Στην Μονεμβάσια με την Street Glide Special

Μοτοσυκλέτα για χορτασμένους
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

9/8/2018

Για να μην μακρηγορούμε, για μένα δύο είναι οι καλύτερες μοτοσυκλέτες τουρισμού αυτή την στιγμή. Η μία είναι η BMW R 1200 RT και η άλλη είναι η Harley Davidson Street Glide. Πρώτα αγοράζεις την BMW  για να γυρίζεις τον κόσμο μέχρι να φτάσεις στο σημείο να χορτάσεις, να μπουχτίσεις και να μην θέλεις να ταξιδέψεις ποτέ ξανά με μοτοσυκλέτα.

Όταν φτάσεις στο σημείο να έχεις επισκεφτεί όλα τα μέρη του κόσμου που πάει δρόμος  και όταν έχεις φτάσεις στο σημείο να θεωρείς το ταξίδι με μοτοσυκλέτα μια βαρετή ρουτίνα, τότε ακριβώς είναι η ώρα για να αγοράσεις την Street Glide και εκείνη έχει τον τρόπο να σε κάνει να ερωτευτείς ξανά τα ταξίδια με μοτοσυκλέτα.

 Αν έχεις ήδη κάνει πολλά ταξίδια με υπερηχητικές ταχύτητες στη σέλα ενός Hayabusa και  αν έχεις γράψει χιλιάδες χιλιόμετρα με μια πλήρως εξοπλισμένη σύγχρονη τουριστική μοτοσυκλέτα όπως το R 1200 RT, θα είσαι πλέον σε θέση να πάρεις από την Street Glide τον θησαυρό που έχει να σου δώσει.

 

Τα πρώτα 400 χιλιόμετρα είναι για ζέσταμα

 

Το 1998 είχα κάνει την διαδρομή Ανκόνα-Μόναχο αυθημερόν με ένα Yamaha R6 με στάσεις ολίγων λεπτών μόνο για βενζίνη και το ίδιο έκανα την επόμενη χρονιά με την μεγάλη της αδερφή, την R1. Πέρσι έκανα αυθημερόν την διαδρομή Αθήνα-Λίμνη Πλαστήρα-Αθήνα με ένα KTM 390 Duke (επίσης με στάσεις μόνο για βενζίνη), οπότε τα 400 χιλιόμετρα σερί με την Street Glide μέσα σε τέσσερεις ώρες δεν τα θεωρώ επίτευγμα ή κάποιο φοβερό κατόρθωμα και είμαι βέβαιος ότι θα υπάρχουν ανάμεσά σας πολλοί που έχουν κάνει περισσότερα χιλιόμετρα σε μια μέρα με πολύ πιο ακατάλληλες για ταξίδια μοτοσυκλέτες, πιθανότατα και με ποδήλατο.

Όμως το νόημα δεν είναι στους αριθμούς και στα ρεκόρ Guinness.

Την διαδρομή Αθήνα-Νεάπολη Λακωνίας την κάνω τουλάχιστον πέντε με έξι φορές τον χρόνο. Κάποτε ήταν πάνω από 450 χιλιόμετρα και διαρκούσε σχεδόν έξι ώρες αν οδηγούσες προσεκτικά ή μπορούσες να το κάνεις σε τέσσερις ώρες αν δεν σε ένοιαζε να προστεθεί και το δικό σου εικονοστάσι ανάμεσα στα υπόλοιπα 5-6 εικονοστάσια που υπάρχουν σε κάθε στροφή από την Τρίπολη και κάτω. Τα τελευταία τρία χρόνια η διαδρομή έχει μικρύνει στα 370 χιλιόμετρα λόγω των νέων δρόμων που έχουν φτιαχτεί. Οι τέσσερεις ώρες είναι πλέον εύκολο να επιτευχθούν, ακόμα και αν πας με αυτοκίνητο, που εκ των πραγμάτων θα χάσεις αρκετό χρόνο στην τοπική κίνηση των χωριών της νότιας Λακωνίας.

