Editorial 608 - Πάνω από τα χωριά των κορυφών…

Από το

motomag

1/7/2020

Ο Κασπάροφ σε μία ομιλία του, από τις πολλές που κάνει τελευταία, το έθεσε αρκετά κομψά: «Δίνουμε μεγαλύτερη σημασία σε κάποιο app για το iphone 11 αντί να ονειρευόμαστε σαν ανθρωπότητα το επόμενο Apollo 11». Μένουμε στάσιμοι και ασχολούμαστε με το ευτελές και πρόσκαιρο - ποιος μπορεί να πει πως αυτή δεν είναι η πραγματικότητα; Στα σύρματα που μεταφέρουν την πληροφορία και στα κύματα που αυτή ταξιδεύει ασύρματα, επικρατεί μία βαβούρα. Ένας όχλος που θεωρεί δικαίωμα να μιλά και να σχολιάζει, μπερδεύοντας το δικαίωμα με την ευθύνη. Όταν μιλάς για κάτι έχεις την ευθύνη να το έχεις ελέγξει, να το έχεις ψάξει. Με στοιχεία όμως. Γιατί από μία θεωρία μπορούμε να έχουμε όλοι για όλα, αυτό είναι το εύκολο άλλωστε, όπως και με τις απόψεις. Μόλις βγεις λίγο προς τα έξω από την πόλη, όταν εκεί που θα πας το σήμα δεν σε βρίσκει, η βαβούρα αρχίζει να καταλαγιάζει. Δεν είναι το ίδιο με το να μείνεις στην πόλη και να επιλέξεις να κλείσεις τα πάντα, γιατί τα πάντα γύρω σου συνεχίζουν στον ίδιο ρυθμό.

Σε ένα χωριό όμως στα 1.800 μέτρα, από τους οικισμούς σε μεγαλύτερο υψόμετρο στην Ευρώπη, η ηρεμία είναι διάχυτη στην ατμόσφαιρα. Δεν παίρνεις απλά οξυγόνο, καθαρίζει το μυαλό σου αμέσως μόλις ανταλλάξεις δύο κουβέντες με το γέρικο ζευγάρι που ξεχορταριάζει τα σκαλοπάτια στο σπίτι που ανοίγει μόλις για λίγους μήνες τον χρόνο, μονάχα το καλοκαίρι. Στα Καλύβια Ροδοχωρίου που πέρασε φέτος το Mega Test δεν φτάνεις δύσκολα, αλλά κανείς δεν μπαίνει στον κόπο. Στον Γράμμο έχει πιο εύκολο δρόμο να φτάσεις από εκείνον που πήγαμε εμείς και σίγουρα πιο εύκολο για να φύγεις, από τον απροσπέλαστο που θέλαμε να μπλέξουμε, αλλά ελάχιστοι πηγαίνουν. Δεν είναι θέμα χρόνου αλλά διάθεσης. Το ευτελές σε κρατά πίσω, ασχολείσαι με το τι μπορείς να αποκτήσεις τώρα, όχι πώς να αξιοποιήσεις καλύτερα αυτό που έχεις… Όπως λέμε σε κάθε Mega Test, όπως ακριβώς κλείνει και το φετινό – κλείνει προσωρινά καθώς έρχεται το Story- το συγκριτικό αυτό είναι πρώτα μία έμπνευση και μετά όλα τα άλλα. Άρπαξε την ευκαιρία και κάνε το ταξίδι, με ό,τι έχεις ή με ό,τι κι αν μπορείς να βρεις, τόσο απλά… Ο Ελληνοαμερικανός, χρόνια αναγνώστης του ΜΟΤΟ που μας ανακάλυψε στο Βελβεντό έχει χορτάσει πολύ βαβούρα πηγαινοερχόμενος στο Μαϊάμι και είναι ήδη σε καλό σημείο: Ετοιμαζόταν να φορτώσει ένα παλιό παπί και να ξεκινήσει τις βόλτες στα βουνά να καθαρίσει το μυαλό του. Σε αυτό να ξέρετε πως είμαστε προνομιούχοι όλοι οι μοτοσυκλετιστές, το αντίδοτο σε όλα τα παραπάνω είναι να βάλεις κράνος, μπουφάν γάντια κτλ και να βγεις στο δρόμο… Κάτι καινούριο θα συναντήσεις σίγουρα:

