Triumph Scrambler 1200 XC/XE 2019: Συνένωση κόσμων [VIDEO]

Οδηγούμε το νέο Scrambler!
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

21/3/2019

Οδηγήσαμε το Scrambler 1200 της Triumph, που πλέον ήρθε και στην Ελλάδα και σε λίγες ημέρες θα είναι και διαθέσιμο και για test ride. Καθώς πρόκειται για μία ξεχωριστή περίπτωση, μία μοτοσυκλέτα που παντρεύει κόσμους και για να το πετύχει έχει πραγματοποιήσει ολόκληρα άλματα εξέλιξης που μόνο όταν την οδηγείς το διαπιστώνεις, θέλουμε να την υποδεχτούμε με τον καλύτερο τρόπο. Ετοιμάσαμε ένα video που συμπληρώνει την αίσθηση της οδήγησής της σε όσα μεταφέραμε στο τεύχος 591 δύο μήνες πριν και μαζί με αυτό θα κάνουμε και κάτι που δεν το κάνουμε συχνά. Αναδημοσιεύουμε την αναλυτική παρουσίασή του από την έντυπη έκδοση. Καλή θέαση και ταυτόχρονα καλή ανάγνωση λοιπόν,

Δείτε το VIDEO:  

 

Κάθε 270 μοίρες έρχεται μία πιστονιά που την αισθάνεσαι με τα αυτιά σου, τα πόδια και τα χέρια σου, μέχρι που φτάνει στους πόρους του δέρματος κάνοντας τις τρίχες σου να ανασηκωθούν. Ποιος είπε πως είναι μόνο τα άλογα εκείνα που προσφέρουν συγκίνηση; Ποιος θα σε καταλάβει όταν του λες πως το πιο σημαντικό είναι η σύνδεση που έχεις με την μοτοσυκλέτα που καβαλάς; Με το Scrambler 1200 δεν υπάρχουν φλυαρίες κι ότι σου πει, θα πάει κατευθείαν στην καρδιά σου…

Έχουμε γεμίσει με ευμεγέθη on-off φορτωμένα με πληθώρα ηλεκτρονικών, μεγάλο ύψος κι επιβλητικό όγκο. Έχει και η Triumph μία τέτοια, το πρώην Explorer που τώρα λέγεται Tiger 1200 κι άρα δεν μπορεί να πει κανείς πως σνομπάρει την πιο περιζήτητη κατηγορία αυτή την στιγμή, όμως κοίτα να δεις που ξαφνικά κι αναπάντεχα φτιάχνει την πρώτη εναλλακτική πρόταση στις Adventure μοτοσυκλέτες, δίχως μάλιστα να το έχει βάλει αυτοσκοπό! Το νέο Scrambler 1200, ιδιαίτερα στην έκδοση XE, είναι η μοτοσυκλέτα που ακούγαμε εδώ και λίγο καιρό να ζητά ο κόσμος και δίχως να το περιμένει κανείς, την είδαμε ξάφνου μπροστά μας!

Τα παραδείγματα για την παραπάνω τοποθέτηση ως προς τις επιταγές του κόσμου δεν είναι λίγα και καθώς ταξιδεύουμε σε όλες τις παγκόσμιες εκθέσεις και παρουσιάσεις, βλέπουμε πως λίγο-πολύ αυτό ισχύει πανευρωπαϊκά, για να μην πούμε παγκόσμια. Το πιο πρόσφατο τέτοιο παράδειγμα ήταν με την είσοδο του BMW R1250GS στην ζωή μας, όταν ακούγαμε τα ίδια από διαφορετικές πλευρές: Να βγάλει η BMW ένα μικρότερο GS, ένα 850 που θα είναι και φθηνότερο και μικρότερο, χωρίς φυσικά να μπορούν να αντιληφθούν οι περισσότεροι πως το κόστος είναι ακριβώς το ίδιο για ένα εργοστάσιο, είτε φτιάξει 800 είτε 1200 κυβικά, ενώ επιβαρύνεται και με τα έξοδα εξέλιξης. Αυτός ήταν και ο λόγος που σταμάτησε να υπάρχει μικρότερος boxer άλλωστε! Στην πράξη, αυτό που ζητούσε ο κόσμος δεν ήταν τα λιγότερα κυβικά, αλλά μία μοτοσυκλέτα που να μην τους πιάνει δέος όταν την βλέπουν και ταυτόχρονα να αποπνέει γνήσιο Adventure αέρα. Τι σημαίνει γνήσιος αέρας; Είναι εκείνος που σε κάνει να καβαλάς ένα μεσημέρι φεύγοντας, για να κοιμηθείς το βράδυ στην εξοχή χωρίς καμιά ιδιαίτερη προετοιμασία, χωρίς να σε τρομάζει η σκέψη της αναστροφής όταν βλέπεις έναν άγνωστο δρόμο που δεν γνωρίζεις αν θα καταλήξει κάπου ή όχι. Αντιλαμβάνομαι πως η μεγαλοπρέπεια των σύγχρονων Adventure αφήνει κόσμο εμβρόντητο στην σκέψη να την σπρώξουν σταματημένη ή να κατέβουν από την σέλα της χωρίς να βάλουν το σταντ πρώτα, παρόλο που τώρα οι μοτοσυκλέτες αυτές είναι πιο ζυγισμένες και πιο εύκολες από ποτέ! Είναι ο όγκος τελικά που δημιουργεί το πρόβλημα, είναι το μάτι εκείνο που δίνει πρώτο τον συναγερμό. Κι έτσι η ανάγκη για μία Adventure που να είναι μαζεμένη σε μέγεθος είναι μεγαλύτερη από ποτέ. Ωστόσο, κανείς κατασκευαστής δεν πρόκειται να πάρει το ρίσκο να φτιάξει κάτι τέτοιο, ούτε και η Triumph που απλά ήθελε να βγάλει ένα καλύτερο Scrambler από αυτό που ήδη είχε. Κι έρχομαι τώρα εγώ να σας πω, πως δίχως να το έχουν σκοπό, τελικά πέτυχαν κάτι ολότελα διαφορετικό και καινούριο. Μία μοτοσυκλέτα που κάθε ένας που αγαπά τις κλασσικές θα την βρει αμέσως ελκυστική, εκείνοι που έψαχναν μία ικανή και δυνατή Scrambler έχουν την πρόταση της δεκαετίας και ξαφνικά μπαίνουν στο παιχνίδι και όλοι οι αναποφάσιστοι που ήθελαν Adventure όπως εκείνες που πρώτες ξεκίνησαν την κατηγορία αυτή! Το RnineT Urban G/S λέτε; Είναι και εκείνο μία αντίστοιχη πρόταση πιστεύετε; Έχω επιχειρήματα για το αντίθετο, και μπορώ να πω πως δεν υπάρχει καμία σύγκριση!

Μικρό μυστικό

Θα σας σερβίρω λοιπόν αμέσως τώρα το πιο δυνατό χαρτί αυτής της μοτοσυκλέτας, που μέχρι αυτή την στιγμή δεν έχω βρει άλλον δημοσιογράφο να το αναφέρει: Στην προσπάθειά της να μείνει πιστή στο στιλ και να προσφέρει μία σύγχρονη μοτοσυκλέτα, η Triumph έκανε ένα κανονικό θαύμα εφευρίσκοντας από την αρχή την ανάρτηση με δύο αμορτισέρ! Προφανώς όχι μόνη της αλλά σε συνεργασία με την Öhlins, όμως είναι κάτι που η ίδια ζήτησε και επένδυσε σε χρόνο και χρήμα. Πάνω από δύο χρόνια τους πήρε για να φτιάξουν μία χρονοκάψουλα, να μπουν μέσα και να γυρίσουν πίσω στην δεκαετία του ’70, εκεί που αυτές οι αναρτήσεις είχαν αρχίσει να δείχνουν τους περιορισμούς τους. Ήρθαν τα μοχλικά μαζί με το ένα αμορτισέρ και το μεγαλύτερο ύψος σέλας, γιατί χρειαζόταν ο κόσμος προοδευτικότητα κι αυτή με την σειρά της απαιτούσε αποστάσεις που σε μία χαμηλή ανάρτηση με δύο αμορτισέρ, δεν υπήρχαν! Πήγαν λοιπόν πίσω στον χρόνο και με την σημερινή γνώση κατασκεύασαν κάτι ολότελα διαφορετικό, χωρίς να κάνουν τίποτα καινούριο. Μπερδευτήκατε; Θα σας βοηθήσω: Δεν χρειάζεται καμία πατέντα, δεν εφευρέθηκε ξανά ο τροχός, κάθε αμορτισέρ πλαισιώνεται από δύο ελατήρια με ένα δακτύλιο στην μέση και κάθε ελατήριο έχει την δική του αντίσταση και προοδευτικότητα. Αυτό είναι το μυστικό που προσέχουν λίγοι, μονάχα που ακόμη κι όταν το δεις, μπορεί να το προσπεράσεις γιατί δεν είναι κάτι που γίνεται πρώτη φορά. Δεν το συναντάς στην εποχή μας, όμως στους παλαιότερους δεν θα κάνει εντύπωση μία τέτοια λύση. Κι όμως, δεν υπάρχει εκεί έξω αναβάτης αυτή την στιγμή που να έχει εμπειρία από μία τέτοια ανάρτηση που πραγματικά να δουλεύει στο χώμα, πέρα από όσους έχουν οδηγήσει το νέο Scrambler 1200! Δεν υπάρχει κανείς με τέτοια εμπειρία, ακόμη κι αν την δεκαετία του ’70 ήταν στα φόρτε του και χοροπηδούσε τις περιφράξεις ανέμελος γυρίζοντας ταινίες και ακούγοντας στο όνομα Steve… Και δεν υπάρχει γιατί απλά οι παλαιότεροι δεν είχαν ποτέ κάποια τέτοια ανάρτηση με αυτό τον τρόπο λειτουργίας και όσο καλά κι αν κρατιούνται, δεν έχουν και ιδέα πώς οδηγούνται οι σύγχρονες on-off στο χώμα, γιατί δεν τις έχουν απογειώσει ποτέ στον αέρα! Αντιθέτως κάθονται και λένε πως πλέον δεν υπάρχουν μοτοσυκλέτες όπως παλιά και δεν αξίζει καμιά τους. Ευτυχώς που δεν είναι οι μοτοσυκλέτες όπως παλιά, γιατί είναι απλά πολύ καλύτερες και το νέο Scrambler είναι τρανταχτή απόδειξη!

