνι με τη σκληρή συμπεριφορά του και το στιβαρό πλαίσιο, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για το κυνήγι της ταχύτητας στην είσοδο της στροφής. Ο μπροστινός τροχός των 16 ιντσών περνά εύκολα πάνω από την πλειοψηφία των ανωμαλιών του οδοστρώματος, και ο 14 ιντσών πίσω θα ακολουθήσει -αλλά το αμορτισέρ με τη μικρή διαδρομή των 78 χιλιοστών, θα περιορίσει την κάθετη κίνησή του. Σε μια προσπάθεια να μειωθεί το ύψος της σέλας και να μείνει χώρος από κάτω για τουλάχιστον ένα μικρό jet κράνος, αυτή ήταν μια αναγκαία παραχώρηση. Ωστόσο, έτσι κέρδισε σε συμπεριφορά μέσα στη στροφή.
Το Beverly 500 ακροβατεί ανάμεσα στην άνεση και τον σπορ χαρακτήρα χωρίς να κάνει παραχωρήσεις. Είναι μια δύσκολη αποστολή, αλλά οι Ιταλοί τα κατάφεραν. Άνετο και γρήγορο μέσα στην πόλη, με σύγχρονη σχεδίαση που τραβά τα βλέμματα, αφήνει το αστικό περιβάλλον ορμώντας στην εθνική οδό με αξιώσεις. Αν κινήστε εκεί συχνά, θα χρειασθείτε τη ζελατίνα, καθώς δεν υπάρχει άλλη προστασία από τον αέρα. Η διασκέδαση όμως έρχεται σε επαρχιακές διαδρομές. Εκεί το Beverly θα κινηθεί σβέλτα ακόμα και με δύο άτομα και πάνω απ’ όλα με ενεργητική ασφάλεια. Στα χρήματα που γίνεται διαθέσιμο, λίγες μοτοσυκλέτες ή σκούτερ μπορούν να προσφέρουν αντίστοιχα οφέλη και ίσως γι’ αυτό αλλάζει έτσι εύκολα χέρια.


ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος: Μονοκύλινδρος, τετράχρονος, υγρόψυκτος με 1 ΕΕΚ, 4 βαλβίδες
Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 92x69
Χωρητικότητα (cc): 459
Σχέση συμπίεσης: 10,5:1
Ανάφλεξη: Ηλεκτρονική, μεταβαλλόμενο αβάνς
Τροφοδοσία: Ηλεκτρονικός ψεκασμός Magneti Marelli
Σύστημα εκκίνησης: Μίζα
Σύστημα εξαγωγής: 2 σε 1, καταλύτης
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Τύπος Συμπλέκτη: Αυτόματος φυγοκεντρικός
Τελική Μετάδοση: Τροχαλίες μεταβαλλόμενης διαμέτρου, τραπεζοειδής ιμάντας, γραναζωτός μειωτήρας
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος: Ατσάλινο σωληνωτό χωροδικτύωμα
Γωνία κάστερ (o): 27,5
Μεταξόνιο (mm): 1550
Μήκος (mm): 2215
Πλάτος (mm): 770
Ύψος σέλας (mm): 775
Βάρος κενή / γεμάτη (kg): 189 / –
Ρεζερβουάρ / ρεζέρβα (l): 13,2 / 3
ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ
Εμπρός: Yδραυλικό τηλεσκοπικό πιρούνι
Διάμετρος (mm): 41
Διαδρομή (mm): 104
Ρυθμίσεις: Καμία
Πίσω: Αιωρούμενος βραχίονας με δύο υδραυλικά αμορτισέρ
Διαδρομή (mm): 78
Ρυθμίσεις: Προφόρτιση ελατηρίων σε 4 θέσεις
ΦΡΕΝΑ
Εμπρός: Δύο δίσκοι 260 χιλιοστών με δαγκάνες Brembo Serie Oro δύο αντικριστών εμβόλων και σύστημα Integrale
Πίσω: Δίσκος 240 χιλιοστών με δαγκάνα Brembo Serie Oro δύο αντικριστών εμβόλων και σύστημα Integrale
ΤΡΟΧΟΙ
Εμπρός
Ελαστικό: Pirelli GTS 23 (Tubeless) / 110/70-16 52S
Ζάντα: 3x16''
Πίσω
Ελαστικό: Pirelli GTS 24 (Tubeless) / 150/70-14 66S
Ζάντα: 4,5x14''
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Ταχύμετρο (χιλιόμετρα ή μίλια ανά ώρα) με ολικό και μερικό χιλιομετρητή, immobilizer, ενδεικτικές λυχνίες για λειτουργία ψεκασμού / μεσαία και μεγάλη σκάλα φώτων / πίεση λαδιού / φλας / ρεζέρβα / λειτουργία immobilizer, ενδείξεις στάθμης καυσίμου και θερμοκρασίας ψυκτικού, αποθηκευτικός χώρος κάτω από τη σέλα και ντουλαπάκι στην ποδιά, πλαστικός γάντζος, σχάρα, αδιάβροχο κάλυμμα σέλας, πρίζα 12V/180W, εργαλεία, πλαϊνό και κεντρικό σταντ
ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
Ισχύς εργοστασίου (ΗΡ/rpm): 39 / 7.500
Ροπή εργοστασίου (kg.m/rpm): 4,38 / 5.500
Μέχρι τα 50 χιλιόμετρα ανά ώρα, που είναι το μέγιστο επιτρεπόμενο όριο εντός πόλης, κινήστε ομαλά και πολιτισμένα. Αν μπείτε σε λεωφόρο με μεγαλύτερο όριο ή αποφασίσετε να παρανομήσετε, το Beverly δεν θα σας σταματήσει καθόλου. Αντιθέτως, μετά τα 50 θα αρχίσει να ανεβάζει δυνατά και σταθερά μέχρι και τα 110. Γραμμική και μεστή απόδοση που χαρίζει χαμόγελα
ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (km/l)
Μέση: 16,3