Στους πρόποδες του Ολύμπου περάσαμε από ένα χωριό που έχει τα περισσότερα βοειδή ανά κάτοικο στα Βαλκάνια, ο βενζινάς μας το είπε ξεκάθαρα: Επτά νοματαίοι εσείς και το χωριό έχει πολλά κορίτσια ανύπαντρα και οι χειρωνακτικές δουλειές βγαίνουν δύσκολα! Γαμπρούς ψάχνουμε… Ορίστε μία πρόταση που δεν θα γινόταν ποτέ σε κάποιον που σταμάτησε να βάλει βενζίνη με το αυτοκίνητο. Η μοτοσυκλέτα φέρνει άλλη αμεσότητα με το περιβάλλον και όχι μόνο με την φύση… Στον Γράμμο ο παππούς με την γιαγιά που τα χρόνια επάνω τους δεν φαίνονται όσο έντονα θα έπρεπε, από το περπάτημα που ρίχνουν για να φροντίσουν τα ζώα που εκτρέφουν, μας είπαν πως πρέπει να πούμε και σε άλλους να περνάνε να συνηθίζουν τον κόσμο. Γιατί μία ανάσα από τα σύνορα, ο ξένος ισοδυναμεί πρώτα με την απειλή. Ο γείτονας, το άλλο 50% του πληθυσμού δηλαδή, μετατρέπει ήδη τον κάτω όροφο του σπιτιού σε ταβέρνα. Άλλη δεν έχει για πολλά χιλιόμετρα, «να πείτε στον κόσμο να έρχεται προς τα εδώ» και δεν το έλεγε μόνο για την ταβέρνα του… Την μοναδική ημέρα που πιάσαμε πολιτισμό, στην Καστοριά, ο κόσμος μας έλεγε πως η βαβούρα με τις θεωρίες για την πόλη, τους έχει κοστίσει αρκετά. Ένα λάθος δημοσίευμα στην τηλεόραση και έχασα δύο κρατήσεις, μας λέει ένας ντόπιος και συνεχίζει πως το διάβασμα είναι καλό, όταν όμως πρώτα έχεις διαλέξει καλά τι είναι εκείνο που διαβάζεις…

Το φετινό Mega Test είχε σκοπό πριν την πανδημία να συνεχίσει εκεί που μας άφησε το περσινό δίπλα στα σύνορα δηλαδή, συνεχίζοντας προς τα έξω. Όμως τα χωριά που βρίσκονται στο μεγαλύτερο υψόμετρο, τα βουνά τα δικά μας, από τα ψηλότερα στα Βαλκάνια που λίγοι επισκέπτονται, έπρεπε να έχουν την τιμητική τους. Θα αφήσουμε το ταξίδι εκτός συνόρων να περιμένει λίγο ακόμη, όχι όμως πολύ… Μέχρι τότε, από εμάς, από την ομάδα που κάνει τα πράγματα να συμβαίνουν, προς εσάς, τους αναγνώστες που επιλέγουν τι θα διαβάσουν, πάρτε το Mega Test ως μία έμπνευση πρώτα για ταξίδι και μετά για αγορά μοτοσυκλέτας. Καλή ανάγνωση λοιπόν, για ένα τεύχος που φιλοξενεί απίστευτη δράση, σε χώμα και άσφαλτο!