Η επικινδυνότητα του δρόμου μετά την Σπάρτη εξακολουθεί να είναι υψηλή και οι εννιά στους δέκα οδηγούς αυτοκινήτων είναι συνταξιούχοι μέσου όρου ηλικίας 95 ετών και αντίστοιχης αντίληψης και αντανακλαστικών. Κάποιοι το απολαμβάνουν αυτό το ταξίδι, γιατί τους αρέσουν οι στροφές μεταξύ Τρίπολης και Σπάρτης (τόσο στον παλιό δρόμο από το βουνό χωρίς διόδια, όσο και στον καινούριο με τα διόδια) και η θέα της θάλασσας προς το τέλος της διαδρομής. Εγώ πάλι το έχω σιχαθεί αυτό το ταξίδι και δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα αναγκαίο κακό. Μου χαλάει τη μέρα και γι΄αυτό το κάνω πλέον αυθημερόν για να μην μου χαλάσει δύο μέρες, αλλά μόνο μία…

Φέτος το καλοκαίρι όμως ήρθε η Street Glide και με ξανάκανε να αγαπήσω αυτή τη διαδρομή.

Πάντα θα πρέπει να επαναλαμβάνεις ότι κάθε μοντέλο της Harley Davidson διαφέρει σε προσωπικότητα και ικανότητες, διότι πάντα θα υπάρχουν κάποιοι που θα πιστεύουν ότι τα 32 μοντέλα της αμερικάνικης εταιρίας είναι η ίδια μοτοσυκλέτα σε άλλο χρώμα. Στην πραγματικότητα είναι σαν να λες ότι το Suzuki V-Strom 1000 είναι το ίδιο πράγμα με το GSX-R 1000 επειδή είναι και τα δύο Suzuki και έχουν 1000 κυβικά.

Βέβαια για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, η ίδια η Harley Davidson έχει την ευθύνη για τη δημιουργία αυτής της εικόνας, επιλέγοντας να απομονωθεί για πολλές δεκαετίες από τον πυρήνα του κόσμου της μοτοσυκλέτας και να φτιάξει έναν ξεχωριστό δικό της. Αυτό φυσικά οδήγησε στη δημιουργία στρατοπέδων με φίλους και εχθρούς, κάτι που εμποδίζει την ψύχραιμη κριτική των μοτοσυκλετών της.

Μιλάμε για ψύχραιμη κριτική και όχι για αντικειμενική κριτική, διότι αντικειμενικός  δεν μπορεί να είναι κανένας μας στην κριτική του, από τη στιγμή που κανένας μας δεν έχει κάνει τα πάντα με όλες τις μοτοσυκλέτες του κόσμου. Όσα περισσότερα μαθαίνεις, τόσο πιο ανοιχτόμυαλος και δεκτικός γίνεσαι σε νέες εμπειρίες και σε διαφορετικές απόψεις. Όσα λιγότερα ξέρεις και έχεις ζήσει, τόσο πιο δογματικός γίνεσαι, εκφράζοντας τις απόψεις σου με επιθετικότητα. Βάλτε στο You Tube μια συνέντευξη του καθηγητή του MIT κ. Ναννόπουλου και μετά βάλτε να δείτε πως μιλάνε οι εκπρόσωποι των φοιτητικών οργανώσεων και θα καταλάβετε την διαφορά μεταξύ ενός ανθρώπου που έχει δει πόσο μικρή είναι η γη μέσα στο σύμπαν και ενός ανθρώπου που πιστεύει ότι ολόκληρο το σύμπαν είναι το Παγκράτι.

Που κολλάει η Street Glide σε όλα αυτά; Μα πολύ απλά, η Street Glide είναι η μοτοσυκλέτα που σου δείχνει ότι το σύμπαν επεκτείνεται πολύ πιο μακριά από το προσωπικό Παγκράτι του καθενός μας. Ναι, υπάρχει ο τουρισμός με ταχύτητες ταξιδιού 200-250 km/h και έναν σάκο πλάτης που έχει μια οδοντόβουρτσα μέσα. Ναι, υπάρχει ο τουρισμός με τις φαρδιές αφράτες θερμαινόμενες σέλες, τα τριβάλιτσα με ολόκληρη την γκαρνταρόμπα της Βουγιουκλάκη μέσα τους και τις τεράστιες ηλεκτρικά ρυθμιζόμενες ζελατίνες.

Υπάρχει ο εξερευνητικός τουρισμός, σε μέρη που δεν θα σε ενοχλήσει ο “θόρυβος” της κίνησης του χρήματος  από τσέπη σε τσέπη.

Ταυτόχρονα όμως υπάρχει και ο τουρισμός που πρεσβεύει η Street Glide και στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια μεγάλη βόλτα στους δρόμους όλου του κόσμου.

Πως όμως καταφέρνει να μετατρέπει σε βόλτα τις διαδρομές που αν τις κάνεις με άλλη μοτοσυκλέτα θα τις αποκαλούσες ταξίδια;

 Αυτός ο παλιομοδίτικος κινητήρας με τα ωστήρια που βγάζει με το ζόρι 65,5 ίππους στον τροχό από 1745 κυβικά, προκαλεί γέλια σε όσους πεινάνε ακόμα για γκάζι, αλλά ταυτόχρονα προκαλεί και ένα τεράστιο χαμόγελο σε όσους έχουν χορτάσει από αυτό ή έχουν τη δυνατότητα να πάρουν τη δόση τους όποτε την χρειαστούν.

Η Street Glide μπορεί να ταξιδεύει με 150-160km/h για ώρες στην εθνική χωρίς πρόβλημα, αλλά αν το κάνεις αυτό, βάζεις τον εαυτό σου σε έναν ρυθμό που αφαιρεί το μεγαλύτερο μέρος της γοητείας αυτής της μοτοσυκλέτας. Επίσης μειώνεις τον χρόνο του ταξιδιού, που είναι καλό μόνο όταν ταξιδεύεις με τις υπόλοιπες μοτοσυκλέτες. Με την Street Glide θέλεις το ταξίδι να διαρκέσει όσο περισσότερο γίνεται. Γιατί; Γιατί αισθάνεσαι ότι κάνεις βόλτα και σε όλους μας αρέσουν οι βόλτες και θέλουμε να διαρκούν όσο περισσότερο γίνεται. Κατέβασε την ταχύτητα ταξιδιού στα 120-140 km/h και θα ανοίξει μπροστά σου ένας καινούριος κόσμος. Το είχα γράψει και στο τεστ της μοτοσυκλέτα στο τ. 582 του MOTO, ότι η διαδικασία οδήγησης της Street Glide σου καθαρίζει το μυαλό με αποτέλεσμα να νοιώθεις ψυχική γαλήνη. Πρωταγωνιστής σε αυτή την διαδικασία είναι ο κινητήρας με τον αριθμό “107”. Αυτός με την τεχνολογία του 1920 που σχολίασε κάποιος στο facebook ή “αυτός ο καινούριος, ο γιαπωνέζικος” που μου είπε ένας “παλιός” Χαρλεάς.

Εννοείται πως κανένας από τους δύο δεν έχει ταξιδέψει με την Street Glide…

Πρόκειται για τον καλύτερο κινητήρα στην ιστορία της Harley και σίγουρα πολύ καλύτερο από τον κινητήρα των V-Rod που είχε σχεδιάσει μαζί με την Porsche και είχε τεχνολογία του 2020. Κλάσεις ανώτερος είναι και από τον προηγούμενο 103 και 103 ΗΟ, διότι δεν έχει παρασιτικούς μεταλλικούς θορύβους, οπότε παράγει πιο καθαρά τον αυθεντικό ήχο των αμερικάνικων V2 και όταν ανοίγεις το γκάζι σπρώχνει εμπρός την μοτοσυκλέτα έως τον κόφτη, χωρίς ενοχλητικούς κραδασμούς.

Ο κινητήρας αυτός είναι που σε κάνει να λες ότι η Street Glide είναι η Rolls Royce των μοτοσυκλετών.

 

Η άνεση που προσφέρει αυτή η μοτοσυκλέτα είναι κυρίως ψυχική και όχι σωματική. Από το σώμα σου έχει απαιτήσεις στους πολύ στενούς επαρχιακούς δρόμους. Το μόνο που μπορείς να χειριστείς πάνω της με ένα άγγιγμα είναι η μεγάλη οθόνη touch screen του συστήματος multimedia. Η ανάλυση της οθόνης είναι πολύ καλή αλλά όχι κορυφαία. Όμως οι δυνατότητες του συστήματος ξεπερνούν ακόμα και εκείνες της BMW στο καινούριο σύστημα Connected που έχει το καινούριο  R 1200 GS. Επίσης εργονομικά είναι άψογο και η πλοήγηση στο μενού του navi και του ηχοσυστήματος (έχει ραδιόφωνο και σύνδεση για mp3/mp4/smartphone) γίνεται εύκολα από τα δύο joystick στους διακόπτες. Άριστα δέκα παίρνει και το cruise control που μέχρι στιγμής είναι το πιο ομαλό σε λειτουργία και εύκολο στο χειρισμό που έχουμε δοκιμάσει.

Τα υπόλοιπα τα έχουμε γράψει στο τεστ της μοτοσυκλέτας, αλλά και από την οδήγησή της στην πανευρωπαϊκή παρουσίαση στην Κροατία, μαζί με την Road Glide.

Αν αξίζει να προσθέσουμε κάτι, αυτό αφορά την μεγάλη αυτονομία που προσφέρει το ρεζερβουάρ και η λογική κατανάλωση βενζίνης του κινητήρα. Ο δείκτης της βενζίνης ακούμπησε την ένδειξη της ρεζέρβας στα 367 χιλιόμετρα. Εντυπωσιακό επίτευγμα για μια μοτοσυκλέτα με 1745 κυβικά που ζυγίζει 360 κιλά.

   

Bajaj Pulsar 125 2022: Το πλεονέκτημα μιας αληθινής μοτοσυκλέτας σε τιμή παπιού

Λύνει το πρόβλημα με ορθολογισμό
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

1/6/2022

Ζούμε σε μια μεταβατική περίοδο της ελληνικής αγοράς, όπου πολλά από τα δεδομένα των προηγούμενων ετών και δεκαετιών δεν ισχύουν πλέον. Η επέλαση των scooter στις μικρομεσαίες κατηγορίες κυβισμού εξαφάνισε τις μικρές μοτοσυκλέτες, ενώ την ίδια στιγμή οι προδιαγραφές Euro4 και Euro5 εξολόθρευσαν τα περισσότερα μοντέλα παπιών. Όσα από αυτά τα κατάφεραν να γίνουν Euro5, επιβαρύνθηκαν δυσανάλογα οι τιμές τους χάνοντας ένα μεγάλο πλεονέκτημά έναντι των scooter. Όλα τα παραπάνω περιόρισαν πολύ τις επιλογές για όσους αναζητούν ένα δίκυκλο με τιμή πολύ κάτω από τα 3.000€ και με κινητήρα έως 125 κυβικά, ώστε να το οδηγούν με δίπλωμα της Α1 κατηγορίας ή με δίπλωμα αυτοκινήτου για όσους πληρούν τις προϋποθέσεις του νέου νόμου που ισχύει εδώ και ένα χρόνο. Σε αυτό το θολό τοπίο της ελληνικής αγοράς, η άφιξη του νέου Pulsar 125 NS μοιάζει ως Θείο δώρο, καθώς με τιμή 2.490€ έχει έναν κινητήρα 12 ίππων και σύστημα ABS στα φρένα, μαζί με όλα τα πλεονεκτήματα που συνοδεύουν μια κανονικού μεγέθους μοτοσυκλέτα.

Με το μάτι και το αυτί

Σε γενικές γραμμές το νέο Pulsar NS 125 δεν φαίνεται στα χαρτιά να έχει κάποια τρομερή διαφορά από το προηγούμενο μοντέλο, όμως στην πράξη οι πολλές μικρές αλλαγές που έχει κάνει η Bajaj σε όλους τους τομείς και η αλλαγή του εμπορικού τοπίου της ελληνικής αγοράς τον τελευταίο χρόνο, κάνουν το νέο μοντέλο πολύ καλύτερη επιλογή σε σχέση με το προηγούμενο σε αυτή την κατηγορία κυβισμού και τιμής. Πρακτικά μοναδικοί του αντίπαλοι είναι τα παπιά και τα φτηνά scooter των 125 κυβικών, που στην πλειοψηφία τους έχουν παρωχημένης τεχνολογίας αερόψυκτους κινητήρες. Ο αερόψυκτος κινητήρας του Pulsar NS 125 είναι φυσικά προδιαγραφών Euro5 και διακρίνεται για την ποιότητα λειτουργίας του, αλλά και την πλήρη απουσία κραδασμών. Η απόλυτα ομαλή παροχή της δύναμης σε όλο το φάσμα των στροφών χαρίζουν στον αναβάτη μια πολιτισμένη εμπειρία οδήγησης, που δεν βρίσκεις εύκολα σε αυτά τα χρήματα πλέον. Ιδιαίτερα όταν μιλάμε για δίκυκλα με μονοκύλινδρους κινητήρες 125 κυβικών, οι οποίοι εκ των πραγμάτων δουλεύουν συνεχώς σε υψηλές στροφές, ο πολιτισμένος τρόπος λειτουργίας λόγω απουσίας κραδασμών και παρασιτικών μηχανικών θορύβων έχει μεγάλη σημασία στην αίσθηση ποιότητας, αλλά και άνεσης που αντιλαμβάνεται ο αναβάτης.

Σημαντικός παράγοντας στην αναβαθμισμένη αίσθηση ποιότητας του νέου Pulsar NS 125 είναι και η νέα σχεδίαση της εξωτερικής εμφάνισης. Κυρίως η ουρά, αλλά και το σχήμα του ρεζερβουάρ με τον προβολέα, έχουν πλέον περισσότερο “ιαπωνική” αύρα, ακολουθώντας κατά γράμμα μια μοντέρνα σπορ αισθητική. Μόνο τα κάγκελα (τα οποία όμως αφαιρούνται εύκολα) και το έξτρα σπείρωμα στην αριστερά πλευρά του ψαλιδιού για την τοποθέτηση προστατευτικού πλέγματος για να μην μπλεχτεί το σάρι στο γρανάζι της αλυσίδας, προδίδουν την ινδική καταγωγή.

Το στιβαρό πλαίσιο με τους δύο μεγάλους δοκούς, η ύπαρξη συστήματος ABS στα φρένα, αλλά και η αναπάντεχα ποιοτική λειτουργία των αναρτήσεων, κάνουν το Pulsar NS 125 πολύ ευχάριστο στην οδήγηση και δίνουν μια ανώτερη αίσθηση ασφάλειας στον αναβάτη. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο πλεονέκτημά του έναντι των αντίστοιχης, ακόμα και υψηλότερης τιμής παπιών και scooter στα 125 κυβικά, τα οποία συνήθως έχουν απλώς συνδυασμένα φρένα χωρίς ABS και οι αναρτήσεις τους δεν καταφέρνουν να φιλτράρουν ούτε τις μισές ανωμαλίες των ελληνικών δρόμων. Ο αναβάτης του Pulsar NS 125 απολαμβάνει πολύ υψηλά επίπεδα άνεσης μέσα στην πόλη και το ίδιο υψηλό επίπεδο άνεσης απολαμβάνει και ο συνεπιβάτης.

Συνήθως οι ινδικές εταιρείες βάζουν σκληρά ελατήρια στην πίσω ανάρτηση για να αντέχουν οι μοτοσυκλέτες τους υπερβολικό φόρτωμα και να μην τερματίζουν στους κακής ποιότητας δρόμους των επαρχιών της Ινδίας. Όμως στο νέο Pulsar NS 125 έχουν κάνει μια πολύ πιο “ευρωπαϊκή” επιλογή για το ελατήριο του πίσω αμορτισέρ. Η λογική σκληρότητα του ελατηρίου και οι αποσβέσεις του αμορτισέρ συνεργάζονται αρμονικά και είτε με ένα άτομο στη σέλα, είτε με δύο άτομα, το Pulsar NS 125 είναι άνετο παντού, χωρίς όμως να είναι υπερβολικά πλαδαρό. Έτσι η άνεση συνδυάζεται με σύγχρονα δυναμικά χαρακτηριστικά που ανεβάζουν ακόμα περισσότερο την ενεργητική ασφάλεια. Μόνο τα ελαστικά υπολείπονται σε κράτημα και είναι το μοναδικό σημείο πάνω στο Pulsar NS 125 που δεν αποτελεί σημείο αναφοράς στην κατηγορία του, έστω κι αν είναι αποδεκτά για την τιμή του. Πολύ καλή είναι και η εργονομία της θέσης οδήγησης, με λογικές αποστάσεις μεταξύ σέλας-μαρσπιέ και σέλας τιμονιού, δημιουργώντας μια ευρύχωρη θέση οδήγησης για όλα σχεδόν τα αναστήματα. Παρά τον “σπορ” σχεδιασμό της σέλας σε δύο ξεχωριστά κομμάτια για αναβάτη και συνεπιβάτη, έχει πλούσιο αφρώδες υλικό και προσφέρει υψηλό επίπεδο άνεσης για δύο άτομα.

Σχεδιασμένο για τις κακουχίες

Οι μοτοσυκλέτες που σχεδιάζονται με βασικό στόχο την τοπική αγορά της Ινδίας θα πρέπει απαραίτητα να μπορούν να επιβιώσουν για πολλά χρόνια με απλή και φτηνή συντήρηση, να καίνε κακής ποιότητας καύσιμα σε μικρές ποσότητες, να αντέχουν στο υπερβολικό φόρτωμα και κυρίως να επιβιώνουν για χρόνια στους χωματόδρομους. Το νέο Pulsar NS 125 είναι σαφώς πιο “ευρωπαϊκό” σε εμφάνιση και επίπεδο ενεργητικής ασφάλειας από τον προκάτοχό του και έχει αναβαθμιστεί εντυπωσιακά η άνεση, όμως η Bajaj δεν θυσίασε την παραδοσιακή “built to last” φιλοσοφία της μικρής μοτοσυκλέτας της. Τα περισσότερα από τα 144 κιλά που ζυγίζει αφορούν το πλεόνασμα μετάλλου στο πλαίσιο και στις ζάντες.

Ο αερόψυκτος κινητήρας του έχει αξιοπρεπέστατη ιπποδύναμη, όμως την ίδια στιγμή είναι σχεδιασμένος με μεγάλη διαδρομή εμβόλου και χαμηλή σχέση συμπίεσης ώστε να καίει χωρίς προβλήματα ό,τι είδους βενζίνη βάλεις στο ρεζερβουάρ των 12 λίτρων. Επίσης έχει μίζα και μανιβέλα για να μπορείς να τον βάλεις εμπρός ακόμα και με πεθαμένη μπαταρία ή αν χαλάσει η μίζα. Φυσικά όπως κάθε δίκυκλο 125 κυβικών, το Pulsar NS 125 θα περάσει όλη του τη ζωή με τον κινητήρα να δουλεύει στο όριο των στροφών του, οπότε η πραγματική μέση κατανάλωση σπάνια έχει διαφορά από την μέγιστη στον αληθινό κόσμο. Παρ' όλα αυτά, μπορείς με λίγο έξυπνη οδήγηση να μην ξεπεράσεις τα 3 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα μέσα στην πόλη, που είναι πολύ καλή για μια full size μοτοσυκλέτα. Αυτή τη στιγμή δύσκολα θα βρεις στην κατηγορία των 125 κυβικών κάποιο άλλο δίκυκλο που να συνδυάζει τόσο καλά τη σκληροτράχηλη αρχιτεκτονική των μηχανικών μερών, με την άνεση και την ενεργητική ασφάλεια μια σύγχρονης μοτοσυκλέτας. Έως τώρα το ελληνικό κοινό συνήθως προτιμούσε τα παπιά και τα scooter σε αυτή την κατηγορία, όμως η αλήθεια είναι πως δεν υπήρχε κάποια σοβαρή εναλλακτική πρόταση στις μικρές μοτοσυκλέτες. Τώρα υπάρχει.