Moto Guzzi V7 Classic/Stone 2008 - 2013

Από τον

Χρήστο Πατεράκη

1/7/2015

Δεν αλλάζει

 

Ήταν μια από τις καλύτερες εμπνεύσεις της Piaggio η αναβίωση του θρυλικού ονόματος V7, που προστέθηκε ξανά στην γκάμα της Moto Guzzi από το 2008 και μετά. Στα χρόνια που πέρασαν η σειρά των V7 απέκτησε νέα μέλη, αναβαθμίστηκε δυο φορές, αλλά στη ουσία της δεν αλλάζει τίποτα

 

Η σύγχρονη V7 ανήκει σε μια ομάδα μοτοσυκλετών με ελάχιστα μέλη, όπως είναι η Bonneville της Triumph και η W της Kawasaki. Αυτή η ομάδα έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό που αφορά την αίσθηση και την εμπειρία από την οδήγησή της. Αυτή η αίσθηση, μοναδική και χαρακτηριστική για κάθε μοτοσυκλέτα, δεν αφορά ένα συγκεκριμένο τομέα του σχεδιασμού αλλά δημιουργείται από την συνολική κατασκευή. Από κάπου ξεκινάει όμως, κάπου υπάρχει ο πυρήνας της δημιουργίας της και η υπόλοιπη κατασκευή έχει φροντίσει να διατηρήσει. Στις Bonneville ας πούμε, είναι ο στρόφαλος και τα δυο έμβολα που παλινδρομούν μένοντας συνέχεια δίπλα – δίπλα αυτά που σε ωθούν να μάθεις να "οδηγείς με τον στρόφαλο" να χειρίζεσαι και να μπορείς να εκμεταλλευτείς την στροφορμή του, εκείνο το μέγεθος της Φυσικής που δεν αφήνει τον στρόφαλο να επιβραδύνει. Και στην V7 η αίσθηση που σου δίνει όταν την οδηγείς δημιουργείται από τον κινητήρα της, ή πιο σωστά από ολόκληρο το συγκρότημα που οδηγεί στην περιστροφή του πίσω τροχού. H ανάλαφρη αίσθηση, η ευκολία στους ελιγμούς και τις εναλλαγές κλίσεων είναι οι πρώτες παρατηρήσεις που εντυπώνονται μετά από την πρώτη βόλτα μαζί της. Η χαμηλή μοτοσυκλέτα, με την ίσια σέλα – είναι πλέον ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες με τέτοια σχεδίαση, όπου ο συνεπιβάτης απλώς κάθεται στην σέλα του δίχως να χρειάζεται να κάνει αναρρίχηση ή σπαγκάτο – διαθέτει και την διαχρονική απλότητα στην εμφάνισή της. Μια εμφάνιση με ταυτότητα και ομορφιά, τονισμένη και από την υψηλή ποιότητα του φινιρίσματος. Το καλό φινίρισμα και η απουσία αφρόντιστων σημείων είναι ένα χαρακτηριστικό που έχουν όλες οι σύγχρονες Moto Guzzi και η σειρά των V7 φτιάχτηκε μάλιστα την περίοδο όπου η αναβάθμιση της ποιότητας των Guzzi μπήκε σε μια νέα περίοδο της ιστορίας της. Μάλιστα χρονιά με τη χρονιά γίνονται βελτιώσεις σε διάφορα σημεία και πλέον οι V7 είναι αντικειμενικά καλοφτιαγμένες. Με την πάροδο του χρόνου και τις αλλαγές των μοντέλων αυτό που δεν αλλάζει είναι η αίσθηση από τη οδήγησή της. Mένει ίδια γιατί δεν αλλάζει αυτό που την δημιουργεί δηλαδή ο κινητήρας με την μετάδοσή του και το πλαίσιο. Ο αερόψυκτος δικύλινδρος V90o με τον διαμήκη στρόφαλο, τον μονόδισκο ξερό συμπλέκτη και το πεντατάχυτο κιβώτιο πίσω του, αλλά και τον άξονα της τελικής μετάδοσης που περνά μέσα από το ψαλίδι είναι πάντα εκεί ακολουθώντας τις επιταγές μιας εμπνευσμένης σχεδίασης της δεκαετίας του '60. To συγκρότημα του κινητήρα και της μετάδοσης "κρέμεται" από το πλαίσιο, φτιαγμένο από ατσάλινους σωλήνες, ακολουθώντας τις