 

editorial 532 - χωρίς μοτοσυκλέτα

Από το

Μαύρο Σκύλο

7/3/2014

Πως λέμε "Χωρίς οικογένεια", του Έκτορος Μαλό; Τρεις βδομάδες τώρα χωρίς μοτοσυκλέτα, λόγω γόνατου, κι έχω πάθει στέρηση. Μου λείπει ακόμα κι η καθημερινή μετακίνηση σπίτι-γραφείο, που εξ ορισμού είναι ό,τι πιο επικίνδυνο, βαρετό και ανούσιο. Αναγκαστικά μετακινούμαι με αυτοκίνητο, το κάθισμα τέρμα πίσω τραβηγμένο, το πόδι κάγκελο τεντωμένο, κλέβω λίγο κιόλας και χαλαρώνω τον κάτω ιμάντα του νάρθηκα για να μπορεί να λυγίζει λίγο το πόδι και να δουλεύω γκάζι-φρένο.

Καθώς με το αυτοκίνητο περνάω περισσότερο χρόνο ακίνητος, μπορώ να παρατηρώ ακόμα καλύτερα όσα συμβαίνουν γύρω μου στους δρόμους, κι απορώ ακόμα περισσότερο: Πως καταφέρνουμε κι επιβιώνουμε; Όσοι κινούμαστε με μοτοσυκλέτα αποδεικνύουμε πως όντως, γίνονται θαύματα. Μ' αυτά που βλέπεις στους δρόμους θα πίστευες πως μέσα σε μια βδομάδα δεν θα υπήρχε όρθιος μοτοσυκλετιστής ούτε για δείγμα. Κι όμως, φαίνεται πως είμαστε σαν τις κατσαρίδες, δεν εξηγείται αλλιώς.

Κινούμαι σε δρόμο διπλής κυκλοφορίας, χωρίς νησίδα, και μπροστά μου ακόμη ένας με μια "κούρσα" έχει βγάλει φλας για να στρίψει αριστερά στην ίδια κάθετο που θέλω να στρίψω κι εγώ. Η είσοδος όμως της καθέτου είναι μισόκλειστη από έργα του ΟΤΕ, έχουν σκάψει κι έχουν βάλει τα πάντα: Πλέγματα πορτοκαλιά στηριγμένα σε μπετόβεργες (all time safety classic η μπετόβεργα), σήματα "υποχρεωτική πορεία δεξιά", κορδέλες ασπροκόκκινες και φαναράκι που αναβοσβήνει. Τι άλλο να βάλουν; Το μόνο που χρειαζόταν να κάνει όποιος ήθελε να μπει στην κάθετο ήταν να πάρει λίγο πιο ανοιχτά την στροφή, αποφεύγοντας το εμπόδιο. Και τι κάνει ο τύπος; Το προφανές. Παίρνει φόρα και πέφτει πάνω σε όλα αυτά, σαν να μην υπήρχαν. Περνώντας δίπλα του, είδα την φάτσα του πανικόβλητη, έκπληκτη, λες και πλέγματα και ταμπέλες και φαναράκια πετάχτηκαν ξαφνικά μπροστά του. Ήθελα να σταματήσω και να τον βρίσω, να του πω πως είναι ηλίθιος και επικίνδυνος. Και γιατί; Γιατί φαντάστηκα πως θα μπορούσα κάλλιστα να οδηγώ μοτοσυκλέτα, και να τον συναντήσω στον δρόμο μου, και να πέσει πάνω μου έτσι όπως έπεσε και στην σήμανση των έργων. Είμαι σίγουρος πως θα είχε την ίδια δικαιολογία: Δεν σε είδα, δεν τα είδα.

