Πρώτη επαφή με το φτηνότερο Suzuki V-Strom 800

Η έκδοση που θέλαμε και ντρεπόμασταν να ζητήσουμε!
1
Μπάμπη Μέντη
Από τον

Μπάμπη Μέντη

30/11/2023

Αρκετό καιρό πριν την έκθεση της EICMA η Suzuki μας είχε υποσχεθεί πως το 2024 θα έχει στη γκάμα της μια φτηνότερη έκδοση από την DE για το V-Strom 800. Με δεδομένο πως έχουμε φτάσει πλέον στο σημείο να ντρεπόμαστε να ζητήσουμε από τους κατασκευαστές να φτιάξουν ένα on-off για φυσιολογικούς ανθρώπους και όχι για εργοστασιακούς αναβάτες του Dakar, ο χαρακτηρισμός “φτηνότερη έκδοση” ηχεί στα αφτιά όλων ως “χειρότερη έκδοση”, δηλαδή χειρότερες αναρτήσεις, χειρότερα φρένα, χειρότερα λάστιχα και ζάντες, χειρότερο εξοπλισμό άνεσης και τεχνολογίας…. Καταλαβαίνετε… Καταραμένη φτώχια! Ακόμα κι όταν είδαμε τις φωτογραφίες του και διαβάσαμε τα τεχνικά χαρακτηριστικά του, οι προσδοκίες μας δεν αυξήθηκαν ιδιαίτερα. Έγδυσαν το DE για να πετύχουν μια τιμή κοντά στο ελαφρώς φτηνότερο και σπαρτιάτικο σε εξοπλισμό Honda Transalp 750. Και σε αυτό το σημείο τελειώνουν συνήθως όλες οι “ιντερνετικές” δοκιμές μοτοσυκλετών, αφού αυτή η μοναδική ευφυία που έχουμε αναπτύξει στις μέρες μας να καταλαβαίνουμε τα πάντα για μια μοτοσυκλέτα κοιτώντας απλώς μια φωτογραφία χαμηλής ανάλυσης στο smartphone, έχει κάποιες φορές και μερικά μειονεκτήματα, όπως για παράδειγμα να χάνουμε εντελώς την επαφή με την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα στην περίπτωση της νέας “φτηνότερης” έκδοσης του V-Strom 800 είναι πως πρόκειται για διαφορετικής χρήσης μοτοσυκλέτα και όχι για υποδεέστερη μοτοσυκλέτα.

2

Το είχαμε γράψει φαρδιά-πλατιά στο συγκριτικό του V-Strom 800 DE με το Transalp 750, πως η Suzuki είχε δώσει όλο το βάρος της στην Off-Road χρήση και πως το V-Strom 800 DE δεν έχει καμία σχέση με τα V-Strom 650. Ψηλή και αρματωμένη σαν καταδρομέας για να κατακτά της βουνοκορφές περνώντας μέσα από δύσβατους χωματόδρομους, απαιτεί ταυτόχρονα και κάποιους συμβιβασμούς όταν την χρησιμοποιείς σε καθημερινή χρήση. Κάτι απόλυτα λογικό, καθώς στα On-Off δεν μπορείς ποτέ να τα έχεις όλα ολόκληρα. Είτε θα έχεις “λίγο απ’ όλα”, είτε θα έχεις “πολύ από κάτι” και καθόλου από κάτι άλλο.

Η τεράστια εμπορική επιτυχία της πρώτης γενιάς του V-Strom 650 στην Ελλάδα είχε ξεκάθαρα να κάνει με τις μεγάλες ικανότητές της στην άσφαλτο. Είχε χυτούς αλουμινένιους τροχούς με στιβαρά street ελαστικά, που του χάριζαν σταθερότητα και ασφάλεια στις υψηλές ταχύτητες όταν ήταν φορτωμένο, χαμηλή σέλα-αεροδρόμιο για δύο άτομα και μια φαιριγκούκλα ΝΑΑΑΑΑΑ με το συμπάθιο, που προστάτευε από τον αέρα και το κρύο.