Ξεκινήσαμε την γνωριμία με το νέο Scrambler κατευθείαν στο χώμα με την έκδοση XE που έχει μεγαλύτερη διαδρομή αναρτήσεων, και είμασταν το πρώτο γκρουπ δημοσιογράφων μέχρι εκείνη την στιγμή, που έτρεφε ελπίδες πως θα βγει ο ήλιος. Οι προηγούμενοι είχαν χάσει κάθε ελπίδα να οδηγήσουν το Scrambler δίχως βροχή. Στους κατακόκκινους χωματόδρομους που μπήκαμε το πρωί διώχνοντας την πάχνη, ένας τέτοιος καιρός έθετε αυτομάτως μία δύσκολη δοκιμασία. Βρεθήκαμε να οδηγούμε στην ομίχλη πάνω σε μία παχύρευστη μαρμελάδα, που αν είχες μία άλλη μοτοσυκλέτα με την σέλα της πιο ψηλά τοποθετημένη, τότε για να πας γρήγορα θα έπρεπε να σε λένε Toby Price και να προετοιμάζεσαι να κυριαρχήσεις στο επόμενο Rally. Για φυσιολογικούς ανθρώπους το επίπεδο πρόσφυσης ήταν στην αρχή της ημέρας κάτι το τρομακτικό, γι' αυτό και οι πλοηγοί της Triumph μας χώρισαν γρήγορα-γρήγορα σε ομάδες ανάλογα με το επίπεδο, ακυρώνοντας παράλληλα κάποια κομμάτια της διαδρομής, μιας και ο ανιχνευτής που είχαν στείλει να επιθεωρήσει με μία enduro, γύρισε πίσω ιδρωμένος από το σπρώξιμο. Μπορεί να είμασταν τυχεροί και να μην έβρεχε, αλλά τα προβλήματα των προηγούμενων ημερών υπήρχαν ακόμη. Ωστόσο να ξέρετε πως οι καλύτερες γνωριμίες γίνονται σε καταστάσεις δύσκολες και μέσα σε ένταση. Εκεί που καβαλάς το άγνωστο ακόμη Scrambler και πιάνεις τον εαυτό σου να το εμπιστεύεται αμέσως φτάνοντας να γεμίζει η τρίτη σχέση, ξερνώντας λάσπες δεξιά και αριστερά! Εξαιρετικό πιρούνι που διάβαζε τον χωματόδρομο και όπου ανακάλυπτε πέτρες χαμένες μέσα στην λάσπη, φρόντιζε να τις καταπίνει κρατώντας τον τροχό ευθεία, χωρίς το παραμικρό κλότσημα δεξιά ή αριστερά, που άλλωστε στις συγκεκριμένες συνθήκες θα ήταν εξαιρετικά επικίνδυνο. Όσο η ώρα περνούσε, ο ήλιος κέρδιζε με αργή πρόοδο καταφέρνοντας να τρυπήσει την μουντάδα, στεγνώνοντας αμέσως τους χωματόδρομους σε όποιο σημείο τα δέντρα δεν έριχναν την σκιά τους. Και τότε είχε έρθει η ώρα να αρχίσουμε να σκαρφαλώνουμε στις γεμάτες πέτρες πλαγιές, που πριν ήταν πρακτικά αδύνατο. Εκεί είναι που η πίσω ανάρτηση θα έδειχνε για πρώτη φορά την τεράστια εξέλιξη που κρατούσε μυστική. Φοβερή απόσβεση συμπίεσης, με την διαδρομή να μην τερματίζει πίσω ακόμη και όταν το απογειώσεις στον αέρα, και σωστή επαναφορά που δεν ανασηκώνει την μοτοσυκλέτα μετά το χαντάκι ή την κοτρόνα που πέρασες από πάνω. Το αίσθημα είναι πρωτόγνωρο, διότι ποτέ ξανά στην ιστορία της μοτοσυκλέτας, δεν έχει υπάρξει τέτοια συμπεριφορά από έναν πίσω τροχό που είναι τόσο κοντά την σέλα, σε ένα τέτοιο ύψος μοτοσυκλέτας!

 

Πίσω στον χρόνο

Έχει φτάσει το μεσημέρι όπου μας περιμένει ένα διάλειμμα αφού πρώτα περάσουμε με την σειρά από το πιεστικό, ώστε να αποβάλλουμε από πάνω μας μερικά κιλά ξεραμένης λάσπης που έχει χτίσει μπότες και ρούχα. Βρισκόμαστε σε ένα ράντσο που λειτουργεί σχολή Enduro κάνοντας εξορμήσεις τριγύρω στα βουνά από το πρωί, με την κόκκινη λάσπη να κυριαρχεί παντού κι ό,τι βγάζουμε από πάνω μας καταλήγει σε μία γούρνα με οργανικά απόβλητα παρασκευάζοντας κομπόστ. Οι Πορτογάλοι μας ευχαριστούν για τον εμπλουτισμό του λιπάσματος και μέσα στην γενικότερη αυτή αναμπουμπούλα ανθρώπων και μοτοσυκλετών κάτω από μία ομίχλη υγρασίας από την παρατεταμένη χρήση του πιεστικού, βρίσκω επιτέλους τον κατάλληλο άνθρωπο. Είναι ο υπεύθυνος σχεδιασμού της μοτοσυκλέτας κι εκείνος που μαζί με τους μηχανολόγους της Öhlins, κατασκεύασαν τις αναρτήσεις. Θέλω να μάθω τις αναλογίες των ελατηρίων και τα τεχνικά τους χαρακτηριστικά, γιατί μέχρι εκείνη την ώρα δεν είχε αποσαφηνίσει κανένας τους τον τρόπο που είχαμε αυτό το αποτέλεσμα. Μία εξαιρετική συμπεριφορά στο χώμα, από μία ανάρτηση που θα έπρεπε να είναι κάτω από το μέτριο. Δίχως διακοπή για ανάσα αρχίζει να εξηγεί όλη την παραπάνω ιστορία που μέχρι εκείνη την στιγμή δεν είχε ακουστεί άλλη φορά. Η απορία μου είναι εύλογη, έχουμε εδώ κάτι εξαιρετικά σημαντικό που κανείς από την Triumph δεν ανέφερε στην χθεσινοβραδινή ενημέρωση, γιατί να κάνουν κάτι τέτοιο; "Είναι που οι περισσότεροι δεν θέλουν να μπλέκουν σε τόσο τεχνικές λεπτομέρειες", έρχεται η αποκαρδιωτική για την πραγματικότητα που ζούμε, απάντηση. Λογικό, διότι από την στιγμή που ο περισσότερος κόσμος δεν διαβάζει πληροφορίες, αλλά βλέπει φωτογραφίες και γρήγορα video, δεν υπάρχει κανένας λόγος να παιδεύεται και κανείς. Το ακριβώς αντίθετο, θα είναι και λάθος αν χάσει χρόνο. Ωστόσο εμείς εδώ είμαστε διαφορετική περίπτωση, κι έτσι αργότερα το βράδυ με φώναξε για την συνέχεια της συζήτησης: "Αυτό απαγορεύεται να το φωτογραφίσεις, είναι το blueprint της μοτοσυκλέτας!" –"Ναι, αλλά συγνώμη τώρα, το κουβαλάς έτσι; Σε μία ξένη χώρα; Δεν είναι κλειδωμένο σε κάποιο χρηματοκιβώτιο στην Αγγλία;" –"Όχι βέβαια, το έχω πάντα μαζί μου, και στο σπίτι και παντού γιατί πρέπει να το βλέπω κάθε μέρα, η συζήτηση για βελτίωση δεν σταματά ποτέ!". Έρχεται η απάντηση που απλά γιγαντώνει την αρχική έκπληξη από τα ξεδιπλωμένα σχέδια, το μέγεθος της αφοσίωσης αυτού του ανθρώπου ήταν συγκινητικό!

Καθισμένοι πάνω από τα σχέδια, αναλύουμε πως το να μπουν στο δύσκολο μονοπάτι να κατασκευάσουν μία ανάρτηση που η εξέλιξή της έχει σταματήσει δεκαετίες τώρα, δεν ήταν εξ αρχής ζητούμενο. Καταρχήν καμία εταιρεία με νεορετρό ή κλασσικές μοτοσυκλέτες με δύο αμορτισέρ πίσω, από την Honda και την Kawasaki έως όπου φτάνει το μυαλό σας, δεν έχει καθίσει να κάνει αυτό που έκανε η Triumph. Κι αν έχουν τοποθετήσει δύο αμορτισέρ πίσω στην σύγχρονη εποχή, τότε αυτά είναι λίγο-πολύ στα ίδια με την δεκαετία που τα άφησε όλος ο υπόλοιπος κόσμος. Και καλά έπραξαν, από την στιγμή που το χώμα δεν ήταν επιλογή, διότι αν ήταν τότε και μόνο θα ήταν απαραίτητο να επαναπροσδιορίσουν την επιλογή τους. Έρχεται λοιπόν η Triumph σχεδιάζοντας το Scrambler και ξεκινά με ένα αμορτισέρ πίσω, μοχλικό και τις αντίστοιχες αποστάσεις που απαιτούν όλα αυτά, καταλήγοντας με ένα σχέδιο που θύμιζε υπερβολικά τις ψηλές on-off, απομακρυνόμενοι έτσι από την κλασσική εμφάνιση που ήταν και το ζητούμενο. Μπροστά τους ανοιγόταν ένας εύκολος και χαρτογραφημένος δρόμος, κι ένας άλλος άγνωστος τελείως. Μπορούσαν είτε να σημάνουν υποχώρηση, κάνοντας εκπτώσεις στην συμπεριφορά στο χώμα, ή να προσπαθήσουν να φτιάξουν κάτι που δεν έχει ξανά γίνει ποτέ. Ο πρώτος δρόμος ήταν απαγορευτικός για την Triumph, καθώς δεν υπήρχε περίπτωση να φτιάξουν μία μοτοσυκλέτα που ούτε οι ίδιοι δεν θα ευχαριστιούνται να οδηγήσουν. Ούτε όμως έχει και κάποια σημασία το πόσο χώμα θα πατήσει ο ιδιοκτήτης, διότι έστω και για μία φορά το χρόνο να είναι ο χωματόδρομος, μένοντας στην άσφαλτο για όλη την υπόλοιπη συνέχεια του έτους, η νοοτροπία της Triumph είναι πως από την στιγμή που πουλάς το όνειρο, πρέπει να το υποστηρίζεις κιόλας. Απευθυνόμενοι στην Öhlins μοιράστηκαν αυτό τον προβληματισμό πετώντας τους και το μπαλάκι: "αν πηγαίνατε πίσω στον χρόνο, τότε που το μονό αμορτισέρ άρχιζε να κάνει την εμφάνισή του, πώς θα αντιμετωπίζατε την πρόκληση να το ανταγωνιστείτε με τις γνώσεις που έχετε τώρα;". Η Ohlins δεν είχε κάτι έτοιμο, όμως αποδέχτηκε την πρόκληση κι έτσι κάτι παραπάνω από δύο χρόνια μετά, είχαν φτιάξει μαζί μια ολότελα καινούρια ανάρτηση χωρίς όμως να έχουν εφεύρει κάποια εξωτική λύση. Το τελικό αποτέλεσμα ήρθε μονάχα αξιοποιώντας τις νέες μεθόδους μηχανολογίας και βάζοντας φυσικά στο παιχνίδι του σχεδιασμού την εμπειρία που είχαν αποκτήσει όλα αυτά τα χρόνια και την εκτεταμένη χρήση εξομοιωτών, που δίχως αυτούς δεν θα μπορούσαν να ολοκληρώσουν ένα τέτοιο σχέδιο. Όπως βλέπετε στο σχετικό box, η σταθερά ελαστικότητας υποδιπλασιάζεται για τα ελατήρια που βρίσκεται το ένα επάνω στο άλλο, κι όταν το δεύτερο είναι κυμαινόμενης σκληρότητας τότε ο υπολογισμός της γίνεται ακόμη πιο δύσκολος. Είναι όμως αυτό που δίνει την προοδευτική λειτουργία στην πίσω ανάρτηση του Scrambler και ο τρόπος υλοποίησης που έχει εξαλείψει τα ψεγάδια, ώστε στο τέλος να έχεις το εξαιρετικό αυτό αποτέλεσμα.