Αυτό τώρα, είναι ένα πρόβλημα. Αλλά δεν είναι δικαιολογία. Το "δεν σε είδα" να το καταλάβω αν πρόκειται για τυφλό, και γνήσιο μάλιστα, όχι μαϊμού. Ελπίζω όμως πως οι τυφλοί δεν οδηγούν, ακόμα και στην Ελλάδα. Άνθρωπος που έχει τα ματάκια του και βλέπει, άνθρωπος που οδηγεί, δεν δικαιούται να πει δεν είδα. Δεν είδες, γιατί δεν κοίταγες, βλάκα. Κι ας φαίνεται πως είχες ανοιχτά τα μάτια σου, δεν έχεις όμως την εγκεφαλική χωρητικότητα που απαιτείται για να αναγνωρίζεις τι βλέπεις. Κι αν εσύ πιστεύεις στην μετεμψύχωση, εγώ λέω να απολαύσω ακόμα για πολύ αυτή την ζωή πριν πάω για την επόμενη. Δεν μιλάω μόνο για τον κύριο με την κούρσα εναντίον έργων, μιλάω και για την κοπελιά που είχε καρφωμένο το βλέμμα της στο υπερπέραν κι ερχόταν καταπάνω μου κοιτώντας με αλλά χωρίς να με βλέπει, κι έχω φάει φρίκη, ένα Jimny οδηγώ, μπορεί κι ανεβαίνει πεζοδρόμια, αλλά το άτιμο δεν πηδάει στο πλάι σαν γατί περνώντας πάνω από παρκαρισμένα για να βρεθώ στο πεζοδρόμιο και να γλιτώσω, να βάλω όπισθεν το σκέφτηκα αλλά είχα άλλον πίσω μου, το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να βυθίσω το κουμπί της κόρνας βαθιά μέσα στο τιμόνι και να εισπνεύσω δυνατά μέσα από τα σφιγμένα δόντια μου (αυτό πάντα βοηθάει) περιμένοντας το μπαμ. Η σκηνή αυτή είχε γυριστεί φαίνεται σε super hi definition, γιατί παρακολούθησα τα μάτια της να εστιάζουν αργά, κι εξίσου αργά να στρίβει το τιμόνι, λες και το αυτοκίνητό της μέσα ήταν γεμάτο διαφανή μαρμελάδα και δυσκολευόταν. Πέρασε χιλιοστά δίπλα μου, ατάραχη όμως, κι εξακολουθώντας να μιλάει στο κινητό.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάνω μια διακοπή για να παρακαλέσω τις αυτοκινητοβιομηχανίες να εγκαταστήσουν, και ως πρώτη τοποθέτηση και ως ρετροφίτ, το εξής σύστημα: Μόλις το αυτοκίνητο ανιχνεύσει χρήση κινητού, να ανοίγει αυτόματα το παράθυρο του οδηγού. Επόμενή μου παράκληση είναι να γίνει μια μικρή αλλαγή στον ΚΟΚ, που θα λέει το εξής: "Πας νοήμων μοτοσυκλετιστής δικαιούται άνευ ποινής να αρπάξει το κινητό ή το μπλουτούθ ή το χαντσφρή και να το σφεντονίσει όσο πιο μακριά μπορεί, κατά προτίμηση σε σημείο που θα το πατήσουν αμέσως τα άλλα αυτοκίνητα". To ζητάω αυτό γιατί πολλές φορές έχω την επιθυμία να το κάνω, αλλά με εμποδίζουν τα κλειστά παράθυρα. Πιστεύω πως είναι ένα μέτρο που θα σώσει πολλές ζωές. Εναλλακτικά, για να μην αφήνουν οι μοτοσυκλετιστές το δεξί τους χέρι από το τιμόνι, θα συμβιβαζόμουν με μια συσκευή που με το πάτημα ενός κουμπιού θα ανατίναζε όλα τα κινητά σε απόσταση πέντε μέτρων. Μια απλή συσκευή ηλεκτρομαγνητικού παλμού δηλαδή, κατάλληλα ρυθμισμένη για να μην καταστρέφει τα ηλεκτρονικά της ίδιας της μοτοσυκλέτας (που κατά προτίμηση θα πρέπει να είναι με καρμπυρατέρ και πλατίνες, χωρίς ηλεκτρονική, για να έχεις το κεφάλι σου ήσυχο), αλλά που θα μπλοκάρει τόσο το κινητό όσο και τα ηλεκτρικά του αυτοκινήτου.