αρχές των χωροδικτυωμάτων. Η ανάρτηση του πίσω τροχού γίνεται με την συμβατική διάταξη των δυο αμορτισέρ, τοποθετημένων με σημαντική κλίση ώστε να προσφέρουν καλύτερη λειτουργία. O V2 δεν έχει σχεδιαστεί για την μέγιστη απόδοση, και έχει υιοθετήσει λύσεις όπως οι θάλαμοι καύσης Heron με επίπεδες κεφαλές και ωστήρια για τις δυο μόνο βαλβίδες κάθε κυλίνδρου στοχεύοντας αρχικά στην απλότητα, το μικρότερο κόστος κατασκευής και τις συμμαζεμένες διαστάσεις. Οι θάλαμοι Heron όμως συμβάλουν στην μικρή κατανάλωση και την καλή απόδοση ροπής, χαρακτηριστικά που ταιριάζουν γάντι τόσο στην V7 όσο και στην εποχή μας, όπου η σπατάλη βενζίνης κοντεύει να γίνει ποινικό αδίκημα. Παρά την σχεδίαση που μετρά πάνω από σαράντα χρόνια ο ιταλικός V2 αρκείται σε μια κατανάλωση σχεδόν πέντε λίτρων για κάθε εκατό χιλιόμετρα με την απόδοσή του να είναι αυτή που πρέπει στις χαμηλές και μεσαίες στροφές. H τροφοδοσία από το σύστημα ψεκασμού δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα ενώ από την αλλαγή του μοντέλου από το 2012 και μετά όπου ο ψεκασμός έχει πλέον ένα σημείο τροφοδοσίας και για τους δυο κυλίνδρους, η απόδοση είναι βελτιωμένη μέχρι τις μεσαίες στροφές. Στο ρελαντί εξακολουθεί να πάλλεται και στις ψηλές να μην αποδίδει τίποτα εντυπωσιακά νούμερα, ανεβάζοντας μάλιστα και λιγότερες στροφές για μικρότερη κατανάλωση, μα παραμένει πάντα ευχάριστος σύντροφος σε κάθε βόλτα. Στο εμπρός άκρο υπάρχει μεγάλη γωνία κάστερ, ελαστικό με διάμετρο 18 ίντσες και ένα συμβατικό πιρούνι με την μεγαλούτσικη διαδρομή των 130 χιλιοστών, χαρακτηριστικά που μεταφράζονται σε άνεση ακόμη και σε κακούς δρόμους. H V7 είτε στην πρώτη της έκδοση την Classic μεταξύ 2008 και 2011, είτε στη επόμενη την Stone είτε σαν την νεώτερη έκδοση του 2014 με την γεννήτρια πλέον να ψύχεται από το λάδι του κινητήρα προσφέρει πάντα την ίδια αίσθηση. Εύκολη και ευχάριστη στην οδήγηση και στο μάτι, δίχως δύστροπες ιδιαιτερότητες, με καλή ποιότητα κατασκευής παντρεύει μια κλασσική σχεδιαστική άποψη με το σήμερα, προσφέροντας απόλαυση σε κάθε βόλτα.

 

Ναι

Στην ευκολία της οδήγησης και την ομορφιά της

Όχι

Δεν είναι στο στυλ της η επιθετική οδήγηση

Γιατί

Απολαμβάνεις οδήγηση χωρίς υψηλή απόδοση

 

Οι τιμές των μοτοσυκλετών, όχι μόνο των μεταχειρισμένων αλλά ακόμη και των καινούργιων, είναι πολύ ρευστές πλέον και μεταβάλλονται προς χαμηλότερα επίπεδα. Έτσι και στην περίπτωση των V7 υπάρχουν τόσο σε τιμές προσφορών σαν καινούργιες ενώ και σαν μεταχειρισμένες οι τιμές χαμηλώνουν. Παρά του ότι είναι το πιο καλοπουλημένο μοντέλο της Moto Guzzi αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν άφθονες επιλογές σαν μεταχειρισμένες. Αυτό συμβαίνει για δυο λόγους με τον πρώτο να είναι ότι αγοράζονται από ανθρώπους που σκοπεύουν να την κρατήσουν χρόνια οπότε δεν θέλουν να την αλλάξουν σύντομα. Ο δεύτερος λόγος είναι απλώς η οικονομική δυσπραγία μας. Οι τιμές τους πλέον όμως έχουν κατέβει και κάτω από τις 4.000 ευρώ