Καμία σχέση δηλαδή με περιπέτειες στα βουνά, τα λαγκάδια ή τις ερήμους, όμως μακράν η καλύτερη της κατηγορίας της για να κάνεις πάνω-κάτω την Ελλάδα και ολόκληρη την Ευρώπη καταπίνοντας πολλά χιλιόμετρα ασφάλτου.

Ακριβώς το ίδιο ισχύει για την βασική έκδοση του νέου V-Strom 800, η οποία μάλιστα έχει εμπλουτίσει το ρεπερτόριό της με κάποιες νέες και άκρως εντυπωσιακές ικανότητες, όπως ας πούμε να στρίβει σαν Supermoto!

 

3

Η μικρότερη διαδρομή αναρτήσεων και ο μικρότερος εμπρός τροχός έχουν αλλάξει σε σημαντικό βαθμό τη συνολική γεωμετρία της μοτοσυκλέτας (διαφορετικό μεταξόνιο, διαφορετικό ίχνος και κέντρο βάρους) με αποτέλεσμα αυτή η έκδοση να είναι ΠΟΛΥ πιο ευέλικτη από την DE και ΠΟΛΥ πιο άμεση στις αντιδράσεις της. Επίσης είναι ΔΕΚΑ ολόκληρα κιλά ελαφρύτερη και η σέλα της είναι 30mm πιο χαμηλή, κάνοντας όλους τους επιτόπιους χειρισμούς πανεύκολους για όλους. Ακόμα και η κίνηση να την σηκώσεις από το πλάγιο σταντ απαιτεί την μισή ακριβώς δύναμη σε σχέση με την DE.  

Τα πράγματα γίνονται ακόμα καλύτερα όταν κάτσεις πάνω στη σέλα και αρχίζεις να οδηγείς καθημερινά επί ώρες εντός πόλης. Το “φτηνότερο” πιρούνι έχει μόνο προφόρτιση ελατηρίου στο αριστερό καλάμι, όμως έχει εξαιρετική ποιότητα λειτουργίας που αποτελεί μέτρο σύγκρισης σε αυτή την κατηγορία, ακόμα κι αν έχεις υψηλές απαιτήσεις στη γρήγορη οδήγηση και το συγκρίνεις με πολυρυθμιζόμενα upside/down ακριβότερων μοντέλων του ανταγωνισμού. Το πίσω αμορτισέρ έχει υδραυλική προφόρτιση ελατηρίου και ρύθμιση απόσβεσης επαναφοράς, με τις εργοστασιακές ρυθμίσεις να είναι υπερβολικά χαλαρές, όμως με τρία-τέσσερα κλικ το φέρνεις στα μέτρα σου.

4

Η θέση οδήγησης είναι της ευρωπαϊκής σχολής, με το τιμόνι να βρίσκεται στο ιδανικό ύψος και την ιδανική απόσταση από το σώμα σου για τέλειο έλεγχο της μοτοσυκλέτας στη γρήγορη οδήγηση, χωρίς να κουράζει στη χαλαρή βόλτα. Οι αναρτήσεις ισοπεδώνουν τις λακκούβες και η αφράτη σέλα με το ποιοτικό αντιολισθητικό κάλυμμα εξασφαλίζει πολλές ώρες άνετης οδήγησης. Το quick-shifter Up/Down έχει μείνει στη θέση του και αν το χρησιμοποιείς μετά τα 40km/h όπως λέει η Suzuki, βάζει τα γυαλιά σε επίπεδο ομαλότητας αλλαγών στο αυτόματο DCT της Honda. Δουλεύει πάντως και κάτω από τα 40km/h, αλλά σε αυτή την περίπτωση η αλλαγή 1η-2α είναι πιο απότομη. Το γεγονός πως δεν έχει χούφτες στο τιμόνι είναι θείο δώρο όταν περνάς ανάμεσα από τα ακινητοποιημένα αυτοκίνητα, αλλά τις κρύες ημέρες θα σου λείψουν. Η πλαστική ποδιά πάντως δεν θα λείψει σε κανέναν, αφού η απόσταση από το έδαφος είναι 185mm και φτάνει για να μείνουν ασφαλή τα κάρτερ όπου κι αν μπορέσεις να πας με on-off λάστιχα.

