Editorial 587 - Ευτυχώς, εμπάργκο!

x
Από το

motomag

1/10/2018

Η σχέση μεταξύ δημοσιογράφων και εταιριών κρέμεται πάντα από μια λεπτή κλωστή. Στην πραγματικότητα, ιδανικά οι ρόλοι είναι συμπληρωματικοί, και οι δημοσιογράφοι βρίσκονται ανάμεσα στις εταιρίες και το κοινό, ως ειδικοί στο θέμα τους. Ο ρόλος τους είναι να διαθέτουν τις γνώσεις και την εμπειρία ώστε να παρουσιάσουν, να αναλύσουν και να αξιολογήσουν μια μοτοσυκλέτα, γράφοντας κατόπιν ένα κείμενο τεκμηριωμένο, ενδιαφέρον και σε σωστά Ελληνικά – ή σε όποια άλλη γλώσσα – έτσι ώστε ο αναγνώστης τους να έχει όλα τα δεδομένα για να σχηματίσει άποψη.

Φυσικά, ακόμα και η πιο απίστευτη μοτοσυκλέτα κάποια κουσούρια θα έχει, ενώ υπάρχουν κι αυτές που θα έπρεπε να σπρωχτούν άμεσα στον πλησιέστερο γκρεμό. Κι εδώ αρχίζουν οι σχέσεις να χαλάνε, καθώς στόχος των εταιριών είναι να πουλάνε, και στόχος των δημοσιογράφων είναι (ή θα πρέπει να είναι…) να πουν τα πράγματα με το όνομά τους. Ειδικά για τις μοτοσυκλέτες, που οι ιδιοκτήτες τους έχουν και συναισθηματική σχέση μαζί τους, και τις βιώνουν με εντελώς διαφορετικό τρόπο απ’ ότι άλλα μηχανήματα που υπάρχουν στην ζωή τους, η κριτική των δημοσιογράφων τους φέρνει πολλές φορές αντιμέτωπους και με τις εταιρίες, και με τους αναγνώστες τους. Οι πρώτες θα προτιμούσαν να μην λέγεται τίποτα το αρνητικό, να είναι πάντα όλα υπέροχα, κι οι δεύτεροι δεν ανέχονται να τους θίξεις την καλή τους για κανένα λόγο.

Η μεγάλη υπηρεσία που προσφέρουν οι άξιοι λόγου δημοσιογράφοι στις εταιρίες είναι να επισημαίνουν τα θετικά, αλλά και τα αρνητικά της μοτοσυκλέτας, έτσι ώστε να μπορούν να τα διορθώσουν και να μην τα επαναλάβουν. Για κάποιους λίγους ανθρώπους εταιριών, αυτό είναι ευπρόσδεκτο, για πολλούς στοιχείο ενόχλησης. Κι όταν τα πράγματα περάσουν σε τοπικό επίπεδο, οι αντιπρόσωποι που θεωρούν πως η μοτοσυκλέτα τους έχει “αδικηθεί” και κινδυνεύει να μην πουλήσει όσο θα ήθελαν, αντιδρούν με διάφορους τρόπους, που φτάνουν ως τον αποκλεισμό του δημοσιογράφου και του μέσου, και φυσικά, με “κόψιμο” της διαφήμισης ως στεγνό εκβιασμό. Αντίθετα, οι ευφυείς δεν το κάνουν θέμα, καταγράφουν τις παρατηρήσεις και τις στέλνουν στην εταιρία, ώστε να τις λάβει υπόψη της. Μέσα σ’ αυτά τα πάνω από τριάντα χρόνια που ασχολούμαι με το θέμα, έχω συναντήσει και τα χειρότερα και τα καλύτερα, και σίγουρα είναι πάρα πολλές οι περιπτώσεις που από τις δικές μας παρατηρήσεις συγκεκριμένες μοτοσυκλέτες βελτιώθηκαν ή και δημιουργήθηκαν ενώ δεν υπήρχαν. Και ναι, πολλές φορές μας έχουν κόψει την διαφήμιση ή έχουν επιχειρήσει να μας πείσουν πως ο ήλιος λάμπει, ενώ έξω ήταν νύχτα. Κάπως έτσι, ως δημοσιογράφοι του ειδικού τύπου νιώθουμε πως αξίζει τον κόπο να συνεχίζουμε αυτή τη δουλειά, πως προσφέρουμε στους αναγνώστες μας την γνώση που χρειάζονται και για να ενημερωθούν και να κατανοήσουν, αλλά και φυσικά για να αποφασίσουν τι τους ταιριάζει να αγοράσουν.