 

Ροπή παντού

Με τον ήλιο να έχει στεγνώσει την πλάση σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό, έχει έρθει η ώρα να συνεχίσουμε την βόλτα μας στο χώμα αυξάνοντας τον ρυθμό. Η ροπή είναι διάχυτη παντού, ενώ η απόκριση του γκαζιού εξαιρετική, καθώς μπορείς να ελέγχεις τις στροφές με τεράστια ακρίβεια παίρνοντας κάθε φορά την ακριβή ποσότητα δύναμης που ζήτησες. Από τους κινητήρες της σειράς Bonneville αυτός είναι ο πιο δυνατός, όμως η ευχαρίστηση που σου προσφέρει στο χώμα, δεν απαντάται στον αριθμό των αλόγων αλλά στην ροπή που ήδη στις 2.000 στροφές είναι μπόλικη ενώ πριν τις 4.000 έχει φτάσει στο ανώτερο σημείο της. Συνδυασμένη η ροπή αυτή με ένα κιβώτιο που έχει σωστά μοιρασμένες σχέσεις, η οδήγηση στο χώμα είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο, όπως φαντάζομαι από τώρα πως θα είναι και η κίνηση ανάμεσα στα αυτοκίνητα, αν κρίνω από την ευελιξία και την ευκολία αλλαγής κατεύθυνσης που φάνηκε στα πιο στενά κι ανηφορικά σημεία των χωματόδρομων που μας οδήγησαν. Εκεί διέπρεψε και το κιβώτιο! Η Triumph μας έχει συνηθίσει σε κιβώτια ταχυτήτων με ηχηρό κούμπωμα, που όμως πάντα βρίσκουν την επόμενη σχέση και αλλάζουν με ακρίβεια. Στον εξοπλισμό των Scrambler υπάρχει και quickshifter, που οι μοτοσυκλέτες της παρουσίασης δεν το είχαν τοποθετημένο εκείνη την στιγμή, αλλά το σχολιάζαμε με τους ξένους συναδέλφους, καθώς θα πρέπει να έχει την ευκολότερη δουλειά του κόσμου. Κλείνεις στιγμιαία το γκάζι κι ανεβάζεις χωρίς την χρήση της μανέτας του συμπλέκτη, όπως δηλαδή μπορείς να κάνεις με κάθε μοτοσυκλέτα, μονάχα που εδώ τώρα οι αλλαγές γίνονται με απίστευτη ευκολία και αμεσότητα σε όλο το φάσμα των στροφών, με απόλυτη ακρίβεια και δίχως καθόλου μηχανικό θόρυβο. Από τον λεβιέ έως την κλιμάκωση των σχέσεων τώρα που υπάρχει κι αυξημένη ιπποδύναμη, το κιβώτιο λειτουργεί υποδειγματικά και πραγματοποιεί ταχύτατες αλλαγές.

Υπολογίζοντας τα άλογα βλέπεις 12,5% περισσότερη δύναμη από την Bonneville T120 και 38% αύξηση από το προηγούμενο Scrambler που γίνεται περισσότερο από 60% αν κάνεις πιο σύνθετες εξισώσεις που συμπεριλαμβάνουν και το βάρος. Αυτά όμως είναι μονάχα για όσους εντυπωσιάζονται από τα νούμερα, καθώς δεν ξέρω κανέναν άλλο που μαθαίνοντας ένα ποσοστό, έχει αντιληφθεί και την διαφορά στην φυσική της διάσταση. Πρακτικά λοιπόν το Scrambler έχει τόση δύναμη που δεν πρόκειται να το εξαντλήσεις στο χώμα, το ακριβώς αντίθετο είναι πιο πιθανό, από την στιγμή που αποδίδει τόσο καλά ως σύνολο που ο μέσος αναβάτης είναι πιθανότερο να μην βρει ποτέ και τα όρια. Τα 90 άλογα δεν είναι σίγουρα πολλά, όμως με 150 και 160 κοντερίσια χιλιόμετρα στους χωματόδρομους, αρχίζεις να σκέφτεσαι πως το παρακάνεις και πρέπει να κόψεις, κι έτσι τουλάχιστον για την πρώτη ημέρα δεν υπήρξε ποτέ ζήτημα απόδοσης. Συνήθως στις παρουσιάσεις των adventure μοτοσυκλετών οι εταιερίες φροντίζουν να αφήσουν το χωμάτινο κομμάτι για το τέλος, ωστόσο η Triumph είχε επιλέξει μία αντίθετη φορά τονίζοντας την οδήγηση στο χώμα. Άλλωστε αυτή είναι μία Scrambler μοτοσυκλέτα όνομα και πράμα, και το γεγονός πως διευρύνει τα όρια των Adventure παρεισφρέοντας στην κατηγορία, είναι κάτι που προέκυψε μετά. Οι διαφορές με την Bonneville δεν είναι πολλές, αλλά είναι ικανές να δημιουργήσουν απόσταση ανάμεσα στα μοντέλα, με βασικότερη ίσως την γενναία μείωση βάρους στον στρόφαλο. Αυτό ευνοεί πρώτα την ευστροφία και μειώνει την επίδραση του φρένου του κινητήρα, που στο χώμα είναι ευεργετικό στοιχείο για να οδηγήσεις με ροή και όχι νευρικά. Η ακριβής πορεία αυτού του κινητήρα περιλαμβάνει και την στάση στο Thruxton που έχει αυξημένη ιπποδύναμη έναντι της αρχικής του τοποθέτησης στην Bonneville και είναι από εκεί που κατέληξε αμέσως μετά στο Scrambler. Η γενναία μείωση από τον στρόφαλο έφτασε σχεδόν το ένα κιλό μεγαλώνοντας την διάμετρο των κομβίων του στροφάλου αλλά μικραίνοντας το πλάτος τους, έχοντας συνολικά μικρότερη μάζα. Περαιτέρω μείωση ήρθε από τους αντικραδασμικούς άξονες που έχασαν υλικό ώστε να περιστρέφονται σε αντιστοιχία με τον στρόφαλο, και από εκεί και πέρα οι μηχανικοί της Triumph συνέχισαν την πορεία τους στην εξεύρεση εξαρτημάτων που μπορούν να χάσουν γραμμάρια. Ο εναλλάκτης ήταν άλλο ένα σημείο που έγινε ελαφρύτερο κι όλα αυτά τα κινούμενα μέρη που ελάφρυναν έδωσαν και μία συνολική μείωση της ροπής αδράνειας. Αυτό σημαίνει και λιγότερες ανάγκες σε μάζα κινητήρα από την στιγμή που οι δυνάμεις ελαττώθηκαν. Η μεγαλύτερη μείωση έρχεται από την κεφαλή, κομβικό σημείο και για την κατανομή βάρους, ενώ και το καπάκι του συμπλέκτη είναι ελαφρύτερο με τον ίδιο τον συμπλέκτη να έχει ελαφρύτερους δίσκους, μία κίνηση που ήταν μονόδρομος από την στιγμή που μειώθηκε η αδράνεια του κινητήρα και έλυνε κι ένα ακόμη ζητούμενο, την πιο μαλακή αίσθηση στην μανέτα, που είναι απαραίτητη για τον χαρακτήρα του Scrambler.