5

Πιο πολύ θα σου λείψει η αδυναμία πλήρους απενεργοποίησης του ABS που έχει το DE, καθώς η βασική έκδοση είναι ό,τι πρέπει για καγκουριές! Το Traction Control πάντως απενεργοποιείται πλήρως για να το λιώσεις στις σούζες και έχει άψογη λειτουργία στη θέση 1 αν θέλεις κορυφαία ασφάλεια και ταυτόχρονα σπορ συμπεριφορά.

 

Suzuki V-Strom 800

Η φτηνότερη έκδοση του Suzuki V-Strom 800 είναι και η καλύτερη αν δεν σε ενδιαφέρει να τρέξεις στο Dakar. Πολύ σύντομα έρχεται και η αναλυτική δοκιμή στο περιοδικό ΜΟΤΟ. #fyp #motomag #motomagazinegreece #newmodels #suzuki #suzukivstrom #suzukivstrom800 Suzuki Moto Greece

Posted by Moto Magazine Greece on Friday, November 24, 2023

 

 

 

Προφανώς έχει και κάποια μειονεκτήματα… Προφανώς δεν τα κάνει όλα τέλεια… Προφανώς υπάρχουν λόγοι που είναι φτηνότερη και θα τους αναλύσουμε έναν-έναν στο τεστ του ΜΟΤΟ που διαρκεί ημέρες πριν βγάλουμε την τελική ετυμηγορία…. Όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με μια μοτοσυκλέτα όπου το “φτηνότερη” δεν αποκλείεται να σημαίνει και καλύτερη!

7

Δοκιμή Royal Enfield Himalayan - Οδηγώντας στις διαδρομές του Ράλι Σαρδηνίας

Ξεψαχνίζουμε τη νέα ινδική On-Off στην πανευρωπαϊκή παρουσίαση της, σε άσφαλτο και χώμα
Royal Enfield Himalayan
Κώστα Γκαζή
Από τον

Κώστα Γκαζή

25/4/2024

Πριν λίγες ημέρες βρεθήκαμε στη Σαρδηνία, για να πάρουμε μια πρώτη οδηγική γεύση από τη νέα εποχή της Royal Enfield Himalayan, της ινδικής On-Off μοτοσυκλέτας της μεσαίας κατηγορίας που στη δεύτερη και υγρόψυκτη πλέον έκδοσή της φιλοδοξεί να συνεχίσει την κληρονομιά του προκατόχου της, ως best-selling μοντέλο σε όλο τον κόσμο.

Καλά τα μεγάλα Adventure μοντέλα, αλλά δεν έχουν όλοι 15 ή 20 ή 25 χιλιάδες ευρώ για να ξοδέψουν σε μια μοτοσυκλέτα, ούτε χρειάζεται κανείς 1.500 κυβικά, 150 άλογα και 250 κιλά βάρους για να διασκεδάσει σε άσφαλτο και χώμα. Κι αν οι ευρωπαϊκές και ιαπωνικές εταιρείες έχουν απορροφηθεί στην… κούρσα εξοπλισμών, κυβισμού και επιδόσεων, παρουσιάζοντας ολοένα και πιο μεγάλες σε κυβισμό και διαστάσεις μοντέλα, έρχονται τώρα Κινέζοι και Ινδοί να γεμίσουν το κενό προσφοράς που υπάρχει στην αγορά, με μερικά εξαιρετικά μοντέλα, συμπεριλαμβανομένης της νέας Himalayan, που προτάσσουν το… μέτρο (τόσο στα σημαντικά νούμερα επιδόσεων και βάρους όσο και στην τιμή αγοράς), έναντι της υπερβολής, κερδίζοντας οπαδούς αλλά και τις εντυπώσεις όσων τα οδηγούν.