Αφορμή για αυτές τις σκέψεις ήταν το πρόσφατο εμπάργκο που έθεσε η Honda Αμερικής στους εγχώριους καλεσμένους της στην παρουσίαση του νέου Honda CRF450L. Το εμπάργκο αφορούσε κάθε είδους δημοσίευση, για σχεδόν μια βδομάδα. Αυτό είναι κάτι που έχει ξαναγίνει, δεν ήταν η πρώτη φορά, σημασία όμως εδώ έχει ο λόγος: Με την παρουσίαση να διαρκεί μια μέρα, η Honda έθεσε το εμπάργκο για να μην υπάρξει ανταγωνισμός μεταξύ των καλεσμένων δημοσιογράφων για το ποιος θα βγάλει “πρώτος” το θέμα στο internet… Βλέπετε, αυτό που συμβαίνει είναι ακόμα και να διακόπτουν την οδήγηση της μοτοσυκλέτας ώστε να προλάβουν να ποστάρουν το θέμα τους “πρώτη βόλτα” πριν από κάθε άλλον. Και να λοιπόν που οι εταιρίες, από κει που ήθελαν όσο πιο πολλή δημοσιότητα γινόταν, και πρόθυμοι “δημοσιογράφοι” τους την παρείχαν σε αφθονία αλλά κενή περιεχομένου, κατάλαβαν πως αυτή η δημοσιότητα ήταν κυρίως σκουπίδια και προχειροδουλειές, και πως τους κάνει πολύ μεγαλύτερο κακό απ’ ότι μια εμπεριστατωμένη κριτική. Η μεγάλη διαφορά είναι πως στην τελευταία περίπτωση γίνονται πιστευτά και τα προτερήματα, ενώ όλες οι άλλες “ιντερνετιές” που τα βρίσκουν όλα υπέροχα, απορρίπτονται τελικά από το κοινό που δεν πιστεύει πια τίποτα και κανέναν. Φυσικά, υπάρχουν και τα ανάποδα, εξίσου άχρηστα, που όμως δημιουργούν εντυπώσεις σε όσους δεν μπορούν να κρίνουν: “Γιατί το νέο CRF είναι σκουπίδι” ήταν ο τίτλος σε ένα βιντεάκι που βρήκα στο YouTube. Φυσικά, ο τύπος ήταν γελοίος και δεν ήξερε τι έλεγε.