Μετά από λίγες μέρες πίσω από στρογγυλό τιμόνι, άρχισα να κατανοώ και γιατί οι οδηγοί των αυτοκινήτων είναι όλοι έτοιμοι να σφάξουν τους άλλους οδηγούς. Φαινομενικά τα πράγματα είναι ήρεμα, κι όταν είσαι με μοτοσυκλέτα και δεν μένεις πολύ ανάμεσά τους αλλά κινείσαι συνεχώς, δεν μπορείς εύκολα να καταλάβεις πως αρκεί η παραμικρή αφορμή για να ξεσπάσει τρίτος παγκόσμιος πόλεμος. Όταν όμως αναγκαστείς να ζήσεις εγκλωβισμένος ανάμεσά τους, σιγά-σιγά η υποβόσκουσα αυτή οργή μπαίνει και στο δικό σου αυτοκίνητο από το ανοιχτό παράθυρο (ακόμα και το χειμώνα, εκτός εθνικής οδού, οδηγώ με ανοιχτό παράθυρο) και σε ποτίζει χωρίς να το καταλάβεις. Είναι φαίνεται τόσο αφύσικη η όλη φάση, σειρές ολόκληρες από ακινητοποιημένα αυτοκίνητα, άνθρωποι που περνούν έτσι ώρες ολόκληρες καθημερινά, που το μόνο που σκέφτεσαι είναι όχι πως θα γλιτώσεις, αλλά πως θα ξεσπάσεις στον πρώτο που θα κάνει το λάθος. Πρόκειται για μια κλασική εφαρμογή του πειράματος Καλχούν: Όταν τα ποντίκια είναι λίγα μέσα στο κουτί ανέχονται το ένα το άλλο. Όταν γίνουν πολλά, γίνονται και κανίβαλοι και τρώνε το ένα το άλλο για να επέλθει μια ισορροπία. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με τους οδηγούς αυτοκινήτων στους δρόμους. Είναι πολλοί, το κουτί είναι μικρό, τρώνε ο ένας τον άλλο. Άρχισα κι εγώ να επηρεάζομαι.

Στην φάση που για 500 μέτρα στενού δρόμου είχα μπροστά μου έναν κυριούλη που πήγαινε με πρώτη αργή-σκορτσάροντας-πατώντας φρένο-ανάβοντας δεξί φλας-όχι, όχι, αριστερό φλας τώρα-μπα, βάλε αλάρμ-σβήσε αλάρμ-κάνοντας πως θα χωθεί δεξιά-αλλά όχι, ίσως αριστερά-κι όλα αυτά τόσο αααργά που η βελόνα του κοντέρ ούτε που κουνιόταν, θυμήθηκα μια παλιά μου κατά φαντασίαν εφεύρεση: Το όπλο Ε.Ε.. Όπου Ε.Ε. σημαίνει Εξαΰλωσις-Εξαφάνισις, και όχι Ευρωπαϊκή Ένωση. Σημαδεύεις νοητά όποιον σε φρικάρει στο δρόμο και... ΠΑΦ! εξαφανίζεται από μπροστά σου. Ιδανικά, το όπλο Ε.Ε. είναι ρυθμισμένο για να τον στείλει, μαζί με το αυτοκίνητό του, σε μέρος χωρίς δρόμους, μακριά από πολιτισμό, όπως για παράδειγμα στα βάθη της ζούγκλας του Αμαζονίου, ή σε κάποιο ακατοίκητο ερημονήσι του Ειρηνικού Ωκεανού. Στην αρχή, όταν το είχα πρωτοεφεύρει, το είχα ρυθμισμένο απλώς να εξαφανίζει, όμως οι διαμαρτυρίες ανθρωπιστικών οργανώσεων με έκαναν να το μετατρέψω. Δουλεύει και για μοτοσυκλέτες, ειδικά για όσους καταφέρνουν να καθυστερούν πίσω τους αυτοκίνητα, μέσα στην πόλη, και όσους βγαίνουν μπροστά στα φανάρια, χωρίς να τα βλέπουν και όταν ανάψει πράσινο, κάθονται μέχρι να τους κορνάρουν τουλάχιστον 50 αυτοκίνητα για να ξεκινήσουν.