Μπορεί ο χρονισμός των βαλβίδων να μην άλλαξε, όμως σε έναν κινητήρα που έχει ελαττωθεί το βάρος των κινούμενων μερών, δεν γίνεται να μην περιμένεις να αυξηθεί και η ευστροφία του, ακόμη κι αν δεν αλλάξεις την τροφοδοσία του. Το θέμα είναι η διαφορά να είναι ανιχνεύσιμη με το χέρι και όχι μόνο στα χαρτιά, κι έτσι ακριβώς συμβαίνει, η διαφορά τόσο με την Bonneville, όσο και με το Thruxton είναι αντιληπτή στην πράξη. Και μπορεί ο χρονισμός των βαλβίδων να μην άλλαξε, όμως ο μονός επικεφαλής εκκεντροφόρος επανασχεδιάστηκε με τα αγωνιστικού τύπου ζύγωθρα που ενεργοποιούν τις βαλβίδες να έχουν δεχτεί πολλά μπρος πίσω μέχρι να πάρουν το τελικό τους σχήμα και ιδανικό βάρος, ώστε να εκμεταλλευτούν την νέα ευστροφία του κινητήρα. Αμέσως μετά πήραν τις γνωστές από το Thruxton ρυθμίσεις του ηλεκτρονικά ελεγχόμενου γκαζιού και τις προσάρμοσαν στην νέα απόδοση, ρίχνοντας το κύριο βάρος εξέλιξης σε μία συγκεκριμένη, την off road, που ήταν κι αυτή που χρησιμοποιούσαμε την πρώτη μέρα. Οι ρυθμίσεις απόδοσης λειτουργούν και ως ομάδες καταστάσεως λειτουργίας για τα ηλεκτρονικά βοηθήματα, όπως συμβαίνει σε όλες τις Adventure μοτοσυκλέτες, που είναι κι ένα από τα στοιχεία που γεφυρώνουν το Scrambler με την δημοφιλή αυτή κατηγορία των μεγάλων on-off. Οι περισσότεροι από εμάς βέβαια, όσο είχαμε την έκδοση XE στην διάθεσή μας καθώς αλλάζαμε συχνά μέσα στην ημέρα με την XC, χρησιμοποιούσαμε την Off Road Pro που παράλληλα απενεργοποιεί το traction control και το ABS. Τα συνδυασμένα φρένα του Scrambler τα ελέγχει η μονάδα ABS της Continental, που μέχρι και τις αρχές του 2018 είχε καταφέρει να γεφυρώσει το χάσμα με την αντίστοιχη της Bosch και να φτάσει να προσφέρει το καλύτερο φρενάρισμα σε κάθε συνθήκη. Δεν είναι όμως τυχαίο που και οι Γερμανοί της BMW, ανέκαθεν υποστηρικτές της Continental άλλαξαν προμηθευτή για τα τελευταία τους on-off. Ανέκαθεν στην BMW υποστήριζαν την Continental καθαρά για το μικρότερο κόστος και όχι για θέμα νοοτροπίας και τρόπου συνεργασίας, που είναι ο λόγος που τους προτιμούν οι Άγγλοι, όμως τώρα που η Bosch έχει καταφέρει να φτιάξει ένα εξωγήινο ABS για το χώμα, αποφάσισαν να κάνουν την αλλαγή. Αν δεν είχα οδηγήσει τα νέα GS στο χώμα θα έλεγα πως το Scrambler έχει εξαιρετικό ABS και στο χώμα, τώρα όμως αυτό το όριο για τον χαρακτηρισμό εξαιρετικό, είμαι αναγκασμένος να τον πάω ένα βήμα παραπάνω. Σε κάθε περίπτωση πάντως, προτιμώ να βρεθώ σε μία απότομη χωμάτινη κατηφόρα με το Scrambler, παρά με μία από τις μεγάλες on-off γιατί το μικρό βάρος και ο τροχός των 21 ιντσών με το εκπληκτικό πιρούνι της Showa, επιτρέπουν να ξεχάσει κανείς τα φρένα και να ορμήσει με ταχύτητα! Ολόκληρη την πρώτη ημέρα, δεν γινόταν να μην σκέφτομαι κάθε τρεις και λίγο το φετινό MEGA TEST και το γεγονός πως υπάρχει σοβαρή πιθανότητα να συναντήσουν ανταγωνισμό οι Adventure από μία… Scrambler με δύο αμορτισέρ πίσω! Κύκλους κάνει η ζωή, η εξέλιξη, οι δεκαετίες... καλά να είναι η Triumph και η Ohlins!

Ψηλό ή κοντό

Ανάμεσα στις δύο εκδόσεις, οι περισσότεροι ξένοι δημοσιογράφοι λένε πως η XC με την διαδρομή ανάρτησης των 200mm είναι καλύτερη στο δρόμο και η XE με τα 250mm πιο κατάλληλη για χώμα, όμως δεν είναι έτσι τα πράγματα. Η XE είναι καλύτερη και στο χώμα και στο δρόμο, και φυσικά καλύτερα εξοπλισμένη αποτελώντας την κορυφαία επιλογή. Η XC είναι σίγουρα πιο κλασσική σε εμφάνιση γιατί εννοείται πως προσέχει κανείς το πρόσθετο ύψος της έτερης έκδοσης, το οποίο αν και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αυξήσει την δυσκολία για κάποιον κοντύτερου αναστήματος, η εικόνα που δίνει είναι πιο άγρια και λιγότερο κλασσική. Από την άλλη σε ένα καλό στροφιλίκι η XC ξύνει συνέχεια τον αποστάτη των μαρσπιέ σε σημείο που τον έχεις λειάνει πλήρως στην διάρκεια μίας βόλτας, ακόμη κι αν παίρνεις το πόδι σου από το μαρσπιέ τελείως ώστε να μην έχει καθόλου βάρος. Κι αυτό συμβαίνει όχι τόσο για την μικρή απόσταση από το έδαφος που ανταγωνίζεται τα Softail της H-D, αλλά γιατί το Scrambler είναι μία γνήσια σπορ μοτοσυκλέτα, σε πλήρη αντιδιαστολή με την κλασσική της εμφάνιση και με τον επίσης εξαιρετικό τρόπο και ήρεμο τρόπο που βολτάρει! Ναι, εκεί που κάνεις την βόλτα σου στον ρυθμό που θέλεις, κρατώντας μία σχέση μόνο στο μαγικό κιβώτιο και σερφάροντας στην ροπή αδειάζοντας σκέψεις και γεμίζοντας με συναίσθημα, εκεί ακριβώς αν θέλεις γυρνάς τον διακόπτη και ορμάς κυνηγώντας στις στροφές οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα. Η απόφαση ανήκει στον αναβάτη και το Scrambler υπηρετεί όλες τις συνθήκες χωρίς κανένα παράπονο. Οι αναρτήσεις δουλεύουν ιδανικά σε όλες τις συνθήκες, πράγμα που συμβαίνει με όλες όσες έχουν πίσω τους πολύ δουλειά σε εξέλιξη και ρύθμιση, που είναι αυτό ακριβώς που σπανίζει στην εποχή μας. Η φροντίδα με την οποία έχει περιλάβει το Scrambler η Triumph είναι πραγματικά συγκινητική και το αποτέλεσμα με έχει αφήσει ευχάριστα έκπληκτο καθώς δεν περίμενα ποτέ μία κλασσικής εμφάνισης μοτοσυκλέτα να συμπεριφέρεται έτσι στο χώμα και να εξιτάρει στην άσφαλτο με λιγότερα από εκατό άλογα. Δώσε στροφές στο Scrambler και θέρισε αδρεναλίνη αστείρευτη ή απλά χαλάρωσε και κάνε μία βόλτα που θα σου σβήσει από το μυαλό κάθε δύσκολη σκέψη και θα σε κάνει να φαίνεσαι νεότερος! Με 21 ιντσών τροχό εμπρός, δεν είχαν καμία απαίτηση ξεκινώντας την δοκιμή της δεύτερης ημέρας από όπου έρχονται όλα τα παραπάνω συμπεράσματα, να καταλήξουμε σε έναν αγώνα sprint με τον David, τον πλοηγό μας, και δύο από τους Γερμανούς συναδέλφους δημοσιογράφους που ακολούθησαν. Ο David τώρα που διαβάζετε αυτές τις γραμμές θα έχει μόλις ολοκληρώσει την δοκιμή στην Jerez ως αγωνιζόμενος στο BSBK τα τελευταία 12 χρόνια με Honda, ένας ικανότατος αναβάτης και λάτρης των Triumph, ακριβώς για αυτή τους την δυνατότητα να κρατούν τον ρυθμό ανεξαρτήτου κατηγορίας. Το Scrambler εξάντλησε κάθε περιθώριο στα ελαστικά, έξυσε την Πορτογαλική άσφαλτο κι όλα αυτά με μία άνεση, μία ξεκάθαρα cool στάση σαν να είναι το φυσικότερο πράγμα του κόσμου!

Εξοπλισμός Αναβάτη: Κράνος: KLIM Στολή: KLIM BADLANDS II Μπότες: Forma

Δεν χρειάζεται να τονίσω πως η έκδοση XE ήταν προτιμότερη για εμένα και από την πλευρά της γεωμετρίας της θέσης οδήγησης, παρόλο που στα 1,83 δεν είμαι ιδιαίτερα ψηλός. Ωστόσο αυτό ήταν κάτι που χαρακτήρισε κυρίως την πρώτη ημέρα που ήταν αποκλειστικά αφιερωμένη στο χώμα, παρά την δεύτερη που κινηθήκαμε κυρίως σε ορεινούς επαρχιακούς δρόμους. Οι άνθρωποι της Triumph είχαν άλλες μοτοσυκλέτες την πρώτη ημέρα, με χωμάτινα Karoo ελαστικά και κατάλληλα ρυθμισμένα τιμόνια για να σηκώνεσαι όρθιος. Η XE προσφέρει και ρυθμιζόμενα μαρσπιέ έναντι της XC, όμως στην όρθια θέση οδήγησης που έτσι κι αλλιώς δεν έχεις κάποιο ογκώδες ρεζερβουάρ, ούτε και πλαστικά από φαίρινγκ για να σφίξεις με τα πόδια, το Scrambler σου ζητά να βρεις έναν νέο δικό του τρόπο κι αναγκαστικά θα περάσεις από την διαδικασία προσαρμογής, όποια έκδοση κι αν διαλέξεις. Με τους λαιμούς των εξατμίσεων να περνούν ακριβώς από το γόνατο, ήταν ευχάριστη έκπληξη το γεγονός πώς δεν καιγόσουν, φτάνει φυσικά να θυμάσαι πως δεν πρέπει να σφίγγεις το πόδι επάνω στο πυρίμαχο προστατευτικό που η δουλειά του είναι να σε γλιτώσει από το έγκαυμα και μέχρι εκεί. Προσέξτε τώρα την σημαντική λεπτομέρεια, γιατί προβλέπω φέτος το καλοκαίρι πως θα υπάρχει εκείνος ο ένας που θα πει πως κάηκε στην εξάτμιση και φταίω εγώ που έγραψα το αντίθετο: Το παραπάνω ισχύει με μοτοσυκλετιστικό παντελόνι, και στην συγκεκριμένη περίπτωση τονίζω και την μάρκα, γιατί η KLIM δεν είναι τυχαία. Πέρσι στην EICMA είχε κρεμάσει ένα KTM 1190 Adventure δύο μέτρα από το έδαφος δεμένο μονάχα από μία τέτοια στολή, για να τονίσει την αντοχή της. Σε καμία περίπτωση λοιπόν δεν είναι ένα λεπτό ύφασμα ή μία τυχαία cordura και σε σκληρά ανηφορικά κομμάτια ένιωθα την ζέση ακόμα και με το συγκεκριμένο παντελόνι. Όχι σε σημείο που να γίνει πρόβλημα, αλλά αν φορούσα ένα απλό τζιν το βέβαιο είναι πως θα υπήρχε σοβαρό θέμα. Μην περιμένετε λοιπόν κανενός είδους συμπόνιας, αν έχετε παράπονο ζέστης με το Scrambler γιατί οδηγείτε με βερμούδα στο κέντρο της πόλης, δεν οδηγώ μοτοσυκλέτες με βερμούδα και δεν μπαίνω στην διαδικασία να το λογαριάσω και ως ζήτημα…