Himalayan 411

Το παλαιότερο Himalayan είχε παρουσιαστεί το 2016, και ξεχώρισε για την σπαρτιάτικη απλότητα και αντοχή του στα δύσκολα, αποτελώντας ένα ινδικό “σιδερένιο άλογο”, που κόστιζε ελάχιστα σε αγορά και συντήρηση, έκαιγε επίσης ελάχιστα, ενώ άντεχε τα πάντα αγόγγυστα και μπορούσε να μεταφέρει τον ιδιοκτήτη του σε καθημερινή βάση τόσο στην άσφαλτο ως άλλο “παπί”, όσο και στο χώμα, αποτελώντας αξιολογότατο όχημα παντός εδάφους. Καλά όλα αυτά, αλλά ουδείς άσφαλτος που λέει και η Λαίδη, και το πρώτο εκείνο Himalayan με τον αερό-ελαιόψυκτο μονοκύλινδρο κινητήρα των 411 κ.εκ. με τις 2 βαλβίδες απέδιδε μόλις 24,3 αλογάκια, για ένα βάρος 200 κιλών (πολύ ατσάλι, μεγάλη αντοχή, αλλά και πολύ βάρος)… δεν το έλεγες και συγκλονιστικό στην οδήγηση. Προσθέστε και το ιδιαίτερα αδύναμο μπροστινό φρένο που θύμιζε ταμπούρο, και έχετε μια πλήρη εικόνα για ένα μοντέλο που άφηνε εξαιρετικές εντυπώσεις σε χαλαρή οδήγηση με ροή ακόμα και στα πιο κακοτράχαλα εδάφη, όμως απεχθανόταν οποιαδήποτε απόπειρα του αναβάτη για να κάνει τα πράγματα πιο σβέλτα και πιο διασκεδαστικά. Σούζα; Θα αστειεύεστε! Άλματα; Ναι, αν λάβεις υπόψη σου πως 9 στις 10 θα προσγειωνόσουν με endo αφού η μοτοσυκλέτα δεν είχε τη δυνατότητα περάσματος στο έδαφος κάποιας απότομης αύξησης της ιπποδύναμης ακόμα κι αν... “βίαζες” συμπλέκτη και γκάζι. Τέλος, ο εξοπλισμός ήταν εντελώς βασικός, αν εξαιρέσεις το Tripper της αναβαθμισμένης έκδοσης του 2019 χάρη στο οποίο ο αναβάτης απολάμβανε turn-by-turn πλοήγηση, και τη δυνατότητα απενεργοποίησης του ABS στον πίσω τροχό για την εκτός δρόμου οδήγηση.

Sherpa 452

Και φτάνουμε στο 2024, και στη Σαρδηνία, για την πανευρωπαϊκή αποστολή της ολοκαίνουργιας Royal Enfield Himalayan. Μια μοτοσυκλέτα με πολλές και δραματικές βελτιώσεις, που επιτέλους καταφέρνει να προσθέσει διασκέδαση στη συνταγή των Ινδών, με κύριο υπεύθυνο τον νέο, υγρόψυκτο μονοκύλινδρο κινητήρα 452 κ.εκ. με τις 4 βαλβίδες, που η Enfield ονομάζει Sherpa, αποτίοντας φόρο τιμής στη βουνίσια φυλή των σκληροτράχηλων κατοίκων των Ιμαλαίων που χωρίς αυτούς το 99% των ορειβατών που “κατέκτησαν” το Έβερεστ θα είχαν γυρίσει πίσω στα μισά της ανάβασης. Από τους 24,3 ίππους / 6.500 rpm της παλαιότερης μονάδας, η νέα εκτοξεύει την απόδοση στους 39,5 ίππους / 8.000 rpm, σε μια αύξηση δύναμης 62,55%! Αυτή ακριβώς η αύξηση χαρίζει την πολυπόθητη απόδοση που έλειπε από το 411, και δίνει στη μοτοσυκλέτα τη δυνατότητα τόσο για σούζες με 1η και 2α στο κιβώτιο, με τη χρήση συμπλέκτη, όσο και για πλαγιολισθήσεις με το γκάζι αλλά και για άλματα!