Όσο περνούν οι μέρες κι οδηγώ ακόμα αυτοκίνητο, η κατάστασή μου σοβαρεύει. Αρχίζω να ζηλεύω ακόμα και αυτούς που κυκλοφορούν μέσα στην Αθήνα με τριβάλιτσα Adventure, φορώντας καπελάκι και ξεκινούν από το φανάρι με τα πόδια κάτω για τουλάχιστον εκατό μέτρα, μέχρι να αισθανθούν σίγουροι για την ισορροπία τους και να τα βάλουν στα μαρσπιέ.

Ναι, τόσο χαμηλά έχω πέσει. Γλυκοκοιτάζω ακόμα και κάτι μεγκασκούτερ μπαουλοντίβανα που χρειάζονται χάιγουέι στις ερημιές της Νεβάδα για να χωρέσουν, κάτι παπιά ρημάδια που αλλού κοιτάει ο μπροστινός τους τροχός κι αλλού ο πίσω, μέχρι κι ένα Μεζέ 250 που άφηνε απ' την εξάτμισή του μια παχιά γραμμή αδιάλυτου καπνού, ξέρετε, εκείνα που στο ρελαντί βλέπεις θολό τον κινητήρα απ' τους κραδασμούς. Νόμιζα πως είχαν εξαφανιστεί, αλλά ήμουν κοντά στον Περισσό, οπότε η εμφάνισή του μπορεί να δικαιολογείται κι έτσι. Όχι πως δεν τα αγαπώ, είχα κι εγώ τέτοιο κάποτε, κι ας είχε προσπαθήσει δύο φορές να με δολοφονήσει, μία που κόλλησε τέρμα το γκάζι στην εθνική και μία που πήγε να πάρει φωτιά. Η σχέση μας δεν κράτησε πολύ.

Τώρα που δεν μπορώ να καβαλήσω, περνούν μπροστά από τα μάτια μου όλα τα μηχανάκια που είχα, κι όσα θα ήθελα να έχω, μια παρέλαση που μπορεί να με κρατήσει απασχολημένο για πολλή ώρα, ειδικά αν σκεφτώ και όσα είχα κάνει με αυτά που είχα και όσα θα ήθελα να κάνω με αυτά που δεν είχα. Ζω τέτοια στέρηση, που αν μου έλεγαν πως μπορείς να καβαλήσεις, αλλά μόνο ΑΥΤΟ (κάτι που κανονικά δεν θα ήθελα να βρεθώ πάνω του ούτε ταριχευμένος), θα χοροπηδούσα απ' τη χαρά μου. Το GS μου έχει μαραζώσει, το Χάσκυ μου με κοιτάει παραπονεμένο, αλλά το γόνατο είναι αυτό που θα πει πότε θα μπορέσω να ξανακαβαλήσω.

Κι όσο το σκέφτομαι, τόσο καταλήγω πως σε κάτι τέτοιες φάσεις στέρησης καταλαβαίνεις πόσο αγαπάς τις μοτοσυκλέτες, όταν πάψεις να έχεις ιδανικές καταστάσεις στο μυαλό σου και διαπιστώνεις πως θα ήσουν ευχαριστημένος με λιγότερα, έως ελάχιστα. Κι όταν οι προδιαγραφές σου φτάσουν στο σημείο "κινητήρα και ρόδες να έχει, και μια χαρά θα περάσουμε", τότε πρέπει να είναι το αντίστοιχο του "ζω στην έρημο και τρέφομαι με ακρίδες και μέλι, αλλά βρήκα τη φώτιση" ή του "μετά από δέκα χρόνια απομόνωσης σε σπηλιά του Θιβέτ ζω μόνο με δροσερό αεράκι κι αγαπάω όλο τον κόσμο". Μ' αυτά που γράφω, σ' αυτό το σημείο μου ήρθε μια εικόνα με τον Βούδα να διαλογίζεται κάτω από έναν φίκο, αλλά όταν κοίταξα πίσω από τον φίκο, είδα έναν τροχό να ξεπροβάλλει, με τρακτερωτό λάστιχο και ψηλό φτερό από πάνω του: Κι ο Βούδας εντούρο ονειρεύονταν.