Αυτό που σίγουρα θα σου αφήσει η συγκεκριμένη εξάτμιση τελικά, είναι ένας μαγευτικός ήχος, μία μελωδία με καθόλου τυχαία σκασίματα, καθόλου αρρυθμίες, τίποτα που δεν υπάρχει ήδη γραμμένο στην rock παρτιτούρα που με επιμέλεια οι Άγγλοι έχουν φτιάξει, και ξέρουν πολύ καλά αυτοί από τέτοιες μελωδίες… Τώρα το ζήτημα μετά από μία τέτοια πρώτη εμπειρία μαζί του, είναι να το έχουμε σύντομα στην Ελλάδα, όπως κι αναμένεται να γίνει καθώς θα έχει φτάσει στη χώρα μας παράλληλα με την κυκλοφορία αυτού του τεύχους. Το Scrambler 1200 της Triumph φέρνει την συνένωση δύο διαφορετικών κόσμων που ο ένας απέχει από τον άλλο μερικές δεκαετίες. Με το ένα πόδι πατά στο ’50 και με το άλλο καλοσωρίζει τις μεγάλες on-off του ’80, ενώ οδηγικά δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από το σήμερα. Ο συνδυασμός αυτός είναι κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά, όταν επίσης για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια βλέπουμε κάτι νέο! Η διεύρυνση της Adventure κατηγορίας έχει μόλις αρχίσει…

 

 

Adventure στοιχεία εξοπλισμού σε Scrambler εμφάνιση

Πρόκειται για λεπτομέρεια και παράλληλα κομβικό σημείο της συνένωσης δύο κόσμων, το γεγονός πως η TFT οθόνη δεύτερης γενιάς προσφέρει στον πρόσθετο εξοπλισμό σύνδεση με κινητό τηλέφωνο και πλοήγηση, αλλά και απευθείας έλεγχο για κάμερα GoPro από τα χειριστήρια της μοτοσυκλέτας. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά, αλλά υπάρχει και δεύτερη πρωτοπορία. Η Triumph εγκαινιάζει και την απευθείας συνεργασία με την Google για την πλοήγηση, η πρώτη φορά που κάποια από αυτές τις εταιρείες συνεργάζονται απευθείας με έναν κατασκευαστή. Δυστυχώς δεν γινόταν να δοκιμάσουμε κάτι από τα δύο, ούτε να δούμε την εφαρμογή της Triumph για κινητά τηλέφωνα, ενώ δεν θα είναι και άμεσα διαθέσιμη με την κυκλοφορία του μοντέλου, αφού η γραφειοκρατία της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να εγκρίνει κάτι τελείως νέο, είναι εμπνευσμένη από την ελληνική πραγματικότητα. Αναμένεται όμως την Άνοιξη φέτος, η Bluetooth διασύνδεση να είναι πλήρως διαθέσιμη. Η εφαρμογή της Triumph και η σύνδεση που θα προσφέρει στην μοτοσυκλέτα θα είναι άμεσα συγκρίσιμα σε δυνατότητες πρώτα με της BMW που είναι πιο κοντά σε λειτουργία, κι έπειτα με το υποδεέστερο της Ducati, όμως η διαφορά είναι πως δεν παρεμβάλλονται άλλοι χάρτες και αναλαμβάνει η Google…

Σταθερά ελαστικότητας ελατηρίων

Η τεχνική να χρησιμοποιούνται δύο ελατήρια σε ένα αμορτισέρ είναι πολύ παλιά και εξαιρετικά διαδεδομένη στα ATV και στα αυτοκίνητα. Διαφέρει ως λύση από τα ελατήρια μεταβαλλόμενης σκληρότητας, αν και για το Scrambler η Öhlins δεν άφησε καμία τεχνική ασυνδύαστη. Έτσι χρησιμοποιεί δύο ελατήρια που διαχωρίζονται από έναν δακτύλιο, με το επάνω να έχει μεταβαλλόμενη σκληρότητα. Χωρίς να το κάνουμε ιδιαίτερα σύνθετο, ας ξεκαθαρίσουμε εκείνο που ο περισσότερος κόσμος θεωρεί πως ισχύει ανάποδα: Τοποθετώντας δύο ελατήρια το ένα επάνω στο άλλο, καταλήγεις να έχεις μικρότερο ρυθμό σκληρότητας και όχι το διπλάσιο όπως ίσως να νόμιζες. Κι αυτό γιατί η συμπίεση μοιράζεται ανάμεσα στα δύο ελατήρια. Με το επάνω να είναι μεταβλητής σκληρότητας, αυτό που πετυχαίνει η ανάρτηση του Scrambler είναι να ξεκινά την διαδρομή της με εξαιρετικά μικρό ρυθμό σκληρότητας που αυξάνεται με γεωμετρική και όχι αριθμητική πρόοδο όσο η αρχική διαδρομή μικραίνει. Το αποτέλεσμα τους δικαιώνει, καθώς ο μέσος ρυθμός είναι στα 27N/mm ξεκινώντας από μονοψήφιο αριθμό και ανεβαίνοντας στα 32N/mm για κάθε αμορτισέρ

 

Όλα ξεκίνησαν στο χώμα… το χρονικό των Scrambler, εν συντομία

Πριν γεννηθεί το motocross ως λέξη και ως έννοια, υπήρχε κάτι άλλο, μία εποχή πριν από κάθε παγκόσμιο πόλεμο που φυσικά δεν την έχουμε ζήσει, αλλά όλες οι περιγραφές που έχουν έρθει σε εμάς, συγκλίνουν στο πόσο υπέροχα ήταν τότε τα πράγματα: Μιλάμε για την εποχή που γινόντουσαν αυτοσχέδιοι αγώνες στο χώμα με μοτοσυκλέτες δρόμου που ο κάθε ένας είχε μετατρέψει για τον σκοπό, είναι η εποχή που η λέξη Scrambler γεννιέται! Ως είδος μοτοσυκλέτας έπρεπε να ταξιδέψει στην Αμερική για να πετύχει την αναγνώριση και την δόξα, με οργανωμένα Rally, ανέμελες φωτογραφίες της εποχής με θάλασσα και κορίτσια στον ήλιο, και κανονικά πρωταθλήματα, ωστόσο η απαρχή της είναι ξεκάθαρα Ευρωπαϊκή και ολότελα Αγγλική. Όσο κι αν θέλουν οι Ιταλοί να διεκδικήσουν μερίδιο στην δημιουργία των Scrambler η πραγματικότητα είναι πως στο παιχνίδι αυτό μπήκαν πολύ αργότερα. Μπορεί να έπρεπε να φτάσει το 2006 για να μας δώσει η Triumph ένα μοντέλο με αυτό το όνομα, όμως κάποτε συναγωνιζόντουσαν τις BSA, Norton και Matchless σε αγώνες που ονομάζονταν “scrambles” την δεκαετία του ’30. Έπρεπε να περάσει μία εικοσαετία για να αρχίσουμε να βλέπουμε περισσότερες μοτοσυκλέτες με ελατήρια πίσω και αναρτήσεις, καθώς μέχρι τότε την οποιαδήποτε απόσβεση την αναλάμβανε μία σούστα στη σέλα, και σιγά-σιγά σηκώθηκαν και οι λαιμοί των εξατμίσεων. Όταν άρχισαν τα άλματα να είναι ψηλότερα, και οι τροχοί να καταπίνουν πέτρες, το επόμενο που χαλούσε συχνά, ήταν οι εκτεθειμένοι λαιμοί των εξατμίσεων. Και μπορεί το Scrambler του 2006 να βασίστηκε στο είδωλο μιας ολόκληρης εποχής, το TR6 με το οποίο ο Steve McQueen έκανε την "Μεγάλη Απόδραση" παρόλο που είχε τους λαιμούς να περνούν χαμηλά, όμως είναι γεγονός πως ήδη από τα τέλη του ’50 σχεδόν κάθε Scrambler που σεβόταν τον εαυτό του, είχε τις εξατμίσεις στο κέντρο. Στα τέλη αυτής της δεκαετίας θα γεννηθεί από τους αγώνες Scrambler και ο όρος MotoCross, και θα αρχίσουν να φτιάχνονται αποκλειστικά για το χώμα μοτοσυκλέτες. Τα Scrambler θα ζήσουν πλέον μία νέα δόξα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, την στιγμή που στην Αγγλία δεν ξεχάστηκαν πρακτικά ποτέ. Για την Triumph κάθε Bonneville που έβγαινε από το εργοστάσιο, είχε μεγάλες πιθανότητες να μετατραπεί σε Scrambler από τον ιδιοκτήτη της, πέρα φυσικά από τα Trophy κι αργότερα τα Tiger. Αρχές της δεκαετίας του ’60 στο παιχνίδι θα μπει η Ducati με το ομώνυμο 250 και στόχο την μεγάλη αγορά της Αμερικής, εκεί που τα Scrambler είναι ήδη η κυρίαρχη κατηγορία!

Επειδή θα βρεθούν εκείνοι που θα πουν "άσε την οθόνη θέλω βελόνες" η Triumph φρόντισε να την κάνει τουλάχιστον πλήρως παραμετροποιήσιμη ώστε καθένας να βρει το στιλ που του ταιριάζει. Σε μία μοτοσυκλέτα που διασταυρώνει κόσμους είναι αστείο το 2019 να περιμένει κανείς να μην υπάρχει οθόνη… Είναι ευανάγνωστη και με όλες τις πληροφορίες

 

Κάτω από την σέλα έχει ειδικό ντουλαπάκι για smartphone, που σφραγίζει πλήρως και παρέχει 2Α φόρτιση

Ασύρματο κλειδί μόνο για την εκκίνηση, το ρεζερβουάρ απαιτεί να βάλεις το χέρι στην τσέπη. Σημαντική λεπτομέρεια: Μπορείς να το απενεργοποιήσεις πλήρως, ώστε κανείς να μην μπορεί να σου κλέψει την μοτοσυκλέτα χρησιμοποιώντας κάποιο booster σήματος, με τόσες κλοπές στο νησί, οι Άγγλοι ξέρουν τι κάνουν

Εξαιρετική σέλα! Τα καλύτερα υλικά του κόσμου, ώστε να είναι λεπτή και μονοκόματη κι όταν καθίσεις να νομίζεις πως έπεσες σε στρώμα ύπνου

Προσεκτικά τοποθετημένο τη σήμα της Triumph σε έναν όμορφο και κλασσικό προβολέα

Η ρίγα «συγκράτησης» του ρεζερβουάρ έχει εξαιρετικό φινίρισμα και προσθέτει πολύ σε εμφάνιση

Ανάρτηση που δεν υπάρχει δεύτερη στον κόσμο αυτή την στιγμή!