Γύρισαν λοιπόν οι εταιρίες να θυμίσουν στους δημοσιογράφους πως πρέπει να γίνεται η δουλειά. Και καλά έκαναν. Ένας από τους συμμετέχοντες δημοσιογράφους σ’ αυτή την παρουσίαση στις ΗΠΑ επικρότησε την επιβολή του εμπάργκο, γράφοντας: “Με το εμπάργκο όλο το event έγινε πολύ πιο απολαυστικό. Αντί όλοι να τρέξουν στα δωμάτιά τους για να στείλουν τις εντυπώσεις τους όσο πιο γρήγορα γινόταν, μόνο και μόνο για να είναι πρώτοι, γράφοντας βιαστικά, χωρίς πολλή σκέψη και με λάθος στοιχεία, είχαν την άνεση να ολοκληρώσουν την βόλτα με την μοτοσυκλέτα, να μιλήσουν με τους Ιάπωνες μηχανολόγους, να λύσουν απορίες τους και να μεταφέρουν την εμπειρία τους στους ανθρώπους που έφτιαξαν την μοτοσυκλέτα”. Καταλαβαίνουμε από τα λεγόμενά του πως το σύνηθες στις παρουσιάσεις όπου συμμετείχε, ήταν να τρέχουν όλοι με την πρώτη ευκαιρία να ποστάρουν, αδιαφορώντας για το αν έχουν συγκεντρώσει όλες τις πληροφορίες ή αν έχουν μιλήσει με τους ανθρώπους που έφτιαξαν την μοτοσυκλέτα! Όχι πως δεν τα έχουμε ζήσει κι εμείς αυτά, έ; Έχω δει διάφορους “δημοσιογράφους” να απαξιούν να μιλήσουν με τους δημιουργούς της μοτοσυκλέτας που δοκίμαζαν, οι ίδιοι που με κατηγορούσαν γιατί καθόμουν και μιλούσα με τους Ιάπωνες ή τους Ιταλούς με τις ώρες…  

Δεν είναι από καταπληκτικό έως τρομακτικό; Οι εταιρίες, που σε πάρα πολλές χώρες του κόσμου έχουν τον τύπο μόνο και μόνο ως ένα ακόμα διαφημιστικό κανάλι, να καταλαβαίνουν πως η κατρακύλα στα στάνταρ του τύπου τις ζημιώνει; Και να προσπαθούν να… ανεβάσουν το επίπεδο των δημοσιογράφων, προσπαθώντας οι ίδιες να βρουν τρόπους για να τους αναγκάσουν να κάνουν καλύτερα την δουλειά τους;  Που φτάσαμε… Απ’ την άλλη, μην περιμένετε και πολλά, ή κάποια δραματική αλλαγή νοοτροπίας – οι εταιρίες που καταλαβαίνουν πως το πολύ σκουπίδι και η τσαπατσουλιά των αμόρφωτων τους κάνει τελικά κακό, όσο κι αν λιβανίζει τα προϊόντα τους, καλούν πια όχι μόνο δημοσιογράφους στις παρουσιάσεις τους, αλλά και influencers των social media, ανθρώπους δηλαδή που επηρεάζουν, όχι βέβαια με τις γνώσεις τους, αλλά για εντελώς άσχετους με την μοτοσυκλέτα λόγους, όπως για παράδειγμα ότι είναι διάσημοι και τους ακολουθούν πολλοί στα τιτιβίσματα… Με λίγα λόγια, πρόκειται για μια διαφημιστική συναλλαγή: Εμείς σε καλούμε, εσύ μας διαφημίζεις, και λες στους ακολούθους σου πόσο υπέροχα περνάς πάνω στην μοτοσυκλέτα μας. Εντάξει, ποτέ δεν είπαμε πως ο κόσμος μας είναι απλός, ή αγγελικά πλασμένος. Είναι ωραίο όμως να υπάρχει κάποια φωτεινή αναλαμπή που και που!       

 

editorial 532 - χωρίς μοτοσυκλέτα

Από το

Μαύρο Σκύλο

7/3/2014

Πως λέμε "Χωρίς οικογένεια", του Έκτορος Μαλό; Τρεις βδομάδες τώρα χωρίς μοτοσυκλέτα, λόγω γόνατου, κι έχω πάθει στέρηση. Μου λείπει ακόμα κι η καθημερινή μετακίνηση σπίτι-γραφείο, που εξ ορισμού είναι ό,τι πιο επικίνδυνο, βαρετό και ανούσιο. Αναγκαστικά μετακινούμαι με αυτοκίνητο, το κάθισμα τέρμα πίσω τραβηγμένο, το πόδι κάγκελο τεντωμένο, κλέβω λίγο κιόλας και χαλαρώνω τον κάτω ιμάντα του νάρθηκα για να μπορεί να λυγίζει λίγο το πόδι και να δουλεύω γκάζι-φρένο.