 

Tι να προσέξετε

Η καλή ποιότητα κατασκευής της σειράς των V7 σε συνδυασμό με τις φροντίδες του ιδιοκτήτη μπορούν να τις διατηρούν για χρόνια αψεγάδιαστες. Άλλωστε η άριστη εμφάνισή της είναι και το απαραίτητο στοιχείο για την επιλογή μιας μεταχειρισμένης. Ο προαιρετικός εξοπλισμός που τυχόν διαθέτει, όπως το κεντρικό σταντ και οι πλαϊνές βαλίτσες, είναι άλλος ένας παράγοντας για την επιλογή της. Τα μοντέλα Stone - από το 2012 και μετά – είναι πιο δυσεύρετα και ακριβότερα. Έχουν βελτιωμένο κινητήρα αλλά ο χαρακτήρας τους είναι απαράλλαχτος.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ

Τύπος: Tετράχρονος, V90o διαμήκης, αερόψυκτος ένας εκκεντροφόρος στο κάρτερ, 2 βαλβίδες/κύλινδρο

Διάμετρος επί διαδρομή (mm): 80 x 74

Κυβικά (cc): 744                

Σχέση συμπίεσης: 9,6:1              

Ανάφλεξη: Ψηφιακή         

Τροφοδοσία: Ψεκασμός Marelli                                   

Σύστημα εκκίνησης:                        Μίζα

Σύστημα εξαγωγής:      2 σε 2

ΜΕΤΑΔΟΣΗ

Τύπος συμπλέκτη:            Ξερός, μονόδισκος με ντίζα

Σχέσεις ταχυτήτων: Πέντε

Τελική μετάδοση:            Άξονας, γρανάζια

 

ΠΛΑΙΣΙΟ

Τύπος: Ατσάλινο, κλειστό, βιδωτό τμήμα για την αφαίρεση του κινητήρα

Γωνία κάστερ (o):       27,5

Ίχνος (mm):            109

Μεταξόνιο (mm):  1.449 

Ύψος σέλας (mm):  805

Βάρος κατασκευαστή κενή (kg): 182/198         

Πραγματικό βάρος γεμάτη, ζυγισμένη (Kg): 199,5

Ρεζερβουάρ/ρεζέρβα (l): 17/2,5

ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

Εμπρός: Τηλεσκοπικό πιρούνι Marzocchi

Διάμετρος (mm):  40

Διαδρομή (mm):  135                

Ρυθμίσεις:            Καμία

Πίσω:  Δυο αμορτισέρ Sachs

Διαδρομή (mm):  118    

Ρυθμίσεις:            Προφόρτιση ελατηρίων

 

ΦΡΕΝΑ

Εμπρός: Δίσκος 320mm, δαγκάνα Brembo με τέσσερα έμβολα

Πίσω:            Δίσκος 260mm, δαγκάνα Brembo με ένα έμβολο

 

ΤΡΟΧΟΙ

Εμπρός

Ελαστικό:            100/90 -18

Ζάντα:             2,50 x 18in

Πίσω

Ελαστικό:            130/80 -17

Ζάντα:             3,50 x17in

 

ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

 

Αναλογικό στροφόμετρο και ταχύμετρο, δύο οθόνες LCD με ψηφιακές ενδείξεις για ολικό και μερικό χιλιομετρητή, ρολόι, θερμοκρασία περιβάλλοντος, ενδεικτικές λυχνίες για πίεση λαδιού, λειτουργία ψεκασμού, φλας, νεκρά, μεγάλη σκάλα φώτων

 

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ

Ισχύς κατασκευαστή (HP/rpm): 48/6.800

Ροπή κατασκευαστή (Kg.m/rpm):            5,4/3.600

Επιτάχυνση 0 - 400m (sec): 14,48

 

ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ (l/100km)

Μέση:            5,3

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ (km)

Μέση:            330

 

 

ΤΙΜΕΣ ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ (με ΦΠΑ 23%, €)*

Έμβολο πλήρες : 172             

Μπιέλα : 290 

Τελικό εξάτμισης : (ένα) 539

Ρεζερβουάρ:             821    

Εμπρός φτερό : 164                                       

Εμπρός ζάντα: 296                 

Μανέτα δεξιά :25      

Σέλα :  127                

Πλαίσιο: 801,3

* Οι προαναφερόμενες τιμές ήταν σε ισχύ τον Αύγουστο του 2014              

 

Ετικέτες