 

 

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ                    Triumph Scrambler XE/XC

 
Αντιπρόσωπος:
ΗΛΙΟΦΙΛ Α.Ε.
Τιμή:
XC: 14.990 - XE: 15.990
 
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΣΚΙΤΣΟ
Μήκος (mm):
2.325 / 2.285
Ύψος χωρίς καθρέπτες (mm):
1.250 / 1.200
Μεταξόνιο (mm):
1.570 / 1.530
Απόσταση από το έδαφος (mm):
-
Ύψος σέλας (mm):
870 / 840
Ίχνος (mm):
129,2 / 121
Γωνία κάστερ (˚):
26,9 / 25,8
ΠΛΑΙΣΙΟ
Τύπος:
Ατσάλινο σωληνωτό χωροδικτύωμα
Πλάτος (mm):
905 / 840
Βάρος κατασκευαστή, κενή (kg):
207 / 205
Ρεζερβουάρ (L):
16
 
ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ
Τύπος:
Τετράχρονος, δικύλινδρος, υδρόψυκτος, με 1 ΕΕΚ και 4Β/Κ
Διάμετρος επί διαδρομή (mm):
97,6 x 80
Χωρητικότητα (cc):
1.200
Σχέση συμπίεσης:
11:1
Ισχύς (ΗΡ/rpm):
90/7.400
Ροπή (kg.m/rpm):
11,21/3.950
Ειδική ισχύς (ΗΡ/l):
73,9
Τροφοδοσία:
Ηλεκτρονικός έλεγχος ψεκασμού
Σύστημα εξαγωγής:
2 σε 2
Σύστημα λίπανσης:
Υγρό Κάρτερ
Σύστημα εκκίνησης:
Μίζα
 
ΜΕΤΑΔΟΣΗ
Συμπλέκτης:
Υγρός, πολύδισκος, μονόδρομος και υποβοηθούμενος
Πρωτεύουσα μετάδοση / σχέση:
Γρανάζια
Τελική μετάδοση / σχέση:
Αλυσίδα – Γρανάζια
ΠΙΣΩ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Δύο αμορτισέρ της Ohlins με δύο ελατήρια και piggy-back
Διαδρομή (mm):
250 / 200
Ρυθμίσεις:
Πλήρως ρυθμιζόμενες
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
32 ακτινών με αλουμινένια στεφάνι 17 x 4.25
Ελαστικό:
150/70-17
ΦΡΕΝΟ
Ένας δίσκος 255mm με την πλευστή διπίστονη δαγκάνα της Brembo και απενργοποιήσιμο cornering ABS / Ένας δίσκος 255mm με την πλευστή διπίστονη δαγκάνα της Brembo και απενργοποιήσιμο ABS
ΟΡΓΑΝΑ / ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
Έγχρωμη οθόνη TFT με όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, LED φώτα, φωτιζόμενοι διακόπτες, τεχνολογία Keyless, cruise control, θύρα USB, ABS της Continental, θερμαινόμενα grip και traction control. Πέντε riding modes για το XC Road, Rain, Off-Road, Sport και Rider-configurable. Το XE έχει cornering ABS και ένα παραπάνω riding mode, το Off-Road Pro που απενεργοποιεί το traction control και ABS έχοντας την ίδια απόκριση του γκαζιού με το Off-Road. Στον πρόσθετο εξοπλισμό παρέχεται και το Triumph Connectivity System που επιτρέπει τη σύνδεση του smartphone και των καμερών GoPro με τη μοτοσυκλέτα, επιτρέποντας τον έλεγχό τους απ’ τα χειριστήριά της.
ΕΜΠΡΟΣ
ΑΝΑΡΤΗΣΗ
Ανεστραμμένο πιρούνι της Showa
Διαδρομή/Διάμετρος (mm):
250 / 47 , 200 / 45
Ρυθμίσεις:
Πλήρως ρυθμιζόμενο
ΤΡΟΧΟΣ
Ζάντα:
36 ακτινών με αλουμινένια στεφάνι 21 x 2.15
Ελαστικό:
90/90-21
ΦΡΕΝΟ
Δύο πλευστοί δίσκοι 320mm της Brembo με τις τετραπίστονες M50 δαγκάνες και απενεργοποιήσιμο cornering ABS / Δύο πλευστοί δίσκοι 320mm της Brembo με τις τετραπίστονες M50 δαγκάνες και απενεργοποιήσιμο ABS

 

   

 

 

CFMOTO 700CL-X ADV: Αθήνα – Κωνσταντινούπολη: 2.500x6=15.000 χιλιόμετρα με το ADV!

Συγκριτικό αναβατών με το νέο 700CL-X!
CFMOTO 700 CL-X Ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη
Θάνο Αμβρ. Φελούκα
Από τον

Θάνο Αμβρ. Φελούκα

18/4/2023

Το τέταρτο μοντέλο της οικογένειας CL-X είναι στην ουσία ένα street με Scrambler στοιχεία και μία πρέζα πιο κλασικής εμφάνισης από τα υπόλοιπα μοντέλα της σειράς που αμφότερα χρησιμοποιούν τον νέο κινητήρα της CFMOTO, ο οποίος αποτελεί συνέχεια του δικύλινδρου των 650MT. Επειδή οι στενές σχέσεις της CFMOTO με το γκρουπ της KTM μπερδεύουν μερίδα του κοινού της μοτοσυκλέτας σχετικά με την προέλευση κάθε μοντέλου, ο συγκεκριμένος κινητήρας είναι δημιουργία της CFMOTO και βασίζεται στα σχέδια του πετυχημένο δικύλινδρου εν σειρά των Kawasaki ER-6 και Versys 650. Καμία σχέση με KTM δηλαδή και μπορεί να επαναλαμβανόμαστε τώρα για τους σταθερούς αναγνώστες αλλά υπάρχει πολύς κόσμος που μπερδεύεται παρά την αναλυτική αρθρογραφία μας που αποσαφηνίζει το πλαίσιο συνεργασίας όλων των πλευρών και για αυτό καλή και η επανάληψη. Στον συγκεκριμένο λοιπόν κινητήρα η CFMOTO έχει προχωρήσει στην δική της εξέλιξη μετά από πολλά χρόνια χρήσης στο 650MT, βελτιώνοντας την καμπύλη απόδοσης αυτού του κινητήρα με αύξηση του κυβισμού, ωστόσο παραμένει και εδώ αυτό που πολλές φορές έχουμε ζητήσει από την CFMOTO, το αίτημα για καλύτερη διαχείριση της χαρτογράφησης για απροβλημάτιστο ψεκασμό. Το έχω γράψει τόσες φορές αλλά θα το ξανά κάνω κυρίως για τον λόγο που ανέφερα ποιο πάνω και επιπρόσθετα γιατί πιστεύω πως δεν θα χρειαστεί να το ξανά πω πολλές φορές ακόμη: Αποκτώντας τα σχέδια ενός κινητήρα δεν αποκτάς και την γνώση που απαιτεί η κατασκευή του κι αυτός είναι ο βασικός λόγος που οι Ιάπωνες δεν είχαν κανένα θέμα να πωλούν παλαιότερα σχέδια κινητήρων σε Κινέζους κατασκευαστές. Είναι κουβέντα, όπως θα ξέρετε, που μου μεταφέρθηκε απευθείας από την Kawasaki Ιαπωνίας σε σχετική ερώτηση συγκεκριμένα για την CFMOTO στο Tokyo Motor Show το 2015 (ναι τόσο πίσω!), λέγοντας χαρακτηριστικά πως θα συνεχίσουν να πωλούν σχέδια μέχρι του σημείου που δεν θα είναι τουλάχιστον δύο βήματα μπροστά. Είναι όπως μου είπαν ένας καλός τρόπος να συνεχίσουν το μεσοδιάστημα ζωής ενός κινητήρα που έχουμε εξηγήσει πως το μετρούν και τι σημαίνει ακριβώς.

Αναφέρομαι κατευθείαν στην απόκριση του γκαζιού, πριν ακόμη πούμε τα βασικά όπως πώς και γιατί βρεθήκαμε έξι αναβάτες με έξι ίδιες μοτοσυκλέτες να ταξιδεύουμε με βροχή για την Κωνσταντινούπολη, καθώς είναι ένα από τα μειονεκτήματα και μία μεγάλη μερίδα των ιντερνετικών αναγνωστών δεν θα φτάσει τόσο κάτω στο κείμενο για να το ανακαλύψει. Καθώς επίσης και γιατί είναι ένα θέμα που ταλανίζει την οικογένεια αυτή από τα πρώτα μοντέλα της, που είχαν αντίστοιχο ζήτημα απόκρισης και που το MOTO (ποιος άλλος) το είχε επισημάνει εντόνως μέχρι που η αναβάθμιση λογισμικού διόρθωσε κάπως το ζήτημα. Όχι πως έλυσε όμως το πρόβλημα οριστικά, αλλιώς και το νέο ADV θα έπρεπε βγαίνοντας από το κουτί του εργοστασίου να είναι έτοιμο, με πιο στρωτή απόκριση. Πράγμα που δεν συμβαίνει. Βέβαια στην περίπτωση του νέου 700CL-X και εξαιτίας της συγκυρίας κάτω από την οποία γνωριστήκαμε μαζί του, δεν υπήρχε και ο κατάλληλος χρόνος για την προετοιμασία τους. Πάμε λοιπόν:

CFMOTO 700 CL-X Ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη
Έτοιμα και φορτωμένα τα CFMOTO 700CL-X για την πρώτη φορά που θα κυλίσουν τους τροχούς τους - Κατευθείαν για σχεδόν 1.200 χιλιόμετρα!

Έξι ολοκαίνουριες μοτοσυκλέτες βγήκαν από τα κουτιά τους ελέγχθηκαν, γέμισαν λάδια, ψυκτικά υγρά κτλ και με ακριβώς 0 χιλιόμετρα όλες τους φόρεσαν τις πινακίδες τους που με τιτάνια προσπάθεια πρόλαβαν και πήραν. Την ίδια ακριβώς ημέρα είχαν φορτωθεί και παραδοθεί στο κτήριο του ΜΟΤΟ από όπου θα ξεκινούσαν για την Κωνσταντινούπολη. Ας το ξανά πούμε κι αλλιώς : Την πρώτη φορά που θα έπαιρναν μπροστά για να κυλίσουν τους τροχούς τους, θα ήταν για να κάνουν κατευθείαν 1.200 χιλιόμετρα με το στρώσιμο να γίνεται στο ταξίδι και ο προορισμός τους να είναι εξαιρετικά σημαντικός για ολόκληρη την CFMOTO, όχι την αντιπροσωπεία εδώ, αλλά για το εργοστάσιο. Θα έπρεπε να φτάσουν και οι έξι στον προορισμό τους στο ακέραιο και αγρατσούνιστο. Το εργοστάσιο είχε διοργανώσει παγκόσμια δημοσιογραφική παρουσίαση δύο διαφορετικών μοντέλων προσκαλώντας δημοσιογράφους από την Λ.Αμερική και την Ευρώπη μέχρι και την Ασία, αλλά λίγες ημέρες πριν τους υποδεχτεί βρέθηκε να έχει μόλις το ένα από τα δύο μοντέλα στην Κωνσταντινούπολη όπου είχε επιλεχθεί ως προορισμός. Για να καταλάβει κανείς πόσο αναπάντεχο και σημαντικό ήταν το πρόβλημα που αντιμετώπισαν θα πούμε μία άλλη πολύ πρόσφατη ιστορία για μία άλλη μάρκα και μία άλλη δημοσιογραφική παρουσίαση που δεν έχει ειπωθεί ακόμη δημόσια και θα μας βοηθήσει να αντιληφθούμε το μέγεθος του προβλήματος.