Royal Enfield Himalayan

Πολλές είναι και οι υπόλοιπες βελτιώσεις που αφορούν σχεδόν όλα τα εξαρτήματα της νέας Himalayan, από το πλαίσιο μέχρι τις αναρτήσεις, από το κιβώτιο στον συμπλέκτη, από τα φρένα στο ρεζερβουάρ και πάει λέγοντας.

Royal Enfield Himalayan

Αν όμως διαβάζοντας τα παραπάνω πιστέψετε πως το Himalayan μεταμορφώθηκε σε KTM 390 Adventure, θα πρέπει να το σκεφτείτε ξανά. Κι αυτό καθώς οι Ινδοί επέλεξαν να κρατήσουν τον ίδιο χαρακτήρα στη νέα Himalayan όπως και στην 411, βάζοντας προτεραιότητα στη φιλικότητα, την αντοχή σε κακομεταχείριση και στον χρόνο, και στον απροβλημάτιστο all-round χαρακτήρα, παρά στις επιδόσεις. Οι τελευταίες είναι αδιαμφισβήτητες, όμως αν δεν τις κυνηγήσεις ίσως να μην τις γευτείς και ποτέ. Δάγκωμα στα φρένα; Κακό! Δεν το θέλουμε. Θυμηθείτε την οδήγηση στο χώμα. Ποιος θέλει να πιέζεις τη μανέτα και να κοκαλώνει ο τροχός; Κανείς. Σούζα με το γκάζι μόνο; Κακή! Να τρομάξει μεγάλη μερίδα πελατών στο test-ride και να απομακρυνθούν με βήμα ταχύ; Όχι, όχι, και πάλι όχι.

Royal Enfield Himalayan

Όλα στο νέο Himalayan έχουν στόχο τη διατήρηση του προηγούμενου χαρακτήρα της αερόψυκτης μοτοσυκλέτας, ώστε να διατηρήσει παράλληλα η Enfield και το προηγούμενο πελατολόγιό της. Όσο για τους θερμόαιμους, ένα ψάξιμο σε μεσαίες και ψηλές στροφές, θα φέρει τα απαραίτητα χαμόγελα, και όλοι θα είναι ικανοποιημένοι.

Royal Enfield Himalayan

Η εξέλιξη του νέου μοντέλου έγινε σε συνεργασία του τμήματος R&D που βρίσκεται στη Βρετανία, και με το αντίστοιχο της Ινδίας, με τους Βρετανούς να σπρώχνουν προς τις επιδόσεις, και με τους Ινδούς να βάζουν φρένα, κάνοντας ακόμα και παράπονα για την υγρόψυξη! “Μα είναι τόσο απαραίτητο να είναι υγρόψκτος ο κινητήρας;!” Γκάζι από τη μία, φρένο από την άλλη, μέχρι το αποτέλεσμα της διελκυστίνδας αυτής να ικανοποιεί και τους οπαδούς της συντήρησης αλλά και της προόδου.

Royal Enfield Himalayan

Μάλιστα για να μας αποδείξουν οι άνθρωποι της εταιρείας το πόσο καλή δουλειά είχαν κάνει με τη νέα Himalayan, για τη μέρα της οδήγησης είχαν σχεδιάσει μια διαδρομή 160+ χιλιομέτρων, με ελάχιστα από αυτά στον αυτοκινητόδρομο. Το 95% της οδήγησης έγινε τόσο σε κακοτράχαλους στριφογυριστούς επαρχιακούς δρόμους (με τμήματα με πούδρα και χώμα που πολλές φορές δεν φαινόταν λόγω σκιών από τα δέντρα, και τα καταλάβαινες μόνο αφού… ξεκίναγε το γλίστρημα) όσο και σε χώμα. Κι αν αποφύγαμε τα… enduro μονοπάτια, εντούτοις η διαδρομή είχε μεγάλο μέρος από τους απαιτητικούς χωματόδρομους στους οποίους διεξάγεται το ράλι Σαρδηνίας. Με μεγάλες ευθείες για να πάρεις πολλή φόρα, που αποδεικνυόταν άκρως επικίνδυνο όταν δεν γνωρίζεις τη διαδρομή και ξαφνικά ανακαλύπτεις πως το πατημένο χώμα μετατρέπεται χωρίς προειδοποίηση σε φυτευτή πέτρα ή σε κροκάλες που αναστατώνουν την πορεία της μοτοσυκλέτας, και βάζουν δύσκολα σε αναρτήσεις. Με απότομες κατηφόρες με κροκάλα, όπου καταλαβαίνεις με τον καλύτερο τρόπο τη λειτουργία των φρένων και του ABS.

 

Himalayan

Και με ένα άλμα για γενναίους (όχι το διαβόητο Micky’s Jump, ευτυχώς), το οποίο σε πέταγε κυρίως μακριά και όχι ψηλά, ενώ για να βγει ωραία η φωτογραφία έπρεπε να το κάνεις τουλάχιστον με 3η σκασμένη! Το άλμα μάλιστα κατέληξε σε μορφή άτυπου διαγωνισμού, καθώς δημοσιογράφοι, influencers και youtubers προσπαθούσαν να ξεπεράσει ο ένας το ρεκόρ του άλλου, και ευτυχώς το κόψαμε λίγο πριν η 3η γίνει 4η και αρχίσουμε να κινδυνεύουμε να γίνουμε ήχος και φως στην προσγείωση με τριψήφιο αριθμό χιλιομέτρων στο κοντέρ. Κι όμως, Ινδοί και Βρετανοί της Royal Enfield ένιωθαν σιγουριά να βάλουν τη μοτοσυκλέτα τους σε τέτοιο στίβο μάχης που θα μπορούσε να τονίσει τις όποιες αδυναμίες του συνόλου, ενώ παράλληλα το βάρος έπεφτε αρκετά και στους συμμετέχοντες που έπρεπε να δείξουμε την απαραίτητη ωριμότητα, ώστε να μη φτάσουμε στα επίπεδα του... “if he dies, he dies”, όπως είχε πει κι ο Ivan Drago στο Rocky IV.

Royal Enfield Himalayan 452

Κι αφού εξαντλήσαμε την ποικιλία εδαφών και καταστάσεων στα οποία οδηγήσαμε τη νέα Himalayan, επιστρέψαμε στη βάση μας έχοντας διανύσει δέκα ολόκληρες ώρες σε δρόμο και χώμα. Μαζί μας, στη βόλτα συμμετείχαν και τα μέλη της ομάδας σχεδιασμού και προώθησης της Royal Enfield, τόσο από την Ινδία όσο και από τη Βρετανία, πάντα πρόθυμοι να απαντήσουν σε κάθε ερώτηση και με ανοιχτή διάθεση, χωρίς ίχνος κρυψίνοιας, ένα ακόμη σημάδι της εμπιστοσύνης που είχαν στο προϊόν τους, και στο γεγονός πως είχαμε να κάνουμε με μια πραγματικά εξαιρετική μοτοσυκλέτα.