Καθώς με το αυτοκίνητο περνάω περισσότερο χρόνο ακίνητος, μπορώ να παρατηρώ ακόμα καλύτερα όσα συμβαίνουν γύρω μου στους δρόμους, κι απορώ ακόμα περισσότερο: Πως καταφέρνουμε κι επιβιώνουμε; Όσοι κινούμαστε με μοτοσυκλέτα αποδεικνύουμε πως όντως, γίνονται θαύματα. Μ' αυτά που βλέπεις στους δρόμους θα πίστευες πως μέσα σε μια βδομάδα δεν θα υπήρχε όρθιος μοτοσυκλετιστής ούτε για δείγμα. Κι όμως, φαίνεται πως είμαστε σαν τις κατσαρίδες, δεν εξηγείται αλλιώς.

Κινούμαι σε δρόμο διπλής κυκλοφορίας, χωρίς νησίδα, και μπροστά μου ακόμη ένας με μια "κούρσα" έχει βγάλει φλας για να στρίψει αριστερά στην ίδια κάθετο που θέλω να στρίψω κι εγώ. Η είσοδος όμως της καθέτου είναι μισόκλειστη από έργα του ΟΤΕ, έχουν σκάψει κι έχουν βάλει τα πάντα: Πλέγματα πορτοκαλιά στηριγμένα σε μπετόβεργες (all time safety classic η μπετόβεργα), σήματα "υποχρεωτική πορεία δεξιά", κορδέλες ασπροκόκκινες και φαναράκι που αναβοσβήνει. Τι άλλο να βάλουν; Το μόνο που χρειαζόταν να κάνει όποιος ήθελε να μπει στην κάθετο ήταν να πάρει λίγο πιο ανοιχτά την στροφή, αποφεύγοντας το εμπόδιο. Και τι κάνει ο τύπος; Το προφανές. Παίρνει φόρα και πέφτει πάνω σε όλα αυτά, σαν να μην υπήρχαν. Περνώντας δίπλα του, είδα την φάτσα του πανικόβλητη, έκπληκτη, λες και πλέγματα και ταμπέλες και φαναράκια πετάχτηκαν ξαφνικά μπροστά του. Ήθελα να σταματήσω και να τον βρίσω, να του πω πως είναι ηλίθιος και επικίνδυνος. Και γιατί; Γιατί φαντάστηκα πως θα μπορούσα κάλλιστα να οδηγώ μοτοσυκλέτα, και να τον συναντήσω στον δρόμο μου, και να πέσει πάνω μου έτσι όπως έπεσε και στην σήμανση των έργων. Είμαι σίγουρος πως θα είχε την ίδια δικαιολογία: Δεν σε είδα, δεν τα είδα.

Αυτό τώρα, είναι ένα πρόβλημα. Αλλά δεν είναι δικαιολογία. Το "δεν σε είδα" να το καταλάβω αν πρόκειται για τυφλό, και γνήσιο μάλιστα, όχι μαϊμού. Ελπίζω όμως πως οι τυφλοί δεν οδηγούν, ακόμα και στην Ελλάδα. Άνθρωπος που έχει τα ματάκια του και βλέπει, άνθρωπος που οδηγεί, δεν δικαιούται να πει δεν είδα. Δεν είδες, γιατί δεν κοίταγες, βλάκα. Κι ας φαίνεται πως είχες ανοιχτά τα μάτια σου, δεν έχεις όμως την εγκεφαλική χωρητικότητα που απαιτείται για να αναγνωρίζεις τι βλέπεις. Κι αν εσύ πιστεύεις στην μετεμψύχωση, εγώ λέω να απολαύσω ακόμα για πολύ αυτή την ζωή πριν πάω για την επόμενη. Δεν μιλάω μόνο για τον κύριο με την κούρσα εναντίον έργων, μιλάω και για την κοπελιά που είχε καρφωμένο το βλέμμα της στο υπερπέραν κι ερχόταν καταπάνω μου κοιτώντας με αλλά χωρίς να με βλέπει, κι έχω φάει φρίκη, ένα Jimny οδηγώ, μπορεί κι ανεβαίνει πεζοδρόμια, αλλά το άτιμο δεν πηδάει στο πλάι σαν γατί περνώντας πάνω από παρκαρισμένα για να βρεθώ στο πεζοδρόμιο και να γλιτώσω, να βάλω όπισθεν το σκέφτηκα αλλά είχα άλλον πίσω μου, το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να βυθίσω το κουμπί της κόρνας βαθιά μέσα στο τιμόνι και να εισπνεύσω δυνατά μέσα από τα σφιγμένα δόντια μου (αυτό πάντα βοηθάει) περιμένοντας το μπαμ. Η σκηνή αυτή είχε γυριστεί φαίνεται σε super hi definition, γιατί παρακολούθησα τα μάτια της να εστιάζουν αργά, κι εξίσου αργά να στρίβει το τιμόνι, λες και το αυτοκίνητό της μέσα ήταν γεμάτο διαφανή μαρμελάδα και δυσκολευόταν. Πέρασε χιλιοστά δίπλα μου, ατάραχη όμως, κι εξακολουθώντας να μιλάει στο κινητό.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάνω μια διακοπή για να παρακαλέσω τις αυτοκινητοβιομηχανίες να εγκαταστήσουν, και ως πρώτη τοποθέτηση και ως ρετροφίτ, το εξής σύστημα: Μόλις το αυτοκίνητο ανιχνεύσει χρήση κινητού, να ανοίγει αυτόματα το παράθυρο του οδηγού. Επόμενή μου παράκληση είναι να γίνει μια μικρή αλλαγή στον ΚΟΚ, που θα λέει το εξής: "Πας νοήμων μοτοσυκλετιστής δικαιούται άνευ ποινής να αρπάξει το κινητό ή το μπλουτούθ ή το χαντσφρή και να το σφεντονίσει όσο πιο μακριά μπορεί, κατά προτίμηση σε σημείο που θα το πατήσουν αμέσως τα άλλα αυτοκίνητα". To ζητάω αυτό γιατί πολλές φορές έχω την επιθυμία να το κάνω, αλλά με εμποδίζουν τα κλειστά παράθυρα. Πιστεύω πως είναι ένα μέτρο που θα σώσει πολλές ζωές. Εναλλακτικά, για να μην αφήνουν οι μοτοσυκλετιστές το δεξί τους χέρι από το τιμόνι, θα συμβιβαζόμουν με μια συσκευή που με το πάτημα ενός κουμπιού θα ανατίναζε όλα τα κινητά σε απόσταση πέντε μέτρων. Μια απλή συσκευή ηλεκτρομαγνητικού παλμού δηλαδή, κατάλληλα ρυθμισμένη για να μην καταστρέφει τα ηλεκτρονικά της ίδιας της μοτοσυκλέτας (που κατά προτίμηση θα πρέπει να είναι με καρμπυρατέρ και πλατίνες, χωρίς ηλεκτρονική, για να έχεις το κεφάλι σου ήσυχο), αλλά που θα μπλοκάρει τόσο το κινητό όσο και τα ηλεκτρικά του αυτοκινήτου.