Τον περασμένο Δεκέμβριο ταξίδευα στην Πορτογαλία για την παρουσίαση του KTM 800 Adventure, όπως θα θυμάστε, όπου οι άνθρωποι του εργοστασίου μου εξηγούσαν πως είχαν μόλις ξοδέψει ένα πολύ μεγάλο ποσό προετοιμάζοντας την παρουσίαση του νέου μοντέλου στην Καππαδοκία! Που προφανώς ποτέ δεν έγινε εκεί, μιας και τα συζητούσαμε μιάμιση ώρα βόρεια της Λισαβόνας. Η παρουσίαση στην χώρα των αερόστατων με την σημαντική ελληνική ιστορία, είναι κάτι που είχα συζητήσει μαζί τους το 2019 όταν το Mega Test On-Off εκείνης της χρονιάς ήταν έτοιμο να ξεκινήσει με προορισμό την Καππαδοκία, αν την ημέρα της προγραμματισμένης και αμετάβλητης αναχώρησης προλαβαίναμε να πάρουμε μία κανονική πινακίδα για την μοναδική μοτοσυκλέτα τους συγκριτικού που είχε ΔΟΚ και με την οποία δεν μπορείς να περάσεις σύνορα. Η συνέχεια είναι γνωστή στους αναγνώστες, αλλά από τότε το συζητάμε με στελέχη εργοστασίων ως προορισμό. Μεγάλος σκόπελος απέναντι στην προσπάθεια της KTM να υλοποιήσει την ιδέα αυτή, ήταν το τελωνείο και οι σκιώδεις διαδικασίες που απαιτούνταν για να περάσουν μοτοσυκλέτες μεγαλύτερες της μεσαίας κατηγορίας με πινακίδα. Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα για μία παρέα να μπει στην γειτονική χώρα καβαλώντας οποιαδήποτε μοτοσυκλέτα, οποιουδήποτε κυβισμού αλλά οι εταιρικές αποστολές αντιμετωπίζονται ή τέλος πάντων μπορεί να αντιμετωπιστούν διαφορετικά. Τόσο διαφορετικά που ολόκληρη KTM προτίμησε να χάσει κρατήσεις και έξοδα προετοιμασίας, ένα πολύ μεγάλο ποσό, και να μεταφέρει την παρουσίαση σε ένα γνώριμο μέρος χωρίς τέτοια προβλήματα, στην Πορτογαλία. Αυτά συμβαίνουν σε όλους λοιπόν και είναι ένας από τους λόγους που σπάνια βλέπεις τέτοιες διοργανώσεις σε χώρες εκτός Ε.Ε., περιγράφει όμως και τα αναπάντεχα προβλήματα με τους χρόνους που αντιμετώπισε η CFMOTO, βρισκόμενη στην θέση να έχει προσκαλέσει δημοσιογράφους από όλο τον κόσμο χωρίς να έχει μοτοσυκλέτες να τους δώσει! Ακόμη χειρότερα στην δική της περίπτωση πως δεν γινόταν να κάνει και πίσω διότι η παρουσίαση ήταν διπλή, δύο διαφορετικών μοντέλων που τα υπόλοιπα είχαν ήδη φτάσει στον προορισμό τους.

CFMOTO 700 CL-X Ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη
Μία σχετικά γρήγορη αποκατάσταση του εμπρός ελαστικού και συνεχίζουμε

Για να περάσουν έξι μοτοσυκλέτες τα σύνορα με την Τουρκία με τις άδειές τους να μην είναι στο όνομα του αναβάτη τους, είτε αυτός είναι συγγενής του πραγματικού ιδιοκτήτη είτε μία εταιρεία, όπως στην συγκεκριμένη περίπτωση, δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο από μία απλή συνοδευτική επιστολή στα αγγλικά του νόμιμου ιδιοκτήτη, πως επιτρέπει στον αναβάτη να βγάλει την μοτοσυκλέτα από τα σύνορα και να την οδηγήσει στην γειτονική χώρα. Προφανώς απαραίτητη η πράσινη κάρτα εν ισχύ και όλα τα υπόλοιπα έγγραφα της μοτοσυκλέτας. Έχω περάσει πολλές φορές τα σύνορα της χώρας και συγκεκριμένα της Τουρκίας με μοτοσυκλέτες δοκιμής που σημαίνει πως δεν ήταν ιδιοκτησίας μου και ποτέ δεν μου ζητήθηκε κάτι περισσότερο από μία συνοδευτική επιστολή στα αγγλικά, ούτε καν μιας υπεύθυνης δήλωσης. Μέχρι και σε περίπτωση ελέγχου στην ενδοχώρα, πολύ μακριά από τα σύνορα που είναι συνηθισμένοι να βλέπουν ταξιδιώτες, φτάνοντας έως και την επιβολή προστίμου, πάλι δεν υπήρχε επιπλοκή με αμετάφραστη και απλή συνοδευτική επιστολή. Το ίδιο ισχύει και για στενούς συνεργάτες του περιοδικού, την Andeli Mototouring, που περνά τόσο συχνά τα σύνορα που σε λίγο θα φτάσουν να ξέρουν τους συνοριοφύλακες με το μικρό τους. Έχουν την εμπειρία να ετοιμάσουν όλα τα απαραίτητα πολύ, πολύ γρήγορα. Μπορώ λοιπόν να βάλω το χέρι μου στη φωτιά πως δεν χρειάζεται κανείς με μοτοσυκλέτα στο όνομα της μητέρας του, της εταιρείας του, της συζύγου του, ή φίλου του κτλ κάτι περισσότερο από ένα απλό κομμάτι χαρτί, άντε μία υπεύθυνη δήλωση για να την βγάλει από την χώρα, ακόμη και προς Τουρκία μεριά που είναι πιο αυστηρός ο έλεγχος, παρόλο που το επίσημο πρωτόκολλο της Τουρκίας για αυτές τις περιπτώσεις θέλει κάτι πολύ παραπάνω. Έχετε ήδη όλες τις πληροφορίες για να καταλάβετε από μόνοι σας πως το διακύβευμα να καθυστερήσουν οι μοτοσυκλέτες στα σύνορα, πόσο μάλλον να μην περάσουν καθόλου, ήταν μεγαλύτερο και από ένα καψαλισμένο χέρι. Το να βρεις τελευταία στιγμή έξι αναβάτες έτοιμους να επιλύσουν κάθε πρόβλημα που θα παρουσιαστεί και πρόθυμους για αναχώρηση δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, για αυτό και η αντιπροσωπεία ζήτησε την συνδρομή της ομάδας του MOTO. Οι αναβάτες του Mega Test κονταροχτυπήθηκαν μεταξύ τους και οι πέντε, με έκτο εμένα, ήρθαν έτοιμοι για να δέσουν αποσκευές. Δύο από αυτούς μοιράστηκαν μάλιστα τον ίδιο σάκο αποσκευών, ώστε ένας να μείνει ελεύθερος για εργαλεία, κιτ επισκευής ελαστικών κτλ, φωτογραφικό εξοπλισμό και drone, ενώ μαζί μας είχαμε και δερμάτινες στολές για να οδηγήσουμε το 450SR μέσα στην πίστα της Κωνσταντινούπολης. Από την στιγμή που θα πηγαίναμε στην παγκόσμια παρουσίαση, θα ακολουθούσαμε κι όλο το πρόγραμμα.

CFMOTO 700 CL-X Ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη
Μετρήσαμε ένα - ένα, όλα τα ΕΚΟ μέχρι τα σύνορα...

Οπότε ο Έλληνας αντιπρόσωπος ετοίμασε υπεύθυνες δηλώσεις που πήραν βεβαίωση για το γνήσιο της υπογραφής τους και από εκεί ξεκίνησε ένας νέος αγώνας δρόμου απέναντι στον χρόνο ώστε οι βεβαιώσεις αυτές να πάρουν «βεβαίωση» πως προέρχονται από κρατική υπηρεσία, την λεγόμενη και Σφραγίδα της Χάγης. Αμέσως μετά μεταφράστηκαν από διαπιστευμένο μεταφραστή του Προξενείου, υπογράφηκαν και σφραγίστηκαν από τον ίδιο και έπειτα δόθηκαν στο Προξενείο που την ίδια ημέρα πιστοποίησε την μετάφραση προσθέτοντας κι άλλες σφραγίδες. Ένας καλός λόγος να αποφύγει κάποιος που ταξιδεύει μόνος του όλες αυτές τις σφραγίδες είναι και το γεγονός πως δεν μπαίνουν τσάμπα, τις πληρώνεις εκτός από την Σφραγίδα της Χάγης που απλά περιμένεις στην ουρά, στην αντίστοιχη υπηρεσία. Ωστόσο οφείλαμε να πάρουμε κάθε μέτρο καθώς έξι ολόιδιες μοτοσυκλέτες του ίδιου ιδιοκτήτη όλες, μπορεί να αντιμετωπίζονταν διαφορετικά στα σύνορα και πράγματι, ο έλεγχος που μας έγινε κράτησε πολύ ώρα και ήταν πολλαπλάσια εξονυχιστικός από κάθε άλλη σχετική εμπειρία έως τώρα. Πέρα από το προσεκτικό διάβασμα κάθε επιστολής ξεχωριστά, τις ερωτήσεις, και τον έλεγχο των αποσκευών, πραγματοποίησαν δειγματοληπτικά και δεύτερο πιο ενδελεχή έλεγχο, περνώντας μάλιστα ένα από CL-X από ακτίνες.