Royal Enfield Himalayan

Στο τέλος της ημέρας, οι οιωνοί για τη νέα Himalayan ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκοί. Δέκα ώρες απολαυστικής οδήγησης και διαλειμμάτων για κατανάλωση σαρδηνιακού… αντικρυστού (με τη διαφορά πως ήταν γουρούνι αντί αρνί), και μπόλικης κουβέντας, με τμήματα της διαδρομής που αρκετές φορές με γέμισαν αδρεναλίνη αλλά και φόβο, και όμως δεν συνοδεύτηκαν από καμία πτώση μεταξύ των συμμετεχόντων, παρά το γεγονός πως μεταξύ μας είχαμε ακόμα και… αστέρια του modelling με κολάν και κολιέ έξω από το μπουφάν, content creators με ελάχιστη εμπειρία, αλλά και youtubers κανιβάλους που έσπρωχναν τις καταστάσεις πέρα από τα όρια. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά τα χέρια μου που ταλαιπωρούνται από τενοντίτιδες παρέμειναν φρέσκα, παρόλο που δεν έχουμε cruise control, ενώ το ίδιο συνέβη και με τα μαλακά μου μόρια. Την ίδια στιγμή καμία μοτοσυκλέτα δεν παρουσίασε βλάβη, τίποτα δεν… έπεσε στα άλματα, ενώ το μυαλό γέμισε από τις εικόνες και τις εμπειρίες της ημέρας, με το χαμόγελο να παραμένει στα χείλη για πολλές ώρες ακόμα.

Royal Enfield Himalayan

Κι αν το νέο Himalayan ικανοποιεί σε τόσο μεγάλο βαθμό οδηγικά, εντυπωσιακός είναι και ο εξοπλισμός της μοτοσυκλέτας παρόλο που η ινδική εταιρεία έχει κι εδώ εφαρμόσει το “παν μέτρον άριστον” μην φορτώνοντας το νέο της μοντέλο με ηλεκτρονικά βοηθήματα και λοιπά gadget.

Himalayan 452

Το μάτι σκαλώνει στην TFT οθόνη οργάνων που διαθέτει δωρεάν πλοήγηση με χάρτες της Google και πλήρη συνδεσιμότητα με το smartphone του αναβάτη, αλλά και στο josytick στον αριστερό διακόπτη. Ευχρηστία και ευκολία πλοήγησης παντού. Το ίδιο καλή είναι και η σέλα που αλλάζει ύψος σε λίγα δευτερόλεπτα για να ικανοποιήσει διαφορετικά ύψη αναβατών, ενώ θετικές εντυπώσεις αφήνουν τα πίσω φλας που παίζουν τον ρόλο και του φωτιστικού σώματος, αλλά και τα δεκάδες χρηστικά και όμορφα αξεσουάρ με τα οποία μπορεί να εξοπλίσει το Himalayan ο ιδιοκτήτης του.

Himalayan 452

Από εξάτμιση της Akrapovic που δίνει άλλο ήχο και απόδοση στον Sherpa κινητήρα, στην επίπεδη σέλα Rally, σε αλουμινένιες πλαϊνές βαλίτσες σε μεταλλικό ή μαύρο χρώμα, σε μαλακά σαμάρια, σε 3 top-box σκληρά και μαλακά, σε ψηλότερη ζελατίνα, μεταλλική μεγάλη ποδιά κινητήρα, κάγκελα κινητήρα, rally τιμόνι και διαφορετικές σέλες, προβολάκια, χούφτες, προστατευτικά κάγκελα προβολέα και ψυγείου, και αρκετά ακόμη που εξελίσσει και πιστοποιεί αυτή τη στιγμή η Enfield. Και μην ξεχάσουμε και τους δεκάδες κατασκευαστές aftermarket αξεσουάρ που έχουν ήδη παρουσιάσει τις δικές τους γκάμες αξεσουάρ για τη Himalayan. Όρεξη να έχεις να ψάχνεις και να φορτώνεις τη μοτοσυκλέτα με πράγματα.

Περισσότερα θα διαβάσετε στην αναλυτική δοκιμή της νέας Himalayan στο τεύχος 654 του ΜΟΤΟ που κυκλοφορεί στις αρχές Μάιου στα περίπτερα

Ετικέτες