Μετά από λίγες μέρες πίσω από στρογγυλό τιμόνι, άρχισα να κατανοώ και γιατί οι οδηγοί των αυτοκινήτων είναι όλοι έτοιμοι να σφάξουν τους άλλους οδηγούς. Φαινομενικά τα πράγματα είναι ήρεμα, κι όταν είσαι με μοτοσυκλέτα και δεν μένεις πολύ ανάμεσά τους αλλά κινείσαι συνεχώς, δεν μπορείς εύκολα να καταλάβεις πως αρκεί η παραμικρή αφορμή για να ξεσπάσει τρίτος παγκόσμιος πόλεμος. Όταν όμως αναγκαστείς να ζήσεις εγκλωβισμένος ανάμεσά τους, σιγά-σιγά η υποβόσκουσα αυτή οργή μπαίνει και στο δικό σου αυτοκίνητο από το ανοιχτό παράθυρο (ακόμα και το χειμώνα, εκτός εθνικής οδού, οδηγώ με ανοιχτό παράθυρο) και σε ποτίζει χωρίς να το καταλάβεις. Είναι φαίνεται τόσο αφύσικη η όλη φάση, σειρές ολόκληρες από ακινητοποιημένα αυτοκίνητα, άνθρωποι που περνούν έτσι ώρες ολόκληρες καθημερινά, που το μόνο που σκέφτεσαι είναι όχι πως θα γλιτώσεις, αλλά πως θα ξεσπάσεις στον πρώτο που θα κάνει το λάθος. Πρόκειται για μια κλασική εφαρμογή του πειράματος Καλχούν: Όταν τα ποντίκια είναι λίγα μέσα στο κουτί ανέχονται το ένα το άλλο. Όταν γίνουν πολλά, γίνονται και κανίβαλοι και τρώνε το ένα το άλλο για να επέλθει μια ισορροπία. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει με τους οδηγούς αυτοκινήτων στους δρόμους. Είναι πολλοί, το κουτί είναι μικρό, τρώνε ο ένας τον άλλο. Άρχισα κι εγώ να επηρεάζομαι.

Στην φάση που για 500 μέτρα στενού δρόμου είχα μπροστά μου έναν κυριούλη που πήγαινε με πρώτη αργή-σκορτσάροντας-πατώντας φρένο-ανάβοντας δεξί φλας-όχι, όχι, αριστερό φλας τώρα-μπα, βάλε αλάρμ-σβήσε αλάρμ-κάνοντας πως θα χωθεί δεξιά-αλλά όχι, ίσως αριστερά-κι όλα αυτά τόσο αααργά που η βελόνα του κοντέρ ούτε που κουνιόταν, θυμήθηκα μια παλιά μου κατά φαντασίαν εφεύρεση: Το όπλο Ε.Ε.. Όπου Ε.Ε. σημαίνει Εξαΰλωσις-Εξαφάνισις, και όχι Ευρωπαϊκή Ένωση. Σημαδεύεις νοητά όποιον σε φρικάρει στο δρόμο και... ΠΑΦ! εξαφανίζεται από μπροστά σου. Ιδανικά, το όπλο Ε.Ε. είναι ρυθμισμένο για να τον στείλει, μαζί με το αυτοκίνητό του, σε μέρος χωρίς δρόμους, μακριά από πολιτισμό, όπως για παράδειγμα στα βάθη της ζούγκλας του Αμαζονίου, ή σε κάποιο ακατοίκητο ερημονήσι του Ειρηνικού Ωκεανού. Στην αρχή, όταν το είχα πρωτοεφεύρει, το είχα ρυθμισμένο απλώς να εξαφανίζει, όμως οι διαμαρτυρίες ανθρωπιστικών οργανώσεων με έκαναν να το μετατρέψω. Δουλεύει και για μοτοσυκλέτες, ειδικά για όσους καταφέρνουν να καθυστερούν πίσω τους αυτοκίνητα, μέσα στην πόλη, και όσους βγαίνουν μπροστά στα φανάρια, χωρίς να τα βλέπουν και όταν ανάψει πράσινο, κάθονται μέχρι να τους κορνάρουν τουλάχιστον 50 αυτοκίνητα για να ξεκινήσουν.

Όσο περνούν οι μέρες κι οδηγώ ακόμα αυτοκίνητο, η κατάστασή μου σοβαρεύει. Αρχίζω να ζηλεύω ακόμα και αυτούς που κυκλοφορούν μέσα στην Αθήνα με τριβάλιτσα Adventure, φορώντας καπελάκι και ξεκινούν από το φανάρι με τα πόδια κάτω για τουλάχιστον εκατό μέτρα, μέχρι να αισθανθούν σίγουροι για την ισορροπία τους και να τα βάλουν στα μαρσπιέ.

Ναι, τόσο χαμηλά έχω πέσει. Γλυκοκοιτάζω ακόμα και κάτι μεγκασκούτερ μπαουλοντίβανα που χρειάζονται χάιγουέι στις ερημιές της Νεβάδα για να χωρέσουν, κάτι παπιά ρημάδια που αλλού κοιτάει ο μπροστινός τους τροχός κι αλλού ο πίσω, μέχρι κι ένα Μεζέ 250 που άφηνε απ' την εξάτμισή του μια παχιά γραμμή αδιάλυτου καπνού, ξέρετε, εκείνα που στο ρελαντί βλέπεις θολό τον κινητήρα απ' τους κραδασμούς. Νόμιζα πως είχαν εξαφανιστεί, αλλά ήμουν κοντά στον Περισσό, οπότε η εμφάνισή του μπορεί να δικαιολογείται κι έτσι. Όχι πως δεν τα αγαπώ, είχα κι εγώ τέτοιο κάποτε, κι ας είχε προσπαθήσει δύο φορές να με δολοφονήσει, μία που κόλλησε τέρμα το γκάζι στην εθνική και μία που πήγε να πάρει φωτιά. Η σχέση μας δεν κράτησε πολύ.

Τώρα που δεν μπορώ να καβαλήσω, περνούν μπροστά από τα μάτια μου όλα τα μηχανάκια που είχα, κι όσα θα ήθελα να έχω, μια παρέλαση που μπορεί να με κρατήσει απασχολημένο για πολλή ώρα, ειδικά αν σκεφτώ και όσα είχα κάνει με αυτά που είχα και όσα θα ήθελα να κάνω με αυτά που δεν είχα. Ζω τέτοια στέρηση, που αν μου έλεγαν πως μπορείς να καβαλήσεις, αλλά μόνο ΑΥΤΟ (κάτι που κανονικά δεν θα ήθελα να βρεθώ πάνω του ούτε ταριχευμένος), θα χοροπηδούσα απ' τη χαρά μου. Το GS μου έχει μαραζώσει, το Χάσκυ μου με κοιτάει παραπονεμένο, αλλά το γόνατο είναι αυτό που θα πει πότε θα μπορέσω να ξανακαβαλήσω.

Κι όσο το σκέφτομαι, τόσο καταλήγω πως σε κάτι τέτοιες φάσεις στέρησης καταλαβαίνεις πόσο αγαπάς τις μοτοσυκλέτες, όταν πάψεις να έχεις ιδανικές καταστάσεις στο μυαλό σου και διαπιστώνεις πως θα ήσουν ευχαριστημένος με λιγότερα, έως ελάχιστα. Κι όταν οι προδιαγραφές σου φτάσουν στο σημείο "κινητήρα και ρόδες να έχει, και μια χαρά θα περάσουμε", τότε πρέπει να είναι το αντίστοιχο του "ζω στην έρημο και τρέφομαι με ακρίδες και μέλι, αλλά βρήκα τη φώτιση" ή του "μετά από δέκα χρόνια απομόνωσης σε σπηλιά του Θιβέτ ζω μόνο με δροσερό αεράκι κι αγαπάω όλο τον κόσμο". Μ' αυτά που γράφω, σ' αυτό το σημείο μου ήρθε μια εικόνα με τον Βούδα να διαλογίζεται κάτω από έναν φίκο, αλλά όταν κοίταξα πίσω από τον φίκο, είδα έναν τροχό να ξεπροβάλλει, με τρακτερωτό λάστιχο και ψηλό φτερό από πάνω του: Κι ο Βούδας εντούρο ονειρεύονταν.