Περιμένοντας πως κάτι τέτοιο ήταν πολύ πιθανό να συμβεί, επιλέξαμε να περάσουμε πρωί τα σύνορα που όλες οι υπηρεσίες θα είναι ανοιχτές και στην περίπτωση της χειρότερης έκβασης θα μπορούσαμε να αρχίσουμε τα τηλέφωνα. Αυτό σήμαινε πως θα έπρεπε να σπάσουμε την απόσταση σε δύο τμήματα, πράγμα απαραίτητο με βάση την αυτονομία των CL-X που καθιστούσε δυσκολότερο να φτάσουμε απευθείας στην Τουρκία από εκείνον τον άθλο που είχαμε κάνει στο προηγούμενο Mega Test mini on-off. Όταν με μοτοσυκλέτες των 250 έως 500 κυβικών πραγματοποιήσαμε αυθημερόν το Αθήνα-Βουκουρέστι περνώντας τα σύνορα Βουλγαρίας και Ρουμανίας, φτάνοντας μονοκόμματα 1.200 χιλιόμετρα μακριά. Με τέρμα γκάζι η αυτονομία του CL-X φτάνει λίγο παραπάνω από τα εκατό χιλιόμετρα, βέβαια δεν ξεκινάμε με τέτοιο ρυθμό καθώς όπως είπαμε ο ολικός χιλιομετρητής γράφει μηδέν, αλλά οριακά φτάνουμε στον σταθμό ανεφοδιασμού στα 140 χιλιόμετρα απόστασης από την Αθήνα. Όπως και στο 650ΜΤ και κατά περίπτωση στο 800ΜΤ, ο δείκτης βενζίνης έχει την τάση να είναι απαισιόδοξος ως προς την ένδειξη της αυτονομίας που σε συνδυασμό με τους σταθμούς ανεφοδιασμού της Εθνικής Οδού που δεν βρίσκονται πάντα εκεί που τους θέλεις, μας κάνει να σταματάμε συνέχεια. Λίγο μετά την Λάρισα κερδίζουμε άλλον έναν πόντο, το μπροστινό ελαστικό στο δικό μου CL-X χάνει αέρα και μαζί χάνουμε μπόλικο χρόνο για να το επισκευάσουμε καθώς δεν έχει τρυπηθεί αλλά δεν σφραγίζει πλέον και στην ζάντα, ίσως από την παραμόρφωσή του συμπιεσμένο μέσα στην κούτα να μην άντεξε την πρώτη φορά που έπιασε υψηλή θερμοκρασία χάνοντας τον αέρα, συμβαίνει μερικές φορές και στην περίπτωσή μας ήταν μία στις έξι.

 

CFMOTO 700 CL-X Ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη
Το δυσκόλετερο κομμάτι της διαδικασίας, είναι πίσω μας

 

Αμέσως μετά μας πιάνει και ένα σύννεφο που έγινε τοπικό θέμα συζήτησης στις πόλεις από όπου πέρασε για το νερό που έριξε και από κάτω του βρισκόμασταν και εμείς. Ολοκληρώνοντας εκεί τις όποιες δυσκολίες. Στο θέμα της αυτονομίας να προσθέσουμε το γεγονός πως μετά την Θεσσαλονίκη και παραμένοντας επί της Εγνατίας Οδού δεν υπάρχει σταθμός ανεφοδιασμού αν δεν κάνεις έξοδο πληρώνοντας διόδια. Μπορείς να ζητήσεις στον επόμενο σταθμό διοδίων να αφαιρεθεί το αντίτιμο του σταθμού εξόδου αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν θα έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος που στην συγκεκριμένη περίπτωση με τον αριθμό των στάσεων που απαιτούνται, λειτουργεί ανασταλτικά του πόσο μακριά σκοπεύεις να φτάσεις. Για αυτό και η φιλόξενη Αλεξανδρούπολη είναι ο προορισμός της ημέρας, με στόχο νωρίς το επόμενο μεσημέρι να έχουμε φτάσει στην Κωνσταντινούπολη. Στο ταξίδι το CL-X ανταποκρίνεται πάνω από τις προσδοκίες της naked κατηγορίας που ουσιαστικά ανήκει. Η ζελατίνα αναλαμβάνει τον ρόλο της στην ανακατεύθυνση του αέρα ώστε να μην φτάνουν στροβιλισμοί στο κράνος του αναβάτη. Προφανώς και δεν υπάρχει σημαντική κάλυψη από τον αέρα, το ζήτημα όμως για τις μοτοσυκλέτες της κατηγορίας δεν είναι να προσφέρουν πλήρη κάλυψη όπως οι touring, οι sport touring και οι μεγάλες Adventure αλλά να αποδεικνύουν σταθερότητα στις συνηθισμένες ταχύτητες ταξιδιού καθώς και απουσία των ενοχλητικών, τουλάχιστον, κραδασμών. Αν τώρα στα παραπάνω απόλυτα βασικά, προστεθεί μία τυπική ανακατεύθυνση του αέρα από μία μικρή ζελατίνα, όχι φυσικά συνολική κάλυψη, τότε αυτομάτως γίνεται ένα βήμα πάνω από τα δεδομένα της κατηγορίας.

Στα θετικά το φαρδύ τιμόνι και η πολύ άνετη γεωμετρία θέσης οδήγησης που τοποθετεί το σώμα σε μία όρθια στάση, ελαφρώς σκυμμένη χωρίς να ενοχλεί στην πολύωρη οδήγηση. Αυτό τώρα είναι το συνδυαστικό συμπέρασμα έξι διαφορετικών αναβατών που κανείς δεν έχει το ίδιο ύψος. Ξεκινώντας από το 1,70 ακριβώς μέχρι και το 1,95 για τον πιο ψηλό της παρέας με τέσσερα διαφορετικά αναστήματα στο ενδιάμεσο, καλύψαμε όχι απλά την συντριπτική πλειοψηφία των υποψήφιων αγοραστών, αλλά κι ακόμη περισσότερο με όλους να αισθάνονται το ίδιο άνετα στη σέλα τους και να έχουν την επιστροφή για να επιβεβαιώσουν τα συμπεράσματα. Πλούσιο και ποιοτικό το αφρώδες της σέλας με τα γόνατα σε φυσιολογική γωνία για street, που πρακτικά είναι ο CL-X, με το φαρδύ τιμόνι να δημιουργεί ένα ξεκούραστο μοχλό που είναι ιδιαίτερα βολικός τόσο στο ταξίδι, όσο και στην καθημερινή οδήγηση.

CFMOTO 700 CL-X Ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη

Σε πολύωρη οδήγηση βραδινές ώρες τα φώτα ήταν ικανοποιητικά, ιδιαίτερα για τα δεδομένα μεσαίου street και το πρώτο σκέλος του ταξιδιού ολοκληρώνεται δίχως προβλήματα με εξαίρεση το πιο βασικό για το οποίο αφιερώσαμε παραγράφους ολόκληρες πριν πούμε για οτιδήποτε άλλο. Με το χέρι να κρατά σταθερή την γκαζιέρα και τον χιλιομετρητή να δείχνει 150χαω, οι στροφές του κινητήρα παίζουν το καρδιογράφημα μεταξύ 6.500 και 7.000 χωρίς να υπάρχει κανένας λόγος για αυτή την αυξομείωση πέρα από την κακορυθμισμένη απόκριση. Μόλις φτάσαμε στον τελικό προορισμό, Κινέζοι μηχανικοί παρέλαβαν τις μοτοσυκλέτες, άλλαξαν αμέσως τα λάδια πρώτης τοποθέτησης και προχώρησαν σε αναβάθμιση λογισμικού που βελτίωσε κατά πολύ το θέμα της απόκρισης, κάνοντας έτσι την επιστροφή μας στην Αθήνα πολύ πιο ευχάριστη. Όπως και στο CFMOTO 800MT, το cruise control που ανήκει στον βασικό εξοπλισμό λειτουργεί έως τα 130χαω που είναι το ανώτατο νόμιμο όριο. Συνήθως το όριο αυτό στις νεότερες μοτοσυκλέτες των ευρωπαίων κατασκευαστών είναι τα 160χαω ονομαστικής ταχύτητας με το σκεπτικό πως το πραγματικό νούμερο είναι πιο κάτω. Το κιβώτιο δούλευε χωρίς η νεκρά να παίζει κυνηγητό με την Δευτέρα όπως συμβαίνει καμιά φορά στο 800ΜΤ και μάλιστα η λειτουργία του βελτιώθηκε μετά την αλλαγή λαδιών.

Στο πρώτο γέμισμα μετά τα σύνορα, ήρθε και το πρώτο σοκ καθώς μπορεί να γνωρίζαμε πως το κόστος ανεφοδιασμού θα ήταν ακριβώς το μισό, αλλά δεν περίμενε κανείς πως η αυτονομία θα αυξανόταν με διψήφιο ποσοστό! Στην Τουρκία η βενζίνη κόστιζε τα μισά χρήματα και ταυτόχρονα είχε καλύτερη απόδοση, όπως τουλάχιστον φάνηκε σε έξι ίδιες μοτοσυκλέτες.

Εκείνο βέβαια που ζήσαμε στο τέλος του ταξιδιού, ήταν πρωτόγνωρο στην μακρά δημοσιογραφική μου πορεία. Έχω συμμετάσχει σε τριψήφιο αριθμό δημοσιογραφικών αποστολών με όλες τις κατασκευάστριες, ευρωπαϊκές, ασιατικές και αμερικάνικες, σε πολλά σημεία του κόσμου, αλλά δεν είχα σκεφτεί πως θα έρθει η ώρα να απευθύνομαι από την πλευρά της σκηνής, σε ξένους συναδέλφους με τους οποίους συχνά οδηγούμε μαζί και παρακολουθούμε μαζί τις παρουσιάσεις νέων μοντέλων.

CFMOTO 700 CL-X Ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη
Η παρουσίαση της CFMOTO για το νέο της 700CL-X, ευχαριστώντας τους Έλληνες απευθυνόμενοι προς όλο τον κόσμο

Οι άνθρωποι της CFMOTO επέλεξαν να δημοσιοποιήσουν σε όλο τον κόσμο πως είχαν πρόβλημα παράδοσης των μοτοσυκλετών τους στην Τουρκία και πως το MOTO τους βοήθησε να βρουν λύση, αφήνοντας μάλιστα τα αυτοκόλλητα που βάλαμε εμείς για το ταξίδι! Με δεδομένο πως ήμασταν οι άνθρωποι με τα περισσότερα χιλιόμετρα στη σέλα της μοτοσυκλέτας, μας κάλεσαν επί σκηνής για να σχολιάσουμε την εμπειρία μας και να την αποκαλύψουμε σε όσους δεν την είχαν δει ακόμη από κοντά. Ήταν τιμητικό από την πλευρά τους για την βοήθεια που τους προσφέραμε με ένα ταξίδι – αστραπή των 2.500 χιλιομέτρων, χωρίς να έχουν την υποχρέωση να το κοινοποιήσουν παντού. Θα μπορούσε να είναι μία ιστορία που μόνο το ΜΟΤΟ έχει να πει, ωστόσο ο τρόπος που αντιμετώπισαν την κατάσταση ήταν τουλάχιστον πρωτότυπα ειλικρινής! Στο επόμενο MOTO ακόμη περισσότερα για το νέο CL-X Adv μέσα από 3.000 (τώρα πια) χιλιόμετρα δοκιμής.

Οι μοτοσυκλέτες στην πίστα της Κωνσταντινούπολης με τα αυτοκόλλητα του ΜΟΤΟ

CFMOTO 700 CL-X Ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη